Κυριακή 1 Ιουλίου 2018

Η μαύρη βίβλος του Καπιταλισμού*: Οι Ελβετοί τραπεζίτες σκοτώνουν χωρίς πολυβόλα (1)

του Ζαν Ζίγκλερ*

Χάρη στο τραπεζικό απόρρητο, στους αριθμημένους λογαριασμούς, στο νόμο της ελεύθερης μετατρεψιμότητας, στον κυνισμό και την εξαιρετική τεχνική ικανότητα των τραπεζιτών της, η Ελβετία είναι σήμερα το χρηματοκιβώτιο του πλανήτη. Το 1998 ήταν η πιο πλούσια χώρα του κόσμου (με βάση το κατά κεφαλήν εισόδημα, σύμφωνα με τον τρόπο υπολογισμού του από την Παγκόσμια Τράπεζα). Στην Ελβετία γίνεται η διαχείριση περίπου του 40% των ιδιωτικών περιουσιών όλου του πλανήτη που η διαχείρισή τους δεν πραγματοποιείται μέσα τα σύνορα των χωρών προέλευσής τους.

Οι ελβετικές τράπεζες-οχυρά και τα υποκαταστήματά τους σε όλο τον κόσμο δεν φιλοξενούν μόνο τη λεία των υπερεθνικών καρτέλ του οργανωμένου εγκλήματος και τις αστρονομικές περιουσίες των Ρώσων αρχόντων του εγκλήματος, αλλά και τους θησαυρούς των κυρίαρχων και δεσποτικών τάξεων της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής.


Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα στο βρόμικο χρήμα του οργανωμένου υπερεθνικού εγκλήματος και στα κεφάλαια που φυγαδεύονται με αθέμιτα μέσα από τον Τρίτο Κόσμο; Και τα δυο ξεπλένονται, ανακυκλώνονται από τους ίδιους τραπεζίτες, μέσω παρόμοιων τραπεζικών τεχνικών. Συχνά, είναι οι ίδιοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που εποφθαλμιούν αυτά τα κεφάλαια, τα μεταφέρουν από ήπειρο σε ήπειρο και τα εισάγουν στην Ελβετία. Οι ίδιοι οικονομικοί αναλυτές, οι ίδιοι διαχειριστές περιουσιών, οι ίδιοι χρηματιστηριακοί σύμβουλοι και οι ίδιοι χρηματιστές επανεπενδύουν τα κεφάλαια που φυγαδεύονται από τον Τρίτο Κόσμο και το βρόμικο χρήμα από τα ναρκωτικά.
Οι ναρκομανείς έφηβοι στους δρόμους της Νέας Υόρκης, του Μιλάνου και του Λονδίνου αργοπεθαίνουν εξαιτίας των δραστηριοτήτων των αρχόντων του εγκλήματος, οι οποίοι ξεπλένουν, ανακυκλώνουν τα κέρδη τους στην Ελβετία. Στις Φιλιππίνες, στη Βραζιλία, στο Κονγκό, χιλιάδες παιδιά πεθαίνουν από τον υποσιτισμό, εκπορνεύονται, αργοσβήνουν από τις ασθένειες και την εγκατάλειψη. Ένα σημαντικό μέρος του εγχώριου πλούτου, αντί να συμβάλει στη δημιουργία νοσοκομείων, σχολείων και θέσεων εργασίας, καταλήγει στην Ελβετία. Εκεί, ανακυκλώνεται και επανεπενδύεται στην κερδοσκοπία ακινήτων στο Παρίσι, στη Ρώμη και στο Τόκιο, ή τροφοδοτεί τα χρηματιστήρια της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου και της Ζυρίχης.
Η οικονομική λεηλασία του Τρίτου Κόσμου και η διακίνηση ναρκωτικών είναι φονικές, προκαλούν ανυπολόγιστες καταστροφές στις κοινωνίες, στη φύση και στον ανθρώπινο οργανισμό. Και η μια και η άλλη επωφελούνται από την αναγνωρισμένη ικανότητα, την ειδικευμένη βοήθεια και την αποτελεσματική συνενοχή των Ελβετών τραπεζιτών.
Ακολουθούν μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα της τελευταίας δεκαπενταετίας.
1. Οι Φιλιππινέζοι
Το 1986, ο Φερδινάνδο Εντραλίν Μάρκος νόθευσε για μια ακόμα φορά τις εθνικές εκλογές. Αυτή όμως τη φορά το ποτήρι είχε ξεχειλίσει... Μια λαϊκή εξέγερση συγκλόνισε τη Μανίλα. Τα χαράματα της 25ης Φεβρουάριου, οι Αμερικανοί προστάτες του τον διέταξαν να εγκαταλείψει τη χώρα. Ελικόπτερα των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ προσγειώθηκαν στον κήπο του παλατιού Μαλακανάνγκ, του προεδρικού μεγάρου, και μετέφεραν την Ιμέλντα και τον Φερδινάνδο Μάρκος, καθώς και ογδόντα τρεις συγγενείς και συνεργάτες τους, στην αμερικανική βάση του κόλπου Σούμπικ. Ο Φερδινάνδο Μάρκος πέθανε την Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 1989 σ’ ένα αμερικανικό στρατιωτικό νοσοκομείο στη Χαβάη.

Ο Μάρκος, που θύμιζε δυνάστη ασιατικής δεσποτείας υπήρξε, σε όλη του τη ζωή, ο σχεδόν ιδανικός πελάτης των Ελβετών τραπεζιτών: Ήταν πάμπλουτος και τον διακατείχε μια πραγματική μανία αποθησαυρισμού. Δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα στη διοχέτευση των θησαυρών του στο εξωτερικό, καθώς ο κλεπτοκράτης κατείχε την εξουσία. Επιπλέον, δεν σταμάτησε ποτέ να παίζει διπλό παιχνίδι, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα τόσο των Αμερικανών όσο και των Ιαπώνων προστατών του. Τέλος, η εξαιρετικά πολύπλοκη ψυχοσύνθεσή του τον καθιστούσε ευάλωτο, με αποτέλεσμα οι Ελβετοί τραπεζίτες να τον απομυζούν κατά το δοκούν, υποχρεώνοντάς τον να τους καταβάλλει τεράστιες προμήθειες για ν’ ανακυκλώνουν με επενδύσεις όσα είχε σφετεριστεί.

Ο Φερδινάνδο Εντραλίν Μάρκος ήταν ταπεινής καταγωγής και γεννήθηκε το 1917 στη βορινή άκρη του αρχιπελάγους, στο Ιλόκος Νόρτε. Ο πληθυσμός αυτής της επαρχίας είναι λιγομίλητος, εργατικός. Η κυριότερη ασχολία του εκείνη την εποχή ήταν το λαθρεμπόριο με την Ταϊβάν και το Χονγκ Κονγκ. Τα τρία ονόματα του παιδιού δείχνουν το δράμα της γέννησής τους. Ο Φερδινάνδο Τσούα, ένας πλούσιος Κινέζος έμπορος, ερωτεύτηκε τη νεαρή Ζοζέφα Εντραλίν. Η Ζοζέφα ήταν όμορφη, πρόσχαρη, έξυπνη αλλά και φτωχή. Επιπλέον, ήταν Φιλιππινέζα. Η οικογένεια των Τσούα αντιτάχθηκε στο γάμο (ο Φερδινάνδο Τσούα παντρεύτηκε στη συνέχεια μια Κινέζα πλούσια κληρονόμο από την επαρχία Φουκιέν). Το ζευγάρι χώρισε. Όμως, η Ζοζέφα ήταν έγκυος. Η οικογένειά της ανήκε στο παραδοσιακό καθολικό περιβάλλον των Βόρειων Φιλιππίνων, ένα θρησκόληπτο, απάνθρωπο περιβάλλον, που δεν συγχωρούσε τη γέννηση ενός νόθου παιδιού. Η Ζοζέφα αναζητούσε απεγνωσμένα ένα σύζυγο πριν τον τοκετό... και έναν πατέρα για το παιδί που θα γεννιόταν. Ένας μαθητής ηλικίας δεκατεσσάρων ετών, φτωχός σαν τον Ιώβ, ο Μαριάνο Μάρκος, δέχτηκε να το κάνει. Ο νεαρός ήταν βίαιος, πονηρός, φιλόδοξος. Θα γινόταν το κοινωνικό πρότυπο για το παιδί που θα μεγάλωνε δίπλα του.

Ο νεαρός Φερδινάνδο και ο άντρας που για πολλά χρόνια θα θεωρούσε ως πατέρα του ανήκαν σχεδόν στην ίδια γενιά. Τους ένωσαν ισχυροί δεσμοί αλληλεγγύης. Το 1935, ο Μαριάνο έθεσε υποψηφιότητα για βουλευτής. Δεν εξελέγη. Ο αντίπαλος υποψήφιος, ένας εύπορος άντρας που ασχολιόταν με το εμπόριο και το λαθρεμπόριο, πρόσβαλε την οικογένεια του. Έφτασε μάλιστα μέχρι το σημείο να διατάξει τους ανθρώπους του να περιφέρουν ένα φέρετρο κάτω από τα παράθυρα του σπιτιού των Μάρκος. Μερικές ημέρες αργότερα, ο νεοεκλεγμένος βουλευτής του Ιλόκος Νόρτε βρέθηκε στην άκρη ενός δρόμου με μια σφαίρα στο κεφάλι.

Ο Φερδινάνδο, δεκαοχτώ ετών τότε, συνελήφθη, αποδείχτηκε ένοχος και καταδικάστηκε για τη δολοφονία.

Ο Μαριάνο κατάφερε να τον απελευθερώσει τρία χρόνια αργότερα. Ένας από τους φίλους του, ο Χοσέ Λαουρέλ, που και αυτός ήταν πρώην κατάδικος, είχε γίνει εφέτης.

