του Θανάση Σκαμνάκη
από: Red NoteBook
Θα επιχειρήσω να κάνω μια αντιστροφή:
Πώς γίνεται και στην Αριστερά ανοίγουμε συνεχώς μοναχικούς δρόμους; Κι
από την άλλη, πώς γίνεται, όποτε αναζητούνται δρόμοι μετωπικοί, να
καταλήγουν σε φιάσκο; Ίσως έτσι, προσδιορίζοντας το τι κάνουμε λάθος,
βρούμε το τι πρέπει να κάνουμε σωστά.
Η Αριστερά και οι αριστεροί -μιλάμε για
όσους υποστηρίζουν τη ριζοσπαστικότητα του κομμουνιστικού προτάγματος-
είναι εχθροί της ιδιοκτησίας. Εκτός από την ιδιοκτησία της αλήθειας. Και
κατ’ επέκταση (ή κατά συνέπεια), του κόμματος που την επαγγέλλεται.
Η ιδιοκτησιακή αυτή σχέση είναι τόσο
ισχυρή όσο δεν είναι η σχέση του φεουδάρχη με τους δουλοπάροικούς του, η
σχέση του τραπεζίτη με τους άυλους τίτλους του, η σχέση του μικροαστού
με το αυτοκίνητό του. Είναι βαθιά ιδεολογική, πολιτική, και κυρίως
αγωνιστική και συναισθηματική. Συνεπώς, σχεδόν ακλόνητη. Και καταλήγει
σε ιδιοκτησιακή ιδέα του Κόμματος. Όπου το κίνημα υπάρχει για να
εξυπηρετήσει το Κόμμα κι όχι το Κόμμα για να εξυπηρετεί το κίνημα.
Ας υποθέσουμε, χάριν της συζήτησης, πως
αυτό είναι φυσιoλογικό. Επιπλέον, είναι και εξηγήσιμο, όχι όμως και
δικαιολογημένο. Είναι μια ισχυρή αντανάκλαση των ιδιοκτησιακών σχέσεων
που κυριαρχούν στην κοινωνία. Ειδικά όμως, οι άνθρωποι της Αριστεράς
είναι ιδεολόγοι και, εν γένει, ανιδιοτελείς. Δεν τους συνενώνει η νομή
μιας εξουσίας (τουλάχιστον όσο δεν καλούνται να διαχειριστούν εξουσία),
αλλά η πεποίθηση πως θα αλλάξουν τον κόσμο. Αυτή είναι μια
συναισθηματική, ψυχολογική προσέγγιση, η οποία συγκροτεί πίστη, απαιτεί
αυταπάρνηση και προτάσσει την επιδίωξη συγκρούσεων και ανατροπών. Άρα,
εμπεριέχει υψηλά ρίσκα, πολύ περισσότερο αν παρουσιαστούν δυσμενείς
καταστάσεις, όπως είναι κάθε είδους εκτροπές που συνοδεύονται με
διώξεις, ακόμα και με εκτελεστικά αποσπάσματα.
Όμως, όλο αυτό το πλέγμα εξηγήσεων και
στάσεων, στάσεων ζωής, οδηγεί σε συχνές ιδεολογικές και πολιτικές
συγκρούσεις μεταξύ των ρευμάτων της Αριστεράς, διασπάσεις, αφοριστικές
καταγγελίες, εμφύλιες διαμάχες πολύ σκληρές. Που καταλήγουν σε
κατακερματισμό και πολιτική αδυναμία.
Ενδιαφέρον είναι πως όλες οι διασπάσεις
γίνονται στο όνομα μιας υπέρβασης και της αναζήτησης μιας πιο
αποτελεσματικής Αριστεράς. Επιπλέον δε, στο πρόγραμμα κάθε ομάδας,
κίνησης ή κόμματος της Αριστεράς, κεντρικός ρόλος ανατίθεται στη λέξη,
την έννοια και την πρόταση μιας ενότητας, ως ακρογωνιαίου λίθου της
πολιτικής της πρότασης. Που σχεδόν ποτέ, δεν λαμβάνει κάποια σάρκα.
Παραμένει μια επιδίωξη. Γιατί σημαίνει, για τον κάθε προτείνοντα,
ενότητα γύρω από εμένα και γύρω από τους στόχους που εγώ έχω ορίσει. Ο
διάλογος, η αναζήτηση, η υπέρβαση, η ενότητα και η πάλη των αντιθέτων
και η σύνθεση σε ανώτερη ενότητα, παραμένουν δέσμιες του ιδιοκτησιακού
καθεστώτος αλήθειας και κόμματος που πιο πάνω ανέφερα.
Ωστόσο, υπάρχει και η άλλη εκδοχή. Και
το παρελθόν έχει μεγάλη ευθύνη για το παρόν. Στο παρελθόν, λοιπόν, η
ιδέα της ενότητας έγινε άλλοθι για συγκολλήσεις που έπαιρναν τη μορφή
της ενότητας αλλά είχαν το περιεχόμενο του χυλού. Τέτοια ήταν η
συγκρότηση το 1989, του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, που
οδήγησε στη “Συγκυβέρνηση”. Τέτοια ήταν και η δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ, που
κατέληξε ύστερα από μια τροχιά αναζήτησης κάποιου αριστερού
ριζοσπαστισμού (τουλάχιστον από μερικές συνιστώσες του), σε ένα
θορυβώδες διαζύγιο, όχι μόνο μεταξύ των συνιστωσών, αλλά και μεταξύ του
κυρίαρχου μηχανισμού και της αριστερής ιδεολογίας και πολιτικής.
Δυο φορές που ένα βήμα μπροστά στο θέμα
της ενότητας έγινε δέκα βήματα πίσω στο θέμα της ύπαρξης. Καμένοι στο
χυλό, λοιπόν, οι άνθρωποι των κινήσεων της σημερινής ριζοσπαστικής
Αριστεράς, φυσάνε επί πολύ ώρα το γιαούρτι κάθε πρότασης ενότητας, με
αποτέλεσμα στο τέλος να χάνει τη γεύση και τη σημασία του.
Τα τελευταία χρόνια, δείγμα που γέννησε
πολλές ελπίδες είναι η συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Πρώτη φορά στην ιστορία
παρόμοια ρεύματα της κομμουνιστικής αριστεράς αποφάσισαν να συνθέσουν
ένα ενιαίο πολιτικό μέτωπο. Το εγχείρημα μπόρεσε για πρώτη φορά να φέρει
στο ορατό πεδίο της πολιτικής ζωής τις κομμουνιστικές δυνάμεις, πέραν
του ΚΚΕ. Αλλά και πάλι, δεν μπόρεσε να κάνει ένα βήμα πιο πέρα, να
υπερβεί σε ανώτερη ενότητα τόσο τις αντιθέσεις στις γραμμές του, όσο και
την ενότητα με νέες δυνάμεις. Ωστόσο, το εγχείρημα παραμένει εν ζωή και
αναζητεί μια ουσιαστική υπέρβαση, επί ποινή καθήλωσης.
Σε κάθε περίπτωση όμως το ερώτημα παραμένει: και τώρα που οι δρόμοι στενεύουν, τι κάνουμε;
Υπάρχει μια απάντηση εύκολη. Ενότητα.
Προσπάθησα να πω πως δεν φτάνει. Να το πω κι αλλιώς: ενότητα ποιών και,
κυρίως, με ποιο στόχο, ποιο σκοπό;
Άρα, το πρώτο αποφασιστικό βήμα είναι η σαφήνεια και το βάθος του προσδιορισμού.
Η Αριστερά έχει γίνει, τα τελευταία
χρόνια, ένας κήπος των δακρύων. Ας σκουπιστούμε κι ας σκεφτούμε. Υπάρχει
και μπορεί να υπάρξει Αριστερά με συγκροτημένο λόγο, στόχευση και
παρέμβαση στην πολιτική ζωή, ικανή να φύγει προς το μέλλον;
Δεν είναι νομοτέλεια αλλά είναι ανάγκη.
Όπως υποστήριζε και ο Τσε, η σημερινή αμφισημία των προγραμμάτων προετοιμάζει τις αυριανές ήττες μας. Άρα, ας γίνουμε σαφείς.
