Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2019

Πολιτική απόφαση δεύτερης πανελλαδικής συνέλευσης, Κ-Σχέδιο

Πολιτική Κίνηση για ένα  ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ


Α.  ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

Ορισμένες κρίσιμες επισημάνσεις γύρο από τις διεθνείς εξελίξεις:

1.     Στη διεθνή οικονομία τον τόνο δίνουν:
Στις ΗΠΑ, η προσπάθεια της κεντρικής τράπεζας να αυξήσει τα επιτόκια του δολαρίου και η συνεχής πτώση των τιμών των μετοχών από τον Σεπτέμβριο.
Στην Κίνα, η διαχείριση της επιβράδυνσης ως αποτέλεσμα της προσπάθειας απομόχλευσης της οικονομίας και των αυξημένων εμπορικών δασμών του Τραμπ.
Στην Ευρωζώνη, η ανακοίνωση διακοπής από την ΕΚΤ του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Τυχόν υλοποίησή του θα προκαλέσει τριγμούς στην κερδοφορία και τη βιωσιμότητα των τραπεζών.

2.     Καθώς αναδύεται ο σύγχρονος πολυπολικός καπιταλιστικός κόσμος, αναδύονται ταυτόχρονα οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις ανάμεσα στους άνισους πόλους του.

Οι ΗΠΑ θεωρούν ανοιχτά ως κύριο ανταγωνιστή και αντίπαλό τους τη Ρωσία και την Κίνα.
Στο χώρο των Βαλκανίων, ολοκληρώνεται η υπαγωγή όλων των χωρών (πλην Σερβίας) στο ΝΑΤΟ και παράλληλα διατηρούνται οι αλβανικοί θύλακες στα νέα ανεξάρτητα κράτη, με στόχο να τους χειριστούν οι ΗΠΑ κατάλληλα σε μελλοντικές επιχειρήσεις.

Στη Μέση Ανατολή, το κύριο είναι η ήττα των ΗΠΑ στη Συρία, διεκδικώντας πλέον την εξασφάλιση του Ισραήλ από κινδύνους που προέρχονται από τους κυρίως νικητές, τη Ρωσία και το Ιράν και τους συμμάχους τους.
 Η Τουρκία καταβάλει προσπάθειες να αποφύγει τη συγκρότηση κουρδικού αυτόνομου κράτους, γεγονός που τη φέρνει αντιμέτωπη με την πολιτική των ΗΠΑ σε αυτό το ζήτημα.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν επιδεινωθεί εξ αιτίας της έναρξης αξιοποίησης των κοιτασμάτων πετρελαίου στην Ανατολική Μεσόγειο.
Θεωρητικά είναι μια καλή ευκαιρία σύσφιξης των ελληνοτουρκικών σχέσεων στη βάση της αντίστασης στην κλοπή του υποθαλάσσιου πλούτου της περιοχής από τις ΗΠΑ.
Όμως τόσο η ελληνική, όσο και η τουρκική αστική τάξη και οι κυβερνήσεις τους κινούνται εθνικιστικά, κάτω από αμερικανική ηγεμονία και  τον έλεγχο των πολυεθνικών, με κινδύνους για θερμά επεισόδια.

3.     Επισημαίνουμε ιδιαίτερα

√  μαζικό, επίμονο και δυναμικό κίνημα των «κίτρινων γιλέκων» στη Γαλλία,
√ την ήττα Τραμπ στις ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ, τη σύγκρουση γύρω από το τείχος στο Μεξικό, την αποχώρησή τους από τη Συμφωνία Μη Διάδοσης Πυρηνικών,
√ την εκλογή Μπολσονάρου στη Βραζιλία, το μπλοκάρισμα του Brexit .
√ Ιδιαίτερο, άμεσο ζήτημα συνεχούς παρέμβασης της μαχόμενης Αριστεράς αποτελεί η καταγγελία του πραξικοπήματος στη Βενεζουέλα εναντίον της νόμιμης κυβέρνησης Μαδούρο, η αλληλεγγύη στο λαό κ αι την Αριστερά της χώρας.

Β.  ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΚΗΝΙΚΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

1.               Ο ελληνικός καπιταλισμός φαίνεται ότι βγαίνει από την κρίση με αντιλαϊκό τρόπο και αναδιαρθρωμένος.
Πρόκειται για μια σαθρή και αβέβαιη έξοδο, έρμαιο στη γενικότερη διεθνή οικονομική αβεβαιότητα, που προετοιμάζει νέους γύρους κρίσεων και κοινωνικών αναμετρήσεων.
από το μέλλον είναι οι εργατικές και λαϊκές κινητοποιήσεις του τελευταίου διαστήματος, από την Cosco μέχρι τις πρόσφατες σημαντικές κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών.
Στερεώνεται με ταχύτητα και βαθύτερα ένας αντιδραστικότερος διπολισμός. Η δημιουργία ενός σχετικά σταθερού νέου δικομματισμού είναι αποτέλεσμα και της σχετικής εύθραυστης και κυρίως αντιδραστικής σταθεροποίησης και ανάπτυξης της οικονομίας.
2.               Ο ΣΥΡΙΖΑ βγαίνει κοινοβουλευτικά ενισχυμένος τόσο από τη μάχη για το μακεδονικό, όσο και το κοινωνικό ζήτημα. Η κυβέρνηση του χαίρει της εμπιστοσύνης τόσο της κυβέρνησης Τραμπ, όσο και των Μέρκελ και Μακρόν, καθώς και αστικών δυνάμεων, λόγω της ικανότητάς του να προχωρά σε επιθετικές κινήσεις χωρίς σοβαρές αντιδράσεις από το εργατικό λαϊκό κίνημα και την Αριστερά.
Εφόσον ξεπέρασε επιτυχώς την αποχώρηση των ΑΝΕΛ κερδίζοντας την κοινοβουλευτική «εμπιστοσύνη» με τους 151 βουλευτές, κέρδισε χρόνο, πιθανό μέχρι τον Οκτώβριο, για να προωθήσει τις μίζερες «κοινωνικές» εξαγγελίες του.
Ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλειστεί και το ενδεχόμενο εκλογικού αιφνιδιασμού με τριπλές εκλογές τον Μάιο ή και πριν, εάν εκτιμά ότι κερδίζει νωρίτερα το προβάδισμα από τη ΝΔ.
3.     Η ΝΔ, όσο ο ΣΥΡΙΖΑ μετατοπίζεται συντηρητικότερα, πιέζει όλο και δεξιότερα. Το μέχρι πριν λίγο, προβάδισμα της φαίνεται όμως να μειώνεται: Τριγμοί και έλλειψη εμπιστοσύνης από τις ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις αλλά και από τμήματα της αστικής τάξης λόγω της αντιφατικής στάσης της στο Μακεδονικό.
Ουρά του ΣΥΡΙΖΑ στο κρίσιμο για τις λαϊκές μάζες ζήτημα των κοινωνικών παροχών.
Ταυτόχρονα, η ενσωμάτωση ακροδεξιών και εθνικιστικών πολιτικών την ενδυναμώνει και τη μετατοπίζει δεξιότερα.
Γενικότερα, το ακροδεξιό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία ενισχύθηκε και βάθυνε, η Νέα Δημοκρατία επηρεάστηκε καταλυτικά μετατρεπόμενη σε ένα μείγμα νεοφιλελεύθερου εθνικισμού, ενώ αναβαπτίσθηκε ο νεοφασισμός και «νομιμοποιήθηκε» εν μέρει η Χρυσή Αυγή και οι άλλες παραφυάδες της.

1.               Η ψευδεπίγραφη «έξοδος από τα μνημόνια», η μείωση της ανεργίας που παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα, η ανάπτυξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας σε ορισμένους κλάδους και το κλίμα των «παροχών» ώθησαν τμήματα της εργατικής τάξης και λαϊκών στρωμάτων να αγωνιστούν για «να πάρουν πίσω» από τις τεράστιες απώλειες της δεκαετίας.
Αυτό έγινε κατανοητό τόσο από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, όσο και από τα πρωτοπόρα αριστερά και ταξικά ρεύματα του συνδικαλιστικού κινήματος.
Κάτι που εκδηλώθηκε με μια σειρά απεργιακών εξαγγελιών το Νοέμβρη.
Η κίνηση αυτή παρεκτράπηκε σε έναν μικροκομματικό ανταγωνισμό μεταξύ των αριστερών  δυνάμεων στο σ.κ. ακόμη και για τις ημερομηνίες και κατέληξε στο απεργιακό φιάσκο της 28ης Νοεμβρίου, με πιο άμαζες συγκεντρώσεις ακόμη και από αυτές της 30ης Μάη.
Έτσι, η  γραφειοκρατία βγήκε αλώβητη, βαδίζοντας χωρίς κινδύνους στο επόμενο Συνέδριό της και ο ΣΥΡΙΖΑ βγήκε κερδισμένος.
Η αγωνιστική ανημπόρια και η μαζική φτώχεια θα κάνουν τις μίζερες «παροχές» του να φαντάζουν ως κυβερνητικά δώρα ανακούφισης.
Την ίδια στιγμή, ανησυχητική είναι η ενδυνάμωση της ΔΑΚΕ/ΝΔ και στο δημόσιο, ειδικά στη Μέση Εκπαίδευση, όπου μάλιστα εμφάνισε ένα ακροδεξιό πρόσωπο  και έπαιξε ρόλο υποδαύλισης των εθνικιστικών μαθητικών καταλήψεων.

4. Για την εξέλιξη αυτή, φυσικά ρόλο έπαιξαν οι συσχετισμοί, αλλά το κύριο είναι ότι λείπει μια βαθύτερη γνώση της νέας κατάστασης στις επιχειρήσεις, τις υπηρεσίες και στην εργατική τάξη, άρα και ένα προωθητικό πρόγραμμα πάλης για το συνδικαλιστικό κίνημα, προσαρμοσμένο σε αυτήν. Χαρακτηριστικές είναι οι σκληρές αντιφάσεις στις διεκδικήσεις των εκπαιδευτικών και της μαχόμενης Αριστεράς γύρω από τους διορισμούς, οι οποίες απηχούν σκληρές αντιθέσεις μέσα στη σύγχρονη εργατική τάξη. Κάτι που απαιτεί βάθος κατανόησης και το αντίστοιχο πρόγραμμα για να εκφραστεί σε διεκδικήσεις που ενώνουν και δεν χωρίζουν.
Όσο δύσκολο και αν είναι, μέσα σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο δυο γύρων, οι ταξικές πρωτοπορίες οφείλουν να προωθήσουν με προσεκτικές πρωτοβουλίες τόσο την πρόταση για μια μαζική και ανεξάρτητη ταξική εργατική κίνηση, όσο και για ένα δίκτυο ταξικών και αγωνιστικών συνδικάτων, ενώ θα πρέπει να είναι έτοιμες να παρέμβουν σε οποιαδήποτε σημαντικά αγωνιστικά σκιρτήματα.

Γ. Το Μακεδονικό και η Συμφωνία των Πρεσπών

1.               Γύρω από την αντιπαράθεση για τη Συμφωνία αναδιατάσσονται τα Βαλκάνια στο σύνολό τους.  Η Συμφωνία αυτή ανοίγει το δρόμο για την ένταξη της γειτονικής χώρας άμεσα στο ΝΑΤΟ και μεσοπρόθεσμα στην ΕΕ. Έτσι, τροποποιεί τους συσχετισμούς μεταξύ των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων υπέρ των ΗΠΑ και της Δυτ. Ευρώπης και σε βάρος της Ρωσίας και της Κίνας, αλλά πρώτα από όλα, σε βάρος του εργατικού και λαϊκού κινήματος στην περιοχή.
Αυτό είναι το βασικό περιεχόμενο και ο κύριος σκοπός της.
Στα πλαίσια αυτά και μόνον, ο υποβαθμισμένος, λόγω της κρίσης, ελληνικός καπιταλισμός έβαλε τη σφραγίδα του στη Συμφωνία (erga omnes, συνταγματικές αλλαγές, δεσμεύσεις υπέρ του κ.λπ.)  και κέρδισε μια πρώτη, τυπική αναγνώριση ενός «ηγετικού ρόλου» στα Βαλκάνια που διασκεδάζει τις ήττες του και επαναφέρει τις φιλοδοξίες της άρχουσας τάξης του στην περιοχή. Αυτή η πλευρά δεν πρέπει να υποτιμάται, όπως κάνει η κυρίαρχη τάση στην Αριστερά (ΚΚΕ και ΛΑΕ), αλλά δεν μπορεί να τοποθετείται και σε δεσπόζουσα θέση (όπως θέτουν οι κυρίαρχες τάσεις στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλοι).
Τα αντιδραστικά, κυρίαρχα χαρακτηριστικά της Συμφωνίας επιβάλλονται πάνω σε ορισμένες θετικές πλευρές της Συμφωνίας, όπως η σύνθετη ονομασία, η αναγνώριση ότι «η Μακεδονία δεν είναι μόνον ελληνική» ή «μόνον σλαβική», συνακόλουθα, η αμοιβαία παραδοχή του σλαβικού χαρακτήρα των «Μακεδόνων» της γειτονικής χώρας και της γλώσσας τους. Αυτές οι πλευρές χρησιμοποιήθηκαν ως ζάχαρη για να καταπιούν οι προοδευτικοί πολίτες το πικρό φάρμακο του ΝΑΤΟ και στις δυο χώρες.
Η Συμφωνία των Πρεσπών δεν θα αποτρέψει τους ανταγωνισμούς.
Το αντίθετο, αποτελεί μέρος των προετοιμασιών ακόμη και για αιματηρές αλλαγές συνόρων στα δυτικά, κυρίως, Βαλκάνια, με μοχλό τον ανερχόμενο αλβανικό μεγαλοϊδεατισμό. Η Συμφωνία δεν έπεισε τους δυο λαούς. Πέρα από τη σημαντική επίδραση των εθνικιστικών ρευμάτων, ο αντιδραστικός σκοπός της Συμφωνίας καθόρισε και τα μέσα για την επιβολή του: ανοιχτές και ωμές απειλές, διώξεις, εξαγορές, κυνική  περιφρόνηση του δημοψηφίσματος στη Βόρεια Μακεδονία, τα ίδια, αλλά καλυμμένα στην Ελλάδα.
Από αυτή τη σκοπιά το σωστό είναι με το μέρος όσων αριστερών είπαν αντιιμπεριαλιστικό, αντικυβερνητικό και διεθνιστικό «Όχι» και όχι με αυτούς που είπαν «διεθνιστικό Ναι» ή «πατριωτικό Όχι».

2. Οι διαδικασίες επιβολής της Συμφωνίας χώρισαν στα δυο την αστική πολιτική στην Ελλάδα. Πρόκειται για μια ιδιόμορφη εκδοχή του γενικότερου διχασμού της αστικής πολιτικής ανάμεσα στο νεοφιλελεύθερο κοσμοπολιτισμό και τον ακροδεξιό εθνικισμό, σε όλο τον «δυτικό» καπιταλιστικό κόσμο. Για τους κινδύνους που απορρέουν από αυτή την τάση, όσον αφορά την εργατική πολιτική, είχαμε έγκαιρα προειδοποιήσει.
Ο διχασμός αυτός κονιορτοποίησε τις ενδιάμεσες και αδύναμες αστικές δυνάμεις.
Το πρόβλημα για την εργατική πολιτική είναι ότι η ανατρεπτική και μαχόμενη Αριστερά και οι κινηματικές δυνάμεις διχάστηκαν και αυτές, μετατρεπόμενες σε «ουρά» της μιας ή της άλλης αστικής εκδοχής.
Το ΚΚΕ και η ΛΑΕ, παρά το θετικό της αντίθεσης τους στη Συμφωνία (που δεν πρέπει να μηδενίζεται), υποκλίθηκαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στο εθνικιστικό αστικό ρεύμα. Τμήματα της «αντιεξουσιαστικής», «αντικαπιταλιστικής» και «διεθνιστικής» Αριστεράς, παρά την κινηματική δράση τους, υποκλίθηκαν στο νατοϊκό «διεθνισμό» του ΣΥΡΙΖΑ. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΝΑΡ, στην πράξη, καθηλώθηκαν ανάμεσα στα δυο ρεύματα, επηρεαζόμενοι κυρίως από το δεύτερο ρεύμα (βλ. άρνηση σύνθετης ονομασίας κ.λπ.).
Το αποτέλεσμα είναι η διπλή λεηλασία της μαχόμενης Αριστεράς και η αποτυχία της να επιδράσει μαζικά και στις δυο εκδοχές της, όπως φάνηκε τόσο στις συγκεντρώσεις.
 (απουσία (!) της ΑΝΤΑΡΣΥΑ από τις συγκεντρώσεις την ώρα που η Συμφωνία συζητιόταν και ψηφιζόταν στη Βουλή.)

2.               Μετά το πέρασμα της Συμφωνίας, το ζήτημα είναι η ανάπτυξη ενός κινήματος ενάντια στα ευρωατλαντικά σχέδια, χωρίς υπόκλιση στους άλλους ιμπεριαλισμούς και σε αντίθεση με την πολιτική της ελληνικής άρχουσας τάξης και τον εθνικισμό που αναπτύσσεται και στις δυο χώρες. Για την καλλιέργεια της φιλίας ανάμεσα στους δυο λαούς, την προστασία των δικαιωμάτων των ελληνικής καταγωγής Σλαβομακεδόνων (των προσφύγων και των οικογενειών τους) που ζουν στη Βόρεια Μακεδονία και των σλαβομακεδονικής καταγωγής Ελλήνων που ζουν στην Ελλάδα.
Για την παράλληλη ανάπτυξη δεσμών με μαχόμενες αριστερές οργανώσεις και εγχειρήματα ανάλογου προσανατολισμού, σε  Βαλκάνια.
Παράλληλα, χρειάζεται μια βαθύτερη προγραμματική επεξεργασία γύρω από το «εθνικό – διεθνικό» ζήτημα, καθώς και για το χαρακτήρα των δυο αντιμαχόμενων αστικών ρευμάτων και τη στάση του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος απέναντί τους.