Ο Φερδινάνδο ήταν όμορφος, εύστροφος, ευφυής. Σπούδασε νομικά στη Μανίλα και όλα έδειχναν ότι θα γινόταν ένας περιζήτητος δικηγόρος.

Γύρω στα είκοσι του, ο Φερδινάνδο ανακάλυψε το μυστικό της γέννησής του και ήρθε σ’ επαφή με τον φυσικό του πατέρα. Η συμμαχία του με την ισχυρή κινεζική κοινότητα του αρχιπελάγους του άνοιξε το δρόμο για μια λαμπρή πολιτική σταδιοδρομία: βουλευτής, γερουσιαστής, πρόεδρος της Γερουσίας και, το 1965, Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Δυο επεισόδια στη ζωή του Μάρκος αξίζουν ιδιαίτερης προσοχής. Στη διάρκεια της κατοχής των Φιλιππίνων από τους Ιάπωνες, ηγήθηκε μιας παράνομης ομάδας που ονομαζόταν Maharlika. Η ομάδα συμμετείχε στην αντίσταση εναντίον των Ιαπώνων, επιδιδόταν όμως και στο λαθρεμπόριο και στο εμπόριο όπλων. Ο Μάρκος ήταν ιδιαίτερα πανούργος για να βάλει όλα τα αβγά στο ίδιο καλάθι. Έγινε πράκτορας των Ιαπώνων και πρόδωσε αρκετούς από τους συντρόφους του που συμμετείχαν στην αντίσταση. Μετά από την απελευθέρωση, δικάστηκε από τις αμερικανικές Αρχές, γλίτωσε από το εκτελεστικό απόσπασμα... και έγινε ο προστατευόμενος της νέας δύναμης κατοχής.

Το δεύτερο σημαντικό γεγονός στη ζωή του Μάρκος συνέβη το 1954, όταν ο νεαρός βουλευτής γνώρισε την Ιμέλντα Ρομουάλντες, μια πρώην νικήτρια των καλλιστείων που είχε γίνει τραγουδίστρια. Εγγονή ενός καθολικού ιερέα, είχε ζήσει τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια μέσα στην περιφρόνηση και την εξαθλίωση. Η δίψα της για εκδίκηση ήταν πολύ μεγάλη. Μετά από την ήττα των Ισπανών αποικιοκρατών από τον αμερικανικό στρατό το 1898, στο αρχιπέλαγος κυριάρχησε μια γηγενής ολιγαρχία που την αποτελούσαν οι ιδιοκτήτες φυτειών ζαχαροκάλαμου, οι μεγάλοι χρηματοδότες και οι μεγαλέμποροι. Ο Φερδινάνδο έτρεφε γι’ αυτή την ολιγαρχία το ίδιο μίσος που αισθανόταν και η Ιμέλντα.


Η Ιμέλντα και ο Φερδινάνδο ήταν ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο ζευγάρι. Προικισμένος ρήτορας και φλογερός δημαγωγός, ο Μάρκος λατρευόταν από τα πλήθη. Οι φτωχοί αγαπούσαν την Ιμέλντα, η οποία μοίραζε ρύζι και ρούχα στις τενεκεδουπόλεις. Μέχρι το 1972, ο Μάρκος επανεκλεγόταν χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Έπειτα, τα πράγματα άρχισαν ν’ αλλάζουν. Το μίσος τους για την ολιγαρχία άρχισε να τυφλώνει το ζευγάρι. Το πάθος τους για παλάτια, κοσμήματα και χρήμα ήταν απεριόριστο, και το ζευγάρι άρχισε κυριολεκτικά να λεηλατεί τη χώρα. Ο Μάρκος άρχισε σταδιακά να μεταμορφώνεται σε δυνάστη ασιατικής δεσποτείας και η Ιμέλντα σε λαίδη Μάκβεθ. Στον Μάρκος άρεσαν οι γυναίκες και ήταν γενναιόδωρος: η Κάρμεν Ορτέγα και τα τρία παιδιά της -που αποτελούσαν μια από τις αρκετές παράλληλες οικογένειες του Μάρκος- είναι σήμερα μια από τις πιο πλούσιες οικογένειες της Μανίλας.


Στις 23 Σεπτεμβρίου 1973, ο δυνάστης κήρυξε τη χώρα σε κατάσταση πολιορκίας (την οποία ήρε το 1981, οπότε και ανανέωσε για έξι χρόνια τη θητεία του κερδίζοντας τις εκλογές χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο). Ο στρατηγός Βερ, αρχηγός των μυστικών υπηρεσιών και συνεταίρος του Μάρκος σε πολλές επιχειρήσεις, είχε επιβάλει ένα καθεστώς τρόμου, βασανίζοντας και «εξαφανίζοντας» τους πολιτικούς αντιπάλους του Μάρκος. Για ν’ ασκεί πιέσεις στους Αμερικανούς προστάτες τους, οι οποίοι είχαν στις Φιλιππίνες την πιο μεγάλη χερσαία, ναυτική και αεροπορική βάση τους σε όλη την Ασία, ο Μάρκος διατηρούσε ταυτόχρονα εξαιρετικός σχέσεις με την εθνικιστική ιαπωνική δεξιά, την οποία είχε υπηρετήσει στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου. Το μέλλον του έμοιαζε διασφαλισμένο. Οι Ελβετοί τραπεζίτες ήταν σίγουροι ότι είχαν ποντάρει σ’ ένα καλό άλογο.

