Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2017

Να ανατραπεί η σύγχρονη βαρβαρότητα, Να πάνε τα πράγματα αλλιώς .... (Βαγγελίτσα Δινοπούλου)



 Τοποθέτηση στο 4ο Συνέδριο του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση

Συντρόφισσες, σύντροφοι,
Στο 4ο συνέδριό μας καλούμαστε να χαράξουμε επαναστατική πολιτική γραμμή, να αποπειραθούμε να σκιαγραφήσουμε εκείνες τις απαντήσεις που με αντικαπιταλιστική προοπτική θα ακουμπούν στις σύγχρονες ανάγκες της εργατικής τάξης, αντλώντας εμπειρία και συμπεράσματα από την μέχρι τώρα στάση μας, απορρίπτοντας και επανεξετάζοντας τις πολιτικές επιλογές και παρεμβάσεις που κάναμε το προηγούμενο διάστημα. Η πλούσια δράση και παρέμβαση μας στα διάφορα μέτωπα που ανοίξαμε, η τριβή μας με τις αναζητήσεις του κόσμου οφείλουν να αποτελέσουν αναγκαία πηγή συμπερασμάτων.

Είναι κοινά ομολογούμενο ότι το κεφάλαιο στην προσπάθεια του να ξεπεράσει την κρίση του επελαύνει στις ζωές των εργαζομένων, των άνεργων, της νεολαίας, στο σύνολο της κοινωνίας. Στρατηγική επιλογή του είναι η καταβαράθρωση κάθε εργατικού κεκτημένου, με επέκταση και γενίκευση της κινητικότητας, της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, της ανασφάλειας, της εκ περιτροπής εργασίας, της ανεργίας, διαμορφώνοντας ειδικά για την νεολαία ένα εφιαλτικό τοπίο μηδενικών απαιτήσεων, καμιάς προοπτικής για το μέλλον. Μάλιστα, παρακολουθώντας κανείς τις παρεμβάσεις του ΣΕΒ ως χαρακτηριστικό παράδειγμα των προθέσεων τους, η κατάσταση αυτή οφείλει να αποτελεί για την κοινωνική πλειοψηφία κανονικότητα, κάτι που πρέπει να παγιωθεί στη συνείδηση της ως το μόνο ρεαλιστικό.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι εκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις που σαρώνουν το σχολείο και το πανεπιστήμιο, αλλάζουν εκ βάθρων ό,τι γνωρίσαμε μέχρι σήμερα και  επιβάλλουν πως και η εκπαίδευση θα πρέπει να συνδέεται με απόλυτους όρους στην επιχειρηματικότητα, την αγορά, τον ανταγωνισμό και να λειτουργεί προς όφελος του κεφαλαίου, στα πλαίσια των νεοφιλελεύθερων κατευθύνσεων που επιτάσσουν η Ε.Ε. και ο ΟΟΣΑ. Σ’ αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα τόσο η παρεχόμενη εκπαίδευση, όσο και οι εκπαιδευτικοί πρέπει να είναι πλήρως υποταγμένοι σε αυτό το μοντέλο. 

Συνήθως όταν αναφερόμαστε στους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς τους αντιμετωπίζουμε ως το προνομιούχο κομμάτι της ελαστικής εργασίας, αφού οι επαναλαμβανόμενες συμβάσεις έχουν διαμορφώσει ένα ιδιότυπο καθεστώς σταθερότητας και ασφάλειας. 

Παρόλα αυτά όμως, η ιδιαιτερότητα στις συμβάσεις των εκπαιδευτικών δεν προέκυψε αυτόματα. Η εισαγωγή των προγραμμάτων ΕΣΠΑ για προσλήψεις εκπαιδευτικών στο δημόσιο σχολείο το 2010, έφερε τη μαχητική απάντηση του κινήματος και τη 2μηνη επίσχεση εργασίας των εκπαιδευτικών, καθώς καλούνταν τότε να υπογράψουν λευκές συμβάσεις, χωρίς καθορισμένο μισθό και ωράριο. Δεν θα μιλούσαμε επομένως για αναπληρωτές μέσω ΕΣΠΑ αλλά για ωφελούμενους στην εκπαίδευση αν το εκπαιδευτικό κίνημα δεν είχε διεκδικήσει όλοι οι ελαστικά εργαζόμενοι εκπαιδευτικοί, με όποιο φορέα χρηματοδότησης και αν προσλαμβάνονται, να έχουν ως εργοδότη τους το Υπουργείο Παιδείας, τα ίδια δικαιώματα και μισθό. 

Θα μιλούσαμε για χιλιάδες λιγότερες θέσεις εργασίας αν δεν είχαν αποτραπεί οι μετακινήσεις και η κατοχύρωση της ενισχυτικής διδασκαλίας στα δημοτικά σχολεία. Θα μιλούσαμε για απολύσεις εκπαιδευτικών αν η αξιολόγηση δεν είχε μπλοκαριστεί και απονομιμοποιηθεί στη συνείδηση των ανθρώπων. Θα μιλούσαμε για σύστημα πρόσληψης που μοριοδοτεί τα προσόντα και απαξιώνει το πτυχίο και την προϋπηρεσία αν τον Απρίλη του 2016 δεν κινητοποιούνταν χιλιάδες, σε μία από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις αναπληρωτών. Στιγμές μόνο των αγώνων και των κατακτήσεων σε μια πορεία που μας καλεί να αναβαθμίσουμε την παρέμβαση μας, να σπάσουμε τους φραγμούς του ρεαλισμού και να μιλήσουμε για όλα και όλους.

Ωστόσο, οι δεκαετείς και πλέον εναλλασσόμενες συμβάσεις για ένα πολύ σημαντικό κομμάτι εκπαιδευτικών, διαμορφώνουν στο σήμερα μια εντελώς διαφορετική συνθήκη από αυτή που γνωρίζουμε μέχρι τώρα. Έχει περιγραφεί πολλές φορές το εργασιακό καθεστώς των συμβασιούχων εκπαιδευτικών, αξίζει όμως να ρίξουμε μια ματιά στη σημερινή συγκυρία και τι επιπτώσεις έχει αυτή στους εργαζόμενους.

Ο αριθμός των αναπληρωτών εκπαιδευτικών που έχουν δουλέψει στα σχολεία τα τελευταία 7 χρόνια, λόγω μηδενικών διορισμών, έχει εκτιναχθεί στις 23.000. Από το 2009 έχουν συνταξιοδοτηθεί πάνω από 30.000 εκπαιδευτικοί. Συμπληρωματικά σε αυτό τον αριθμό έρχονται να υπολογιστούν και οι πάνω από 2.000 λιγότεροι αναπληρωτές δάσκαλοι με το σχέδιο Διαμαντοπούλου μετά τις αθρόες συγχωνεύσεις και το κλείσιμο σχολικών μονάδων, οι 6.000 χιλιάδες απολύσεις αναπληρωτών στην β’βάθμια ως συνέπεια της αύξησης του ωραρίου, και δεν υπολογίζονται σε αυτά τα νούμερα, οι χιλιάδες άνεργοι συνάδελφοι μας που μετά από 7-8 ή και περισσότερα χρόνια προϋπηρεσίας βρέθηκαν μια για πάντα στην ανεργία, ως αποτέλεσμα των αντιεκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων του «νέου σχολείου» Φίλη και των αλλαγών στο Λύκειο και το Γυμνάσιο. Γίνεται σαφές ότι ο αριθμός των εκπαιδευτικών διαρκώς μειώνεται, τα μέτρα των τελευταίων χρόνων έχουν οδηγήσει στην καταστροφή χιλιάδων θέσεων εργασίας, καθώς στόχος τους είναι η μείωση του κόστους και ο εξορθολογισμός του εκπαιδευτικού δυναμικού. Σήμερα μιλάμε για ένα σώμα που στην καρδιά του έχει χιλιάδες εργαζόμενους που κοστίζουν λιγότερο, ζουν σε ένα διαρκές καθεστώς ομηρίας, έχουν διαφορετικά και λιγότερα εργασιακά δικαιώματα και άρα περιθώρια διεκδίκησης.

