Για ένα νέο απελευθερωτικό κοινωνικό πρόγραμμα της εργατικής τάξης
Την τελευταία δεκαετία το εργατικό κίνημα συνδικαλιστικό κίνημα
συγκρούστηκε με την αστική πολιτική στο πεδίο της βαθιάς ιστορικής
κρίσης του καπιταλισμού με κύριο διακύβευμα του ποιος θα πληρώσει την
κρίση.
Στα δυο στρατόπεδα από τη μια συνασπιστήκαν οι δυνάμεις του
κεφαλαίου, οι αναλώσιμες κυβερνήσεις του μέχρι το 2015, ο ΣΕΒ, η Ε.Ε, η
ΕΚΤ, το ΔΝΤ, οι κυρίαρχοι ιδεολογικοί μηχανισμοί κυρίως μέσω των ΜΜΕ,
για να πείσουν τους εργάτες και το λαό πως «μαζί τα φάγαμε», και από
την άλλη οι εργάτες, τα μεσαία στρώματα, η νεολαία, οι γυναίκες, οι
αυτοαπασχολούμενοι, η μισθωτή διανόηση οι μικροαγρότες κλπ
Η κύρια επιδίωξη των δυνάμεων του κεφαλαίου στόχευε στο να φορτωθούν
οι επιπτώσεις της κρίσης στις πλάτες της εργατικής τάξης, των
μικρομεσαίων, της νεολαίας, στην προοπτική της ανόδου της κερδοφορίας
τους μέσα από τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις στην εργασία και την
κατάργηση μεγάλου εύρους κατακτήσεων του εργατικού κινήματος.
Η αστική τάξη της χώρας μας αδύναμη κατέφυγε στη μνημονιακή
επιτροπεία, ακριβώς για να έχει στο πλευρό της και εντός της χώρας τους
ισχυρούς ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς ώστε να αλλάξει καταθλιπτικά τους
συσχετισμούς σε βάρος του εργατικού κινήματος.
Για να επιβάλλει τη σύγχρονη εργασιακή ζούγκλα που θα αναδιαμόρφωνε
την αξία της εργατικής δύναμης φτάνοντας την στα όρια της διατίμησης.
Γνώμονα έχει την ανάταξη της πληττόμενης κερδοφορία του κεφαλαίου και
την προσέγγιση ξένων αλλά και ντόπιων μεσαίου επιπέδου κεφαλαιακών
επενδύσεων.
Το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα μαζί με τα άλλα πληττόμενα λαϊκά
στρώματα την περίοδο του 2010-2012 έδωσε σκληρές μάχες. Ανάπτυξε
πλούσιες μορφές πάλης, με πολυήμερες απεργίες, καταλήψεις, πρωτότυπα
κινήματα (δεν πληρώνω, πλατειές κλπ).
Αυτοί οι αγώνες δεν πήγαν χαμένοι.
Καθυστέρησαν πολλές από τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις, έφθειραν
και δυσκόλεψαν κυβερνήσεις, αλλά και διαπαιδαγώγησαν διαφορετικά
κοινωνικά στρώματα στην κοινή πάλη, στους συντονισμένους αγώνες που
ριζοσπαστικοποιήθηκαν παραπέρα και στα αιτήματα και στις μορφές και στα
συνθήματα.
Οι αγώνες εκείνης της περιόδου είναι πράγματι πολύτιμη εμπειρία
παρόλο που οι συνασπισμένες δυνάμεις του κεφαλαίου βγήκαν νικητές σε
αυτόν «τον πρώτο γύρο» της αναμέτρησης.
Φυσικά σε αυτό έπαιξαν ρόλο τόσο η ιδεολογική επίθεση, η τεραστία
καταστολή, η τρομοκρατία της εργοδοσίας στους τόπους δουλειάς, το ένα
εκατομμύριο άνεργοι, αλλά και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία που στις
κρίσιμες καμπές του κινήματος υπονόμευε την δυναμική του κινήματος αλλά
και οι εγγενείς αδυναμίες του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος όπου
ακόμα και στις κρίσιμες στιγμές του αγώνα δεν κατάφερε να βρει κοινό
βηματισμό.
Η ίδια η νεοφιλελεύθερη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ μετά το δημοψήφισμα
χτύπησε, ιδιαίτερα μετά το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, το μεγάλο ρεύμα της
εργατικής και λαϊκής ριζοσπαστικοποίησης και της δυναμικής του, τη
δυνατότητα, τότε μετεξέλιξης του σε εξαιρετικά επικίνδυνο.
Τα τελευταία όμως χρόνια της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ η
κατάσταση δεν λέει να ξεκολλήσει από το τέλμα μιας επικίνδυνης
αδράνειας και καθήλωσης σε όλα τα επίπεδα του συνδικαλιστικού κινήματος
παρά τις ηρωικές προσπάθειες που γίνονται από τις πρωτοπορίες του.
Προσπάθειες όπως η τελευταία απεργία που οργανώθηκε από σωματεία του
ΠΑΜΕ και αλλά ταξικά σωματεία εργατικές συλλογικότητες, οι σχετικά
μαζικοί αγώνες των εκπαιδευτικών και των εργαζομένων στους ΟΤΑ για το
δικαίωμα στη δουλεία και τη μόνιμη και σταθερή εργασία αλλά και άλλες
εργατικές αντιστάσεις, ενάντια στην εργοδοτική τρομοκρατία, τις
απολύσεις. Κάποιες από αυτές νίκησαν (επαναπρόσληψη απολυμένων κλπ).
Όμως και αυτές οι προσπάθειες δεν κατάφεραν να δώσουν έστω κάποιο
μήνυμα ότι κάτι πάει να γυρίσει. Αντίθετα το πρόβλημα παραμένει όπως
αποκαλύπτουν τα πολύ χαμηλά ποσοστά συμμετοχής στις απεργίες, ή όλο και
μικρότερη συμμετοχή στις συνελεύσεις, εξελίξεις που δυσχεραίνουν ακόμα
περισσότερο την κατάσταση.
Δεν θα πρωτοτυπήσουμε αν και εδώ επαναλάβουμε την εκτίμηση και την
ανησυχία του μεγαλύτερου μέρους της αριστερής συνδικαλιστικής
πρωτοπορίας πως αν συνεχιστεί το ίδιο κλίμα της οπισθοχώρησης και
απογοήτευσης τότε η ήττα του συνδικαλιστικού κινήματος θα μετατραπεί
από τακτική σε στρατηγική.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμα βρισκόμαστε στην αρχή ενός ολοκληρωτικού ταξικού και κοινωνικού πολέμου.
Στο νέο γύρο αμφισβήτησης ακόμα και αυτών των εναπομεινάντων
εργατικών δικαιωμάτων από τις δυνάμεις του κεφαλαίου θα επιχειρηθεί η
περαιτέρω εκμετάλλευση της εργατικής τάξης μέσα από διάφορα σχήματα που
θα στηρίζονται στην σύνδεση του μισθού με την παραγωγικότητα της
εργασίας, στην εκμηδένιση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Και μάλιστα με τέτοιο τρόπο ώστε οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να
αποδέχονται τα νέα μέτρα ως στοιχείο σύγχρονων και αναγκαίων
μεταρρυθμίσεων ενός κράτους – ψωροκώσταινα. Σε ένα τέτοιο κράτος οι
συμβάσεις θα ρυθμίζονται από αυτό και την εργοδοσία αλλά και τους
εξατομικευμένους εργαζόμενους οι οποίοι με υπευθυνότητα δήθεν θα βγάζουν
τα μάτια τους με τα ίδια τους τα χέρια. Θα συνδέουν ευθέως το ύψος
του μισθού με την κερδοφορία της επιχείρησης επαφιόμενοι στη
φιλανθρωπία των εργοδοτών στην οποία θα βασίζεται το κάτι τις παραπάνω
από τον κατώτατο μισθό.
Να δούμε βαθύτερα, ψύχραιμα και συλλογικά «τα πράγματα»
Αυτό όμως που είναι σίγουρο είναι ότι η ταξική πάλη θα συνεχιστεί ανεξάρτητα από τη δικιά μας μελαγχολία και τα δικά μας κενά.
Αυτό θα πρέπει να μας κάνει να αναστοχαστούμε για το πώς φτάσαμε
μέχρι εδώ. Να μελετήσουμε την εμπειρία των αγώνων την περίοδο από το
2008 μέχρι το 2012 ιδιαίτερα στην φάση κλιμάκωσης τους το 10-12, την
παρέμβαση της ταξικής πτέρυγας όλων των πολιτικών και ιδεολογικών
εκφάνσεων.
Εκεί να δούμε το τι τελικά έφταιξε που η ταξική και κοινωνική
ριζοσπαστικοποίηση βρήκε διέξοδο και έκφραση στα πολιτικά σχέδια του
ΣΥΡΙΖΑ.
Στην αναζήτηση απάντησης σε αυτό θα πρέπει να αποφύγουμε
απλουστέψεις και αναθέματα και με πραγματικό αίσθημα αυτοκριτικής να
ανοίξουμε την συζήτηση σαν ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο εσωτερικό μας. Να δούμε τα δικά
μας όρια!
Να δεχτούμε κατ’ αρχάς πως σαν συνδικαλιστικό κίνημα είμαστε ακόμα
πολύ πίσω στη μελέτη των σύγχρονων εξελίξεων στην ίδια την εργασία.
Στο ποια μορφή παίρνουν οι σύγχρονες μορφές απόσπασης υπεραξίας. Στο
ποιος ο ρόλος του όλου και περισσότερου αναπτυσσόμενου πρεκαριάτου που
επιβιώνει με τα κοινωνικά επίδομα και διαφορές άλλες δομες.
Στο που συγκεντρώνονται και ποια είναι η μορφή συγκέντρωσης του
σύγχρονου προλεταριάτου. Στο πώς συνδέονται οι χώροι της μάθησης με τη
νέα βάρδια εργαζομένων.
Στο ποιοι τελικά απαρτίζουν το σύγχρονο βιομηχανικό προλεταριάτο. Και
μάλιστα στο ποιοι κλάδοι παίζουν σήμερα τον ρόλο του πυρήνα της
εργατικής τάξης, του πάλε ποτέ «εργοστασιακού προλεταριάτου».
Να δεχτούμε πως σαν συνδικαλιστικό κίνημα είμαστε ακόμα πολύ πίσω
στη μελέτη του εσωτερικού διχασμού της εργατικής τάξης λόγω των
ελαστικών σχέσεων εργασίας, των υπεργολαβιών, της μεσαιωνικής
υπενοικίασης εργαζομένων, της στρατηγικής εν ολίγοις του κοινωνικού
κατακερματισμού που προωθούν οι δυνάμεις του κεφαλαίου στην εποχή μας.
Και επομένως είμαστε αδύναμοι στον τρόπο αντιμετώπισης αυτού του διχασμού.
Στο κείμενο «για το παρόν και το μέλλον της αριστεράς και τις επαναστάσεις του 21 ου αιώνα αναφέρεται»: ΕΔΩ
«Η σύγχρονη εργατική τάξη συγκροτεί έναν πολυκόσμο.
Είναι πολυάριθμη, πλειοψηφούσα πλέον δύναμη στον οικονομικά ενεργό
πληθυσμό της κοινωνίας. Είναι η πλέον μορφωμένη αλλά και «διχαζόμενη»
ανάμεσα στη χειραγώγηση και τη χειραφέτηση. Εμπλουτίζεται διαρκώς λόγω
των αναταράξεων στα μεσαία στρώματα που χτυπιούνται από την κρίση και
αλλάζει η συμπεριφορά και η ιδιοσυγκρασία της λόγω της μετανάστευσης και
της μετατόπισης σε αυτήν μεσαίων στρωμάτων. Εργάζεται σε σύγχρονους
κλάδους που παίζουν κομβικό ρόλο στην παραγωγή. Οι εργαζόμενοι σε αυτούς
έχουν έναν σχετικά βαρύνοντα ρόλο στην ταξική πάλη, στην ανάδειξή τους
σε μοχλό ενότητας του συνόλου της τάξης. Σε αυτούς τους κλάδους
απαιτείται ο ιδιαίτερος προσανατολισμός της συνολικής δράσης μιας
σύγχρονης εργατικής οργάνωσης, ενός σύγχρονου πολιτικού μετώπου…»
Στην εποχή που η τεχνολογία επαναστατικοποιεί την παραγωγική
διαδικασία, όπου το κεφάλαιο εφευρίσκει καθημερινά νέους τρόπους και
μορφές για τη ανάσχεση της πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους
προσαρμόζοντας και κατακερματίζοντας την δομή της, απαιτείται από το
συνδικαλιστικό κίνημα γρήγορα να προσαρμοστεί οργανωτικά και πολιτικά.
Όπως επισημαίνει ο Στίβεν Χόκινγ, «ο καθένας θα μπορούσε να
απολαύσει μια πολυτελή ζωή, αν η ευημερία που παράγεται από τις μηχανές,
μοιράζονταν δίκαια, ενώ, οι άνθρωποι μπορούν να καταλήξουν άθλια φτωχοί
αν οι ιδιοκτήτες συνεχίσουν το λόμπι
κατά της αναδιανομής του πλούτου. Μέχρι τώρα η τάση δείχνει προς την
δεύτερη εκδοχή, με την τεχνολογία να οδηγεί σε αυξανόμενη ανισότητα». Αλλά
αυτό συνδέεται ευθέως με το πώς βλέπει κυρίως πολιτικά και οραματικά η
εργατική τάξη την σημερινή, τέταρτη βιομηχανική επανάσταση. Με το αν η
αξιοποίηση της θα γίνει από το κεφάλαιο και την αστική τάξη που θα
φέρει τεράστιους στρατούς ανέργων και μεγαλύτερο βάθεμα της φτώχεια και
της ανέχειας η από την εργατική τάξη που θα αποσπά νίκες και θα φέρνει
ποιο κοντά το όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Συνεπώς πρέπει και εμείς να συμβάλουμε στην διατύπωση του άμεσου και
με προοπτική εργατικού και επί της ουσίας αντικαπιταλιστικού
προγράμματος της με κέντρο τη μείωση του χρόνου εργασίας, ενός σύγχρονου
Σικάγου.
Αυτό προϋποθέτει να ανασχεδιάσουμε την άμυνα και την αντεπίθεση μας,
όπως πολλές φορές εξάλλου πραγματοποίησαν το εργατικό κίνημα και οι
πρωτοπορίες του στο παρελθόν, σε ανάλογους καιρούς οπισθοχώρησης.
Μια νέα εργατική- λαϊκή αντεπίθεση με κέντρο στο περιεχόμενό της τον
αγώνα για δουλειά – ψωμί – συνδικαλιστικά δικαιώματα και με όργανο το
πολύμορφο, αλλά πολιτικά ενιαίο εργατικό μέτωπο ταξικών και αγωνιστικών
συνδικάτων στο οποίο οφείλει να πρωτοστατήσει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, οι ταξικές
εργατικές συσπειρώσεις, και μπορεί και πρέπει να συμβάλουν οι δυνάμεις
του ΠΑΜΕ του ΜΕΤΑ και του ανρχοσυνδικαλιστικού χώρου που θα παλεύει όχι
μόνο για την αποκατάσταση των χαμένων εισοδημάτων των εργαζόμενων αλλά
θα διεκδικεί αποφασιστικά μείωση των όρων εργασίας, αυξήσεις στους
μισθούς, ελεύθερη συνδικαλιστική δράση στους τόπους δουλειάς, με σταθερή
την επιδίωξη και προοπτική αυτής της νέας «επιθετικής άμυνας» του
Εργατικού Κινήματος την υπέρβαση του συστήματος, την αντικαπιταλιστική
διέξοδο.
Με επίγνωση πως ακόμα και αυτά τα αναγκαία αιτήματα για ψωμί και
δουλειά - που σε άλλες εποχές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν άπλα
οικονομικά αιτήματα- βρίσκονται στον αντίποδα των νεοφιλελεύθερων
οικονομικών ολοκληρώσεων. Επομένως απαιτούν σκληρούς ταξικούς αγώνες,
στο σύνολο τους και για τη συνολική επιβολή τους απαιτείται η μεγάλη
αναμέτρηση. Μόνο με την συγκρότηση ενός τέτοιου μετώπου μπορεί στην
πράξη να υπάρξει υπέρβαση της προδοτικής στάσης των ΓΣΣΕ ΑΔΕΔΥ πολλών
εργατικών κέντρων και ομοσπονδιών και γενικότερα η επίδραση της αστικής
πολιτικής στα συνδικάτα.
Απαραίτητη προϋπόθεση για τα παραπάνω είναι να υπερβεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ
τον διχασμό των δυνάμεων της και να συμβάλει στη δημιουργία ενός
συντονισμού πρωτοβάθμιων σωματείων που θα είναι δημιούργημα των ίδιων
των σωματείων, εργατικών συλλογικοτήτων και αγωνιστικών ομοσπονδιών στην
κατεύθυνση της ενίσχυσης της ταξικής αγωνιστικής ενότητας, της ταξικής
ανεξαρτησίας του εργατικού κινήματος από το κράτος και την εργοδοσία,
που θα οργανώνει απεργιακά και άλλα κινηματικά βήματα, αποτελώντας ένα
διακριτό σε σχεδιασμό, αιτήματα και δημοκρατική λειτουργία ανεξάρτητο
ταξικό πόλο στο εργατικό κίνημα. Προϋπόθεση για αυτόν είναι κυριολεκτικά
η δουλειά του μυρμηγκιού στους τόπους δουλειάς συγκροτώντας επιτροπές
όπου δεν υπάρχουν σωματεία, συμβάλλοντας στην αλλαγή των συσχετισμών
προς όφελος του ταξικών δυνάμεων
Για μια ανεξάρτητη ταξική Κίνηση
Για την προώθηση τους απαιτούνται τόσο η πολιτική ιδεολογική και
θεωρητική παρέμβαση που θα φέρει πιο κοντά τους εργαζόμενους, την
νεολαία σε μια ανώτερη πολιτικοποίηση όσο και το βασικό εργαλείο γι
αυτά. Το εργαλείο που μπορεί να βαθύνει τις προσπάθειες χειραφέτησης της
τάξης και μαζί με τους οργανικούς διανοούμενους της να δώσει ώθηση
στην διατύπωση του καινούργιου επαναστατικού απελευθερωτικού οράματος,
είναι η Ανεξάρτητη Ταξική Εργατική Κίνηση, που όπως αναφέρεται στις
θέσεις για την 4η Συνδιάσκεψη της Μετάβασης ΕΔΩ
«θα είναι ανεξάρτητη από την αστική πολιτική και τις παρατάξεις της στο
εργατικό κίνημα, αλλά και από τις αριστερές εργατικές «παρατάξεις» που
αναπαράγουν τη γραφειοκρατική, ιεραρχική αντίληψη «κόμμα – παράταξη –
συνδικάτο» (ΠΑΜΕ, ΜΕΤΑ κ.α). Μια πραγματική αγωνιστική ταξική ενότητα
«φυσικών προσώπων» εργατών και εργαζομένων, που θα συγκροτηθεί στη βάση
ενός προγράμματος για τα εργατικά δικαιώματα της εποχής μας, στην κατεύθυνση της απόκρουσης και ανατροπής της επίθεσης, στην προοπτική της κοινωνικής απελευθέρωσης.»
Μια Κίνηση που θα παρεμβαίνει σε όλα τα όργανα και τις μορφές του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Θα είναι βασικός μοχλός για την ταξική ανασυγκρότηση και το μετασχηματισμό τους.
Θα συσπειρώνει εργάτες και εργάτριες από τις αριστερές και
αντικαπιταλιστικές πολιτικές οργανώσεις και δυνάμεις, αλλά και ευρύτερα,
πρωτοπόρους αγωνιστές, νέους, κόσμο της ριζοσπαστικής διανόησης κ.α.
που θα λειτούργει στη βάση της εργατικής δημοκρατίας. Η δημιουργία της
θα δώσει δύναμη στα ταξικά και αγωνιστικά σωματεία και στο συντονισμό
τους.
Θα συντονίσει την παρέμβασή τους στους αγώνες που ξεσπούν.
Θα δώσει νέα ώθηση στις πολιτικοσυνδικαλιστικές ταξικές συσπειρώσεις
στα σωματεία, στις ομοσπονδίες και τους κλάδους, ειδικά στον ιδιωτικό
τομέα, για να αποκτούν μαζικά χαρακτηριστικά, να κατακτούν την
πλειοψηφία των εργατών, να ενοποιούνται μέσα .
Θα συμβάλει στην κοινή δράση και την αγωνιστική ταξική ενότητα των
δυνάμεων που έχουν ταξική αναφορά θα δημιουργεί προϋποθέσεις για το
ξεπέρασμα του κατακερματισμού και της διάσπασης , για να απομονωθεί η
γραφειοκρατικά και ο εργοδοτικός συνδικαλισμός
Έτσι που ό, τι εργατικά χειραφετητικό θα γίνεται να μην γίνεται πέρα
και έξω από τους σημερινούς συλλογικούς ταξικούς αγώνες και την
ολόπλευρη ανάπτυξη τους. Να μην είναι αποτέλεσμα κάποιων ξεκομμένων
πρωτοποριών άλλα συλλογική κατάκτηση της αριστερής κομουνιστικής
συνδικαλιστικής πρωτοπορίας, και πάνω απ όλα, τελικά, συλλογική
κατάκτηση της μαχόμενης, τεράστιας πλειοψηφίας της εργατικής τάξης.
Στην συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα συμμετάσχει μεγάλο δυναμικό του κόσμου του αγώνα και των ταξικών αναμετρήσεων.
Μπορεί λοιπόν να αναδειχθεί και να αποδειχτεί πραγματικά μια ευκαιρία
ώστε η συζήτηση να δώσει, μέσω των αποφάσεων, απαντήσεις στη δουλειά
μας στην εργατική τάξη. Να δημιουργήσει προϋποθέσεις για την ενότητα των
δυνάμεων μας σε ένα ανώτερο επίπεδο μακριά από μικροκομματικούς
υπολογισμούς και επιδιώξεις.
Αρκεί να γίνει ένας διάλογος ουσίας, μακριά από άγονες και στείρες
αντιπαραθέσεις, για την παρέμβαση μας στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα
και γενικότερα στην προώθηση της εργατικής πολιτικής.
Εμείς ως ΜΕΤΑΒΑΣΗ θα συμβάλουμε στην κατεύθυνση αυτή.
Νίκος Γουρλάς, ΤΕ Αιγάλεω
Θοδωρής Παναγιωτόπουλος, ΤΕ Βύρωνα
Δημήτρης Τσίτκανος, ΤΕ Καλλιθέας
18/4/2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.