Αν το έθνος είναι ένα κοινωνικό επινόημα, η εθνική κυριαρχία δεν είναι παρά το απότοκο του πολιτικό επινόημα.
Την απώλεια
της επικαλείται στις μέρες μας, δια των πολιτικών φορέων που την
εκπροσωπούν, σύσσωμη η άρχουσα τάξη της χώρας, προκειμένου να
δικαιολογήσει τα αίσχη της.
Η ανάκτηση της, ανάγεται σε ζητούμενο ακόμα και από ρεύματα της ριζοσπαστικής αριστεράς.
Τα ταπεινά
κίνητρα και η πονηριά των πρώτων, τους αναγκάζουν να μιλούν για μια
εθνική κυριαρχία απογυμνωμένη από τις ταξικές της προεκτάσεις.
Οι αγνές
προθέσεις των δεύτερων, εκφράζονται με τη θέση για την ανάγκη
μπολιάσματος του προτάγματος της εθνικής κυριαρχίας με το ταξικό ζήτημα.
Άλλωστε τα επινοήματα, σε αντίθεση με τις φυσικές αλήθειες, προσφέρονται για κατά το δοκούν ερμηνείες και χρωματισμούς.
Το ελληνικό
κράτος μετρά πολλά χρόνια ύπαρξης πριν την ένταξη του στην ΕΟΚ ή την
ΟΝΕ. Δε μετρά όμως ούτε μια ημέρα εθνικής ανεξαρτησίας, όπως και αν την
εννοούν τόσο οι εχθροί, όσο και οι φίλοι του λαού. Αν μάλιστα θέλουμε να
είμαστε ακριβείς, θα πρέπει να ανατρέξουμε πριν το 145 π.Χ. προκειμένου
να αναζητήσουμε τα τελευταία ψήγματα εθνικής κυριαρχίας στο γεωγραφικό
χώρο στον οποίο ζούμε σήμερα. Τότε που ο Λεύκιος Μόμμιος έκαψε την
Κόρινθο, και παράλληλα η Αχαΐα κηρύχτηκε Ρωμαϊκή επαρχία. Από τότε,
σύμφωνα ακόμα και με τον κατ’ εξοχήν εθνικό ιστοριογράφο Παπαρρηγόπουλο,
η Ελλάδα ''διατελεί ούσα απλούν δορυφόρημα, ήτοι κωφόν του ιστορικού
δράματος πρόσωπον''.
Συνεπώς η
διαπίστωση περί απώλειας της εθνικής κυριαρχίας στην εποχή των
μνημονίων, καθώς και η επιβεβλημένη επανάκτηση της ως μέσο ξεπεράσματος
αυτής της εποχής, δε μπορεί παρά να είναι προβληματικές.
Οι
νοσταλγοί του ΕΑΜ ορθά επισημαίνουν ότι τα αιτήματα του παραμένουν
επίκαιρα ως τις μέρες μας. Κάνουν καλά που δε ξεχνούν ότι αυτά δεν
ικανοποιήθηκαν ποτέ, ωστόσο δείχνουν να ξεχνούν ότι το ΕΑΜ ηττήθηκε. Και
ο τρόπος που διεκδίκησε αυτά τα αιτήματα, ανήκει σίγουρα στις αιτίες
της ήττας. Ξεχνούν επίσης ότι αυτό συγκροτήθηκε εν μέσω ενός παγκοσμίου
πολέμου, με τα έθνη έστω κατ’ επίφαση χωρισμένα, και όχι ενωμένα σε
υπερεθνικούς οργανισμούς όπως η ΕΕ, σε αντίπαλα στρατόπεδα.
