Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ Δ. Μακεδονίας τιμά την μνήμη των 263 σφαγιασθέντων κατοίκων του Μεσοβούνου (φωτογραφίες)



Η φωτογραφία είναι από το Kozan.gr 
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ Δ. Μακεδονίας έδωσε το παρόν με αντιπροσωπεία της στο ετήσιο προσκλητήριο πεσόντων κατοίκων του Μεσοβούνου Εορδαίας. Ανάμεσα στους εκατοντάδες κατοίκους που απότησαν φόρο τιμής στους πεσόντες ήταν ο Γ.Γ της Κ.Ε του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας   εκπρόσωποι των Προξενείων Γερμανίας και Ρωσίας αλλά και οι Πολιτικές και Στρατιωτικές Αρχές.

 Στο ολοκαύτωμα του Μεσοβούνου την περίοδο 1941-44 εκτελέσθηκαν από τα στρατεύματα της Βέρμαχτ και από Έλληνες δοσίλογους 157 άνδρες και 108 γυναικόπαιδα. Ανάμεσά τους και 3 σοβιετικοί στρατιώτες.

Τα μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ  κατέθεσαν λίγα λουλούδια (μιας και δεν υπήρχε στεφάνι, μόνο για αυτούς) στον μαρτυρικό τόπο των εκτελεσθέντων και παράλληλα έδωσαν όρκο τιμής να παλέψουν με όλες τους τις δυνάμεις ενάντια στον φασισμό, που ξανασηκώνει κεφάλι αλλά και ενάντια στον καπιταλισμό, που είναι  το σύστημα που γεννά τον πόλεμο και το φασισμό.

Το δικό τους χρώμα στην όλη διοργάνωση έδωσαν η τοπική ποιήτρια Παναγιώτα Παρασκευά καθώς και η Πόπη Ξενιτοπούλου με τη συγκλονιστική απαγγελία των στοίχων τους , αφιερωμένων στο ολοκαύτωμα του χωριού.

Πηγή: e-ptolemeos.gr
Το δικό τους χρώμα στην όλη διοργάνωση έδωσαν η τοπική ποιήτρια Παναγιώτα Παρασκευά καθώς και η Πόπη Ξενιτοπούλου με τη συγκλονιστική απαγγελία των στοίχων τους , αφιερωμένων στο ολοκαύτωμα του χωριού.

Πηγή: e-ptolemeos.gr
Το δικό τους χρώμα στην όλη διοργάνωση έδωσαν η τοπική ποιήτρια Παναγιώτα Παρασκευά καθώς και η Πόπη Ξενιτοπούλου με τη συγκλονιστική απαγγελία των στοίχων τους , αφιερωμένων στο ολοκαύτωμα του χωριού.

Πηγή: e-ptolemeos.gr

Το δικό τους χρώμα έδωσαν, η τοπική ποιήτρια και μέλος του Συνδικάτου Εργαζομένων στην Ενέργεια "Εργατική Αλληλεγγύη" Παναγιώτα Παρασκευά καθώς και η Πόπη Ξενιτοπούλου με τη συγκλονιστική απαγγελία των στοίχων τους, αφιερωμένων στο ολοκαύτωμα του χωριού.



Περισσότερες φωτογραφίες από τον τσιαρτσιανίδη Χρήστο στο www.kozani.tv 

Το ιστορικό


Μεσόβουνο Κοζάνης: το Χωριό της Αντίστασης

Μεσόβουνο Κοζάνης:
το πρώτο Ολοκαύτωμα (23-10-1941) 

mnimosino-mesovounoweb Ηταν το πρώτο χωριό της ηπειρωτικής Ελλάδας που πήρε τα όπλα κατά των κατοχικών αρχών. Ενα από τα πρώτα που γνώρισαν τα μαζικά αντίποινα της Βέρμαχτ, με δύο διαδοχικά ολοκαυτώματα κι εκατοντάδες νεκρούς. Κι όμως, η συλλογική εθνική μνήμη κάθε άλλο παρά του έχει επιφυλάξει τη θέση που του αξίζει στο μαρτυρολόγιο της δεκαετίας του ’40.
Ισως γιατί σ’ αυτή την ιστορία έπαιξαν καθοριστικό ρόλο οι ελληνικές δωσιλογικές αρχές, καθιστώντας την ακατάλληλη για τους συνήθεις πανηγυρικούς της ημέρας.
Εδώ και καιρό  έχει έρθει σε εμάς  αρκετό υλικό για το Μεσόβουνο Κοζάνης. Φωτογραφίες, κείμενα, βίντεο…Προσπαθούμε να το ταξινομήσουμε και οι φίλοι που μας το στείλαν ελπίζουμε να μην μας κρατούν κακία. Είναι πολύ το υλικό , μάλλον θα μας πάρει μερικά ξεχωριστά άρθρα. Ξεκινάμε με μια πλευρά της ιστορίας του χωριού μέσα από την αφήγηση  ζωής του Κυρισιά τ΄Ακτεαρτσιάντων στην μητρική του γλώσσα, τα ποντιακά

mes32
gumushaneΤο όνεμα μ’ εν’ Παραστατίδης Αντώνιος του Σάββα και το παρόνομα μ’ ο Κυρισιάς τ΄Ακτεαρτσιάντων. Εγεννέθα σο Μεσόβουνον και είμαι Μεσοβουνιώτης. Εγεννέθα το 1930. Τα γονεκά μουν έρθανε α’σήν Μικρασίαν, α’σήν περιοχήν  Αμπες Σεβάστιας. Α’σήν Κεμισχανάν (Αργυρούπολη) περίπου το 1760 α’σό χωρίον Άκντερε (Ασπροποταμιά) έφυγαν και επήγαν σο χωρίον Σάρκιοϊ του νομού της επαρχίας Ζάρας  και λέγνε μας Ακταρτζιάντας. Με την ανταλλαγήν έρθανε οι γονείς εμούν σο Μεσόβουνον επειδής είχεν πολλά νερά. Είσεν  κεπία… είχεν οχτώ χαμαιλέτας… (χαμαιλέτας είναι νερόμυλοι).
Εν τω μεταξύ πρόσφυγες έταν, η φτώχια επερίσσευεν. Έλεγαν σ΄αούτην την εποχήν το ψωμίν ατούν ‘κι κανείτε ‘τς. Εθερίζανε τα κοκία τα κριθάρια και αν εδίναν καλόν κιφάλ και αρχίναν εθέριζαν, έλεθαν και επορεύκονταν. Τρανόν φτώχια! Ο αποικισμός εδίνεν ατς ή πέντε πρόβατα, ή πέντε αιϊδε, ή ένα βούδ ή ένα χτίνον ή ένα γάϊδαρον. Με τ’ ατά και με τ’ ατά ο ένας με τον άλλον έζησαν μέχρι το ΄4ο .
pt1010207Το ΄40 έβρανε μας τα γεγονότα… του πολέμου. Το Μεσόβουνον γνήσιοι Πόντιοι, αποικία ‘κι θέλναν να έταν. Αντέδρασαν σα σχέδια του Χίτλερ. Αφού αντέδρασαν έλθαν και τα επακόλουθα. Το ΄41 ατό το μικρόν το χωρίον είπεν ΟΧΙ στο φασισμό! Έλθαν 2000 Γερμανοί, όλα μη λέγω, πρώτη φοράν  έρθανε έβραν έναν οπλισμένον σκότωσαν α’τον ση πλατέαν. Ες πολλά ιστορίαν ατό το κέκα. Έλθαν οι Γερμανοί 2000 σρατιώτ περίπου επερικύκλωσαν το χωρίον,  ετοπλάεψαν εμάς σην εκκλησίαν γυναίκ’ς, αντρούδες, μωρά ‘α κάγανε  μας απές σην εκκλησίαν. Εν τω μεταξύ ήρθε έναν διαταγή, εχόρτσανε από 18 μέχρι τα 60 εμάς τα γυναικόπαιδα και τη γαρίδας είπανε μας πάρτε α’σό σπίτα σουν ήντα επορείτε και εβγάτε εξ α’σο χωρίον. Την ώραν ντε εξέβαμε εξ’ α’σο χωρίον εδούλεψαν τα τυφέκια, τίναν εχόρτσαν, ουλτσ εσκότωσαν αφ’κά’ σα κεπία 165 νομάτς. Έκαψαν το σπίτε μουν το βίος εμουν όλον εκατέστρεψεν και επαίραν μας και πήγαν σο Καϊλάρ. Ετοπλάεψαν εμας ουλτς απές σο πέτρινον το σχολείον τη Καϊλαρή.
pt1010213Σο Μεσόβουνον έτανε κλειρούχοι 212 οικογένειας. Και  εδούλεψαν τα φουρνία, από παν’ έβρεχεν και εφέρνανε μας και έτρωγαν εκιαπές κανα δυο βδομάδας και κανόντσανε ντο να ευτάνε μας. Η αλήθεια να λέγεται εήν το κέκα να ‘νεσπάλω ο Παυλίδης εδιάθεσεν το ψωμίν της εποχής, τα δύο βδομάδας που έμνες σο Καϊλαρ. Μετά εκανόντσανε σε κάθε νομόν να στείλνε από είκοσι οικογένειας. Εμείς έτυχε να πάμε, να στείλνε μας ση Φλώρινα σο χωρίον Κλαπούτζικσταν, Πολυπλάτανον λέγνατο ατώρα. Και σκάλωσαμ’ και γύρευαμ’ (ζητιανεύαμε) … εκεί σα χωρία ολόερα είχαμε τον θείο μουν τον ακτερτζήν τον μπάρμπα- Γιάννε, τη πατέρας ημ τον αδελφόν και προστάτευε μας. Εμείς έμνεσε επτά αδέλφια και η μάνα μουν  οχτώ. Όλοι μουν εκοιμούμνεσε σ’ ένα γεργάν αφκά. Εποίεν σο νομάρχη τη Φλωρίνας, εδιαμαρτυρέθεν. Και συνέχεια επέναμε εψαλάφαναμε σο Κλαμπουτζηκσταν, έτανε δώδεκα οικογένειας πρόσφυγες, Καυκάσιους πα λέγανατς, κάθεν ημέραν σα πόρτας ατουκιάν έμνες, ανθρώπ’ πα πουγαλεύτανε. Εδιαμαρτυρέθεν σο νομάρχη έστειλεν μας σο  Βαρθολόμ. Εκεί, ας λέγομε τα καλά πα και τα κακά πα που λέει ο λόγος, εδίνανε μας και κε δυστυχήσαμε. Εγώ ήμπαν επένα εψαλάφανα εδίνα με. Έκοφτα τσε ξύλα εδίνανε με και δύο ξύλα μακραία όπως εφέρνανε τα ασό ρασιν. Απές σο σχολείον εκάθουμνες. 11 μήνας. Έρθεν μία ήνας γαρή, από παν’ α’σό σχολείον έν το σπίτ’ν ατουν, Θυμία λέγαν ατην! Είδε μας όλοι ‘μουν σ’ένα κρεβατ κιαν  μόνον τα ποδάρα ‘μουν εβάλναμε. Εσκώθεν  η γαρή ελάστεν το χωρίον. Απαδά τσακέτα, απακεί παντελόν, ακεί κάμις έραψεν σ’ έναν άλλον εσέγκεν απ’έσ’ διάφορα εποίκε  μας έναν κρεβάτ και κοιμούμνεσε. Είχεν, δηλαδή όπως έζησαν το πράγμα λέγατα! Είχεν καλούς ανθρώπς ο Άγιος Βαρθολομαίος. Εδιαφέρθανε! Στο κάτω κάτω ας λέγωσα κι αλλιώς κέ πείνασαμε ε’ην την εποχή. Και σο ποίον χωρίον τη Φλωρίνης και πήγα γύρεψα! Αμοχώρ, Αρμενοχώρ, Καύκασος. Εκες  τα χωρία σκεδόν όλα εγύρεψα τα.
mes12Ύστερα εδόθεν το ’42 εντολήν να επανερχούμαστε σο χωρίονεμουν, να έρχουμες οπίς. Έρθαμε, ερχίνεσαμ’ ασήν αρχήν και τυραννίουμες. Πεϊ εφύτεψαν λίγα καρτόφαια άλλος με την τσάπαν άλλος απ’ αλλού εσπέρναμε κανα δύο στρέματα χωράφ! Με τ ‘ατο, τα  χαϊβανια μουν πα ντε γλύτωσαν σα χωρία ατουκές, επήραν ατα και πήγαν  οι Γερμανοί αλλ εκράτασαν και εζήναν ας λέουμε με τεϊνα, άλλοι επούλτσαν ατα και εζήναν με τεϊνα. Είχαμε σημαδεμένα, έτυχεν εμείς  τα πρόβατα μουν και το χτήνον είχαμε σημάδ’ και ένα βούδ’ εμούν… με τ’ ατά επορεύκουμες. Έλα έλα έντον το κίνημα το Εθνικόν Απελευθερωτικόν Μέτωπο. Το χωρίον έπαθεν πολλά. Επήρε μέρος σ’εκείνον τον αγώνα. Ασόν καημόν αχτέ. Σκότωσαν τι πατεράδες εμουν. Τώρα ερεθισμό να λές σα, όπως θέλ’ ο καθένας λέ’ ατό. Αλλά εήνος που επέρασεν τα κακά εήνος εξέρ’ετα. Ετσουνάευεν ο Γερμανόν. Αλλά είχεν και τους Έλληνες που εκαθοδήγαναν ατονε. Έταν γερμανικά  φορεμένος. Άμα και καλάτσευεν ούτε γνώριζεσα τον. Με το ζόρ’ έχτισαμε  ούτε ασερώνια να λές ατά, ούτε μαντρί να λές ατά. Με τα τζαβτάρεα. Τα τζαβτάρεα είναι η βρίζα. Με τεϊνα εποίκαμε οσπιτόπα. Και έσεβαμε απές.
Ατοίν ‘κι ησύχασαν ατά πα έρθαν έκαψαν. Έφυγαμε αδά κι ακεί σο κάμπον  σα χωρία. Τάχα ησύχασαν τα πράματα μετά από κάμποσον καιρόν, ο ένας με τον άλλον λέν να πάν σο χωρίον κιαν. Ως πότε ‘α τερείσε ο άλλος, ως πότε ‘α δίσε. Μία, δεύτερον το τρίτον ευτάει σε  και κατσίν. Εγώ είχα ήναν θείαν σα Πολλά Νεράν εκιάφκαν, ερίαζα τα βούδαι μου΄ναι. Είχαμε και ένα χτήνον, έναν άχρηστον γαϊδούρ’. Επήρα τα βούδεα έρθα σα παν το Γραμματίκ’ και άρχουμαι να φυτεύω καρτόφε, καρτόφε είναι τα πατάτες- ποντιακά εμείς αέτς λέουμ’ ατά. Παίρω τον αδελφόν μ’ α’σα παν το Γραμματίκ και έρχουμες σο Μεσόβουνον. Για να μη μπερδεύκουμε τα πράματα, α λέγουμε τα πράματα με το όνομαν ατ’. Α λέτε με γιατί εστούδίασα απάν σο Γραμματίκ; Ετότες π’ έταν οι αρχές ποίος αβάλνεσε απές. Οχτώ άτομα… κι ‘τρώες. Σεήν τη φτώχειαν, το ’44.
Οι Αθηναίοι πα αδά κιάν εγομώθαν κι οι Πειραιώτ’ πα. Έστω και λαζουδί ψωμίν μερικά χωρίαν εβρήκαν. Κι είπανε ας πούνε οι αρχές ετότες τα τρανά τα οικογένειας πρέπ ν’ακολουθούνε, για να μη πεθάνε ασήν πείνα, πρέπ ν’ακλουθούνε τα τμήματα.  Και ήντεν περισσεύ ασο καζάν τρών και ζούν. Για τ’ατό έταν τα αδελφια μ’ κι η μάνα μ’ σο Γραμματίκ απάν.
mesovounoΈρθαμε σο χωρίον, ας έρχουμες σο θέμα  το βράδυ που έρθαμε απλούτε κα και ψοφά το έναν το βούδ’. Εμείς ατώρα μωρά, 14 χρονών μωρό ήμουν και όμως έλαμπα, ο αδελφό μ’  έν 11, 11 σα 12, όχι ατουκά λάθος λέγα τα, εγώ 14, η αδελφή μ’ 13 εήνος 12 ναι! Κλαίω. Λέγων να πας λέσα τη μάναμ’ ντε παθάμε. Επένεν  εήνος, έρθεν η μάνα μ’. Έρθεν η μάνα μ’ το πρωί οι γερμανοί έρτανε και εμείς επίαναμε το Βέρμιο, όταν εκούγαμε οι Γερμανοί. Ένουμνες αμόν εήν τα πουλία, τα κυνηγημένα. Επλάκωσαν  επιχείρηση του Βερμίου τα θηρία του Χίτλερ και του Μουσουλίνι και ήντηνα έβρηκανε μπροστά τους  αν θέλτς ένα χρονών μωρό ας έτονε, αν θέλτς ογδόντα χρονών γέρος ας έτονε εσκότωνανε. ‘Κ΄εχάριζαν. Και τα αδέλφα μ’ ένας γέρος με άλλα οικογένειας α’σό Μεσόβουνον 42 άτομα συναντούν ατά ασό Βέρμιο όπως έρχουνταν σο Μεσόβουνον και σκοτώνατς όλτσ. Ο γέρον πε συνόδευεν ατά επειδής έτονε μπροστά και είδεν αγλήγορα τι Γερμανούς, εκρύφτεν σ’ ένα τσόκουμ αφ’κά και έζησεν είδεν όλεν τη σκηνή κι έρθεν είπεν α’τα όπως είχαν τα πράματα. Τοποθεσία εν, έν ένας βράχος και λέν ατο ωρολόϊ, περιοχή Δημοτικό και Πύργοι, σύνορα.
Και φέβουμε πάλι κυνηγημέν’ σα τρυπία του Βερμίου. Εμείς με τη μάνα μ’ έμνες σ’ έναν τοποθεσίαν  λέγομα Αϊ Παύλος. Είχεν τρυπήν, έμνεσε 55 άτομα απ’ές ση σπηλιά, πεινασμέν οχτώ ημέρες. Ονύχταν επαίρναμεν νερό με διάφορα πράματα… τελευταία τοπλάφκουνταν εκεικά που έντανε κανα τέσσερι γεροντάδες, πέντε, επέμναν α’σήν ομαδική εκτέλεση οι γεροντάδες, αούτα γυναικόπαιδα κι ήνταν αέτς, αποθάνε όλ, λένε ο ένας με τον άλλον, πρέπ’ με πάσαν θυσίαν να ρούζοματς σο κάμπον,σο κάμπον όταν λέγουμε, ας πούμε σην Έδεσσα κι αυκά, ασήν Νάουσα αφκά σεήν τα χωρία. Εκές κάναν ντομάτα πα βρήκες σα χωράφα κες, έστω και άγουρον, έστω και έναν πιπέρ, έστω και ένα λάχανο, ας έτον και σαπεμένον. Πρέπ’ να ρούζοματ’ς  εκές τολάϊστον οι ιμσοί ζούνε, αν όχι όλ’. Ένα βράδυ μετά από οχτώ ημέρες  ταλαιπωρημέν εβγόνομε ασόν τρυπίν κιάν πέλκι ζούμε. Εξέβαμε οξουκά. Άλ’ λένε να κατεβάσνε μας αδά σα χωρία, σο Μανιάκι ση Κόλατσαν ατουκές. Κρυφά που είν’ και Γερμανοί, αλ’ λένε α βρήκνατς εκές και σκοτώνατς, αλ’ λένε σο κάμπον. Τελευταία ο ένας  πε θέλνε σο κάμπον έτωνε ο Θεόφυλον ο Τερικανίδης. Ατός ο Τερικάνον είπεμέν να ‘κλωθάτε με για ας χωρίουνταν. Εχωρήγαμ’ σε είνον μερέα και ποίκαμε τέσσερα ημέρες σο Βέρμιον απάν (τα οξιάς) τα κιουρκιάνεα εσκάλωσαν και φύλωναν ολίγον. Απ΄εϊνα έτρωγαμε. Εκατήβαμε σα Πολλά Νερά, ση Βέρνιτσα αέτς ονομάσκεται.
1.Ο Γιάννες ο Άκτερτσης, 2.Ο Κάσιον, 3.Ο Σιμιόντς, 4. Ο παρμπα Παντελής Ακριτίδης
1.Ο Γιάννες ο Άκτερτσης, 2.Ο Κάσιον, 3.Ο Σιμιόντς, 4. Ο παρμπα Παντελής Ακριτίδης

Η αλήθεια να λέεται ατέ η θείαν εποίκεν έναν, εμείς αέτς λεγουμε σα ποντιακά, έναν γαβουρευτον μάλεζ χαμνόν, δηλαδή ετσιγαριζαν τα’λευρια εκκοκινίαζανατα κι επεκεί επίνανατα ατό ντο λέω το γαβουρευτομάλεζον και δύι ημέρες τ΄ιντέρια μουν εκόλτσαν. Δύι ημέρες επεήνο εφάζνε μας. Ημέραν ημέραν έρθαμε σα καλά μουν. Αλλά και ντο να ποίναμε. Τοπλαέφταμε  σε κάθε σπίτι τη χωρί από πέντε έξι οικογένειες, το χωρίον αδά εσυγγένευεν με το χωρίον εμούνε οι περισσοί ντερετεμπλουδες εταν (DEREDAMKIOΪ) xωριον πέντε εξ χιλιομετρα μακρα ασο χωριον εμούν σην πατριδαν. Επερίλαβεν ατότες  η ΕΤΑ  έλεγανα, σα γράμματα πα κ΄εξέρουμε, πολιτική οργάνωση θα λέσα, εποίκε μας και καζάν, επέναμε επαίρναμε φαΐ, εφέρνανε ας πούμε τα τροφίματα από φκά ασόν κάμπον κι πέναμε κι έρχουμες  επαίρναμε και τρώμεν, ους να έρθεν το θέρος. Το θέρος όταν σκάλωσε κι έρθεν εταγουτεύταν ο κόσμος απές σο κάμπον και δούλευανε, αλ ζα ερίαζανε, αλ πρόβατα ερίαζανε, αλ’ επένανε σα χωράφα εθέριζαν και έζησαμε αραέτς έναν καιρόν μέχρι τέλους ’44.
p1010212Το ’45 είχαμ’ και την απελευθέρωση, εκλωσταμ’ πάλι σο Μεσόβουνο. Φτώχεια! Εμείς ατότες επί ξύλου κρεμάμενοι, λέγατα και σα πόντια απα δα κι απά κει, τυρρεανυμέν εσκάλωσαμε και αρθοποδίουμες κ΄ επρόλαβεν και ο εμφύλιος. Αφού επερίλαβεν και ο εμφύλιον οι Μεσοβουνιωτ’  καμμένα τα ψίατουνε, άλλος τον πατέραν ατ’  εχάσεν, άλλος τη μάναν ατ’ έχασεν, άλλος τ’ αδέλφια τ’ εχάσεν. Το Μεσόβουνον στον αγώνα έτονε και σο πρώτον  ο πρωτοστάτης.
Ασό ’41 όσοι εζήνανε ση παρανομίαν του Μεταξά σο Μεσόβουνο εβρήκανε άσυλο επειδής έτονε δίπλα σο Βέρμιον και είχεν απάν το δάσος εκεί εκρύφκουσαν. Επαίραν  μέρος  πάλι, εθελοντικα κανα δώδεκα παιδία. Γίνεται επιστράτευση, επαίραν άλλα 120. Έρτε τάχα ο στρατός εμούνε ? στρατός εμούνε?. Στέκνε σο σύνορον σο κοντινόν σα Ούτσενα και κει βάλνε με το πυροβολικόν απές σο χωρίον, τάχα οι αντάρτες εκιαπές έτανε. Εμείς πάλι εσκορπίγαμε σα χωρία. Αλ’ σο βουνον, αλ’ αδά, αλ’  εκεί, έφυγαμ’ ξανά ασό χωρίον. Μετά το εδόθεν εντολή να πάτε παίρετε ο,τι ειν’ ασο σπίτασουν και κατεβαίνετε σα Ούτσενα  (Κομνηνά). Εγώ σο Μανιάκι έμνε, έφυγα μ’ και πήγαμε, νεοπαντρεμένος πα εμνέ. Την μάνα μ’ εβοήθεσα να την κιόλα ό,τι είχαμε, ζατιμ ντο είχαμε, έθηκε νατα απάν’ σην αραπάν και εκατήβασεν ατα σα Ούτσενα.
Εστάθαμε εμείς πα έναν εβδομάδα, δύο, σο Μανιάκι ση Τοπάλ-Σαββα. Ο άνθρωπον να έν καλά εφάζνε, επότσε μας,έλεγα μας μόνο οξουκές μη βγόνετε να λέπνε σας σε.Ύστερα εξέβαμε επεκεί ο ένας με τον άλλο έμαθαμε που είναι τα οικογένειας και κατήβαμε σα Ούτσενα. Σα Ούτσενα όμως αδά ατοίν πα κατηβαίνε γιαμ παίρνε μας  τελευταίαν επήγαμε και ένα διάστημα σο Καϊλάρ. Είχα και ένα θείο τον Αμανάτ έλεγαν ατον, σχωρεμένον, ενδιαφέρκοτουν. Πεινασμένο ‘κ’εφέκε με. Μετα το όλον ντε ποίκαμε απόφυγα να παίρνε με οι αντάρτε, σην επιστράτευση πα απόφυγα. Ατούκα πα απόφυγα. Έναν ημέραν λέγω ‘α παμ’ και σο χωρίον κιανε ελέπουμε και τα οικογένειας, σα Ούτσενα. Έρχομαι σα Ούτσενα κάθομαι ένα διάστημα, έρθαν οι αντάρτε  το μεσημέρ γραπώνε μας απές σο καφενείον. Εντέλει επήρανε με. Επειδής εσκοτώθανε τ’αδελφια μ’ οι γαρήδες εκείνης της εποχής «αβού τον κια πέρετετονε» έντον ολόκληρον φασαρία. Το μπιστόλ’ πα ξέγκαν απάν’ιμ’. Σχωρεμένον ο Γιορδάμς «για σένα χάσαμε και τους άλλους». Μετά το πήρανε με και δέβαμ’ πλάν. Εποίκα κι αντάρτης τέσσερα μήνας, εείνο πα έζησα. Σο Καϊμακτσαλαν.
Εποίκα αντάρτης σην Αχλάδαν σο σκοπόν ατουπές ση Παπαδιά Φλώρινας. Με το ντόσιμον τη Φλώρινας έστειλανε μας να κόφτουμε την επικοινωνίαν ασό Κλειδίν. Εγώ εφογώθα την αποστολή  μου να ευκαιρώ και έφυγα. Εγώ όταν έφυγα εήν ερούξαν σην ενέδρα. Τραυματίεν και ένας στρατιώτης, αιχμαλωτίστεν κι ένας αντάρτης. Εγώ επήγα κι άλλα φοράς ση Βέβην, έξερα το κάθετι. Το πρωϊ επένα σην αστυνομίαν. Επήα σην αστυνομίαν ο αστυνόμος ούτε πιστεύ’ ντο έμνε αντάρτης, «λέει με ρε παιδι μου επειδής αποψε είχαμε συνέπειες ηρθες να μας δουλέψεις;» Εγώ τίποτα πήγα απές, ατός επαραγγειλεν και καφέν, ατοίν  είν’ ανθρώπ! Που πάς παραδίεσαι και κεραϊσε και έναν καφέ, όχι να κρούει σε και σακατών’τ’σε… ένας άχρηστος άνθρωπος: «Από πού είσαι;», «από το Μεσόβουνο», είχεν δύο παιδία φωτογραφίαν απές του Μεσοβούνου. Το μόνο που ερώτησεν με «αυτοί που βρίσκονται;» είπα τον είν’ σο Βέρμιο. Εήνος τότες επίστεψεν ατό ντο είπα εκατατοπίστεν εποίκεν τα χαρτία μ’ επήα σην Κοζάνη, σην Κοζάνη εκράτεσανε με.
Ο Αντώντς τη Κυρισιά
Ο Αντώντς τη Κυρισιά

Τρία μήνας εκάτσα απές. Η μάνα μ’ επίασεν και δικεγόρον επήεν σο δικαστικό κλητήρα έφαγανα την εκείνης της εποχής 800 φράγκα. Εστερέθεν ασα πάντα με τη γαρή μ’ εντάμα. Επέρασανεμε στρατοδικείο είχαμ’ και ένα μωρόν  και κε πήγα σο Μακρόνησον. Σα να έταν συννενοημένοι. Ατός ο Καρώτσης , ερώτησε με ο πρόεδρος  κατ’ επήα κατ’ να  λέγω, ατός λέει «αχ μωρέ κύριε πρόεδρε ατότες μωρό έτον ατό ντο ήξερεν;» Μετα το πήρεν έσυρε με οξουκά. Έρθα σο Καϊλάρ έζησαμε εκές έναν καιρόν κατ εδίνανε μας πα σαν θύματα, 100 φράγκα έτανε μετ’ εείνα  εκάθουμνες σο Καϊλάρ κές και έτρωγαμ’ ατα, η αλήθεια να λέεται εκαλοπέραναμε  πα ατότες! Πεινασμέν’ ‘κι έμνες! Έρθαμ’ ασα Ούτσενα εδόχτεν εντολήν το 1950 οι Μεσοβουνιώτες να πανε σο χωρίον ατουν. Ετοπλάευταμε ασα Ούτσενα και έρθαμε σο χωρίον… αούτε η γαρίμ’ έν,  αση τεαμερτσιάντας ασο DEGIRMETASIN τη Σιδηρόπουλωνος   η θαγατέρα. Με τ’ατέν μαζί απόκτησαμε τέσσερα μωρά. Ατέ ετσάεζεν εμέν,  εγώ ετσάεζα ατέν έζησαμε ους ατώρα, καλά πα ‘κ’ εζήσανεμε ‘κ’ επείνασαμε πα. Εποίκαμε και κτηνοτροφία καλά έμνες σ’εήν την εποχήν! Ατώρα τα παιδίας πα κι ερέχνουντάνεσε. Άλλα εποχας εείνα, άλλα ατώρα. Αέτς πα οι δυ’ πα ζούμε! Αλλά γογκίζουμε και σπογκίζουμε.
Χορεύοντας με τους ...μωμόγερους
Χορεύοντας με τους …μωμόγερους

Και το μόνο που αναμένουμε είν να είν’  καλά τα γεράματα ‘μουν. Ατά  ‘κι τελείντανε…

Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΑΡΣΥΑ 

ΑΝΤΑΡΣΥΑ Δυτικής Μακεδονίας: "Με αγώνες τιμούμε τους νεκρούς μας" 

 

Για άλλη μια χρονιά καλούμαστε να τιμήσουμε την θυσία των ηρωικών κατοίκων του Μεσόβουνου στα χρόνια της γερμανικής κατοχής. Κι όμως το ίδιο το γεγονός σήμερα φαντάζει σαν φάρσα.
Σε μια εποχή που ευδοκιμεί η υποταγή σ ’ένα παρόν που θεωρείται αυτονόητο και δεδομένο. Σε μια εποχή που λέξεις όπως πατρίδα, αγώνες, ευθύνη, ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία έχουν εξοριστεί από την καθημερινότητα και το χειρότερο να τιμήσουμε την θυσία μαζί με αυτούς που εκποιούν κομμάτι-κομμάτι την ελληνική γη, που φτωχοποιούν το λαό καλώντας τον ταυτόχρονα να σκύψει το κεφάλι να υποταχθεί. Χρόνια τώρα συσκοτίζουν την αλήθεια. Φορτώνουν ιστορία με ψέματα και μαλώματα και κρύβουν το πρόσωπο της. 
Είναι καιρός να αποκαλυφθεί το αληθινό της πρόσωπο. 
Να ανεμίσει η αλήθεια

• Ότι ο φασισμός είναι γέννημα θρέμμα του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού.
• Ότι τα πραγματικά αίτια του πολέμου ήταν το μοίρασμα του κόσμου από τους ιμπεριαλιστές σε σφαίρες επιρροής, αλλά και το τσάκισμα του εργατικού κινήματος.
• Ότι οργανωτές και κύριοι αιμοδότες της εθνικής αντίστασης ήταν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ και ραχοκοκαλιά και κομμουνιστές
• Ότι το μεγαλύτερο τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου ανήκει στους απόντες του αγώνα. Γιατί είτε έφυγαν στην Αίγυπτο είτε στελέχωσαν τρεις ελληνικές κατοχικές κυβερνήσεις των δωσίλογοι με την αποκρουστική μαύρη κουκούλα του προδότη.

Όμως ο μόνος τρόπος να τιμήσουμε πραγματικά τους νεκρούς μας, είναι να συνεχίσουμε τον αγώνα τους.
Γιατί σήμερα δεν μας πολεμούν οι Γερμανοί με τανκ και στουκας αλλά με τράπεζες. 
Σήμερα δεν κλέβουν την σοδειά μας αλλά μας επιβάλλουν πρόστιμα. Δεν παράγουμε έστω κι ένα κιλό παραπάνω από το πλαφόν που ορίζουν οι Βρυξέλες 

Σήμερα δεν πουλά κανείς το σπίτι του για ένα τσουβάλι σιτάρι στους μαυραγορίτες αλλά το κατάσχει η τράπεζα για λίγα ευρώ
Με βάση αυτές τις συνθήκες η ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλεί το λαό της περιοχής να τιμήσει την θυσία εντείνοντας τον αγώνα οργανωμένα. 
Όχι χωριστά ούτε υποταγμένα με το σύνθημα που ενώνει: 
‘’Ανατροπή αυτής της πολιτικής που στέλνει εμάς και τα παιδιά μας στην κόλαση’’

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.