του Γκεόργκι Μεντάροφ*
Μια
άλλη οπτική γωνία για να διαβάσει κανείς τα μέτρα που εισάγονται από
την κυβέρνηση Σύριζα-ΑΝΕΛ και ψηφίζονται από την ελληνική Βουλή εις
βάρος των μικρομεσαίων αγροτών.
Τα
τελευταία χρόνια, ιδίως μετά την παγκόσμια κρίση στις τιμές των
τροφίμων του 2007-8, δόθηκε μεγάλη προσοχή στον πολλαπλασιασμό, σε
παγκόσμιο επίπεδο, των αγορών καλλιεργήσιμης γης σε μεγάλη κλίμακα ή
όπως συνήθως αποκαλείται αυτό το φαινόμενο στην αρπαγή γης. Αυτοί που
επενδύουν στην αρπαγή γης κυμαίνονται από πολυεθνικές εταιρείες και
πάμπλουτα άτομα μέχρι κυβερνήσεις. Δεδομένα που δημοσιοποίησε η διεθνής
οργάνωση GRAIN, ύστερα από σχετική έρευνα, τεκμηριώνουν πάνω από 400
περιπτώσεις αρπαγής γης σε μεγάλη κλίμακα που αφορούν σχεδόν 35
εκατομμύρια εκτάρια [350 εκατ. στρέμματα] καλλιεργήσιμης γης σε 60
χώρες, από το 2006 έως το 2012.[1] Η αρπαγή γης που γίνεται με την
υπόσχεση της “ανάπτυξης” φέρνει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα. Οι
αγροτικές επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου δεν δημιουργούν θέσεις εργασίας
και είναι καταστροφικές για το περιβάλλον. Επιπρόσθετα, όπως
επιβεβαιώνει ο Olivier de Schutter, που υπηρέτησε ως ειδικός εισηγητής
του ΟΗΕ για το δικαίωμα στα τρόφιμα από το 2008 έως το 2014, η αρπαγή
γης έχει καταστροφικές συνέπειες όσον αφορά την ασφάλεια τροφίμων
παγκοσμίως.
Συχνά
πιστεύεται, λανθασμένα, ότι η αρπαγή γης είναι κάτι που δεν αφορά την
Ευρώπη. Για δύο βασικούς λόγους: πρώτον, γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί
τέτοιου τύπου επενδύσεις στη γη στις οποίες εμπλέκονται άμεσα μεγάλες
ευρωπαϊκές εταιρείες και δεύτερον γιατί η αρπαγή γης συντελείται και
μέσα στην Ευρώπη , ιδίως στην Ανατολική Ευρώπη. Σε μια πρόσφατη μελέτη,
που παραγγέλθηκε από την επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου για τη γεωργία
και την αγροτική ανάπτυξη, [2] βρίσκουμε “σημαντικές αποδείξεις για το
ότι η αρπαγή γης έχει ήδη αρχίσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση”, ιδίως σε
κάποιες χώρες-μέλη της Ανατολικής Ευρώπης. Για παράδειγμα, οι ξένες
άμεσες επενδύσεις στον αγροτικό τομέα της Εσθονίας, όπως αναφέρει η
παραπάνω μελέτη, πενταπλασιάστηκαν από το 2003 έως το 2008. Μια μελέτη
του 2013 για την αρπαγή γης στην Ευρώπη, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα
από το Υπερεθνικό Ινστιτούτο (TNI), μια οργάνωση του Άμστερνταμ, εκτιμά
ότι περίπου 700.000 – 800.000 εκτάρια [7-8 εκατ. στρέμματα] γης στη
Ρουμανία βρίσκονται ήδη στα χέρια μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών.
Η Βουλγαρία αποτελεί πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα ακραίων περιπτώσεων αρπαγής γης μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 4% των παραγωγών ελέγχει του 85% της χρησιμοποιούμενης καλλιεργήσιμης γης , θέμα στο οποίο θα επανέλθω. Επείγει, κατ’ αρχάς, να γίνει κατανοητός ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναδειχθεί [3] σε μεγάλο παίκτη στην παγκόσμια εφόρμηση για αρπαγή γαιών. Πάνω από το 40% των μεγαλύτερων επενδυτών στον τομέα αυτόν έχουν την έδρα τους στην Ευρώπη. Για παράδειγμα, η βρετανική Landkom μίσθωσε πάνω από 100.000 εκτάρια [1.000.000 στρέμματα] στην Ουκρανία το 2008 και το 2009. Οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενθαρρύνουν αυτού του τύπου την αρπαγή γης: η ντιρεκτίβα για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας , που υιοθετήθηκε το 2009, απαιτεί το 20% της χρησιμοποιούμενης ενέργειας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση , όπως και το 10% των καυσίμων στις χώρες-μέλη να προέρχονται από τις λεγόμενες “ανανεώσιμες” πηγές. Αυτό κατοχυρώνει τις βιομηχανίες παραγωγής βιοκαυσίμων δημιουργώντας σταθερό και ευνοϊκό περιβάλλον για επενδύσεις σε προϊόντα σαν το καλαμπόκι που μετατρέπονται σε καύσιμα: είναι ένα ισχυρότατο κίνητρο για την παγκόσμια αρπαγή γης. Η ίδια έκθεση του ολλανδικού TNI δείχνει ότι, στην πραγματικότητα, υπάρχουν αρκετές παρεμφερείς πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως οι πολιτικές για τις εξωτερικές επενδύσεις και το εμπόριο ή οι εσωτερικές αγροτικές πολιτικές, που συμβάλλουν στην παγκόσμια εφόρμηση αρπαγής γαιών. Ως προς αυτό, ακούστηκαν μερικές επικριτικές φωνές από Ευρωπαίους αξιωματούχους, π.χ. από τον Στέφανο Μανσερβίσι , γενικό διευθυντή βοήθειας και ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που δήλωσε “ ιδού ένας άλλος τρόπος εκμετάλλευσης των αναπτυσσόμενων χωρών … ένα κατ’ εξοχήν παράδειγμα νεο-αποικιοκρατίας”. Αλλά η συνολική πολιτική της Ευρωπαϊκή Ένωσης δεν αμφισβητήθηκε.
Η πρωτοβουλία Τα Πάντα εκτός από Όπλα (EBA) , που υιοθετήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2001, έχει ως στόχο να προωθήσει κάθε είδους εισαγωγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τις ελάχιστα αναπτυγμένες χώρες εκτός από όπλα και με αυτόν τον τρόπο να τις ενσωματώσει στην παγκόσμια οικονομία. Στην πράξη όμως, η πολιτική αυτή οδήγησε στην αρπαγή γης. Για παράδειγμα, στην Καμπότζη μέσω αυτής της πρωτοβουλίας προωθήθηκε η κατάργηση των δασμών για τις εισαγωγές καμποτζιανής ζάχαρης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υποτίθεται ότι αυτό το μέτρο θα δημιουργούσε θέσεις εργασίας, αλλά στην πραγματικότητα ώθησε την καμποτζιανή κυβέρνηση να εκδιώξει τους αγρότες από τα χωράφια τους , προκειμένου να μισθώσει τη γη τους σε μεγάλους διεθνείς επενδυτές. Τετρακόσιες οικογένειες αγροτών έκαναν αγωγή ενάντια στις εμπλεκόμενες πολυεθνικές στο ανώτατο δικαστήριο του Λονδίνου . [4]
Παρόμοιες περιπτώσεις άμεσης πολιτικής βίας με στόχο την αρπαγή γης υπάρχουν και σε χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ολλανδική τράπεζα Rabobank εμπλέκεται στην απόκτηση άνω των 21.000 εκταρίων [210.000 στρεμμάτων] καλλιεργήσιμης γης στη Ρουμανία. Το Zarand, ένα ρουμάνικο χωριό 2.500 κατοίκων, είναι ανάμεσα στις περιοχές στις οποίες θυγατρικές του ολλανδικού τραπεζικού κολοσσού άρπαξαν γη. Οι κάτοικοι του χωριού κατηγόρησαν αυτές τις εταιρείες ότι τους πήραν τη γη χωρίς τη συναίνεσή τους. Ο δήμαρχος του χωριού κατηγορήθηκε από την Εθνική Υπηρεσία κατά της Διαφθοράς για τη συμμετοχή του σε πλαστογράφηση εγγράφων και την κλοπή της γης των αγροτών.[5]
