Γράφει ο Χάρης Αγγέλου.
ΠΗΓΗ: Κίνηση Κομμουνιστών-Εργατικός Αγώνας
Ο
περασμένος Μάης ήταν ο θερμότερος απ’ όσους έζησε η Γαλλία μετά από τον
ιστορικό από κάθε άποψη Μάη του ΄68. Κι όπως φαίνεται ο Ιούνιος
προμηνύεται ακόμα θερμότερος. Η αιτία για τις μεγάλες κινητοποιήσεις
μαθητών, σπουδαστών και εργαζομένων είναι ο νόμος που προωθεί η
κυβέρνηση Ολάντ «για τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας» ή νόμος Ελ
Κομρί, από το επίθετο της γαλλομαροκινής υπουργού εργασίας Μιριάμ Ελ
Κομρί.
Οι
«μεταρρυθμίσεις» αυτές είναι το απόλυτο ξεχαρβάλωμα των εργασιακών
σχέσεων υπέρ της εργοδοσίας με την εξαφάνιση κάθε μέτρου προστασίας των
εργαζόμενων. Θα δώσει στις επιχειρήσεις «μεγαλύτερη ευελιξία» σχετικά με
την πρόσληψη, τις απολύσεις, την αμοιβή και τις ώρες εργασίας, σύμφωνα
με τις οικονομικές συνθήκες, αντί να περιορίζονται από διαδικασίες
συλλογικής διαπραγμάτευσης.
Ποια είναι τα κύρια μέτρα;
Ένα
βασικό μέτρο επιτρέπει σε εταιρείες «αντιμετωπίζουν οικονομικές
δυσκολίες» ή «προσπαθούν να αυξήσουν το μερίδιο αγοράς τους» να
παρακάμψουν τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις και να διαπραγματευτούν με
το σωματείο των εργαζόμενων τις υπερωρίες (το σημερινό όριο είναι 35
ώρες την εβδομάδα) και τη χαμηλότερη ωριαία αμοιβή. Εάν η εταιρεία και
οι εργαζόμενοί της δεν μπορούν να συνάψουν νέα συμφωνία, οι τελικές
αποφάσεις θα λαμβάνονται μέσω μιας ψηφοφορίας που θα χρειάζεται τη
συναίνεση του σωματείου της επιχείρησης, όχι των συνδικάτων. Δηλαδή,
όπου οι επιχειρήσεις δεν έχουν το σωματείο στο τσεπάκι τους θα
προσπαθούν να το θέσουν.
Μια
άλλη σημαντική «μεταρρύθμιση» επιτρέπει στους εργοδότες να
χρησιμοποιούν τη μείωση των κερδών ως δικαιολογημένη αιτία για την
απόλυση εργαζομένων. Οι εταιρείες με προσωπικό μέχρι 10 ατόμων θα
μπορούν να απολύσουν προσωπικό μετά από τη μείωση ενός μήνα στα κέρδη,
ενώ εκείνες που απασχολούν έως και 300 εργαζόμενους πρέπει να εμφανίσουν
τρία διαδοχικά τρίμηνα μείωσης των εσόδων. Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις
θα πρέπει να περιμένουν ένα χρόνο.
Όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, οι μεταρρυθμίσεις, που θα φέρουν το μοντέλο εργασίας της Γαλλίας πιο κοντά σε εκείνα της Γερμανίας και της Βρετανίας, θα βοηθήσουν στη μείωση του ψηλού ποσοστού ανεργίας της Γαλλίας (οποιαδήποτε ομοιότητα με εξαγγελίες ελληνικών κυβερνήσεων για την «αντιμετώπιση της ανεργίας» και υπέρ της «ανάπτυξης» μόνο συμπωματική δεν πρέπει να θεωρείται).
Όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, οι μεταρρυθμίσεις, που θα φέρουν το μοντέλο εργασίας της Γαλλίας πιο κοντά σε εκείνα της Γερμανίας και της Βρετανίας, θα βοηθήσουν στη μείωση του ψηλού ποσοστού ανεργίας της Γαλλίας (οποιαδήποτε ομοιότητα με εξαγγελίες ελληνικών κυβερνήσεων για την «αντιμετώπιση της ανεργίας» και υπέρ της «ανάπτυξης» μόνο συμπωματική δεν πρέπει να θεωρείται).
Η στάση των συνδικάτων
Οι
αντιδράσεις ήταν ραγδαίες. Σε πρώτη φάση πρωτοστάτησε η νεολαία. Σε
δεύτερη φάση προέκυψε το πρωτότυπο κίνημα των συγκεντρώσεων υπό τον
γενικό τίτλο Nuit Debout (Νυχτερινό Ξύπνημα) με επίκεντρο την Place de
la République στο Παρίσι. Σιγά σιγά κι άλλες πόλεις της χώρας άρχισαν να
μπαίνουν στον χορό. Οι διαδηλωτές αντιμετώπισαν την ωμή βία των
δυνάμεων καταστολής ωστόσο η ένταση των κινητοποιήσεων δυναμώνει.
Αρκετές από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις καλούν ανοιχτά σε κινητοποιήσεις. Πρωτοστατούν τέσσερα τριτοβάθμια συνδικάτα: η Confédération Générale du Travail, CGT (Γενική Συνομοσπονδία Εργαζομένων), η Force Ouvrière,FO (Εργατική Δύναμη), η Fédération Syndicale Unitaire, FSU (Ενωτική Συνδικαλιστική Ομοσπονδία) και οι Solidaires (Αλληλέγγυοι).
Τα συνδικάτα αυτά έχουν απήχηση στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα,
τους δημόσιους υπάλληλους και τους εκπαιδευτικούς και πολιτικά
τοποθετούνται στο χώρο της αριστεράς (η CGT θεωρείται παραδοσιακά ως ο
συνδικαλιστικός βραχίονας του Γαλλικού ΚΚ, η FO έχει τροτσκιστικές
καταβολές, αλλά και η FSU και οι Solidaires, τοποθετούνται στα αριστερά
του πολιτικού φάσματος.
Οι παραπάνω οργανώσεις απέναντι τους έχουν τους φορείς του κυβερνητικού και του εργοδοτικού συνδικαλισμού. Πρώτη και καλύτερη η Confédération Française Démocratique du Travail CFDT (Δημοκρατική
Συνομοσπονδία Γάλλων Εργαζομένων) που είναι η συνδικαλιστική έκφραση
του κυβερνώντος σοσιαλιστικού κόμματος. Αυτή υπεραμύνεται του άρθρου 2
της «μεταρρύθμισης» που δίνει προτεραιότητα στην συμβάσεις
εργαζομένων-επιχείρησης σε βάρος των κλαδικών συμβάσεων, θεωρώντας το…
«νίκη των εργαζομένων». Από κοντά ακολουθούν η Union Nationale des Syndicats Autonomes UNSA (Εθνική Ένωση Αυτόνομων Συνδικάτων) και ηConfédération Française des Travailleurs Chrétiens CFTC (Γαλλική Συνομοσπονδία Χριστιανών Εργαζόμενων) που απευθύνεται στο χώρο της δεξιάς χριστιανοδημοκρατίας.
Στους δρόμους
Παρά
τις… φιλότιμες προσπάθειες του εργοδοτικού συνδικαλισμού, οι Γάλλοι
βρίσκονται ένα μήνα τώρα στους δρόμους χωρίς προοπτική να καταθέσουν τα
όπλα όσο η κυβέρνηση επιμένει στο εργατοκτόνο τερατούργημά της.
Μετά
τους μαθητές και σπουδαστές, τη σκυτάλη έχουν πάρει οι εργαζόμενοι
στους σιδηροδρόμους, στη μεταλλουργία, στα διυλιστήρια, τα μέσα
μεταφοράς του Παρισιού (RATP), στην αεροπορική εταιρία Air France. Στο
χορό μπαίνουν και οι λιμενεργάτες με απεργίες που μπορεί να μετατραπούν
σε επαναλαμβανόμενες.
Η
κατάσταση είναι εκρηκτική. Οι αποκλεισμοί των διυλιστηρίων έχουν
προκαλέσει ελλείψεις έως και στο ένα τρίτο των πρατηρίων. Οι
λιμενεργάτες της Χάβρης απέκλεισαν το μεγάλο ντεπό καυσίμων στο λιμάνι
της Χάβρης και απέτρεψαν την εργοδοσία να φέρει αντικαταστάτες χωρίς
εμπειρία στη διαχείριση επικίνδυνων υλικών. Ακολούθησαν οι απεργίες
στους πυρηνικούς σταθμούς, η κινητοποίηση των οδηγών φορτηγών, οι
αποκλεισμοί εργοστασίων επεξεργασίας απορριμμάτων, η διακοπή ρεύματος
κατά τη διάρκεια των εγκαινίων από τον Ολάντ της «Πόλης του Κρασιού» στο
Μπορντώ.
Η
κυβέρνηση επιδιώκει να αποφύγει ένα γενικευμένο απεργιακό μπλακάουτ.
Χαρακτηριστικό του πανικού της είναι η πίεση που άσκησε στον επικεφαλής
των Γαλλικών Σιδηροδρόμων (SNCF) Γκιγιόμ Πεπί ώστε αυτός να προβεί σε
παραχωρήσεις προς τους εργαζομένους, προκειμένου να κατευνάσει τους
σιδηροδρομικούς. Παρά τις προσπάθειες, δεν ακυρώθηκε η απεργία που είχε
εξαγγελθεί. Ένα άλλο χαρακτηριστικό είναι πως την 1η Ιουνίου η κυβέρνηση ανακοίνωσε μισθολογικές αυξήσεις, από το 2017, σε καθηγητές και σιδηροδρομικούς. Μάταια.
Η Γαλλία βρίσκεται σε κλιμακούμενο απεργιακό κλοιό τουλάχιστον μέχρι τη 14η Ιουνίου που
το νομοσχέδιο τίθεται προς ψήφιση στην Γερουσία πριν πάρει το δρόμο της
τελικής ψήφισης στη Βουλή. Εκείνη τη μέρα τα συνδικάτα έχουν κηρύξει
μέρα πανεθνικής κινητοποίησης.
Κατασυκοφάντηση, απειλές και βία
Τις…
πατροπαράδοτες μεθόδους καταστολής των λαϊκών αγώνων χρησιμοποιεί και η
γαλλική κυβέρνηση. Αρχικά με τις κατηγορίες και τις σπέκουλες. Πρώτος
στόχος είναι η CGT. Πολλά φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για τη μικρή επιρροή της Υποστηρίζουν ότι «δεν εκπροσωπεί κανέναν» κι ότι μόνο το 3% των μισθωτών είναι συνδικαλισμένοι σε αυτήν και
μόλις σχεδόν το 11% των Γάλλων εργαζομένων. Δεν έχουν δίκιο. «Η CGT
μόνη της έχει περισσότερα μέλη από όσα όλα τα κόμματα που της
επιτίθενται σήμερα μαζί» απαντά ο γενικός της γραμματέας Φιλίπ Μαρτίνεζ,
προσθέτοντας ότι στις εκλογές που έγιναν ανά κλάδο το 2013 συνολικά η
CGT συγκέντρωσε το 30,62%. Αλλά κι αν-για να γίνεται λόγος- είχαν δίκιο
για τη μαζικότητα της CGT, αδυνατούν να εξηγήσουν πώς μια τόσο «μικρή»
και «άμαζη» ομοσπονδία μπορεί και κινητοποιεί την πλειοψηφία των Γάλλων
εργαζομένων. Σε τέτοια περίπτωση θα έπρεπε να παραδεχτούν πως καμιά CGT δε θα μπορούσε να κινητοποιήσει τους εργάτες αν δεν υπήρχε ο νόμος Ελ Κομρί.
Στη λάσπη κατά της CGT χοροστατούν οι εφημερίδες Le Monde και Figaro οι οποίες «αναρωτιούνται»: «Ποιος
κυβερνά αυτόν τον τόπο; Η CGT; Ποιος ελέγχει τους δρόμους; Πώς
επιτρέπεται να πλήττεται έτσι η εικόνα και η οικονομία της χώρας; Να
τίθενται ζητήματα ασφάλειας;» Σαν έτοιμος από καιρό, ο επικεφαλής της γαλλικής εργοδοτικής ένωσης (MEDEF), Πιερ Γκατάζ υποστηρίζει ότι τα μέλη της CGT «συμπεριφέρονται σαν τρομοκράτες, σαν κακοποιοί» αλλά «Και να μην είναι τρομοκράτες, είναι κακοποιοί και έτσι πρέπει να αντιμετωπιστούν».
Παίρνοντας την «πάσα» κάποιοι βουλευτές ζητούν από το κοινοβούλιο να
χαρακτηρίσει τη CGT «τρομοκρατική οργάνωση» και να τη θέσει εκτός νόμου.
Κι
όπου ο λόγος δεν πίπτει, πίπτει η ράβδος της κρατικής καταστολής. Η
γαλλική αστυνομία έχει προβεί σε συλλήψεις συνδικαλιστών για παρακώλυση
συγκοινωνιών ή διατάραξη της τάξης και σε επιθέσεις ανδρών των γαλλικών
ΜΑΤ κατά μαθητών, φοιτητών. Οι απεργοί αντιμετωπίζονται με βροχή
δακρυγόνων και με αντλίες που εκτοξεύουν νερό υπό πίεση, οι διαδηλωτές
προσάγονται την ώρα που βγαίνουν από τους σταθμούς του μετρό,
απαγορεύεται η κυκλοφορία σε μέλη αντιφασιστικών οργανώσεων. Η ωμή βία
σε κάθε της μορφή και έκφραση. Τα συνδικάτα μιλούν για «περισσότερες από
1000 συλλήψεις, 60 καταδίκες» και πολλούς τραυματισμούς από τις
ωμότητες των ΜΑΤ. Από την άλλη, τα ΜΜΕ κάνουν λόγο για «350 αστυνομικούς
τραυματίες» από την έναρξη των κινητοποιήσεων.
Η
χώρα βρίσκεται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης σε «Απαγόρευση Διαδηλώσεων
για Όλους», όπως αναφέρουν ειρωνικά οι ίδιοι στα πανό τους. Το καθεστώς
έκτακτης ανάγκης έχει αναβαθμίσει την καταστολή η οποία για τους
παλιότερους «είναι τόσο σκληρή που μοιάζει με την εποχή του πολέμου της Αλγερίας[1]».
«Εξαγωγή» των κινητοποιήσεων
Το
«μικρόβιο» των κινητοποιήσεων επηρέασε και το γειτονικό Βέλγιο που
αντιμετωπίζει την πιο μεγάλη απεργιακή κινητοποίηση, αφότου ανέλαβε την
εξουσία ο κεντροδεξιός συνασπισμός. Στις κινητοποιήσεις παίρνουν μέρος
κατά κύριο λόγο οι εργαζόμενοι σε δημόσιες υπηρεσίες, με αιχμή τις
αλλαγές στο ασφαλιστικό, όπως η αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 67
έτη αλλά και η αύξηση του χρόνου εργασίας. Όμως η δυσφορία αφορά
συνολικά τις πολιτικές λιτότητας σε μια χώρα που ακόμα δεν έχει ξεχάσει
τη μεγάλη γενική απεργία 1960-61. Πριν λίγες μέρες στις Βρυξέλλες
συγκεντρώθηκαν 80.000 διαδηλωτές.
Αν
αυτός ο νέος «Μάης» περάσει τα σύνορα της χώρας και αγκαλιάσει τους
εργαζόμενους σε άλλες χώρες της ΕΕ μένει να αποδειχτεί. Δεν είναι δυνατό
να μη γίνουν συγκρίσεις γύρω από την ποιότητα και τη σφοδρότητα των
αγώνων στη Γαλλία με κινητοποιήσεις που έγιναν –ή δεν έγιναν ενώ
θα’πρεπε- σε άλλες χώρες, ιδίως εκείνες του ευρωπαϊκού νότου. Στα καθ’
ημάς, δε μπορεί να μη προκαλεί αισθήματα πίκρας η σύγκριση των αγώνων
των Γάλλων εργαζόμενων (που παλεύουν σκληρά για να μη χάσουν τα
κεκτημένα τους) με τις «κινητοποιήσεις» για την τιμή των όπλων που
πραγματοποίησαν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες των Ελλήνων εργαζόμενων (που
με το 4ο μνημόνιο χάνουν τα πάντα και κατεβαίνουν στα τάρταρα της εξαθλίωσης).
Η
Γαλλία δείχνει ότι ο εργαζόμενος λαός όταν θέλει να προστατέψει τις
κατακτήσεις του ξέρει τι πρέπει να κάνει ακόμα κι αν οι ηγεσίες του
–πολιτικές, συνδικαλιστικές- είναι πίσω από τις διαθέσεις του και τις
ανάγκες των καιρών: τις παραμερίζει και αναδεικνύει, μέσα από την πάλη
του, νέες. Αυτό μένει να γίνει παντού. Κι αυτή θα –πρέπει να- είναι η
μεγαλύτερη παρακαταθήκη των Γάλλων εργαζόμενων προς όλους τους
ευρωπαίους εργαζόμενους: η συνέχιση και η ένταση των αγώνων μέχρι τη
νίκη. Ανεξάρτητα από το αν θα περάσει ο νόμος Ελ Κομρί από το γαλλικό
κοινοβούλιο, ο αγώνας δεν θα τελειώσει, θα συνεχιστεί με άλλα μέσα αλλά
με την ίδια και μεγαλύτερη ένταση μέχρι το τελικό κουρέλιασμά του.
Γιατί, στο κάτω κάτω, όπως λένε πολλοί Γάλλοι «εδώ παίζεται η ζωή μας».
Αντί υστερογράφου
Κάποιοι φίλοι που περιπλανώνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξέφραζαν την απορία τους για την ηχηρή σιωπή των «ζεσουήδων»[2]
γύρω από τις κινητοποιήσεις στη Γαλλία. Το θέμα δεν είναι να εκφραστεί
μια γενική κι αόριστη συμπάθεια για το γαλλικό λαό ή τους εργαζόμενους
(τύπου «Je suis travailleur»:
«είμαι εργάτης») όπως κάποιοι κάνουν σε κείνους που πλήττονται από την
«κακιά στιγμή». Το ζήτημα είναι οι εργαζόμενοι σε κάθε χώρα που
πλήττεται από τις αντεργατικές πολιτικές της ΕΕ να πειστούν ότι «Tout le monde à sortir dans les rues parce que nous sommes tous les travailleurs. Et rester là jusqu'à la victoire»: «Όλοι να βγούμε στους δρόμους γιατί όλοι είμαστε εργάτες. Και να μείνουμε εκεί μέχρι τη νίκη»! Και το σημαντικότερο: Να μη μείνουν στη διαπίστωση. Να την κάνουν πράξη!
[1]
Έχουν μείνει στην Ιστορία οι ωμότητες των γαλλικών δυνάμεων καταστολής
κατά του Αλγερινού λαού –κυρίως των αμάχων- στη διάρκεια του αγώνα της
Αλγερινής Ανεξαρτησίας (1954-1962)
[2]
Ο όρος «ζεσουής» στην διαδικτυακή αργκό περιγράφει όλους όσους σπεύδουν
να εκφράσουν την ανέξοδη συμπάθεια τους σε κράτη που είχαν θύματα
τρομοκρατικών επιθέσεων. Προέρχεται από το γαλλικό «je suis…» («είμαι…») και απλά προστίθεται η εθνικότητα των τελευταίων θυμάτων (π.χ: «Je suis français» «Je suis belge» κοκ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.