Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2018

Μαθήματα Συμμόρφωσης και Ανυπακοής, {του Σταύρου Κωστόπουλου (*)}

Είναι κοινά παραδεκτό ότι οι μελέτες της πειραματικής ψυχολογίας  ασκούν μια γοητεία, δημιουργούν εντυπώσεις και προκαλούν συζητήσεις με  μεγάλο ενδιαφέρον.

Τα αποτελέσματα κυρίως  των ψυχολογικών  πειραμάτων  αποτέλεσαν και αποτελούν  υλικό για χιλιάδες άρθρα  σε επιστημονικά και όχι μόνο περιοδικά, έγιναν αφορμή για δεκάδες ταινίες και βίντεο. Διαμορφώθηκαν αντικρουόμενες  αναλύσεις, από επιστημονικά πάνελ  μέχρι και πρωινές εκπομπές ποικίλης ύλης στην τηλεόραση.

Θέλουμε δε θέλουμε επηρέασαν και επηρεάζουν τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς στην καθημερινότητα μας.

Είναι όμως έτσι όπως φαίνονται τα πράγματα;

Υπάρχουν πειράματα και έρευνες που σχετίζονται με τις περιορισμένες δυνατότητες που έχουν οι αισθήσεις μας για τη καταγραφή της πραγματικότητας.


Υπάρχουν πειράματα  και ευρήματα που έχουν σχέση με τη χρονική διαφορά μεταξύ του ερεθίσματος  που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις και της σχηματοποίησης  της αντίληψης αυτού  από τον εγκέφαλό μας.

Υπάρχουν  ακόμα πειράματα που βασίζονται στα περιορισμένα όρια των  δυνατοτήτων της ανθρώπινης νόησης, της μνήμης, της αντίληψης και της συνείδησης της πραγματικότητας. Αυτά οδήγησαν στον  εντοπισμό και τις συνέπειες της ύπαρξης αυτών των ορίων σε σχέση με τον ίδιο τον άνθρωπο και το περιβάλλον του.

Τα πειράματα αυτά είναι πολύ εντυπωσιακά και ερμηνεύουν πολλές από τις ψευδαισθήσεις μας ή τα “παραφυσικά” φαινόμενα που συχνά μας εντυπωσιάζουν και μας προβληματίζουν.

Αρκετά από αυτά μας αποκαλύπτουν το υπόβαθρο στο οποίο στηρίζονται πάρα πολλά από τα μαγικά κόλπα των ταχυδακτυλουργών με αποτέλεσμα αυτά να απομυθοποιούνται και να χάνουν τη γοητεία τους!

Αν και τα ψυχολογικά ευρήματα έχουν σημαντική επίδραση στον άνθρωπο και την κοινωνία, ποτέ άλλοτε η ψυχολογία δεν είχε επικεντρωθεί όσο  σήμερα προς την κατεύθυνση του ονομαζόμενου συμπεριφορισμού.

Από την εργαλειοθήκη της ψυχολογίας.

Από  την εποχή του Παυλώφ (Pavlof) δεν έχουν σταματήσει οι έρευνες που σχετίζονται με τον τρόπο επηρεασμού της προσωπικότητας, τα δε πειράματα που σχετίζονται με τη διαμόρφωση της  συμπεριφοράς  είχαν μεγάλη διάδοση. Τα αποτελέσματά τους επηρέασαν σημαντικά την Ιατρική, την εκπαίδευση, την κοινωνιολογία, το εμπόριο,  την πολιτική,  την οικονομία κλπ.

Αναφέρουμε παρακάτω δυο αρκετά γνωστά παραδείγματα που βασίζονται το ένα στην ανταμοιβή  και το άλλο στην τιμωρία.

Παράδειγμα 1:
Αν και ήταν  ο Pavlof  που είχε ανακαλύψει ότι οι σιελογόνοι αδένες μπορούσαν να ρυθμιστούν ώστε να ενεργοποιούνται με τον ήχο ενός κουδουνιού, δηλαδή  ότι μπορούμε να επιλέξουμε ένα προϋπάρχον αντανακλαστικό, όπως η σιελόρροια, και να τη ρυθμίσουμε ώστε να λειτουργεί ως αντίδραση σε ένα νέο ερέθισμα, ήταν  ο Σκίνερ (Skinner), ο μεγάλος ψυχολόγος, που σκέφτηκε  ότι  μπορεί να ανταμείψει μία εντελώς τυχαία κίνηση, όπως είναι το στρίψιμο του κεφαλιού προς τα δεξιά, ώστε αρκετά σύντομα το άτομο να συνεχίζει να κοιτάζει προς τα δεξιά, εφόσον πια αυτή η κίνηση έχει αποτυπωθεί ως συντελεστική μάθηση!

Με απλά λόγια, αν η έκκριση σιέλου ήταν και θα είναι πάντα ένα απλό αντανακλαστικό που εμφανίζεται, όταν χτυπά ένα κουδούνι, θα μπορούσαμε άραγε να διαμορφώσουμε μία ολόκληρη συμπεριφορά του ατόμου χρησιμοποιώντας τρόπους, όπως  είναι  η επιβράβευση σε τροφή σε νερό σε εξαρτησιογόνες ουσίες κλπ;

Τα αρχικά πειράματα είχα σχέση με επιβράβευση σταθερού χρονικού διαστήματος και εκεί τα πειραματόζωα πατώντας ένα μοχλό αμείβονταν με τη τροφή. Έμαθε στα ποντίκια να πατούν όχι μία, αλλά πέντε φορές το μοχλό για να παίρνουν τροφή γιατί στις μια, δύο ή τρεις ή τέσσερις η τροφή δεν έπεφτε.

Τα πειράματα αυτά οδήγησαν σε μετρήσεις του χρονικού διαστήματος που απαιτείται για την εκμάθηση μίας συμπεριφοράς, όταν αυτή επιβραβεύεται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Έδειξαν επίσης ότι, όταν σταματήσει η επιβράβευση, μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα σταματάει και η ανάλογη  συμπεριφορά.

Τα πιο εντυπωσιακά όμως πειράματα είχαν σχέση με το τι συνέβαινε στα ποντίκια, όταν τα επιβράβευε με τέτοιο τρόπο ώστε τις περισσότερες φορές αυτά  να έφευγαν με άδεια χέρια και μόνο πχ  την 30η φορά έπαιρναν μία λιχουδιά.

Θα περίμενε κανείς ότι οι τυχαίες επιβραβεύσεις που απέχουν πολύ μεταξύ τους θα οδηγούσαν σε απόγνωση και σε απόσβεση της συμπεριφοράς. Και όμως δεν έγινε έτσι. Το απόφθεγμα, που από λάθος έβαλε ο Κ. Μητσοτάκης, μιλώντας στη Βουλή, στο στόμα του Αϊνστάιν, ότι: «είναι παράνοια να κάνεις το ίδιο πράγμα περιμένοντας διαφορετικά αποτελέσματα», δεν επαληθεύτηκε!

Τα ζώα συνέχιζαν να πιέζουν το μοχλό σαν πρεζόνια που θέλουν τη δόση τους, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Το συμπέρασμα ήταν ότι η συμπεριφορά  που αποκτάται  από τη μη τακτική επιβράβευση εξουδετερώνεται πολύ πιο δύσκολα.

Η ανακάλυψη αυτή ήταν σημαντική για τους ανθρώπους αφού «ερμηνεύει» γιατί συμπεριφερόμαστε ανόητα όταν δεν επιβραβευόμαστε σταθερά και  με συνέπεια.

Γιατί η  καλύτερή μας φίλη  περιμένει  ώρες και μέρες πάνω από  το τηλέφωνο, με   «τα σάλια να τρέχουν», να της τηλεφωνήσει το αγόρι της με το οποίο έχει χωρίσει;

Γιατί, ενώ ξέρουμε ότι μας λένε ψέματα, τους ακλουθούμε με τη λογική του «που ξέρεις καμιά φορά»!
 
Γιατί τέλος, απόλυτα κανονικοί άνθρωποι ακουμπούν τις περιουσίες τους στα καζίνο στα τυχερά παιχνίδια κλπ;

Παράδειγμα 2:
Βάζουμε πέντε πιθήκους σε ένα μεγάλο κλουβί, και τους αφήνουμε νηστικούς.  Μετά από κάποιες μέρες κρεμάμε μια μπανάνα στην οροφή,  και τοποθετούμε μια σκάλα από κάτω. Οι πίθηκοι ορμούν όλοι μαζί προς τη μπανάνα, και τελικά ο πιο γρήγορος και δυνατός καταφέρνει να ανέβει τη σκάλα και να πιάσει τη μπανάνα. Τη στιγμή ακριβώς που ετοιμάζεται για την πρώτη δαγκωνιά καταβρέχουμε με παγωμένο νερό και τον ίδιο και τους υπόλοιπους τέσσερις. Οι ταλαίπωροι πίθηκοι οπισθοχωρούν στάζοντας σε μια γωνιά του κλουβιού.

Την επόμενη μέρα επαναλαμβάνουμε την ίδια διαδικασία. Πάλι ο πιο γρήγορος και δυνατός καταφέρνει να αρπάξει τη μπανάνα, πάλι τον καταβρέχουμε και αυτόν και τους υπόλοιπους τη στιγμή που ετοιμάζεται να τη φάει, πάλι οι πίθηκοι οπισθοχωρούν.

Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβάνεται τις επόμενες δυο-τρεις μέρες, με την ίδια πάντα εξέλιξη. Ώσπου, σε κάποια από τις επόμενες φορές, κάτι αλλάζει. Μόλις ο πιο γρήγορος και δυνατός πίθηκος ορμάει για να αρπάξει τη μπανάνα, οι υπόλοιποι τέσσερις, που δεν είναι πλέον διατεθειμένοι να καταβρέχονται εξαιτίας του, τον βουτάνε και τον κάνουν μαύρο στο ξύλο.

 Γλυτώνουν έτσι το κατάβρεγμα και σε περίπτωση που κάποιος άλλος πίθηκος επιχειρήσει να πιάσει τη μπανάνα, η αντίδραση των υπολοίπων είναι η ίδια. Τον ξυλοφορτώνουν χωρίς δεύτερη σκέψη. Το μάθημα έχει πλέον γίνει κατανοητό. Μπανάνα ίσον κατάβρεγμα όλων με παγωμένο νερό. Οπότε, δεν την ακουμπάμε.

Οι μέρες περνούν, και στο κλουβί οι πίθηκοι δεν κάνουν πια την παραμικρή κίνηση στη θέα της μπανάνας, την οποία κρεμάμε κάθε πρωί και μαζεύουμε άθικτη κάθε βράδυ. Κατά βάθος, όλοι τη λιγουρεύονται, αλλά γνωρίζουν και τις συνέπειες. Κάπου εκεί, λοιπόν, αντικαθιστούμε έναν από τους πιθήκους του κλουβιού με έναν καινούριο, ανίδεο περί του τι συμβαίνει.

Το άλλο πρωί, όπως θα περίμενε κανείς, μόλις ο καινούριος βλέπει τη μπανάνα, ορμάει προς τη σκάλα, για να τη φτάσει. Όμως, οι υπόλοιποι τον βουτάνε και τον κοπανάνε παραδειγματικά. Πολύ γρήγορα, μετά από δυο-τρεις ακόμα ατυχείς απόπειρες ο νέος μαθαίνει με τη σειρά του το μάθημα: δεν ακουμπάμε τη μπανάνα.

Μόλις η κατάσταση σταθεροποιηθεί και η ηρεμία επιστρέψει στο κλουβί, αντικαθιστούμε έναν ακόμα από τους αρχικούς πιθήκους με έναν νεοφερμένο. Η γνωστή ιστορία επαναλαμβάνεται, με το νέο να επιχειρεί να φτάσει τη μπανάνα και τους άλλους να τον χτυπούν, μαζί  και ο προηγούμενος νεοφερμένος, που έχει πλέον εμπεδώσει ότι αυτή είναι η ενδεδειγμένη αντίδραση στην προσπάθεια οποιουδήποτε να φάει τη μπανάνα.

Με την ίδιο τρόπο, σταδιακά, τις επόμενες μέρες αντικαθιστούμε έναν-έναν τους αρχικούς πιθήκους του κλουβιού, ώσπου κανένας από εκείνους της πρώτης ομάδας δεν απομένει, και τη θέση τους παίρνουν νέοι, που δεν έχουν βιώσει ποτέ την εμπειρία του καταβρέγματος με κρύο νερό.

Τι έχουμε, λοιπόν; Έχουμε πέντε πιθήκους που πολύ θα ήθελαν να φάνε την μπανάνα, αλλά δε διανοούνται ούτε να την αγγίξουν ούτε να το σκεφτούν καν. Δε γνωρίζουν γιατί δεν πρέπει να τη φάνε (αγνοούν τα περί καταβρέγματος, η απειλή του οποίου έχει πια πάψει να υφίσταται από μέρους μας), είναι όμως πεπεισμένοι ότι κάτι τέτοιο είναι απαγορευμένο. Αν κάποιος το επιχειρούσε, θα τις έτρωγε από τους υπόλοιπους, δίχως ούτε ο ίδιος ούτε οι άλλοι να γνωρίζουν το γιατί. Στη συλλογική τους μνήμη έχει πλέον εγγραφεί ένας κοινωνικός νόμος που υπαγορεύει τη συγκεκριμένη στάση.

Τα πειράματα επηρεασμού της συμπεριφοράς δε σταμάτησαν εκεί. Οι επιστήμονες  κατάφεραν  με την ανταμοιβή ή την τιμωρία, να μάθουν   ένα κουνέλι να ρίχνει ένα κέρμα μέσα σε ένα κουμπαρά ή μία γάτα να παίζει πιάνο κλπ.

Η κοινωνική μηχανική απέναντι στην ελεύθερη βούληση.

Τα παραπάνω παραδείγματα είναι μερικά από τα πολλά, των οποίων η επιτυχία οδήγησε και οδηγεί στη διαμόρφωση μεθόδων επηρεασμού της συμπεριφοράς και στους ανθρώπους, προς επίτευξη ενός συγκεκριμένου σκοπού.

Ο συμπεριφορισμός (Behaviorism), που εξελίχθηκε σε κύριο ρεύμα της αμερικανικής ψυχολογίας τον 20ο αιώνα,  θεμελιώθηκε πάνω στο αξίωμα ότι  το ενδιαφέρον της ψυχολογίας δεν πρέπει να είναι η συνείδηση αλλά η συμπεριφορά.

Θεώρησε ότι η «μάθηση» των ζώων πραγματοποιείται στη βάση της αρχής «δοκιμή-αποτυχία» (trial and error), δηλαδή μέσα από τυχαίες επιτυχίες και επέκτεινε το συμπέρασμά του στη μαθησιακή διαδικασία του ανθρώπου, αγνοώντας την ποιοτική διαφορά ανθρώπου-ζώων.

Το αποτέλεσμα της ενέργειας «αξιολογείται» από τον οργανισμό και αντίστοιχα οι συνδέσεις ανάμεσα στα ερεθίσματα και τις αντιδράσεις ενισχύονται ή απαλείφονται.

Η εισαγωγή του παράγοντα «πιθανότητα» πλεονεκτούσε απέναντι στο παραδοσιακό μηχανιστικό μοντέλο του αντανακλαστικού, που δεν μπορούσε να εξηγήσει την ικανότητα του οργανισμού να μαθαίνει.

Η συμπεριφορά, θεωρούνταν ότι συνίσταται σε εκκρίσεις και μυϊκές αντιδράσεις, που προσδιορίζονται αποκλειστικά από εξωτερικά ερεθίσματα.

Οι συμπεριφοριστές αποδέχθηκαν επιφανειακά τη θεωρία του Pavlov για τα εξαρτημένα αντανακλαστικά και τη μεταφέρανε αυθαίρετα στις ανώτερες ψυχολογικές διαδικασίες. Προσπάθησαν να ερμηνεύσουν όλες τις ενέργειες της συνειδητής δραστηριότητας, μαζί και τις θεληματικές, ως εξαρτημένα αντανακλαστικά.

Θεωρούσαν τη συμπεριφορά ως ένστικτα ή συνήθειες, νόμιζαν ότι η θεληματική ενέργεια δε διαφέρει ουσιαστικά από τις στοιχειώδεις μορφές συμπεριφοράς και ότι με την επανάληψη εξωτερικών ερεθισμάτων μπορεί να δημιουργηθεί μια συγκεκριμένη συμπεριφορά, σαν σύνολο κινητικών αντανακλαστικών αντιδράσεων.

Η άποψη του Συμπεριφορισμού για τον άνθρωπο ήταν ελκυστική σε εκείνους που ενδιαφέρονταν μόνο για την εκτελεστική πλευρά της συμπεριφοράς (ο  εργαζόμενος ως μηχανή).  Με την αυτοματοποίηση της καπιταλιστικής παραγωγής η εργασία έγινε για τον εργάτη μια μονότονη διαδικασία, που το νόημά της και ο σκοπός της δεν τον αφορούσαν.

Αυτή η διαδικασία, που πραγματοποιούνταν εντατικά στην αναδυόμενη καπιταλιστική  κοινωνία, χρειαζόταν ιδεολογική και θεωρητική  δικαίωση, πράγμα που προσπάθησε να κάνει η «επανάσταση» του Συμπεριφορισμού στο ψυχολογικό επίπεδο: η ψυχή αποχωρίστηκε από το σώμα και η εργασία μετατράπηκε σε αλυσίδα αντιδράσεων του «εργάτη-αυτόματου».

Η γενιά μας έχει μεγαλώσει και εκπαιδεύτηκε σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες   της εποχής   με αυτή τη μορφή της Ψυχολογίας ,που συνδέεται με την αντίστοιχη Τυπική  Λογική ,την αντίστοιχη  μηχανιστική αντίληψη στη Βιολογία, τον θετικισμό και τη λατρεία της αιτιοκρατίας στη Φυσική –Χημεία. Η ψυχολογία της συμπεριφοράς  επηρέασε  άμεσα και την αστική γνωσιολογία, την ανθρωπολογία, την κοινωνιολογία τη  σημειωτική,  συνεισέφερε στην ανάπτυξη εμπειρικών και μαθηματικών μεθόδων μελέτης της συμπεριφοράς και έγινε η πηγή για την κυβερνητική.

Όλα αυτά βεβαία  υπηρετούσαν το στόχο να απαλλαγούμε από  τον ανορθολογισμό και ιδεαλισμό του παλιού τρόπου παραγωγής και να εμπεδώσουμε τον καινούργιο, τον Καπιταλιστικό.

Όμως παρά τις προφανείς επιτυχίες του και εξαιτίας των μεθοδολογικών μειονεκτημάτων του, καθώς και της αδυναμίας του να δει και αυτός τον άνθρωπο και το περιβάλλον του σε ενιαία  και διαλεκτική σχέση ο συμπεριφορισμός εξάντλησε τα όρια του και  κατέληξε στη δημιουργία του Νεο-συμπεριφορισμού,  που τον ακολούθησε η  Μορφολογική Ψυχολογία κλπ.

Η ουσία της κρίσης του, όπως και όλων των άλλων ρευμάτων, ήταν η αδυναμία παραπέρα ανάπτυξης της ψυχολογικής σκέψης,  μιας  και στηριζόταν  στη βάση των ιδεαλιστικών και των απλοϊκών υλιστικών  αντιλήψεων που επικρατούσαν.

Πότε θα εξαφανιστεί η «κατάθλιψη»

Η έξοδος από την κρίση πραγματοποιήθηκε τελικά με την ανάπτυξη της Διαλεκτικής Ψυχολογίας, που θεωρεί τον άνθρωπο ως αναπόσπαστο, οργανικό μέλος της κοινωνίας και όχι σαν  κάτι έξω από αυτή, που δέχεται την επίδρασή της, περίπου όπως την επίδραση των κλιματολογικών συνθηκών.

Που  κατανοεί την κοινωνία ως σύνολο ανθρώπινων σχέσεων, που αναπτύσσονται στη βάση του συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής και όχι  μηχανιστικά ως ένα αφηρημένο σύνολο ατόμων.

Που αντιτίθεται στις  μεταφυσικές ανθρωπολογικές πολιτισμικές αντιλήψεις για την προσωπικότητα και στις  θεωρίες του καθορισμού της από το «συνδυασμό» δυο ανεξάρτητων παραγόντων αντί της ενότητάς τους.

Που δεν αποδέχεται ότι  ο άνθρωπος πρέπει να προσαρμοστεί στην κοινωνία, όπως τα ζώα προσαρμόζονται στο φυσικό περιβάλλον, και κάνει κριτική και  στη Ψυχαναλυτική σχολή  που υποστηρίζει μεν ότι  η προσωπικότητα βρίσκεται σε ανταγωνιστική σχέση με την κοινωνία, αλλά δεν προχωρεί στο να παρουσιάσει την βασική ευθύνη  γι αυτή  την αντίθεση,  που είναι η  ταξικά και ανταγωνιστικά οργανωμένη  κοινωνία,  και όχι  η «φύση του ανθρώπου».

Θα ήταν βέβαια  αφέλεια αν πιστεύαμε ότι με την εισαγωγή της διαλεκτικής στο χώρο της ψυχολογία λύθηκαν όλα τα προβλήματα.

Άλλωστε αυτό το διαπιστώσαμε και από τα αποτελέσματα στη διαπαιδαγώγηση του νέου ανθρώπου στις κοινωνίες που προσπάθησαν να κάνουν το «άλμα προς τον ουρανό».

Η ασυνείδητη πειθάρχηση στην εξουσία

Να τονίσουμε επίσης ότι  έννοιες όπως : ανταμοιβή, κίνητρο, παράδειγμα, κοινωνικοποίηση, συλλογικότητα, σεβασμός κλπ  που χρησιμοποιήθηκαν  ευρύτατα και σε αυτές τις κοινωνίες,  τις επικαλούνται  ,αφού τις ντύσουν με το  δικό τους περιεχόμενο , όλες οι παιδαγωγικές πρακτικές , όλες οι θρησκείες  αλλά και  αυταρχικά και φασιστικά καθεστώτα  με στόχο όμως  το φόβο , την ενοχή , την πειθάρχηση , την ανελευθερία και τη χειραγώγηση.

Τέλος ας μην έχουμε αυταπάτες. Η ψυχολογία σε κάθε της απόχρωση, όπως βέβαια και κάθε επιστήμη, είναι μορφή κοινωνικής συνείδησης και θα επιστρατεύεται και θα αξιοποιείται για την επίτευξη των στόχων του κυρίαρχου  σήμερα κοινωνικού συστήματος για τον   έλεγχο και τον επηρεασμό των ανθρώπων, είτε αυτοί αντιμετωπίζονται ως εργαζόμενοι, είτε ως καταναλωτές.

Παρόλα αυτά «η άμαξα της γνώσης» θα προχωρεί γιατί η κατανόηση του κόσμου δεν είναι μόνο η  βασική προϋπόθεση  για την απόκτηση περισσότερης ελευθερίας και ευτυχίας  παραμερίζοντας τους καταναγκασμούς που μας καταδιώκουν και μας πνίγουν από τότε που ο άνθρωπος «μπήκε στον κήπο της Εδέμ», αλλά και προϋπόθεση για την υπέρβαση και την αλλαγή της σημερινής κοινωνικής  βαρβαρότητας.

Έπρεπε η όχι ο Οιδίποδας να υπακούσει στη… μοίρα του; 

 Σχολιασμός 1 :
Όλοι μπορούμε να κάνουμε η μπορεί να έχουμε κάνει συνειδητά ή ασυνείδητα το πείραμα με το μωρό που κλαίει στην κούνια του .Αν κάθε φορά που κλαίει το παίρνουμε αγκαλιά για να σταματήσει  δηλαδή το επιβραβεύουμε τότε  το πιθανότερο είναι να συνεχίσει να μας ταλαιπωρεί τα βράδια .  Αν όμως και σταδιακά στην αρχή το αφήσουμε να κλαίει λίγο και μετά να  το παίρνουμε αγκαλιά και σιγά σιγά το αφήνουμε να κλαίει όλο και περισσότερο μέχρι να το πάρουμε αγκαλιά, τότε δεν θα έχει κίνητρο το κλάμα.

Το πείραμα, αν δεν υπάρχει άλλου είδους  υπόβαθρο στο κλάμα του μωρού , σχεδόν πάντα πετυχαίνει Έτσι οι γονείς ηρεμούν και ξεκουράζονται αφού  όμως πρώτα αντέξουν να ακούν το παιδί τους να ξεφωνίζει μαμά, μαμά, μπαμπά, και να μην πηγαίνουν στο κρεβάτι του, παρόλο που εκείνο τεντώνει λαχταριστά τα χέρια του μέσα στο σκοτάδι.

Αν όμως νομίζετε ότι θα απαλλαγείτε  από τις αγωνίες σας, κάνετε λάθος. Γιατί η απόλυτη ηρεμία τα βράδια, που δε διακόπτεται από τη φωνή  του, ούτε από ένα κλάμα ,ούτε από ένα ουρλιαχτό ,ούτε από ένα γελάκι , ούτε καν από ένα γλυκό παραμιλητό, σας βάζει σε σκέψεις  και προβληματισμούς για το τι είδους είναι η ηρεμία του και πόσο πραγματικά  ήρεμα κοιμάται μέσα στο λευκό μωρουδιακό κρεβατάκι του μετά από τη συμπεριφορά που του επιβάλλαμε.

 Σχολιασμός 2: 
Το 1961 ο καθηγητής ψυχολογίας του πανεπιστημίου  του Γειλ, ο Stanley Milgram μελέτησε την υπακοή στην εξουσία. Επειδή δεν πίστευε στην έννοια της αυταρχικής προσωπικότητας, απέδειξε ότι κάθε ιδιαίτερα πιεστική κατάσταση θα μπορούσε να οδηγήσει οποιονδήποτε λογικό άνθρωπο  να εγκαταλείψει τους ηθικούς ενδοιασμούς του και κατόπιν εντολών να διαπράξει κτηνωδίες.

Στο γνωστό πείραμά του δημιούργησε μία ψεύτικη μηχανή ηλεκτροσόκ,  στρατολόγησε εκατοντάδες εθελοντές και, αφού τους έδωσε  κατάλληλα κίνητρα, τους διέταξε να υποβάλουν,   όπως ψευδώς πίστευαν, σε ηλεκτροσόκ και σε θανατηφόρα επίπεδα έναν ηθοποιό  ο οποίος προσποιούνταν ότι πονούσε με αφορμή κάθε φορά  κάποιο λάθος του σε ερωτήσεις .  Στο  πείραμα το 65% των εθελοντών ακολούθησε τις εντολές μέχρι του σημείου να βλάψει κάποιον άλλον άνθρωπο μέχρι θανάτου.

Τα «συμπεράσματα»   του πειράματος ήταν ότι κάθε φυσιολογικό άτομο μπορεί να γίνει   και δολοφόνος εφόσον βρεθεί σε περιβάλλον που καλείται και του επιβάλλεται να σκοτώσει.

Όμως εδώ υπεισέρχονται οι αμφισβητήσεις .Τι συμβαίνει με το 35% από  εκείνους  που δεν υπέκυψαν. Αλλά και για εκείνους που υπέκυψαν μπορούμε να βγάλουμε μία ενιαία περιγραφή του ψυχισμού τους;

Η έρευνα που έγινε αρκετά χρόνια μετά για την πορεία που είχαν στη  μετέπειτα ζωή τους οι εθελοντές του πειράματος, έδειξε ότι:

1.  Το κίνητρο ορισμένων που δεν υπέκυψαν ώστε να βασανίζουν δεν ήταν κατά ανάγκη αλτρουιστικό. πχ ένας είπε ότι φοβήθηκε μη σταματήσει η δική του καρδιά από το άγχος. Ένας άλλος που και αυτός είχε αρνηθεί να βασανίσει έγινε μετά άνθρωπος των επιχειρήσεων δουλεύοντας για λογαριασμό της ΕΧΟΝ  και αργότερα κατατάχθηκε στο στρατό όπου αποδείχτηκε εξαίρετος στρατιώτης….

2. Το κίνητρο ορισμένων που υπέκυψαν αφορούσε τους ίδιους και όχι την κατάσταση στην οποία οδηγήθηκαν από το πείραμα. Για παράδειγμα, κάποιος δήλωσε ότι εκείνο το διάστημα ήταν συντετριμμένος γιατί ο σύντροφός του τον είχε εγκαταλείψει για μία κοπέλα και το μίσος που αισθανόταν για τον εαυτό του τον οδηγούσε να μην έχει καμία αναστολή.

Το πιο ενδιαφέρον ακόμα είναι ότι ο ίδιος  δήλωσε ότι μετά από τα πειράματα αυτά διαπίστωσε πόσα  ευάλωτος ήταν  απέναντι στην εξουσία και έγινε αυστηρός με τον εαυτό του και αντί για γιατρός που προοριζόταν κατέληξε ακτιβιστής και δάσκαλος σε παιδιά που ζουν στις φτωχογειτονιές της πόλης!

Τελικά το πείραμα όχι μόνο δεν έκανε  σαφές αν  μπορεί να μετρήσει το βαθμό της υποταγής ή  της εμπιστοσύνης. Αλλά τελικά το συμπέρασμα ήταν ότι η υπακοή και η ανυπακοή εδράζονται μάλλον στη βάση της προσωπικότητας και δεν εξαρτώνται μόνο από τις συνθήκες !

Αν το 65% υπάκουσε και το 35% όχι. Αν οι καλοί έγιναν κακοί και οι κακοί έγιναν καλοί, σε όλα θα πρέπει να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί απέναντι στη γοητεία των εύκολων συμπερασμάτων και εντυπωσιασμών.

Το πέταγμα με αεροπλάνο (η πτήση δηλαδή), είναι κοινωνικό προϊόν.
Όμως ούτε ο άνθρωπος μπορεί να μάθει να πετάει ούτε η κοινωνία!
                                                                                         C. Lewontin


(*) Φυσικός – Δ. Ηλεκτρονικού Αυτοματισμού.



 ΠΗΓΗ: Kommon

Δεν υπάρχουν σχόλια: