Ο θάνατος του 22χρονου Γιώργου
Δεντάκου στο νοσοκομείο της Ελευσίνας όπου είχε μεταφερθεί μετά το
εργατικό «ατύχημα» στη Σκάλα Λακωνίας την 1η Αυγούστου (κατά το οποίο
σκοτώθηκαν και δυο άλλοι εργαζόμενοι) ανεβάζει σε δεκαπέντε τον αριθμό
των θανατηφόρων εργατικών «ατυχημάτων» που συνέβησαν από τις 30 Μαΐου
2017.
Θύματα εργοδοτικής τρομοκρατίας
Πιο συγκεκριμένα:
Στις 9 το πρωί της 30ης Μαΐου, 29χρονος διανομέας φαγητού σκοτώθηκε στη Λάρισα, όταν η μηχανή του συγκρούστηκε με φορτηγό. Τον προηγούμενο Μάρτιο (2/3) άλλος ένας διανομέας των Mikel τραυματίστηκε εν ώρα εργασίας και πέθανε λίγες μέρες αργότερα στο νοσοκομείο (στις 12/3).
Τη νύχτα της Παρασκευής 30 Ιουνίου, η Ντανιέλα Πρελορέντζου, εργαζόμενη στην καθαριότητα στο
Δήμο Ζωγράφου, εξέπνευσε από ανακοπή καρδιάς στην αίθουσα καθαριότητας
του Δήμου, ενώ ετοιμαζόταν να ξεκινήσει τη βάρδια της, τη δεύτερη μέσα
σ’ ένα 24ωρο. Ήταν 62 ετών και είχε 4 παιδιά, από τα οποία το ένα
ανήλικο και το άλλο ΑΜΕΑ.
Την Κυριακή 2 Ιουλίου στο ΧΥΤΑ Μαυροράχης τραυματίστηκε βαριά εν
ώρα έκτακτης εργασίας, δηλαδή εκτός προγράμματος ο 45χρονος
συμβασιούχος Άγγελος Παντέλογλου, πατέρας δύο παιδιών. Έξι μέρες
αργότερα, στις 8 Ιουλίου, ο 45χρονος υπέκυψε στα τραύματά του στο
Νοσοκομείο Παπαγεωργίου στη Θεσσαλονίκη, όπου είχε μεταφερθεί. Οι
θάνατοι της Ντανιέλας Λορεντζάτου και του Άγγελου Παντέλογλου συνέβησαν
ύστερα από την διακοπή των απεργιακών κινητοποιήσεων των εργαζομένων
στους ΟΤΑ. Οι εργαζόμενοι έπρεπε να δουλεύουν με εντατικούς ρυθμούς, με
ωράρια πέραν των κανονικών, για τη συλλογή των απορριμμάτων που είχαν
συγκεντρωθεί κατά την απεργία. Μια μορφή τιμωρίας των εργαζομένων επειδή
απήργησαν. Ούτως ή άλλως όμως οι αριθμοί των θανατηφόρων «ατυχημάτων» στους ΟΤΑ είναι μεγάλοι: από τον Ιούλιο του 2014 μέχρι και τις 19 Σεπτεμβρίου του 2016, συνολικά 20 άνθρωποι σκοτώθηκαν εν ώρα εργασίας, 18 εργαζόμενοι και 2 εργαζόμενες. Οι 4 από αυτούς μέσα στο 2014, άλλοι 6 το 2015 και οι υπόλοιποι 10 το 2016.Άλλοι/άλλες 7 τραυματίστηκαν σοβαρά. Τα 9 από αυτά τα «ατυχήματα» αφορούν σε συμβασιούχους.
Την Τρίτη 11 Ιουλίου, 42χρονη εργαζόμενη σε
κατάστημα της αλυσίδας σούπερ μάρκετ «Καρυπίδης», στα Γιαννιτσά, έβαλε
τέλος στη ζωή της. Παρέμενε απλήρωτη για 15 ολόκληρους μήνες, μαζί μαζί
με 1.400 άλλους συναδέρφους/ισσες της που εργάζονταν στα σούπερ μάρκετ
«Καρυπίδης». Ο εργοδότης έκλεισε τα σούπερ μάρκετ, αφήνοντας
απλήρωτους/ες τους/τις εργαζόμενους/ες, χωρίς όμως να κάνει καταγγελία
των συμβάσεων, δηλαδή να τους απολύσει «κανονικά», με αποτέλεσμα, οι
εργαζόμενοι/ες να μην δικαιούνται ούτε αποζημίωση, ούτε επίδομα
ανεργίας, ούτε και το πενιχρό επίδομα επίσχεσης, ενώ ο εργοδότης τους
χρωστούσε μισθούς 15 μηνών. Ο θάνατός της, χωρίς τυπικά να είναι
«ατύχημα» εν ώρα εργασίας, είναι το άμεσο αποτέλεσμα της εργοδοτικής
αυθαιρεσίας και του αντεργατικού νομικού πλαισίου που δίνει τη
δυνατότητα στο κάθε αφεντικό να διαλύει τις ζωές των εργαζόμενων και να
τους οδηγεί στην απελπισία.
Στις 10 Ιουλίου σκοτώθηκε στο Γαλάτσι 23χρονος διανομές φαγητού που εργαζόταν σε καφετέρια στη Λ. Βεΐκου, όταν το μηχανάκι του συγκρούστηκε με αυτοκίνητο (ο τρίτος νεκρός ντελιβεράς εν ώρα εργασίας από τον Μάρτιο).
Στις 26 Ιουλίου, 46χρονος εργάτης που δούλευε σε εταιρεία ανακύκλωσης, σκοτώθηκε στην Παλαιά Εθνική οδό Θεσσαλονίκης-Κιλκίς, όταν ένας γερανός ανατράπηκε και τον καταπλάκωσε.
Στις 28 Ιουλίου, ένας Αιγύπτιος εργάτης σκοτώθηκε στα Χανιά, όταν τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα κατά τη διάρκεια της δουλειάς του.
Την 1η Αυγούστου 2017, δύο νεκροί εργάτες στη
Σκάλα Λακωνία: ένας 51χρονος Βούλγαρος και ένας 37χρονος Έλληνας, ο
Βασίλης Αλεξανδρής, ο οποίος εργαζόταν σε διπλανό σούπερ μάρκετ και
έτρεξε να βοηθήσει τους εργάτες του συνεργείου όταν αυτοί κάλεσαν σε
βοήθεια. Δύο άλλοι μεταφέρθηκαν σε κρίσιμη κατάσταση στο νοσοκομείο. Ο
ένας απ’ αυτούς, ο 22χρονος Γιώργος Δεντάκος, πέθανε τελικά στις 23 Αυγούστου στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν.
Δευτέρα 7 Αυγούστου: νεκρός εργαζόμενος, οδηγός φορτηγού, όταν το όχημα που οδηγούσε συγκρούστηκε με νταλίκα, στην εθνικό οδό Αθηνών - Λαμίας, στο ύψος της Μαλακάσας. Ο οδηγός που έχασε τη ζωή του εργαζόταν στις πτηνοτροφικές επιχειρήσεις «ΣΚΑΛΕΖΑ», «ΜΑΖΑΡΑΚΙ», «ΚΕΛΑΪΔΙΤΗΣ ΕΠΕ» (πρώην «ΒΟΚΤΑΣ»), συμφερόντων Συρίγου. Ήταν πατέρας ενός παιδιού.
8 Αυγούστου 2017: νεκρός ο 42χρονος Αλβανός Antekatrik Ampelarie, όταν ανατράπηκε το κλαρκ που χειριζόταν στο ιχθυοτροφείο όπου δούλευε.
8 Αυγούστου 2017: ο 44χρονος Νίκος Χαλικιάς, εργαζόμενος στο αεροδρόμιο της
Κέρκυρας (το οποίο διαχειρίζεται η κοινοπραξία Fraport-Slentel), πέθανε
εν ώρα εργασίας, στην πίστα του αεροδρομίου, λόγω της υπερβολικής
ζέστης (43 βαθμοί Κελσίου).
11 Αυγούστου: νεκρός ανασύρθηκε 47χρονος εργαζόμενος πατέρας ενός παιδιού, ο οποίος εργαζόταν ως δύτης στις ιχθυοκαλλιέργειες του «Νηρέα» στην περιοχή της Λαγκάδας στη Χίο. Ο 47χρονος πραγματοποιούσε υποθαλάσσιες εργασίες, στις ιχθυοκαλλιέργειες, όταν έχασε τις αισθήσεις του.
19 Αυγούστου 2017: 35χρονος από την Πτολεμαΐδα,
πατέρας δυο ανήλικων παιδιών, που εργαζόταν σε εργολάβο ως χειριστής
ανυψωτικού μηχανήματος κλαρκ στο ορυχείο Καρδιάς του Λιγνιτικού Κέντρου
Δυτικής Μακεδονίας, σκοτώθηκε όταν ανατράπηκε το μηχάνημα και τον
καταπλάκωσε.
Στατιστικά στοιχεία και αιτίες
Ο
αριθμός των εργατικών «ατυχημάτων» και των θανάτων εργατών/εργατριών εν
ώρα δουλειάς βρίσκεται σε μια συνεχή αύξηση τα τελευταία χρόνια.
Σύμφωνα με στοιχεία που διαρρέουν (και δεν ανακοινώνονται επίσημα για
το 2014, 2015 και 2016) από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) υπάρχει μια συνεχής αύξηση απ’ το 2012 και μετά:
2010 εργατικά «ατυχήματα» 5.721 - θανατηφόρα 94
2011 » 5.203 » 70
2012 » 4.858 » 64
2013 » 5.126 » 67
2014 » 5.497 » 63
2015 » 5.930 » 67
2016 » 6.515 » 73
Το πρώτο τρίμηνο του 2017 παρατηρήθηκε αύξηση 15% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2016.
Τα
στοιχεία αυτά όμως είναι τελείως ελλειπή και απέχουν πάρα πολύ απ’ την
πραγματικότητα. Κατ’ αρχάς θα πρέπει να επισημάνουμε, ότι τα στοιχεία
αυτά δείχνουν μια πτώση των εργατικών «ατυχημάτων», μη θανατηφόρων και
θανατηφόρων, μεταξύ του 2010 και του 2012. Η εικόνα αυτή είναι
πλασματική. Η διαφορά οφείλεται στο γεγονός ότι στο διάστημα αυτό η
ανεργία εκτινάχτηκε στα απίστευτα ύψη που συνεχίζει να βρίσκεται, πράγμα
το οποίο σημαίνει ότι η μείωση αφορά σε μείωση του αριθμού των
«ατυχημάτων» και όχι του ποσοστού τους επί των εργαζομένων. Οφείλεται
επίσης στο γεγονός, ότι ένας από τους τομείς που συμβαίνουν τα
περισσότερα «ατυχήματα», δηλαδή της οικοδομής, είναι αυτός που χτυπήθηκε
περισσότερο από την κρίση (και άρα σταμάτησαν οι περισσότερες
δουλειές).
Αλλά
επίσης, τα στοιχεία αυτά αφορούν μόνο περιπτώσεις που γνωστοποιούνται
στο ΣΕΠΕ, δηλαδή ελάχιστες. Τα θανατηφόρα «ατυχήματα» σε γενικές
γραμμές, συνήθως γίνονται γνωστά, το πλήθος όμως των μη θανατηφόρων
εργατικών «ατυχημάτων» σπάνια καταγράφεται από κάποια αρμόδια υπηρεσία.
Σύμφωνα με τη Eurostat (με ανάλυση στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ) εκτιμάται ότι τα εργατικά «ατυχήματα» (με απουσία περισσότερες από τρεις μέρες στη δουλειά, λόγω εργατικού «ατυχήματος»), ήταν:
το 2010 ήταν 15.493, δηλαδή 353 ατυχήματα ανά 100.000 εργαζομένους
το 2011 ήταν 13.527, δηλαδή 331 ατυχήματα ανά 100.000 εργαζομένους
το 2012 ήταν 13.333, δηλαδή 354 ατυχήματα ανά 100.000 εργαζομένους
Παρ’
όλο που οι παραπάνω αριθμοί είναι κατά πολύ περισσότερο μεγαλύτεροι από
τα στοιχεία του ΣΕΠΕ, αφορούν κι αυτοί σε ένα μέρος μόνο εργατικών
«ατυχημάτων» που συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια.
Για παράδειγμα, δεν υπάρχουν καθόλου σχεδόν στοιχεία για τομείς όπως γεωργία, δασοκομία και αλιεία.
Οι αιτίες που προκαλούν αυτά τα «ατυχήματα» σχετίζονται πάντα με την υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας: αύξηση της εντατικοποίησης, αύξηση των ωρών εργασίας, μη τήρηση κανόνων ασφαλείας, εργασία σε ανθυγιεινό και επικίνδυνο περιβάλλον.
Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρει ο
πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Επιθεωρητών Εργασίας
(Π.Ο.Σ.ΕΠ.Ε.) Κλεάνθης Χατζηνικολαΐδης, οι επιχειρήσεις έχουν σταματήσει
μετά το 2010 να επενδύουν σε μηχανολογικό εξοπλισμό, «που πληρούσε και
τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές περί μέτρων ασφάλειας της εργασίας».
Αυτό
δεν σημαίνει μόνο ότι ο μηχανολογικός εξολισμός γίνεται πιο επικίνδυνος
(επειδή δεν ανανεώνεται/συντηρείται) αλλά και ότι σε πολλές περιπτώσεις
μπορεί να είναι πιο συμφέρον για τον εργοδότη να μην χρησιμοποιήσει
μηχάνημα (του οποίου η αγορά και η χρήση κοστίζει) αλλά τα χέρια του
εργάτη, τα οποία οι μνημονιακοί νόμοι τα έχουν κάνει πολύ φτηνότερα
και... αναλώσιμα.
Και
φυσικά αυτό συμβαίνει σε πολύ μεγαλύτερη έκταση στις μεσαίες και μικρές
επιχειρήσεις, αλλά και με την επέκταση του συστήματος των
υποεργολαβειών, και της ευέλικτης εργασίας.
Όπως αναφέρει ο
πρόεδρος του ΠΟΣΕΠΕ: «από το 2009 έως και σήμερα, τα περισσότερα
εργατικά ατυχήματα παρατηρούνται στο χώρο του λιανικού εμπορίου με
σταθερά ποσοστά (20% το 2009 και 21% το 2016) στις κατασκευές, όπου το
ποσοστό είναι μειούμενο, λόγω μείωσης της οικοδομής (από 15% το 2009 στο
7,6% το 2016) στη δημόσια διοίκηση, κυρίως, δήμους (από 3% το 2009 στο
5,7% το 2016), στα νοσοκομεία (από 3,5% το 2009 και 5,4% το 2016) και,
τέλος, στους χώρους αποθήκευσης, στη βιομηχανία τροφίμων και στα
ξενοδοχεία, όπου τα αντίστοιχα ποσοστά διαμορφώνονται σταθερά, από το
2009 έως το 2016, περίπου στο 5,5%.
Η
Αττική είναι η περιοχή όπου έχουν συμβεί και συνεχίζουν να συμβαίνουν
τα περισσότερα εργατικά ατυχήματα στην Ελλάδα. Το 30% περίπου των
εργατικών ατυχημάτων έχουν γίνει σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους που
δραστηριοποιούνται στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Ένας σημαντικός δείκτης
είναι αυτός που αφορά τα αίτια των εργατικών ατυχημάτων. Το 23% των
εργατικών ατυχημάτων οφείλεται σε πτώση (από ύψος ή και στο ίδιο
επίπεδο). Το ποσοστό παραμένει σταθερό από το 2009 και επηρεάζεται,
κυρίως, από τις πτώσεις στο ίδιο επίπεδο που αφορά χώρους εστίασης,
αποθηκευτικούς χώρους, ξενοδοχεία και λιανικό εμπόριο. Το 18% των
εργατικών ατυχημάτων οφείλεται σε απώλεια ελέγχου μηχανήματος
(μηχανήματα έργου–εξοπλισμοί εργασίας, κλπ). Το αντίστοιχο ποσοστό, το
2009, ήταν 14%».
Να
επισημάνουμε ότι η «απώλεια ελέγχου μηχανήματος» οφείλεται σε κούραση
από υπερωριακή εργασία, σε μη σωστή συντήρηση του μηχανήματος και σε πιο
εντατικούς ρυθμούς εργασίας (κυριολεκτικά εξοντωτικούς).
Φυσικά σε όλες αυτές τις στατιστικές δεν υπολογίζονται οι επιπτώσεις που έχουν στην υγεία, σωματική και
ψυχική των εργαζόμενων, η υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας και το
ανθυγιεινό εργασιακό περιβάλλον, η αύξηση των ωρών εργασίας, οι
ευέλικτες σχέσεις, η ένταση της δουλειάς, η ανασφάλεια και ο φόβος της
απόλυσης, η συνεχείς περικοπές των μισθών, η γενίκευση της πρακτικής της
μη καταβολής των μισθών... και πολλές άλλες μορφές εργοδοτικής
αυθαιρεσίας και βίας. Πολλές φορές οι επιπτώσεις αυτές μπορεί να είναι
περισσότερο σοβαρές, ακόμα και πιο θανατηφόρες, απ’ ότι τα «ατυχήματα»
εν ώρα εργασίας. Ένα θλιβερό παράδειγμα είναι ο καρκίνος που προκαλείται
από τις συνθήκες εργασίας («επαγγελματικός καρκίνος»). Σύμφωνα με μελέτη του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ «περίπου 8-12% των θανάτων από καρκίνο στην Ε.Ε. οφείλονται σε επαγγελματικά αίτια.» Σύμφωνα πάλι με την ίδια μελέτη,
οι επιπτώσεις που έχει η υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας στην ψυχική
υγεία των εργαζόμενων πλήττουν περισσότερο τις γυναίκες (1 στις 4
εργαζόμενες), απ’ ότι τους άντρες (1 στους 5 εργαζόμενους). Επίσης
μεγαλύτερη είναι η αναλογία των γυναικών που υποφέρουν από ασθένειες
λόγω εργασιακών συνθηκών στον αγροτικό τομέα.
Δεν
πρέπει επίσης να ξεχνάμε και τις περιπτώσεις εργατικών «ατυχημάτων» με
θύματα μετανάστ(ρι)ες όπου υπάρχουν πολλές πιθανότητες να μην υπάρξει
καταγραφή του «ατυχήματος», ακόμα και αν είναι θανατηφόρο. Όμως οι
μετανάστ(ρι)ες εργάτες κι εργάτριες όχι μόνο δουλεύουν σε πολύ πιο
άθλιες συνθήκες (και ως εκ τούτου και πολύ πιο επικίνδυνες) αλλά συχνά
μπορούν να πέσουν θύμα σωματικής βίας από τους εργοδότες και τους
μπράβους τους κι αυτό να μην φτάσει ποτέ στο φως της δημοσιότητας. Από
τα εργατικά «ατυχήματα» του καλοκαιριού του 2017, τρία είχαν ως θύματα
μετανάστες. Επίσης τον περασμένο Μάιο (13/5) ένας Πακιστανός εργάτης στα
υφαντουργεία Παντελίδη στη Νέα Ιωνία, ο Bahadar Chaudhary, έχασε τη ζωή του από εξάντληση, εν ώρα δουλειάς.
Αποτέλεσμα ταξικού συσχετισμού
Οι
(ελλιπείς ούτως ή άλλως) στατιστικές καταγραφές του προβλήματος δεν
μπορούν να καταγράψουν την πιο ουσιαστική του διάσταση. Ότι τα εργατικά
«ατυχήματα» είναι πρώτα και κύρια το αποτέλεσμα της μορφής που παίρνουν
οι σχέσεις μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου. Ο εργοδότης προσπαθεί να
αυξήσει ή να διατηρήσει την κερδοφορία, αυξάνοντας την πίεση (καταπίεση)
πάνω στον/στην εργάτη/εργάτρια, ο/η οποίος/οποία έχει μικρές
δυνατότητες να αντιδράσει επειδή στερείται ενός προστατευτικού πλαισίου,
νομικού ή συνδικαλιστικού.
Κι
εδώ, όταν μιλάμε για ανεπάρκεια του νομικού προστατευτικού πλαισίου της
εργασίας, δεν είναι μόνο οι μνημονιακοί νόμοι που «λύνουν τα χέρια» του
εργοδότη, αλλά και οι άρνηση απ’ την πλευρά του κράτους και της
κυβέρνησης να ελέγξει τις συνθήκες οι οποίες επικρατούν στους
εργασιακούς χώρους. Για παράδειγμα, ενώ παρατηρείται αύξηση των
«ατυχημάτων» -και των θανατηφόρων- τα τελευταία χρόνια και πιο
συγκεκριμένα, το πρώτο τρίμηνο του 2017, ακριβώς σ’ αυτό το διάστημα (πρώτο τρίμηνο του ‘17) οι έλεγχοι από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες μειώθηκαν κατά 27% σε
σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2016. Αποτελεσματικοί έλεγχοι
προϋποθέτουν αύξηση του προσωπικού αυτών των υπηρεσιών, δηλαδή
προσλήψεις στο δημόσιο... Αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Το μεγαλύτερο
πρόβλημα είναι ίσως η κυριαρχία μιας αντίληψης, σύμφωνα με την οποία για
να ανακάμψει η οικονομία, θα πρέπει να αυξηθεί η κερδοφορία των
καπιταλιστών, έτσι ώστε κάποια ψίχουλα να φτάσουν και στην εργατική
τάξη. Αυτό δεν είναι το
δόγμα μόνο των νεοφιλελεύθερων και της ακροδεξιάς, αλλά και της
κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σήμερα. Όλες οι προσπάθειες των κυβερνήσεων
και των κρατικών μηχανισμών στρέφονται προς αυτό τον στόχο, ο οποίος
έχει σαν βασική προϋπόθεση την όσο των δυνατόν μεγαλύτερη συρρίκνωση των
εργατικών δικαιωμάτων.
Την
ίδια όμως αδιαφορία έχει επιδείξει και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
Όχι μόνο ανέχτηκε ή ακόμα και στήριξε την θεσμοθέτηση των διαφόρων
μορφών ελαστικών σχέσεων εργασίας και την επιδείνωση των εργασιακών
συνθηκών, αλλά δεν κάνει απολύτως τίποτα είτε για να πιέσει τους
αρμόδιους κρατικούς μηχανισμούς ελέγχου των εργασιακών συνθηκών, είτε,
για να γίνει υπόθεση του ίδιου του συνδικαλιστικού κινήματος ο έλεγχος
των συνθηκών στους χώρους εργασίας και η οργάνωση των ασυνδικάλιστων,
των ανασφάλιστων και των μεταναστών εργατών. Κάτι τέτοιο θα έδινε τη
δυνατότητα στον κάθε εργαζόμενο και την κάθε εργαζόμενη να μπορεί να
βρίσκει μια ουσιαστική στήριξη στην προσπάθειά του/της να αντιμετωπίσει
τις πιέσεις του κάθε αφεντικού και να διεκδικήσει την τήρηση των κανόνων
ασφαλείας.
Η
συνδικαλιστική γραφειοκρατία όμως ούτε μπορεί ούτε θέλει να αναλάβει
μια τέτοιας έκτασης σύγκρουση με τους καπιταλιστές και με το κράτος
τους. Το καθήκον αυτό πέφτει στις πλάτες των μαχητικών και ριζοσπαστικών
δυνάμεων της εργατικής τάξης.
elaliberta
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.