Κώστας Μάρκου
H
πρόταση νόμου του ΣΥ-ΡΙΖΑ-ΕΚΜ για μια «νέα σεισάχθεια», που
παρουσιάστηκε από τον ίδιο τον πρόεδρο του, ΑΑ. Τσίπρα, την περασμένη
Τετάρτη σε συνέντευξη Τύπου, περιλαμβάνει θετικά μέτρα διαγραφής των
χρεών από στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια προς τις τράπεζες, για
οικογένειες που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας (το οποίο εκτιμάται
σε 15.073 ευρώ για τετραμελή οικογένεια), καθώς και μέτρα μείωσης των
δόσεων ανάλογα με τη μείωση του εισοδήματος.
Ωστόσο,
εάν κάτι έχει μια γενικότερη θεωρητική και άμεσα πολιτική σημασία για
τη στρατηγική και τακτική της Αριστεράς απέναντι στην κρίση, είναι μια
παμπάλαια αυταπάτη που επανέφερε ο Αλ. Τσίπρας, με αφορμή την
παρουσίαση της πρότασης νόμου.
Βοθυτερος πολιτικός και κοινωνικός στόχος αυτής της πρωτοβουλίας, σύμφωνα με τον επικεφαλής του
ΣΥΡΙΖΑ.
είναι η «αναζωογόνηση της οικονομίας με την αύξηση της δυνητικής
καταναλωτικής δαπάνης», ή όπως είπε στο κλείσιμο της παρουσίασης, «να
υπάρξουν δηλαδή καταναλωτικές ανάσες, γιατί χωρίς αύξηση της ζήτησης
και της κατανάλωσης, δεν μπορούμε να βγούμε απ' αυτή την κρίση».
Πρόκειται
για την επαναφορά μιας κλασικής κεϋνσιανής γραμμής, η οποία ιστορικά
ποτέ δεν απέτρεψε ούτε, πολύ περισσότερο, κατάργησε τις καπιταλιστικές
κρίσεις. Απέτυχε και όταν εν μέρει επιχείρησε να την εφαρμόσει ο
Ρούσβελτ, το 1933- 38, απέτυχε ακόμη και στη «χρυσή εικοσαετία» 1950-70.
όταν οι κυκλικές κρίσεις έκαναν κανονικά την εμφάνιση τους, απέτυχε
και στην αντιμετώπιση της δομικής κρίσης του 1973-75.
Ο
κεϋνσιανός λέει: «Αν δεν αυξήσουμε τους μισθούς, δεν θα πωλούνται τα
εμπορεύματα, άρα θα έχουμε μείωση κερδών, μείωση των επενδύσεων και
ύφεση». Και ανταπαντά ο νεοφιλελεύθερος: «Μα τι λες καημένε μου! Εάν
αυξήσουμε τους μισθούς, θα μειωθούν τα κέρδη, θα μειωθούν οι επενδύσεις
και έτσι θα έχουμε διαρκή ύφεση! Πρέπει να μειωθούν οι μισθοί για να
έρθει η ανάκαμψη, οπότε πάλι θα μπορούν να αυξηθούν». Και εδώ που τα
λέμε, για τον καπιταλιστή που βλέπει τον εφιάλτη της χρεοκοπίας, η
δεύτερη πρόταση είναι πολύ πιο ...πειστική.
Και
οι δύο «γραμμές» δεν μπορούν να αποτρέψουν την ύφεση, όχι γιατί δεν το
θέλουν, αλλά γιατί δεν το μπορούν. Ας αφήσουμε τον Έρνεστ Μαντέλ να μας
εξηγήσει γιατί: «Η αύξηση των οικογενειακών εισοδημάτων δεν δίνει
πραγματικά "νέα ώθηση" στη συγκυρία (σ.σ., της κρίσης), παρά μόνο αν
συνοδευτεί από μια αύξηση του ποσοστού κέρδους και από μια προοπτική
γενικευμένης επέκτασης της αγοράς». Η δε μείωση των μισθών που
υποστηρίζουν οι νεοφιλελεύθεροι, δεν οδηγεί άμεσα, ούτε στο έναν, ούτε
στον άλλον παράγοντα.
Και
συνεχίζει ο Μαντέλ: «Η σύμπτωση αυτών των δύο παραγόντων εξαρτάται
από τη συνδρομή πολλών και διαφόρων περιστάσεων. Επομένως, είναι
αδύνατο να δημιουργηθεί την κρίσιμη στιγμή (σ.σ., εννοεί την ιστορική
"στιγμή" της κρίσης) από το άλφα ή βήτα κυβερνητικό μέτρο (ή ιδιωτική
συμφωνία). Απο δω πηγάζει ο ανεξέλεγκτος χαρακτήρας του κύκλου» και
γενικότερα, των κρίσεων. Πολύ περισσότερο, που η τωρινή κρίση δεν είναι
μια κλασική κυκλική κρίση, αλλά μια δομική κρίση, που συνδυάζεται με τη
γενικότερη ιστορική κρίση του σύγχρονου καπιταλισμού.
Με
μια μαρξιστικά επαναθεμελιωμέ-νη «κριτική της πολιτικής οικονομίας» των
σύγχρονων κρίσεων, η Αριστερά και το εργατικό κίνημα μπορούν να
εξοπλιστούν με αιτήματα τακτικής, τα οποία θα συγκρούονται με τους
βασικούς «νόμους», τάσεις και πολιτικές του κεφαλαίου. Και μόνο με την
ταξική πάλη μπορούν να επιβάλουν μέτρα σε όφελος των εργαζομένων, τα
οποία, όμως, θα μπορούν να «δικαιωθούν» τελικά με την επανάσταση προς
τον κομμουνισμό της εποχής μας.
Τα
κεϋνσιανά δόγματα του ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν μεταξύ άλλων και μια από τις
αιτίες για τα γλυκερά όνειρα μιας ταξικής αρμονίας εντός του συστήματος.
Αυτά
τα όνειρα, με τη σειρά τους, οδηγούν στη διαρκή επίκληση του εφιάλτη
των «κοινωνικών εκρήξεων», με τον οποίο ο Αλ. Τσίπρας και η ηγεσία του
ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, πιστεύουν ότι θα πείσουν το κεφάλαιο και την τρόικα, σε μια
Σύνοδο Κορυφής της EE «για το ελληνικό ζήτημα», να διαγράψουν μέρος
του ελληνικού δημοσίου χρέους. Δεν διδάσκονται τίποτε από τον μύθο του
Αισώπου για τον βάτραχο και τον σκορπιό;
(Όπου
ο σκορπιός ζητά από τον βάτραχο να τον μεταφέρει στην απέναντι όχθη
του ποταμού, ο βάτραχος δέχεται διότι ο σκορπιός του υπενθυμίζει ότι εάν
τον τσιμπήσει θα βουλιάξουν και οι δύο, πράγμα που ο σκορπιός τελικά το
κάνει και όταν ο βάτραχος, τη στιγμή που βουλιάζει, τον ρωτά «γιατί;»,
ο σκορπιός του απαντά «γιατί αυτή είναι η φύση μου!»).
Εφημεριδα ΠΡΙΝ 29/7/12
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου