Κυριακή 9 Αυγούστου 2015

Ανασυγκρότηση και αντεπίθεση, του Κώστα Μάρκου

Να μην περάσει η απογοήτευση. Να κάνουμε τον θυμό μαζική συνειδητή δράση. Για να δημιουργήσουμε μια νέα Αριστερά και ένα μαζικό λαϊκό κίνημα της 5ης Ιούλη, του «Όχι μέχρι το τέλος».
Το κείμενο της ομιλίας του Κώστα Μάρκου στην εκδήλωση του ΚΟΜΜΟΝ «Τα ΟΧΙ και τα ΝΑΙ των ημερών μας» που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 23 Ιουλίου 2015.



Συντρόφισσες και σύντροφοι, συναγωνιστές, συναγωνίστριες


Εκ μέρους του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ευχαριστώ τη Συντακτική Επιτροπή της ιστοσελίδας kommon.gr για την πρόσκληση στη σημερινή εκδήλωση.


1. Αναμφίβολα, η εργατική τάξη, οι εργαζόμενοι, τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα και η νεολαία της χώρας μας, ζουν αυτές τις ημέρες μια συνταρακτική τραυματική εμπειρία, μια πολιτική, κοινωνική και ψυχολογική εμπειρία μαζικού βιασμού της θέλησής τους: ένα ηχηρό 62%, 3,5 εκατ. «όχι», αναγκάζονται να υποταχθούν σε 229 μόλις πρόσωπα και, ακόμη χειρότερα, στους μη εκλεγμένους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πρόκειται καθαρά για ζήτημα δημοκρατίας. Η ζωή, όμως, εμφάνισε το δημοκρατικό ζήτημα της εποχής μας  όπως πραγματικά είναι στην ουσία του: ένας συσχετισμός μέσων βίας για να επιβάλει ο ένας ή ο άλλος τη θέλησή του. Και το εμφάνισε συγκεκριμένα: με τη μορφή της αδυναμίας της εργαζόμενης πλειοψηφίας να επιβάλει τη θέλησή της, το «όχι» της απέναντι στην αόρατη βία των μηχανισμών του μειοψηφικού «ναι». Απέναντι στη διαρκή βία που ασκεί η οικονομική δικτατορία του πολυεθνικού πολυκλαδικού μονοπωλιακού κεφαλαίου και οι διεθνείς οργανώσεις του, δηλ. οι καπιταλιστικές ολοκληρώσεις, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή είναι η ουσία της λεγόμενης κατάργησης της πολιτικής από τις αγορές. Αυτή είναι η ουσία του κοινοβουλευτικού, κυβερνητικού και ευρωπαϊκού πραξικοπήματος που διαπράχθηκε.

 

Από εδώ και πέρα εκτυλίσσεται μπροστά μας ένα δύσκολος αγώνας για να εκλογικευτεί ο θυμός, η απογοήτευση και η απελπισία από αυτή την αδυναμία, για να αποτραπεί ο μεγαλύτερος θανάσιμος κίνδυνος: να μην εμφανιστεί το σύνδρομο της Στοκχόλμης, να μην ταυτιστεί το θύμα με τον θύτη και αποκτήσει σταδιακά τα δικά του αποκρουστικά, αντιδημοκρατικά, τρομοκρατικά και κανιβαλικά χαρακτηριστικά. Ένας αγώνας για να μετασχηματιστεί ο μαζικός θυμός σε μαζική λογική και σε μαζική συνειδητή δράση.

 

Για αυτό χρειάζεται να εξαχθούν τα πολύτιμα συμπεράσματα που πρέπει να εξαχθούν. Και για αυτό χρειάζεται η μαχόμενη, η επαναστατική κριτική και αυτοκριτική. Για να απαντηθεί το μεγάλο, ακόμη αναπάντητο «γιατί». Γιατί έγιναν  όλα αυτά. Ας μη ρίχνουμε όλο το ανάθεμα στον προδότη Τσίπρα, στον μέντορα Φλαμπουράρη ή στο σύγχρονο Ταλεϊράνδο, τον Δραγασάκη. Όχι ότι δεν πρέπει να τους αποδοθούν οι ευθύνες τους. Αλλά να δούμε τις δικές μας ευθύνες στο γιατί, προσωρινά όπως ακράδαντα πιστεύουμε, νίκησαν αυτοί και όχι η εργατική τάξη, ο λαός και η νεολαία. Για να δημιουργηθεί ένα νέο ενωτικό και μετωπικό σχέδιο αντίστασης, αντεπίθεσης, ρήξης και ανατροπής της νέας μνημονιακής και ακόμη πιο βάρβαρης επέλασης και μαζί με αυτήν, ολόκληρου του μνημονιακού κεκτημένου, του συνόλου της καπιταλιστικής επίθεσης.

 

2. Η μαζική απογοήτευση και η απελπισία που κυριαρχούν αυτές τις ημέρες οφείλεται στο γεγονός ότι το θύμα δεν είδε το βιασμό που έρχεται και δεν ήταν προετοιμασμένο να τον αντιμετωπίσει, δεν είχε προετοιμάσει τα μέσα για να τον αποτρέψει. Γιατί;

 

Πρώτον:  Διότι, όπως συνήθως, ο βιαστής προερχόταν από το συγγενικό περιβάλλον του θύματος. Και αυτό πρέπει να το διαπιστώσουμε καθαρά, χωρίς μισόλογα. Η απελπισία δεν προέρχεται από το γεγονός ότι η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι συμμετείχαν στο βιασμό κρατώντας τα χέρια και τα πόδια του θύματος. Αυτοί ήταν οι γνωστοί ύποπτοι.

 

Δεύτερο, το ίδιο το θύμα είχε παραδώσει ή δεν κατάφερε να αποσπάσει τα δικά του εργαλεία από τους αντιπάλους του: το εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα, το μαζικό λαϊκό κίνημα, ακριβώς ο μοναδικός παράγοντας που θα έπρεπε να αποκρούσει το βιασμό, είτε ήταν παραδομένο στους εκπροσώπους του «ναι» στην αστική πολιτική και στους κάθε μορφής δεξιούς, κεντρώους ή αριστερούς εκπροσώπους του πάση θυσία στο ευρώ, είτε ισορροπούσε παραλυτικά ανάμεσα στο ναι και το όχι, ανάμεσα στο ευρώ και την ανεξαρτησία του.

 

Τρίτο: Η Αριστερά στα αριστερά της λεγόμενης αριστερής κυβέρνησης, που θα έπρεπε να εμπνεύσει και να καθοδηγήσει την αντίδραση, είτε ήταν μέρος της, οπότε και η ίδια ήταν καθόλα απροετοίμαστη, είτε εάν ήταν υποτίθεται προετοιμασμένη, παρακολουθούσε από απόσταση και με κάποια χαιρεκακία, ακόμη και σαδομαζοχιστική διάθεση, είτε ήταν πολύ μικρή,  και διασπασμένη ουσιαστικά, γιατί στην προηγούμενη φάση δεν έκανε ό,τι έπρεπε. Στην ουσία, όλα τα τμήματα της Αριστεράς ήταν απροετοίμαστα.

 

Από εδώ προκύπτουν τα δυο βασικά καθήκοντα στρατηγικής σημασίας: Χρειάζεται ένα άλλο, ένα νέο εργατικό και λαϊκό κίνημα, ένα κίνημα της ταξικής ανεξαρτησίας και ενότητας και μία άλλη, μια νέα Αριστερά που θα υπηρετεί αυτή την ταξική ανεξαρτησία και ενότητα. Δηλαδή, χρειάζεται μια νέα σχέση μεταξύ τους. Ας δούμε, ορισμένες κρίσιμες πλευρές αυτής της υπόθεσης.