Από αυτή τη σκοπιά, οφείλουμε να αναπτύξουμε τόσο την αυτοτελή παρέμβασή μας, όσο και την παρέμβαση μέσα στους μετωπικούς σχηματισμούς που συμμετέχουμε και, κυρίως, την έμπρακτη βοήθεια για την ανάπτυξη του ελπιδοφόρου εγχειρήματος του ΠΑΚΣ.
 Σε κάθε περίπτωση, ο ΠΑΚΣ είναι ένα έμπρακτο αποτέλεσμα της τακτικής «συγκέντρωσης δυνάμεων» με το αντίστοιχο περιεχόμενο. Είναι, μέχρι στιγμής, η μοναδική μετωπική συσπείρωση με μαζικό χαρακτήρα γύρω από το μέτωπο της πάλης για την ειρήνη.

Δ. Η Αριστερά  και ο Συντονισμός Κομμουνιστικών Δυνάμεων

1.                Η Αριστερά, σε όλες τις εκδοχές της, παρά τις γεμάτες αυτοθυσία προσπάθειες, ουσιαστικά παρακολουθεί τις εξελίξεις εγκλωβισμένη στο πλέγμα σεχταρισμού-οπορτουνισμού, με το βάρος να πέφτει τώρα στο σεχταρισμό, χωρίς να μπορεί να τις επηρεάσει αισθητά.
Η παρουσία της αποκαλύπτει το τριπλό πρόβλημα:
Το πρόβλημα της άμεσης πολιτικής τακτικής, της στρατηγικής και της σύνδεσής της με την τακτική.
Έτσι, βρίσκεται στα κοινωνικά σκιρτήματα (π.χ. εκπαιδευτικοί), όμως  αδυνατεί να συντονίσει τους αγώνες και κυρίως να τους προσδώσει περιεχόμενο και να τους εντάξει σε πολιτική προοπτική.
Η πολιτική της χαρακτηρίζεται κυρίως από εσωστρέφεια.
Είναι χαρακτηριστική η απουσία δημόσιου διαλόγου και πολιτικής παρουσίας  για τις επικείμενες βουλευτικές εκλογές και τις ευρωεκλογές. Περιορίζεται στις τοπικές εκλογές κυρίως με τη λογική της μάχης χαρακωμάτων και εξασφάλισης «ηγεμονίας» με οργανωτικούς όρους.

Το ΚΚΕ ανήκει στα κόμματα κομμουνιστικής επαγγελίας. Πολιτικά κάνει αναπροσαρμογές στην γραμμή του και στην εκτίμηση της Ιστορίας μετατοπιζόμενο σε μια σύγχρονη εκδοχή της πολιτικής των «ορθόδοξων» κομμουνιστικών κομμάτων του 1920-30. Καλλιεργεί την αναπόληση στο χαμένο σοσιαλισμό των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού», όπου βέβαια έγιναν «κάποια» λάθη.
Στην ουσία αποτελεί πηγή στασιμότητας σε σχέση με τις ραγδαίες εξελίξεις του καπιταλισμού, τις υψηλές προγραμματικές απαιτήσεις και τις απαιτήσεις εκτίμησης του ιστορικού κύκλου των επαναστάσεων και των κοινωνιών του 20ου αιώνα. Ταυτόχρονα όμως είναι δύναμη αγώνα στο πεδίο της καθημερινής δράσης.
Δεν πρέπει  να υποτιμηθεί ότι ως η πιο συγκροτημένη δύναμη αποτελεί καταφύγιο για αριστερούς που έχουν απογοητευτεί τόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και από την κατάσταση της Αριστεράς επαναστατικής εξαγγελίας.
Αυτό εκφράζεται σε τοπικό, κυρίως, επίπεδο με την προσέγγιση και ένταξη στα ψηφοδέλτια αριστερών αγωνιστών. Οργανωτικά όμως έχει πρόβλημα να κινητοποιήσει το μεγαλύτερο τμήμα των δυνάμεών του. Άμεσος πρωταρχικός στόχος είναι η εκλογική του ενίσχυση και η εκλογική εξαφάνιση κάθε άλλης αριστερής δύναμης.

Η ΛΑΕ ανήκει στις δυνάμεις της μαχόμενης μεταρρυθμιστικής Αριστεράς. Στην ουσία διατρέχεται από αντιθέσεις και διαφορετικές σχετικά γραμμές.
Το κυρίαρχο «Αριστερό Ρεύμα» λειτουργεί με βασικό γνώμονα την επικοινωνιακή προβολή που θα επιτρέψει την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της ΛΑΕ.
Όσο περισσότερο αποδιαρθρώνεται ο οργανωτικός ιστός της, κυρίως λόγω απογοήτευσης και αποστράτευσης αγωνιστών, τόσο ισχυροποιείται ένας στενός ηγετικός πυρήνας της.
 Η πολιτική της είναι αντιφατική, στηρίζει λαϊκές κινητοποιήσεις με έκδηλο όμως το στοιχείο της κομματικής προβολής, ενώ στα κρίσιμα «εθνικά θέματα» οριακά κινείται στη λεπτή γραμμή που διαχωρίζει από τον εθνικισμό. Αντίστοιχα αντιφατική είναι και η θέση της για την ΕΕ μετατοπιζόμενη όμως συνεχώς προς έναν αντι-ΕΕ λόγο.
Οι αριστερές συνιστώσες της διαφοροποιούνται σε μεγάλα ζητήματα, ορισμένες όμως εγκλωβίζονται. Σε αντίθεση με το ΚΚΕ (όπου οι εσωτερικές αντιθέσεις είναι παρούσες αλλά εκδηλώνονται μακρόσυρτα), οι αντιθέσεις και οι διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της είναι ισχυρές όχι μόνο σε επίπεδο συνιστωσών αλλά και από γειτονιά σε γειτονιά, στοιχείο πολύ σημαντικό για τις τοπικές εκλογές.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι σε διαρκή καθοδική πορεία τα τελευταία χρόνια με αποτέλεσμα να βρίσκεται στη χειρότερη φάση της.
Η «πλειοψηφία του 90%» που καταγράφηκε στη συνδιάσκεψη δεν υφίσταται, έχει διαλυθεί.
Σε κρίση είναι και η κυρίαρχη «πλατφόρμα» του 54%.
Σε κανένα κρίσιμο ζήτημα δεν ενοποιήθηκε ουσιαστικά. Αποτέλεσμα είναι η υπολειτουργία έως και παράλυση της βάσης της και η αδυναμία μαζικής πολιτικής παρέμβασης.
Η κυρίαρχη τάση, στην ουσία προωθεί τη λογική ενός επαναστατικού μετώπου σε μη επαναστατικές συνθήκες, με αποτέλεσμα την καθήλωση ή και διάλυση μετωπικών σχημάτων (π.χ. ΔιΕΕξοδος).
Στις τοπικές εκλογές ακολουθεί τη γραμμή των «αντικαπιταλιστικών, αντιδιαχειριστικών σχημάτων» που συνοδεύεται από ένα νέφος ασαφειών και γενικόλογων αναφορών που δεν συγκινούν. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου είτε κάτω από την πίεση των συσχετισμών είτε λόγω εσωτερικών διαφοροποιήσεων η γραμμή αυτή αλλάζει σε θετική κατεύθυνση ή ωθείται σε ακραίες σεχταριστικές αναδιπλώσεις.
Άλλες τάσεις αδυνατούν στοιχειωδώς να εκτιμήσουν τους πολιτικούς συσχετισμούς και αναφέρονται σε μια διαρκή ανοδική πορεία του κινήματος, που μόνο εκείνες βλέπουν. Κρίσιμο στοιχείο είναι η επιμονή να συμπεριλαμβάνουν το ΣΥΡΙΖΑ στο «αντιφασιστικό μέτωπο» και στα ρεφορμιστικά αριστερά κόμματα.
Στα λόγια ακολουθούν «ενωτική» γραμμή.
Στην πράξη προχωρούν σε πρωτοφανείς μεθοδεύσεις στους μεγάλους δήμους με κλειστές και εκ των προτέρων ανακηρύξεις υποψηφίων με το όνομα «ΑΝΤΑΡΣΙΑ». Αυτές οι ενέργειες οδηγούν σε όξυνση της εσωτερικής αντιπαράθεσης.

1.     Ο Συντονισμός Δράσης και Διαλόγου Κομμουνιστικών Δυνάμεων:

Η δημιουργία του Συντονισμού βάζει ένα λιθαράκι στην αντιστροφή της προαναφερόμενης κατάστασης στην Αριστερά, από τη σκοπιά ενός κομμουνιστικού προγράμματος της εποχής μας και του αντίστοιχου μετώπου, όπως διακηρύσσεται στην κοινή ανακοίνωση.
Αποτελεί μια πρώτη, μικρή, έμπρακτη επιβεβαίωση της δυνατότητας μετωπικών πολιτικών συνενώσεων σε μια γενικά αναγκαία στρατηγική και πολιτική κατεύθυνση, παράδειγμα ένωσης δυνάμεων μετά από μια μακρά πορεία κατακερματισμού.
Σε αυτή τη φάση, οι συγκεκριμένες πέντε δυνάμεις ήταν εκείνες που μπορούσαν να συσπειρωθούν, παρά τις προσπάθειες του Κομουνιστικού Σχεδίου. Μεσοπρόθεσμα, υπάρχουν δυνατότητες για διεύρυνση και με άλλες δυνάμεις, αλλά και με ανένταχτους αγωνιστές.
Ο Συντονισμός αποτελεί ένα πρώτο βήμα για τη συσπείρωση ευρύτερων δυνάμεων σε έναν «κομμουνιστικό αντικαπιταλιστικό και αντιιμπεριαλιστικό πόλο». Το σχέδιο αυτό ανιχνεύει δρόμους προς το  «κόμμα της εποχής μας», γνωρίζοντας ότι απαιτούνται μεγάλες προγραμματικές τομές, ρήξεις και υπερβάσεις. Αποτελούν, όμως, σημαντική κατάκτηση τα παρακάτω:
- Η εκτίμηση για το συνδυασμό δυσκολιών και δυνατοτήτων της εποχής μας από τη σκοπιά της επανάστασης και του κομμουνισμού αυτής της εποχής.
- Η τοποθέτηση της σχέσης ανάμεσα στον αντικαπιταλιστικό και τον αντιιμπεριαλιστικό – δημοκρατικό αγώνα.
- Η οπτική για την αλληλεπίδραση μεταξύ κόμματος – μετώπου – κινήματος που έχει τόσο στρεβλωθεί τα τελευταία χρόνια από τον συνδυασμό οπορτουνισμού – σεχταρισμού.
- Το επί της ουσίας μεταβατικό, αντικαπιταλιστικό, αντιιμπεριαλιστικό και σύγχρονο δημοκρατικό πρόγραμμα του μετώπου που προτείνει, το οποίο αμφισβητείται τόσο από τα «δεξιά» όσο και από τα «αριστερά».
- Η δέσμευση για συγκεκριμένη κοινή δράση σε κρίσιμα πολιτικά και κινηματικά μέτωπα (ταξική κίνηση και εργατικό κίνημα, ΠΑΚΣ και αντιπολεμική πάλη, δημοκρατική κίνηση και ζήτημα κ.α.), μαζί με το διάλογο για τα προγραμματικά προβλήματα.

Φυσικά, ο Συντονισμός διακατέχεται από αντιθέσεις.
Το κύριο είναι η υπέρβαση αυτών των αντιθέσεων, μέσα από το διάλογο και την πράξη. Σε κάθε περίπτωση θα κριθεί από τη στάση του στις κρίσιμες κοινωνικές, πολιτικές και εκλογικές αναμετρήσεις που έρχονται.

Ε. Για μια μαχητική παρέμβαση στις ευρωεκλογές

1.               Ζούμε σε εποχή αναγκαιότητας για ένταση του ρυθμού  διεθνοποίησης του κεφαλαίου και ταυτόχρονα, εκτίναξης των ανταγωνισμών του που τη φρενάρουν. Αυτό, ανάμεσα στα άλλα, απαιτεί πολύπλοκες διασυνδέσεις και αλληλεξαρτήσεις των πολυεθνικών ομίλων και των εθνικών αστικών τάξεων και ταυτόχρονα, διασπάσεις και κρίσεις μέσα σε αυτή τη διαδικασία.
Μπορεί η ΕΕ να εμφανίζει δυσκολίες και κρίση, μπορεί να μεταλλαχθεί -με πρωτοβουλία αστικών πολιτικών- ή και να διαλυθεί, η ανάγκη όμως διεθνοποίησης οικονομίας, πολιτικών και πολιτισμών θα παραμένει και θα δυναμώνει.
Ταυτόχρονα, τα φαινόμενα του εθνοαπομονωτισμού που εμφανίζονται στην εποχή μας οφείλονται στη φύση του καπιταλιστικού συστήματος διότι ο ανταγωνισμός αποτέλεσε και αποτελεί το θεμέλιο της κυριαρχίας του.
Έτσι, η εθνική «ανισόμετρη ανάπτυξη» που πιστοποιήθηκε από την κρίση, ξαναγυρίζει πάνω από τα έθνη – κράτη και καταδικάζει σε αποτυχία τις διακηρύξεις για «ευρωπαϊκή σύγκλιση», οδηγώντας σε νέα έκρηξη των ανταγωνισμών. Για αυτό η διεθνοποίηση του κεφαλαίου θα είναι πάντα στενή, ανολοκλήρωτη, αντιδραστική και ποτέ «παγκόσμια».
Τόσο η αστική διεθνοποίηση και η ιδεολογία της, ο κοσμοπολιτισμός, όσο και ο αστικός ανταγωνισμός και ιδεολογία του, ο εθνικισμός, συγκρούονται όλο και περισσότερο με την αναγκαιότητα της περιφερειακής και παγκόσμιας συνεργατικότητας των εργαζομένων, της «εξισορρόπησης» των αντιθέσεων. Πρόκειται για μια τάση η οποία πηγάζει από τις γιγάντιες τάσεις διεθνοποίησης και κοινωνικοποίησης της εργασίας και εμφανίζεται σαν όρος επιβίωσης διεθνικών σχημάτων, αλλά και σωτηρίας του πλανήτη από τους πολύμορφους ανταγωνιστικούς πολέμους που προετοιμάζονται.
2.               Σε αυτό το περιβάλλον δεν μπορεί να αναπτυχθεί και να επιβιώσει ούτε ένα «εθνικά απομονωμένο» εργατικό κίνημα, αλλά και ούτε ένα δήθεν «διεθνικό» κίνημα που θα περιμένει την ταυτόχρονη ανατροπή ή και επανάσταση σε όλες τις χώρες της Ευρώπης.
Τόσο μια εργατική λαϊκή έξοδος από την ΕΕ, όσο και μια αντίστοιχη διάλυση της ΕΕ, θα είναι το αποτέλεσμα ανάπτυξης μιας εργατικής πάλης σε κάθε έθνος με διεθνείς διασυνδέσεις, όχι η προϋπόθεση για πολιτικές νίκες.
Θα έχει διεθνή διάσταση και σαν τέτοια απαιτεί το διεθνή υπολογισμό συσχετισμού δυνάμεων. Χρειάζεται  σχέδιο και πράξη για ευνοϊκό σχηματισμό του.
Μια αντιιμπεριαλιστική και αντικαπιταλιστική, μια εργατική και λαϊκή έξοδος από την ΕΕ θα είναι το αποτέλεσμα της πάλης του λαού για τα κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα σε κάθε χώρα, σε συνδυασμό με ένα πολυεθνικό εργατικό κίνημα που θα δημιουργεί τις προϋποθέσεις σχηματισμού ενός συνασπισμού επαναστατημένων κρατών ικανού να μετασχηματίζεται σε σοσιαλιστική - κομμουνιστική κατεύθυνση.
3.               Η ένταξη του ελληνικού καπιταλισμού στην ΕΟΚ και ύστερα στην ΕΕ αποτέλεσε και αποτελεί στρατηγική επιλογή για την αστική τάξη της χώρας και για τα κόμματα του κεφαλαίου με ευρύτερους οικονομικούς και πολιτικούς στόχους. Έτσι, η Ελλάδα αποτέλεσε οργανικό στοιχείο της ευρωπαϊκής ιμπεριαλιστικής ολοκλήρωσης, έστω και δεύτερης ταχύτητας.
Ωστόσο, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα πλέον φαίνεται να μεταβαίνει σε μια νέα κατάσταση κρίσης. Η όξυνση των ανταγωνισμών λόγω της αδυναμίας απόσπασης κέρδους όπως παλιότερα, η εργατική και λαϊκής δυσαρέσκεια από την ΕΕ, η κρίση του κυρίαρχου νεοφιλελεύθερου παραδείγματος και η άνοδος του ακροδεξιού εθνικιστικού ρεύματος αναταράσσουν την ΕΕ σε τέτοιο βαθμό ώστε να κινείται ανάμεσα στη διάσπαση (Brexit) και τη βαθύτερη πολιτική και οικονομική ένωση (σχέδιο Μακρόν – Μέρκελ).
Οι εξελίξεις (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, κ.α.) είναι αποκαλυπτικές αυτής της παρατεταμένης κρίσης στην οποία έχει περιέλθει η ΕΕ, η οποία αποκαθηλωμένη από το προσωπείο ακόμη και της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, δείχνει τον αντιδραστικό της χαρακτήρα, βαθαίνει και ολοκληρώνει την οικονομική εκμετάλλευση και πολιτική καταπίεση της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.

4. Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, το παραπάνω εκφράστηκε στην πιο καθαρή της μορφή με την Επιτροπεία σε βάρος του ελληνικού λαού. Σε αυτή τη διαδικασία συνέβαλε καθοριστικά η ελληνική αστική τάξη η οποία, με σκοπό την ενδυνάμωση της θέσης της, εκχώρησε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας και πολλές από τις λειτουργίες του κοινοβουλίου στο ξένο κεφάλαιο και στα επιτελεία του. Το ευρωμνημονιακό καθεστώς ξένης επιτροπείας που προβλέπεται να διατηρηθεί μέχρι να αποπληρωθεί το 75% του χρέους (δηλαδή, για δεκαετίες) και ανεξάρτητα από το εάν η χώρα «βγει στις αγορές», συνεχίζει και εντείνει την καταπίεση των εργαζομένων.

4.     Οι ευρύτερες κοινωνικοπολιτικές διεργασίες δείχνουν ότι το πολιτικό σκηνικό στην Ευρώπη και παγκόσμια στρέφεται ολοένα και πιο δεξιά.

Ενόψει των ευρωεκλογών, δημιουργούνται δυο πόλοι στην ευρωπαϊκή αστική πολιτική: ο νεοφιλελεύθερος, γύρω από τους Μέρκελ – Μακρόν, τη Γερμανία και τη Γαλλία και ο εθνικιστικός – ρατσιστικός, γύρω από τους Λεπέν –Σαλβίνι – Κουρτς – Ούρμπαν, γύρω από την Ιταλία, την Ουγγαρία και την Πολωνία.
Η κυβέρνηση Τσίπρα παρατάσσεται ως η «αριστερή πτέρυγα» του πρώτου πόλου.
Ωστόσο, η πορεία της εντεινόμενης λαϊκής δυσαρέσκειας αποτελεί διακύβευμα αλλά και πεδίο προκλήσεων για τις δυνάμεις της μαχόμενης, αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής Αριστεράς, που εκφράστηκε κυρίως με τα «κίτρινα γιλέκα» στη Γαλλία ενάντια στον Μακρόν, όσο και στις κινητοποιήσεις ενάντια στα μεσαιωνικά εργασιακά μέτρα στην Αυστρία της δεξιάς – ακροδεξιάς συμμαχίας και στην Ουγγαρία της ακροδεξιάς κυβέρνησης.
Στην Ελλάδα, οι παραπάνω τάσεις εμφανίστηκαν πιο αδύναμα, με τους αγώνες των εκπαιδευτικών, όσο και με την αντιφασιστική, αντιρατσιστική και αντι-εθνικιστική πάλη.
Υπάρχει ανάγκη αυτό το πολύμορφο και αντιφατικό ρεύμα αγανάκτησης και οργής να εκφραστεί μαχητικά, να βαθύνει πολιτικά και να αποτελέσει την αριστερή αντιπολίτευση απέναντι στην κυβέρνηση, τη ΝΔ και την Ακροδεξιά, εν όψει της μάχης των ευρωεκλογών.

6. Αναγνωρίζοντας την προβληματική κατάσταση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και των μετωπικών, συνδικαλιστικών ή τοπικών εγχειρημάτων της, τον κατακερματισμό και την οπισθοχώρηση του αριστερού ανατρεπτικού μπλοκ, χρειάζεται να συμβάλλουμε αποφασιστικά στην αντιστροφή αυτής της κατάστασης.
Επιμένοντας πως η αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική αριστερά δεν υποχωρεί σε δόγματα ΤΙΝΑ, χρειάζεται μια πλατειά, μαχητική και με ανατρεπτικό περιεχόμενο συνύπαρξη και συμμαχία δυνάμεων του κινήματος και της μαχόμενης – ανατρεπτικής Αριστεράς, στη βάση ενός προγράμματος με θετική προοπτική για την επόμενη μέρα. Πολιτική επιδίωξη χρειάζεται να είναι η συγκέντρωση όλων των αριστερών δυνάμεων που αγωνίζονται για μια αντικαπιταλιστική, αντιιμπεριαλιστική, λαϊκή έξοδο της χώρας από την ΕΕ, αυτές που εναντιώνονται στο ευρώ αλλά αφήνουν ανοιχτό το ζήτημα της εξόδου από την ΕΕ, όλων όσων κατανοούν πως η ΕΕ είναι ένας μη δημοκρατικά αντιστρέψιμος μηχανισμός και αγωνίζονται από εργατικές, λαϊκές και ριζοσπαστικές θέσεις εναντίον της πολιτικής της. Με τους εξής βασικούς άξονες:

Αριστερή συνεργασία για
 λαϊκή ρήξη και έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ
Ούτε νεοφιλελεύθερη Ε. Ε
Ούτε εθνικιστική και ρατσιστική Ευρώπη
Διάλυση της ΕΕ- ισότιμη, ειρηνική, διεθνιστική συνεργασία των λαών
Αυξήσεις σε μισθούς, σταθερή εργασία, μείωση του χρόνου εργασίας
Εθνικοποίηση, κοινωνικός και εργατικός έλεγχος σε τράπεζες και ομίλους
Υπεράσπιση και διεύρυνση των δημοκρατικών δικαιωμάτων
Υπεράσπιση των μικροαγροτών και μικρών επαγγελματιών
Υπεράσπιση των γυναικών από την εκμετάλλευση και το σεξισμό, [καθώς και των ΛΟΑΤΚΙ]
Υποδοχή των προσφύγων, δικαιώματα στους μετανάστες
Κατάργηση των μνημονίων  και της Επιτροπείας

7. Ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να αποτελέσει τη βάση συσπείρωσης ευρύτερων δυνάμεων.
Μια αριστερή, αντι-ΕΕ συνεργασία σε αυτή τη βάση, παρά τις δυσκολίες, θα λειτουργούσε προωθητικά για τον απεγκλωβισμό δυνάμεων από το δίπολο ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ, την καλύτερη αντιμετώπιση της Ακροδεξιάς, της ΧΑ, του νεοφασισμού.
Θα λειτουργούσε αναζωογονητικά απέναντι στο μεγάλο αντίπαλο της απογοήτευσης και της αποχής, τόσο στον αγώνα γενικότερα όσο και στις εκλογές ειδικά. Αναγνωρίζοντας τις υποκειμενικές και αντικειμενικές δυσκολίες, αυτή η προσπάθεια μπορεί να αποτελέσει ένα πετυχημένο πειραματισμό και να ανοίξει δρόμους υπέρβασης για την επόμενη μέρα του κινήματος και της αριστεράς.
Από αυτή τη σκοπιά, απαιτείται μια αυτοτελής πρωτοβουλία αριστερών κινήσεων και αγωνιστών που θα προωθεί μια εκλογική και πολιτική συνεργασία, στη βάση του προαναφερόμενου προγράμματος.  Μια τέτοια μαζική πολιτική πρωτοβουλία μπορεί να επιφέρει θετικές μετατοπίσεις, να συμβάλει στην όσο το δυνατόν ευρύτερη αριστερή συνεργασία σε ένα μάχιμο ψηφοδέλτιο. Ακόμη και αν δεν το πετύχει, θα προετοιμάσει για τις αναγκαίες, θετικές υπερβάσεις μετά τις ευρωεκλογές.

8. Η τελική πολιτική και εκλογική στάση του Κομμουνιστικού Σχεδίου θα καθοριστεί σε νέα πανελλαδική διαδικασία και μετά τις εξελίξεις που θα προκαλέσει μια ανάλογη προς τους παραπάνω στόχους πρωτοβουλία.

ΣΤ. ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ

1.               Καταρχήν υπάρχει μια πανελλαδική παρέμβαση των δυνάμεων του Κομμουνιστικού Σχεδίου και της Αναμέτρησης, που έχει φέρει θετικές και μαζικές συσπειρώσεις με ευρύτερες δυνάμεις (δήμος Αιγάλεω, με συμμετοχή ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΛΑΕ, ΕΕΚ κ.α.) ή με συσπειρωτική δυναμική (Δυτ. Μακεδονία).
Αλλού συγκροτήθηκαν στενές εκλογικές κάθοδοι με συνειδητό αποκλεισμό ευρύτερων δυνάμεων (π.χ.,  Θεσσαλία, Ήπειρος) ή κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση (π.χ. Δυτ. Ελλάδα, Κρήτη κ.α.).
Απαιτείται η υπέρβαση αυτών των αντιθέσεων, κάτι που πρέπει να σηματοδοτείται από το πρόγραμμα, την αλλαγή τίτλου (όπου είναι αναγκαίο) και τον ενωτικό επικεφαλής.

2.               Ειδικά σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη αλλά και όπου εμφανίζονται ανάλογα φαινόμενα, κρίσιμο ζήτημα είναι η συμβολή στην υπέρβαση των διασπαστικών πρακτικών με «κομματικά» ψηφοδέλτια Στην Αθήνα, απαιτείται: Οι δυνάμεις που συμμετείχαν στην «Ανταρσία στις γειτονιές της Αθήνας», με ένα σωστό και αναγκαίο πλαίσιο - πρόταση προγράμματος, να καλέσουν όλες τις αριστερές δυνάμεις χωρίς αποκλεισμούς εκ των προτέρων, σε συνέλευση αγωνιστών και όχι «κομμάτων»,  με απεύθυνση και στο αριστερό σχήμα «Ανυπότακτη Αθήνα».
Με στόχο ένα ενωτικό αριστερό ψηφοδέλτιο μάχης όσων συμφωνήσουν στο περιεχόμενο, που θα είναι μια κινηματική – δημοτική – εκλογική συνεργασία (δηλ. όχι πολιτική συνεργασία και συνεννοήσεις κορυφών), με αυτοτέλεια των  επιμέρους κινήσεων. Που θα λειτουργεί με δημοκρατικές λειτουργίες, λογοδοσία και εναλλαγή. Σε αυτή τη βάση, επικεφαλής από οποιονδήποτε χώρο που μπορεί να ενώσει και να υπηρετήσει αυτή τη λογική.

3.               Το Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο συμμετέχει και στηρίζει συνολικά σχήματα που έχουν ένα ενωτικό και μαχητικό αριστερό ριζοσπαστικό πρόγραμμα, ευρύτερες συσπειρώσεις δυνάμεων, δημοκρατικές διαδικασίες, τίτλο και επικεφαλής που ανταποκρίνονται στα προηγούμενα.
Όπου δεν πληρούνται αυτά τα κριτήρια, οι δυνάμεις μας δεν θα λαμβάνουν καμιά πολιτική ευθύνη τόσο για την ουσία όσο και στη συμμετοχή προώθησης αυτής της πολιτικής.

4. Την τελική και συγκεκριμένη πολιτική εκλογική στάση θα την κρίνουν τα τοπικά συμβούλια βάσης.

********
Για μια Προγραμματική και Κομμουνιστική Συμβολή

1. Η 2η Πανελλαδική Συνέλευση συζήτησε τις βασικές κατευθύνσεις και τις διαδικασίες για μια Προγραμματική Πρόταση Διαλόγου και Πράξης του Κομμουνιστικού Σχεδίου και της Αναμέτρησης, σε διάλογο με τις συμμαχικές δυνάμεις, την μαρξιστική επιστημονική διανόηση και πρωτοπόρους αγωνιστές του εργατικού και λαϊκού κινήματος.

2. Το Κομμουνιστικό Σχέδιο συζήτησε επίσης και αποφάσισε την προώθηση συγκρότησης συμβούλιων βάσης σε επίπεδο κλάδων, μεγάλων επιχειρήσεων και τοπικά, με μέλη αλλά και με συμμετοχή συναγωνιστών. Αποφασιστικά όργανα είναι οι συνελεύσεις και ανώτερο όργανο παραμένει η Πανελλαδική Συνέλευση. Εκλέχθηκε νέο Συντονιστικό Συμβούλιο, ενώ προωθούνται διαδικασίες ουσιαστικής ενοποίησης του Κομ. Σχεδίου και της Αναμέτρησης.


Αθήνα, 3 Φεβρουαρίου 2019
από: - Kommon

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.