Η φετινή χρονιά, από την άλλη, ανέδειξε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι οι συνθήκες εργασίας των συμβασιούχων εκπαιδευτικών έχουν φτάσει σε ένα τέλμα. Είχαμε εκατοντάδες παραιτήσεις από την πρώτη κιόλας φάση προσλήψεων τον Σεπτέμβρη, δύο μήνες μετά (το Νοέμβριο) οι ετήσιες άδειες άνευ αποδοχών έχουν φτάσει τις 1.330, ως αποτέλεσμα της αδυναμίας των ανθρώπων να ανταποκριθούν στο τεράστιο κόστος της μετακίνησης, των επαπειλούμενων αδειών κύησης που δεν δικαιούνται οι αναπληρώτριες εκπαιδευτικοί, ή λόγων υγείας, ενώ η θλιβερή εικόνα εργαζόμενων σε σκηνές και sleeping bag στις παραλίες της Σαντορίνης και της Μυκόνου αποτυπώνει την εξαθλίωση με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο. Αποδεικνύεται έτσι ότι η διαρκής αγωνία επαναπρόσληψης, η διαρκής περιπλάνηση από την μια άκρη της χώρας στην άλλη κάθε χρόνο, η διαρκής απαξίωση και οικονομική επιβάρυνση, ο φόβος της ανεργίας και η παντελής απουσία προσωπικού προγραμματισμού έχουν οδηγήσει ένα μεγάλο κομμάτι των συναδέλφων στην αναζήτηση άλλων επαγγελματικών λύσεων που θα τους εξασφαλίζει στοιχεία και πλευρές σταθερότητας ως προς το τόπο διαμονής έστω, για παράδειγμα. 

Η δική μας παρέμβαση
Σαν οργάνωση, η παρέμβαση μας στο χώρο των αναπληρωτών, έπαιξε τεράστιο και πρωτοπόρο ρόλο. Το Συντονιστικό Αναπληρωτών-Αδιόριστων Εκπαιδευτικών έχει καταφέρει να αποτελέσει σημείο αναφοράς με παρουσία στις απεργίες, με συχνές συνελεύσεις, με πολύμορφες δράσεις και παρεμβάσεις σε μια σειρά ζητημάτων που ανακύπτουν. Αποκορύφωμα της δράσης και ορόσημο των μαζικών διαδικασιών του ήταν η επίμαχη διάταξη για την αλλαγή του τρόπου μοριοδότησης και κατάταξης στους πίνακες πρόσληψης τον Απρίλιο του 2016. Η πανελλαδική συνέλευση, η αρκετά μαζική αυτοτελής πορεία στη Βουλή αποτελούν στιγμές της δράσης μας. Τέλος, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι το πολιτικό επίπεδο της συζήτησης είναι αρκετά αναβαθμισμένο, με χαρακτηριστική τη συμμετοχή με απόφαση της συνέλευσης του στην Πρωτοβουλία για το Συντονισμό των Πρωτοβάθμιων Σωματείων και την σύνδεση και συνύπαρξη μας σε δράσεις της Attack.

Η παραπάνω εικόνα αποτυπώνει μόνο την παρέμβαση μας στην Αθήνα. Από το 2014 μέχρι και σήμερα, το δυναμικό των συντρόφων και συντροφισσών μας έχουν συμβάλλει καθοριστικά στον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνεται η στάση, τα αιτήματα και ο τρόπος διεκδίκησης. Με διαφορετικά οχήματα ανά την Ελλάδα (Συντονιστικό Αναπληρωτών-Αδιόριστων Εκπ/κών στην Αθήνα, Σύλλογος Αδιορίστων στη Θεσ/νίκη, επιτροπές αναπληρωτών στα πλαίσια των σωματείων στην Κρήτη κλπ) αλλά με την ίδια ματιά, αυτή της συλλογικής συγκρότησης της τάξης, δώσαμε και συνεχίζουμε να δίνουμε τη μάχη των συσχετισμών σε ένα σώμα γεμάτο αντιφάσεις, αδυναμίες και προβληματισμούς που διακατέχουν το σύνολο της χειμαζόμενης κοινωνίας. 

Κοινό στοιχείο όλων των εκπαιδευτικών αναπληρωτών είναι η απαξίωση κάθε συλλογικής διαδικασίας των σωματείων, η απαξίωση των συνελεύσεων και της συμμετοχής τους σε αυτές, το τσουβάλιασμα και ο αφορισμός του συνδικαλισμού, αλλά ταυτόχρονα, δυστυχώς, η απαγκίστρωση και η εξάρτηση πολλές φορές στα πελατειακά πλέγματα που έχει στήσει ο κυβερνητικός συνδικαλισμός. Πολύ συχνά η συλλογική αναζήτηση των συναδέλφων αρχίζει και τελειώνει στην υπεράσπιση της συντεχνίας, ενώ η απουσία πολιτικής συζήτησης, στράτευσης και αναζήτησης της «μεγάλης εικόνας» δεν διευκολύνει το ξεπέρασμα αυτών των αντιλήψεων. 

Δεν είναι λίγες οι φορές που οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί καλούνται να τοποθετηθούν στα διλλήματα που τους θέτει το κράτος. Να γίνουν συνένοχοι στα σχέδια τους, αποδεχόμενοι ότι δεν υπάρχει εναλλακτική και ότι θα πρέπει στα πλαίσια του «ρεαλισμού» να θέσουν τείχη μεταξύ τους που θα τους δίνουν τάχα πλεονεκτήματα έναντι κάποιων άλλων. Σε αυτό το αλισβερίσι ελπίδας και διάψευσης οι διαχωρισμοί και οι συντεχνιακές διεκδικήσεις έχουν πάρει το πάνω χέρι. Κάθε ειδικότητα, κάθε ομάδα συμφερόντων συγκροτεί σχηματισμούς που λειτουργούν στα πλαίσια των ατομικών και επιμέρους συμφερόντων. Από την άλλη πλευρά, το εκάστοτε Υπουργείο Παιδείας, παρακολουθεί να εκτυλίσσεται ένα σκηνικό αλληλοεξόντωσης, γνωρίζοντας πως αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να περάσουν όλες οι αντιεκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, χωρίς να υπάρξει μαζική απάντηση. Αλλά κυρίως καλλιεργείται από τον κυβερνητικό και υποταγμένο συνδικαλισμό η υποταγή στο άμεσο και εφικτό, σε λύσεις που θα μπορούν να γίνουν αποδεκτές από το κράτος, και είναι αυτή η λογική ακριβώς που διασπά τα αιτήματα, θέτει τον ένα εναντίον του άλλου, εγκλωβίζει και ενσωματώνει την κινητοποίηση των εργαζόμενων. 

Απέναντι σε αυτή τη λογική βρεθήκαμε πλάι πλάι με την οργή των εκπαιδευτικών-delivery που οργώνουν την Ελλάδα οι οποίοι εμφανίστηκαν και συνεχίζουν να εμφανίζονται διαρκώς στο προσκήνιο, διεκδικώντας πια να αλλάξουν τη προδιαγεγραμμένη μοίρα τους, να σπάσουν το δεν υπάρχει εναλλακτική και να θέσουν το μεγάλο ζήτημα της περιόδου: ότι υπάρχει ζωή έξω από τα καπιταλιστικά δεσμά, ζωή που δε μοιράζεται σε δόσεις και μόρια, αλλά υπάρχει στη βάση των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας. 

Οι παραπάνω διαπιστώσεις αναδεικνύουν τις μεγάλες προσκλήσεις που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Η νέα εργατική βάρδια όντας το πλέον πληττόμενο κομμάτι της εργασίας συνολικά, μπορεί και πρέπει να αποτελέσει το δυναμικό που θα βγει στο προσκήνιο των κινητοποιήσεων το επόμενο διάστημα. 

Και εδώ σύντροφοι πρέπει να δούμε ένα συνολικό σχέδιο που θα ενοποιεί όλους τους χώρους και τη δουλειά που γίνεται σε αυτούς, θα συνδέει τα επιμέρους και θα θέτει όρους πραγματικής κοινής δράσης. Χρειάζεται επίσης να αντιληφθούμε ότι το ζήτημα της παρέμβασης μας στην ελαστική εργασία δεν αφορά μόνο τη νΚΑ. Η παρέμβαση μας στους αναπληρωτές, πρέπει να συναντηθεί με τους συμβασιούχους στην υγεία και τους δήμους, με την δουλειά της attack αλλά και των σχημάτων που έχουν συγκροτηθεί και σε άλλους χώρους εργασίας. Για να γίνω πιο συγκεκριμένη, ως πρώτο αναγκαίο βήμα στην περίοδο που διανύουμε, είναι μια ολοκληρωμένη συζήτηση στην οργάνωση μας με τους φοιτητές των παιδαγωγικών και καθηγητικών σχολών, των απόφοιτων και άνεργων συντρόφων και συντροφισσών μας μπροστά στη μεγάλη μάχη που είναι αναγκαίο να δώσουμε από κοινού ενάντια στην απαξίωση των πτυχίων, το εργασιακό τοπίο που διαμορφώνεται, απέναντι στις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις στην εκπαίδευση. 

Χρειάζεται να πούμε ξεκάθαρα ποια θα είναι εκείνα τα αιτήματα πάλης που θα ενώνουν την τάξη. Να θέσουμε και ιδεολογικά τις βάσεις μιας άλλης παρέμβασης που δεν θα περιορίζει την αντιπαράθεση αποκλειστικά και μόνο στα άμεσα και καθημερινά. Να περιγράψουμε συνολικά το σχεδιασμό μας για ένα άλλο εργατικό κίνημα, για την ανασυγκρότησή του και τον τρόπο που πρέπει αυτό να οργανωθεί θέτοντας στην προμετωπίδα της συζήτησης την ενίσχυση των σωματείων, των εργατικών συλλογικοτήτων και των ταξικών δυνάμεων μέσα σε αυτά. Να κινηθούμε με άξονες εκείνα τα αιτήματα που θα συμπυκνώνουν τα παραπάνω, που θα δίνουν δύναμη και προοπτική στον αγώνα. Που θα υπερβαίνουν το «Δεν πάει άλλο» αλλά θα επιβάλουν το «Να πάει αλλιώς».

Ήρθε η στιγμή να θέσουμε στη συζήτηση που διεξάγεται τους δικούς μας όρους. Η νεολαία, οι εργαζόμενοι και άνεργοι, η βίαια πληττόμενη κοινωνική πλειοψηφία, να θέσουν το δικό τους ερώτημα: Ελαστική εργασία ή μόνιμη και σταθερή δουλειά; Γι’ αυτό θα αγωνιστούμε ώστε κανείς να μην είναι ούτε ελαστικά εργαζόμενος ούτε άνεργος!
Σ’ αυτή τη μάχη κεντρικό αίτημα δεν μπορεί να είναι άλλο από: μόνιμη και σταθερή εργασία εδώ και τώρα για όλους τους συμβασιούχους! Χωρίς ναι μεν αλλά, χωρίς ταλαντεύσεις, χωρίς τους περιορισμούς τύπου ΑΣΕΠ και μοριοδότησης, γιατί τότε είναι βέβαιο ότι μπαίνουμε στο παιχνίδι εξαίρεσης κάποιων, στη διάσπαση και τον συντεχνιασμό, αφού στο μοίρασμα της πίτας, που δεν μας χωράει όλους, η αναζήτηση εργασίας θα γίνεται με όρους αρένας όπου ο καθένας θα πρέπει να παλεύει και να διαπραγματεύεται ατομικά.
Κλείνοντας, καθώς είναι η πρώτη φορά που μιλάω σε συνέδριό μας, επιτρέψτε μου να μην κλείσω με τα λόγια κάποιου μεγάλου ή μικρού ποιητή, αλλά παραφράζοντας αυτό που οι θέσεις αναφέρουν στην εισαγωγή τους: Είναι αναγκαιότητα της εποχής μας να ανατραπεί η σύγχρονη βαρβαρότητα και είναι χρέος μας να συμβάλλουμε ώστε τα πράγματα να πάνε αλλιώς. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.