Πώς ορίζεται η αρπαγή
Βεβαίως, είναι πολύ πιο εύκολο να αναγνωρίζεται η αρπαγή γης όταν ασκείται άμεσος πολιτικός καταναγκασμός, όπως στις περιπτώσεις της Καμπότζης και της Ρουμανίας. Όμως, πιο συχνά, υπάρχουν έμμεσοι τρόποι με τους οποίους αναγκάζονται οι αγρότες και οι αγροτικές κοινότητες να αφήσουν τη γη τους, και αυτοί οι τρόποι αποτελούν το κλειδί για να κατανοήσουμε το μέγεθος της αρπαγής γης, ιδίως μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) , που απορροφά περίπου τον μισό προϋπολογισμό της ΕΕ, προωθεί την πληρωμή επιδοτήσεων στους μεγάλους επιχειρηματίες της αγροτικής οικονομίας. Έτσι δημιουργεί άνισα κίνητρα , ευνοεί τις μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις, περιθωριοποιεί τους μικρούς αγρότες και οδηγεί, μαζί με τις άλλες πολιτικές της που σχετίζονται με τη γη, σε διαδικασίες συγκέντρωσης της καλλιεργήσιμης γης μέσα στην ΕΕ. Υπ’ αυτή την έννοια, είναι σημαντικό να επανεκτιμήσει κανείς το νόημα της αρπαγής γης και να μη στενέψει τον ορισμό της μόνο στις περιπτώσεις όπου ασκείται βία ούτε να τον περιορίσει στα επενδυτικά σχέδια των πολυεθνικών εταιρειών στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Τα κατεστημένα ΜΜΕ συνήθως προβάλλουν μια στενή αντίληψη του φαινομένου (εστιάζοντας στον πολιτικό καταναγκασμό και στους ξένους επενδυτές). Την ίδια άποψη υιοθετούν και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις. Όμως, ο στενός ορισμός της αρπαγής γης αγνοεί το γεγονός ότι οι εγχώριοι επενδυτές λειτουργούν επίσης σαν “ξένοι” απέναντι στους αγρότες και τις τοπικές κοινωνίες, λειτουργούν σαν τις πολυεθνικές, εφόσον οι επενδύσεις τους οδηγούν στη μείωση της απασχόλησης και στην αποστέρηση της γης από τους μικρούς αγρότες και τα κέρδη που αποκομίζουν είναι εις βάρος της κοινωνίας.
Αρπαγή γης στην Ανατολική Ευρώπη: η περίπτωση της Βουλγαρίας
Στη Βουλγαρία, μια τάξη εγχώριων επενδυτών στον αγροτικό τομέα κατόρθωσε να μονοπωλήσει ουσιαστικά τη βουλγαρική γεωργία, έχοντας ισχυρές διασυνδέσεις με την πολιτική ελίτ και χρησιμοποιώντας τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις οι οποίες ευνοούν τις μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις . Επιπλέον, αυτοί οι επιχειρηματίες ενσωμάτωσαν πολύ αποτελεσματικά τις επιχειρήσεις τους στις διεθνείς αγορές αγροτικών προϊόντων.
Μια μελέτη για τη συγκέντρωση της γης στη Βουλγαρία, που δημοσιεύτηκε τον τελευταίο μήνα (Απρίλιο 2016) από τη Za Zemiata[6], το βουλγάρικο τμήμα των Φίλων της Γης, δείχνει ότι ο αριθμός των παραγωγών στη γεωργία μειώνεται σταθερά τα τελευταία 15-20 χρόνια. Το 2003 ήταν καταγεγραμμένοι πάνω από 650.000 παραγωγοί και το 2013 ο αριθμός είχε πέσει στους 250. 000 περίπου. Τα συνεταιριστικά αγροκτήματα βρίσκονται σε συνεχή παρακμή, επίσης. Ανάμεσα στο 2003 και το 2010 τόσο ο αριθμός όσο και η γη που χρησιμοποιούν μειώθηκαν περίπου κατά 50%, όμως την ίδια περίοδο οι ιδιώτες επιχειρηματίες στην αγροτική οικονομία σημείωσαν υψηλά επίπεδα οικονομικής μεγέθυνσης.
