Το πρόγραμμα προβολών:
Καλαμάτα: Τετάρτη 7 Νοεμβρίου ώρα 7.00 μμ
ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Θα ακολουθήσει συζήτηση με τους δημιουργούς της Ταινίας
Σπάρτη: Πέμπτη 8 Νοεμβρίου ώρα 8.30 μμ
Στην Πνευματική Εστία Σπάρτης (Λυκούργου & Χαμαρέτου)
Θα ακολουθήσει συζήτηση με τους δημιουργούς της Ταινίας
Πύργος: Παρασκευή 9 Νοεμβρίου ώρα 8.00 μμ
Θέατρο Απόλλων
Θα ακολουθήσει συζήτηση με τους Βασικούς συντελεστές της Ταινίας
**********************
Μερικές ΚΡΙΤΙΚΕΣ:
Oυσάκ: Δραματοποιώντας το πραγματικό,
του Γιώργου Μανιάτη
Είχα την τύχη να παρευρεθώ στην πρεμιέρα της φερώνυμης ταινίας του Κυριάκου
Κατζουράκη. Όταν βγήκα από την Αλκυονίδα αισθανόμουν ένα σφίξιμο στο στομάχι
γιατί το έργο που μόλις είχα δει αποτύπωνε μια τόσο ορατή, αλλά και συνάμα
«αόρατη», πραγματικότητα της σύγχρονης (νεοελληνικής) κοινωνίας, με τρόπο βαθιά
ρεαλιστικό και γι’ αυτό έντονα συμβολικό και ποιητικό.
Είναι αλήθεια ότι πάντοτε εμφιλοχωρεί μια κάποια προκατάληψη, όταν κάποιος
καταξιωμένος σε άλλη τέχνη κάνει κινηματογράφο. Ποιο θα ‘ναι το αποτέλεσμα; Ένα
παιχνίδι; Εξεζητημένη αξιοποίηση της εικαστικής γραφής; Επίδειξη μαστοριάς στην
κατασκευή μεμονωμένων εικόνων; Τίποτε απ’ αυτά. Ο Κατζουράκης είναι
κινηματογραφιστής που ζωγραφίζει και ζωγράφος με ματιά κινηματογραφιστή.
Αποφεύγω τον όρο «σκηνοθέτης», αφού ο δημιουργός γράφει και εγγράφει την
πραγματικότητα σ’ ένα χωροχρονικό πλαίσιο που επιλέγει, ώστε η ματιά του να
γίνεται και δική μας ματιά. Δεν ερμηνεύει δραματοποιώντας ένα κείμενο, αλλά
δραματοποιεί το πραγματικό, προσεγγίζοντας το βάθος της κοινωνικής αιτιότητας,
όπως θα ’λεγε ο Μπρεχτ.
Η ταινία απεικονίζει την κλιμάκωση αυθόρμητου-συνειδητού. Όχι με τη συνήθη
μηχανιστική αντίληψη του πρώτα και ύστερα, αλλά με τη διαλεκτική των αντιθέσεων
που συγκροτούν οι μεταξύ τους στιγμές. Αυθόρμητο δίχως συνειδητό είναι το
ξέσπασμα. Συνειδητό δίχως αυθόρμητο είναι η ιδεοληπτική κατασκευή. Ο Κατζουράκης
περνάει από το ένα στο άλλο και αντίστροφα, αναγνωρίζοντας τα όρια και τις
αντιφάσεις της σύγχρονης ανθρώπινης εμπειρίας. Μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο-πλαίσιο
κινείται, περιπλανιέται, ταλαντεύεται, αναζητεί, θεωρεί και αναθεωρεί,
διαψεύδεται και επιβεβαιώνεται, πάσχει και συμπάσχει η ηρωίδα (στην έξοχη
ερμηνεία της Κάτιας Γέρου). Δι’ ελέου και φόβου έρχεται η κάθαρση των
παθημάτων, δικών της και δικών μας.
Βλέποντας το πρώτο επίπεδο της ταινίας, το σύγχρονο περιθώριο, μου ερχόταν
επίμονα στο μυαλό η διαπίστωση του Μισέλ ντε Σερτώ ότι η σημερινή φυσιογνωμία
της περιθωριακότητας δεν αφορά πια μικρές ομάδες. Είναι μια μαζική
περιθωριακότητα. Οι βίαιες εικόνες της κρίσης που αποτυπώνονται στο έργο
αφορούν, στην ένταση της ορατότητάς τους, το σήμερα αλλά, ταυτόχρονα,
καταδεικνύουν και τον πυρήνα της καπιταλιστικής δυσμορφίας. Ο Κατζουράκης δεν
φιλμογραφεί το χρονικό αλλά την ανατομία της κρίσης. Ο κόσμος της διαπλοκής και
της αυταρχικότητας, η αγοραπωλησίας των συνειδήσεων, ο εκφασισμός, η εξαθλίωση,
η απομόνωση, τα αδιέξοδα που πνίγουν και οι πνιγηροί δρόμοι της καθημερινότητας
δεν αφορούν μόνο το σήμερα. Ξεκινούν απ’ αυτό. Η μετανάστευση ψυχών και
ανθρώπων, οι άστεγες επιδιώξεις του βίου και η αφανής-εμφανής βία της εξουσίας,
της όποιας εξουσίας, τονίζονται τόσο και έτσι ώστε να αποφεύγεται ο πειρασμός
του γραφικού και να αναδεικνύεται η ωμότητα του συμβολικού.
Στη θέση της ελιτίστικης παρέας του αστικού κόσμου, ο Κατζουράκης,
αντιπαρατάσσει τις αλληλέγγυες κοινότητες πασχόντων και μαχόμενων, χωρίς
κραυγές και ανέξοδα συνθήματα, ανθρώπων. Αυτό το σκίρτημα, πέρα από σχήματα
παγιωμένα και παγερά, των σύγχρονων κολασμένων της γης δίνει φώς σε μια ζοφερή
και γι’ αυτό ελπιδοφόρα πραγματικότητα.
Αξίζει, οπωσδήποτε, να τη δείτε.
******************
Παρακολουθήσαμε την ταινία «Ussak» στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου στη Θεσσαλονίκη και μας άφησε θετικότατες εντυπώσεις, σε τέτοιο βαθμό που απορούσαμε με το ενδεχόμενο να μη «βγει» τελικά η ταινία στις αίθουσες. Η ταινία εν τέλει προβάλλεται –ή προβλήθηκε τέλος πάντων– σε περιορισμένο αριθμό αιθουσών, λαμβάνοντας ωστόσο έντονη κριτική και σχεδόν απαξιωτικά σχόλια. Το γεγονός αυτό στάθηκε αφορμή για να γραφτεί το παρόν κείμενο. Διπλός ο ρόλος του: και η ξεκάθαρη διαφωνία με τη μηδενιστική κριτική προς την ταινία και ταυτόχρονα η υπεράσπιση όλων εκείνων των στοιχείων της που μας άρεσαν.
Το «Ussak» ακροβατεί ανάμεσα στη στρατευμένη και τη στοχευμένη τέχνη. Είναι μια ωμή, σκληρή μα ρεαλιστική αποτύπωση της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας, θέτοντας διάφορα ζητήματά της σε προωθημένο πλαίσιο, μελλοντικό χρόνο και παγκόσμιο πλαίσιο. Καταλήγω πως είναι το δεύτερο, κι αυτό γιατί στην πραγματικότητα η ταινία δεν «δείχνει» προς κάποια λύση αλλά κυρίως βάζει τα πράγματα/θέματα –όπως είναι– πάνω στο τραπέζι. Είναι ρεαλιστική μέχρι θανάτου.
Η παρουσίαση του διπόλου κράτος-παρακράτος (το οποίο είναι ένα από τα βασικά θέματα της ταινίας) φτάνει σε τέτοιο σημείο ώστε να μπορεί να υποστηριχθεί πως το ξεγυμνώνει εντελώς. Έτσι προκύπτει ένα νέο δίπολο, στο οποίο ο ένας πόλος είναι το κράτος-παρακράτος ως «ένα και το αυτό» και ο άλλος πόλος τα λούμπεν στοιχεία της κοινωνίας μας. Η καταγραφή των γραφειοκρατών και των «απόκληρων» γίνεται με σοκαριστικό ρεαλισμό και χωρίς προσπάθεια ωραιοποίησης ή ηρωοποίησης της μίας ή της άλλης πλευράς.
Κάθε θέμα με το οποίο καταπιάνεται η ταινία αποδίδεται ρεαλιστικά –τουλάχιστον όσον αφορά την Ελλάδα της κρίσης–, με ωμό αλλά ακριβή τρόπο. Αυτό θεωρούμε πως είναι και το σημαντικότερο στοιχείο της. Γύρω από αυτό έχει στηθεί άλλωστε: την αλήθεια αυτή καθ' αυτή. Τώρα, αν αυτή δεν αποτυπώνεται όπως θα ήθελαν ορισμένοι ή με τρόπο που δεν ταιριάζει στην αισθητική τους, είναι άλλο καπέλο.
Είναι δύσκολο να εξηγηθεί περαιτέρω το γιατί μας άρεσε η ταινία ή έστω ότι δεν ήταν κακή, βαρετή, στερεοτυπική, χάσιμο χρόνου ή όποιος άλλος χαρακτηρισμός ίσως να της αποδόθηκε. Για να κάνουμε τα πολλά λίγα παραθέτουμε κάποια «γιατί να δείτε την ταινία» και «γιατί την βρήκαμε καλή-ενδιαφέρουσα»:
Γιατί η Κάτια Γέρου τους έχει νικήσει.
Γιατί επιτέλους μια ταινία καταδεικνύει πως η πείνα πάει χέρι-χέρι με την πνευματική πείνα της εποχής μας.
Γιατί –έστω και προωθημένα– βάζει στο τραπέζι ζητήματα όπως η καλλιέργεια ή «ο πόλεμος των σπόρων» όπως είναι αλλιώς γνωστός.
Γιατί κατά τα άλλα είναι ένας –ακόμη– άγνωστος πόλεμος.
Γιατί σπανίζουν οι ελληνικές ταινίες με τόσο πρωτότυπο σενάριο και διαλόγους.
Γιατί και η φωτογραφία της ήταν πολύ πάνω του μετρίου.
Γιατί ο ρόλος που υποδύθηκε ο Πουλικάκος –και το ότι τον υποδύθηκε αυτός– ήταν το κερασάκι στην τούρτα και ταυτόχρονα χρησιμότατος.
Γιατί ο ουτοπιστής είναι αυτός που περιμένει να πάρει το χαμόγελο του πίσω.
Γιατί δεν βρίσκουμε τίποτα κακό στο παραπάνω.
Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Η ταινία επιχειρεί ένα άλμα στο μέλλον. Αυτό που σιγά – σιγά κι εν αγνοία μας συχνά οικοδομούν, έμπλεο ζόφου και παρακμής κι ας το υποδέχονται με χαμόγελα ως τ’ αφτιά και πλήθος υποσχέσεων. Από τα μάτια του θεατή περνούν αδίστακτοι επενδυτές, πρόθυμοι εκδότες, μπρατσωμένοι φασίστες, ρουφιάνοι και οι δικοί μας «υπέροχοι απόκληροι»: Μία Κάτια Γέρου, η οποία επίσης υπογράφει το σενάριο, στο ρόλο μιας ξεπεσμένης περφόρμερ που περιδινίζεται στο βυθό της πόλης. Ο Δημήτρης Πουλικάκος, που μάλλον υποδύεται τον εαυτό του, σαν μια κιβωτό γνώσης, εμπειριών και ευφυολογημάτων και ο Γιάννης Τσορτέκης στην κόψη του ξυραφιού μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας να επιμένει στην οργάνωση της αντίστασης. Ο Νίκος Νίκας διαστροφικά σκληρός εκπρόσωπος της εξουσίας και η μικρή Νέλλη Θεοφιλοπούλου συμπληρώνουν τα πρόσωπα της ιστορίας.
Η συνάντησή τους λειτουργεί σαν εκρηκτικό μίγμα. Μέσα σε σκηνές ζωγραφικής, εκπληκτικής ομορφιάς και χρωματικής ισορροπίας, οι νυχτόβιοι και περιθωριακοί πρωταγωνιστές του (λαϊκού «δρόμου») Ουσάκ ορίζουν την αντίσταση. Ως ανάγκη, όπως πρέπει δηλαδή κι όπως πάντα γινόταν, με ήρωες πραγματικούς ανθρώπους που κάτι έχουν να χάσουν μένοντας αδρανείς, και πολλά να κερδίσουν παίρνοντας τα όπλα. Είναι μορφές γνώριμες και καθημερινές. Και για να μη μείνει καμιά αμφιβολία δε χρησιμοποιήθηκαν ηθοποιοί, αλλά χωρικοί και αγρότες από τη Μεσσηνία, όπου έγιναν τα γυρίσματα των τελευταίων σκηνών. Είναι η γη την οποία υπερασπίζονται από την εισβολή των μεταλλαγμένων, όπου οι γνήσιοι σπόροι, που τελούν υπό καθεστώς διωγμού, δεν εκφράζουν μόνο το σεβασμό στη φύση και τα αρχέγονα δικαιώματα των καλλιεργητών επί της γης τους, αλλά επίσης τη συνέχεια του ανθρώπινου πολιτισμού και την ίδια την αντίσταση. Εξεγείρονται ενάντια σε έναν κόσμο που κυριαρχείται ολοκληρωτικά από απαστράπτουσες εταιρείες και σκοτεινούς μπράβους και μόνοι τους βρίσκουν το νήμα που ξαναδίνει νόημα στη ζωή η οποία στο τέλος, μετατρέπεται σε θυσίασμα. Σε μια ζωή όμως που είναι σε αρμονία με τη φύση, την ποίηση, τη συλλογική δράση και την αντίσταση: έννοιες εξορισμένες από μια καθημερινότητα εφιαλτική, που μπροστά της η σημερινή επισφάλεια θα είναι χαμένος παράδεισος.
Η νέα ταινία του Κυριάκου Κατζουράκη (τέταρτη στη σειρά, μετά το Δρόμο προς τη Δύση – 2003, τηΓλυκιά μνήμη – 2005 και τις Μικρές εξεγέρσεις – 2009) παρότι μελλοντολογική, καθηλώνει και φοβίζει επειδή οι προβολές στο αύριο δεν είναι αυθαίρετες, ούτε διατυπώνονται …σκηνοθετική αδεία. Η Cosco είναι εκεί, μαζί με την πετρελαϊκή ρύπανση του υπεδάφους και το υπέρογκο δημόσιο χρέος που συνεχίζει να σείεται σαν απειλή από τους κρατούντες για την τιθάσευση των …κρατούμενων. Είναι η μορφή που θα πάρουν τα πράγματα όσο τα αφήνουμε να εξελίσσονται ερήμην μας κι επίσης, ερήμην και σε βάρος των αληθινών πρωταγωνιστών της ιστορίας.
Μαχόμενοι διανοούμενοι ο Κυριάκος Κατζουράκης και η Κάτια Γέρου, πρωτοπόρο τμήμα μιας Αριστεράς που σκέφτεται και δρα, έφτιαξαν μια ταινία υψηλής αισθητικής αξίας που λειτουργεί ως αφύπνιση και κάλεσμα για δράση. Βίαιη κι αληθινή σαν τον καπιταλισμό που χτίζεται γύρω μας, στο έδαφος της κρίσης. Με το Ουσάκ ο κινηματογράφος, ως μορφή κοινωνικής και πολιτικής αντίστασης και τέχνης, πηγαίνει ένα βήμα πιο μπροστά.(...)
******************
ΘΑΝΑΣΗΣ
ΔΗΜΑΚΑΣ - KABOOM
Παρακολουθήσαμε την ταινία «Ussak» στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου στη Θεσσαλονίκη και μας άφησε θετικότατες εντυπώσεις, σε τέτοιο βαθμό που απορούσαμε με το ενδεχόμενο να μη «βγει» τελικά η ταινία στις αίθουσες. Η ταινία εν τέλει προβάλλεται –ή προβλήθηκε τέλος πάντων– σε περιορισμένο αριθμό αιθουσών, λαμβάνοντας ωστόσο έντονη κριτική και σχεδόν απαξιωτικά σχόλια. Το γεγονός αυτό στάθηκε αφορμή για να γραφτεί το παρόν κείμενο. Διπλός ο ρόλος του: και η ξεκάθαρη διαφωνία με τη μηδενιστική κριτική προς την ταινία και ταυτόχρονα η υπεράσπιση όλων εκείνων των στοιχείων της που μας άρεσαν.
Το «Ussak» ακροβατεί ανάμεσα στη στρατευμένη και τη στοχευμένη τέχνη. Είναι μια ωμή, σκληρή μα ρεαλιστική αποτύπωση της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας, θέτοντας διάφορα ζητήματά της σε προωθημένο πλαίσιο, μελλοντικό χρόνο και παγκόσμιο πλαίσιο. Καταλήγω πως είναι το δεύτερο, κι αυτό γιατί στην πραγματικότητα η ταινία δεν «δείχνει» προς κάποια λύση αλλά κυρίως βάζει τα πράγματα/θέματα –όπως είναι– πάνω στο τραπέζι. Είναι ρεαλιστική μέχρι θανάτου.
Η παρουσίαση του διπόλου κράτος-παρακράτος (το οποίο είναι ένα από τα βασικά θέματα της ταινίας) φτάνει σε τέτοιο σημείο ώστε να μπορεί να υποστηριχθεί πως το ξεγυμνώνει εντελώς. Έτσι προκύπτει ένα νέο δίπολο, στο οποίο ο ένας πόλος είναι το κράτος-παρακράτος ως «ένα και το αυτό» και ο άλλος πόλος τα λούμπεν στοιχεία της κοινωνίας μας. Η καταγραφή των γραφειοκρατών και των «απόκληρων» γίνεται με σοκαριστικό ρεαλισμό και χωρίς προσπάθεια ωραιοποίησης ή ηρωοποίησης της μίας ή της άλλης πλευράς.
Κάθε θέμα με το οποίο καταπιάνεται η ταινία αποδίδεται ρεαλιστικά –τουλάχιστον όσον αφορά την Ελλάδα της κρίσης–, με ωμό αλλά ακριβή τρόπο. Αυτό θεωρούμε πως είναι και το σημαντικότερο στοιχείο της. Γύρω από αυτό έχει στηθεί άλλωστε: την αλήθεια αυτή καθ' αυτή. Τώρα, αν αυτή δεν αποτυπώνεται όπως θα ήθελαν ορισμένοι ή με τρόπο που δεν ταιριάζει στην αισθητική τους, είναι άλλο καπέλο.
Είναι δύσκολο να εξηγηθεί περαιτέρω το γιατί μας άρεσε η ταινία ή έστω ότι δεν ήταν κακή, βαρετή, στερεοτυπική, χάσιμο χρόνου ή όποιος άλλος χαρακτηρισμός ίσως να της αποδόθηκε. Για να κάνουμε τα πολλά λίγα παραθέτουμε κάποια «γιατί να δείτε την ταινία» και «γιατί την βρήκαμε καλή-ενδιαφέρουσα»:
Γιατί η Κάτια Γέρου τους έχει νικήσει.
Γιατί επιτέλους μια ταινία καταδεικνύει πως η πείνα πάει χέρι-χέρι με την πνευματική πείνα της εποχής μας.
Γιατί –έστω και προωθημένα– βάζει στο τραπέζι ζητήματα όπως η καλλιέργεια ή «ο πόλεμος των σπόρων» όπως είναι αλλιώς γνωστός.
Γιατί κατά τα άλλα είναι ένας –ακόμη– άγνωστος πόλεμος.
Γιατί σπανίζουν οι ελληνικές ταινίες με τόσο πρωτότυπο σενάριο και διαλόγους.
Γιατί και η φωτογραφία της ήταν πολύ πάνω του μετρίου.
Γιατί ο ρόλος που υποδύθηκε ο Πουλικάκος –και το ότι τον υποδύθηκε αυτός– ήταν το κερασάκι στην τούρτα και ταυτόχρονα χρησιμότατος.
Γιατί ο ουτοπιστής είναι αυτός που περιμένει να πάρει το χαμόγελο του πίσω.
Γιατί δεν βρίσκουμε τίποτα κακό στο παραπάνω.
--------------------------------------------------------------------
Ουσάκ, δρόμος λαϊκός και κινηματογράφος της αντίστασης
Θερμά χειροκροτήματα εισέπραξε η νέα ταινία του Κυριάκου
Κατζουράκη, με τίτλο Ουσάκ, στο κινηματογραφικό φεστιβάλ του ρ/σ Εν Λευκώ. Η
προβολή της ημιτελούς εκδοχής της ταινίας, καθώς ακόμη βρίσκεται σε διαδικασία
επεξεργασίας, έγινε στον κινηματογράφο Δαναό στις 2 Μαΐου.
Η ταινία επιχειρεί ένα άλμα στο μέλλον. Αυτό που σιγά – σιγά κι εν αγνοία μας συχνά οικοδομούν, έμπλεο ζόφου και παρακμής κι ας το υποδέχονται με χαμόγελα ως τ’ αφτιά και πλήθος υποσχέσεων. Από τα μάτια του θεατή περνούν αδίστακτοι επενδυτές, πρόθυμοι εκδότες, μπρατσωμένοι φασίστες, ρουφιάνοι και οι δικοί μας «υπέροχοι απόκληροι»: Μία Κάτια Γέρου, η οποία επίσης υπογράφει το σενάριο, στο ρόλο μιας ξεπεσμένης περφόρμερ που περιδινίζεται στο βυθό της πόλης. Ο Δημήτρης Πουλικάκος, που μάλλον υποδύεται τον εαυτό του, σαν μια κιβωτό γνώσης, εμπειριών και ευφυολογημάτων και ο Γιάννης Τσορτέκης στην κόψη του ξυραφιού μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας να επιμένει στην οργάνωση της αντίστασης. Ο Νίκος Νίκας διαστροφικά σκληρός εκπρόσωπος της εξουσίας και η μικρή Νέλλη Θεοφιλοπούλου συμπληρώνουν τα πρόσωπα της ιστορίας.
Η συνάντησή τους λειτουργεί σαν εκρηκτικό μίγμα. Μέσα σε σκηνές ζωγραφικής, εκπληκτικής ομορφιάς και χρωματικής ισορροπίας, οι νυχτόβιοι και περιθωριακοί πρωταγωνιστές του (λαϊκού «δρόμου») Ουσάκ ορίζουν την αντίσταση. Ως ανάγκη, όπως πρέπει δηλαδή κι όπως πάντα γινόταν, με ήρωες πραγματικούς ανθρώπους που κάτι έχουν να χάσουν μένοντας αδρανείς, και πολλά να κερδίσουν παίρνοντας τα όπλα. Είναι μορφές γνώριμες και καθημερινές. Και για να μη μείνει καμιά αμφιβολία δε χρησιμοποιήθηκαν ηθοποιοί, αλλά χωρικοί και αγρότες από τη Μεσσηνία, όπου έγιναν τα γυρίσματα των τελευταίων σκηνών. Είναι η γη την οποία υπερασπίζονται από την εισβολή των μεταλλαγμένων, όπου οι γνήσιοι σπόροι, που τελούν υπό καθεστώς διωγμού, δεν εκφράζουν μόνο το σεβασμό στη φύση και τα αρχέγονα δικαιώματα των καλλιεργητών επί της γης τους, αλλά επίσης τη συνέχεια του ανθρώπινου πολιτισμού και την ίδια την αντίσταση. Εξεγείρονται ενάντια σε έναν κόσμο που κυριαρχείται ολοκληρωτικά από απαστράπτουσες εταιρείες και σκοτεινούς μπράβους και μόνοι τους βρίσκουν το νήμα που ξαναδίνει νόημα στη ζωή η οποία στο τέλος, μετατρέπεται σε θυσίασμα. Σε μια ζωή όμως που είναι σε αρμονία με τη φύση, την ποίηση, τη συλλογική δράση και την αντίσταση: έννοιες εξορισμένες από μια καθημερινότητα εφιαλτική, που μπροστά της η σημερινή επισφάλεια θα είναι χαμένος παράδεισος.
Η νέα ταινία του Κυριάκου Κατζουράκη (τέταρτη στη σειρά, μετά το Δρόμο προς τη Δύση – 2003, τηΓλυκιά μνήμη – 2005 και τις Μικρές εξεγέρσεις – 2009) παρότι μελλοντολογική, καθηλώνει και φοβίζει επειδή οι προβολές στο αύριο δεν είναι αυθαίρετες, ούτε διατυπώνονται …σκηνοθετική αδεία. Η Cosco είναι εκεί, μαζί με την πετρελαϊκή ρύπανση του υπεδάφους και το υπέρογκο δημόσιο χρέος που συνεχίζει να σείεται σαν απειλή από τους κρατούντες για την τιθάσευση των …κρατούμενων. Είναι η μορφή που θα πάρουν τα πράγματα όσο τα αφήνουμε να εξελίσσονται ερήμην μας κι επίσης, ερήμην και σε βάρος των αληθινών πρωταγωνιστών της ιστορίας.
Μαχόμενοι διανοούμενοι ο Κυριάκος Κατζουράκης και η Κάτια Γέρου, πρωτοπόρο τμήμα μιας Αριστεράς που σκέφτεται και δρα, έφτιαξαν μια ταινία υψηλής αισθητικής αξίας που λειτουργεί ως αφύπνιση και κάλεσμα για δράση. Βίαιη κι αληθινή σαν τον καπιταλισμό που χτίζεται γύρω μας, στο έδαφος της κρίσης. Με το Ουσάκ ο κινηματογράφος, ως μορφή κοινωνικής και πολιτικής αντίστασης και τέχνης, πηγαίνει ένα βήμα πιο μπροστά.(...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.