Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 21 Μαρτίου 2017

Πολιτική συνείδηση και σοσιαλιστική οικοδόμηση



της Νατάσας Τερλεξή

Η οικοδόμηση του σοσιαλισμού δεν είναι μια λίστα οικονομικών προαπαιτούμενων, που γνωρίζουν και προωθούν οι τεχνικά ειδικευμένοι. Η κουβανική επανάσταση, μια επανάσταση «από και για τους ταπεινούς», δείχνει πάνω απ’ όλα ότι η οικοδόμηση του σοσιαλισμού (1) είναι έργο συνειδητών ανδρών και γυναικών, που μετασχηματίζονται και οι ίδιοι καθώς αλλάζουν τις συνθήκες ζωής τους. Και ότι (2) απαιτεί μια κομμουνιστική ηγεσία της εργατικής τάξης που τίθεται επικεφαλής όλων των καταπιεσμένων.
Αυτή η ηγεσία στην Κούβα διαμορφώθηκε από τον Φιντέλ Κάστρο και το Κίνημα της 26ης Ιούλη.
Για να δούμε πόσο αλληλένδετα είναι αυτά τα 2 στοιχεία που ανέφερα, θα σταθώ σε 4 σημεία καμπής της κουβανικής επαναστατικής διαδικασίας.

1ο – Το πέρασμα από τον εθνικό-αντιδικτατορικό αγώνα στη σοσιαλιστική επανάσταση

Η δεύτερη εισήγηση [του Δημήτρη Καλτσώνη] περιέγραψε ήδη τη συνοχή ανάμεσα στο πρόγραμμα της Μονκάδα, στις πολιτικές που εφαρμόζονται στο βουνό, και στα μέτρα που παίρνει η κυβέρνηση που προκύπτει από τη νίκη της 1ης Γενάρη 1959.
Τους πρώτους εκείνους μήνες μετά τη νίκη, οι εθνικοποιήσεις των ξενόκτητων αρχικά επιχειρήσεων –των ΔΕΚΟ και των υπηρεσιών που είχε ανάγκη ο λαός–, καθώς και η 1η αγροτική μεταρρύθμιση άνοιγαν τον δρόμο προς τον σοσιαλισμό ακριβώς επειδή άνοιγαν τον δρόμο προς της σοσιαλιστική συνείδηση. Επειδή ήταν βήματα που έγιναν από τους άμεσα εμπλεκόμενους, και τα υπερασπίστηκαν άνδρες και γυναίκες του λαού με τα όπλα στα χέρια. Και επειδή τα καθοδήγησε μια κομμουνιστική ηγεσία που προετοίμαζε διαρκώς το επόμενο βήμα με βάση τις κεκτημένες κάθε φορά θέσεις, αυξάνοντας διαρκώς την αυτοπεποίθηση των μαζών στις ίδιες τους τις ικανότητες.[1]
Παράλληλα, ο ιμπεριαλισμός απαντούσε σε κάθε βήμα: Με το πάγωμα της τροφοδοσίας για τη βιομηχανία, την απαγόρευση των εμπορικών συναλλαγών, δολιοφθορές και τρομοκρατία.
Η επαναστατική διαδικασία, επιταχύνθηκε από τον ίδιο τον ιμπεριαλισμό, που δεν μπορούσε να ανεχτεί καν μια εθνικά κυρίαρχη Κούβα.[2]
Πότε είχε αποκτήσει ο εργαζόμενος λαός –ο γαλουχημένος στον ψυχροπολεμικό αντικομμουνισμό– την πείρα και τα εφόδια να κάνει το επόμενο βήμα, να συγκρουστεί αποφασιστικά με τα προνόμια του κεφαλαίου; Πότε είχε έρθει η ώρα;
Όπως εξηγεί ο Φιντέλ:
«…Ο λαός απέκτησε μια σοσιαλιστική συνείδηση χάρη στην εξέλιξη της επανάστασης και την πάλη των τάξεων που αναπτύχθηκε έντονα τόσο στο εθνικό όσο και στο διεθνές επίπεδο. Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα συμφέροντα του λαού και τα συμφέροντα των καταπιεστών γέννησε την επανάσταση, και η επανάσταση όξυνε τον ανταγωνισμό αυτόν στο έπακρο. Ο αγώνας […] έκανε τους ανθρώπους να δουν μέσα σε λίγους μόνο μήνες, αυτό που επί δεκαετίες αλύπητης εκμετάλλευσης και κυριαρχίας της ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης δεν είχε γίνει κατανοητό παρά μόνο σε μια μειοψηφία».[3]
Η νίκη του κουβανικού λαού απέναντι στους εισβολείς στην Πλάγια Χιρόν τον Απρίλη του 1961 έγινε υπό τη σημαία του σοσιαλισμού, επισφραγίζοντας την ορθότητα της εκτίμησης του Φιντέλ.[4]
Τυχοδιώκτες! Ανεύθυνοι! Οι συνθήκες δεν έχουν ωριμάσει! Συσπειρωθείτε με τους πατριωτικούς παραγωγούς των χωρών σας μέχρι να αναπτυχθεί η εργατική τάξη! Τέτοια ακούγονταν έως τότε στην Λατινική Αμερική από πολλά κόμματα που λέγονταν κομμουνιστικά. Όμως, όπως λέει στη Δεύτερη Διακήρυξη της Αβάνας, «Ο ρόλος του Ιώβ δεν ταιριάζει σε έναν επαναστάτη. Δεν αρμόζει στους επαναστάτες να κάθονται στην πόρτα του σπιτιού τους περιμένοντας να περάσει το πτώμα του ιμπεριαλισμού».[5]


2ο Η γκρίζα δεκαετία

Το ξεδίπλωμα της κουβανικής επανάστασης δεν υπήρξε διόλου γραμμικό. Αντίθετα οι δυνατότητες που έχει κάθε φορά να τραβήξει μπροστά οριοθετούνται, από τις ταξικές αναμετρήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό το βλέπουμε μέσα στη δύσκολη περίοδο που οι Κουβανοί ονομάζουν γκρίζα δεκαετία.[6] Ξεκινά περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 1970.
Το αμέσως προηγούμενο διάστημα πρέπει να πούμε ότι είχαν γίνει διάφορα λάθη που θα μπορούσαν να αποκαλεστούν ακροαριστερά, όπως:
  Σχέδια εκβιομηχάνισης χωρίς ελέγχους κόστους
  Υποκατάσταση επαρκούς σχεδιασμού με εθελοντική εργασία που σπαταλά δυνάμεις χωρίς παραγωγικό όφελος.
  Η κρατικοποίηση του πολύ μικρού λιανεμπορίου και υπηρεσιών χωρίς τη δυνατότητα αντικατάστασής τους με κρατικές δομές.
Το συμβολικό κορύφωμα των λαθών αυτών ήταν ο στόχος των 10 εκατ τόνων ζάχαρης το 1970.[7]
Πάνω στην κούραση και τη απογοήτευση που επέφεραν αυτά τα λάθη προστέθηκαν αιματηρά χτυπήματα από διαδοχικές ήττες: Από τη δολοφονία του Τσε (και την εγκατάλειψη της προοπτικής ενός αγώνα για την εξουσία από το ΚΚ Βολιβίας και άλλα κόμματα) ως το πραξικόπημα του Πινοτσέτ στη Χιλή. Φαινόταν να κλείνει ένας κύκλος ευκαιριών για την επέκταση της κομμουνιστικής προοπτικής.
Αυτές οι συνθήκες έφεραν μια αναδίπλωση στην αντίθετη κατεύθυνση, με τάσεις βολέματος ή και απόσυρσης. Ο μαχητής κάνει ένα βήμα πίσω και αφήνει μεγαλύτερο πεδίο δράσης στον γραφειοκράτη, τον τεχνικό.
Η Κούβα επίσης εκείνη την περίοδο ενσωματώνεται στην ΚΟΜΕΚΟΝ. Οι προνομιακές σχέσεις ανταλλαγής και εμπορίου με την ΕΣΣΔ (που τόσο βοήθησαν την Κούβα να ορθοποδήσει από πλευράς διαθέσιμων αγαθών) συνεπέφεραν δανεισμούς μεθόδων οικονομικής διαχείρισης από τη Σοβιετική εμπειρία της εποχής.[8]
Όπως έχει πει με διάφορες αφορμές ο Φιντέλ, «Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη μας στην αρχή και πολλές φορές στη διάρκεια της Επανάστασης ήταν ότι πιστέψαμε πως κάποιος ήξερε πώς οικοδομείται ο σοσιαλισμός».[9] Και εξηγεί ότι, στην περίοδο για την οποία μιλάμε, είχε κυριαρχήσει «η άποψη του γραφειοκράτη, η άποψη του τεχνοκράτη» ότι ο σοσιαλισμός μπορεί να οικοδομηθεί «με το μαστίγιο και το καρότο».[10]
Αυτά τα φαινόμενα ουδέποτε έφτασαν στο σημείο να διαφθείρουν το κόμμα, να το μετατρέψουν σε κόμμα προνομίων, ούτε να καταστρέψουν ανεπανόρθωτα το ήθος των μαζικών οργανώσεων. Ένας ουσιαστικός λόγος για αυτό είναι ότι οι νέοι κομμουνιστές δεν έπαψαν ποτέ να διαπαιδαγωγούνται στο πνεύμα αυτοθυσίας. Δεν έπαψαν ποτέ να γνωρίζουν από πρώτο χέρι τη συνθλιπτική πραγματικότητα του ιμπεριαλισμού, στρατευμένοι σε έναν αγώνα σώμα με σώμα εναντίον του, στην Αφρική και αλλού.
Και έτσι, με την ηγεσία του Φιντέλ, μόλις κατέστη αντικειμενικά δυνατό, οι κομμουνιστές, επικεφαλής των εργατών και αγροτών της Κούβας πέρασαν στην αντεπίθεση μαζικά – ενάντια στη διαφθορά, τα προνόμια, τη γραφειοκρατία.
Πότε γίνεται αυτό; Όταν αναπτύσσονται επιτυχείς λαϊκοί αγώνες με στόχο την εξουσία στη Νικαράγουα και στη Γρενάδα, ενώ η προοπτική αυτή διαφαινόταν και στο Ελ Σαλβαδόρ.[11] Αργότερα ακολούθησε η Μπουρκίνα Φάσο.


3ο Η περίοδος διόρθωσης των λαθών

Πράγματι, με την καθοδήγηση του Φιντέλ οι Κουβανοί κομμουνιστές τίθενται επικεφαλής ενός κοινωνικού κινήματος που ονομάστηκε, πολύ απλά και κουβανικά, «εκστρατεία διόρθωσης των λαθών». Η εκστρατεία αυτή κινήθηκε σε τρεις κατευθύνσεις:
  Χτυπήθηκαν συστηματικά και μειώθηκαν σε μεγάλο βαθμό η διαφθορά και τα προνόμια.[12]  
  Αναβίωσε η εθελοντική εργασία για τη συλλογική αντιμετώπιση κρίσιμων αναγκών, ειδικά σε κατοικίες και σχολικά κτήρια. [13]
  Δόθηκε ξανά ο πρώτος λόγος στο κόμμα, τα συνδικάτα, τις επιτροπές υπεράσπισης της επανάστασης και την Poder Popular (Λαϊκή Εξουσία) όσον αφορά τη χάραξη των οικονομικών προτεραιοτήτων της χώρας.

Η Σέλια Χαρτ Σανταμαρία στον Πρόλογο του βιβλίου του Κάρλος Ταμπλάδα για την πολιτική οικονομία του Τσε εξηγεί ότι, αν δεν είχε ξεκινήσει αυτή η διαδικασία, αν δεν είχε ακουστεί εκείνη η ομιλία του Φιντέλ το 1987, τη δική της γενιά θα την είχε χάσει το κόμμα και ο κομμουνισμός.[14] Αυτή η γενιά κερδήθηκε, και μάλιστα σήκωσε το βάρος της επιβίωσης μετά την κατάρρευση των εμπορικών συναλλαγών με την Ανατολική Ευρώπη.


4ο Η ειδική περίοδος

Από το 1989 και μετά, (και ενώ η διαδικασία επανόρθωσης των λαθών είχε σημαντικά αποτελέσματα να επιδείξει), οι Κουβανοί δέχονται δύο επανωτά χτυπήματα από τα οποία πασχίζουν ακόμα, παρά την πρόοδο, να ορθοποδήσουν: την ονομαζόμενη «ειδική περίοδο».
Με την κατάρρευση του εμπορίου με την πρώην ΕΣΣΔ από τη μία και την εντατικοποίηση του εμπορικού αποκλεισμού των ΗΠΑ, το ΑΕΠ της χώρας μειώνεται κατά 35% και εξαφανίζεται το 85% του εξωτερικού εμπορίου μέσα σε λίγους μήνες. Μια εκμηχανισμένη γεωργία ξαφνικά ακινητοποιείται. Εκατομμύρια εκτάρια γεωργικής γης επιστρέφουν στη φύση. Η παραγωγή ζάχαρης μειώνεται από 8 εκατ. τόνους σε 4, ενώ μία χρονιά έφτασε και 1,5. Η παραγωγή φρέσκου γάλατος σχεδόν εκμηδενίστηκε. Τα μισά βοοειδή στα εθνικά αγροκτήματα σφάχτηκαν ή ψόφησαν.
 «Στη ζωή, τον πόλεμο και την επανάσταση», έφτασε να πει ο Φιντέλ στην εθνοσυνέλευση τον Δεκέμβρη του 1993, «υπάρχουν φορές που πρέπει κανείς να κάνει βήματα προς τα πίσω και φορές που μπορεί να προχωρήσει μπροστά».
Πράγματι στα μέτρα που πάρθηκαν το 1993 και το 1994 συγκαταλέγεται η απελευθέρωση 140 επαγγελμάτων στην αυτοαπασχόληση, το διπλό νόμισμα, η μετατροπή των περισσότερων κρατικών αγροκτημάτων σε συνεταιρισμούς και η οργάνωση του πλαισίου για ξένες επενδύσεις. Παράλληλα επιβλήθηκε φόρος εισοδήματος στους αυτοαπασχολούμενους και θεσπίστηκε δέσμη μέτρων για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Παραχωρήθηκαν εκατομμύρια εκτάρια γης σε όποιον ήθελε να την καλλιεργήσει. Συνδικάτα, οργανώσεις αγροτών και μαζικές οργανώσεις συμμετείχαν σε μια μαζική καμπάνια που είχε ως αποτέλεσμα δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι να στραφούν στη γεωργία για την αντιμετώπιση του επισιτιστικού προβλήματος.[15]

Ξεφύτρωσαν καπιταλιστικά σκεπτόμενοι διευθυντές και γραφειοκρατικά στελέχη; «Καπιταλιστές τις δεκάρας», όπως τους αποκαλούσε ο Φιντέλ; Αδιαμφισβήτητα. Αλλά αυτό είναι ένα μονάχα μέρος της πραγματικότητας. Και η εργατική τάξη δυνάμωσε μέσα στην «ειδική περίοδο» της δεκαετίας του 1990. Από τότε ξετυλίγεται μια διαπάλη, στην οποία όμως, όταν η εργατική τάξη κάνει παραχωρήσεις, το κάνει διατηρώντας στα χέρια της την εξουσία.[16]
Έτσι, καθώς διαλύεται η Σοβιετική Ένωση το 1991, η Κούβα αρθρώνει χωρίς δισταγμούς το «Σοσιαλισμός ή θάνατος».
Πρόκειται για ένα σύνθημα που αντηχεί μαζικά, παρότι η ημερήσια πρόσληψη θερμίδων από τον μέσο Κουβανό εκείνα τα χρόνια γίνεται οριακή, παρότι το βράδυ είσαι χωρίς ηλεκτρικό και στο λεωφορείο που περνά κάθε 3 ώρες κρέμεσαι από το παράθυρο.
Η δημιουργικότητα του απλού εργαζόμενου, που είχε προσωρινά κάνει πίσω πριν τη διόρθωση των λαθών, ξεχύνεται να βρει λύσεις εκεί που ο τεχνικός ή ο οικονομολόγος σηκώνουν τα χέρια ψηλά. Αυτή η δημιουργικότητα έπλασε ένα ολόκληρο «ζωολογικό κήπο» εφευρέσεων για την επιβίωση, με γνωστότερες τις «καμήλες» της Αβάνας – ένα πάντρεμα τρακτέρ και φορτηγού που τελούσε χρέη λεωφορείου.
Οι υποχωρήσεις, εν πολλοίς, συνεχίζονται παρόλο που το μαχαίρι έχει απομακρυνθεί από την καρωτίδα. Διότι, παρ’ όλη την ανάσα που έδωσε στην Κούβα η ανυπολόγιστη βοήθεια από και προς τη Βενεζουέλα του Τσάβες και του Μαδούρο, ήρθε η επόμενη κατραπακιά το 2008 με την αδυσώπητη κρίση του καπιταλισμού που φαίνεται να μην έχει τέλος.
Έτσι λοιπόν έχουμε τρία πράγματα που προχωράν μαζί στην Κούβα από την ειδική περίοδο και μετά:
1. Η διατήρηση του σοσιαλιστικού χαρακτήρα της σχεδιασμένης οικονομίας
2. Τα μέτρα όπως η αναγνώριση της αυτοαπασχόλησης στις υπηρεσίες, η απελευθέρωση της πρόσληψης έως 5 εργαζομένων από ιδιώτες σε ορισμένους τομείς και η περαιτέρω προσέλκυση ξένων επενδύσεων, και
3. Η μάχη των ιδεών (στην οποία έδωσε ο Φιντέλ ειδική ώθηση από το 2005 και μετά) και η ενίσχυση του ρόλου του κόμματος και των μαζικών οργανώσεων.
Η μάχη των ιδεών ήταν και είναι ένας καθημερινός αγώνας ενάντια στις αβέβαιες και αδιέξοδες ατομικές λύσεις στα κοινωνικά προβλήματα. Ένας αγώνας για την κοινωνική αλληλεγγύη, για την ανάπτυξη σε επίπεδο χώρας και όχι σε επίπεδο της δικής μου οικογένειας. Είναι η καθημερινή δέσμευση στη σοσιαλιστική προοπτική.[17]
Και
     Είναι ένας πόλεμος που δεν μπορεί να διεξαχθεί με σφαίρες και με αστυνομικά μέσα.[18]
     Πρόκειται για μάχες που δίνονται στο σχολείο, στο οικοδομικό τετράγωνο για το ηλεκτρικό· στην κρατική λαϊκή αγορά της γειτονιάς γύρω από τις τιμές της μελιτζάνας· στο συνδικάτο για την ποιότητα των προϊόντων· στην εθελοντική εργασία που καλείται να κάνει η καλά αμοιβόμενη εργαζόμενη στον τουρισμό για τη σοδιά της μπανάνας· στην ανάπτυξη συνεταιρισμών από τα ατομικά ταξί, και άλλα πολλά. Οι μάχες αυτές δίνονται καθημερινά και μοριακά, με πρωταγωνιστές τους ακέραιους κομμουνιστές. Μόνο ένα κόμμα που είναι ένα με τους εργαζόμενους και ελεύθερο από προνόμια μπορεί να τις καθοδηγήσει
     Είναι ένας πόλεμος που για να συνεχίσει πρέπει να συνοδεύεται από απτά αποτελέσματα στο βιοτικό επίπεδο του λαού. Κατά τα χειρότερα χρόνια της ειδικής περιόδου δεν έκλεισε ούτε ένα σχολείο, ούτε ένα νοσοκομείο, όσες ελλείψεις κι αν υπήρχαν. Κάθε κάτοικος της Κούβας ξέρει πού πάνε τα έσοδα από τον τουρισμό. Στη βάση αυτής της υπόσχεσης που τηρήθηκε προχωρούν οι σημερινές προσαρμογές – με την αύξηση της προσφοράς τροφίμων, τις επισκευές υποδομών, τη βελτίωση του εξοπλισμού στα νοσοκομεία.
Πάνω στα τρία πόδια που ανάφερα προηγουμένως προχωρά σήμερα η κουβανική επανάσταση, μέσα στην ίδια παγκόσμια καπιταλιστική κρίση που τα δικά μας αφεντικά επιμένουν ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο τραβώντας τον ολέθριο μονόδρομο των μνημονίων.
«Γιατί, αλλιώς, τι θέλετε; Να γίνουμε Κούβα;»
Ίσως είναι καιρός να το σκεφτούμε κι αυτό!
Ο όρκος επαναδέσμευσης στις αρχές της επανάστασης που έδωσαν εκατομμύρια Κουβανοί στο πέρασμα της σωρού του Φιντέλ από την Αβάνα προς το Σαντιάγο τον περασμένο Δεκέμβρη, καθώς και η οικοδόμηση του αδέκαστου, πρωτοπόρου ΚΚ Κούβας είναι τα μεγαλύτερα επιτεύγματά του Φιντέλ.
Γι’ αυτό είχε δίκιο ο Ραμόν Λαμπανίνο σε συνέντευξή του πέρσι όταν είπε: «Ναι, αυτή [η μάχη των ιδεών] είναι η βασική μας μάχη. […] Και ξεκινάμε με ένα μεγάλο προτέρημα: με μια νεολαία και έναν πληθυσμό πολιτικά εκπαιδευμένους, είναι έτοιμοι γι’ αυτές τις προκλήσεις.
Ζούμε μια ιστορική στιγμή όπου πρέπει να κάνουμε αλλαγές για να εξασφαλίσουμε την ίδια μας την επιβίωση. Να μην έχει όμως κανένας αμφιβολία ότι είμαστε ένας λαός με αξιοπρέπεια που ξέρει να υπερασπιστεί την κυριαρχία του. Και ότι εμείς και οι ηγέτες μας είμαστε προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε τις αντιξοότητες των δύσκολων μαχών που ζυγώνουν.»[19]
Αυτός είναι ο λαός και το κόμμα του Φιντέλ.

*Το παραπάνω άρθρο αποτέλεσε κεντρική παρέμβαση στην εκδήλωση που διοργανώθηκε από το Σύλλογο "Γ. Κορδάτος" και το Σύλλογο "Χοσέ Μαρτί" με θέμα "Φιντέλ Κάστρο: Ιδεολογική και πολιτική παρακαταθήκη". Επίσης τα σχετικά με το Φιντέλ  κείμενα  που θα δημοσιευτούν στην ιστοσελίδα μας, πρόκειται να δημοσιευτούν  και στο περιοδικό "Μαρξιστική Σκέψη".


[1] Ενδιαφέρον έχει η σύγκριση με παρόμοια μέτρα που πάρθηκαν σε άλλες χώρες κατά τη δεκαετία του 1960: Εθνικοποιήσεις στη βασική βιομηχανία είχε κάνει και ο Νάσερ στην Αίγυπτο – χωρίς να έχουν από μόνες τους μια δυναμική προς τον σοσιαλισμό. Αγροτική μεταρρύθμιση πρότεινε και ο Κένεντι στο πλαίσιο της Συμμαχίας για την Πρόοδο (που είχε τον χαρακτήρα του αντιπερισπασμού απέναντι στην έλξη που ασκούσε η Κουβανική Επανάσταση για τις εξαθλιωμένες αγροτικές μάζες της ηπείρου).
[2] Στις πρώτες εκείνες εθνικοποιήσεις οι ΗΠΑ απάντησαν σταματώντας εντελώς τις εξαγωγές πετρελαίου και ανταλλακτικών για τη βιομηχανία. Οι μάζες ανταπάντησαν με ένοπλες κινητοποιήσεις που κατέληξαν στην εθνικοποίηση «από τα κάτω» των διυλιστηρίων που αρνούνταν να διυλίσουν Σοβιετικό πετρέλαιο, καθώς και όσων εργοστασίων είχαν ακινητοποιηθεί από τους ιδιοκτήτες τους. Οι ΗΠΑ στη συνέχεια επέβαλαν καθολική απαγόρευση εμπορικών συναλλαγών. Η Κούβα άνοιξε εμπορικές σχέσεις με τη Σοβιετική Ένωση και την Ανατολική Ευρώπη. Επεκτάθηκαν οι απαλλοτριώσεις γης από τα τσιφλίκια και η απόδοσή της στους άκληρους αγρότες. Ο ιμπεριαλισμός απάντησε με μπαράζ δολιοφθορών και τρομοκρατίας. Η επανάσταση προχώρησε στην οργάνωση της λαϊκής αυτοάμυνας μέσω των CDR (επιτροπών υπεράσπισης της επανάστασης), της πολιτοφυλακής και των μπριγάδων εθελοντικής εργασίας. Βλ. Φιντέλ Κάστρο, “Η δυναμική της κουβανικής επανάστασης”, εκτενή αποσπάσματα από την εισήγηση του Φιντέλ Κάστρο στο πρώτο συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κούβας, 1975. Στο Από το 1848 μέχρι σήμερα: Ο κομμουνισμός και η πάλη για μια λαϊκή επαναστατική κυβέρνηση, Αθήνα 2000, Διεθνές Βήμα.
[3] Ό.π., σ. 145.
[4] « … Στις 16 Απρίλη του 1961, με φόντο τις δυνατές γροθιές των εργατών και τη δύναμη που μετέδιδαν τα όπλα όταν άστραφταν στα χέρια τους κατά τη διάρκεια της κηδείας των θυμάτων από τον μισθοφορικό βομβαρδισμό, και ακριβώς μία μέρα πριν από τη μάχη ενάντια στους εισβολείς [στην Πλάγια Χιρόν], ο εργαζόμενος λαός διακήρυξε, με ηρωική αποφασιστικότητα, τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασής μας. Τα ξένα μονοπώλια, οι γαιοκτήμονες και η εθνική αστική τάξη είχαν ήδη απαλλοτριωθεί και η εργατική μας τάξη είχε ξεφορτωθεί το μόνο πράγμα που είχε: τις αλυσίδες της. Ως επαναστατική τάξη και σύμμαχος με τους αγρότες και τα άλλα ταπεινά στρώματα του λαού, έμελλε να γίνει η αδιαμφισβήτητη πρωτοπορία της διαδικασίας αυτής». Ό.π. σ. 157.
[5] Βλ. Η Πρώτη και η Δεύτερη Διακήρυξη της Αβάνας, Αθήνα 2007, Διεθνές Βήμα, σ. 113.
[6] Συχνά γίνονται αναφορές στην γκρίζα δεκαετία και στον πολιτισμό, όταν έφτασαν να εφαρμόζονται ορισμένοι περιορισμοί στην ελευθερία καλλιτεχνικής έκφρασης.
[7]  Τελικά η σοδειά ήταν 8,5 εκατ. τόνοι –πράγμα που αποτελούσε ρεκόρ για την εποχή εκείνη– αλλά στο μεταξύ είχε γονατίσει κάθε άλλη οικονομική δραστηριότητα.
[8] Στις ομιλίες του Φιντέλ Κάστρο στη δεκαετία του 1980 επισημαίνεται ότι την εποχή για την οποία μιλάμε
  Εφαρμόζονται μορφές ‘σχεδιασμού’ που δεν σχετίζονται με τις κοινωνικές ανάγκες.
  Οι κρατικές επιχειρήσεις αποκτούν μια σχετική αυτονομία, λειτουργώντας με κριτήρια κερδοφορίας ανεξάρτητα από το παραγόμενο προϊόν.
  Η εθελοντική εργασία μετατρέπεται σε κάτι τελετουργικό.
  Αρχίζουν να εμφανίζονται προνόμια σε υπηρεσίες, επιχειρήσεις, και πολιτιστικούς φορείς.
  Άρχισαν να εφαρμόζονται κατασταλτικές μέθοδοι απέναντι στην αμφισβήτηση, στο όνομα της άμυνας απέναντι στον ιμπεριαλισμό.
  Ο παρεμβατικός χαρακτήρας των μαζικών οργανώσεων ατονεί.
[9] Βλ. Ιγνάσιο Ραμονέ, Εκατό ώρες με τον Φιντέλ, μεταφρ. Τιτίνα Σπερελάκη, Αθήνα 2007, Πατάκης, σ. 571.
[10] Βλ. Φιντέλ Κάστρο, «Πολλές από τις ιδέες του Τσε παραμένουν επίκαιρες στο ακέραιο», στο Ο σοσιαλισμός και ο άνθρωπος στην Κούβα, Αθήνα, 2011, Διεθνές Βήμα.
[11] Στη Νικαράγουα με επικεφαλής τους Σαντινίστας και στο αγγλόφωνο νησί της Καραϊβικής, τη Γρενάδα, με επικεφαλής το New Jewel Movement ιδρύονται εργατοαγροτικές κυβερνήσεις, ανανεώνοντας την προοπτική οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Και δυναμώνει η πάλη για την εξουσία στο Ελ Σαλβαδόρ με το Frente Farabundo Marti de Liberacion Nacional. Λίγο αργότερα ήρθε η συγγενής ιδεολογικά επανάσταση στην Μπουρκίνα Φάσο, μια από τις φτωχότερες χώρες της Αφρικής, με μαρξιστική ηγεσία.
[12] Οργανισμοί και φορείς (που ας σημειωθεί συμπεριλάμβαναν και το Υπουργείο Εσωτερικών την εποχή εκείνη) που είχαν εξοπλιστεί με καταστήματα, πισίνες, γυμναστήρια κ.λπ. αποκλειστικά για τη χρήση του προσωπικού τους, υποχρεώθηκαν να τα παραδώσουν στην κοινωνία και είδαν τις ηγεσίες του να καθαιρούνται.
[13] Ένα παράδειγμα το οποίο ξεχωρίζει ο Φιντέλ στην περίφημη ομιλία του –μανιφέστο σχεδόν– που δίνει το 1987: Αν είχε επικρατήσει ο προϋπολογισμός των τεχνοκρατών, θα χτίζονταν τη χρονιά εκείνη 2 παιδικοί σταθμοί ενώ οι ανάγκες ήταν τεράστιες. Με την κινητοποίηση εθελοντικής εργασίας κατασκευάστηκαν 100 στην Αβάνα μέσα σε 2 χρόνια και 350 σε όλη την Κούβα. Βλ. Φιντέλ Κάστρο, «Πολλές από τις ιδέες του Τσε παραμένουν επίκαιρες στο ακέραιο», στο Ο σοσιαλισμός και ο άνθρωπος στην Κούβα, Αθήνα, 2011, Διεθνές Βήμα, σ. 66-67.
[14] Βλ. Σέλια Χαρτ Σανταμαρία, “Ένα βιβλίο σωσμένο από τη θάλασσα”, στο Κάρλος Ταμπλάδα, Τσε Γκεβάρα: Η πολιτική οικονομία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, Αθήνα 2014, Διεθνές Βήμα, σ. 36 κ.έ.
[15] Ακολούθησε σειρά μέτρων:
  Άνοιξαν «λαϊκές αγορές» στις πόλεις, ώστε οι αγρότες που κάλυπταν τις υποχρεώσεις τους προς το κράτος να πουλούν τα προϊόντα τους απευθείας σε τιμές που ορίζονταν από την προσφορά και τη ζήτηση, με στόχο το κέντρισμα της παραγωγής.
  Αναπτύχθηκε η αστική γεωργία και τα αγροκτήματα στις παρυφές των πόλεων.
  Κρατικοί υπάλληλοι που δεν βρίσκονταν σε θέσεις στην παραγωγή ή στη βιομηχανία (όπως οι μισοί εργάτες της βιομηχανίας ζάχαρης που έμειναν άνεργοι το 2003) μετεκπαιδεύτηκαν.
  Παραχωρήθηκαν εκατομμύρια εκτάρια (με ανώτατο όριο σήμερα τα 165 για 10 χρόνια σε άτομα ή 25 χρόνια σε συνεταιρισμούς) δωρεάν σε όποιον ήθελε να καλλιεργήσει (2008). Η διαδικασία αυτή συνεχίστηκε με τις «κατευθυντήριες γραμμές» που υιοθετήθηκαν από την κουβανική εθνοσυνέλευση το 2011, αφού συζητήθηκε σε 85,000 λαϊκές συνελεύσεις σε όλο το νησί. Προϋπόθεση είναι η επιστροφή της γης στο κράτος στην περίπτωση που πάψει να καλλιεργείται. Εξάλλου η γη παραμένει, από την αρχή της επανάστασης, εθνικό αγαθό που δεν πωλείται.
[16] Στην έκτακτη Εθνοσυνέλευση τον Μάη του 1994, ο Φιντέλ είπε ξεκάθαρα: Υιοθετούμε «μέτρα που θα μας επιτρέψουν να σώσουμε την επανάσταση της εργατικής τάξης». …όμως «Παρότι πρέπει να κάνουμε παραχωρήσεις που είναι αναπόφευκτες προκειμένου να επιβιώσουμε και να αναπτυχθούμε, εμείς καθορίζουμε τους όρους».
[17] Ο Φιντέλ στην περίφημη ομιλία του τον Νοέμβρη του 2005 δήλωνε ότι, παρότι από τον ιμπεριαλισμό και στρατιωτικά η Κούβα είναι απόρθητη λόγω της αποφασιστικότητας του λαού της, «Μόνο από τα μέσα μπορεί να καταλυθεί η επανάσταση». Στη συνέχεια περιγράφει όλα τα φαινόμενα αντικοινωνικής και αντι-συλλογικής συμπεριφοράς που αναπτύχθηκαν μέσα στον αγώνα για την επιβίωση της «ειδικής περιόδου». Ένας αγώνας που για πολλούς έπαιρνε ατομικό, εγωιστικό χαρακτήρα. Υπήρχαν εργαζόμενοι που δεν έβλεπαν γιατί να εμφανιστούν στη δουλειά εφόσον ο μισθός τους δεν αντιστοιχούσε σε καταναλωτικά αγαθά. Σε έξαρση ήταν φαινόμενα αισχροκέρδειας και κλοπής από κρατικές μονάδες.
[18] Ας θυμηθούμε ότι το 1994, τη χειρότερη χρονιά της ειδικής περιόδου, μετανάστευσαν περί το 100.000 άνθρωποι. Τότε για πρώτη και τελευταία φορά στην ιστορία της Κούβας ανέκυψε ο κίνδυνος ταραχών στην Αβάνα. Με τα πρώτα επεισόδια, ο Φιντέλ κατέβηκε ο ίδιος, με δεκάδες χιλιάδες εργατόκοσμο της Αβάνας, αφού διέταξε να μη πέσει ούτε μία σφαίρα.
[19] Από το υπό δημοσίευση βιβλίο Οι Πέντε Κουβανοί μιλούν για τη ζωή τους ανάμεσα στην εργατική τάξη των ΗΠΑ, εκδόσεις Διεθνές Βήμα σε συνεργασία με τον Πολιτιστικό Σύλλογο «Χοσέ Μαρτί».
ΠΗΓΗ: kordatos.org

Δεν υπάρχουν σχόλια: