Μαρία Λούκα*
Φωτογραφίες Αλέξανδρος Κατσής. Δείτε εδώ περισσότερες φωτογραφίες του Α. Κατσή από τα λιγνιτοχώρια.
Βγαίνοντας από την πόλη της Κοζάνης, καμιά 30αριά χιλιόμετρα μακριά, υπάρχει μόνο μια δεξιά στροφή που χωρίζει την οικεία γήινη ατμόσφαιρα από το σεληνιακό τοπίο. Εδώ είναι το Νότιο Πεδίο με βαθιές τρύπες στη γη και μια αέναη κίνηση φορτηγών. Ακολουθώντας τους δαιδαλώδεις ταινιόδρομους προβάλλει η ταμπέλα για τη Χαραυγή. Κάποτε ήταν ένα κεφαλοχώρι με ξακουστό παζάρι και ζωηρή πλατεία. Τώρα μοιάζει περισσότερο με νεκροταφείο κτιρίων και αναμνήσεων.
Ούτως ή άλλως σ’ αυτή την εγκαταλελειμμένη γωνιά τίποτα δεν παραπέμπει σε ζωή παρά μόνο τα τσοπανόσκυλα, που γαβγίζουν αλαφιασμένα όταν ένα εξωτερικό σήμα διαταράξει την απόκοσμη μοναξιά τους. Ανάμεσα τους ο Ζαγκντίπ. Είναι μετανάστης από την Ινδία και μένει 15 χρόνια εδώ. Ολομόναχος. Ζει σ’ ένα σπίτι χωρίς ηλεκτρικό και με φέρνει σε πραγματική αμηχανία με το γλυκόπικρο αγγλοσαξονικού τύπου χιούμορ του: «Να είσαι τόσο κοντά στη ΔΕΗ και να μην έχεις ρεύμα»!
(Φωτογραφία: Ο Ζαγκντίπ)
Κι όμως συμβαίνει. Γιατί μπορεί ο λιγνίτης να υπάρχει σε αφθονία στη χώρα μας αλλά είσαι πραγματικά άτυχος αν βρίσκεται πολύ κοντά σου. Η Ελλάδα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα -μετά τη Γερμανία- στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην παραγωγή του λιγνίτη. Το «φθηνό καύσιμο», όπως αποκαλείται, αποτελεί την πιο εύκολη λύση για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών. Το κόστος του για τους περισσότερους πολίτες μετριέται στα ραβασάκια που αφήνει η ΔΕΗ στα θυρωρεία των πολυκατοικιών ανά δίμηνο. Για τους κατοίκους όμως της Δυτικής Μακεδονίας -εκεί που βρίσκεται η «πρίζα» της Ελλάδας- το κόστος είναι πολύ μεγαλύτερο και διαρκές. Σ' αυτές τις περιοχές δεν μετριέται σε ευρώ αλλά σε ποσοστά νοσηρότητας και θνησιμότητας, σε κατεστραμμένα εδάφη και ρημαγμένες κοινότητες.
Όταν αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε τον δρόμο του λιγνίτη, αν και καλά διαβασμένοι, αποδείχθηκε ότι ήμασταν ελάχιστα ψυλλιασμένοι γι' αυτό που θα αντικρίζαμε. Βλέπεις οι επιστημονικές μελέτες, όσο άρτια τεκμηριωμένες κι αν είναι, πολύ λίγο μπορούν να αποτυπώσουν την εικόνα ενός τοπίου βγαλμένου από φουτουριστικό χολιγουντιανό υπερθέαμα που απλώνεται γύρω από την Κοζάνη και την Πτολεμαΐδα, την αποπνικτική μυρωδιά της σκόνης, τον τρομακτικό ήχο από τα φουρνέλα που τραντάζουν κάθε απόγευμα τη γη, την τρεμάμενη χροιά της νοσταλγίας στις διηγήσεις των ανθρώπων που βίωσαν μια πολλαπλή εμπειρία ξεριζωμού. Είναι οι κάτοικοι των χωριών που κατάπιαν τα ορυχεία. Οι παππούδες τους ήταν πρόσφυγες από τον Πόντο, την Ανατολική Θράκη και τη Σμύρνη. Κι αυτοί με τη σειρά τους εκδιώχθηκαν από τον τόπο τους για να διευρυνθεί η εκμετάλλευση των λιγνιτικών κοιτασμάτων. Από το 1958 που λειτούργησε η πρώτη μονάδα της ΔΕΗ στην περιοχή μέχρι σήμερα οι εκτάσεις που βρίσκονταν τα χωριά Καρδιά, Εξοχή, Χαραυγή, Κόμανος, Κλείτος, Πτελειώνας, Μαυροπηγή απαλλοτριώθηκαν από την επιχείρηση, ενώ θα ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια η μετεγκατάσταση των χωριών Ποντοκώμη και Ακρινή.
Η Χαραυγή είναι πιο γνωστή περίπτωση. Το χωριό άδειασε το 1987 μετά από έναν κύκλο συγκρούσεων με τη ΔΕΗ και τα ΜΑΤ. Όλοι οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να φύγουν εκτός από μία θρυλική φυσιογνωμία, τον Αρκάδιο Νικολαίδη, που αρνήθηκε να εγκαταλείψει το σπίτι του. Έτσι τον γνώρισε ο Ζαγκντίπ και διασταυρώθηκαν οι πορείες τους. Πριν μερικά χρόνια πέθανε η γυναίκα του Αρκάδιου. Τα παιδιά του τον πίεσαν να πάει να μείνει μαζί τους στη Νέα Χαραυγή και άφησε τον Ζαγκντίπ στο πόστο του. Είναι σαν να λέμε θεματοφύλακας της μνήμης και ξεναγός χαλασμάτων για τους ανήσυχους ταξιδιώτες. Κάνει διάφορα μεροκάματα στην περιοχή αλλά φοβάται για τη Χρυσή Αυγή. Μου διηγείται πρόθυμα πολλές ιστορίες. Φαντάζομαι ότι γι’ αυτόν η εύρεση συνομιλητή είναι μια ευκαιρία που δεν πρέπει να πηγαίνει χαμένη. Θυμάται μια φορά που γυρνώντας σπίτι βρήκε έναν Αλβανό, είχε περάσει στην Ελλάδα περπατώντας, τα πόδια του ήταν χάλια κι ο Ζαγκντίπ τον περιέθαλψε. Το πιο παράδοξο με τη Χαραυγή είναι ότι σε αντίθεση με τα υπόλοιπα χωριά που τα ορυχεία εξαφάνισαν κάθε ίχνος τους, εδώ τα κτίρια σε πείσμα του καιρού στέκουν ακόμα όρθια με τις επιγραφές τους, τα αφημένα έπιπλα, τα συνθήματα για τον ΠΑΟΚ… λες και περιμένουν να κατοικηθούν ξανά. Και κάπως έτσι η πραγματικότητα και η μυθοπλασία ενοποιήθηκαν στη Χαραυγή και ζωντάνεψαν τη λαϊκή φαντασία που ψάχνει καμιά φορά να αγκιστρωθεί ακόμα κι από έναν ιδεαλισμό για να φυλάξει τα απωθημένα της.
Στη θέση των χωριών Καρδιά και Εξοχή δεν υπάρχει τίποτα, ενώ από το Κλείτος ξέμεινε μετέωρη μια πινακίδα δίπλα σ’ έναν πανύψηλο σωρό από λάστιχα. Είχε μείνει μια γυναίκα ως μόνη κάτοικος που πρόλαβε να την απαθανατίσει ο τηλεοπτικός φακός σ’ ένα παλιότερο ρεπορτάζ του Mega. Έφυγε κι αυτή, όταν το σκαμμένο έδαφος έφτασε στην αυλή της. Στον Πτελαιώνα πέτυχα ένα ζευγάρι, τον Βαγγέλη και τη Γλυκερία, την ώρα που έβγαιναν από το παλιό τους σπίτι. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο όταν αναγκάστηκαν κι αυτοί μαζί με τους υπόλοιπους 250 κατοίκους του οικισμού να φύγουν, δεν πήραν σχεδόν τίποτα μαζί τους. Άφησαν το σπίτι τους άθικτο και έρχονται συχνά για να δουν πώς είναι και το μόνο που παρατηρούν είναι μια παραπάνω ρωγμή στον τοίχο. «Εδώ κορίτσι μου παλιά βγάζαμε πεπόνια και μύριζε όλο το χωριό» μου λέει η Γλυκερία κι όσο θυμάται τις τριανταφυλλιές στον κήπο της, τόσο πιο θαμπό γίνεται το βλέμμα της.
(Φωτογραφία: Ο Βαγγέλης και η Γλυκερία εκεί που κάποτε ήταν ο κήπος τους.)
Η διαδικασία που ακολουθήθηκε σε όλες αυτές στις περιπτώσεις ήταν περίπου η ίδια. Η ΔΕΗ όταν εντόπιζε κοιτάσματα λιγνίτη ή χρειαζόταν χώρο για τις υποδομές της προχωρούσε σε αναγκαστικές απαλλοτριώσεις, όριζε δικαστικά ένα τίμημα και στις περιπτώσεις που τα χωριά ήταν μεγάλα, από κοινού με το δήμο φρόντιζε για τη μετεγκατάστασή τους σε πολύ μικρότερους βέβαια χώρους, όπου οι παλιοί κάτοικοι δεν είχαν πια μονοκατοικίες με μπαξέδες αλλά στοιβάζονταν σε μικρά ομοιόμορφα διαμερίσματα. Στις μετεγκαταστάσεις ποτέ στην πραγματικότητα δεν μεταφέρεται αυτούσια η κοινότητα. Το άυλο κομμάτι της κοινωνικής συνοχής και της ιστορικής μνήμης διασώζεται μόνο ως κατακερματισμένο.
Στην περίπτωση της Μαυροπηγής οι κάτοικοι έφυγαν βεβιασμένα. Δεν υπήρξε πρόβλεψη μετεγκατάστασης. Αντίθετα, υπήρξε ένα νομικό παράδοξο. Όλα ξεκίνησαν το 2001 όταν με τη συνδρομή των ΜΑΤ άνοιξε ένα ορυχείο δίπλα στο χωριό των 1150 κατοίκων. Οι κάτοικοι από τότε αντιδρούσαν εκτιμώντας ότι δεν μπορεί να υπάρχει εξορυκτική δραστηριότητα τόσο κοντά σε κατοικημένη περιοχή και σύντομα οι φόβοι τους επιβεβαιώθηκαν, όπως μου εξιστορεί ο πρόεδρος του συλλόγου πληγέντων Μαυροπηγής, Τάσος Εμμανουήλ: «Τον Ιούλιο του 2010 εντοπίσαμε μια σχισμή στον διάδρομο που οδηγούσε στην εκκλησία. Η ΔΕΗ ισχυριζόταν αρχικά ότι δεν ήταν δική της ευθύνη. Καλέσαμε επιστήμονες από το Αριστοτέλειο πανεπιστήμιο που κατέδειξαν σαφή υπαιτιότητα της ΔΕΗ. Στο μεταξύ το ρήγμα μεγάλωνε και υπό το βάρος αυτής της εξέλιξης το 2011 κηρύχτηκε η απαλλοτρίωση του οικισμού». Ακολουθήθηκε λοιπόν η τυπική διαδικασία και το δικαστήριο όριζε αποζημιώσεις στους δικαιούχους. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι άνθρωποι με τη γη να ανοίγει καθημερινά κάτω από τα πόδια τους και να φουρνέλα να σκάνε κάθε απόγευμα, πήραν τα χρήματα και προσπάθησαν να αποκαταστήσουν τη ζωή τους σε κάποια άλλη περιοχή. Έλα όμως που η ΔΕΗ άσκησε έφεση και το δικαστήριο σε δεύτερο βαθμό μείωσε τα ποσά των αποζημιώσεων (που είχαν δοθεί ήδη) κατά 40%. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι κάτοικοι καλούνται να επιστρέψουν τη διαφορά, πράγμα ανέφικτο αφού οι περισσότεροι τα έχουν ξοδέψει ήδη για να βρουν καινούργια στέγη. Σε επικοινωνία μου με τη ΔΕΗ, οι εκπρόσωποί της με ενημερώνουν ότι η επιχείρηση δεν πρόκειται να παραιτηθεί από την αξίωση επιστροφής του ποσού που ορίστηκε ως διαφορά μεταξύ πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας απόφασης. Πλέον στο χωριό έχουν μείνει 80 κάτοικοι ανάμενα σε ξεγυμνωμένα σπίτια, πασπαλισμένα σε τέφρα. Ό,τι υπάρχει σε σίδερο ή μέταλλο περνάνε τα βράδια και το μαζεύουν ρακοσυλλέκτες ή Ρομά, ενώ και κάποιοι οπαδοί της Χρυσής Αυγής φαίνεται ότι εκμεταλλεύτηκαν την ερημιά του τόπου και γέμισαν τους άδειους τοίχους με ρατσιστικά συνθήματα. Ο Τάσος Εμμανουήλ μου δείχνει το σημείο που παλιά υπήρχε δάσος και σήμερα γιγαντιαία μηχανήματα σκάβουν ασταμάτητα το έδαφος. «Δεν είχαμε να ζηλέψουμε τίποτα. Τώρα ξεκληριστήκαμε και κινδυνεύουμε να βρεθούμε υπόδικοι» μου λέει στον αποχαιρετισμό.
(Φωτογραφία: Σπίτι στη Μαυροπηγή. Ο ιδιοκτήτης του καλείται να επιστρέψει ποσοστό της αποζημίωσης που έλαβε...)
Επόμενη στάση: Ακρινή. Το χωριό έχει ενταχθεί επίσης στον κατάλογο των μετεγκαταστάσεων με δικό τους αίτημα. Η ΔΕΗ έχει απαλλοτριώσει επί της ουσίας τον αρδευόμενο καλλιεργήσιμο κάμπο του χωριού και οι κάτοικοι διατείνονται ότι ο οικισμός τους χωρίς τον κάμπο και τόσο κοντά στις εξορύξεις δεν είναι βιώσιμος. Στο χωριό μένουν 1.200 κάτοικοι και κάθε σπίτι διαθέτει κι από μια τουλάχιστον μάσκα οξυγόνου. «Υπάρχει μεγάλη θνησιμότητα από καρκίνο του πνεύμονα στο χωριό. Το πήραμε χαμπάρι όταν πήγαμε στο Ληξιαρχείο και διαπιστώσαμε ότι ο καρκίνος ως αιτία θανάτου εμφανίζεται σε μεγαλύτερα ποσοστά συγκριτικά με την υπόλοιπη χώρα» με ενημερώνει ο πρόεδρος του συλλόγου Ανέργων και Περιβάλλοντος Ακρινής, Κώστας Πουτακίδης. Από το 2010 υπάρχει σταθμός μέτρησης και μόνο το 2012 για παράδειγμα κατέγραψε 140 υπερβάσεις του ορίου εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα. Ενώ το 2013 ανακαλύφθηκε χρώμιο στο νερό πάνω από το επιτρεπόμενο όριο και κινήθηκαν η Περιφέρεια ο Δήμος για να υδροδοτηθεί από αλλού η περιοχή. «Εγώ εδώ γεννήθηκα, εδώ μεγάλωσα, είχα φίλους στο Κλείτος και τη Χαραυγή και τώρα πιάνεται η καρδιά μου όταν περνάω από κει. Θα γίνουμε κατ’ ανάγκη οικολογικοί πρόσφυγες» συμπληρώνει με αποστομωτική επίγνωση ο Κώστας Πουτακίδης.
Ακούγεται κάπως αλλόκοτος αυτός ο προσδιορισμός για τη χώρα μας. Συνήθως όταν ακούμε για «οικολογικούς πρόσφυγες» το μυαλό μας πάει σε κάτι εξωτικά νησιά του Ειρηνικού κι όχι στα τόσο κοντινά μας μέρη, σ’ αυτά που μεγαλώσαμε, επισκεφτήκαμε ή σταματήσαμε τυχαία να ξαποστάσουμε για να συνεχίσουμε ένα ταξίδι. Είναι όμως στη διπλανή κουκίδα στο χάρτη. Η ΔΕΗ βέβαια αμφισβητεί με επίσημη απάντησή της ότι η δραστηριότητά της στην περιοχή είναι ρυπογόνα και επιβαρυντική: «Σήμερα όλα τα ορυχεία λειτουργούν στο πλαίσιο εγκεκριμένων Αποφάσεων Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων. Εφαρμόζουν όλα τα προβλεπόμενα από την περιβαλλοντική εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία. Παρακολουθούν συστηματικά όλες τις περιβαλλοντικές παραμέτρους και λαμβάνουν όλα τα προβλεπόμενα μέτρα για την πρόληψη, αποφυγή, ελαχιστοποίηση και αποκατάσταση ενδεχόμενων περιβαλλοντικών επιπτώσεων».
(Φωτογραφία: Η έλλειψη φροντίδας έχει αγριέψει τα σκυλιά)
Ωστόσο, υπάρχουν νούμερα, συμπτώματα, χρώματα και εικόνες που δύσκολα μπορούν να εξηγηθούν. Δυστυχώς η Πολιτεία δεν έχει μεριμνήσει για την εκπόνηση μιας συνολικής επιδημιολογικής μελέτης που θα έδινε μια σαφή εικόνα για τη συσχέτιση των εργασιών της ΔΕΗ με ειδικές συνθήκες νοσηρότητας και θνησιμότητας. Υπάρχουν επιμέρους μελέτες, όπως αυτή που έγινε στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας σ’ ένα δείγμα 3.559 παιδιών, ηλικίας 9-12 ετών, στην περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας. Τα αποτελέσματα ήταν χαρακτηριστικά: Στην Πτολεμαΐδα και την Κοζάνη τα ποσοστά της ρινίτιδας κυμαίνονταν σε 40,3% και 35,2% αντιστοίχως, τα ποσοστά λοιμώδους βρογχίτιδας ανέρχονταν σε 12,1% για την Πτολεμαΐδα και 8,1% για την Κοζάνη. Αντιθέτως, στα Γρεβενά που είναι απομακρυσμένα από το ενεργειακό κέντρο και δεν επηρεάζονται από τη βιομηχανική ρύπανση, τα ποσοστά για ρινίτιδα και λοιμώδη βρογχίτιδα ήταν 21,2% και 6,7%.
Τα παιδιά στα λιγνιτοχώρια δεν πολυκαταλαβαίνουν από ποσοστά, ούτε γουστάρουν ιδιαίτερα τη χημεία, έχουν μάθει όμως ότι όταν φυσάει αέρας πρέπει να φοράνε τη μάσκα οξυγόνου, έχουν συνηθίσει να ακούνε τα γέλια των πατεράδων τους να σπάνε σε βρόγχους και αποκοιμιούνται με παραμύθια για χωριά φαντάσματα που στοιχειώνουν τον δρόμο του λιγνίτη και τις μνήμες των ανθρώπων.
*Η Μαρία Λούκα είναι δημοσιογράφος
Κουφάρια ζωής και μνήμης στον δρόμο του λιγνίτη | Protagon
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου