1 Δεκέμβρη 1960, ένας εργατικός σεισμός συντάραξε το κέντρο της Αθήνας.
Η συγκλονιστική απεργία των
οικοδόμων και η μαχητική πορεία προς το Υπουργείο Εργασίας, που
επιχείρησαν να ανακόψουν ακόμα και με σφαίρες οι δυνάμεις
καταστολής. Τίποτα δεν είναι ίδιο μετά την απεργία της 1ης Δεκέμβρη του
1960, που αποτέλεσε ορόσημο, κόβοντας στα δύο την ιστορία του εργατικού
κινήματος της εποχής.
Σειρά ολόκληρη κοινωνικών και
πολιτικών παραμέτρων, ερμηνεύει την ανάδυση του κινήματος των οικοδόμων
στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, την ιδιαίτερη δυναμική που ανέπτυξε
στα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια καθώς και το αυξημένο κοινωνικό και
πολιτικό βάρος που απέκτησε στη συνέχεια.
Οι πολιτικοί και κοινωνικοί
όροι που επέτρεψαν να γίνει η οικοδομή το αποκούμπι των κατατρεγμένων
αριστερών εργατών και οι οικοδόμοι να αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά του
εργατικού κινήματος αλλά και ταυτόχρονα την ‘εμπροσθοφυλακή’ της
αριστεράς, αναλύονται στο βιβλίο της Δήμητρας Λαμπροπούλου «ΟΙΚΟΔΟΜΟΙ
-Οι άνθρωποι που έχτισαν την Αθήνα, 1950-1967″.
Η έντονη ανοικοδόμηση, οι
διώξεις της αριστεράς, η εσωτερική μετανάστευση, τα πιστοποιητικά
‘κοινωνικών φρονημάτων’ που, αντίθετα με τους άλλους εργασιακούς χώρους,
δεν ήταν απαραίτητα στο χώρο της οικοδομής, η ιδιομορφία του
επαγγέλματος του οικοδόμου που έβρισκε δουλειά σε διάσπαρτους εργοδότες,
η μαζική παρουσία στο χώρο των οικοδόμων νεολαίας αγροτικής προέλευσης
που έφερε μαζί της τα βιώματα από τις διώξεις της υπαίθρου αλλά και τις
ιδεολογικές της αποσκευές, δημιούργησαν το έδαφος μιας ευρείας αποδοχής
των ιδεών της αριστεράς στο χώρο των οικοδόμων.
Η εμβέλειά τους ξεπερνούσε κατά
πολύ τις οργανωμένες δυνάμεις που δρούσαν στο χώρο, γεγονός που
ερμηνεύει το αυθόρμητο ξέσπασμα στη σύγκρουση της Πέμπτης 1 Δεκέμβρη
1960. Ένας στους χίλιους οικοδόμους έπαιρνε τότε σύνταξη. Ο ασφαλιστικός
νόμος 4104/60 ερχόταν να ανεβάσει τα απαιτούμενα ένσημα για την
κατώτερη σύνταξη από 2.050 σε 4.050. Αυτό πρακτικά σήμαινε ακόμα
μεγαλύτερο περιορισμό των οικοδόμων που θα έπαιρναν σύνταξη και
ταυτόχρονα αύξηση του ορίου ηλικίας στα 65 χρόνια αντί για 60. Εύκολα
αντιλαμβάνεται κανείς ότι η σποραδικότητα της απασχόλησης σε
διαφορετικούς κάθε φορά περιστασιακούς εργοδότες, περιόριζε τον αριθμό
των ενσήμων που συνολικά μπορούσε να εξασφαλίσει ένας οικοδόμος.
Η μεγαλειώδης πανελλαδική πανοικοδομική απεργία και η μαχητική πορεία της 1ης Δεκέμβρη 1960 δεν έπεσε φυσικά από τον ουρανό.
Τα αιτήματα της απεργίας ήταν:
* Όριο συνταξιοδότησης τα 60 αντί τα 65 χρόνια.
* 2500 ημερομίσθια για να θεμελιωθεί συνταξιοδοτικό δικαίωμα αντί για 4050 που απαιτούσε το νομοσχέδιο.
* Διανομή των “υπέρ αγνώστων” ενσήμων στους υπερήλικες οικοδόμους.
* Δώρο Χριστουγέννων και άδεια από το ΙΚΑ.
**** Η σημασία της απεργίας και της μαχητικής αντίστασης των οικοδόμων
– Πρώτα από όλα, η απεργία έδωσε περηφάνεια στους ίδιους τους οικοδόμους.
Χαρακτηριστικό είναι το
απόσπασμα της ομιλίας που είχε κάνει ο αγωνιστής της αριστεράς και
συνδικαλιστής οικοδόμος Δημήτρης Κουτσούνης με αφορμή τα 43 χρόνια από
την απεργία της 1ης Δεκέμβρη 1960 (28/1/2004):
Η μεγαλύτερη κατάκτηση όμως των
οικοδόμων ήταν, κατά τη γνώμη μου, ότι τόλμησαν να πουν το επάγγελμά
τους, το οποίο απέφευγαν να λένε πριν από τους αγώνες και τις
κατακτήσεις. Έγιναν άνθρωποι με αξία κι όχι παρακατιανοί, όπως τους
θεωρούσαν μέχρι τις μεγάλες απεργίες. Τελειώνοντας θέλω να πω δυο λόγια
για τους πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής. Δεν ήταν εγγράμματοι, δεν
ήταν πλούσιοι, δεν ήταν κακομαθημένοι. Ήταν εργάτες, ήταν ανήσυχοι,
έγιναν μαστόροι. Έγιναν άρχοντες μέσα στη φτώχεια. Μαρτύρησαν, έδωσαν το
αίμα τους. Δεν κέρδισαν τίποτα πέρα από το σεβασμό και την αγάπη μας.
Όμως ήταν και είναι όλοι τους ΩΡΑΙΟΙ.
– Όμως, το αυθόρμητο ξέσπασμα
του πιο πρωτοπόρου κομματιού της εργατικής τάξης που ήταν τότε οι
οικοδόμοι, έδωσε πνοή σε όλο το εργατικό κίνημα της εποχής που
αναγεννήθηκε: – Ηττήθηκαν για πρώτη φορά οι δυνάμεις καταστολής μπροστά
στην αυθόρμητη αντίσταση του εργατικού κινήματος.
Έσπασε ο φόβος απέναντι στην αστυνομική βαρβαρότητα. Ακριβέστερα:
Ο φόβος άλλαξε στρατόπεδο. Οι
εικόνες με τα εγκαταλειμμένα καπέλα των αστυνομικών που, παρά τις
σφαίρες, τις πυροσβεστικές αντλίες και τα δακρυγόνα, αναγκάστηκαν σε
υποχώρηση μπροστά στη μαχητικότητα των οικοδόμων, ήταν μια συμβολική
πρώτη νίκη στο δρόμο, της ηττημένης στο δεύτερο αντάρτικο αριστεράς.
– Κατέρρευσε ο μύθος της
‘’υποκίνησης’’ των εργατικών κινητοποιήσεων. Στο ηχητικό απόσπασμα που
παρατίθεται στη συνέχεια, ο αγωνιστής οικοδόμος Μπάμπης Δρακόπουλος
καταθέτει κατηγορηματικά, ότι η αγωνιστική εξέλιξη που είχε η απεργία
μετά το χτύπημα της αστυνομίας ήταν αυθόρμητη, «κανείς δεν την
καθοδήγησε».
– Υπερκεράστηκε ο
εργατοπατερισμός των εγκάθετων της Ομοσπονδίας Οικοδόμων του
Λυκιαρδόπουλου. – Αναδείχθηκε ο πολιτικός ρόλος του εργατικού
κινήματος. Αμφισβητήθηκαν τα όρια που έθετε η πολιτική κουλτούρα της
εποχής μεταξύ της πολιτικής και της κοινωνικής δράσης. Φάνηκε ότι το
όριο ανάμεσα στο ‘νόμιμο’ και το ‘παράνομο’ υπόκειται στην ταξική πάλη.
Παράγοντας ένα πρώτου μεγέθους πολιτικό γεγονός, το κίνημα των οικοδόμων
κατέκτησε ιδιαίτερο βάρος στις πολιτικές κινητοποιήσεις της επόμενης
περιόδου.
– Ο πολιτικός ριζοσπαστισμός, η
αγωνιστική αποφασιστικότητα και η «απειθαρχία» του κινήματος των
οικοδόμων, αποτελούν παράδειγμα πολλές δεκαετίες μετά. Η εργατική –
ταξική αλληλεγγύη επίσης: Παρά την βάρβαρη αστυνομική καταστολή
(εκατοντάδες συλλήψεις, δεκάδες τραυματίες -οι 3 από σφαίρες-, δεκάδες
δίκες), την επομένη, Παρασκευή 2 Δεκέμβρη, έγινε μεγάλη διαδήλωση
δεκάδων χιλιάδων οικοδόμων, πλαισιωμένων και από εργαζόμενους άλλων
κλάδων, πολλοί από τους οποίους είχαν κηρύξει απεργία αλληλεγγύης.
– Η δυναμική εισβολή του
εργατικού κινήματος στο πολιτικό προσκήνιο, αποτέλεσε προανάκρουσμα των
Ιουλιανών. (Στις μάχες της 1ης Δεκέμβρη του 60 οι οικοδόμοι ξήλωσαν για
πρώτη φορά τις πλάκες των πεζοδρομίων για να βρουν ‘πολεμοφόδια’, κάτι
που συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια.) Ταυτόχρονα, αποτέλεσε και ιδρυτική
πράξη της πολιτικής υπόστασης του εργατικού κινήματος που τολμά όχι μόνο
να διεκδικεί τα αιτήματά του αλλά και να συγκρούεται με την πολιτική
εξουσία. **** «Έρχονται οι οικοδόμοι!»
Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από
το βιβλίο του Στέργιου Κατσαρού, «Εγώ ο προβοκάτορας, ο
τρομοκράτης» (Εκδόσεις Μαύρη Λίστα, σελ. 20-22), σχετικό με την απεργία
αυτή:
«Μέχρι το 1960 οι συνθήκες ήταν
φοβερά δύσκολες. Οι ελάχιστες και περιορισμένες κινητοποιήσεις είχαν σαν
στόχο την αμνηστία. Αργότερα, με αφορμή το Κυπριακό, άρχισαν να
κινητοποιούνται μεγαλύτερες μάζες, κυρίως από φοιτητές και μαθητές. Στις
κινητοποιήσεις αυτές ο βασικός πυρήνας αποτελούνταν από μέλη της
νεολαίας της ΕΔΑ, ενώ η πρωτοβουλία δινόταν σε προσωπικότητες του
κεντρώου χώρου. Η αστυνομία δεν αντιμετώπιζε και πολλές δυσκολίες για να
τις διαλύσει. Η μοναδική αντίδραση από τη μεριά των διαδηλωτών ήταν να
κάθονται κάτω στο δρόμο και να ψάλλουν τον εθνικό ύμνο. Βέβαια υπήρχαν
και οι πιο ζωηροί, που πετούσαν στους αστυνομικούς νεράντζια και πέτρες,
αυτοί όμως ήταν λίγοι και αντιμετωπίζονταν από” την αστυνομία.
Το εργατικό κίνημα βρισκόταν σε
αδράνεια. Η φυσική του ηγεσία είχε κλειστεί στις φυλακές, είχε
εξοριστεί ή είχε εκτελεστεί. Η ΓΣΕΕ, που κυριολεκτικά είχε καταληφθεί με
τα όπλα από την αντίδραση, δεν ήταν απλά και μόνο όργανο της
κυβερνητικής συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας αλλά κυριολεκτικά όργανο της
«εθνικής» Ασφάλειας. Ο εργάτης βρισκόταν ανυπεράσπιστος στα χέρια της
εργοδοσίας και της Ασφάλειας. Φτωχός, αμόρφωτος, κακομοίρης, τη μόνη
διέξοδο που διέβλεπε ήταν τα κάτεργα της Γερμανίας ή του Καναδά.
Είναι ο εργάτης μετανάστης του
Καζαντζίδη που μόνο οίκτο προκαλούσε. Παρ” όλα όμως τα μέτρα που πήρε η
αντίδραση, δεν μπόρεσε να κρατήσει το εργατικό κίνημα σε πλήρη αδράνεια.
Το παράδοξο είναι ότι το έναυσμα το έδωσε ο ίδιος ο Μακρής που
κυριολεκτικά ήταν πράκτορας της Ασφάλειας. Αφορμή υπήρξε η απόφαση που
πήρε ο υπουργός Εργασίας, ο Μάρτης, να καταργήσει ή να περικόψει τους
πόρους της Εργατικής Εστίας με τους οποίους τρέφονταν όλα αυτά τα
παράσιτα του κυβερνητικού «συνδικαλισμού». Οι απεργιακοί αυτοί αγώνες
ελέγχονταν βέβαια από τον Μακρή, που προσπάθησε να τους ντύσει και με τα
πέπλα της εθνικοφροσύνης και του αντικομμουνισμού. Το βασικό όμως ήταν
ότι η εργατική τάξη είχε μπει ήδη σε κίνηση.
Στην πορεία της αυτή, όχι μόνο
έκανε κουρέλια τα πέπλα του αντικομμουνισμού και της εθνικοφροσύνης,
αλλά έσπασε και τις αλυσίδες που έβαλαν στο δρόμο της οι ηττοπαθείς
σταλινικοί ρεφορμιστές και έδωσε μια γερή γροθιά στη μύτη του
χωροφύλακα. Το Δεκέμβρη του ’60 και το Γενάρη του ’61, όταν μεσουρανούσε
η καραμανλική τρομοκρατία, ξέσπασαν οι απεργίες των οικοδόμων. Τα
οικοδομικά σωματεία είχαν διαγραφεί από τη ΓΣΕΕ γιατί δεν έδωσαν τους
αντικομμουνιστικούς όρκους πίστης που ζητούσε ο Μακρής και βρίσκονταν
κάτω από τον έλεγχο της ΕΔΑ. Υπήρχαν πράγματι καυτά αιτήματα, καθώς οι
συνθήκες εργασίας στην οικοδομή ήταν από απάνθρωπες μέχρι βάρβαρες.
Όλες σχεδόν οι κινητοποιήσεις
των οικοδόμων, ακόμη και η πιο μικρή, έπαιρναν (και εξακολουθούν να
παίρνουν) λίγο-πολύ και πολιτικό χαρακτήρα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός
ότι οι διεκδικήσεις των οικοδόμων δεν απευθύνονταν τόσο προς τους
πολυάριθμους συγκυριακούς και σκόρπιους εργοδότες όσο προς το κράτος και
αφορούσαν θέματα κοινωνικής ασφάλειας, συνθήκες εργασίας και ωράρια.
Αυτός ο χαρακτήρας του οικοδομικού κινήματος ενισχυόταν από το γεγονός
ότι η οικοδομή ήταν ένα άσυλο για τον κάθε κατατρεγμένο. Αυτή την
ιδιομορφία του οικοδομικού κινήματος θέλησε να εκμεταλλευτεί η ΕΔΑ και
να δώσει στο ανερχόμενο εργατικό κίνημα κάποιο πολιτικό χαρακτήρα. Τα
πολιτικά αιτήματα που προωθούσε η ΕΔΑ ήταν ο εκδημοκρατισμός των
συνδικάτων, η κατάργηση του παρακράτους της δεξιάς και ο
«εκδημοκρατισμός του κράτους».
Η πρόθεσή τους ήταν να
κρατηθούν οι κινητοποιήσεις στο πλαίσιο «του νόμου και της τάξης».
Ωστόσο η αγριότητα της αστυνομίας και η αγανάκτηση των οικοδόμων ήταν
τέτοιες που μετέτρεψαν τις διαδηλώσεις σε άγριες συγκρούσεις. Ήταν η
πρώτη φορά μετά το 1949 που οι καταπιεσμένες και εκμεταλλευόμενες μάζες
αντιμετώπιζαν με βία τη βία των οργάνων κρατικής καταστολής. Δεν ήταν
μόνο οι εβδομήντα χωροφύλακες που τραυματίστηκαν σοβαρά στα επεισόδια
αυτά, αλλά και πολλοί άλλοι, που μετά τα γεγονότα υπέβαλαν τις
παραιτήσεις τους. Η ταπείνωση του χωροφύλακα, που για χρόνια ήταν
απόλυτος κύριος της ζωής και της αξιοπρέπειας εκατομμυρίων ανθρώπων,
είχε ένα απελευθερωτικό αποτέλεσμα για το σύνολο των καταπιεσμένων
μαζών.
Τώρα ο εργάτης δεν ήταν ο
κακομοίρης που ζητούσε λύτρωση στα δεσμά της μετανάστευσης. Ήταν ο
γίγαντας που «πρωί με τη δροσιά και μέσα στο λιοπύρι έχτιζε για να
φτάσει τον ήλιο». Ο ανατολίτικος θρήνος του Καζαντζίδη έδωσε τη θέση του
στο αισιόδοξο μαρς του Θεοδωράκη. Όσο για τον οικοδόμο, ξέφυγε από τα
τάρταρα της κοινωνικής περιφρόνησης και έγινε ο πρωταγωνιστής της
πολιτικής σκηνής, όπου κυριάρχησε για εφτά ολόκληρα χρόνια. Από τότε οι
φοιτητές και άλλοι εργαζόμενοι, όταν στις συγκρούσεις τους με την
αστυνομία βρίσκονταν σε δυσκολίες, φώναζαν το σύνθημα «έρχονται οι
οικοδόμοι».
Σ” αυτή την ξέφρενη πορεία το
εργατικό κίνημα παρέσυρε και άλλα πληβειακά στρώματα και κορυφώθηκε το
Μάη του ’63 στην κηδεία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Το αποτέλεσμα ήταν να
σαρωθεί η κυβέρνηση Καραμανλή και να κερδίσει τις εκλογές ο Γεώργιος
Παπανδρέου με την Ένωση Κέντρου (ΕΚ).»
«Οι άνθρωποι που έχτισαν την
Αθήνα» – Ο Μπάμπης Δρακόπουλος, αγωνιστής του μεταπολεμικού κινήματος
των οικοδόμων, περιγράφει με λίγα λόγια πώς έζησε τη μεγαλειώδη απεργία
των οικοδόμων της 1ης Δεκέμβρη του 1960. Το ηχητικό απόσπασμα που
ακούγεται, είναι από την ομιλία που έκανε ο ίδιος το Σάββατο 13/10/2012
στην Εργατική Λέσχη Νέας Σμύρνης σε εκδήλωση με τίτλο: «Κοινωνικοί
αγώνες και πολιτική σύγκρουση την πρώτη μεταπολεμική περίοδο: το
παράδειγμα του κινήματος των οικοδόμων». Στην ίδια εκδήλωση είχε μιλήσει
και η Δήμητρα Λαμπροπούλου, συγγραφέας του βιβλίου: «ΟΙΚΟΔΟΜΟΙ
-Οι άνθρωποι που έχτισαν την Αθήνα»:
Μπορείτε να ακούσετε επίσης ένα
χαρακτηριστικό τραγούδι με τη φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη: «Οικοδόμοι
Παλικάρια, με περήφανη ψυχή…». Γράφτηκε από τον Στέφανο Βαρτάνη και τον
Βάσο Χαλκίδη λίγα χρόνια μετά την μεγάλη απεργία – ορόσημο του 1960 και
είναι χαρακτηριστικό της ‘αίγλης’ που έχαιραν οι «ηρωικοί οικοδόμοι»,
όπως αναφέρονταν μετά την απεργία της 1ης του Δεκέμβρη του 1960.
Παράρτημα:
Τα γεγονότα 1960. Το
συνδικαλιστικό κίνημα λυμαίνονται οι εργατοπατέρες του κυβερνητικού
συνδικαλισμού και όλα τα «σκιάζει η φοβέρα.» Το Κομμουνιστικό Κόμμα
είναι παράνομο, οι διώξεις αποτελούν καθημερινό φαινόμενο και η Ασφάλεια
βρίσκεται παντού. Την ίδια περίοδο, οι πρώτοι απολυμένοι κομμουνιστές
από τις εξορίες και τις φυλακές, καθώς και εκείνοι που δεν μπορούσαν να
βρουν πουθενά αλλού εργασία λόγω των πιστοποιητικών κοινωνικών
φρονημάτων, συγκροτούν στον σχετικά «ελεύθερο» κλάδο των οικοδόμων, μια
σημαντική μαχητική-ριζοσπαστική μαγιά, που δεν αργεί να δώσει καρπούς…
Βρισκόμαστε στα τέλη του 1960 και οι οικοδόμοι εμπαίζονται εδώ και καιρό από τους κρατούντες:
οι διαμαρτυρίες τους απαντιόνταν
με αόριστες υποσχέσεις, τα ψηφίσματά τους κατέληγαν στα συρτάρια των
«αρμοδίων» και τα προβλήματά τους παρέμεναν άλυτα. Σε μια δε από τις
αλλεπάλληλες συναντήσεις της Επιτροπής με τον υπουργό Εργασίας, ο
τελευταίος δεν δίστασε να χαρακτηρίσει προκλητικά τις απεργίες ως
«νοσηρόν σύμπτωμα.» Ο κόμπος πια είχε φτάσει στο χτένι.[1] Τέλη Νοέμβρη
συνεδρίασε στο σπίτι του Κ. Τερζάκη η Παράνομη Κομματική Οργάνωση του
ΚΚΕ, όπου, σύμφωνα με τον Κ. Μπουλντή (μέλος τότε της ΠΚΟ των
Μπετατζήδων), «πάρθηκε η απόφαση οριστικά ότι η απεργία θα γίνει στις
δύο πρώτες μέρες του Δεκέμβρη, αφού θα έχει ολοκληρωθεί [η προετοιμασία
της] σε βάθος και πλάτος σ’ όλο το εργαζόμενο δυναμικό του οικοδομικού
κλάδου.
Ταυτόχρονα θα έχει ενημερωθεί
και ο ελληνικός λαός. Ο χρόνος περνά γρήγορα. Τα αιτήματα των οικοδόμων
σ’ όλο τον ελληνικό λαό με κάθε τρόπο γίνονται γνωστά. Δεν έμεινε χώρος
που να μην έφτασε προκήρυξη των οικοδόμων με τα αιτήματά τους.»[2] Η
προκήρυξη της Συντονιστικής, που τυπώθηκε σε χιλιάδες αντίτυπα και
διακινήθηκε από δεκάδες συνεργία σε κάθε χώρο δουλειάς και
εργατογειτονιά της Αθήνας και του Πειραιά, έγραφε: «Συνάδελφοι,
γνωρίζετε όλοι πολύ καλά ότι με τους αγώνες που πραγματοποιήσαμε και
διεξαγάγαμε τόσον επιτυχώς δώσαμε στους κυβερνώντες να καταλάβουν ότι οι
Οικοδόμοι δεν είναι δυνατόν να ανεχθούν και να καταπιούν καινούργιες
κοροϊδίες.
Και ότι είναι αποφασισμένοι να
αγωνισθούν με ψυχή και καρδιά, ενωμένοι σαν ένας άνθρωπος και σε
απέραντη και ατράνταχτη στρατιά για την λύση των προβλημάτων που τους
απασχολούν…Μόνο με τον αγώνα μας θα κερδίσουμε εκείνα που μας
στερούνε.»[3] «Ετοιμάζεται η μεγάλη, η ηρωική και ιστορική απεργία των
Οικοδόμων», αναφέρει στη μαρτυρία του ο Δ. Πατρέλης (τότε Πρόεδρος των
Κτιστών Αθήνας), «που θα μείνει μεγαλύτερος σταθμός στην ιστορία του
κινήματος.
Πιάτσες, συνοικίες, γιαπιά,
σωματεία σ’ όλη τη χώρα κινητοποιούνται για μια σκληρή πάλη. Αλλιώς τα
προβλήματα δεν πρόκειται να λυθούν. Οι αρμόδιοι, δεν μας υπολογίζουν.
Στις επαφές που έχουμε μας κοροϊδεύουν φανερά. Παίζουν με τη δυστυχία
χιλιάδων ανθρώπων…Στη βάση όλοι οι Οικοδόμοι από μέρα σε μέρα ενώνονται.
Από την ύπαιθρο, από μικρά και μεγάλα σωματεία, από Θεσσαλονίκη, Πάτρα,
Μυτιλήνη, Κρήτη, Λάρισα κλπ. φτάνουν αντιπρόσωποι στην Αθήνα,
εξουσιοδοτημένοι από τις οργανώσεις τους να ζητήσουν άμεσα αγώνα του
κλάδου. Πολλοί ενισχύουν κατά δύναμη και οικονομικά.
Χρειάζονται τεράστια έξοδα τα
οποία θα βγουν από μας. Υπάρχουν Οικοδόμοι που διαθέτουν το μεροκάματό
τους. Άλλοι μπροστάρηδες, τρέχουν μέρες στις οικοδομές για να
ενημερώσουν τους συναδέλφους τους. Ο Λυκιαρδόπουλος και ο Αντωνάτος
βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Μένουν γυμνοί. Το σκέπτονται. Ή μέσα στο
χορό για να μην χρεοκοπήσουν ολοκληρωτικά ή έξω από τον χορό για να
σώσουν την εθνικοφροσύνη τους.
Η απεργία έχει προγραμματιστεί
για την 1η του Δεκέμβρη 1960 μαζί με την Ομοσπονδία. Ο αγώνας γίνεται
από κοινού. Το βάρος, όμως, το σηκώνουμε εμείς. Η Ομοσπονδία στην Αθήνα
είναι με πολύ λίγες δυνάμεις. Υπάρχουν όμως συντηρητικοί, ανοργάνωτοι
Οικοδόμοι, που θα πάρουν μέρος στην απεργία και τη συγκέντρωση πιο
άφοβα. Εμάς μας φοβούνται. Είμαστε αριστεροί συκοφαντημένοι εδώ και
πολλά χρόνια. Τώρα είναι μαζί και η Ομοσπονδία που είναι δεξιά.
Πρέπει να κατέβουν όλοι στο
πεζοδρόμιο.»[4] Και πράγματι, την ημέρα της απεργίας 15.000 οικοδόμοι
κατέκλυσαν το ΕΚΑ δίνοντας το μαχητικό παρόν στην απεργιακή
συγκέντρωση.[5] «Από τις 8 το πρωί οι απεργοί οικοδόμοι συρρέουν από
όλους τους δρόμους προς το Εργατικό Κέντρο Αθηνών. Μέσα σε λίγη ώρα
ολόκληρη η περιοχή από την πλατεία Κουμουνδούρου μέχρι την οδόν Ζήνωνος
έχει κατακλυσθεί από απεργούς. Μια πραγματική ανθρωποθάλασσα που
πάλλεται από ενθουσιασμό για την απόλυτη επιτυχία της απεργίας.
Από τα μεγάφωνα του Εργατικού
Κέντρου ανακοινώνεται ότι σ’ ολόκληρη την Ελλάδα η απεργία εσημείωσε
τεράστια επιτυχία και ότι σε όλα τα Εργατικά Κέντρα της χώρας
πραγματοποιούνται την ίδια στιγμή μεγαλειώδεις πανοικοδομικές
συγκεντρώσεις. Για την απεργία στην Αθήνα γίνεται γνωστό ότι όλα τα
γιαπιά έχουν νεκρωθεί και ότι αστυνομικές δυνάμεις απεστάλησαν σ’ όλες
τις μεγάλες οικοδομές. Αγανάκτηση προκάλεσε στους συγκεντρωμένους η
είδησις ότι η αστυνομία το πρωί διενήργησε συλλήψεις απεργών οι οποίοι
κρατούνται σε διάφορα αστυνομικά τμήματα… Η αστυνομία βρίσκεται από το
πρωί σε πρωτοφανή κινητοποίηση. Σ’ όλους τους δρόμους γύρω από το
Εργατικό Κέντρο έχουν εγκατασταθεί μεγάλες ομάδες αστυφυλάκων εν στολή.
Ομάδες επίσης αστυνομικών έχουν λάβει θέσεις μέχρι την Ομόνοια, ενώ
αστυνομικά αυτοκίνητα πλήρη ανδρών σταθμεύουν σε διάφορα σημεία της
περιοχής.
Γενικά η συγκέντρωσις, πριν
ακόμη αρχίσουν οι ομιλίες ήταν ασφυκτικά πολιορκημένη από ζώνες
αστυνομικών…»[6] «Κατέβηκα στο ΕΚΑ», θυμάται ο Δ. Πατρέλης, «κι οι
Οικοδόμοι είχαν κιόλας γεμίσει τους γύρω δρόμους. Μέσα στα σωματεία
πατείς με-πατώ σε. Άλλοι γράφονταν σαν καινούργια μέλη κι άλλοι πλήρωναν
συνδρομές. Τα μεγάφωνα είχαν στηθεί στους γύρω δρόμους. Το μικρόφωνο
βρίσκονταν στο πρώτο πάτωμα του κτιρίου. Ο Λυκιαρδόπουλος βρίσκονταν
εκεί και κουβέντιαζε με στελέχη του ΕΚΑ…Γύρω-γύρω, τριγύριζαν
αξιωματούχοι της Συνδικαλιστικής Ασφάλειας, με τους κατώτερούς τους.
Ανήσυχοι όλοι αυτοί οι κύριοι, για τις χιλιάδες των Οικοδόμων που
έρχονταν σαν ποτάμια απ’ όλους τους δρόμους…
Ο Λυκιαρδόπουλος θα μιλούσε από
μέρους της Ομοσπονδίας, πρώτος. Μόλις πήρε το μικρόφωνο στο χέρι και
φάνηκε στο παράθυρο, ακούστηκαν λίγα χειροκροτήματα. Όταν άρχισε να
μιλάει περί υπουργού, περί υποσχέσεων αρμοδίων υπηρεσιών και ‘περί καλής
θελήσεως’, για τους σκληρούς αγώνες της Ομοσπονδίας, άρχισαν από κάτω
να τον γιουχαΐζουν. Του φώναζαν ‘έμπα μέσα προδότη’, ‘φύγε
εργατοπατέρα’, ‘να βγει η Συντονιστική να μας μιλήσει’. Κρύος ιδρώτας
τους έκοψε όλους.»[7] Αφού ολοκληρώθηκαν οι ομιλίες, «μέσα σε θύελλα
χειροκροτημάτων και εκδηλώσεων εγκρίνεται ψήφισμα για την αθέτηση των
ρητών υποσχέσεων του κ. Δημητράτου και ζητείται η άμεση επίλυσις των
εκκρεμών αιτημάτων του κλάδου.
Η επιτροπή των εκπροσώπων των
οικοδομικών οργανώσεων Αθηνών-Πειραιώς-Ελευσίνος αναχωρεί για να
επιδώσει το ψήφισμα στον υπουργό Εργασίας. Την στιγμή ακριβώς αυτή οι
αστυνομικοί που βρίσκονται στην οδό Κολωνού και Αγησιλάου βγάζουν ως εκ
συνθήματος τα κλομπς και εφορμούν εναντίον της συγκεντρώσεως κτυπώντας
ανηλεώς τους απεργούς. Επακολουθούν σκηνές πρωτοφανούς αγριότητος. Οι
απεργοί πέφτουν αναίσθητοι από τα κτυπήματα των κλομπς, ποδοπατούνται
από τους αστυνομικούς, ενώ άλλων απεργών τους στρίβουν τα χέρια, τους
ακινητοποιούν και τους χτυπούν στο πρόσωπο, στο στομάχι, στην κοιλιά. Οι
απεργοί υποχωρούν προς το κτίριο του Εργατικού Κέντρου, ενώ χάμω στον
δρόμο σφαδάζουν τραυματίαι οικοδόμοι καταματωμένοι, με σπασμένα κεφάλια
και σχισμένα πρόσωπα.
Η εντελώς απρόκλητη αυτή
επίθεσις των αστυνομικών εναντίον ενός πλήθους που διαδήλωνε ειρηνικά
την αγανάκτησή του για τον εμπαιγμό που υφίσταται, προκαλεί φοβερή οργή.
Γυναίκες που από τα παράθυρα των γύρω σπιτιών παρακολουθούν τις σκηνές
φωνάζουν: ‘Χειρότερα από τους Γερμανούς’! Ενώ η επίθεσις των αστυνομικών
συνεχίζεται εναντίον των εργατών που κουβαλούν στους ώμους τους
τραυματισμένους συναδέλφους τους, η μάζα των απεργών ανασυντάσσεται
μπροστά στο Εργατικό Κέντρο και όταν οι αστυνομικοί επιτίθενται εκ νέου
για να τους διαλύσουν οι οικοδόμοι αμύνονται απεγνωσμένα και προσπαθούν
με τα σώματά των να συγκρατήσουν την επίθεση. Τα κτυπήματα με τα κλομπς
δεν σταματούν ούτε στιγμή. Αστυνομικά αυτοκίνητα σφυρίζοντας
δαιμονισμένα φθάνουν στον τόπο των επεισοδίων και αδειάζουν συνεχώς
αστυνομικούς.
Στην οδόν Πειραιώς, στο ύψος της
πλατείας Ωδείου, καταφθάνουν μεγάλα στρατιωτικά αυτοκίνητα γεμάτα
στρατό. Οι στρατιώτες κατέρχονται και προχωρούν με τα όπλα προταγμένα
και σε σχηματισμό μάχης… Σε μια στιγμή ακούγονται πυροβολισμοί από την
πλευρά της οδού Πειραιώς και η κραυγή των υποχωρούντων απεργών ‘μας
σκοτώνουν’, ‘ρίχνουν στο ψαχνό’. Η αγανάκτησις φθάνει στο αποκορύφωμά
της. Οι οικοδόμοι αρπάζουν τα ξύλα που βρίσκουν μέσα σε μια αποθήκη της
οδού Αγησίλαου, ξηλώνουν τις πλάκες των πεζοδρομίων και ετοιμάζονται να
αμυνθούν ενεργητικά υπερασπιζόμενοι τη ζωή τους…Οι αστυνομικοί
επιχειρούν νέα, βιαιότερη επίθεση. Αυτή την φορά οι δυνάμεις των
αστυνομικών αποκρούονται από τους οικοδόμους. Πέφτουν οι πρώτες πέτρες
και οι αστυνομικοί οπισθοχωρούν προσπαθώντας να καλυφθούν στις παρόδους
της οδού Αγησιλάου η οποία καταλαμβάνεται και πάλι από τους απεργούς. Σε
λίγο όμως και ενώ στο μεταξύ έχουν καταφθάσει ενισχύσεις η αστυνομία εκ
νέου εφορμά.
Οι απεργοί καλυπτόμενοι πίσω από
τα αυτοκίνητα Ι.Χ. που βρίσκονται στην οδό Αγησιλάου ρίχνουν πέτρες και
τούβλα κατά των επιτιθέμενων. Οι αστυνομικοί φθάνουν μέχρι τα
αυτοκίνητα αλλά είναι αδύνατον να προχωρήσουν. Τώρα αρπάζουν και αυτοί
από χάμω πέτρες και τις ρίχνουν κατά των απεργών. Ένας φοβερός
πετροπόλεμος αρχίζει. Ισχυρή αστυνομική δύναμις επιτίθεται από την οδό
Βούλγαρη και κόβει τους απεργούς σε δύο τμήματα. Νέα μεγάλη μάχη
αρχίζει. Οι αστυνομικοί απωθούν τους οικοδόμους κάτω από το Εργατικό
Κέντρο. Στο μεταξύ από την πλευρά της οδού Κολοκυνθούς εκδηλώνεται άλλη
επίθεσις των αστυνομικών οι οποίοι φορούν κράνη και αντιασφυξιογόνες
προσωπίδες. Ένας αστυνόμος βγάζει το περίστροφό του και πυροβολεί. Ένας
νέος εργάτης πέφτει αιμόφυρτος.
Η επίθεσις των αστυνομικών
συνεχίζεται και στις δύο πλευρές. Βροχή από πέτρες εξαπολύεται και από
τις δύο πλευρές. Μεταξύ των απεργών και των αστυνομικών έχει τώρα
δημιουργηθεί μια ‘νεκρή ζώνη.’ Στην οδό Κεραμεικού αστυφύλακες σπάζουν
και αυτοί πλάκες των πεζοδρομίων και εφοδιάζουν τους συναδέλφους τους.
Σε μια στιγμή πλάι στα αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα ξεπηδά μια λουρίδα
φωτιάς. ‘Δακρυγόνα’!…Η φωτιά από τα δακρυγόνα μεταδίδεται στην βενζίνη
που έχει χυθεί από ένα αναποδογυρισμένο αυτοκίνητο το οποίο αναφλέγεται.
Οι υποχωρούντες απεργοί επιδιώκουν να φθάσουν στο κτίριο του ΕΚΑ. Στην
‘μάχη’ που εξακολουθεί οι αστυνομικοί τρέπονται εις φυγήν αφήνοντας την
οδό Αγησιλάου ελεύθερη. Ο δρόμος παρουσιάζει ένα άγριο θέαμα καθώς είναι
καλυμμένος από πέτρες, φέιγ-βολάν, από αίματα και από καπέλα
αστυφυλάκων και αστυνόμων που τα εγκατέλειψαν κατά την φυγήν των.
Το πανδαιμόνιο που κάνουν οι
σειρήνες των αστυνομικών αυτοκινήτων, των πυροσβεστικών αντλιών και των
ασθενοφόρων αυτοκινήτων που αρχίζουν να καταφθάνουν, οι κραυγές
διαμαρτυρίας των απεργών, οι οιμωγές των τραυματισμένων δημιουργούν μια
εφιαλτική ατμόσφαιρα.»[8] Ακολούθησε μια σχετική ηρεμία. Κατόπιν, έφθασε
στο Εργατικό Κέντρο ο Αστυνομικός Διευθυντής Αθηνών Θ. Ρακιτζής,
οποίος, επανειλημμένα και «στο λόγο της τιμής του», διαβεβαίωσε τα μέλη
της Συντονιστικής πως, αν διαλύονταν «ησύχως», κανείς απεργός δεν θα
συλλαμβάνονταν. Όντως, οι αστυνομικές δυνάμεις απομακρύνθηκαν και οι
πόρτες του ΕΚΑ άνοιξαν. Ωστόσο, «απ’ όσους φεύγανε κάνανε αρκετές
συλλήψεις. Ο Δ/ντης της αστυνομίας δεν κράτησε το λόγο της τιμής
του.»[9] Ο απολογισμός της κατασταλτικής μανίας του αστικού κράτους: 173
συλλήψεις και 66 τραυματίες (3 από σφαίρες). «Για πρώτη φορά στην
Ελλάδα εχρησιμοποιήθησαν καπνογόνες και δακρυγόνες βόμβες.» Στη διάρκεια
των συγκρούσεων τραυματίστηκαν επίσης 55 αστυνομικοί, τους οποίους
επισκέφτηκε στο νοσοκομείο ο ίδιος ο Διάδοχος του Θρόνου Κωνσταντίνος
δηλώνοντας «ικανοποιημένος» με «τον τρόπον με τον οποίον αντιμετώπισε
τους διαδηλωτάς η αστυνομία.»
[10] Σύσσωμος ο αστικός κόσμος
ξεσπάθωσε κατά των οικοδόμων. Ο υπουργός Εργασίας Α. Δημητράτοςαπέδωσε
την αποκλειστική ευθύνη των γεγονότων –σε ποιους άλλους;- στους
απεργούς, «οι οποίοι κατευθύνονται από γνωστά κομμουνιστικά στοιχεία.»
«Απείλησε» δε πως «δεν θα ανεχθεί ‘έκνομους ενέργειας’ και
‘κομμουνιστικήν δράσιν’ στα συνδικάτα.»[11] Στον ίδιο τόνο, ο υφυπουργός
Εσωτερικών Ε. Καλαντζής, έκανε λόγο για «κομμουνιστές εγκληματίες, οι
οποίοι εις πάσαν ευκαιρίαν επιζητούν την αιματοχυσίαν»,
«προειδοποιώντας» και αυτός με τη σειρά του πως «πάσα παρόμοια
επαναστατική ενέργεια θα αντιμετωπισθεί με την μεγίστην αυστηρότητα»,
προκειμένου να «προστατευθεί η γαλήνη του λαού» και να «παταχθεί η
κομμουνιστική εγκληματικότητα.»[12]
«Οι κομμουνισταί προεκάλεσαν
χθες αιματηράς ταραχάς εις Αθήνας», έγραφε στις 2/12 η Καθημερινή.
«Ουδεμία επιτρέπεται αμφιβολία ότι αι σκηναί υπεκινήθηκαν και
οργανώθησαν υπό των κομμουνιστών, οι οποίοι έρριψαν εις την ‘μάχην’
επίλεκτα στελέχη των.» «Τα αιματηρά γεγονότα», διάβαζε αντίστοιχα ο
τίτλος του ρεπορτάζ της Βραδυνής, «είχον προετοιμασθή υπό των ερυθρών.
Ομάδες του σκληρού πυρήνος ενήργησαν αλλεπάλληλους επιθέσεις κατά
αστυνομικών. Αφήρεσαν και τα περίστροφα τραυματιών.»
«Πρόκειται περί καθαρώς
κομμουνιστικής προκλήσεως», μετέδιδε από τη μεριά του ο ραδιοσταθμός της
Θεσσαλονίκης, «αποσκοπούσα εις την δημιουργία χάους, εις εφαρμογήν
γενικότερου σχεδίου κινητοποιήσεως των επαναστατικών δυνάμεων της
διεθνούς μονάδος κρούσεως… Με τις αιματηρές συγκρούσεις των Αθηνών,
ξαναζωντανεύουν στη μνήμη όλων στιγμές φρίκης [σ.σ. αναφέρεται στο
Δεκέμβρη του 1944]…Υπάρχουν δυστυχώς αφελείς που πίπτουν θύματα της
κομμουνιστικής δημαγωγίας.»[13] Στο «χορό» των αντικομμουνιστικών
δηλώσεων μπήκε επίσης το ΕΚΑ, καταγγέλλοντας τον «κομμουνισμό» που «δια
των πρακτόρων του, ως εις την περίπτωσιν των χθεσινών αιματηρών
γεγονότων, διεδραμάτισε τον εγκληματικόν ρόλον του.»
Αλλά και ο Π. Αντωνάτος (Γ.Γ.
της ΟΟΕ), ο οποίος, σε σχετική του ανακοίνωση τόνιζε: «Η Ομοσπονδία
Οικοδόμων Ελλάδος μετ’ αγανακτήσεως και αποτροπιασμού καταγγέλλει εις
την κοινήν γνώμην τας δολοφονικάς αυτάς μεθόδους του κομμουνιστικού
κόμματος και εκφράζει βαθυτάτην θλίψιν, διότι οι ίδιοι άνθρωποι έγιναν
αφορμή να χυθή δια μίαν ακόμη φοράν αίμα αδελφικόν.»[14] Η απεργία των
οικοδόμων αποτέλεσε πεδίο αντιπαράθεσης και στη Βουλή. Απαντώντας στον
Ι. Πασαλίδη(Πρόεδρο της ΕΔΑ) ο Κ. Καραμανλής (Πρωθυπουργός) τόνισε:
«Είπατε ότι ο τόπος αιματοκυλείται.
Σας λέγω ότι δεν αιματοκυλείται.
Σεις προσπαθείτε να τον αιματοκυλήσετε.» «Τα «οδοφράγματα», υπογράμμισε
ο Ε. Καλαντζής, «μεταφέρουν την σκέψιν του θρησκευτικώς προσηλωμένου
Ελληνικού λαού…εις άλλας περιόδους και εποχάς, αι οποίαι είναι εκείναι
από τας οποίας εξεπορεύθη το πνεύμα της γενικής ανταρσίας κατά του νόμου
και της συστηματικής υπονομεύσεως της αποστολής των οργάνων των Σωμάτων
Ασφαλείας.» «‘Δεκέμβριος!’ αναφώνησε από τα έδρανα ένας βουλευτής που
δεν καταγράφεται το όνομά του.» Ο Γ. Παπανδρέου υπογράμμισε πως «δια τας
ευθύνας των γεγονότων…πρέπον είναι να αναμείνωμεν το πόρισμα της
δικαιοσύνης», ωστόσο, «όσον αφορά άκραν αριστεράν είναι βεβαρημένον το
ιστορικόν της και δεν είναι περίεργον αν μέχρι αποδείξεως την συνοδεύουν
αι υποψίαι.»
«Η δική σας ενοχή είναι βεβαία,
όχι ύποπτος», του απάντησε ο Β. Εφραιμίδης (ΕΔΑ). «Δεν γνωρίζω αν αυτό
ήτο ευφυές εκ μέρους της άκρας αριστεράς», αντέδρασε ο Γ. Παπανδρέου,
«το να ομιλεί κατά τας ημέρας μάλιστα του Δεκεμβρίου περί δικών μου
ευθυνών και ανυπαρξίας ιδικών της, είναι βαρυτάτη πρόκλησις.» «Τον
Δεκέμβριον [σ.σ. του 1944]», επανήλθε ο Β. Εφραιμίδης, «τον επροκαλέσατε
σεις.»[15] Οι οικοδόμοι δεν πτοήθηκαν. Αργά το βράδυ τα σωματεία της
Αθήνας και του Πειραιά αποφάσισαν νέα 24ωρη απεργία για την επόμενη
μέρα.
Στο πλευρό τους τάχθηκαν με ψηφίσματα και απεργίες αλληλεγγύης δεκάδες οργανώσεις:
οι Τυπογράφοι, Μηχανουργοί,
Υποδερματεργάτες και Λογιστές της Αθήνας, οι εργαζόμενοι στο Φωταέριο
και την Ηλεκτρική Εταιρία Αθηνών-Πειραιώς, οι Οδηγοί και Εισπράκτορες
Λεωφορείων, οι Λογιστές, Μηχανουργοί, Νοσηλευτές, Αρτεργάτες και
Υαλουργοί του Πειραιά, κ.α.[16] Στις 2/12 «σαράντα πέντε χιλιάδες
οικοδόμοι των δύο πόλεων [σ.σ. Αθήνας και Πειραιά] πήραν μέρος στην
απεργία που απετέλεσε μια συγκλονιστική εκδήλωση αλληλεγγύης στα θύματα
της άγριας επιθέσεως –συλληφθέντας και τραυματισθέντας- και μια
αποστομωτική απάντησις στις σοφιστείες της κυβερνήσεως περί
‘υποκινητών’, ‘κομμουνιστικού δακτύλου’ κλπ.
Η κυβέρνησις του μίσους
εξαπέλυσε και πάλι χθες τις αστυνομικές δυνάμεις και τα μηχανοκίνητα
εναντίον των οικοδόμων οι οποίοι εδέχθησαν εντελώς απρόκλητα βίαιες
επιθέσεις στα επαγγελματικά των καφενεία [σ.σ. πιάτσες] και στους
δρόμους. Έγιναν επίσης πολλές συλλήψεις απεργών…Η Αθήνα παρουσίαζε και
χθες την όψη στρατοκρατούμενης πόλεως… Οι 45.000 οικοδόμοι επειθάρχησαν
απολύτως στην απόφαση των σωματείων τους, η οποία μεταδόθηκε από στόμα
σε στόμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι
οικοδόμοι όταν ειδοποιούντο για την συνέχιση της απεργίας απαντούσαν:
‘Και χωρίς να μας το λέγατε δεν θα πηγαίναμε αύριο στην δουλειά.
Μας φωνάζει το αίμα των
συναδέλφων μας’. Σε ορισμένες οικοδομές που οι εργάτες έπιασαν το πρωί
δουλειά μόλις επληροφορούντο την απόφαση για απεργία άφηναν αμέσως τα
εργαλεία και έφευγαν από την οικοδομή. Σε πολλά γιαπιά έβλεπε κανείς
χθες κασμάδες μπηγμένους στην γη, φτυάρια μέσα στη λάσπη, κομπρεσέρ μέσα
στο έδαφος, όπως δηλαδή τα εγκατέλειψαν οι εργάτες την στιγμή που
έμαθαν ότι οι συνάδελφοί των απεργούν. Κατεβλήθησαν απεγνωσμένες
προσπάθειες να ‘πεισθούν’ έστω και ελάχιστοι οικοδόμοι να πιάσουν
δουλειά σε ορισμένες οικοδομές του κέντρου των Αθηνών, ώστε να μην
παρουσιάζεται εικόνα πλήρους ερημώσεως.
Οι προσπάθειες αυτές απέτυχαν.
Από το πρωί, ομάδες αστυνομικών ευρίσκοντο έξω από τις μεγάλες κεντρικές
οικοδομές και διενήργησαν συλλήψεις οικοδόμων που περνούσαν από κει.
Ισχυρές επίσης αστυνομικές δυνάμεις είχαν καταλάβει θέσεις στην Ομόνοια
και στους γύρω δρόμους. Το Εργατικό Κέντρο Αθηνών είχε αποκλεισθεί από
αστυνομικούς και απηγορεύετο η είσοδος εργατών…Κατά τη διάρκεια των
επεισοδίων ενεφανίσθησαν στην Ομόνοια και καμιόνια με στρατό.»[17] Η
σημασία της απεργίας, όχι μόνο για τους οικοδόμους, αλλά και για την
εργατική τάξη της χώρας μας συνολικότερα, ήταν ιδιαίτερα μεγάλη. «Ο
πρώτος ιστορικός σταθμός για την ανάπτυξη του συνδικαλιστικού και του
δημοκρατικού κινήματος στη χώρα μας», αναφέρει στη μαρτυρία του ο
παλαίμαχος οικοδόμος Β. Κατσαρός, «είναι το 1960, όταν οι οικοδόμοι
πλέον ξέσπασαν, έβγαλαν τελείως κάθε φόβο από πάνω τους και έφτασαν στο
σημείο πλέον να κάνουνε ολόκληρη, όχι μόνο την ελληνική κοινή γνώμη,
αλλά και την παγκόσμια κοινή γνώμη, να κοιτάει στο πρόσωπό τους μπροστά
σ’ αυτή την τεράστια κίνηση που κάνανε.»
«Ηττήθησαν για πρώτη φορά οι
δυνάμεις του κράτους από το εγχώριο προλεταριάτο», σημειώνει από τη
μεριά του ο Θ. Σταυρόπουλος (συνήγορος υπεράσπισης στη δίκη των
οικοδόμων-βλ. στη συνέχεια). «Ήταν μεγίστης σημασίας αυτό το γεγονός.
Διότι πριν τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1960 όλα τα ‘σκιαζε η φοβέρα και
τα πλάκωνε η σκλαβιά’, από την άποψη της πολιτικής τρομοκρατίας.» «Οι
οικοδόμοι», έγραφε ο Νέος Κόσμος, «έσπασαν τη φοβία που επικρατούσε και
έγιναν το αγωνιστικό παράδειγμα για όλους τους άλλους κλάδους,
αναδείχθηκαν στην πρωτοπορία των κλαδικών αγώνων.»[18] Η απεργία της 1ης
Δεκέμβρη είχε πράγματι και «διεθνή αντίκτυπο.»
Πολλά ξένα έντυπα, όπως η
Πράβντα, ηΜοντ, η Ουνιτά, κ.α., φιλοξένησαν ρεπορτάζ και φωτογραφίες από
τις επιθέσεις της αστυνομίας κατά των απεργών. Στις 9/12 ο ραδιοσταθμός
της Μόσχας, αναφερόμενος «στα δημοσιεύματα των εφημερίδων »Βραδυνή» και
»Απογευματινή» που έφτασαν να ανακαλύψουν και ‘δάκτυλο της
Μόσχας’…παρατήρησε ότι για να ικανοποιήσουν τα αφεντικά τους και να
κρύψουν τους πραγματικούς ενόχους των τραγικών γεγονότων της Ελλάδας, οι
ενσυνείδητοι κονδυλοφόροι γράφουν για τον ανύπαρκτο δάκτυλο της Μόσχας,
ελπίζοντας έτσι να καμουφλάρουν τον πραγματικό δάκτυλο της Ουάσινγκτον.
Αν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες
πεινούν, αν στους δρόμους περιπλανώνται άνεργοι, αν τα παιδιά δεν έχουν
τη δυνατότητα να πάνε σχολείο, αιτία γι’ αυτό είναι κατά πρώτο λόγο τ’
αβάσταχτα βάρη των εξοπλισμών που επέβαλαν στην Αθήνα οι αμερικάνοι
‘ευεργέτες’ οι οποίοι την παρέσυραν στον επιθετικό συνασπισμό του
ΝΑΤΟ…γιατί τα αμερικάνικα, αγγλικά και δυτικογερμανικά και άλλα
μονοπώλια τυλίγουν την Ελλάδα με υποδουλωτικές συμφωνίες…Οι επινοήσεις
για το ‘δάκτυλο της Μόσχας’ χρειάζονται στους λακέδες της Ουάσιγκτον για
να δικαιολογήσουν στα μάτια του λαού την επιθετική ατλαντική γραμμή που
ακολουθούν με ζήλο οι ιθύνοντες ελληνικοί κύκλοι.»[19] [1] Αυγή,
29/11/1960 [2] Μπουλντής Κ, 2005, σελ.120 [3] Αυγή, 29/11/1960,
1/12/1960 [4] Όπως παρατίθεται στο Στάβερης Η,
Οικοδόμοι:
Ηρωικοί αγώνες μιας 7ετίας
1960-1967, εκδ. «Παρασκήνιο», Αθήνα2003, σελ.78 [5] «Καθολική επιτυχία»
σημείωσε η απεργία και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, τη Θεσσαλονίκη (όπου
2.000 οικοδόμοι έλαβαν μέρος στην απεργιακή συγκέντρωση στο ΕΚΘ), την
Πάτρα (πάνω από 1.000 οικοδόμοι στη συγκέντρωση), το Αγρίνιο, τη Ρόδο,
το Ηράκλειο, τα Χανιά, την Λάρισα, τη Μυτιλήνη, κ.α. Αυγή, 2/12/1960 [6]
Αυγή, 2/12/1960 [7] Όπως παρατίθεται στο Στάβερης Η, ό.π., σελ.79 [8]
Αυγή, 2/12/1960 [9] Μαρτυρία Χρήστου Τσεσμελή (ΑΟΟ). «Συλλήψεις»,
πρόσθεσε στη συνέχεια ο Χρ. Τσεσμελής, «έγιναν αρκετές, δεν θυμάμαι
πόσες συγκεκριμένα. Εγώ, αφού έδιωξα όλους τους οικοδόμους, έμεινα με
τον Λυκιαρδόπουλο στο Εργατικό Κέντρο.
Μπροστά μου στεκότανε κάποιος
της Ασφάλειας της Αθήνας ο οποίος λεγότανε Βλάσης κι ερχόταν προς το
μέρος μου για να με συλλάβει. Φαίνεται όμως ότι εκείνη τη στιγμή, καθώς
ήμουνα με τον Λυκιαρδόπουλο, ο Λυκιαρδόπουλος του έγνεψε να μη με
συλλάβει κι ο Βλάσης υποχώρησε και τραβήχτηκε.» [10] Αυγή, 2/12/1960,
Ελευθερία, 2/12/1960 [11] Αυγή, 2/12/1960. «Οι μαχητικές απεργιακές
εκδηλώσεις», τόνισε μεταξύ άλλων, «γίνονται για να αποσπασθεί η προσοχή
της κοινής γνώμης από τα επιτεύγματα της κυβερνητικής πολιτικής»! [12]
Καθημερινή, 2/12/1960 [13] Καθημερινή, 2/12/1960, Βραδυνή, 2/12/1960,
Έγγραφο:Σχόλια των Ρ/Σ Αθήνας και Θεσσαλονίκης για τα επεισόδια στη
διαδήλωση των οικοδόμων στην Αθήνα, 2/12/1960 (Αρχείο ΚΚΕ).
Τις επόμενες μέρες, τα αστικά
μέσα «ενημέρωσης» συνέχισαν να τροφοδοτούν τον αντικομμουνισμό και την
τρομοϋστερία που σύσσωμος ο αστικός πολιτικός κόσμος προσπάθησε να
περάσει στη συνείδηση του κόσμου έναντι των ταξικών αγώνων. «Αδιάψευστα
στοιχεία αποδεικνύουν ότι το ΚΚΕ υπεκίνησε και οργάνωσε αιματηράς
ταραχάς», έγραφε η Βραδυνή στις 8/12/1960, προσθέτοντας: «Από μακρού
κατεβάλλετο προσπάθεια προς διείσδυσιν εις τα εργατικά σωματεία και
μαχητικάς εκδηλώσεις.»
Την ίδια μέρα ο ραδιοσταθμός της Αθήνας εξέπεμπε:
«Μόνιμος επιδίωξις των
κομμουνιστών είναι η αναταραχή…Τα αιματηρά αυτά γεγονότα επροκάλεσαν όχι
μικράν φρικίασιν εις εκείνους οι οποίοι έζησαν τον Δεκεμβριανόν
εφιάλτην, διότι τους υπενθύμισαν ότι ο κομμουνιστικός κίνδυνος είναι
μόνιμος.» Έγγραφο 230525: Ρ/Σ Αθηνών 8/2/1960 – Σχόλιο του Θ.
Παπακωνσταντίνου με τίτλο ‘Ένας μικρός Δεκέμβρης’, σχετικά με τα
επεισόδια στην απεργία των οικοδόμων (Αρχείο ΚΚΕ) [14] Καθημερινή,
2/12/1960 [15] Καθημερινή, 2/12/1960, 3/12/1960 και Πρακτικά των
Συζητήσεων της Βουλής, όπως παρατίθενται στο Λαμπροπούλου Δ, Οικοδόμοι:
Οι άνθρωποι που έχτισαν την Αθήνα 1950-1967, εκδ. «Βιβλιόραμα», Αθήνα,
2009, σελ.337 [16] Αυγή, 2/12/1960 [17] Αυγή, 3/12/1960 [18] Βλ.
αντίστοιχα: Συνέντευξη Βασίλη Κατσαρού (ΑΟΟ), Ζωιτοπούλου-Μαυροκεφαλίδου
Κ (επ.),
Όταν η οργή ξεχειλίζει, εκδ.
«Επιτροπή Πρωτοβουλίας», Αθήνα, 2006, σελ.132, «Οικοδόμοι-τρία χρόνια
στην πρώτη γραμμή των εργατικών αγώνων», στο Νέος Κόσμος, τ.12, 1963,
σελ.50 Ενδεικτικό ίσως του σεβασμού που κατέκτησαν, ήταν και το γεγονός
πως «μετά τη συγκλονιστική απεργία και γεγονότα που ακολούθησαν…οι
οικοδόμοι μπορούσαν να μπαίνουν στα λεωφορεία, στα τρόλεϊ και στο τρένο
με τα εργαλεία τους.» Κάτι, που μέχρι πρότινος δεν τους επιτρέπονταν.
Μαρτυρία Δ. Κουτσούνη, στο Ζωιτοπούλου-Μαυροκεφαλίδου Κ (επ.),
Όταν η οργή ξεχειλίζει, εκδ.
«Επιτροπή Πρωτοβουλίας», Αθήνα, 2006, σελ.64 [19] Έγγραφο 287163: Ρ/Σ
«ΦΑ» 1960/12/10 ΑΔ 344 – Εκπομπή με βάση σχόλιο του Ρ/Σ «Μόσχας» για το
ματοκύλισμα των απεργών οικοδόμων από την κυβέρνηση και Έγγραφο 290242:
Ρ/Σ «ΦΑ» 1960/12/20 – Σχόλιο με τίτλο ‘Η πλειοψηφία των ελληνικών
εφημερίδων επικρίνουν την κυβέρνηση για την βάρβαρη επίθεση της
αστυνομίας κατά των απεργών οικοδόμων(Αρχείο ΚΚΕ) ****
Πηγές:pandiera.gr ,erodotos webblog μέσω:toperiodiko.gr
*κολάζ Lefteria
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.