…Με ΠΑΣΟΚ – ΝΔ πάνω
από τριάντα χρόνια για να καταρρεύσουν οι αυταπάτες. Με ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ πόσα;
Γράφει –
επιμελείται ο Νίκος Δινόπουλος
ΠΗΓΗ:e-KOZANH
Διαχρονικά, η «ανάπτυξη»
ήταν και είναι το ηγεμονικά κυρίαρχο προπαγανδιστικό στερεότυπο των δυνάμεων
του αστικού μπλοκ εξουσίας. Το ίδιο προπαγανδιστικό στερεότυπο αναμασούν και τώρα ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, αλλά
και τα κόμματα που γεννοβολάει ο βούρκος του «κέντρου» (Ποτάμι, Λεβέντης
– Ένωση Κεντρώων, Χρυσή Αυγή…).
Η αστική τάξη, το
υπηρετικό πολιτικό προσωπικό των μονοπωλιακών ομίλων, οι δημοσιολόγοι υπηρέτες
του αστικού μπλοκ εξουσίας και του κεφαλαίου δεν κρύβουν τις προθέσεις και τους
στόχους που θέτουν: Την αύξηση των κερδών του κεφαλαίου! Αναγνωρίζουν προκλητικά
και αποδέχονται τη βαναυσότητα της ασκούμενης -απροκάλυπτα ταξικής-
πολιτικής των μνημονίων που επιβάλουν σε συνεργασία με τα υπερεθνικά
ιμπεριαλιστικά κέντρα εξουσίας της ΕΕ και των ΗΠΑ.
Η απειλή πως η ζωή
μας θα γίνει κόλαση αν δεν δώσουμε στις δυνάμεις του αστικού μπλοκ τη
δυνατότητα να συνεχίσουν να μας κυβερνούν είναι το απόλυτο επιχείρημά τους· το
αδυσώπητο «υπάρχουν και χειρότερα», ως απειλή και πρόσταγμα για υποταγή στη
γενοκτονική ταξική πολιτική των εναλλασσόμενων κυβερνήσεων, είναι η μόνη ελπίδα
που προσφέρει στον κόσμο της εργασίας το αποχαλινωμένο αστικό μπλοκ εξουσίας
και το εξωχώριο ευρωατλαντικό ιμπεριαλιστικό μπλοκ της ΕΕ και των ΗΠΑ.
Συνεχίζουν με τα
ίδια επιχειρήματα που αναμασούν από την εποχή που ψήφισαν τη διαβόητη συνθήκη
του Μάαστριχτ. Συνεχίζουν και σήμερα να αποσυνδέουν την καπιταλιστική κρίση και
την ιμπεριαλιστική ΕΕ από τη βάρβαρη ταξική πολιτική που εφαρμόζουν και
νομοθετούν. Πόσοι θυμόμαστε σήμερα τους μύθους της «ισχυρής Ελλάδας» του ΠΑΣΟΚ
και της «επανίδρυσης του κράτους» της Νέας Δημοκρατίας, μύθοι που κατέρρευσαν
με πάταγο;
«Οι προβεβλημένοι μπροστινοί», οι προπαγανδιστές της υφιστάμενης καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων που παριστάνουν τους δημοσιογράφους, φορώντας τον υποκριτικό μανδύα του «αντικειμενικού», «αδέσμευτου», «υπερκομματικού» «υπηρέτη της ενημέρωσης» και υπερασπιστών των «κατατρεγμένων και αδυνάτων», γράφουν και ομιλούν ωσάν η οικονομία της ελεύθερης αγοράς, τα μονοπώλια και ο ιμπεριαλιστικός μονοπωλιακός καπιταλισμός, το χρηματιστικό κεφάλαιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση έκαναν την εμφάνισή τους χθες, αφ’ ότου, υπό την ηγεμονία του Γερμανικού ιμπεριαλισμού, οι ταξικές κανιβαλικές πολιτικές σάρωσαν και σαρώνουν βίαια τις κοινωνίες της Ευρώπης και τον κόσμο της εργασίας με ή χωρίς μνημόνια.
Συνειδητά σπέρνουν ψεύτικες ελπίδες και αυταπάτες, με ευχολόγια για την επανίδρυση της ιμπεριαλιστικής Ευρωπαϊκής Ένωσης των μονοπωλίων και του χρηματιστικού κεφαλαίου σε Ευρωπαϊκή Ένωση των εργαζομένων, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης, μέσα από τις δομές εξουσίας των ανεξέλεγκτων υπερεθνικών μηχανισμών του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού των μονοπωλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τους υπεράκτιους (offshore) φορολογικούς παραδείσους.
«Οι προβεβλημένοι μπροστινοί», οι προπαγανδιστές της υφιστάμενης καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων που παριστάνουν τους δημοσιογράφους, φορώντας τον υποκριτικό μανδύα του «αντικειμενικού», «αδέσμευτου», «υπερκομματικού» «υπηρέτη της ενημέρωσης» και υπερασπιστών των «κατατρεγμένων και αδυνάτων», γράφουν και ομιλούν ωσάν η οικονομία της ελεύθερης αγοράς, τα μονοπώλια και ο ιμπεριαλιστικός μονοπωλιακός καπιταλισμός, το χρηματιστικό κεφάλαιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση έκαναν την εμφάνισή τους χθες, αφ’ ότου, υπό την ηγεμονία του Γερμανικού ιμπεριαλισμού, οι ταξικές κανιβαλικές πολιτικές σάρωσαν και σαρώνουν βίαια τις κοινωνίες της Ευρώπης και τον κόσμο της εργασίας με ή χωρίς μνημόνια.
Συνειδητά σπέρνουν ψεύτικες ελπίδες και αυταπάτες, με ευχολόγια για την επανίδρυση της ιμπεριαλιστικής Ευρωπαϊκής Ένωσης των μονοπωλίων και του χρηματιστικού κεφαλαίου σε Ευρωπαϊκή Ένωση των εργαζομένων, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης, μέσα από τις δομές εξουσίας των ανεξέλεγκτων υπερεθνικών μηχανισμών του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού των μονοπωλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τους υπεράκτιους (offshore) φορολογικούς παραδείσους.
Από το βιβλίο του Ευτύχη Μπιτσάκη «Ρήξη ή Ενσωμάτωση;», στο
κεφάλαιο «Η Αναπτυξιακή Ιδεολογία και Πράξη μετά το 1981»[1]
διαπιστώνουμε πως τα προπαγανδιστικά στερεότυπα του αστικού μπλοκ δεν είναι και
τόσο «νέα»… Στη θέση των ονομάτων – όρων - στατιστικών αριθμών της εποχής αντικαταστήστε
τα με τα αντίστοιχα σημερινά:
«Η ιδεολογία αυτή
δέσποσε κυρίως μετά το 1945, τότε που η Ευρώπη έπρεπε να ανασυγκροτηθεί από τις
καταστροφές του πολέμου. Επίσης καλλιεργήθηκε από τις υποανάπτυκτες χώρες σαν στοιχείο
της αντιαποικιακής ιδεολογίας τους, δηλαδή από χώρες που μετά την εκδίωξη των
αποικιοκρατών θα έπρεπε να κερδίσουν το ιστορικό χαμένο χρόνο. Η αναπτυξιακή
ιδεολογία μπορεί συνεπώς να είναι στοιχείο μιας τεχνοκρατικής ιδεολογίας που
αντιμετωπίζει τα κοινωνικά φαινόμενα από την ταξική σκοπιά του κεφαλαίου, αλλά
επίσης μπορεί να συνιστά στοιχείο μιας προοδευτικής ιδεολογίας, στην υπηρεσία
της εθνικής ανεξαρτησίας.
»Στην Ελλάδα του 1945
η Αριστερά καλλιέργησε την αναπτυξιακή ιδεολογία μέσα στην ευρύτερη προοπτική
της λαΐκοδημοκρατικής εξουσίας και εναντίον της αντιδραστικής ιδεολογίας της
«Ψωροκώσταινας». Αλλά η ίδια ιδεολογία χρησιμοποιείται σήμερα από τους
«νεοφιλελεύθερους» της Δεξιάς, δηλαδή από τους νεοσυντηρητικούς, σαν στοιχείο
της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης και ολοκλήρωσης στα πλαίσια της ΕΟΚ. Η
«ευρωπαϊκή διάσταση», ο μοντερνισμός και τα άλλα ηχηρά των ιδεολόγων της ΝΔ δεν
είναι παρά η ιδεολογική έκφραση, ο ιδεολογικός εξωραϊσμός των συμφερόντων της
μεγαλοαστικής τάξης και των ξένων εταίρων και επικυρίαρχων, τα οποία με μία
απαράδεκτη αφαίρεση οι ιδεολόγοι υψώνουν στο status του
εθνικού.
[…]
»1. Για ποια ανάπτυξη μιλάμε;
»1. Για ποια ανάπτυξη μιλάμε;
»Οι λέξεις: κρίση,
λιτότητα, σταθεροποίηση, ανάκαμψη, ανάπτυξη κλπ., κυριαρχούν αυτές τις ημέρες στον
Τύπο και στην τηλεόραση. Από «πληροφόρηση» έχουμε χορτάσει.
»Αλλά ποιες είναι οι
βαθύτερες αιτίες της κρίσης; Και πώς θα αντιμετωπισθεί; Και ποιες θα είναι οι
κοινωνικές επιπτώσεις της νέας πανάκειας που λέγεται ανάπτυξη, αν τυχόν
επιτευχθεί με τα σημερινά δεδομένα;
»Ο κ. Παλαιοκρασάς μας
μίλησε πάλι για το «ελληνικό θαύμα» -που συντελέστηκε επί ημερών της Δεξιάς.
Φυσικά το αποκορύφωμα του θαύματος έγινε επί ελληνοχριστιανικής δικτατορίας-
μην το ξεχνάμε. Ποιο είναι, λοιπόν, αυτό το θαύμα; Αύξηση, πριν απ' όλα του
«κατά κεφαλήν» εθνικού εισοδήματος. (Το εισόδημα προφανώς διανέμεται ισόποσα
κατά κεφαλήν και κατά στόμα). Εκβιομηχάνιση (του λεκανοπεδίου και της
Ελευσίνας). Δηλαδή; Ληστρική, αναρχική, παρασιτική και εξαρτημένη ανάπτυξη του
ελληνικού καπιταλισμού.
[…]
»Γύρω στο 1980 είχαμε φθάσει
στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Και, την επομένη των εκλογών, το ΠΑΣΟΚ διακήρυξε ότι
παρέλαβε «καμένη γη». Ωστόσο, ποτέ δεν προσδιόρισε τι ακριβώς σήμαινε ο
νεόκοπος όρος. Αντίστοιχα, το ΠΑΣΟΚ δε βάθυνε στα αίτια της κρίσης και δεν επεξεργάστηκε
μια αναπτυξιακή στρατηγική εναρμονισμένη με τα «σοσιαλιστικά οράματά» του. Και φτάσαμε,
μέσα από συμβιβασμούς και αντιφάσεις στη σημερινή κρίση και στα πρόσφατα μέτρα.
»Ποια αίτια, λοιπόν,
μας οδήγησαν στη σημερινή κρίση; Και πώς και σε βάρος ποιων, θα την ξεπεράσουμε;
Η Δεξιά μιλούσε πάντα για εξωτερικούς παράγοντες (πετρέλαιο, πρώτες ύλες,
διεθνή συγκυρία). Το ΠΑΣΟΚ πρόσθεσε και έναν ενδογενή: τις «διαρθρωτικές
αδυναμίες» της οικονομίας, χωρίς να εξηγεί το χαρακτήρα και τα αίτιά τους, αλλά
και χωρίς να ξεχνά τα καύσιμα και τη διεθνή συγκυρία, που συνεπάγεται μείωση των
άδηλων πόρων. Και, με τη «συνεργία» ενδογενών και εξωγενών παραγόντων, το
δημόσιο χρέος ξεπέρασε τα 12 δισεκ. δολάρια και μόνο για τόκους και χρεολύσια
θα πρέπει να πληρώσουμε στην περίοδο 1986-90, πάνω από 15 δισεκ. δολάρια. Από την
άλλη πλευρά το ακαθάριστο εθνικό εισόδημα έμεινε σχεδόν στάσιμο (αύξηση γύρω στο
1,5% το 1985) και οι άνεργοι ξεπέρασαν τις 350.000.
»Τα δεδομένα
συγκεκριμενοποιούν το χαρακτήρα της ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού κατά την
τελευταία εικοσαετία. Αλλά παρά την τραγική κατάσταση, η κυβέρνηση είναι
αισιόδοξη: τα έκτακτα μέτρα συνιστούν ένα «σχέδιο έκτακτης ανάγκης για μια
περίοδο που την υπολογίζουμε σε 1,5-2 χρόνια». Αλλά, αλήθεια, τι προσδοκά η
κυβέρνηση απ' αυτά τα μέτρα; Προσδοκά πράγματι κάποια ανάκαμψη με το πέρασμα
από μια «ήπια μονεταριστική πολιτική» (Σάκης Καράγιωργας) σε μια σκληρότερη;
[…]
»Βρήκαμε λοιπόν το νέο
ιδεολόγημα; «Καταναλώνουμε περισσότερα
απ' όσα παράγουμε». Συνολικά, σαν έθνος, ναι! Αλλά ποιοι «υπερκαταναλώνουν»
και ποιοι «υποκαταναλώνουν»;
Μ' αυτή τη σαρωτική γενίκευση είναι δυνατό να θεμελιωθεί μια επιστημονική
και αποτελεσματική πολιτική; Ένα παράδειγμα: ο μέσος όρος ετήσιου εισοδήματος
για τρεις κατηγορίες φορολογουμένων είναι ο ακόλουθος: Έμποροι - βιομήχανοι, 302.000
δραχμές. Μισθωτοί, 597.000 δραχμές. Συνταξιούχοι, 523.000 δραχμές (Το Βήμα. 15.10.85). Ο μισθωτός
διπλάσιο εισόδημα από το βιομήχανο και ο συνταξιούχος σχεδόν διπλάσιο. Μαγική, αναστραμμένη
εικόνα μιας οικονομίας. όπου ευδοκιμούν οι αεριτζήδες.
»Με την καθήλωση (ουσιαστικά:
με τη μείωση), των εισοδημάτων των εργαζομένων και με την περικοπή των
κοινωνικών δαπανών, η κυβέρνηση ελπίζει να εξοικονομήσει πόρους για τις άμεσες
ανάγκες της οικονομίας. Ταυτόχρονα, με παροχές προς τους βιομήχανους κλπ., η
κυβέρνηση ελπίζει στην αύξηση των επενδύσεων και στην ανάκαμψη. Πρόκειται για
μέτρα που δεν εντάσσονται σε καμιά στρατηγική,
πολύ περισσότερο δεν συμβιβάζονται με οποιαδήποτε σοσιαλιστική προοπτική,
και που στηρίζονται σε μια αόριστη ελπίδα, αντίθετη με την πείρα του
παρελθόνιος.
»Πράγματι, οι
βιομήχανοι θα πάρουν -εφόσον τους συμφέρει- επιχορηγήσεις. Αλλά σε τι θα
επενδύσουν, πού θα επενδύσουν
και τι θα φυγαδεύσουν; Οι «διαρθρωτικές αδυναμίες» της οικονομίας μας, δηλαδή ο
αναχρονιστικός, παρασιτικός και εξαρτημένος χαρακτήρας της, δεν θα μεταβληθεί
με εκκλήσεις και με παροχές. Άλλωστε, η αύξηση της τιμής των καυσίμων και των εισαγομένων
πρώτων υλών και ειδών θα οδηγήσει σε νέο κύμα πληθωρισμού, που θα εξανεμίσει τα
οποιαδήποτε πλεονεκτήματα της υποτίμησης. Ακόμα χειρότερο: η μείωση της αγοραστικής
ικανότητας των λαϊκών στρωμάτων με την αύξηση του πληθωρισμού θα οδηγήσει στο
μαρασμό της αγοράς, στην πτώση της παραγωγής και στην αύξηση της ανεργίας. Και
ο φαύλος κύκλος, όπου το αποτέλεσμα γίνεται αιτία και παράγει νέα, δυσμενέστερα
αποτελέσματα, θα συνεχιστεί.
[…]
»Η κυβέρνηση επιδιώκει
αρχικά τη σταθεροποίηση και σε συνέχεια την ανάκαμψη. Αλλά πως διαχωρίζει τα
δύο στάδια; Και αν η σταθεροποίηση επιτευχθεί με μέτρα μονεταριστικού χαρακτήρα,
με ποιο τρόπο η ανάπτυξη θα αποκτήσει σοσιαλιστική κατεύθυνση; Τελικά, σε βάρος
ποιου προγραμματίζεται η σταθεροποίηση; Ο εκσυγχρονισμός και η ανάπτυξη δεν θα
είναι, λοιπόν, άλλο από την ενίσχυση της θέσης του κεφαλαίου στην οικονομική
(και πολιτική) ζωή της χώρας.
[…]
»Στα τέσσερα χρόνια
που πέρασαν, η κυβέρνηση, ακολουθώντας μια πολιτική χωρίς συνοχή και χωρίς
στρατηγικούς στόχους, κατάφερε να δυσαρεστήσει τους πάντες: το κεφάλαιο, που
είδε με ανησυχία την άνοδο του ΠΑΣΟΚ και που αφέθηκε ασύδοτο (ενδεικτικά: 1500
πλοία άλλαξαν σημαία σ' αυτό το διάστημα) και τα λαϊκά στρώματα, που είδαν να
διαψεύδονται στην πράξη όχι μόνον οι σοσιαλιστικές επαγγελίες, αλλά και το
προπαγανδιστικό για «ακόμα καλύτερες μέρες».
[…]
»Ο πρωθυπουργός [Ανδρέας Παπανδρέου] έκανε ωστόσο λόγο στις προγραμματικές δηλώσεις του για μια τέτοια προοπτική: «Στο δικό μας πρότυπο οι ιστορικές εξαρτήσεις των εργαζομένων έχουν εξαλειφθεί. Καλείται τώρα ο εργαζόμενος να συμμετάσχει σ' ένα πρότυπο ανάπτυξης, που το διαμορφώνει υπεύθυνα ο ίδιος και που αποσκοπεί στη βελτίωση του βιοτικού του επιπέδου και την τελική απελευθέρωσή του από την αποξένωση που του επέβαλε η κεφαλαιοκρατική διάρθρωση της οικονομίας.»
»Ο πρωθυπουργός [Ανδρέας Παπανδρέου] έκανε ωστόσο λόγο στις προγραμματικές δηλώσεις του για μια τέτοια προοπτική: «Στο δικό μας πρότυπο οι ιστορικές εξαρτήσεις των εργαζομένων έχουν εξαλειφθεί. Καλείται τώρα ο εργαζόμενος να συμμετάσχει σ' ένα πρότυπο ανάπτυξης, που το διαμορφώνει υπεύθυνα ο ίδιος και που αποσκοπεί στη βελτίωση του βιοτικού του επιπέδου και την τελική απελευθέρωσή του από την αποξένωση που του επέβαλε η κεφαλαιοκρατική διάρθρωση της οικονομίας.»
»Αλήθεια, σε ποιο νησί
της ουτοπίας συντελούνται όλα αυτά; […] Με την τυπική συμμετοχή των εργαζομένων
στα διοικητικά συμβούλια, αλλάζει λοιπόν ο κεφαλαιοκρατικός χαρακτήρας της
οικονομίας; Και είναι δυνατό να μιλάμε για άρση των ταξικών αντιθέσεων και της
αποξένωσης, σε μια οικονομία όπου δεσπόζει το κεφάλαιο και όπου ο κρατικός τομέας
υπηρετεί βασικά τον αστικό παραγωγικό μηχανισμό;
»Μίλησα στην αρχή για τη
νέα πανάκεια: την ανάπτυξη. Αλλά ανάπτυξη γενικά ούτε υπάρχει, ούτε αποτελεί
πανάκεια. Για ποια ανάπτυξη μιλάμε,
λοιπόν; Για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού καπιταλισμού
ή για την έναρξη μιας διαδικασίας με αντικαπιταλιστική κατεύθυνση; Για την ώρα
δεν βλέπουμε τη δεύτερη επιλογή. Πίσω από την αχλύ των διακηρύξεων διακρίνουμε τα
τεχνοκρατικά μέτρα υπέρ του κεφαλαίου, και την υποταγή των μαζών σε μια αναπτυξιακή
προσδοκία που θα τούς αλλοτριώσει ακόμα πιο ολοκληρωτικά.
[…]
»Αλλά μια αντικαπιταλιστική
πολιτική δεν μπορεί να θεμελιώνεται στην ελπίδα του αστικού εκσυγχρονισμού. Δεν
μπορεί να αποσυνδέει το πρόβλημα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων από το
πρόβλημα των σχέσεων παραγωγής. Δεν μπορεί να χαρίζει την παραγόμενη υπεραξία στο
κεφάλαιο, ελπίζοντας σε επενδύσεις, δηλαδή στην αύξηση της οικονομικής και
πολιτικής του δύναμης.
[…]
»2. Νεοελληνική «ανάπτυξη»
»Αλλά ας επισημάνουμε.
επιγραμματικά, τις ιστορικές ρίζες του προβλήματος.
»Η έννοια ανάπτυξη
έχει ταξικό περιεχόμενο: είναι
είτε κεφαλαιοκρατική, είτε σοσιαλιστική. Πώς πραγματοποιήθηκε λοιπόν και προς
όφελος ποιων πραγματοποιήθηκε η ανάπτυξη στη μεταπολεμική Ελλάδα; Ποιος ήταν ο
χαρακτήρας της; Ποιες ήταν οι συνέπειές της;
»Ας γυρίσουμε 40
χρόνια πίσω. Η υποανάπτυκτη ελληνική οικονομία είχε τότε εξαρθρωθεί από τον
πόλεμο και την κατοχή. Οι λέξεις ανοικοδόμηση, ανασυγκρότηση και ανάπτυξη ήταν
στην ημερήσια διάταξη. Ωστόσο η αστική τάξη, ανίκανη να επωμισθεί την ηγεμονία
για μια «υγιή» κεφαλαιοκρατική, έστω, ανάπτυξη, μουρμούριζε ακόμα τον
προπολεμικό μύθο της «Ψωροκώσταινας»: το μύθο ότι η χώρα μας είναι
καταδικασμένη στη φτώχεια, επειδή στερείται φυσικών πόρων, που θα αποτελούσαν
την προϋπόθεση για να φτάσουμε τις «πολιτισμένες χώρες» της Ευρώπης. Έτσι οι
φυσικές αιτίες ή η κατάρα του Θεού κάλυπταν τις κοινωνικές και πολιτικές αιτίες
της νεοελληνικής αθλιότητας.
»Την εποχή εκείνη η
ελληνική Αριστερά εκονιορτοποίησε τον αστικό - φεουδαρχικό μύθο της
Ψωροκώσταινας. Αμέσως μετά την απελευθέρωση, με πρωτοβουλία του ΚΚΕ και μιας
πλειάδας επιστημόνων, κομμουνιστών και μη, ιδρύθηκε η Εταιρία
Επιστήμη-Ανοικοδόμηση (ΕΠΑΝ) και το Μάη του 1945 κυκλοφόρησε το δεκαπενθήμερο
περιοδικό Ανταίος που εξέφραζε τις απόψεις της ΕΠΑΝ, ενώ ταυτόχρονα ήταν
ελεύθερο βήμα για κάθε προοδευτική άποψη γύρω από το πρόβλημα της
ανοικοδόμησης. Οι μελέτες που δημοσιεύθηκαν στον Ανταίο, άλλες αυτοτελείς μελέτες, και προπαντός το βιβλίο του Δ.
Μπάτση, Η βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα,
απέδειξαν ότι η Ελλάδα ήταν «βιώσιμη»: ότι μπορούσε να λύσει το
ενεργειακό της πρόβλημα, να αποκτήσει βαριά βιομηχανία και συνολικά να γίνει,
με βάση τους φυσικούς πόρους και τις άλλες της δυνατότητες, μια σύγχρονη και
αναπτυγμένη χώρα.
»Αλλά για ποια ανάπτυξη μιλούσε τότε η ελληνική Αριστερά;
Παρά το ότι υπήρχε στα σχετικά
κείμενα και στα προγράμματα κάποιο πνεύμα επιστημονισμού και τεχνοκρατίας, η
συνολική αντίληψη της Αριστεράς ήταν ταξική:
δεν αποσύνδεε την οικονομία από την πολιτική. Την ανοικοδόμηση και την ανάπτυξη
τις είχε εντάξει στην προοπτική της λαϊκοδημοκρατικής εξουσίας και του
σοσιαλισμού.
»Τα γεγονότα είναι
γνωστά. Για να αποτρέψει την εγκαθίδρυση της λαϊκής εξουσίας του ΕΑΜ, η αστική
μας τάξη κάλεσε πρώτα τους Άγγλους και μετά τους Αμερικανούς, οργάνωσε την
πρόκληση του Δεκέμβρη και τον τετράχρονο εμφύλιο πόλεμο. Έτσι εδραίωσε την εξουσία
της και τα προνόμιά της πάνω στα ερείπια της ελληνικής υπαίθρου και στο αίμα των
δεκάδων χιλιάδων θυμάτων του εμφύλιου (αριστερών, δεξιών και απλά θυμάτων).
»Η μεταπολεμική εξαρτημένη
ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του καθεστώτος
της υποτέλειας. Η εξάρτηση διαμορφώθηκε σαν η ιστορική διαδικασία της ενότητας
ενδογενών και εξωγενών παραγόντων. Άρα, η εξάρτηση δεν είναι συνέπεια της
«κακής, τεχνοκρατικής Δύσης», όπως φαντάζονται οι νέοι μαρξίζοντες θεολόγοι
μας, δίδοντας άφεση αμαρτιών στην ελληνική αστική τάξη. Οι ιμπεριαλιστές της Δύσης
ήθελαν να ανακτήσουν τη χαμένη επιρροή στον ελληνικό χώρο και η αστική τάξη μας
είχε ανάγκη από ξένους προστάτες και ξένα όπλα για να συντρίψει την Αριστερά.
Έτσι το καθεστώς της υποτέλειας, η εξάρτηση και η εξαρτημένη ανάπτυξη
διαμορφώθηκαν και λειτούργησαν στο εσωτερικό ενός πλέγματος αντιθέσεων που τις
τροφοδοτούσε η θεμελιακή αντίθεση της νεοελληνικής κοινωνίας: η αντίθεση
ανάμεσα στην αστική τάξη και στο προλεταριάτο (και τους συμμάχους του, με πρώτη
την ελληνική αγροτιά).
»Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε
σ’ αυτά τα πλαίσια, σαν μια οικονομία κομπραδόρων (αν δεν κάνω λάθος ο όρος οφείλεται
στον αείμνηστο Ηλία Ηλιού), δηλαδή σαν μια οικονομία που τη χαρακτήριζαν: Η εξάρτηση
(οικονομική και τεχνολογική) από τις καπιταλιστικές μητροπόλεις. Η επενδυτική προσπάθεια
σε μη βασικούς τομείς, που είχαν άμεση απόδοση. Η ληστρική εκμετάλλευση της εργατικής
δύναμης και των πρώτων υλών (της ελληνικής φύσης). Η στήριξη σε φοροαπαλλαγές
και στη δασμολογική προστασία, που εξασφάλιζαν την επιβίωση του απαρχαιωμένου
παραγωγικού μηχανισμού. Η ανάπτυξη του εμπορομεσιτισμού και των παρασιτικών
κλάδων της οικονομίας και της παραοικονομίας. Συνολικά, η μεταπολεμική ανάπτυξη
ήταν εξαρτημένη, στρεβλή, αντιλαϊκή. Η αστική μας τάξη είχε αποδειχτεί, για
άλλη μια φορά, ανίκανη να πραγματοποιήσει έναν αστικό εκσυγχρονισμό. (Το τελευταίο
βέβαια δεν σημαίνει ότι οι αριστεροί θα ήταν ικανοποιημένοι με έναν τέτοιο
εκσυγχρονισμό, που θα διατηρούσε την ταξική εκμετάλλευση και την ξένη εξάρτηση).
Το «άρπαξε να φας και κλέψε να 'χεις» αποτέλεσε τον κώδικα συμπεριφοράς που
κυριάρχησε στη μεταπολεμική μας οικονομία.
»Το νεοελληνικό
παράδοξο συνίσταται στο εξής: Πως η οικονομία αυτή άντεξε επί 40 χρόνια και δε
χρεοκοπήσαμε το 60, το 70 ή το 80; (Η Δεξιά μας φορτώνει τη σημερινή κρίση στο ΠΑΣΟΚ.
Αλλά η χρεοκοπία του ελληνικού καπιταλισμού είναι έργο δικό της και των ημερών της).
Αλλά ας δούμε πιο συγκεκριμένα το πρόβλημα.
»Το ελληνικό θαύμα μετά
το 1945 προϋποθέτει, βέβαια, κάποια συσσώρευση. Πώς πραγματοποιήθηκε αυτή η συσσώρευση;
Με το ξεζούμισμα της εργατικής τάξης και της αγροτιάς: χαμηλά μεροκάματα για τους
εργάτες (τα χαμηλότερα της Ευρώπης) και χαμηλές τιμές των γεωργικών προϊόντων
(για να μπορούν να επιβιώσουν οι εργάτες και οι μικροϋπάλληλοι). Η συνειδητή αυτή πολιτική συσσώρευε υπεραξία
από τις δύο πηγές πλούτου (την εργατική δύναμη και την αγροτική παραγωγή) και η
υπεραξία αυτή συγκεντρωνόταν στα χέρια του ελληνικού κεφαλαίου (και ως ένα
βαθμό του αστικού κράτους). Έτσι έγινε και έλαμψε το θαύμα του ελληνικού καπιταλισμού.
»Και πρόκειται πράγματι
για θαύμα, αν δούμε πού πήγαν τα κολοσσιαία ποσά της ιδιοποιημένης υπεραξίας.
»Πριν απ' όλα στην
«ανοικοδόμηση» μιας πρωτεύουσας, που συγκέντρωσε βαθμιαία το 40% του πληθυσμού της
χώρας, αποικώντας τον τίτλο της πρώτης
υδροκεφαλικής πρωτεύουσας του κόσμου. Στη μεταπολεμική Αθήνα κατέφυγαν
οι κυνηγημένοι του εμφύλιου πολέμου, οι πεινασμένοι αγρότες, οι προλετάριοι των
μικρών επαρχιακών πόλεων που δεν έβρισκαν δουλειά. Έτσι η Αθήνα καταβρόχθισε,
όχι μόνο την υπεραξία των τελευταίων δεκαετιών, αλλά καταβρόχθισε και
καταβροχθίζει και ένα μέρος από την αγροτική παραγωγή που μεταφέρουν στο κέντρο
οι τέως αγρότες που διατηρούν περιουσία στην ύπαιθρο, καθώς και το προϊόν
εκτεταμένων πωλήσεων γης, που μεταμορφώθηκε σε διαμερίσματα, «θυρωρεία», ταξί και
μικρομάγαζα.
»Η «ανοικοδόμηση» του
αθηναϊκού καρκινώματος συμβάδισε με την ανάπτυξη του σύγχρονου ελληνικού
καπιταλισμού. Αλλά ποια ήταν αυτή η ανάπτυξη;
»Πρώτα η βιομηχανία:
τσιμέντα, λιπάσματα, ζάχαρη, βιομηχανίες τροφίμων που αξιοποιούν ελληνικές πρώτες
ύλες, αλλά είναι τεχνολογικά εξαρτημένες. Εξορυκτική βιομηχανία και
μεταλλουργία, εξαρτημένες ή παραδομένες στους ξένους (αλουμίνιο κλπ.).
Ενεργειακή βιομηχανία, εξαρτημένη ως προς τον κλάδο πετρέλαιο. Χημική
βιομηχανία (χρώματα, φάρμακα, πλαστικά, συνθετικά κλπ.) εξαρτημένη σε πρώτες
ύλες και τεχνολογία, ή ιδιοκτησία ξένων συγκροτημάτων. Ηλεκτρονική, ιδιοκτησία
(μερική ή ολική) ξένων μονοπωλίων. Αυτά ως προς την εξάρτηση, για να μη
μιλήσουμε για τη συγκέντρωση, κυρίως, στην Αθήνα και τις περιβαλλονττικές και
ανθρώπινες επιπτώσεις αυτής της εκβιομηχάνισης.
»Αλλά εκεί που έλαμψε
το ελληνικό επιχειρηματικό δαιμόνιο ήταν ο τομέας των οικοδομών. Το 1951 είχαμε
69.000 οικοδόμους. Το 1971 οι οικοδόμοι είχαν φτάσει τις 260.000. Πού οφείλεται
αυτή η «άνθηση»; Στην ερήμωση της υπαίθρου και στις συνακόλουθες στεγαστικές
ανάγκες και στην κερδοσκοπική εκμετάλλευση της αστικής γης και των ίδιων των
διαμερισμάτων. Ακόμα, στη χρηματοδότηση αυτού του κλάδου (κυρίως στην εποχή της
δικτατορίας) για την τεχνητή και προσωρινή μείωση της ανεργίας. Αλλά βέβαια η
στρεβλή αυτή ανάπτυξη δεν έλυσε το πρόβλημα της απασχόλησης. Έτσι, η
μετανάστευση ήταν η άλλη «διέξοδος» και πληγή: 511.000 μετανάστες όλο το 19ο
αιώνα και μέχρι το 1940, και 1.800.000 από το 1945 και δω.
»Οι ιδιόμορφες
συνθήκες ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού είχαν σαν συνέπεια μια σχετική
διόγκωση των κρατικών επενδύσεων, που αναγκάστηκαν να καλύψουν τομείς που το
ιδιωτικό κεφάλαιο ήταν αδύνατο να καλύψει (ΔΕΗ, ΟΤΕ, Ολυμπιακή, σιδηρόδρομοι,
διυλιστήρια, τσιμέντα, λιπάσματα, χημικά, ζάχαρη κλ.π.). Επίσης ο παρασιτισμός
εκδηλώθηκε και στη διόγκωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων: από 106.000 το
1961, οι δημόσιοι υπάλληλοι έφθασαν τις 242.000 το 1983.
»Έτσι, χάρη στο
νεοελληνικό θαύμα, στο σύνολο του ενεργού πληθυσμού, οι αγρότες από 56% το 1951
έφτασαν το 29% το 1984, ενώ οι ασχολούμενοι με τις «υπηρεσίες» έφτασαν από 28%
στο 41%. Αντίστοιχα, το ακαθάριστο αγροτικό προϊόν έπεσε από 35% το 1948, σε
13% το 1985, ενώ το «προϊόν» από τις «υπηρεσίες», έφτασε από 38% το 1948, σε
53% το 1985. Έτσι οι «υπηρεσίες» ξεπέρασαν κατά 6% το σύνολο της αγροτικής και
της βιομηχανικής παραγωγής!
»Τα παραπάνω λέγονται ανάπτυξη στη γλώσσα της οικονομίας, θαύμα στη γλώσσα της πολιτικής, και καταστροφή των δύο μόνιμων πηγών πλούτου: της γης και των ανθρώπων, στη γλώσσα του Κάρολου Μαρξ. Θα συνεχίσουμε λοιπόν να «αναπτυσσόμαστε» έτσι ή και χειρότερα; Το μέλλον των Ελλήνων βρίσκεται στα επαγγέλματα του μεσάζοντα και του υπηρέτη; Ή μπορεί να υπάρξει μια άλλη προοπτική;». […]
[1]
Τα κείμενα που συγκροτούν τα τρία πρώτα μέρη αυτού του κεφαλαίου
πρωτοδημοσιεύτηκαν, με τη μορφή τριών άρθρων στα Νέα, στις 5/11, 10/12 και 12/12 του 1985. Η κριτική που γίνεται
αναφέρεται, πριν απ' όλα, στα τότε μέτρα για την «ανάκαμψη» της ελληνικής
οικονομίας, τα οποία οδήγησαν στα επόμενα τρία χρόνια στη λιτότητα για τους
πολλούς, στη αστρονομική αύξηση των κερδών των πιο ισχυρών καπιταλιστών και στην
παραπέρα εξάρτηση, ασυναρτησία και μη βιωσιμότητα της οικονομίας. Το τέταρτο
μέρος του παρόντος κεφαλαίου γράφτηκε με βάση τα σημερινά δεδομένα, όπως και οι
τελικές παρατηρήσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.