Ας επανέλθουμε όμως σ’ εκείνο το πρωινό της 25ης Φεβρουάριου 1986, όταν οι Αμερικάνοι προστάτες του επέτρεψαν την πτώση του κλεπτοκράτη και εγκατέστησαν στο παλάτι Μαλακανάνγκ μια γυναίκα που εκπροσωπούσε τα συμφέροντα της ολιγαρχίας, την Κορασόν Ακίνο, χήρα του ηγέτη της αντιπολίτευσης που είχε δολοφονηθεί μ’ εντολή του Μάρκος στις 21 Αυγούστου 1983. Αφού πρώτα μεταφέρθηκαν διά της βίας στον κόλπο Σούμπικ, στη συνέχεια ο Μάρκος, η αδελφή του και η οικογένειά του οδηγήθηκαν αυθημερόν στη Χαβάη, που αποτελεί έδαφος των ΗΠΑ. Αμέσως μόλις αποβιβάστηκαν από το αεροπλάνο στη Χονολουλού, πράκτορες του FBI πλησίασαν τον Μάρκος και τους συγγενείς τους, και κατέσχεσαν τις αποσκευές τους και τους χαρτοφύλακες που περιείχαν τους κωδικούς, τους αριθμούς των λογαριασμών και τις τοποθεσίες των διάσπαρτων σε όλο τον κόσμο τραπεζών στις οποίες είχαν καταθέσεις ο Μάρκος και η οικογένειά του. Το FBI παρέδωσε αυτά τα έγγραφα στη νέα πρόεδρο των Φιλιππίνων, στην Κορασόν Ακίνο.

Ο συλλογισμός του προέδρου Ρέιγκαν ήταν απλός και πειστικός. Τρεις διαφορετικοί στρατοί ανταρτών, από τους οποίους οι δύο προέλαυναν με γρήγορο ρυθμό, απειλούσαν την εύθραυστη φιλοαμερικανική εξουσία της κας Ακίνο. Η επιτυχία αυτών των αυτόχθονων αντάρτικών κινημάτων, που δεν διατηρούσαν αξιοσημείωτες σχέσεις με κάποια ξένη δύναμη, οφειλόταν κυρίως στην αβυσσαλέα εξαθλίωση που επικρατούσε τόσο στην ύπαιθρο, όπου οι συνθήκες ήταν σχεδόν φεουδαλικές, όσο και στις πόλεις, που είχαν προλεταριοποιηθεί. Αν η Κορασόν Ακίνο ήθελε να επιβιώσει πολιτικά, έπρεπε γρήγορα να επενδύσει τεράστια ποσά στον κοινωνικό τομέα στις πόλεις και να πραγματοποιήσει μια αγροτική μεταρρύθμιση στην ύπαιθρο, η οποία θ’ αντικαθιστούσε την καλλιέργεια ζαχαροκάλαμου με άλλες καλλιέργειες. Όλα αυτά θα κόστιζαν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια. Ο πρόεδρος Ρέιγκαν δεν έβλεπε για ποιο λόγο οι Αμερικάνοι φορολογούμενοι έπρεπε να πληρώσουν γι’ αυτά αστρονομικά κονδύλια... ενώ τα δισεκατομμύρια δολάρια που είχαν κλέψει ο Μάρκος και οι άνθρωποί του αναπαύονταν στις ελβετικές τράπεζες.

Όμως, οι τραπεζίτες είναι υπεράνω της εξουσίας της κυβέρνησης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Ελβετίας, η οποία απέναντι τους είναι ανίσχυρη σαν ένα νεογέννητο παιδί. Οι τράπεζες είναι απόρθητα οχυρά. Δεν υπάρχει κάποιος νόμος που να επιτρέπει στο κράτος, στην κυβέρνηση ή στο κοινοβούλιο ν’ αποκτήσει την οποιαδήποτε πληροφορία για την ταυτότητα του καταθέτη, το ύψος των καταθέσεών του ή την προέλευση των κεφαλαίων που έχουν κατατεθεί σε αριθμημένους λογαριασμούς.

Ο πρόεδρος Ρέιγκαν, το FBI και ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ άρχισαν ν’ ασκούν ολοένα και πιο έντονες πιέσεις. Το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο[1] προσπάθησε να υπεκφύγει, να εξηγήσει τη θέση αδυναμίας στην οποία βρισκόταν. Όμως, η κυβέρνηση Ρέιγκαν αρνήθηκε να δεχτεί τα επιχειρήματα της ελβετικής κυβέρνησης και αξίωσε με ιδιαίτερα επιτακτικό τρόπο την επιστροφή των δισεκατομμυρίων που είχε κλέψει ο κλεπτοκράτης της Μανίλας, απειλώντας με εμπορικές κυρώσεις και εν ανάγκη με την επιβολή ενός εμπάργκο.

Στα κυβερνητικά μέγαρα της Βρέμης εκτυλισσόταν μια πραγματική τραγωδία. Έπρεπε να παραβιάσουν τους ελβετικούς νόμους, ν’ αψηφήσουν τους τραπεζίτες, να γίνουν αρεστοί στους Αμερικανούς και άρα να παγώσουν τους λογαριασμούς; Ή ήταν προτιμότερο ν’ αντιμετωπίσουν τις αμερικανικές κυρώσεις, να προστατεύσουν το τραπεζικό απόρρητο και να επιτρέψουν στην Crédit Suisse, στην Union de Banques Suisses, κ.λπ., να παραδώσουν στον Μάρκος και τους αυλικούς τους τον θησαυρό που είχαν αποταμιεύσει;

Τη νύχτα της Δευτέρας 24 Μαρτίου 1986, η επιφοίτηση συνέβη στη διάρκεια του επίσημου γεύματος που παρέθετε η ελβετική κυβέρνηση προς τιμήν του Προέδρου της Φιλανδίας Κοϊβίστο, στη μεγάλη μεσαιωνική αίθουσα του δημαρχείου της Βέρνης. Η ατμόσφαιρα μεταξύ των ομοσπονδιακών υπουργών ήταν ζοφερή: Στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, είχαν αυξηθεί ακόμα περισσότερο οι πιέσεις - τηλεφωνήματα, διπλωματικά διαβήματα, ολοένα και πιο σαφείς απειλές για τις εξαγωγές ελβετικών προϊόντων προς τις Η ΠΑ. Οι συνδαιτυμόνες κάθισαν στο τραπέζι. Ο καθηγητής Ματίας Κραφτ, νομικός σύμβουλος του υπουργείου Εξωτερικών, κατάφερε να πείσει τους άντρες της υπηρεσίας ασφαλείας να του επιτρέψουν να μπει στη μεγάλη αίθουσα. Κατευθύνθηκε αμέσως προς τον Πιερ Ομπέρ, τον υπουργό Εξωτερικών, και του έδωσε ένα έγγραφο. Ο Ομπέρ, ακτινοβολώντας από ικανοποίηση, έσκυψε προς το μέρος του προέδρου της Ομοσπονδίας Αλφόνς Εγκλί. Αφού τέλειωσαν οι προσφωνήσεις και έφαγαν το επιδόρπιο, ο Εγκλί κάλεσε τα υπόλοιπα μέλη του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου στο σαλόνι του δημαρχείου, όπου είχε παρατεθεί το δείπνο. Το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο αποφάσισε να παγώσει προσωρινά όλα τα περιουσιακά στοιχεία του κλεπτοκράτη, της οικογένειάς του και των συνεργατών τα οποία φυλάσσονταν στις τράπεζες που υπήρχαν στην επικράτεια της Ελβετίας. Η απόφαση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου προκάλεσε σεισμό. Για πρώτη φορά στην πολύχρονη ιστορία της χώρας, λαμβανόταν μια τέτοια απόφαση ενάντια στα συμφέροντα των τραπεζιτών. Στη διάρκεια της νύχτας, δημόσιοι υπάλληλοι τους ενημέρωσαν τηλεφωνικά για τα κακά νέα. Όσο για την κοινή γνώμη που είχε αποσβολωθεί, ενημερώθηκε επίσημα μ’ ένα ανακοινωθέν την Τετάρτη 26 Μαρτίου.

Αυτή η ριψοκίνδυνη απόφαση θεμελιώθηκε νομικά στο σύνταγμα της Ομοσπονδίας. Στο προοίμιό του, γίνεται επίκληση στο Θεό, την υπέρτατη Αρχή: «Εν ονόματι του Παντοδύναμου Θεού, η Ελβετική Ομοσπονδία, θέλοντας να εδραιώσει τη συμμαχία ανάμεσα στα ομόσπονδα καντόνια, να διατηρήσει και ν’ αυξήσει την ενότητα, την ισχύ και την τιμή του ελβετικού έθνους» κ.λπ.. Το Άρθρο 102, παράγραφος 8, αναφέρει ότι το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο είναι υποχρεωμένο να «επαγρυπνεί για τα συμφέροντα της Ομοσπονδίας στο εξωτερικό». Οφείλει συγκεκριμένα να διατηρεί «καλές διεθνείς σχέσεις», ενώ είναι «γενικότερα επιφορτισμένο με τις εξωτερικές σχέσεις».

Υποχρεωμένο να διαλέξει ανάμεσα στα «εξωτερικά» και στα «εσωτερικά» συμφέροντα της χώρας, το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, σε μια στιγμή διαύγειας, επέλεξε τα πρώτα.

Ο Φερδινάνδο Μάρκος βασίλεψε είκοσι τρία χρόνια στο παλάτι του Μαλακανάνγκ. Από το 1973, κυβερνούσε καταπιέζοντας τα συνδικάτα, την εκκλησία και τις αγροτικές ενώσεις, δολοφονώντας τους σημαντικούς πολιτικούς αντιπάλους του, βασανίζοντας μεθοδικά και «εξαφανίζοντας» τους άντρες, τις γυναίκες και τους εφήβους που αμφισβητούσαν τη μεγαλομανία του, το δεσποτισμό του και την απέραντη διαφθορά του.

Να πως ο κλεπτοκράτης είχε οργανώσει τη λεηλασία του λαού του:

1. Κάθε έτος, ο Μάρκος αφαιρούσε ποσά που αντιστοιχούσαν σε αρκετά εκατομμύρια δολάρια από το θησαυροφυλάκιο της Κεντρικής Τράπεζας και από τα κονδύλια που προορίζονταν για τις μυστικές υπηρεσίες.

2. Μέσα σε δυο δεκαετίες, η Ιαπωνία, που στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου είχε καταλάβει της Φιλιππίνες, κατέβαλε στην κυβέρνηση της Μανίλας εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια ως πολεμικές επανορθώσεις. Ο Μάρκος παρακρατούσε σημαντικά ποσά από κάθε δόση.

3. Οι Φιλιππίνες είναι μία από τις τριάντα πέντε πιο φτωχές χώρες της γης. Η Παγκόσμια Τράπεζα, οι ειδικές υπηρεσίες του ΟΗΕ και ιδιωτικές οργανώσεις της πρόφεραν, μέσα στα χρόνια, δεκάδες εκατομμύρια δολάρια, ενώ επίσης επένδυσαν πολλά εκατομμύρια δολάρια σε αρκετά «αναπτυξιακά» σχέδια. Ο Μάρκος, η αυλή του και οι συνένοχοί του ιδιοποιήθηκαν ποσά σχεδόν απ’ όλες αυτές τις μεταβιβάσεις κεφαλαίων και απ’ όλα τα κονδύλια για τα «αναπτυξιακά» σχέδια.

4. Εξαιτίας της άρνησης του πεινασμένου λαού να υποταχθεί, ο Μάρκος υποχρεώθηκε το 1973 να κηρύξει τη χώρα σε κατάσταση πολιορκίας και να την ανανεώνει κάθε έτος. Έχοντας συγκεντρώσει στα χέρια του όλες σχεδόν τις πολιτικές και στρατιωτικές εξουσίες, χρησιμοποίησε το στρατό για ν’ απαλλοτριώσει εκατοντάδες φυτείες, εμπορικές εταιρείες, εταιρείες ακινήτων και τράπεζες που ανήκαν σε ανθρώπους που του ασκούσαν κριτική, και στη συνέχεια εκχωρούσε την κυριότητά τους στους στρατηγούς του, στους αυλικούς τους και στα υποχείριό του. Πολλές εταιρείες και φυτείες περιήλθαν με αυτό τον τρόπο απευθείας σε μέλη της οικογένειάς του και σε μέλη της οικογένειας της Ιμέλντα.

Όμως, ο Φερδινάνδο Μάρκος, εκτός από ματαιόδοξος, άπληστος και απάνθρωπος, ήταν επίσης και προνοητικός. Δεν έτρεφε αυταπάτες για τα αισθήματα που ενέπνεε στο λαό του. Ένα κονσόρτσιουμ Ελβετών τραπεζιτών τον βοηθούσε να φυγαδεύει κάθε έτος τα κλοπιμαία. Ένας από αυτούς μάλιστα ήταν ειδικά διαπιστευμένος δίπλα στο σατράπη της Μανίλας. Τον συμβούλευε σε μόνιμη βάση για τους πιο διακριτικούς και αποτελεσματικούς τρόπους μεταφοράς και επένδυσης των κεφαλαίων του στο εξωτερικό.

Ποιο είναι το συνολικό ύψος της λείας που μεταφέρθηκε κρυφά στο εξωτερικό, κυρίως στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ; Σύμφωνα μ’ ένα σοβαρό υπολογισμό, τα ποσά που κατατέθηκαν στην Crédit Suisse και σε σαράντα άλλες ελβετικές τράπεζες κυμαίνονταν μεταξύ ενός και ενάμιση δισεκατομμυρίου δολαρίων.

Η συγκάλυψη της λείας του Μάρκος και των ανθρώπων του γινόταν μέσω μια πολύπλοκης στρατηγικής. Ο τραπεζίτης που ήταν διαπιστευμένος στη Μανίλα και το επιτελείο των συνεργατών του απασχολούνται, από το 1968, κατ’ ουσία μόνο με τη φυγάδευση και την ανακύκλωση του χρήματος του Μάρκος. Είχαν μια καθημερινή επαφή με τον κλεπτοκράτη και κατάφεραν να την διατηρήσουν ακόμα και όταν, μετά τον Μάρτιο του 1986, ήταν έγκλειστος στην αμερικανική αεροπορική βάση Χίκχαμ, στη Χονολουλού. Αρχικά, αυτοί οι ποταμοί του βρόμικου χρήματος διοχετεύονταν σε πολλούς αριθμημένους λογαριασμούς της Crédit Suisse στη Ζυρίχη. Με αυτό τον τρόπο γινόταν το πρώτο ξέπλυμα. Στη συνέχεια, η λεία μεταφερόταν στην εταιρεία παρακαταθηκών Fides που ανήκει στην αυτοκρατορία της Crédit Suisse, όπου τα χρήματα άλλαζαν για δεύτερη φορά ταυτότητα. Τέλος, γινόταν το τρίτο ξέπλυμα: Η Fides άνοιγε τους υδατοφράχτες και οι ποταμοί του βρόμικου χρήματος κατευθύνονταν προς το Λιχτενστάιν. Εκεί, τοποθετούνται στα διάσημα Anstalten (ένας αμετάφραστος όρος, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Λιχτενστάιν, που κατά προσέγγιση σημαίνει ίδρυμα). Μέχρι σήμερα, έχουν ανακαλυφθεί έντεκα τέτοια «ιδρύματα» στη διάρκεια των ερευνών για το πώς ξεπλενόταν το βρόμικο χρήμα του Μάρκος. Έχουν όλα τους ποιητικά ονόματα: Aurora, Charis, Avertina, Wintrop, κ.λπ..

Μια γραφική λεπτομέρεια: Ήδη από το 1978, για να γίνει ορθολογικότερη η μεταφορά των κεφαλαίων, ο Μάρκος διόρισε γενικό πρόξενο των Φιλιππίνων στη Ζυρίχη ένα διευθυντή της Crédit Suisse!

Στην αλληλογραφία του με τους τραπεζίτες, ο Μάρκος χρησιμοποιούσε, ήδη από το 1968, το κωδικό όνομα «Γουίλιαμ Σάντερς», ενώ η σύζυγός του το «Τζέιν Ράιαν». Οι Ελβετοί τραπεζίτες ίδρυσαν δεκάδες εταιρείες επενδύσεων στο Λιχτενστάιν και στον Παναμά, αγόρασαν εκατοντάδες ακίνητα στο Παρίσι, στη Γενεύη, στο Μανχάταν, στο Τόκιο, πραγματοποίησαν εκατοντάδες χιλιάδες χρηματιστηριακές πράξεις για λογαριασμό του μυστηριώδους ζευγαριού Σάντερς-Ράιαν.

Παρά την παροιμιώδη επιδεξιότητα των Ελβετών τραπεζιτών, η αυτοκρατορία του ζεύγους Σάντερς-Ράιαν στην Αμερική άντεξε μόνο εν μέρει μετά από την πτώση του σατράπη. Οι δικαστικές Αρχές της Νέας Υόρκης κατάφεραν να βρουν ενοχοποιητικά στοιχεία για τη Ράιαν-Ιμέλντα. Η κατηγορία εναντίον της ήταν ότι είχε πραγματοποιήσει στην επικράτεια των ΗΠΑ ιδιωτικές αγορές που η αξία τους υπερέβαινε τα 100 εκατομμύρια δολάρια και εξοφλήθηκαν με τα χρήματα που είχαν κλαπεί από το κρατικό θησαυροφυλάκιο των Φιλιππίνων. Δεκάδες ακίνητα που είχαν αγοραστεί με τον ίδιο τρόπο από τον Σάντερς- Μάρκος ή από εταιρείες βιτρίνες δεσμεύτηκαν. Μάλιστα, οι Βορειοαμερικανοί δικαστές -ασφαλώς, χωρίς την παραμικρή ντροπή!- διέταξαν τη σύλληψη μέσω της Ιντερπόλ ενός από τους πιο γνωστούς αχυράνθρωπους του έκπτωτου κλεπτοκράτη: του Αντνάν Κασόγκι, ενός Σαουδάραβα εκατομμυριούχου. Ένα πρωί του Μαΐου του 1989, ο Κασόγκι, που μόλις είχε ξυπνήσει, συνελήφθη στο ξενοδοχείο Schweizerhof της Βέρνης. Οδηγήθηκε στην κεντρική φυλακή της Βέρνης και στη συνέχεια εκδόθηκε στις ΗΠΑ.

Τι απέγιναν όμως οι καταθέσεις του Μάρκος στην Ελβετία; Οι αμερικανικές πιέσεις ήταν ιδιαίτερα έντονες. Για πρώτη φορά από τότε που άρχισε να λειτουργεί το ελβετικό τραπεζικό σύστημα, ένας σημαντικός ενάγων διέθετε ακριβή στοιχεία για τον τόπο κατάθεσης, την εγκληματική προέλευση των χρημάτων και για την ταυτότητα του καταθέτη. Η συνήθης και εύκολη δικαιολογία των ελβετικών Αρχών, που επικαλούνταν το τραπεζικό απόρρητο και δήλωναν ότι δεν γνώριζαν τίποτα, δεν επαρκούσε. Οποία δόξα για την αντιδραστική ρεπουμπλικανική κυβέρνηση του προέδρου Ρέιγκαν! Η ωμότητά της απέδωσε. Σε πέντε καντόνια της Ελβετίας ξεκίνησαν οι διαδικασίες για ν’ αποδοθούν τα κλοπιμαία ύστερα από αίτημα της κυβέρνησης των Φιλιππίνων.

Η Κορασόν Ακίνο, που την είχε συμβουλεύσει εξαίρετα ο Αμερικανός κηδεμόνας της, εξουσιοδότησε τρεις γνωστούς πολιτικούς, οι οποίοι ήταν και δικηγόροι, για να επιστραφεί η λεία: τον Γκι Φοντανέ από τη Γενεύη, πρώην Σύμβουλο Επικρατείας και μέλος του εθνικού συμβουλίου του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, τον Μορίτζ Λεουενμπέργκερ από τη Ζυρίχη, μέλος του εθνικού συμβουλίου του Σοσιαλιστικού Κόμματος, και τον Σέρτζιο Σαλβιόνι από το Λοκάρνο, μέλος του εθνικού συμβουλίου του Ριζοσπαστικού Κόμματος. Αυτοί οι έντιμοι και έμπειροι άντρες έχουν περιέλθει σήμερα σε κατάσταση αδυναμίας. Γιατί οι φορολογικοί σύμβουλοι και τα δίκτυα εταιρειών που ανήκουν στο ελβετικό τραπεζικό κονσόρτσιουμ πραγματοποίησαν ένα εξαιρετικό έργο συγκάλυψης.

Η Μανίλα είναι η πρωτεύουσα της παιδικής πορνείας στην Ασία. Εκατομμύρια χωρικοί, που η μοναδική τους απασχόληση είναι η κοπή του ζαχαροκάλαμου, ζουν μέσα σε πλήρη ένδεια. Τα παιδιά τους προσπαθούν να επιβιώσουν με όποιο τρόπο μπορούν. Ο υποσιτισμός και οι ενδημικές ασθένειες που οφείλονται στην πείνα αφανίζουν εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες που ζουν στα νησιά Λουζόν, Μιντανάο, Λέιτε. Το 1997, το ακαθάριστο εθνικό προϊόν ήταν λίγο μεγαλύτερο από 40 δισεκατομμύρια δολάρια. (Ως μέτρο σύγκρισης, αναφέρουμε ότι στην Ελβετία ήταν 133 δισεκατομμύρια δολάρια.) Τα δυο τρίτα από τα 58 εκατομμύρια κατοίκους των Φιλιππίνων ζουν σε συνθήκες που η Παγκόσμια Τράπεζα χαρακτηρίζει με διακριτικότητα ως συνθήκες «απόλυτης φτώχειας».

Άραγε, υπάρχει έστω και η παραμικρή ελπίδα αυτά τα παιδιά, αυτές οι γυναίκες, αυτοί οι άντρες, που τόσα δεινά έχουν υποστεί, να δουν να επιστρέφουν στη χώρα τους τα δισεκατομμύρια δολάρια που έκλεψε ο Μάρκος και η συμμορία του; Ειλικρινά, δεν το πιστεύω. Στρατιές από ικανούς και λαμπρούς δικηγόρους έχουν τεθεί στην υπηρεσία του Μάρκος και των είκοσι εννέα άλλων δικαιούχων των δεσμευμένων λογαριασμών. Υποβάλλουν αιτήσεις αναίρεσης εναντίον και της παραμικρής απόφασης των δικαστικών Αρχών των καντονιών, που σε γενικές γραμμές δεν έχουν τις ικανότητες ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις αυτής της δικαστικής διαμάχης.

Την άνοιξη του 1998, είχε επιστραφεί στις Φιλιππίνες μόνο ένα μικρό τμήμα της λείας.
* Ο Ζαν Ζίγκλερ είναι βουλευτής του καντονιού της Γενεύης στην Ομοσπονδιακή Συνέλευση της Ελβετίας και καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης. Πρόσφατα, δημοσιεύτηκε τοέργο του Les Seigneurs du Crime, les nouvelles mafias contre la démocratie. Éditions du Seuil, 1998.
* Μετάφραση από τα γαλλικά ΑΓΓΕΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΑΤΟΣ, ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΒΑΝΗ

[1] Το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, που αποτελείται από εφτά μέλη, ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγονται ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Ελβετίας, είναι το ανώτατο όργανο της εκτελεστικής εξουσίας στην Ελβετία και αντιστοιχεί με τα υπουργικά συμβούλια άλλων κρατών.

 Αναδημοσίευση από:Kozani.tv 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.