Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2018

Ο ακροδεξιός θρίαμβος στη Βραζιλία θέτει νέα καθήκοντα στην Αριστερά

Του Αλέκου Αναγνωστάκη 

Γιατί συνέβη και συμβαίνει αυτό;

Πρόκειται για την πέμπτη μεγαλύτερη σε έκταση και πληθυσμό χώρα και την όγδοη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο με 1,8 τρισ. δολάρια ΑΕΠ, (αλλά 61η στο κατά κεφαλή εισόδημα, 8.726 δολάρια). Είναι η μεγαλύτερη και πολυπληθέστερη χώρα της λατινικής Αμερικής, η χώρα με τους μεγαλύτερους ταξικούς διαχωρισμούς ανάμεσα στους φτωχούς που ζουν στις φαβέλες και τους «άλλους» των αριστοκρατικών προαστίων του Ρίο ντε Τζανέιρο.

Σε αυτή τη χώρα, από την 1η Ιανουαρίου 2019, εκλεγμένος πρόεδρος με την ψήφο του 55,7% του λαού της (πάνω από 50 εκατομμύρια!), έναντι του 43,30% που έλαβε ο κεντροαριστερός αντίπαλός του Φερνάντου Αντάντ, θα είναι ο «βραζιλιάνος Τραμπ», όπως χαρακτηρίστηκε, Μπολσονάρο


Ο Μπολσονάρο ενισχύθηκε και θα ενισχύεται από τη «διεθνή» της σύγχρονης ακροδεξιάς.

Ως σύμβουλο έχει, (για την ακρίβεια του παραχωρήθηκε), τον Στηβ Μπάνον, τον «πιο επικίνδυνο πολιτικό παράγοντα στην Αμερική» κατά το ειδησεογραφικό οικονομικό οργανισμό Bloomberg.

Ο Μπάνον πριν γίνει εκτελεστικός διευθυντής της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ και στη συνέχεια μόνιμο μέλος του εθνικού συμβουλίου ασφαλείας των ΗΠΑ, ήταν ήδη μέλος της «αγίας» τραπεζικής οικογένειας των ΗΠΑ, τραπεζοεπενδυτής στην Goldman Sachs, συνιδιοκτήτης της επενδυτικής τράπεζας Bannon & Co. με ειδίκευση στα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης.

Όπως κάθε αστός ηγέτης που γνωρίζει το ειδικό κοινωνικό και πολιτικό της βάρος ασχολήθηκε με την Τέχνη. Ως εκτελεστικός παραγωγός παρήγαγε ή συμμετείχε στην παραγωγή συνολικά 18 ταινιών, από τον Ινδιάνο δρομέα το 1992 έως τον Τίτο το 1999. Είναι τέλος(;) ιδρυτικό μέλος του ακροδεξιού ειδησεογραφικού οργανισμού Breitbart το οποίο, σύμφωνα με το περιοδικό Time, προωθεί ρατσιστικές, ξενοφοβικές και αντησιμιτικές ιδέες.

Αν επιμείναμε στον Μπάνον είναι γιατί η κοινωνική θέση και καταγωγή του αποκαλύπτουν το ποιοι ενισχύουν την ακροδεξιά στη Βραζιλία ή ακριβέστερα και στη Βραζιλία.

Οι ιδέες και «αξίες» που εκφέρει ο Ζαΐρ Μπολσονάρο παραπέμπουν στον Χίτλερ, θυμίζουν τους Ναζί σε σύγχρονη έκδοση. Προς ώρας αποδέχεται την εκλογική διαδικασία. Ταυτόχρονα όμως υπερασπίζεται δημόσια την στρατιωτική δικτατορία που είχε καταλάβει την εξουσία στην Βραζιλία από το 1964 μέχρι και το 1985. Δηλώνει θαυμαστής του Πινοσέτ και άλλων δικτατόρων της Λατινικής Αμερικής.

Σύμφωνα με το γερμανικό Spiegel, στο άρθρο - ανταπόκριση από το Ρίο ντε Τζανέιρο με τίτλο εξωφύλλου(!) «Ο φόβος της δικτατορίας», ο Ζαΐρ Μπολσονάρο αναγγέλλει την «πλήρη κάθαρση» κατά την «τελική λύση» των ναζί. «Θα οδηγήσουμε τους κόκκινους ληστές έξω από την πατρίδα μας!» είναι το μότο του.

Στην ουσία ανήκει στο υποστηριζόμενο και προωθούμενο πολιτικό σχέδιο από ισχυρά πολιτικά κέντρα και οικονομικά κονσόρτσιουμ για τη συγκρότηση ενός νέου ολοκληρωτικού ακροδεξιού ρεύματος. Ενός εξαιρετικά επικίνδυνου μίγματος ναζιστικών, φασιστικών και σύγχρονων ακροδεξιών ιδεών που συμπυκνώνεται στον Τράμπ και εξαπλώνεται παγκόσμια.

Οι οπαδοί του πολλαπλασιάζουν τη ρητορική μίσους στο Twitter, στο Facebook και το WhatsΑpp, επανειλημμένα εκφράζονται περιφρονητικά για γκέι, λεσβίες και τρανσέξουαλ, υποδαυλίζουν τη βία.

Στο Σαλβαδόρ για παράδειγμα μαχαίρωσε ένας οπαδός του Μπολσονάρο έναν μαύρο προπονητή capoeira και μουσικό, στο βορειοανατολικό κρατίδιο της Sergipe και το Σάο Πάολο δύο τρανσέξουαλ δολοφονήθηκαν.

«Στα πανεπιστήμια και σε άλλα δημόσια κτίρια εμφανίζεται ολοένα και περισσότερο γκράφιτι σβάστικα. Η πόλωση στην κοινωνία έχει καταστρέψει τις φιλίες και τις αποσχισμένες οικογένειες» σημείωνε με τη σειρά του ο ανταποκριτής του Euronews.

Υποστηρίζεται πως ο Μπολσονάρο βρίσκει στήριξη κυρίως από τα μεσαία κυρίως στρώματα. Ας σκεφτούμε όμως μόνο το πόσο στοιχίζει η προεκλογική καμπάνια σε μια χώρα τέτοιων διαστάσεων. Τα εκατομμύρια αυτά, τα έξοδα αυτά μπορούν να βγουν μόνο με ισχυρή χρηματοδότηση.

Επιπλέον, ίδια η αστική τάξη εδώ και καιρό διχάζεται ανάμεσα σε ένα αλά Τραμπ ακροδεξιότερο διαχειριστικό σοκ του καπιταλισμού και σε μια «ομαλή» συντηρητικότερη «ανακαίνιση» των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που οδηγούν έτσι κι αλλιώς τους λαούς, αργά και σταθερά, στη φτώχεια και την εξαθλίωση.

Ο διχασμός αυτός, παράλληλα με τη στήριξη της διεθνούς ακροδεξιάς και τη θέση στην κοινωνία των κορυφαίων υποστηρικτών του, όπως ο Μπάνον, καταδεικνύει την στήριξη του από ισχυρές μερίδες του βραζιλιάνικου και διεθνούς κεφαλαίου.

«Πολλοί από αυτούς τους ηγέτες (σ.σ. τους ακροδεξιούς) συνδέονται στενά με ένα δίκτυο πολυδισεκατομμυριούχων ολιγαρχών που θεωρούν ότι ο κόσμος είναι το οικονομικό τους παιχνιδάκι» υπογραμμίζει ακόμη και ο Μπέρνι Σέντερς.

Αλλά ο Μπολσονάρο στηρίζεται και από ισχυρούς κύκλους της αγγλικανικής εκκλησίας. «Οι πάστορες επικαλούνται την υπηρεσία του Θεού να εκλεγεί ο Μπολσονάρο», «ο διαχωρισμός της εκκλησίας και του κράτους είναι μυθοπλασία στη Βραζιλία, η προεκλογική εκστρατεία έχει γίνει θρησκευτικός πόλεμος» σημειώνει το Spiegel στην ανταπόκριση του.

Η αστική τάξη (μέρος της) εφαρμόζει λοιπόν πολυποίκιλη μετωπική πολιτική.

Οι ευθύνες του Εργατικού Κόμματος

Η φαβέλα Μαρέ, για παράδειγμα, η οποία βρίσκεται κοντά στο αεροδρόμιο του Ρίο με 130.000 κατοίκους περίπου, μία από τις μεγαλύτερες και πιο βίαιες φτωχογειτονιές της πόλης του Ρίο ντε Τζανέιρο, ήταν ένα προπύργιο του Εργατικού Κόμματος.

Αλλά όσο πλησίαζαν οι εκλογές οι μετατοπίσεις ήταν εμφανείς. «Πολλοί ψηφοφόροι έχουν περάσει στον Μπολσονάρο» λέει στην ανταπόκριση του Spiegel η Μόνικα Silva, μια από τις υπεύθυνες της προεκλογικής καμπάνιας του εργατικού κόμματος.

Γιατί συνέβη και συμβαίνει αυτό;

Φταίει η απώλεια ζώσας ιστορικής μνήμης ισχυρίζεται η Βέρα Βιτάλ, ένα από τα εκατοντάδες άτομα που βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν κατά την διάρκεια της βραζιλιάνικης δικτατορίας. «Η χώρα μας σχεδόν έχει ξεχάσει εκείνες τις στιγμές επειδή φαίνεται ότι η μνήμη στην δημόσια πολιτική είναι κοντή», λέει στο Spiegel.

Αυτό αληθεύει, αυτό καλλιεργείται παγκόσμια μάλιστα. Φτάνει όμως αυτό;

Φταίει ο τρόπος και το περιεχόμενο της πολιτικής του Εργατικού Κόμματος που κυβέρνησε τη χώρα ισχυρίζονται ρεύματα από την Αριστερά. Αυτά σίγουρα αποτελούν σοβαρές αιτίες.

Σίγουρα η πολιτική αυτή των μεταλλασσόμενων μάλιστα εργατικών κομμάτων είναι χρεοκοπημένη στην αντιμετώπιση του φαινομένου. Αλλά είναι η γενεσιουργός;

Άλλου είδους ευθύνη έχει αυτός που συνειδητά επιλέγει, σχεδιάζει και προωθεί οργανωμένα μια σύγχρονη ακροδεξιά πολιτική, δηλαδή ισχυρά τμήματα του κεφαλαίου και της εκκλησίας, και άλλου είδους αυτός του οποίου η πολιτική αντικειμενικά δεν μπορεί ή ακόμη και διευκολύνει την νεοδεξιά λαίλαπα. Αυτή η λεπτή και αναγκαία διάκριση γίνεται ακριβώς για να γίνει ορατή η ανάγκη μιας σύγχρονης και μαζικής απεύθυνσης εργατικής πολιτικής την οποία ο κόσμος ο ίδιος (και όχι a priori) θα την αναγνωρίζει ως τέτοια.

Αυτή λείπει!

Το ελπιδοφόρο είναι πως όλο και περισσότερες συλλογικότητες επιχειρούν μια λεπτομερή και αναλυτική περιγραφή της απειλής που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα και ο πλανήτης αλλά και αναζητούν - δίχως ακόμη να καταφέρουν – μια πολιτική τοπικών και διεθνών διαστάσεων που θα πρέπει να επωμιστεί τη σωτήρια αποστολή αντιμετώπισης αυτής της απειλής.

Με κέντρο φυσικά την αυτοτελή οργανωτική και πολιτική παρουσία ενός σύγχρονου κοινωνικά απελευθερωτικού προγράμματος που, θα αναζωογονεί και θα εμπνέει το «κόμμα με την ευρεία έννοια», δηλαδή το κόμμα το μέτωπο, και το κίνημα, με τους διακριτούς, κρίσιμους, αναγκαίους και αλληλοσχετιζόμενους ρόλους τους.

ΠΗΓΗ:  - Kommon

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.