 

2. Επί 6 χρόνια τώρα, οι εργαζόμενοι δηλώνουν την αντίθεσή τους στην αντιδραστική μνημονιακή καπιταλιστική επέλαση. Και πρώτα απ' όλα με τις εργατικές, με τις πληβειακές μορφές πάλης: με τις πάνω από 30 γενικές απεργίες, με καταλήψεις εργατικών, σπουδαστικών χώρων, δημόσιων κτιρίων και πλατειών, με συγκεντρώσεις και συγκρούσεις με το αστυνομικό κατασταλτικό κράτος, με το νεοφασισμό κ.α. Με τα σωματεία, τα συνδικάτα και τους μαζικούς φορείς τους.

 

Ωστόσο, αυτές οι μορφές και τα μέσα, σαν κορωνίδα τους, σαν μέχρι τώρα ανυπέρβλητο όριο, σαν κυρίαρχη κατεύθυνσή τους, είχαν τη χρήση των δημοκρατικών αστικών μορφών, τη χρήση των μηχανισμών της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και, βέβαια, της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κάθε πληβειακός εργατικός ή λαϊκός αγώνας ενάντια στα μνημόνια ή τους νόμους τους, μετά την αποτυχία του, είχε σαν ύστατη καταφυγή, είτε την προσφυγή στην περίφημη Δικαιοσύνη, την ελληνική και την ευρωπαϊκή –θυμάμαι την προσμονή δικαίωσης από το ΣτΕ του αγώνα ενάντια στο κλείσιμο της ΕΡΤ, στο προαύλιο του Μεγάρου-, είτε την προσφυγή σε κάποια μορφή εκλογών, ευρωεκλογών, περιφερειακών και δημοτικών. Μέχρι την ελπίδα της δοκιμασίας μιας κυβέρνησης «για πρώτη φορά αριστερά». Και μέχρι την επιβολή του ανώτατου δημοκρατικού μέσου, του δημοψηφίσματος.

 

Αυτή η εξάρτηση των εργατικών μαζικών οργάνων, αυτή η έλειψη ανεξαρτησίας του μαζικού εργατολαϊκού κινήματος από την αστική πολιτική και τα όργανα του αστικού συνασπισμού εξουσίας, σχετίζεται, βεβαίως με τους υλικούς όρους της μισθωτής εργασίας, με τη σχέση της με το κεφάλαιο.

 

Αλλά σχετίζεται και με υποκειμενικούς όρους, με τη στρατηγική και τακτική των κομμάτων της Αριστεράς. Όλες οι πλευρές της Αριστεράς, υποβάθμισαν εγκληματικά εδώ και δεκαετίες, την ταξική ανεξαρτησία και ενότητα αυτών των οργάνων. Υποβάθμιζαν τον πολιτικά ανεξάρτητο και κυρίαρχο ρόλο του εργατικού κινήματος. Και αυτό έγινε στο όνομα είτε του αριστερού, εργατικού, αντικαπιταλιστικού ή κομμουνιστικού «κόμματος», είτε στο όνομα της αριστερής, εργατικής, αντικαπιταλιστικής ή αντιμονοπωλιακής «κυβέρνησης» ή «εξουσίας» που θα «κατακτήσει» αυτό το «κόμμα». Αδιάφορο εάν αυτό γίνει «κοινοβουλευτικά» ή κατ’ όνομα «επαναστατικά».

 

Η εξάρτηση του εργατικού κινήματος σχετίζεται με την κυριαρχία και μιας λαθεμένης αντίληψης για τη σχέση μαζικού κινήματος - αριστερής κυβέρνησης - εργατικής εξουσίας. Η κατάρρευση του σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι το εργατικό κίνημα δεν μπορεί να κατακτήσει ολόκληρη την εξουσία μέσω μιας κοινοβουλευτικά εκλεγμένης αριστερής κυβέρνησης με άθικτο τον μηχανισμό του αστικού συνασπισμού εξουσίας. Αντίθετα, για να κατακτήσει μια δική του, αυθεντικά αριστερή κυβέρνηση χρειάζεται το ίδιο να παίζει ανεξάρτητο πολιτικά ρόλο, να αντιπαρατίθεται με τον αστικό μηχανισμό και να κινείται προς την κατάκτηση ολόκληρης της εξουσίας για λογαριασμό του. Έτσι, μπορεί να επιβάλει ή να χρησιμοποιήσει για κάποιο σύντομο χρονικό διάστημα προεπαναστατικών συνθηκών, μισοελεγχόμενες από αυτό, κοινοβουλευτικά εκλεγμένες μισοαριστερές κυβερνήσεις, όπως στη Λατινική Αμερική. Μόνο που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η εμπειρία της Λ. Αμερικής συνέβη σε άλλη ήπειρο και πριν το ξέσπασμα της κρίσης. Ζούμε στην πιο βαθιά ιστορική κρίση που μετατρέπει το κεφάλαιο και την ΕΕ σε αδίστακτους λύκους και την Ευρώπη σε αντιδραστικό εργαστήρι του δρ Σόιμπλε.  

 

Οπωσδήποτε, η εξάρτηση του εργατικού κινήματος σχετίζεται και με τις λαθεμένες αντιλήψεις για τη σχέση ανάμεσα στο εθνικό και διεθνικό ζήτημα. Η λαθεμένη μικροαστική κοσμοπολίτικη αντίληψη για το ρόλο των καπιταλιστικών ολοκληρώσεων, ειδικά με την ιστορική  μορφή του δεξιού ευρωκομμουνισμού, είναι η αιτία που οδήγησε στην υποταγή της κυβέρνησης αλλά και του εργατικού κινήματος στο ταμπού του ευρώ. Υπάρχει ζήτημα εθνικής ανεξαρτησίας, απελευθέρωσης και αυτοδιάθεσης στην εποχή μας και είναι πιο οξύ από ποτέ. Και εμφανίζεται τώρα πολύ συγκεκριμένα με τη μορφή της αποδέσμευσης από το ευρώ και την ΕΕ με πρωτοβουλία του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Μάλιστα, μετά την εμφάνιση του σχεδίου  Grexit α λα Σόιμπλε, γίνεται ακόμη πιο σαφές ότι η έξοδος από το ευρώ χωρίς την μη αναγνώριση και διαγραφή του χρέους και χωρίς την έξοδο από την ΕΕ σημαίνει μετατροπή της εργατικής τάξης σε ασπόνδυλη μάζα και της χώρας σε κράτος – παρία εντός της ΕΕ. Φυσικά, πρέπει να έχουμε κατανόηση για το γεγονός ότι οι μάζες προσεγγίζουν σταδιακά αυτό το στόχο, αλλά πρέπει και να καταλάβουμε, ότι αυτές τις ημέρες και εβδομάδες βγήκαν βαθύτερα, πολύτιμα συμπεράσματα, όχι μόνο για το ευρώ, αλλά και για την ΕΕ. Κι αυτό, διότι, το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας από την ΕΕ και μιας νέας διεθνιστικής αντικαπιταλιστικής συνεργασίας των λαών, συνδέεται περισσότερο από ποτέ με το κοινωνικό ζήτημα, με το μισθό και το εισόδημα, με τη λιτότητα και τα μνημόνια, με την εκμετάλλευση και άρα με τον εργατικό αγώνα και όχι με μια ανύπαρκτη εθνική αστική τάξη και με στάδια προ της επανάστασης.

 

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

 

3. Από όλα τα παραπάνω χρειάζεται να βγάλουμε δυο κύρια συμπεράσματα για τη δράση μας στο αμέσως ερχόμενο διάστημα:

 

Το πρώτο είναι η κοινή δράση όλης της αντιμνημονιακής, αντιΕΕ και ριζοσπαστικής Αριστεράς (Αρ. Πλατφόρμα, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΚΚΕ – ΠΑΜΕ, ΕΠΑΜ), για να αναγεννηθεί και να ανασυγκροτηθεί το εργατικό, λαϊκό και νεολαιίστικο μαζικό κίνημα, για να πάρουν οι ίδιοι οι εργάτες, εργαζόμενοι και νέοι την υπόθεση του κινήματός τους και του αγώνα στα χέρια τους. Σε αυτή την κατεύθυνση, πρέπει να ανταποκριθούμε στην Έκκληση για ένα κίνημα λαϊκών Επιτροπών του «όχι μέχρι το τέλος». Αυτή η έκκληση είναι μόνον η αρχή. Χρειαζόμαστε ένα σχέδιο ενωτικής διακήρυξης και ένα προσωρινό συντονιστικό, που θα προσανατολιστούν στη δημιουργία ενός μαζικού ενιαιομετωπικού κινήματος επιτροπών και συνελεύσεων βάσης, πρώτα από όλα σε χώρους εργασίας, σε γειτονιές και πόλεις, στη νεολαία, στο χώρο της διανόησης και των καλλιτεχνών. Που θα στείλουν τους αντιπροσώπους τους σε μια νέα συνάντηση, έτσι ώστε να περάσουμε από τα κομματικά ελεγχόμενα συντονιστικά των κορυφών σε αυθεντικά όργανα στα χέρια των αγωνιστών. Ειδικά πρέπει να δώσουμε αποφασιστική ώθηση στην υπόθεση ενός μεγάλου εργατικού ταξικού συντονισμού σωματείων, ομοσπονδιών και μαζικών εργατικών επιτροπών. Για να μην περάσει η απογοήτευση, για να δώσουμε το σήμα της αντεπίθεσης. Για να δημιουργήσουμε ένα μαζικό λαϊκό κίνημα της 5ης  Ιούλη, του «Όχι μέχρι το τέλος».

 

Το δεύτερο είναι η προγραμματική ανασυγκρότηση και η μετωπική προώθηση μιας άλλης Αριστεράς. Αυτό είναι εξίσου επείγον και θα ωριμάσει με μεγάλη ταχύτητα στο ερχόμενο διάστημα. Δημιουργούνται συνθήκες για μια διπλή κίνηση:

 

Αφενός για τη δημιουργία ενός για πρώτη φορά μαζικού, ανεξάρτητου ρεύματος, ενός πόλου της αντικαπιταλιστικής εργατικής Αριστεράς με επαναστατική κομμουνιστική αναφορά. Και αφετέρου, ενός επίσης μαζικού ρεύματος και πόλου μιας λαϊκής ριζοσπαστικής, αντι- ΕΕ, αντιιμπεριαλιστικής Αριστεράς, που θα προκύψει από τις ελπιδοφόρες μαζικές διεργασίες στο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στο ΚΚΕ.

 

Το εργατικό λαϊκό κίνημα χρειάζεται την αυτοτέλεια και των δυο. Εδώ η γρήγορη και βαθιά ενοποίηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, της ΜΑΡΣ και των άλλων δυνάμεων της «ανατρεπτικής πολιτικής συνεργασίας» είναι απαραίτητος όρος και προϋπόθεση. Το ίδιο, όρος και προϋπόθεση είναι η ρήξη από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και από το ΚΚΕ, των ρευμάτων που κινούνται με μια αντι-ΕΕ και μετωπική προοπτική.

 

Το εργατικό κίνημα χρειάζεται ταυτόχρονα και την τολμηρή συνάντηση, τη συμμαχία, τη μετωπική πολιτική συνεργασία και των δυο ρευμάτων, μια «διαρκή πορεία προς το μέτωπο», στη βάση ενός σαφούς προγράμματος λαϊκής ανατροπής της γενικότερης επίθεσης του κεφαλαίου, της ΕΕ και του ΔΝΤ, ενός νέου εναλλακτικού σχεδίου που δεν θα κρύβεται σε άλλα κόμματα και μέτωπα, αλλά θα παρουσιαστεί ανοιχτά στο εργατικό και λαϊκό κίνημα, στις πολιτικές και αν χρειαστεί και στις εκλογικές μάχες.

