Αν αφαιρέσει κανείς ορισμένες, εκτός
πραγματικότητας, εκτιμήσεις που θεωρούν ότι το εργατικό κίνημα είναι σε
διαρκή πορεία …ανόδου που …τίποτα δεν το σταματά, η υπόλοιπη Αριστερά
αναζητά το τι πραγματικά φταίει για το βάθος την έκταση και τη διάρκεια
της σημερινής κατάστασης στασιμότητας που εμφανίζει σε πολιτικό,
κινηματικό και ιδεολογικό επίπεδο.
Οι γεμάτες αυτοθυσία απόπειρες θετικής υπέρβασης της κατάστασης δε λείπουν.
Ιδιαίτερα στο επίπεδο του εργατικού κινήματος γίνονται σοβαρές
προσπάθειας για να αναστραφεί η κατάσταση, όπως η προσπάθεια που έγινε
από σωματεία του ΠΑΜΕ, αλλά και από άλλες εργατικές συλλογικότητες να
υπάρξει αγωνιστική ταξική απάντηση από τα κάτω, χωρίς τη συνδικαλιστική
γραφειοκρατία.
Κι αυτή η πρωτοβουλία, όπως και άλλες προσπάθειες δεν κατάφερε να
δώσει έστω κάποιο μήνυμα ότι κάτι πάει να γυρίσει, αφού η απεργία είχε
πολύ χαμηλά, έως μηδενικά, ποσοστά συμμετοχής. Ως γνωστό δεν φτάνει μόνο
το να «βγει απεργία» αλλά πρέπει να υπάρχουν και απεργοί.
Αυτές οι εξελίξεις δυσχεραίνουν ακόμα περισσότερο την κατάσταση.
Αν μάλιστα συνεχιστεί η ίδια ρότα, οι απεργίες να προκηρύσσονται
δίχως κανένας να ρωτάει τους ίδιους τους εργαζόμενους γι’ αυτές, η
κατάσταση μετατρέπεται σε επικίνδυνη.
Οι εργαζόμενοι, παλιοί και νέοι, ενσωματώνουν αυτό που ζουν, πως η
απεργία είναι κάτι που δεν τους αφορά αφού άλλοι την κηρύσσουν δίχως
επί της ουσίας να τους ρωτήσουν.
Από την άλλη, στην περιοχή μας, στην περιοχή της Μεσογείου, μυρίζει μπαρούτι.
Οι Αμερικανοί στην ιεραρχία της λίστας με τις μεγαλύτερες απειλές
αντικαθιστούν την Αλ Κάιντα και τον ΙSΙS, με την Κίνα και τη Ρωσία.
Αυτές είναι πια οι «δυνάμεις του κακού», οι οποίες αυξάνουν τις
στρατιωτικές τους δαπάνες και αντεπιτίθενται δημιουργώντας έναν
«αντιάξονα» απέναντι στους Αμερικανούς και τους συμμάχους τους.
Την ίδια ώρα, η Τουρκία, χώρα - μέλος του ΝΑΤΟ, απειλεί όποιον
πλησιάσει στην κυπριακή ΑΟΖ και προειδοποιεί ότι μπορεί να διεξαγάγει
δυο πολέμους ταυτόχρονα, στη Συρία και στο Αιγαίο, οξύνει την κόντρα με
τις ΗΠΑ, με αιχμή τους Κούρδους της Συρίας.
Οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί βρίσκονται σε φάση διαρκούς
όξυνσης που καθιστά την κατάσταση άκρως επικίνδυνη για την ειρήνη στην
περιοχή.
Ο κίνδυνος ενός υπερτοπικού πολέμου στο χώρο των «ευρωασιατικών Βαλκανίων» είναι ορατός.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ συμμετέχει συνειδητά και ενεργά σε
τυχοδιωκτισμούς στο πλάι του Ισραήλ και των Αμερικανών, στο όνομα της
«σταθερότητας». Από ότι όμως η Ιστορία, οι παραδειγματικές εξελίξεις στη
Μέση Ανατολής και η Πράξη επαληθεύουν, η πολιτική αυτή της κυβέρνησης
μόνο ειρήνη και «σταθερότητα» δεν εγγυάται στους λαούς της περιοχής.
Η στάση της Αριστεράς απέναντι σε αυτή την κατάσταση χαρακτηρίζεται από αμηχανία και σύγχυση.
Αναλύει την κατάσταση είτε με ιδεολογικά μέσα και όρους από τον Α’
παγκόσμιο πόλεμο, στην καλύτερη περίπτωση, είτε, στη χειρότερη, με όρους
‘92 τότε που οι βομβαρδισμοί στην Γιουγκοσλαβία ήταν γενικά και αόριστα
«ενδοαστικές αντιθέσεις», ενώ ένα τρίτο κομμάτι με έναν αφόρητο
κοσμοπολιτισμό φτάνει ορισμένες φορές να δικαιώνει τον απέναντι
ιμπεριαλισμό.
Η αδυναμία γνώσης της ουσίας των σύγχρονων ενδοϊμπεριαλιστικών
ανταγωνισμών και αντιθέσεων και των κινδύνων που εγκυμονούν, η αδυναμία
να συνδέεται το πατριωτικό με το διεθνιστικό με συγχρόνους όρους, είναι
το δεύτερο σημαντικό πρόβλημα που δημιουργεί έναν νέο γύρο πολεμικής
αντιπαράθεσης ανάμεσα στις αριστερές δυνάμεις, την στιγμή που θα έπρεπε
να έχουν ήδη στηθεί ενωτικές αντιπολεμικές πρωτοβουλίες για την αποτροπή
του πολέμου και την υπεράσπιση της ειρήνης ενάντια στους Αμερικανούς
και τον ιμπεριαλισμό.
Από την άλλη, η αδυναμία διαμόρφωσης πολιτικής πρότασης που να
συνδέει το πώς και με ποια μέσα θα ανατραπεί αυτή την κατάσταση σε
πολιτικό-κοινωνικό επίπεδο, προτείνοντας ένα πρόγραμμα πολιτικών
διεκδικήσεων που θα συνδέεται με την αλλαγή της κατάστασης στην κοινωνία
με τον ίδιο τον λαό πρωταγωνιστή, καθιστά τον πολιτικό λόγο της
Αριστεράς κοινωνικά ανενεργό και επί της ουσίας μη χρήσιμο για το σήμερα
αλλά και το αύριο του κόσμου της δουλειάς.
Αυτή η αδυναμία άμεσης μετωπικής πολιτικής παρέμβασης της Αριστεράς
είναι ολοφάνερο ότι επιδρά καθοριστικά στην καθήλωση του εργατικού
λαϊκού κινήματος.
Αναπόφευκτα, τα παραπάνω δημιουργούν μια εκρηκτική κατάσταση στο εσωτερικό των οργανώσεων της Αριστεράς, ιδιαίτερα της εξωκοινοβουλευτικής.
Παλιά και νέα ιδεολογικά ρεύματα συγκρούονται για την ερμηνεία της υπάρχουσας κατάστασης άλλα και για το τι πρέπει να γίνει.
Και στο ΚΚΕ, κατά την γνώμη μου, υπάρχουν παρόμοιες συγκρούσεις, που
παίρνουν ειδική μορφή καθώς η διαπάλη γίνεται με συγκεκριμένους όρους
που συνδέονται με τον τρόπο λειτουργίας του.
Στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, οι όροι με τους οποίους γίνεται
αυτή η συζήτηση, στις περισσότερες των περιπτώσεων έχει χαρακτήρα
πολεμικής, με την αρνητική κατά κανόνα έννοια.
Η διαφορετική άποψη μπορεί να ακούγεται μεν αλλά, στις περισσότερες των περιπτώσεων, παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες.
Όλοι βιάζονται να ψηφίσουν για να τελειώνουν σε σοβαρά θέματα που τα
διατηρεί ανοιχτά η ίδια η ταξική πάλη. Και αφού ψηφίσουν νομίζουν πως
όλα έχουν λυθεί.
Ο κίνδυνος είναι μεγάλος για ό,τι έχει κερδηθεί μέχρι τα σήμερα.
Τα πολιτικά , ιδεολογικά άλλα και προσωπικά αδιέξοδα εξαιτίας της
οικονομικής κρίσης, αγωνιστών, ιδιαίτερα νέων, δημιουργούν έντονες
τάσεις αποστράτευσης και παραίτησης.
Η εποχή μας είναι εποχή σοβαρών και μεγάλων ανακατατάξεων που βάζει σε δοκιμασία τις μέχρι τώρα βεβαιότητες μας.
Η συζήτηση που διεξάγεται με όλους τους τρόπους και τις μορφές μέσα
και έξω από τις οργανώσεις της Αριστεράς είναι το μοναδικό μέσο και ο
μοναδικός τρόπος για να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις που θα ανοίξουν τον
δρόμο για την κομμουνιστική επαναθεμελίωση στην εποχή μας, όπως
υπογραμμίζεται στο κείμενο «Για το παρόν και το μέλλον της Αριστεράς.
Για τον κομμουνισμό και τις επαναστάσεις του 21ου αιώνα» (δες εδώ).
«Η εποχή μας δεν είναι το τέλος αλλά η έναρξη. Δεν είναι η λήξη του
επαναστατικού οράματος, όσο κι αν δείχνει ή κάνουν να δείχνει έτσι, οι
μηχανισμοί χειραγώγησης και οι πραγματικές δυσκολίες, η υποχώρηση της
πίστης σ’ αυτό», τονίζεται.
Είμαστε λοιπόν ακόμα στην αρχή.
Τιμούμε και εκτιμούμε τις μεγάλες προσπάθειες αλλά και την συμβολή
όλων εκείνων των συντρόφων και συλλογικοτήτων που στα πέτρινα χρόνια της
κατάρρευσης προσπάθησαν να δώσουν απαντήσεις θέτοντας το πρόβλημα «μιας
άλλης Αριστεράς».
Πως λοιπόν θα συνεχίσουμε να υπηρετούμε αυτή την προοπτική;
Πως θα ανοίξουμε τους διαύλους επικοινωνίας με δυνάμεις που αναζητούν
την σύγχρονη κομμουνιστική απάντηση αλλά από διαφορετικές αφετηρίες;
Τα υπάρχοντα σχήματα και οργανώνεις της κομμουνιστικής και
αντικαπιταλιστικής Αριστεράς είναι άραγε οι μοναδικοί χώροι που θα γίνει
αυτή η συζήτηση;
Η ρευστότητα που χαρακτηρίζει την εποχή έχει αντανάκλαση και στις
οργανώσεις της Αριστεράς. Νέες ιδέες και προσεγγίσεις από συντρόφους
παλιούς και νέους φαίνεται ότι ασφυκτιούν, αναζητώντας ένα νέο πεδίο
έκφρασης που οι υπάρχουσες οργανώσεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς
αδυνατούν να προσφέρουν.
Εξ ου και οι αποχωρήσεις μελών στις πιο σημαντικές από αυτές ΝΑΡ,
ΑΡΑΝ ΑΡΑΣ, ακόμα και από το ΣΕΚ και άλλες μικρότερες, που παίρνουν την
μορφή είτε της σιωπηρής αποχώρησης αλλά όχι της αποστράτευσης είτε της
κατάθεσης πολιτικών κειμένων για μια νέα επαναστράτευση, όπως έγινε
πρόσφατα από τους συντρόφους που αποχώρησαν από το ΝΑΡ και την νΚΑ.
Αυτό επιβεβαίωσε και η μεγάλη συμμέτοχη στην εκδήλωση που οργανώθηκε
στην ΑΣΟΕΕ όπου πάνω από 500, στην μεγάλη τους πλειοψηφία νέοι,
αγωνιστές κατέθεσαν τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς για το τι
πρέπει να γίνει για να βγουν ξανά στο προσκήνιο οι λαϊκοί αγώνες, αλλά
και το πώς θα επαναδιατυπωθεί το σύγχρονο όραμα της κοινωνικής
απελευθέρωσης.
Οι παραπάνω εξελίξεις δείχνουν ότι χρειάζονται νέες
επανανοηματοδοτήσεις για το τι σημαίνει στράτευση στην κομμουνιστική
Αριστερά, νέοι χώροι διαλόγου και κοινής δράσης, όπου όχι μόνο θα
μπορούν να «ανθίζουν όλα τα λουλούδια», αλλά θα είναι χώροι κινηματικής
μετωπικής συσπείρωσης και δράσης στο εργατικό κίνημα, στο κίνημα της
νεολαίας και στις γειτονιές.
Σε αυτό το καθήκον οι συλλογικότητες της κομμουνιστικής
αντικαπιταλιστικής Αριστεράς πρέπει να ανταποκριθούν αντί να κραδαίνουν
την σημαία του μάταιου για όποιους επιλέγουν να μην πάνε τελικά σπίτια
τους, αλλά να συνεχίσουν να αγωνίζονται για την συγκρότηση ενός νέου
κοινωνικού πολιτικού μετώπου ανατροπής της επίθεσης του αστικού
πολιτικού συστήματος και να συμβάλλουν στην αναζήτηση ενός σύγχρονου
επαναστατικού κομμουνιστικού υποκειμένου της εποχής από διαφορετικούς
δρόμους.
Η μαχόμενη Αριστερά εμφανίζει μια βεντάλια οργανώσεων.
Αυτό φαίνεται σαν αδυναμία.
Αλλά αν τα πράγματα είναι όπως φαίνονται τότε η επιστήμη, και εν προκειμένω η επιστήμη της πολιτικής, θα ήταν αχρείαστες.
Αυτό λοιπόν, η πληθώρα των οργανώσεων, των ιστότοπων, των εργατικών
λεσχών, των εργατικών αλλά και καλλιτεχνικών σχημάτων, που φαίνεται σαν
αδυναμία, μπορεί να αποδειχτεί η σύγχρονη δύναμη του εργατικού
κινήματος.
Να μην ξεχνάμε την Ιστορία.
Πλήθος εργατικών λεσχών, οργανώσεων, εφημερίδων κ. α. εμφανίζονταν στην πρώτη μεγάλη κρίση του καπιταλισμού το 1873 – 95.
Λίγα χρόνια μετά, στο τέλος του 19ου και στην αυγή του 20ου αιώνα το
εργατικό κίνημα έκανε αισθητή την παρουσία του με τις κατακτήσεις που
αποσπούσε στην ασφάλιση, υγιεινή και σύνταξη. Τότε ήταν που έμπαιναν οι
βάσεις για μια άλλη, «απρόσμενη» πορεία της Ιστορίας.
Σε αυτή την κατεύθυνση, είναι επιβεβλημένη η συμμετοχή όσο το δυνατό περισσότερων αγωνιστών στην εκδήλωση του Kommon της Τετάρτης 7 Μαρτίου, στην αίθουσα του Συλλόγου Αρχαιολόγων στις 6.30.
ΠΗΓΗ: Kommon
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.