Μια ΕΕ που
βαδίζει χέρι - χέρι με την Αμερική στα ανά την υφήλιο θέατρα των κοινών
τους πολεμικών επιχειρήσεων, ενω μαζί της εκπονεί τα κοινωνιοκτόνα
οικονομικά προγράμματα που εφαρμόζει. Διακυρρήτει δε σε όλους τους
τόνους πως ο στόχος αυτών των προγραμμάτων, είναι η τόνωση της
ανταγωνιστικότητας έναντι των βασικών εμπορικών της εταίρων(Κίνα, Ινδία
κτλ.). Εταίρους με τους οποίους θέλει κατ’ ουσία να εναρμονιστεί, και
όχι να καταστρέψει.
Δε χρειάζεται κανείς να παραστεί σε κάποιο G7 ή G20, ούτε και να διαβάσει τις έμπλεες ομοψυχίας ανακοινώσεις που τα ακολουθούν.
Αρκεί να
πιάσει και να ξετυλίξει το νήμα που συνδέει τις αυξήσεις των διδάκτρων
στα αγγλικά πανεπιστήμια, με τις ανατιμήσεις στα εισητήρια των ΜΜΜ στη
Βραζιλία, αλλά και τη γαλλική εργασιακή μεταρρύθμιση. Να παρατηρήσει τις
πύλες της εξουσίας που ετοιμάζονται να ανοίξουν για τον Τράμπ στις ΗΠΑ,
ή να ακούσει τους κλαυθμούς του Πεκίνου για τις διακυμάνσεις του
κινέζικου χρηματιστηρίου.
Για να
συμπεράνει ότι οι αστικές τάξεις όλου του πλανήτη καταφέρνουν να
ξεπερνούν ή να θάβουν τις όποιες αντιθέσεις τους, και ενωμένες σα γροθιά
συντρίβουν τις ζαλισμένες, από την πρωτοφανή σε καιρό ειρήνης επίθεση,
λαϊκές μάζες.
Πόσο
χρήσιμο είναι λοιπόν να προτρέπουμε αυτές τις μάζες να διαιρεθούν με
βάση την εθνική τους ταυτότητα, προκειμένου να αντιμετωπίσουν μια ενιαία
και αδιαίρετη ταξική επίθεση;
Το εθνικό
αφήγημα δε μπορεί να λειτουργήσει ως ο συνεκτικός ιστός που θα ενώσει
τους προλετάριους σε ένα κοινό μέτωπο απόκρουσης – πόσο μάλλον
αντεπίθεσης - της επίθεσης που έχουν εξαπολύσει οι ιμπεριαλιστές
εναντίον τους.
Όχι μόνο γιατί έχει πλεόν ξεθωριάσει και μαζί με τη χαμένη αίγλη του έχει απωλέσει και τη δυνατότητα να συνεγείρει τα πλήθη.
Αλλά και γιατί αναπόφευκτα νοθεύει τα ταξικά χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει αυτή η αντεπίθεση.
Παράλληλα μεταφέρει τη μάχη σε μη προνομιακά για την αριστερά πεδία, και την καθιστά πιο διαχειρίσιμη για τους καπιταλιστές.
Οι οποίοι
δείχνουν να αφήνουν με γοργούς ρυθμούς πίσω τους την εποχή του έθνους –
κράτους, ωστόσο δεν έχουν απωλέσει ούτε τα μέσα, αλλά ούτε και τη γνώση
που απαιτείται για να διατηρήσουν αμείωτη την ισχύ τους μέσα στα πλαίσια
του.
Στη
χειρότερη για αυτούς περίπτωση, θα αναγκαστούν σε μια πρόσκαιρη ανακωχή
για την απαιτούμενη ανασύνταξη δυνάμεων και την πολιτική διαχείριση της
κατάστασης, χωρίς παράλληλα να υποχρεωθούν να παραχωρήσουν στα λαϊκά
στρώματα ούτε μια σπιθαμή από το έδαφος που αυτά έχουν απολέσει.
Το νέο τους
αφήγημα είναι ο κοσμοπολιτισμός, και η μέχρι νέκρωσης απονεύρωση κάθε
εθνικού αντανακλαστικού των πληθυσμών που εξουσιάζουν.
Η
οπισθοχώρηση όμως και το ταμπούρωμα της εργατικής τάξης πίσω από μια
θέση που έχει ακουσίως εγκαταλείψει ο εχθρός, δε μπορεί παρά να αποτελεί
στρατηγικό και τακτικό λάθος.
Οι υπό
φτωχοποίηση πληθυσμοί θα πρέπει επιτέλους να αναρωτηθούν αν θέλουν να
βρίσκονται ένα βήμα μπροστά ή ένα βήμα πίσω από τους εξουσιαστές τους.
Και αυτό δε
μπορεί να συμβεί όσο δεν αναδεικνύεται, καθαρή από εθνικές,
θρησκευτικές ή ακόμα και πολιτικές προσμίξεις, η μονοσήμαντα ταξική φύση
του προβλήματος.
Κάποιος
φυσικά θα πει ότι και οι τάξεις με τη σειρά τους, δεν είναι τίποτα
περισσότερο και τίποτα λιγότερο από ένα ακόμα κοινωνικό επινόημα.
Θα πρέπει
ωστόσο να εξετάσει ποιες είναι αντανακλάσεις αυτού του επινοήματος στην
πραγματικότητα, καθώς και πως αυτό επηρεάζει στην πράξη τις κοινωνίες
των ανθρώπων.
Ένας
εφοπλιστής, ένας άνεργος, ένας δάσκαλος, ένας εισοδηματίας, ένας
εργάτης, ένας διευθυντής τραπέζης και ένας άστεγος είναι το ίδιο
έλληνες. Παρά την κοινή τους όμως εθνική ταυτότητα, οι συνέπειες από την
εφαρμογή των μνημονίων δεν είναι καθόλου κοινές για αυτούς. Γιατί αυτό
που τις διαφοροποιεί αλλά και τις καθορίζει, είναι η τάξη στην οποία
ανήκουν, το μέγεθος των κεφαλαίων που διαθέτουν, αλλά και η τοποθέτηση
αυτών των κεφαλαίων στο σύστημα της οικονομίας.
Και όσο και
αν στη χώρα μας παρατηρείται έλλειμμα ταξικής συνείδησης, η πλειονότητα
του κόσμου έχει συνειδητοποιήσει ότι οι πλουτοκράτες είναι αυτοί
φορτώνουν τη δική τους κρίση στις πλάτες της. Έξι χρόνια απρόσκοπτης
εφαρμογής των μνημονίων, έχουν καταστήσει σαφές πως μέσα από αυτή τη
διαδικασία οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι, και οι φτωχοί φτωχότεροι.
Και δεν
υπάρχει κανένας λόγος να πάρουμε αυτή την κατακτημένη και καθαρή σαν
κρύσταλλο αλήθεια, και να τη θολώσουμε με πατριωτικά ή εθνικιστικά
φίλτρα.
Η ιστορική εμπειρία άλλωστε μας διδάσκει πολλά για την κατάληξη των εθνικισμών.
Όλοι μας
επίσης ξέρουμε ότι ο πατριωτισμός είναι το τελευταίο καταφύγιο των
απατεώνων. Και ούτε θέλουμε, αλλά ούτε και μπορούμε να ανταγωνιστούμε
τους απατεώνες σε πατριωτική πλειοδοσία.
Αν πια
έχουμε τόσο απελπιστεί από την κινηματική νηνεμία που επικρατεί στη χώρα
μας, μπορούμε να ρίξουμε μια ματιά στην κινηματική φουσκοθαλασσιά που
κλυδωνίζει τη Γαλλία. Εκεί που οι απάτριδες και οι εθνομηδενιστές της
εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς δίνουν στο δρόμο τη μάχη απέναντι στον
ευρω-ολοκληρωτισμό, την ίδια στιγμή που οι πατριώτες και επιφανειακά
αντιευρωπαϊστές της Λεπέν κυνηγούν πρόσφυγες.
Συνυφασμένος
με τη συντήρηση, ο πατριωτισμός απευθύνεται στα ταπεινά ένστικτα των
ανθρώπων. Δίνει προτεραιότητα στην ασφάλεια και τη διαφύλαξη του έθνους,
και αφήνει σε δεύτερη μοίρα την κοινωνική δικαιοσύνη και ευημερία.
Ταυτισμένος με την ισχύ, σχεδόν πάντα καταλήγει να στρέφεται κατά των
αδύναμων, ενώ αποδεδειγμένα αποπροσανατολίζει και εκτρέπει τη λαϊκή
οργή, σε ανώδυνα για το σύστημα μονοπάτια.
Οι
εξουσιαστές έχουν την ευχέρεια να τον χρησιμοποιούν κατά πως τους
βολεύει, χωρίς παράλληλα να αλλοιώνουν το κεντρικό κοσμοπολίτικό τους
αφήγημα.
Ποιούς
αλήθεια εξυπηρετεί το γεγονός πως ένα κομμάτι της άνεργης ευρωπαϊκής
νεολαίας κυνηγά μετανάστες και αριστερούς, αντί για υπουργούς και
τραπεζίτες ;
Και πόσο
τυχαίο είναι που από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης τα ακροδεξιά και
πατριωτικά κόμματα ξεπηδούν σαν τα μανιτάρια; Αναμφίβολα με τις
ευλογίες της αστικής τάξης των χωρών τους, για όποιον τουλάχιστον
καταφέρνει να δει πίσω από το διάφανο αντισυστημικό τους μανδύα.
"Όσο θα λιγοστεύει το φαΐ, τόσο θα σε ταΐζουν με έθνος και φυλή", λέει ένα γνωστό αναρχικό σύνθημα περιγράφοντας την κατάσταση.
"Πέσαν οι βιτρίνες του καπιταλισμού, και βγήκαν από μέσα εικόνες φασισμού", συμπληρώνει την περιγραφή ένα άλλο.
Η ξεκάθαρη σύγχυση πατριωτισμού – εθνικισμού που διαφαίνεται μέσα από τα παραπάνω γραφόμενα, μόνο τυχαία ή αθέλητη δεν είναι.
Γιατί αν
σπείρεις πατριωτισμούς σε περιόδους μεγάλης λαϊκής δυσαρέσκειας, τότε θα
θερίσεις εθνικισμούς. Δε μπορείς επίσης να μιλάς για δυναμικές
αντιδράσεις, και να προσμένεις ότι αυτές θα πυροδοτηθούν από τον αγνό
πατριωτισμό, όταν δε μπορεί να τις προκαλέσει, τουλάχιστον προς μια
φιλολαϊκή κατεύθυνση, ακόμα και ο πλέον σκληροπυρηνικός εθνικισμός.
Καμία από
τις εκατοντάδες εκρήξεις λαϊκής οργής και τις μικρές ή μεγάλες
εξεγέρσεις που ξεσπούν κάθε χρόνο σε διάφορα σημεία του πλανήτη δεν έχει
πατριωτικό πρόσημο.
Με μόνη
εξαίρεση, το ενδεικτικό για το που μπορούν να οδηγήσουν και ποια είναι
τα όρια των πατριωτικών επαναστάσεων, αντιπαράδειγμα της Ουκρανίας.
Και δε
νομίζω ότι οι σύντροφοι που προκρίνουν την πατριωτική στροφή ή άνοιγμα
της αριστεράς, θα άντεχαν να δουν τα οράματα τους να καταπλακώνονται
κάτω από το κουφάρι του σπιτιού των συνδικάτων στη Οδησσό.
Αν μάλιστα
σταθούν νοητά πάνω στα αποκαΐδια του, είμαι σίγουρος ότι αυτή που θα
τους έρθει στο στόμα θα είναι η διεθνής, και όχι ο εθνικός ύμνος.
πηγη:Βαθύ Κόκκινο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.