Κριτική αμφισβήτηση
Επειδή πιστεύω ότι το συγκεκριμένο άρθρο αξίζει, για πολλούς λόγους, να διαβαστεί, θα περιοριστώ μόνον στην κριτική μου, χωρίς να παραθέτω αποσπάσματά του. Νομίζω ότι τα όσα προτείνει για το πλαίσιο των ΑΠΕ στη χώρα μας είναι ορθολογικές προτάσεις για συζήτηση, αποφεύγει όμως να αναζητήσει τα αίτια της “άναρχης” μέχρι καταστροφικής διαχείρισής τους από το κράτος και το επιχειρηματικό (και βαριά επιδοτούμενο) κεφάλαιο. Θεωρεί, μήπως, ότι εκείνοι δεν έχουν την αναγκαία κοινή λογική και τους κατάλληλους συμβούλους; Ότι, όσοι αντιδρούν σε τοπικές καταστροφές, σκέφτονται ανορθολογικά;
Το άρθρο αρχίζει κουνώντας εκφοβιστικά το σημαιάκι του επερχόμενου “κλιματικού ολέθρου”. Σαν να πρόκειται για μια θεϊκή αλήθεια που δεν σηκώνει αντιρρήσεις και έχει μία και μόνη απάντηση: ΑΠΕ και τα λοιπά, αλλά με τον “σωστό και δίκαιο”, κατά τους συντάκτες, τρόπο.
Έ όχι λοιπόν. Δεν είναι μια αποδεδειγμένη επιστημονικά αλήθεια η σχέση αιτίας και αποτελέσματος μεταξύ των εκπομπών CO2 από τις καύσεις ορυκτών καυσίμων αφενός και της “κλιματικής αλλαγής – ανόδου της θερμοκρασίας” αφετέρου. Είναι μια εξαιρετικά πολύπλοκη θεωρητική μαθηματική προσομοίωση και μοντελοποίηση του χαοτικού τρόπου που αλληλεπιδρούν οι πλανητικής (ίσως και κοσμικής) κλίμακας παράγοντες που επηρεάζουν το κλίμα της γης.
Μια μοντελοποίηση που διαρκώς αναπροσαρμόζεται, καθώς δεν επαληθεύτηκαν οι καταστροφές που προφήτευε για το πρόσφατο παρελθόν, αλλά διαρκώς απαιτεί να δεχτούμε ότι θα επαληθευτεί στο ακέραιο στο προσεχές μέλλον. Που, όμως, δεν είναι δυνατόν να αποδειχτεί πειραματικά, αφού δεν μπορούν να γίνουν πειράματα σε τέτοια κλίμακα.
Μια μοντελοποίηση που ισχυρίζεται ότι μπορεί να εντοπίσει με ακρίβεια, ποιό είναι το ανεκτό όριο ανόδου της “μέσης θερμοκρασίας”, με ποιές μειώσεις CO2 θα το πετύχουμε και ποιές θα είναι οι παγκόσμιες συνέπειες ανάλογα με την άνοδο της θερμοκρασίας. Που έντεχνα συνδέει την μεγάλη ακρίβεια των περιορισμένων (χρονικά και τοπικά) μετεωρολογικών προγνώσεων με την χαοτική αβεβαιότητα των (παγκόσμιας έκτασης και σε χρονικό εύρος πολλών δεκαετιών ή και αιώνων) προβλέψεων για το κλίμα.
Μια μοντελοποίηση που την επεξεργάζονται και την προωθούν, συνεχώς και συντονισμένα, διεθνή ινστιτούτα, πανεπιστήμια και επιστήμονες με κύρος, έντυπα και μή ΜΜΕ, χρηματοδοτούμενα αφειδώς από φανερές και αφανείς πηγές. Πού, όμως, απαγορεύουν, με ποινή επιστημονικού αποκλεισμού και εκμηδένισης, κάθε κριτική στην “ορθοδοξία” τους, όσο τεκμηριωμένη και αν είναι, και λοιδωρούν κάθε αντίρρηση στα πορίσματά τους σαν “συνομωσιολογική” ή “ψεκασμένη” (για να έρθουμε στα δικά μας).
Από πότε η επιστήμη άρχισε να λειτουργεί σαν θρησκεία, καταπνίγοντας τον επιστημονικό αντίλογο; Μήπως είναι καλύτερα να την ονομάσουμε τεχνοεπιστήμη, μια που είναι πλέον πάντα δεμένη με τις τεχνολογικές εφαρμογές της και, άρα, με τα επιχειρηματικά συμφέροντα που υπηρετούνται από αυτές; Μήπως στις “τεχνολογικές” εφαρμογές της εντάσσεται πλέον και η υπακοή-χειραγώγηση των ανθρώπων μέσω της πληροφορικοποίησης-ψηφιοποίησης όλων των πτυχών της ανθρώπινης ύπαρξης, ακόμα και των βιολογικών; Ποιοί έχουν συμφέρον από τον καθολικό έλεγχο των ανθρώπων;
Μπορούμε να μιλάμε πιά για “καθαρή” επιστήμη, που ασκείται από απομονωμένους ανιδιοτελείς και αφοσιωμένους επιστήμονες με γνώμονα το “κοινό καλό”, που βρίσκονται μακριά από οργανωμένα συμφέροντα, λες και είμαστε ακόμα στην εποχή του Παστέρ, των Κιουρί και τόσων άλλων;
Μήπως παρατηρούνται αρκετά κοινά σημεία στην τρομοκρατική μεγα-διαχείριση της “κλιματικής αλλαγής” και της “πανδημίας COVID-19”, όπου η μία και μόνη αλήθεια πρέπει να επιβληθεί με το στανιό ενώ οι αντίθετες απόψεις, ακόμα και αν εκ των υστέρων τεκμηριώνονται επιπλέον και εμπειρικά (πέρα από την αρχική επιστημονική τεκμηρίωσή τους δηλαδή), πρέπει να αποσιωπηθούν, να λοιδωρηθούν, να εξαφανιστούν;
Σκέψεις πάνω στην διαμόρφωση του “δια ταύτα” παγκόσμια
Αποκλείεται να έχουν δίκιο, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, τα μοντέλα που προαναφέρθηκαν; Όχι βέβαια, ακόμα και αν δεν είναι καθόλου ακριβή στα αριθμητικά αποτελέσματά τους. Είναι σοβαρό ενδεχόμενο να εξελίσσεται μία ανθρωπογενής κλιματική αλλάγή, όπως είναι επίσης πολύ πιθανό οι αλλαγές που παρατηρούνται να οφείλονται σε παραμέτρους που δεν επηρεάζονται από τον άνθρωπο. Και, βέβαια, στην προοπτική μιας τέτοιας έκτασης αλλαγής δεν μπορούμε να μένουμε άπραγοι, ακόμα και άν δεν είμαστε βέβαιοι για τις αιτίες και για την κλιμάκωση των αποτελεσμάτων. Νομίζω πως αυτό λέγεται “αρχή της προφύλαξης”.
Σε άλλους δρόμους, όμως, θα οδηγούσε μια τέτοια συνετή διαχείριση του προβλήματος και όχι στην τρομοκρατική επιβολή της μοναδικής αλήθειας (και των συναφών “λύσεων”) από τους “μαθητευόμενους θεούς” και τους “ανιδιοτελείς” σπόνσορές τους.
Χρειάζεται να μειωθούν, λοιπόν, μέχρι εκμηδενισμού οι εκπομπές CO2 αλλά και άλλων, δραστικότερων απ’ αυτό (για να μήν ξεχνιόμαστε), αερίων του θερμοκηπίου. Και αυτό πραγματικά σημαίνει γενίκευση των ΑΠΕ και εξοικονόμηση ενέργειας. Να όμως που το ζήτημα πλέκεται αναγκαστικά με την πιεστική ανάγκη του καπιταλιστικού συστήματος να βρει καινούριο ζωτικό χώρο και πεδία για επενδύσεις και κερδοφορία που να έχουν προοπτική πολλών δεκαετιών, τώρα ιδίως που η απόσπαση κερδών από τον δανεισμό και την κερδοσκοπική χρηματιστικοποίηση δείχνουν τα αδιέξοδά τους.
Και εδώ έρχονται τα κράτη και οι ενώσεις τους (π.χ. Ευρωπαϊκή Ένωση) να ανοίξουν το δρόμο, να στηρίξουν τα δικά τους τμήματα του κεφαλαίου στον σκληρό ανταγωνισμό με τα υπόλοιπα, να συμφωνήσουν (όσο είναι δυνατόν) παγκόσμιες ρυθμίσεις ώστε αυτός να μην γινεται άναρχα και καταστροφικά, να κατασκευάσουν τη συναίνεση των πολιτών αξιοποιώντας κατάλληλα τα “επιστημονικά πορίσματα” για το κλίμα αλλά και τις πιο προωθημένες μεθόδους απόσπασης ή επιβολής (όπου χρειάζεται) αυτής της συναίνεσης στις πολιτικές τους. Λέγονται και “κοινωνική μηχανική” ή “συμπεριφορισμός” αυτές οι μέθοδοι.
Πρέπει, άραγε, να πειστούμε πως, ό,τι μπορεί να γίνει, θα γίνει αποκλειστικά μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο των αναγκών του κεφαλαίου για κέρδη, κέρδη, κέρδη (που τώρα ντύνεται τον μανδύα της πράσινης σωτηρίας του πλανήτη), με τις αποδεδειγμένες τεράστιες καταναλώσεις-σπατάλες των πρώτων υλών, την μετατροπή κάθε γωνιάς της γης, κάθε οικοσυστήματος, κάθε έμβιου όντος μέχρι τα γονίδιά του, των πάντων τελικά, σε “περιουσιακό στοιχείο” (asset στα ελληνικά) προς εκμετάλλευση με κάθε μέσο, “ειρηνικό” ή όχι, μέσα από ακατάπαυστο εξοντωτικό ανταγωνισμό;
Σ’ τέτοιους σωτήρες θα εμπιστευτούμε την κοινή σωτηρία; Θα μιλάμε μόνον τη δική τους γλώσσα, θα σκεφτόμαστε μόνον ό,τι μας υποδεικνύουν ή μας επιτρέπουν; Θα απαρνηθούμε το δικαίωμά μας και την υποχρέωση να αναρωτιόμαστε μήπως σε τέτοια προβλήματα πλανητικής έκτασης χρειάζεται μια ριζική αλλαγή στον τρόπο που σκεφτόμαστε τις λύσεις τους; Ακόμα και άν δεν υπάρχει ακόμα εγκαθιδρυμένο αντίπαλο στον καπιταλισμό παράδειγμα (υπήρξαν, μέχρι το πρόσφατο παρελθόν, με τα θετικά και τα αρνητικά τους), θα πρέπει να μένουμε μουγγοί και κουφοί στην αναγκαιότητα να το σκεφτούμε και να το συζητήσουμε, παγκόσμια και τοπικά;
Ναι, ο καπιταλισμός θα διαχειριστεί και την “ενεργειακή μετάβαση”, σύμφωνα με τις δικές του ανάγκες, εξαφανίζοντας κάθε σκέψη διαχείρισης και της κλιματικής αλλαγής έξω από την εκμετάλλευση, το κέρδος, τον ανταγωνισμό, την πλανητική αδικία και βία, την εμπορευματοποίηση των πάντων (υλικών και άυλων), στο παρόν και στο μέλλον. Σ’ αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα θα ζούμε ακόμα αλλά δεν πρέπει να την αποδεχτούμε, με κάθε δυνατό μέσο που έχουμε ή που θα σκεφτούμε. Και, κυρίως, δεν θα πρέπει να γινόμαστε ακούσιοι διαφημιστές της, στο όνομα του επείγοντος και της απουσίας εναλλακτικής.
Και για να κλείσω, θα επισημάνω μερικά απ’ όσα ο κυρίαρχος (καπιταλιστικός) τρόπος διαχείρισης των ζωών μας αφήνει εκτός συζήτησης για το θέμα της κλιματικής αλλαγής:
· Γιατί δεν μπαίνει επιτακτικά το ζήτημα της παγκόσμιας προετοιμασίας για τη δίκαιη αντιμετώπιση και των συνεπειών της όποιας κλιματικής αλλαγής; Τί θα γίνει με τα εκατοντάδες εκατομύρια των φτωχών της γης που, όπως λένε τα μοντέλα τους, θα πληγούν περισσότερο; Μήπως επειδή κάτι τέτοιο δεν δημιουργεί κέρδη αλλά χρειάζεται να φορτώσει βάρη στο κεφάλαιο;
· Τι θα γίνει με την ανάγκη για παγκόσμια δικαιοσύνη στο μοίρασμα των βαρών της “ενεργειακής μετάβασης”; Το ίδιο “μερίδιο ευθύνης” έχουν οι καπιταλιστικά αναπτυγμένες καταναλωτικές κοινωνίες με εκείνες που ζουν ακόμα στο όριο της επιβίωσης όσον αφορά τις μέχρι σήμερα εκπομπές CO2; Ίσα κι όμοια όλοι;
· Για ποιό επίπεδο παγκόσμιας ενεργειακής κατανάλωσης συνολικά επαρκούν οι διαθέσιμες πρώτες ύλες που θα χρειάζονται κατά την υποτιθέμενη ολοκλήρωση “της ενεργειακής μετάβασης“ (εννοούνται τα υλικά για τις ίδιες τις ΑΠΕ, για τα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας, κυρίως μπαταρίες, για την εξοικονόμηση ενέργειας και για την αντικατάσταση του σημερινού εξοπλισμού που καταναλώνει ορυκτά καύσιμα με νέο, που θα χρησιμοποιεί ηλεκτρισμό ή “πράσινο” υδρογόνο); Πόσο άνισα θα κατανέμεται αυτή η συνολική κατανάλωση ενέργειας στις επιμέρους κοινωνίες του πλανήτη (πέρα από τις δικές τους εσωτερικές ανισότητες);
· Θα συνεχίζουμε να θεωρούμε αναπόφευκτο φυσικό φαινόμενο την τεράστια ενεργειακή κατανάλωση για τις ατέλειωτες μεταφορές προϊόντων από το ένα άκρο της γης στο άλλο, στο όνομα του ανταγωνισμού και του “συγκριτικού” πλεονεκτήματος; Για τις προκλητικές τουριστικές περιπλανήσεις ανά τον κόσμο που συντηρούν τα κέρδη των υπεραναπτυγμένων τουριστικών βιομηχανιών;
· Τί θα γίνει με την τεράστια κατανάλωση ενέργειας και άλλων πρώτων υλών για τη συντήρηση και τη δράση του πολεμικού μηχανισμού που τρέφει τα κέρδη του αντίστοιχου κεφαλαίου και υποστηρίζει ένοπλα το άνισο μοίρασμα των μεριδίων αγοράς και των κερδών από την παγκόσμια εκμετάλλευση; Το ηγεμονικό παράδειγμα των ΗΠΑ και σ’ αυτόν τον τομέα κάτι πρέπει να μας λέει.
Εν τέλει, που πάνε όλες οι ιδέες για δίκαιη αποανάπτυξη, που θα διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του πλανήτη συνολικά (αειφορικότητα όλων των πόρων του, στη γη, στη θάλασσα, στον αέρα), μια πιο πλούσια (κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά) ζωή για τους πολίτες, με πολύ λιγότερο άγχος, τόσο για την επιβίωσή τους όσο και για τον κίνδυνο της σχετικής φτωχοποίησής τους στην καλλιεργούμενη καταναλωτική φρενίτιδα; Την απελευθέρωσή τους, τελικά, από το δίχτυ των αναπόφευκτων καπιταλιστικών αναγκαιοτήτων για κερδφορία μέσα από την αέναη μεγέθυνση και επέκταση;
Θόδωρος Καρώνης
Ηλεκτρολόγος, Μηχανολόγος, Μηχανικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.