της Βάννας Σφακιανάκη
Μια ψηφίδα ακόμα στο μωσαϊκό των
ενεργειακών έργων, έτσι όπως τα σχεδιάζει η αγορά, έρχεται να προστεθεί
με την έγκριση περιβαλλοντικών όρων για την ενεργειακή διασύνδεση
Πελοποννήσου–Κρήτης, που υπέγραψε ο αναπληρωτής υπουργός περιβάλλοντος
& ενέργειας Σωκράτης Φάμελλος στις 29 Σεπτεμβρίου.
Κύριο κριτήριο του σχεδιασμού είναι η
πραγμάτωση της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, αφού η σημερινή
αγοραία αντίληψη θέλει την ενέργεια να ασφυκτιά φυλακισμένη στο ρόλο της
ως κοινωνικό αγαθό.
Όταν συμπληρωθεί το μωσαϊκό, τότε ίσως θα γίνει και ο συχνά επαγγελόμενος ενεργειακός σχεδιασμός!
Η διασύνδεση όπως απωτυπώνεται από τη ΡΑΕ |
Η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που εγκρίθηκε υποτιμά την αντίληψή μας, και γι αυτό προκαλεί απόγνωση και οργή.
Διαβάζοντας τη μελέτη, το πρώτο που
αντιλαμβάνεται κανείς είναι ότι, σύμφωνα με το «αυστηρό» -για κάποιους-
εθνικό νομοθετικό πλαίσιο, για τις υπόγειες και υποβρύχιες Γραμμές
Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, δεν απαιτείται περιβαλλοντική
αδειοδότηση !.
Τα επί μέρους έργα για τα οποία δεν
απαιτείται αδειοδότηση, είναι η υποβρύχια Γραμμή Μεταφοράς μήκους 132
χλμ. και τα υπόγεια καλώδια στα τμήματα μήκους 33,7 χλμ. στην Κρήτη
(Κόλπος Κίσσαμου – Υ/Σ Χανίων) και 9,3 χλμ. στην Πελοπόννησο (Βάτικα –
Τερματικός Σταθμός Αντιστάθμισης). Επειδή όμως κάποια τμήματα των
υπογείων καλωδίων περνούν μέσα από περιοχές NATURA, για ασφάλεια, έγινε
και μια Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση!
Το τέταρτο τμήμα είναι τα 27,5 χλμ. της
εναέριας γραμμής μεταφοράς (με16 ιστούς και 63 πυλώνες) στη Λακωνία, από
τον Τερματικό Σταθμό μέχρι τους Μολάους. Νότια και ανατολικά απ’ αυτό,
στον Κάβο Μαλιά, εκεί που σήμερα δεν υπάρχει δίκτυο για να συνδεθούν,
προγραμματιζόμενες αιολικές μονάδες περιμένουν εναγωνίως τη Γραμμή
Μεταφοράς να έρθει πιο κοντά τους.
Θυμάται κανείς πως από το 2007 η ΔΕΗ είχε άδεια παραγωγής για να κατασκευάσει συμβατική μονάδα στην Κορακιά Ηρακλείου.[1]
Σκέφτεται ότι δεν επέλεξαν να κατασκευάσουν αυτή τη μονάδα, ενώ
προχώρησαν στην κατασκευή της μονάδας Συνδυασμένου Κύκλου στη
Μεγαλόπολη, που είχαν προαναγγείλει το 2006.[2]
Τα χρόνια εκείνα αλλά και αργότερα, ο ανταγωνισμός των αγωγών υποτίθεται ότι θα έφερνε το φυσικό αέριο από τη Λιβύη! [3]
Με καταιγιστικό το ενδιαφέρον της
ιδιωτικής πρωτοβουλίας για κατασκευή μονάδων φυσικού αερίου, στη Λακωνία
διαδήλωναν την αντίθεσή τους στην κατασκευή μονάδας στην περιοχή της
Ελαφονήσου, από τον όμιλο «ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ», μέσω της εταιρείας
«ΗΡΩΝ-ΘΕΡΜΟΗΛΕΚΤΡΙΚΗ».[4]
Η «τεκμηρίωση» της σκοπιμότητας του έργου
Στην κυρίαρχη επιχειρηματολογία, αυτό
που καθημερινά προβάλλεται κατά κόρον για να περάσει η διασύνδεση ως
«λογική λύση», είναι η μείωση του κόστους των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας
(ΥΚΩ) στους λογαριασμούς ρεύματος, που καλλιεργεί την προσδοκία ότι από
το έργο αυτό θα ωφεληθούν και οι καταναλωτές!
Παρ’ όλα αυτά όμως, στη μελέτη δεν
υπάρχει κανένα στοιχείο για το ποιό είναι αυτό το ποσό που θα
εξοικονομηθεί, από τα 300 ή 400 ή παραπάνω εκατομμύρια, που διαβάζουμε
ότι επιβαρύνονται οι καταναλωτές, από τη λειτουργία πετρελαϊκών μονάδων
στα νησιά.
Αναληθής είναι η αναφορά της μελέτης ότι το έργο της διασύνδεσης έρχεται να λύσει το πρόβλημα «αδυναμίας εξεύρεσης χώρων για την ενίσχυση των σταθμών παραγωγής ή την ανάπτυξη νέων» (στην
Κρήτη), όταν -όπως ήδη αναφέρθηκε- εδώ και μια δεκαετία τουλάχιστον,
όλοι στην Κρήτη ξέρουν, όλοι περιμένουν και πολλοί πιέζουν να γίνει ο
σταθμός παραγωγής ενέργειας στην Κορακιά, όπου άλλωστε προγραμματίζονται
έργα για τη λεγόμενη «μεγάλη διασύνδεση» Κρήτης – Αττικής.
Προτίμησαν να τροφοδοτήσουν την Κρήτη από τις μονάδες της Πελοποννήσου όπου -σύμφωνα με τη μελέτη- «παράγεται
περίπου το 8% της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας της Δ.Ε.Η. πανελλαδικά
με τη συμβολή των θερμοηλεκτρικών και υδροηλεκτρικών σταθμών στη
Μεγαλόπολη και τον Λάδωνα αντίστοιχα» και που χαρακτηρίζεται «περιοχή εξαγωγική, κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους» κι αυτό δεν είναι τυχαίο.
Αναληθής είναι και ο ισχυρισμός της μελέτης για την Κρήτη, ότι υπάρχει «μεγάλος ετήσιος ρυθμός αύξησης του φορτίου του νησιού». Στα στατιστικά του ΔΕΔΔΗΕ[5],
μπορεί εύκολα να δει κανείς ότι μετά την πτώση του ρυθμού κατανάλωσης
λόγω κρίσης, η Κρήτη έχει επιστρέψει σε μέγιστη αιχμή ζήτησης μόλις
στα 627,30 MW, με εγκατεστημένη ισχύ θερμικών μονάδων 813,02 MW και ΑΠΕ
280 MW.
Η μικρή αυτή αύξηση θα μπορούσε να ήταν
ακόμα μικρότερη, αν λαμβανόταν κατάλληλα μέτρα που θα εξισορροπούσαν τις
καλοκαιρινές αιχμές (π.χ. φωτοβολταϊκά σε στέγες, εξοικονόμηση
ενέργειας), αφού κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους υπάρχει υπερεπάρκεια
ρεύματος.
Θα προκαλούσε γέλιο, αν δεν αποτελούσε
υποτίμηση της αντίληψής μας, ο ισχυρισμός της μελέτης ότι θετική
επίδραση του έργου της διασύνδεσης αποτελεί η «Μείωση της παραγόμενης ενέργειας από ορυκτά καύσιμα, που συνεπάγεται τη μείωση εξορύξεων και τη μείωση καύσεων»,
αφού στο ηπειρωτικό δίκτυο από το οποίο θα τροφοδοτείται η Κρήτη μέσω
της διασύνδεσης, η ενέργεια παράγεται κυρίως από λιγνίτη και φυσικό
αέριο, που και τα δυο είναι ορυκτά καύσιμα!
Δεν είναι πάντως η πρώτη φορά που ακούμε
ότι «ορυκτό καύσιμο» είναι μόνο ο λιγνίτης, ή υδρογονάνθρακας είναι
μόνο το πετρέλαιο, για να δεχτούμε την κυριαρχία του φυσικού αερίου!
Η ουσία όμως του παραπάνω ισχυρισμού,
βρίσκεται και στην προκλητική αναφορά της μελέτης που περιγράφει και τον
τελικό στόχο, δηλαδή την «Εκμετάλλευση της παραγόμενης ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (στην Κρήτη)».
Σε σχέση με την ολοκληρωμένη επίτευξη
αυτού του στόχου, η μελέτη αναφέρεται και στο έργο της «μεγάλης
διασύνδεσης» που έπεται της «μικρής» και προβλέπεται στο «Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης Συστήματος Μεταφοράς 2017‐2026». Συγκεκριμένα, για τη «μεγάλη διασύνδεση» αναφέρεται: «Ωστόσο,
τα επόμενα χρόνια και ανάλογα με τις τεχνικές εξελίξεις και ιδίως την
πορεία ωρίμανσης και υλοποίησης μεγάλων έργων ΑΠΕ στην Κρήτη, το μέγεθος
του συνδέσμου θα επανεξετάζεται συνεχώς για πιθανή αναθεώρηση (μέχρι το
επίπεδο των 1000 MW), ανάλογα με τις ανάγκες που θα προκύπτουν.»
Επομένως τα ορυκτά καύσιμα που είναι
αναγκαία για τη λειτουργία του Συστήματος στην Κρήτη θα καίγονται στην
Πελοπόννησο και όχι στην Κρήτη, γιατί έτσι θα μεγιστοποιηθεί η
δυνατότητα εγκατάστασης ΑΠΕ βιομηχανικής κλίμακας στην Κρήτη. Η
δυνατότητα αυτή θα παρέμενε περιορισμένη αν κατασκευαζόταν συμβατική
μονάδα στην Κρήτη και καθόλου διασυνδέσεις. Και τα μεγάλα έργα ΑΠΕ
περιμένουν ανυπόμονα τις διασυνδέσεις (μικρή και μεγάλη) για να
υλοποιηθούν!
Όμως, ήδη από το 2013 η χώρα -μέσα στην
κρίση- είχε ποσοστό ενεργειακής κατανάλωσης από ΑΠΕ 15%, ποσοστό
αντίστοιχο με το μέσο όρο στην «ΕΕ των 28», όπως προκύπτει από στοιχεία
της Eurostat,[6] ενώ το 2015 στην Κρήτη το αντίστοιχο ποσοστό έφτανε το 23,56%.[7]
Εύλογα λοιπόν αναρωτιέται κανείς πόσο
πια πρωταγωνιστές πρέπει να γίνουμε στις εισαγωγές τεχνολογίας, στις
εξαγωγές οικονομικών πόρων, στη δέσμευση πολύτιμης γης, στις
«διαρθρωτικές αλλαγές» εις βάρος του ζωτικού χώρου του πρωτογενούς και
του τουρισμού, στην καταστροφή πολιτισμού και περιβάλλοντος και μάλιστα
με φιλοπεριβαλλοντική ρητορική;
Αυτά και άλλα είναι σημαντικά ζητήματα
που θα μπορούσε να συζητήσει κανείς, αλλά δεν αποτέλεσαν αντικείμενο
διαβούλευσης. Κυριάρχησε για άλλη μια φορά το στερεότυπο που μονότονα
επαναλαμβάνεται για «Συμβολή στην επίτευξη των εθνικών και
ευρωπαϊκών ενεργειακών στόχων (εν συμφωνία με το Εθνικό Σχέδιο Δράσης
για την επίτευξη της συμβολής των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας
σε ποσοστό 20% έως το 2020)», αποτελώντας σε μόνιμη βάση, την επωδό των προειλημμένων αποφάσεων.
Εν τέλει αυτό το έργο κι αυτού του
είδους η «διαβούλευση» που προηγήθηκε, μας προσβάλλουν ως πολίτες, στην
Πελοπόννησο, στην Κρήτη και σε όλη τη χώρα, όπου πληρώνουμε όλο και
ακριβότερα τους λογαρισμούς του ρεύματος και παράλληλα βιώνουμε την
κακοποίηση της κοινωνίας και των τόπων μας.
Το έργο γίνεται κυρίως για να σταθεί
δυνατόν να εγκατασταθούν νέα έργα ΑΠΕ βιομηχανικής κλίμακας και στις δύο
πλευρές που ενώνει η διασύνδεση και για να υπάρξει συμφερότερη
αξιοποίηση ήδη κατασκευασμένων συμβατικών μονάδων (στην Πελοπόννησο) που
υπολειτουργούν λόγω χαμηλής ζήτησης, σε αντικατάσταση παλαιών
πετρελαϊκών μονάδων (της Κρήτης) που επιβάλλεται από την Ε.Ε. να
σταματήσει η λειτουργία τους.
Δε μένει παρά να μας πουν, στην Κρήτη
και στην Πελοπόννησο, αν εγκατασταθούν μονάδες ΑΠΕ βιομηχανικής κλίμακας
ισόποσης ισχύος με αυτή της μέγιστης αιχμής ζήτησης, ότι γίναμε
«πράσινα νησιά» με ΑΠΕ 100%. Αυτά άλλωστε λένε και για άλλα νησιά και
χώρες κι ας καίνε τα ορυκτά καύσιμα κάπου πιο πέρα, για να τροφοδοτούν
ό,τι αδυνατούν να τροφοδοτήσουν -όταν δεν υπάρχει ήλιος και άνεμος- οι
«πράσινες μονάδες».
[1] http://www.kathimerini.gr/286984/article/oikonomia/epixeirhseis/adeia-sth-deh-gia-kataskeyh-monadas-paragwghs-250-mw-sthn-krhth
[5]https://www.deddie.gr/el/themata-tou-diaxeiristi-mi-diasundedemenwn-nisiwn/stoixeia-ekkathariseon-kai-minaion-deltion-mdn/miniaia-deltia-ape-kai-thermikis-paragwgis-sta-mi/2017
[7]http://www.ekriti.gr/%CE%BA%CF%81%CE%AE%CF%84%CE%B7/%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%B1%CE%B8%CE%BB%CE%AE%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B1-%CE%B7-%CE%BA%CF%81%CE%AE%CF%84%CE%B7-%CF%83%CE%B5-%CE%BC%CE%BF%CE%BD%CE%AC%CE%B4%CE%B5%CF%82-%CE%B1%CF%80%CE%B5-%CE%BA%CE%B1%CE%B9%CF%86%CF%89%CF%84%CE%BF%CE%B2%CE%BF%CE%BB%CF%84%CE%B1%CF%8A%CE%BA%CE%AC
ΠΗΓΗ: – κόκκοι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.