Αυτά δεν γίνονται με ευχές. Ακόμα
περισσότερο, δεν αρκεί η εκφρασμένη θέληση και δράση των πρωτοπόρων, ή,
έστω, εκείνων που ονομάζουν τους εαυτούς τους πρωτοπόρους.
Εν αρχή είναι η γνώση και η επίγνωση.
Η τωρινή καπιταλιστική κρίση δεν είναι
απλώς ένας κρίκος σε μια μακριά αλυσίδα. Οι αστοί αναζητούν τρόπους να
την ξεπεράσουν εξαπολύοντας έναν αδυσώπητο ταξικό πόλεμο, με μόνιμα
χαρακτηριστικά. Από την πλευρά του εργατικού κινήματος κάθε διεκδίκηση
και αίτημα για να ικανοποιηθεί χρειάζεται κινητοποιήσεις επαναστατικής
μορφής. Οι δυνάμεις της Αριστεράς, αλλά και το συνδικαλιστικό και
εργατικό κίνημα δεν είναι, ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά, έτοιμοι
να κάνουν αυτό το μεγάλο άλμα.
Αλλά τίποτα δεν περιμένει. Όλα μπορούν
και πρέπει να γίνουν πάνω στη βράση ενός ανέτοιμου κινήματος που
αναζητεί απαντήσεις και τον καλό εαυτό του. Ας το καταλάβουμε σαν την
πρόκληση της Ιστορίας.
Στις σημερινές συνθήκες, που ο δρόμος
έχει στενέψει μεν, αλλά ταυτόχρονα έχουν ανοίξει μεγάλοι ορίζοντες,
είναι αναγκαία η συγκέντρωση δυνάμεων “για δουλειά, ψωμί, δημοκρατία,
εθνική αυτοδιάθεση και κυριαρχία”, για νίκες σε επί μέρους ζητήματα ώστε
να αποκρουστεί η σκληρή, σαρωτική επίθεση του κεφαλαίου και των
μηχανισμών του, και ταυτοχρόνως να συγκεντρωθεί δύναμη και δυνάμεις ώστε
να χαραχτεί δρόμος μιας συνολικής ανατροπής. Στο κάτω κάτω, το μέτρο
για την αξιολόγηση της Αριστεράς είναι η πορεία του κινήματος.
Θα ζητήσω συγγνώμη γιατί θα συνοψίσω εν είδει κομματικού ντοκουμέντου τα συστατικά μιας πολιτικής πρότασης:
* Διακριτή και ανεξάρτητη συγκέντρωση
και παρουσία δυνάμεων που στοχεύουν στη στρατηγική επαναθεμελίωση ενός
κομμουνιστικού προγράμματος.
* Μόνιμη μετωπική πολιτική για ζητήματα
στρατηγικού χαρακτήρα, ώστε να συσπειρώνονται οι δυνάμεις που δηλώνουν
επαναστατικές και αντικαπιταλιστικές.
* Ενότητα στη δράση όλων των μαχόμενων
δυνάμεων της Αριστεράς στα επιμέρους μέτωπα, τις γειτονιές, τα
συνδικάτα, τους χώρους εργασίας και διάθεσης του ελεύθερου χρόνου.
* Πολιτικές συμφωνίες και πρωτοβουλίες τακτικού χαρακτήρα, και εκλογικές, όλων των μαχόμενων δυνάμεων της Αριστεράς.
* Συντονισμός στον αγώνα όλων εκείνων
που παλεύουν για τη διάσωση του λαού από την πείνα και για την ανατροπή
της κυβερνητικής και ευρωπαϊκής πολιτικής.
* Δημιουργία ανεξάρτητων και μαζικών οργάνων της εργατικής πολιτικής.
* Ουσιαστικά η ανάπτυξη ενός κινήματος
πραγματικά ταξικού, στο οποίο ο συλλογικός αγώνας θα βρίσκεται καθ’
ολοκληρίαν στα χέρια των αγωνιζομένων (και όχι των ποικίλων
αντιπροσώπων).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.