Όλγα Κουρίδου
(Διευθύντρια Ορυχείων ΔΕΗ)
Τους λόγους που στη χώρα μας η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη βρίσκεται σε ύφεση εξήγησε ενδελεχώς η Γενική Διευθύντρια Ορυχείων της ΔΕΗ, κα Όλγα Κουρίδου, σε πρόσφατη ημερίδα που διοργάνωσε ο «Σπάρτακος» με βασική θεματική «Ο ενεργειακός σχεδιασμός της χώρας και η ανταγωνιστικότητα του λιγνίτη. Δυτική Μακεδονία: ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ».
Σύμφωνα με την ίδια, «οι μονάδες στην περιοχή δεν δουλεύουν διαρκώς, όπως κάποτε.
Οι λόγοι πολλοί:
- Χαμηλή ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης (στο Δ.Σ. η ζήτηση το 2008 ήταν 56,3 TWH και το 2015 51,3 TWH)
- Ιστορικά χαμηλές τιμές πετρελαίου που επηρεάζουν άμεσα τις τιμές φυσικού αεριού
- Μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ (2008 – 2TWH, 2015 – 8,5 TWH). Σίγουρα δεν οφείλεται στο ότι αποκτήσαμε ξαφνικά ως λαός ανεπτυγμένη οικολογική συνείδηση. Υπάρχουν καθημερινά άπειρα παραδείγματα για το αντίθετο. Η ιδιαίτερη ευνοϊκή τιμολόγηση υπήρξε άλλο ένα πεδίο εκμετάλλευσης από λίγους σε βάρος των πολλών
- Διπλασιασμός των εισαγωγών ενέργειας, κυρίως από τις γειτονικές χώρες που επωφελούνται μεταξύ άλλων του προνομίου των δωρεάν δικαιωμάτων ρύπων CO2 (2008-5,5 ΤΗ, 2015-9,5 ΤΗ) (9 εκ. tn)
- Επιβάρυνση της λιγνιτικής παραγωγής με το ειδικό τέλος λιγνίτη (δια νόμου από το 2012 και μετά υπέρ του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ)
- Κατάργηση των ΑΔΙ για τις λιγνιτικές μονάδες, τουλάχιστον στο πλαίσιο του μεταβατικού μηχανισμού διασφάλισης επαρκούς ισχύος.
- Σταδιακή γήρανση του λιγνιτικού στόλου της ΔΕΗ και ταυτόχρονη αυστηροποίηση των περιβαλλοντικών απαιτήσεων βάσει σχετικών οδηγιών της Ε.Ε., κυρίως από την 01/01/2016 και μετά. Σας θυμίζω ότι στα πλαίσια της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας ήδη από το 1999 απαγορεύτηκε στη ΔΕΗ η κατασκευή νέων μονάδων δεδομένου ότι όσες μονάδες αδειοδοτήθηκαν ήταν αποκλειστικά και μόνο σε αντικατάσταση παλαιών.
Για το 2016 η συμμετοχή του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή (15,3 TWH) εκτιμάται ότι θα κινηθεί περί το 30%, μειωμένη κατά 45% έναντι του 2010 (27,4 TWH).
Συνολικά λιγότερο από το 55% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνουμε στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα θα προέλθει από εγχώριους πόρους (λιγνίτης, νερά, ΑΠΕ). Εισάγουμε, δηλ. πληρώνουμε σε συνάλλαγμα περισσότερο από το 45% της ενέργειας που καταναλώνουμε στο διασυνδεδεμένο σύστημα και πάνω από το 50% της συνολικής κατανάλωσης της χώρας.
Είναι λογικό για μια χώρα σε ύφεση; Είναι το τέλος για το λιγνίτη;
Μεταπολεμικά ο εξηλεκτρισμός και η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας στηρίχθηκαν στο εγχώριο καύσιμο, το λιγνίτη.
Ο λιγνίτης προσέφερε:
οικονομική ανάπτυξη στη χώρα
χαμηλό, ελεγχόμενο και σταθερό κόστος ενέργειας
ασφάλεια εφοδιασμού και αυτάρκεια τροφοδοσίας ανεξάρτητα των γεωπολιτικών συμβάντων. Η γεωγραφική θέση της χώρας, νησίδα στην άκρη της Ε.Ε με περιορισμένες διασυνδέσεις και σε ιδιαίτερα ασταθή γεωπολιτικά περιοχή εξακολουθεί να χρειάζεται όλα τα παραπάνω, ιδιαίτερα στη σημερινή οικονομική κατάσταση. Με αιτία το προσφυγικό γινόμαστε μάρτυρες μιας μονομερούς κατάργησης της συνθήκης Σέγκεν. Πόσο απίθανη είναι άραγε σήμερα μια μονομερής κατάργηση της ενεργειακής «σέγκεν»; Ποια η διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της χώρας σε μια τέτοια περίπτωση;
Πρέπει να υπάρχει μέλλον για τον λιγνίτη σε μια εποχή που παγκόσμια προτεραιότητα αποτελεί η προστασία του περιβάλλοντος και η επίτευξη των στόχων της κλιματικής αλλαγής;
η Ελλάδα έχει ήδη υπερκαλύψει τους σχετικούς δεσμευτικούς στόχους της Ε.Ε για το 2020 (σε αντίθεση με άλλες ισχυρότερες οικονομικά ευρωπαϊκές χώρες). Μείωση εκπομπών CO2 2005-2014 : -24%, 2005- 2020 :-38%,(έναντι στόχου 21%), 2005-2030 :-55% (έναντι στόχου 43%).
οι παλιές και ρυπογόνες μονάδες αποσύρονται και παραμένουν σε λειτουργία λιγνιτικές μονάδες περιβαλλοντικά αναβαθμισμένες (Άγιος Δημήτριος) η νέες (Πτολεμαΐδα 5), απόλυτα προσαρμοσμένες στους μελλοντικούς (μετά το 2021) περιβαλλοντικούς περιορισμούς της Ε.Ε. Ακόμα και μετά την κατασκευή της Μελίτης ΙΙ η εγκατεστημένη ισχύς των λιγνιτικών μονάδων το 2030 θα είναι κατά 55% μικρότερη από εκείνη του 2005.
η εκμετάλλευση και λειτουργία των ορυχείων αποτελεί μια από τις ελάχιστες δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα στη χώρα μας, που εξακολουθεί να προσφέρει θέσεις εργασίας αλλά και προστιθέμενη αξία με πολλαπλασιαστικά οφέλη για την περιφερειακή ανάπτυξη. Ειδικότερα για τη Δυτική Μακεδονία η εκμετάλλευση των λιγνιτικών κοιτασμάτων και η τεχνογνωσία που αναπτύχθηκε διαχρονικά αποτελεί το συγκριτικό πλεονέκτημα της περιοχής.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε πρόσφατη έκθεση της (Νοε2015) για την ενεργειακή ένωση κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο μεγάλο έλλειμμα στο ενεργειακό ισοζύγιο της Ελλάδας, με τη μεγάλη εξάρτηση από εισαγόμενες πηγές ενέργειας. Η εξάρτηση αυτή είναι ψηλότερη από το μέσο όρο της Ε.Ε., ιδιαίτερα σε ότι αφορά το πετρέλαιο και τα προϊόντα του, αλλά και στο φυσικό αέριο. Και το σημαντικότερο «αυξάνεται» αντί να μειώνεται.
Έξι μήνες μετά τη διάσκεψη για την κλιματική αλλαγή στο Παρίσι εκδόθηκε στη Γερμανία το αναθεωρημένο σχέδιο για την προστασία του κλίματος μέχρι το 2050 από τα υπουργεία περιβάλλοντος και οικονομικών. Στο σχέδιο απλά αναφέρεται το γεγονός ότι σταδιακά θα μειώνεται η ηλεκτροπαραγωγή από ορυκτά καύσιμα, ενώ η παραγωγή από ΑΠΕ θα αυξάνεται.
Ένα προσχέδιο, που είχε κυκλοφορήσει δύο μήνες νωρίτερα δήλωνε ότι η λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή στη χώρα πρέπει να μηδενιστεί πριν το 2050. Στο προσχέδιο άμεση ήταν η αντίδραση της πρωθυπουργού της Ρηνανίας–Βεστφαλίας και μέλους των πρασίνων, η οποία σε σχετικές δηλώσεις είχε θεωρήσει το στόχο μη ρεαλιστικό.
Ποιες παραμέτρους πρέπει να πάρουμε υπόψη μας για να αποφασίσουμε
- Το υφιστάμενο μίγμα εγκατεστημένων μονάδων (επενδύσεις που έχουν γίνει σε ορυχεία και σταθμούς)
- Επάρκεια εγκατεστημένης ισχύος στη χώρα
- Την οικονομική κατάσταση της χώρας (ΕΤΜΕΑΡ, κόστος ΑΠΕ, ποιος επιβαρύνεται τελικά)
- Επίδραση κόστους ενέργειας στην ανάπτυξη
- Απασχόληση, εξειδίκευση, θέσεις εργασίας
- Τι σημαίνει για την περιοχή βίαιη μετάβαση στην μεταλιγνιτική περίοδο
- Άλλο ολοκληρώνω λειτουργία κοιτασμάτων, άλλο επιχειρώ να κλείσω και να αποκαταστήσω ανοιχτά ορυχεία
- Ανταγωνιστικότητα λιγνίτη ( ΚΘΙ, Σχέση εκμ/σης, αναδιάρθρωση).
Τι προτείνουμε:
- Διεκδίκηση δωρεάν πιστοποιητικών CO2
- Κατάργηση του ειδικού τέλους λιγνίτη,
- ΑΔΙ για λιγνιτικές μονάδες
- Ταχεία μετάβαση της αγοράς στο target mode
Τα παραπάνω σε συνδυασμό με την κατάλληλη αναπροσαρμογή του προγράμματος εκμετάλλευσης των ορυχείων μπορούν να εξασφαλίσουν ποιοτικό καύσιμο, χαμηλού και διαχρονικά σταθερού κόστους για τα επόμενα έτη.
Για την οικονομική ανάπτυξη οποιασδήποτε χώρας βασική παράμετρο αποτελεί το ενεργειακό κόστος. Πόσο μάλλον για μια χώρα με οικονομία σε ύφεση.
Καμία χώρα δεν «απαξιώνει» τον εθνικό της πλούτο, λιγνίτη, ορυχεία και σταθμούς, πρόωρα, απρογραμμάτιστα, τυχαία.
Απαιτείται άμεσα λήψη μέτρων από την πολιτεία και εκπόνηση εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού.
Σε αυτόν η λιγνιτική παραγωγή πρέπει να συμμετέχει με ποσοστό 35% τουλάχιστον, για την επόμενη 15ετία. Μόνο έτσι μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι θα εξακολουθούν να καίνε τα φώτα στο σπίτι μας, κάθε φορά που θα γυρίζουμε το διακόπτη και με κόστος που να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.