Δεν έχουν περάσει μέρες που ο Έρικ Σμιντ, επικεφαλής της πασίγνωστης εταιρείας, στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί την εκτεταμένη φοροδιαφυγή της Google("εξοικονόμησε" 3,6 δισ. ευρώ σε φόρους το 2015 μετακινώντας περίπου 14,9 δισ. ευρώ σε μια εταιρεία "κέλυφος" στις Βερμούδες), δήλωνε: «Δίνουμε πολλά χρήματα σε φόρους. Πληρώνουμε τα νόμιμα που προβλέπονται. Είμαι πολύ περήφανος για τη φορολογική δομή που έχουμε δημιουργήσει. Το κάναμε με βάση τα κίνητρα που προσφέρουν οι κυβερνήσεις. Αυτό λέγεται καπιταλισμός. Είμαστε περήφανοι καπιταλιστές…».
Καπιταλισμός
όμως χωρίς εργασιακό Μεσαίωνα, δεν στέκεται. Έτσι οι εργαζόμενοί της
έφτασαν μέχρι και να μηνύσουν την εταιρεία - κολοσσό για τις πρακτικές
της , που θυμίζουν κάτι που όπως το περιγράφουν μοιάζει με… χούντα.
Την αρχή
έκανε ένας από τους διευθυντές της εταιρείας, ο οποίος κατέθεσε μήνυση
κατά της Google κατηγορώντας την για την «πολιτική λειτουργίας» της. Τι
ήταν αυτό που τον οδήγησε στη Δικαιοσύνη; Το γεγονός ότι η εταιρεία
απαγορεύει στους υπαλλήλους της να μοιράζονται τις επαγγελματικές
ανησυχίες τους με άλλους συναδέλφους, μετόχους της εταιρείας ή με τα
Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Ο διευθυντής, ο οποίος αναφέρεται στη δικογραφία με το γενικό όνομα «John Doe», ανέφερε στην αγωγή του ότι οι κανόνες που η Google επιβάλλει στους εργαζόμενους της, παραβιάζουν διάφορους πολιτειακούς εργασιακούς νόμους.
Ο ίδιος
ισχυρίζεται ότι οι εμπιστευτικές συμφωνίες που είναι υποχρεωμένοι να
υπογράψουν όλοι οι εργαζόμενοι της Google, στην ουσία τους απαγορεύουν
να πουν οτιδήποτε για την εταιρεία, ακόμα και μεταξύ τους!
Όπως
αναφέρει η αγωγή, ο ορισμός περί του τί υποπίπτει στην κατηγορία μη
μεταβιβάσιμης και εμπιστευτικής πληροφορίας είναι, σύμφωνα με την
εταιρεία, «κάθε πληροφορία, χωρίς όριο, σε οποιαδήποτε μορφή που αφορά
την Google ή τις εργασίες της Google που δεν είναι γενικά γνωστές».
Ο
εκπρόσωπος της εταιρείας από την πλευρά του, δήλωσε ότι οι κατηγορίες
εναντίον της εταιρείας «είναι αβάσιμες» και οι συμφωνίες
εμπιστευτικότητας έχουν σχεδιαστεί για να προστατέψουν ευαίσθητες
πληροφορίες, όχι να εμποδίσουν τους υπαλλήλους να συζητούν, άλλα θέματα,
όπως π.χ. για τις συνθήκες εργασίας τους και για τις αμοιβές τους κλπ.
Ωστόσο,
όπως αναφέρεται στην αγωγή, οι εργαζόμενοι όταν προσλαμβάνονται
υποχρεούνται να υπογράψουν όρους που δεν τους αφήνουν ελεύθερους να
διεκδικήσουν τα εργασιακά τους δικαιώματα, όπως πχ το ότι δεν μπορούν να
συζητήσουν για τους μισθούς τους ή να δώσουν πληροφορίες σε
κυβερνητικούς οργανισμούς.
Τα «παράπονα» δεν σταμάτησαν όμως εκεί. Ένας ακόμη εργαζόμενος κατέθεσε προσφυγή, καταγγέλλοντας ότι η Google χρησιμοποιεί ένα «πρόγραμμα παρακολούθησης»,
για να προλαβαίνει διαρροές μεταξύ των υπαλλήλων. Σύμφωνα με την
καταγγελία που έφτασε στο Εθνικό Συμβούλιο Εργασιακών Σχέσεων των
Ηνωμένων Πολιτειών, η Google φέρεται να αναγκάζει τους εργαζόμενούς της να κατασκοπεύουν ο ένας τον άλλον,
μέσω ενός προγράμματος που ονόμασε «Stopleaks», μέσω του οποίου τους
ζητά να καταγγέλλουν την μετάδοση εμπιστευτικών πληροφοριών. tvxs
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.