Πέρα απ’ αυτό, πολλοί μικροί παραγωγοί έχουν πολύ περιορισμένη πρόσβαση στη γη. Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή του κειμένου, μόνο το 4% των παραγωγών ελέγχει το 85% της καλλιεργήσιμης γης. Το ίδιο συμβαίνει στην κτηνοτροφία με το 1,5% των παραγωγών να χρησιμοποιεί το 66% των γαιών. Οι μικροί παραγωγοί κυριαρχούν, όμως μόνο όσον αφορά τον αριθμό τους και όχι τη γη που καλλιεργούν. Οι παραγωγοί σε ποσοστό άνω του 80% χρησιμοποιούν λιγότερα από 2 εκτάρια γης (20 στρέμματα). Η ίδια κατάσταση ισχύει και στη Μάλτα , όπου το 80% των παραγωγών έχει λιγότερα από 2 εκτάρια γης.
Το κατεστημένο των ΜΜΕ και της πολιτικής εξυμνεί την “εντυπωσιακή” ανάπτυξη του βουλγάρικου αγροτικού τομέα. Παραβλέποντας την ακραία συγκέντρωση της γης, όλες οι βουλγάρικες κυβερνήσεις τις τελευταίες δύο δεκαετίες ευνόησαν τη συγκέντρωσή της από τις μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις. Ο σημερινός υπουργός Γεωργίας, που έχει διατελέσει διευθύνων σύμβουλος στις πιο ισχυρές βουλγαρικές αγρο-επιχειρήσεις, διακηρύσσει ότι η μεγαλύτερη πρόκληση για την κυβέρνηση είναι να επιταχύνει τη συγκέντρωση της γης σε όλο και λιγότερα χέρια.
Μέσα σ’ αυτό το γκρίζο τοπίο, ορισμένοι αγρότες , εργάτες γης και αγωνιστές για το περιβάλλον και τα τρόφιμα άρχισαν να οργανώνονται στην Ανατολική Ευρώπη ενάντια σ’ αυτές τις ακραία αντιλαϊκές πολιτικές. Το επόμενο Ευρωπαϊκό Φόρουμ Νιελένι για την Εθνική Κυριαρχία στον Τομέα των τροφίμων, που ενώνει προοδευτικές κινήσεις στο θέμα της γης και της αγροτικής πολιτικής, θα διεξαχθεί το φθινόπωρο στη Ρουμανία. [7] Ίσως αυτό δίνει κάποια ελπίδα ότι είναι δυνατόν να αναπτυχθεί το πολιτικό κίνημα ενάντια στα καταστροφικά για την κοινωνία αποτελέσματα του νεοφιλελευθερισμού στον αγροτικό τομέα, που είναι τόσο οδυνηρά ορατά στην Ανατολική Ευρώπη.
Σημειώσεις
[1] https://www.grain.org/article/entries/4479-grain-releases-data-set-with-over-400-global-land-grabs
[2] http://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/STUD/2015/540369/IPOL_STU(2015)540369_EN.pdf
[3] https://www.tni.org/files/download/european_union_and_the_global_land_grab-a5.pdf
[4] http://www.dw.com/en/eu-to-blame-for-cambodian-land-grab/av-17363130
[5] https://euobserver.com/investigations/130989
[6] http://zazemiata.org/v1/Novini-CHetene.115.0.html?&tx_ttnews%5Btt_news%5D=324&cHash=eda4b843e58216f2a8f883878b6a274f
[7]https://www.youtube.com/watch?v=pPx06dCVStY
Ο Georgi Medarov είναι διδάκτορας Κοινωνιολογίας. Διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Πλόβντιφ. Το ερευνητικό αντικείμενό του είναι οι εκλεκτικές συγγένειες ανάμεσα στον αυταρχισμό και τον νεοφιλελευθερισμό στη μετά το 1989 Βουλγαρία. Είναι μέλος της New Left Perspectives – μιας πρωτοβουλίας για την πολιτική εκπαίδευση, η οποία έχει έδρα στη Σόφια.
Πηγή: Bilten.org via LeftEast (22/5/2016)
Μετάφραση: Αριάδνη Αλαβάνου | http://www.sxedio-b.gr
από: Inred
Η Βουλγαρία αποτελεί πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα ακραίων περιπτώσεων αρπαγής γης μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 4% των παραγωγών ελέγχει του 85% της χρησιμοποιούμενης καλλιεργήσιμης γης , θέμα στο οποίο θα επανέλθω. Επείγει, κατ’ αρχάς, να γίνει κατανοητός ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναδειχθεί [3] σε μεγάλο παίκτη στην παγκόσμια εφόρμηση για αρπαγή γαιών. Πάνω από το 40% των μεγαλύτερων επενδυτών στον τομέα αυτόν έχουν την έδρα τους στην Ευρώπη. Για παράδειγμα, η βρετανική Landkom μίσθωσε πάνω από 100.000 εκτάρια [1.000.000 στρέμματα] στην Ουκρανία το 2008 και το 2009. Οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενθαρρύνουν αυτού του τύπου την αρπαγή γης: η ντιρεκτίβα για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας , που υιοθετήθηκε το 2009, απαιτεί το 20% της χρησιμοποιούμενης ενέργειας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση , όπως και το 10% των καυσίμων στις χώρες-μέλη να προέρχονται από τις λεγόμενες “ανανεώσιμες” πηγές. Αυτό κατοχυρώνει τις βιομηχανίες παραγωγής βιοκαυσίμων δημιουργώντας σταθερό και ευνοϊκό περιβάλλον για επενδύσεις σε προϊόντα σαν το καλαμπόκι που μετατρέπονται σε καύσιμα: είναι ένα ισχυρότατο κίνητρο για την παγκόσμια αρπαγή γης. Η ίδια έκθεση του ολλανδικού TNI δείχνει ότι, στην πραγματικότητα, υπάρχουν αρκετές παρεμφερείς πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως οι πολιτικές για τις εξωτερικές επενδύσεις και το εμπόριο ή οι εσωτερικές αγροτικές πολιτικές, που συμβάλλουν στην παγκόσμια εφόρμηση αρπαγής γαιών. Ως προς αυτό, ακούστηκαν μερικές επικριτικές φωνές από Ευρωπαίους αξιωματούχους, π.χ. από τον Στέφανο Μανσερβίσι , γενικό διευθυντή βοήθειας και ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που δήλωσε “ ιδού ένας άλλος τρόπος εκμετάλλευσης των αναπτυσσόμενων χωρών … ένα κατ’ εξοχήν παράδειγμα νεο-αποικιοκρατίας”. Αλλά η συνολική πολιτική της Ευρωπαϊκή Ένωσης δεν αμφισβητήθηκε.
Η πρωτοβουλία Τα Πάντα εκτός από Όπλα (EBA) , που υιοθετήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2001, έχει ως στόχο να προωθήσει κάθε είδους εισαγωγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τις ελάχιστα αναπτυγμένες χώρες εκτός από όπλα και με αυτόν τον τρόπο να τις ενσωματώσει στην παγκόσμια οικονομία. Στην πράξη όμως, η πολιτική αυτή οδήγησε στην αρπαγή γης. Για παράδειγμα, στην Καμπότζη μέσω αυτής της πρωτοβουλίας προωθήθηκε η κατάργηση των δασμών για τις εισαγωγές καμποτζιανής ζάχαρης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υποτίθεται ότι αυτό το μέτρο θα δημιουργούσε θέσεις εργασίας, αλλά στην πραγματικότητα ώθησε την καμποτζιανή κυβέρνηση να εκδιώξει τους αγρότες από τα χωράφια τους , προκειμένου να μισθώσει τη γη τους σε μεγάλους διεθνείς επενδυτές. Τετρακόσιες οικογένειες αγροτών έκαναν αγωγή ενάντια στις εμπλεκόμενες πολυεθνικές στο ανώτατο δικαστήριο του Λονδίνου . [4]
Παρόμοιες περιπτώσεις άμεσης πολιτικής βίας με στόχο την αρπαγή γης υπάρχουν και σε χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ολλανδική τράπεζα Rabobank εμπλέκεται στην απόκτηση άνω των 21.000 εκταρίων [210.000 στρεμμάτων] καλλιεργήσιμης γης στη Ρουμανία. Το Zarand, ένα ρουμάνικο χωριό 2.500 κατοίκων, είναι ανάμεσα στις περιοχές στις οποίες θυγατρικές του ολλανδικού τραπεζικού κολοσσού άρπαξαν γη. Οι κάτοικοι του χωριού κατηγόρησαν αυτές τις εταιρείες ότι τους πήραν τη γη χωρίς τη συναίνεσή τους. Ο δήμαρχος του χωριού κατηγορήθηκε από την Εθνική Υπηρεσία κατά της Διαφθοράς για τη συμμετοχή του σε πλαστογράφηση εγγράφων και την κλοπή της γης των αγροτών.[5]
Πώς ορίζεται η αρπαγή
Βεβαίως, είναι πολύ πιο εύκολο να αναγνωρίζεται η αρπαγή γης όταν ασκείται άμεσος πολιτικός καταναγκασμός, όπως στις περιπτώσεις της Καμπότζης και της Ρουμανίας. Όμως, πιο συχνά, υπάρχουν έμμεσοι τρόποι με τους οποίους αναγκάζονται οι αγρότες και οι αγροτικές κοινότητες να αφήσουν τη γη τους, και αυτοί οι τρόποι αποτελούν το κλειδί για να κατανοήσουμε το μέγεθος της αρπαγής γης, ιδίως μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) , που απορροφά περίπου τον μισό προϋπολογισμό της ΕΕ, προωθεί την πληρωμή επιδοτήσεων στους μεγάλους επιχειρηματίες της αγροτικής οικονομίας. Έτσι δημιουργεί άνισα κίνητρα , ευνοεί τις μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις, περιθωριοποιεί τους μικρούς αγρότες και οδηγεί, μαζί με τις άλλες πολιτικές της που σχετίζονται με τη γη, σε διαδικασίες συγκέντρωσης της καλλιεργήσιμης γης μέσα στην ΕΕ. Υπ’ αυτή την έννοια, είναι σημαντικό να επανεκτιμήσει κανείς το νόημα της αρπαγής γης και να μη στενέψει τον ορισμό της μόνο στις περιπτώσεις όπου ασκείται βία ούτε να τον περιορίσει στα επενδυτικά σχέδια των πολυεθνικών εταιρειών στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Τα κατεστημένα ΜΜΕ συνήθως προβάλλουν μια στενή αντίληψη του φαινομένου (εστιάζοντας στον πολιτικό καταναγκασμό και στους ξένους επενδυτές). Την ίδια άποψη υιοθετούν και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις. Όμως, ο στενός ορισμός της αρπαγής γης αγνοεί το γεγονός ότι οι εγχώριοι επενδυτές λειτουργούν επίσης σαν “ξένοι” απέναντι στους αγρότες και τις τοπικές κοινωνίες, λειτουργούν σαν τις πολυεθνικές, εφόσον οι επενδύσεις τους οδηγούν στη μείωση της απασχόλησης και στην αποστέρηση της γης από τους μικρούς αγρότες και τα κέρδη που αποκομίζουν είναι εις βάρος της κοινωνίας.
Αρπαγή γης στην Ανατολική Ευρώπη: η περίπτωση της Βουλγαρίας
Στη Βουλγαρία, μια τάξη εγχώριων επενδυτών στον αγροτικό τομέα κατόρθωσε να μονοπωλήσει ουσιαστικά τη βουλγαρική γεωργία, έχοντας ισχυρές διασυνδέσεις με την πολιτική ελίτ και χρησιμοποιώντας τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις οι οποίες ευνοούν τις μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις . Επιπλέον, αυτοί οι επιχειρηματίες ενσωμάτωσαν πολύ αποτελεσματικά τις επιχειρήσεις τους στις διεθνείς αγορές αγροτικών προϊόντων.
Μια μελέτη για τη συγκέντρωση της γης στη Βουλγαρία, που δημοσιεύτηκε τον τελευταίο μήνα (Απρίλιο 2016) από τη Za Zemiata[6], το βουλγάρικο τμήμα των Φίλων της Γης, δείχνει ότι ο αριθμός των παραγωγών στη γεωργία μειώνεται σταθερά τα τελευταία 15-20 χρόνια. Το 2003 ήταν καταγεγραμμένοι πάνω από 650.000 παραγωγοί και το 2013 ο αριθμός είχε πέσει στους 250. 000 περίπου. Τα συνεταιριστικά αγροκτήματα βρίσκονται σε συνεχή παρακμή, επίσης. Ανάμεσα στο 2003 και το 2010 τόσο ο αριθμός όσο και η γη που χρησιμοποιούν μειώθηκαν περίπου κατά 50%, όμως την ίδια περίοδο οι ιδιώτες επιχειρηματίες στην αγροτική οικονομία σημείωσαν υψηλά επίπεδα οικονομικής μεγέθυνσης.
Πέρα απ’ αυτό, πολλοί μικροί παραγωγοί έχουν πολύ περιορισμένη πρόσβαση στη γη. Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή του κειμένου, μόνο το 4% των παραγωγών ελέγχει το 85% της καλλιεργήσιμης γης. Το ίδιο συμβαίνει στην κτηνοτροφία με το 1,5% των παραγωγών να χρησιμοποιεί το 66% των γαιών. Οι μικροί παραγωγοί κυριαρχούν, όμως μόνο όσον αφορά τον αριθμό τους και όχι τη γη που καλλιεργούν. Οι παραγωγοί σε ποσοστό άνω του 80% χρησιμοποιούν λιγότερα από 2 εκτάρια γης (20 στρέμματα). Η ίδια κατάσταση ισχύει και στη Μάλτα , όπου το 80% των παραγωγών έχει λιγότερα από 2 εκτάρια γης.
Το κατεστημένο των ΜΜΕ και της πολιτικής εξυμνεί την “εντυπωσιακή” ανάπτυξη του βουλγάρικου αγροτικού τομέα. Παραβλέποντας την ακραία συγκέντρωση της γης, όλες οι βουλγάρικες κυβερνήσεις τις τελευταίες δύο δεκαετίες ευνόησαν τη συγκέντρωσή της από τις μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις. Ο σημερινός υπουργός Γεωργίας, που έχει διατελέσει διευθύνων σύμβουλος στις πιο ισχυρές βουλγαρικές αγρο-επιχειρήσεις, διακηρύσσει ότι η μεγαλύτερη πρόκληση για την κυβέρνηση είναι να επιταχύνει τη συγκέντρωση της γης σε όλο και λιγότερα χέρια.
Μέσα σ’ αυτό το γκρίζο τοπίο, ορισμένοι αγρότες , εργάτες γης και αγωνιστές για το περιβάλλον και τα τρόφιμα άρχισαν να οργανώνονται στην Ανατολική Ευρώπη ενάντια σ’ αυτές τις ακραία αντιλαϊκές πολιτικές. Το επόμενο Ευρωπαϊκό Φόρουμ Νιελένι για την Εθνική Κυριαρχία στον Τομέα των τροφίμων, που ενώνει προοδευτικές κινήσεις στο θέμα της γης και της αγροτικής πολιτικής, θα διεξαχθεί το φθινόπωρο στη Ρουμανία. [7] Ίσως αυτό δίνει κάποια ελπίδα ότι είναι δυνατόν να αναπτυχθεί το πολιτικό κίνημα ενάντια στα καταστροφικά για την κοινωνία αποτελέσματα του νεοφιλελευθερισμού στον αγροτικό τομέα, που είναι τόσο οδυνηρά ορατά στην Ανατολική Ευρώπη.
Σημειώσεις
[1] https://www.grain.org/article/entries/4479-grain-releases-data-set-with-over-400-global-land-grabs
[2] http://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/STUD/2015/540369/IPOL_STU(2015)540369_EN.pdf
[3] https://www.tni.org/files/download/european_union_and_the_global_land_grab-a5.pdf
[4] http://www.dw.com/en/eu-to-blame-for-cambodian-land-grab/av-17363130
[5] https://euobserver.com/investigations/130989
[6] http://zazemiata.org/v1/Novini-CHetene.115.0.html?&tx_ttnews%5Btt_news%5D=324&cHash=eda4b843e58216f2a8f883878b6a274f
[7]https://www.youtube.com/watch?v=pPx06dCVStY
Ο Georgi Medarov είναι διδάκτορας Κοινωνιολογίας. Διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Πλόβντιφ. Το ερευνητικό αντικείμενό του είναι οι εκλεκτικές συγγένειες ανάμεσα στον αυταρχισμό και τον νεοφιλελευθερισμό στη μετά το 1989 Βουλγαρία. Είναι μέλος της New Left Perspectives – μιας πρωτοβουλίας για την πολιτική εκπαίδευση, η οποία έχει έδρα στη Σόφια.
Πηγή: Bilten.org via LeftEast (22/5/2016)
Μετάφραση: Αριάδνη Αλαβάνου | http://www.sxedio-b.gr
από: Inred
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.