Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2019

Συρία – Τραμπ – Τουρκία: Τι πήρε χαμπάρι η ελληνική ατλαντική μακαριότητα;

του Διονύση Ελευθεράτου 

 Ασφαλώς και είναι μνημείο κυνισμού η στάση του Ντόναλντ Τραμπ (και) στο θέμα  Συρίας – Τουρκίας- Κούρδων, ούτε λόγος για αυτό. Είναι όμως τόσο αλλοπρόσαλλη, όσο διατείνεται η πληθώρα των σχετικών χαρακτηρισμών που αφειδώς της αποδίδονται, εντός κι εκτός Ελλάδας;  Είναι ασυνάρτητη, όπως ανέφερε κι ο Αλ. Τσίπρας, προκαλώντας – μοιραίο ήταν- σχόλια, αντιδιασταλτικά προς τις παλιότερες δηλώσεις του για τον «διαβολικά καλό» πρόεδρο των ΗΠΑ; Είναι «πελαγωμένη» κι ανερμάτιστη;     


Ας μας επιτραπεί να μην το πιστεύουμε, αλλά και να κάνουμε μία διάκριση: άλλης τάξης ζητήματα είναι, αφενός οι έμπρακτες  κινήσεις του Τραμπ κι αφετέρου οι αναρτήσεις του στο Twitter και εν γένει η ποιότητα των «επιχειρημάτων» του, πολλά εκ των οποίων μοιάζουν, όντως, βγαλμένα από κάποιο φεστιβάλ ανοησίας. Όπως αυτό, περί Νορμανδίας και Κούρδων. Στην αξιολόγηση τακτικών και στρατηγικών κινήσεων σημασία έχουν τα «αφενός», όχι τα προαναφερθέντα «αφετέρου»…   

Η επιλογή του Τραμπ να αφήσει τους Κούρδους της Συρίας στο έλεος του Ερντογάν δεν είναι παράταιρη, ούτε ασυνεπής προς την τακτική και στρατηγική, την οποία δείχνει να έχει διαμορφώσει ο Λευκός Οίκος.  Κάθε άλλο. Παραθέτουμε ορισμένους λόγους, όχι με σειρά «βαρύτητας»:

Πρώτος λόγος:  Ο Τραμπ έχει υποσχεθεί στο εσωτερικό του ακροατήριο να αποσύρει αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις από διάφορα «μέτωπα». Να αφήσει τους κατά τόπους άμεσα εμπλεκόμενους να…  βγάλουν άκρες, φίδια από τρύπες ή απλώς «τα μάτια τους_- αλλά μεταξύ τους. Να εξοικονομήσει, έτσι, αρκετό χρήμα, που – όπως έχει τάξει - θα «πέσει» μέσα στη χώρα του, αντί να ξοδεύεται για στρατιωτική παρουσία ή και δράση, αλλού. Τις σοβαρότατες ελπίδες του να επανεκλεγεί, ο Τραμπ τις έχει επενδύσει εν πολλοίς σε ένα δόγμα, που θα μπορούσε να έχει ως τίτλο «τριπλός επαναπατρισμός»: Όπως ακριβώς οφείλουν να επιστρέψουν μεγάλες αμερικανικές εταιρείες και να προσφέρουν «οίκαδε» θέσεις εργασίας και εισοδήματα, έτσι η χώρα θα πρέπει να φέρει πίσω τα στρατευμένα παιδιά της, αλλά και τα λεφτά που ξοδεύονται σε χώρες «αλλόκοτες».

Τμήματα του αμερικανικού κατεστημένου μπορεί να συμφωνούν ή να διαφωνούν με αυτό το «όραμα» (υποθέτουμε ότι ισχύουν και τα δυο),  το βέβαιο όμως είναι ότι το εξυπηρετεί η απόφαση του Τραμπ για τη Β. Συρία.

Δεύτερος λόγος: Ο σημερινός «πλανητάρχης» γνωρίζει ότι δεν μπορεί να «ανοίξει» όλα τα «μέτωπα» μαζί. Προφανώς επιλέγει να επικεντρωθεί, τώρα, στον εμπορικό «πόλεμο» εναντίον της Κίνας (τουλάχιστον αυτής) κι όχι σ’ ένα γεωπολιτικό  «μπρα ντε φερ» με τη Ρωσία. Η προσέγγισή του αυτή μάλλον ρεαλιστική είναι και σίγουρα δεν μπορεί να εκληφθεί ως  στοιχείο ανερμάτιστης «γραμμής».

Ζητήματα λυμένα από την εποχή του… Λόρενς της Αραβίας!

Τρίτος λόγος:  Ο Τραμπ δεν θυσιάζει τίποτε σοβαρό (γι’ αυτόν), με τη συγκεκριμένη επιλογή. Δεν θίγεται το Ισραήλ, του οποίου εμμονικός στόχος είναι να περιοριστεί και ει δυνατόν να εκμηδενιστεί η ιρανική επιρροή στη Συρία και τη Μ. Ανατολή, όχι να δικαιωθούν οι Κούρδοι. Ούτε νοιάζεται ο πρόεδρος των ΗΠΑ αν μια νέα ανάφλεξη στη Συρία, ως αποτέλεσμα της τουρκικής επίθεσης, θα κομίσει νέα προσφυγιά. Δεν θα «τραβήξουν» οι πρόσφυγες προς τη Βοστόνη ή τη Νέα Υόρκη…

Κάπου εδώ, υπεισέρχεται κι ένα επιχείρημα, όχι ανυπόστατο, αλλά με ειδικό βάρος αισθητά μικρότερο από αυτό, που γενικά του αποδίδεται: «Πουλώντας τους Κούρδους της Β. Συρίας, ο Τραμπ εμφανίζει αναξιόπιστη την αμερικανική πολιτική, που στο μέλλον θα δυσκολεύεται να κερδίζει συμμάχους». Αυτή είναι καλή ατάκα στο στόμα των Δημοκρατικών και, γενικά, των «αντι- Τραμπικών» στις ΗΠΑ, αλλά στο πεδίο της… εφαρμοσμένης πολιτικής η εμβέλειά της είναι περιορισμένη. Δεν αντιστοιχεί σε παράμετρο ικανή να άρει  τη σιγουριά του εκάστοτε δυνατού, πως ένα από τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από την ισχύ του, είναι να τραβά το χαλί κάτω από τα πόδια «φίλων» και «συμμάχων» του, χωρίς μοιραίες – για τον ίδιο- συνέπειες.     

Επιτέλους, ξεχάσαμε και την ιστορία; Η Δύση τα έχει… λύσει αυτά, από αμνημονεύτων χρόνων! Για να μην «πιάσουμε το κουβάρι» από την αποικιοκρατία του 19ου αιώνα, ας σταθούμε – ενδεικτικά- στην εποχή του Λόρενς της Αραβίας. Ας θυμηθούμε με πόση ξετσιπωσιά οι Βρετανοί «πούλησαν» τους Άραβες όταν κρίθηκε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, αθετώντας απτές υποσχέσεις. Τους Άραβες, που είχαν πολεμήσει νωρίτερα εναντίον των Οθωμανών, για λογαριασμό της «Αντάντ»… Σταμάτησαν έκτοτε να βρίσκουν «πρόθυμους»  ανά τον κόσμο συνεργάτες οι Βρετανοί; Όχι. Η δε αυτοκρατορία τους άρχισε να παρακμάζει (όπως και η γαλλική) ύστερα από δεκαετίες. Έπειτα από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με καταλύτη την κρίση του Σουέζ (1956).  

«Η εκτέλεση αποδεικνύει ότι τελικά δεν είναι σωστό να εμπιστεύεσαι τις ΗΠΑ», είχε δηλώσει ο πρόεδρος του Ιράν, Μαχμούτ Αχμαντινετζάντ, έπειτα από τον απαγχονισμό του Σαντάμ Χουσεΐν, στο κατεχόμενο, στραγγαλισμένο Ιράκ. Του ηγέτη που, μολονότι είχε προσφέρει σημαντικότατες υπηρεσίες στην αμερικανική πολιτική, «βάζοντας» τη χώρα του να πολεμά επί 9 χρόνια με το Ιράν, πλήρωσε ακριβά την εσφαλμένη ιδέα πως οι ΗΠΑ θα τον επιβράβευαν, αφήνοντάς τον να αρπάξει το Κουβέιτ. Μήπως σταμάτησαν από τότε οι Αμερικανοί να συνάπτουν συμμαχίες, περισσότερο ή λιγότερο ευκαιριακές, στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής; Ασφαλώς όχι. Κι όσο εκεί δεσπόζει ο κατ’ ουσία συμμαχικός άξονας Ισραήλ- Σαουδικής Αραβίας – Αιγύπτου, δεν θα χάσει τον ύπνο του ο πρόεδρος των ΗΠΑ (που μάλιστα σταδιακά «απεγκλωβίζονται» από την περιοχή), στη σκέψη ότι πλήττεται η φερεγγυότητα της χώρας του. Άλλωστε, οι εκάστοτε νέοι σύμμαχοι κατά κανόνα γίνονται σύμμαχοι επειδή κρίνουν – σωστά ή λανθασμένα, άλλο θέμα – πως δεν υπάρχει άλλη (καλύτερη) λύση, όχι επειδή τρέφουν αμέριστη εμπιστοσύνη στις… ευγενείς αρχές του ισχυρού «εταίρου».       

Το  μεγάλο ειδικό βάρος της Τουρκίας και οι ΗΠΑ

Τέταρτος λόγος, αυτό που λένε «last but not least»: Γνωρίζοντας πόσο σημαντικό ζήτημα είναι για την Άγκυρα το Κουρδικό, ο Τραμπ δεν επρόκειτο σε καμία περίπτωση να καταστήσει μεγαλύτερο το ρήγμα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Δεν θα έστελνε βαθύτερα στην αγκαλιά της Μόσχας τον Ερντογάν, του οποίου η αποφασιστικότητα (και) στο ζήτημα των ρωσικών πυραύλων «S-400» έχει αποστείλει στην Ουάσιγκτον σαφέστατα μηνύματα, που προφανώς δεν υποτιμήθηκαν. Η Τουρκία του τόσο μεγάλου γεωπολιτικού ειδικού βάρους δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα για τις ΗΠΑ. Γνωστό; Ναι. Έλα όμως που πολλοί  φαίνεται να το λησμονούν, εδώ, στην Ελλάδα…

Στην Ελλάδα η πολιτική ελίτ και η επικρατούσα δημοσιολογία δείχνουν προσκολλημένες σ’ ένα «όνειρο» παμπάλαιο, αλλά τονωμένο με   ανανεωμένους – τα τελευταία χρόνια- ειδικούς «ευσεβείς πόθους». Με υποτιθέμενες νεόφερτες μεγάλες ευκαιρίες, που καθιστούν (επιτέλους…) «ρεαλιστικό» το «όνειρο». Ότι, δηλαδή, κάποια στιγμή, δεν μπορεί, η Ελλάδα θα ανταμειφθεί για την άριστη διαγωγή της στην τάξη του «ατλαντισμού» και θα… αναβαθμιστεί στο κυρίως πουλέν του, εκτοπίζοντας τη δύστροπη Τουρκία από αυτήν την τόσο «αξιοζήλευτη» θέση.

Η μία μεγάλη ευκαιρία ήταν, υποτίθεται, ο ίδιος ο Ερντογάν που το… παράκανε, συνάπτοντας σχέσεις μιας τόσο ανίερης, εξοργιστικής για τις ΗΠΑ, «λυκοφιλίας» με τη Ρωσία. Θυμάστε τι ακούγαμε και διαβάζαμε τα τελευταία λίγα χρόνια, εδώ στην Ελλάδα; Πως ο παρορμητικός, σπασμωδικός και ανερμάτιστος Ερντογάν (περίπου ό,τι λέγεται τώρα για τον Τραμπ) οδήγησε την τουρκική στρατηγική σε αδιέξοδο. Και σε πιο σημείο βρισκόμαστε σήμερα; Με το δρόμο στρωμένο από τις ΗΠΑ και «φωτισμένο» από το «πράσινο» του Τραμπ, ο τουρκικός εθνικισμός επιτυγχάνει αυτό που πρωτίστως επεδίωκε.

Την ίδια στιγμή η «απομονωμένη» Τουρκία, της οποίας – παρεμπιπτόντως- η οικονομία υποτίθεται πως ήταν θέμα χρόνου να σωριαστεί κατάχαμα (περίπου αυτό δεν ανέμεναν τόσοι και τόσοι αναλυτές, στην Ελλάδα;),  «κλείνει» συμφωνία για κατασκευή μεγάλου εργοστασίου της «Φολκσβάγκεν». Παίζει ανενδοίαστα και- καθώς φαίνεται - αποτελεσματικά το εκβιαστικό χαρτί του προσφυγικού. Υποχρεώνει ειδικούς και μη να «μαδούν τη μαργαρίτα», προσπαθώντας να διαγνώσουν εάν η ευόδωση των τουρκικών σχεδίων στη Β. Συρία θα επιφέρει «καλμάρισμα» της Άγκυρας ή, αντιθέτως, «άνοιγμα ορέξεων» για το Αιγαίο. Αυτό το περί «ορέξεων» ερώτημα, δέσποζε τούτες τις ημέρες στα ελληνικά τηλεοπτικά κανάλια. Όλα αυτά λοιπόν τα… φοβερά «έπαθε» η τουρκική πολιτική, εξ αιτίας του «κυκλοθυμικού» Ερντογάν που επειδή δυσαρέστησε τους Αμερικάνους, άνοιξε ο ίδιος τον λάκκο του…   

Θα πολεμήσουν για… χάρη μας και για τα ενεργειακά;  

Η δεύτερη νέα ελπίδα επενδύθηκε στα ενεργειακά. Το σκεπτικό, απλό και… απλουστευτικό: Ε, αφού βάλαμε στο ενεργειακό παιχνίδι κι άλλους, τι στην ευχή, κάποιοι από αυτούς θα ορθώσουν το ανάστημά τους, σε περίπτωση στρατιωτικής «εμπλοκής» με την Τουρκία…

Ορισμένοι δείχνουν να περιμένουν πως, αν «συμβεί κάτι», θα σπεύσουν πχ ισραηλινές δυνάμεις να πολεμήσουν στο πλευρό των ελληνικών, λέγοντάς μας ίσως κι «ευχαριστώ» που τους δίνουμε την ευκαιρία να κάνουν κάτι δυσκολότερο και «ενδοξότερο» από το να δολοφονούν με ελεύθερους σκοπευτές άοπλα παιδιά στη Γάζα. Και, ποιος ξέρει, άλλοι ίσως ονειρεύονται πως, εκτός από τους Ισραηλινούς που θα μπουν σε δυσκολότερη «πίστα», θα πλεύσουν και αμερικανικά πολεμικά σκάφη, έτοιμα να βυθίσουν τουρκικά, στο Αιγαίο ή ανοιχτά της Κύπρου. Λίγη παραπάνω…αισιόδοξη φαντασία, μάλιστα, θα φέρει και γαλλικά θωρηκτά που, λόγω της Τοτάλ, θα κάνουν- κι αυτά «του αλατιού» τους Τούρκους. Να, έτοιμο είναι το σκηνικό μιας σύγχρονης, τροποποιημένης… ναυμαχίας του Ναυαρίνου, με σημαία τους υδρογονάνθρακες. Το μόνο που μένει να διευκρινιστεί είναι αν θα χρειαστεί εμείς να κουνήσουμε το δαχτυλάκι μας, ή αν θα τα παρακολουθούμε όλα αυτά τρώγοντας ποπ κορν…

Ας επανέλθουμε τώρα στον πραγματικό κόσμο, κάνοντας μερικές επισημάνσεις.
Πρώτη επισήμανση: Οι ενεργειακές ταυτίσεις συμφερόντων μπορούν να εντάσσονται σε σημαντικά στρατηγικά «κάδρα» ή να βγαίνουν από αυτά, όχι όμως να τα ανατρέπουν. Η Ουάσιγκτον έχει άφθονους τρόπους να εξυπηρετήσει συμφέροντα αμερικάνικων πολυεθνικών (πολυεθνικές είναι, άλλωστε), χωρίς να θυσιάσει νευραλγικής σημασίας προτεραιότητές της, εν προκειμένω ως προς την Τουρκία.

Σε τελική ανάλυση, εάν τα ενεργειακά καθόριζαν τα πάντα και για πάντα, την αμέριστη στήριξη των ΗΠΑ στο καθεστώς των Ταλιμπάν δεν θα την είχε διαδεχθεί το μεταξύ τους θανατηφόρο μίσος. Καλό είναι να θυμηθούμε πως το 1995, η τότε συμμαχία των Αμερικανών με τους Ταλιμπάν δεν γιορταζόταν με σαμπάνιες, αλλά με… φυσικό αέριο. Θα το διοχέτευε μέσω Αφγανιστάν, από το Τουρκμενιστάν στο Πακιστάν – κι από εκεί στις διεθνείς αγορές - αγωγός της αμερικανικής εταιρείας πετρελαίων «Γιούνοκαλ». Και μόνο το γεγονός ότι στην τελετή υπογραφής της συμφωνίας για την κατασκευή του αγωγού (Τουρμενιστάν, 21.10.1995) παρευρισκόταν ο… Χένρι Κίσινγκερ, δείχνει πόσο σημαντικός ήταν για τους Αμερικάνους ο ενεργειακός κρίκος που τους συνέδεε με το καθεστώς των Ταλιμπάν. Διερράγησαν όμως άλλοι και σημαντικότεροι κρίκοι και συνέβησαν όλα όσα ξέρουμε.

Δεύτερη επισήμανση: Ας θυμηθούμε τι έγινε προ διετίας στο Ιράκ. Οι Κούρδοι της χώρας επεδίωξαν – και με δημοψήφισμα- να κερδίσουν ανεξαρτησία, δηλαδή κάτι παραπάνω από το καθεστώς αυτονομίας που είχαν κι έχουν. Ήλπιζαν να το καταφέρουν με τη στήριξη του Ισραήλ και των ΗΠΑ, που θα έβλεπαν τη δημιουργία κουρδικού κράτος ως μοχλό για την «πλευροκόπηση» του Ιράκ και ως ανάχωμα στην επιρροή του. Η σκέψη για το τι θα εξυπηρετούσε την Ουάσιγκτον και το Τελ Αβίβ δεν ήταν παράλογη, αλλά οι υψηλοί «φίλοι» των Κούρδων του Ιράκ δεν διακινδύνευσαν μια ένοπλη περιπέτεια με το Ιράκ, για χάρη τρίτων. Αν τυχόν το κάνουν κάποτε, θα το πράξουν σε χρόνο και με τρόπο που εκείνοι θα επιλέξουν.

Είναι και η Ιστορία «ζόρικη»…

Αναρωτιόμαστε… τι δεν καταλαβαίνουν από όλα αυτά, τα τόσο διαυγή, εκείνοι που απτόητοι φαντάζονται –ακόμη- ένοπλες «συμμαχικές» δράσεις εναντίον της Άγκυρας και μάλιστα σε μία περίοδο, κατά την οποία ο Τραμπ βροντοφωνάζει με τον τρόπο του πως η Τουρκία παραμένει πολύ σημαντική, για να την αφήσει στο «φλερτάρισμα» του Πούτιν.

Θα το πούμε πάλι, καθαρά: Δεν υφίσταται κανένα απολύτως «προστατευτικό» αντάλλαγμα για την επονείδιστη «στρατηγική σύμπραξη» της χώρας με τη στυγνή δικτατορία της Αιγύπτου (θύματα της οποίας δεν είναι μόνον ισλαμιστές) και με το Ισραήλ των ασταμάτητων εγκλημάτων σε βάρος των Παλαιστινίων. Δεν υπάρχουν  «νέες ευκαιρίες» που δίνουν πνοή στο «όραμα» της αναγωγής μας σε ατλαντικό «χαλίφη», στη θέση της Τουρκίας. Αν κάτι σχετικό υπάρχει και προσφέρεται για άντληση διδαγμάτων, αυτό είναι η ιστορική αλυσίδα των τραγικών διαψεύσεων της θεωρίας, πως η ιδιότητα του «υπάκουου», «καλού παιδιού» ανταμείβεται με παροχή προστασίας εκ μέρους των ισχυρών συμμάχων (1955, 1974) ή και με στήριξη «ημέτερων» φιλόδοξων «μεγαλοϊδεατισμών» (1919 -1922).

Φυσικά υπάρχει και η εύκολη «λύση»: Την επόμενη φορά που θα «προσφέρουν» κάποιον… αυστηρό τόνο κατά της Άγκυρας τα «μονά – ζυγά» των δηλώσεων Τραμπ, ή τα σχόλια κάποιου αξιωματούχου του ΝΑΤΟ, να αναθαρρήσουν εδώ, ορισμένοι. Να θεωρήσουν τις «βολικές» φράσεις – ξεχνώντας τις… άβολες-  σημαντικότερες από τις πράξεις. Όταν το δάχτυλο δείχνει (και) τη Συρία, οι ανόητοι είναι ελεύθεροι να κοιτάζουν το δάχτυλο, ελπίζοντας να διακρίνουν κανένα κρυφό μήνυμα, ίσως σε τατουάζ. Κάτι σαν «Make Greece Great», ας πούμε…


ΥΓ: Μερικές αναλυτικότερες σκέψεις για τα αναφερθέντα ορόσημα (1922, 1955, 1974) μπορεί να δει ο αναγνώστης σε παλιότερο άρθρο μου στο Kommon, (εδώ).

ΠΗΓΗ:  Kommon

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.