 

Αυτό το ενιαιομετωπικό, μεταβατικό, εργατικό και λαϊκό πρόγραμμα πάλης είναι περισσότερο ώριμο από ποτέ. Περιλαμβάνει, πρέπει να περιλαμβάνει τα εργατικά και λαϊκά αιτήματα για το μισθό, το εισόδημα, το χρόνο εργασίας, τη φορολογία και τις σχέσεις εργασίας. Πρέπει να περιλαμβάνει τον εργατικό κοινωνικό έλεγχο και τη συμμαχία με τη μικρή ιδιοκτησία των φτωχών αγροτών και των αυτοαπασχολούμενων ενάντια στη μεγάλη πολυεθνική μονοπωλιακή ιδιοκτησία και τις τράπεζες, με την κρατικοποίησή τους. Τα δυο αυτά ζητήματα είναι άμεσα, επείγοντα, διότι η οικονομική κρίση στη χώρα μας βαθαίνει, θα κλείσουν επιχειρήσεις, εκατομμύρια θα έχουν πρόβλημα μισθοδοσίας και ανεργίας, με το νέο μνημόνιο χτυπιούνται βάναυσα οι μικρομεσαίοι. Τη δημιουργία δημοκρατικών μορφών επιβολής της λαϊκής θέλησης ενάντια στον μνημονιακό εκφυλισμό του κοινοβουλίου, των μέσων ενημέρωσης, στην αστυνομοκρατία, το νεοφασισμό και τον αντιμεταναστευτικό κοινωνικό κανιβαλισμό.

 

Το πρόγραμμα αυτό θα περιλαμβάνει τη μη αναγνώριση του χρέους και την απαγκίστρωση από το ευρώ και την ΕΚΤ ως δυο πρώτα αναγκαία βήματα για τη διαγραφή του χρέους και την έξοδο από την ΕΕ, χωρίς ταλαντεύσεις. Για μια ανεξάρτητη και λαϊκά κυρίαρχη νομισματική, πιστωτική και οικονομική πολιτική παραγωγικού ανασχεδιασμού που θα βάζει τις κοινωνικές ανάγκες πάνω και ενάντια στον σκοπό του κέρδους, με τον γεωοικονομικό αναπροσανατολισμό στη βάση της διεθνιστικής ισότιμης συνεργασίας των λαών.

 

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

 

Για να νικήσει η εργατική τάξη, ο λαός και η νεολαία χρειάζεται τη δημοκρατική ηγεμονία μιας νέας αντικαπιταλιστικής, επαναστατικής και κομμουνιστικής προοπτικής. Χρειάζεται διότι πλησιάζουν επαναστατικά και αντεπαναστατικά γεγονότα και καταστάσεις μεγάλης κλίμακας. Από αυτή τη σκοπιά, απαιτείται ένα θετικό νέο κομμουνιστικό πρόγραμμα και σχέδιο μέχρι το τέλος, απαιτείται το αντίστοιχο κόμμα και η συσπείρωση δυνάμεων για αυτό. Για το δύσκολο δρόμο της νίκης της επανάστασης, για το δρόμο μετά από αυτήν, μέχρι τον τελικό σκοπό. Αλλά ταυτόχρονα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η δημοκρατική επαναστατική ηγεμονία δεν χτίζεται με τον ηγεμονισμό και τη μικροκομματική κυριαρχία, δεν χτίζεται με το κόντεμα του συμμάχου, αλλά με το δικό σου ψήλωμα. Δεν χτίζεται με λέξεις. Ο αντικαπιταλισμός, ο επαναστατισμός και ο κομμουνισμός είναι κυρίως η έμπρακτη, υλική προώθηση αυτού του προγράμματος.

 

Η εμπειρία από την ήττα και κατάρρευση του σχεδίου ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι δεν μπορείς να επιβάλεις εργατικές, λαϊκές και δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις ενάντια στη μόνιμη αντεπανάσταση χωρίς τον επαναστατικό αγώνα, δηλ. χωρίς τη στρατηγική επιδίωξη της επανάστασης. Και η εμπειρία της κρίσης και των λαθών του ΚΚΕ δείχνει ότι οι μάζες δεν μπορούν να προσεγγίσουν την επανάσταση χωρίς την επιδίωξη των εργατικών μεταρρυθμίσεων, δηλ. χωρίς μεταβατικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα. Οι αντιθέσεις και τα όρια επιβολής αυτών των κατακτήσεων είναι που οδηγούν τις μάζες στην κατανόηση της αναγκαιότητας και της δυνατότητας της επανάστασης.
- Kommon

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.