Οι συνήθεις ενστάσεις στην εγκατάσταση
Βιομηχανικών Αιολικών Πάρκων (ΒΑΠ) εστιάζουν στην οπτική ρύπανση και τις
σοβαρότατες όντως επεμβάσεις στο περιβάλλον. Πολύ ορθά. Όμως έτσι δε
φαίνεται μια άλλη πλευρά του θέματος, το κατά πόσο εφικτό και
προσοδοφόρο είναι τελικά ένα τέτοιο μοντέλο παραγωγής, μεταφοράς και
διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Έτσι προκύπτουν μια σειρά από ζητήματα
που πρέπει να συνυπολογίζουμε όταν αναφερόμαστε σε εγκατάσταση και
λειτουργία ΒΑΠ.
Α. Το ζήτημα της μεταφοράς της ενέργειας
Αναφερόμενοι στην αιολική ενέργεια
συνήθως ασχολούμαστε με την εγκατάσταση και το κόστος της, αφήνοντας απ’
έξω μια σειρά άλλα σοβαρά θέματα που προκύπτουν. Γιατί η γενικευμένη
εγκατάσταση Βιομηχανικών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΒΑΠΕ) σε μια
περιοχή όπως η Πελοπόννησος ή η Κρήτη δημιουργεί νέα δεδομένα στην
διακίνηση μεγάλων, πολύ μεγάλων, ηλεκτρικών φορτίων, τα οποία το υπάρχον
δίκτυο δεν μπορεί να διακινήσει. Πολλοί από εμάς έχουμε άμεση εμπειρία
των θερινών διακοπών ρεύματος ειδικά σε τουριστικές περιοχές, και θα
θυμόμαστε τις αγωνιώδεις συστάσεις της ΔΕΗ για προσοχή στην κατανάλωση
ρεύματος κάτι ζεστά καλοκαιρινά μεσημέρια. Οι διακοπές αυτές προκύπτουν
από την υπερφόρτωση για ζήτηση του υπάρχοντος δικτύου που δύσκολα μπορεί
να μεταφέρει πρόσθετα φορτία.
Είναι προφανές ότι τα νέα φορτία που
προκύπτουν από την λειτουργία αιολικών και φωτοβολταϊκών σταθμών
παραγωγής ρεύματος για την Πελοπόννησο δεν μπορούν να μεταφερθούν από το
υφιστάμενο δίκτυο του οποίου η παρούσα μεταφορική δυνατότητα ανάγεται
σύμφωνα με την έκθεση του Διαχειριστή Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς
Ελληνικής Ενέργειας (ΔΕΣΜΗΕ) σε 1100MW. (υπ’ αριθμ. πρωτ. ΡΑΕ
Ι-149055/09.01.2012 έγγραφο ΔΕΣΜΗΕ με θέμα «Εισήγηση σχετικά με τον
κορεσμό του δικτύου στην Πελοπόννησο»). Ήδη σύμφωνα με την ίδια μελέτη
τα φορτία από ήδη εγκαταστημένες ΑΠΕ φτάνουν τα 1500MW.
Επιπλέον ο διάδοχος του ΔΕΣΜΗΕ, ο ακόμη
υπό δημόσιο έλεγχο ΑΔΜΗΕ, (Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής
Ενέργειας) θέτει και μελλοντικό ζήτημα επάρκειας και ασφάλειας όσο
αφορά τη διακίνηση των φορτίων, όταν υπογραμμίζει σε επιστολή του προς
τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ότι και με ολοκληρωμένη τη ΜΑΣΜ 2010-14
(Μελέτη Συστήματος Ανάπτυξης Μεταφοράς) προβλέπει δυνατότητα μεταφοράς
φορτίου μέχρι 2100KW.
Eπομένως μόλις 600MW περισσεύουν και
διατίθενται επισήμως για να προστεθούν για τις ΑΠΕ (Αιολικά ή Φ/Β για
την Πελοπόννησο) μέχρι το 2014.
Αυτή η δυνατότητα είναι ήδη πολύ
μικρότερη από τις εξαγγελίες της Περιφέρειας Πελοποννήσου για 8000ΜW.
Όπως μάλιστα σημειώνει ο ΑΔΜΗΕ η δυνατότητα αυτή περιορίζεται ακόμη
περισσότερο αν στο δίκτυο εισάγονται και τα φορτία από την Κρήτη, η
οποία προγραμματίζεται να συνδεθεί στο δίκτυο Πελοποννήσου μέσω Μολάων.
Βέβαια μπορεί κάποιος να σκεφτεί ότι η
ανάπτυξη του δικτύου θα γίνει σε ένα πιο εκτεταμένο χρονικό ορίζοντα.
Όμως ήδη οι στόχοι της ΜΑΣΜ 2010-14 είναι ιδιαιτέρως φιλόδοξοι, αν
σκεφτεί κανείς ότι ο ΑΔΜΗΕ δεν πρόλαβε να ιδρυθεί και χρωστάει ήδη σε
ιδιώτες 400 εκατομμύρια ενώ του χρωστάνε και 350. Η ΜΑΣΜ 2010-14
ουσιαστικά επιφορτίζεται να πραγματοποιήσει έργο που υπερδιπλασιάζει το
υπάρχον από τη ΔΕΗ δίκτυο. Είναι εφικτό αυτό; Για να φέρουμε στη
συζήτηση την υπάρχουσα εμπειρία, οι Μανιάτες παρακαλούν είκοσι και βάλε
χρόνια για ένα υποσταθμό μέσης τάσης που θα τους γλίτωνε από τις
απανωτές και συχνά πολυήμερες διακοπές ρεύματος. Μέχρι σήμερα δεν τον
απέκτησαν (και σε καιρούς κατά τεκμήριο πολύ ευτυχέστερους των
επικειμένων).
Εξάλλου και ο ΔΕΣΜΗΕ προειδοποιεί γι’ αυτό, αν δεν το προβλέπει κιόλας:
«Λαμβάνοντας υπόψη τις ρεαλιστικές
δυσχέρειες στην ανάπτυξη των έργων μεταφοράς και ιδίως τις καθυστερήσεις
στις αδειοδοτικές διαδικασίες και τις τοπικές αντιδράσεις, εκτιμάται
ότι πολλά από τα έργα της ΜΑΣΜ 2010-14 και ιδίως αυτά που αφορούν την
υπερυψηλή τάση, θα ξεφύγουν του χρονικού ορίζοντα της πενταετίας και θα
ολοκληρωθούν εντός του χρονικού ορίζοντα της Στρατηγικής ανάπτυξης του
Συστήματος (2020-25).» (Μελέτη Ανάπτυξης Συστήματος Μεταφοράς 2010-14).
Β. Το ζήτημα της ασφαλούς μεταφοράς και διαχείρισης των φορτίων
Όμως η εγγυημένη μεταφορά έστω και αυτών
των φορτίων των 2100MW δεν θα είναι ασφαλής, παρά τα έργα και το
ποικίλο τους κόστος στην οικονομία και την κοινωνία. Ο ΔΕΣΜΗΕ και ο
ΑΔΜΗΕ είναι-ακόμα- θυγατρικές της ΔΕΗ, με προσωπικό της ΔΕΗ. Οι τεχνικοί
λοιπόν της ΔΕΗ που κάτι ξέρουν από δίκτυα και δεν ανήκουν σε αυτούς που
τα πουλάνε αλλά σε αυτούς που θα χρεωθούν τις ζημιές και τις επικρίσεις
σημειώνουν σε επιστολή τους προς της ΡΑΕ την 3-12-2010 με θέμα την
ασφαλή απορρόφηση των ΑΠΕ από το δίκτυο:
[…] «Για τον προσδιορισμό της μέγιστης
ισχύος σταθμών ΑΠΕ που μπορούν ασφαλώς να ενταχθούν σε κάθε περιοχή της
χώρας απαιτούνται τα ακόλουθα:
– Διαδικασία προσδιορισμού των επιμέρους περιοχών
– -Παραγωγές κατά το δυνατόν εύλογες σχετικά με την παραγωγή των Συμβατικών Μονάδων Συστήματος
– Υπολογισμός των ορίων διείσδυσης σε καθεμιά από τις περιοχές αυτές
– Παραδοχές και υποθέσεις σχετικά με τον ταυτοχρονισμό των ΑΠΕ (κυρίως των Α/Π) ανά περιοχή και συνολικά στη χώρα.
Η τυχαία και σχετικά ταχεία διακύμανση
(κυρίως της ταχύτητας του ανέμου) καθώς και οι αβεβαιότητες που τίθενται
σχετικά με την κατανομή των συμβατικών μονάδων λόγω των διαδικασιών της
αγοράς απαιτεί την υιοθέτηση «εύλογων» (σσ: τα εισαγωγικά είναι του
αρχικού κειμένου) υποθέσεων σχετικά με το παραπάνω.
Είναι φανερό ότι το όριο αυτό αφενός
διαφοροποιείται ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στο Σύστημα
παραγωγής και μεταφοράς, το εξεταζόμενο είδος ΑΠΕ (Α/Π ή Φ/Β) ενώ
εξαρτάται σημαντικά από την ταχύτητα του ανέμου και το βαθμό
ταυτοχρονισμού της παραγωγής των Α/Π (δεδομένου ότι αποτελούν την
τεχνολογία ΑΠΕ με τη μεγαλύτερη διείσδυση στο σύστημα παραγωγής και
μεταφοράς), μεγέθη που παρουσιάζουν μεγάλη τυχαιότητα.
Τονίζεται ότι τα εφεξής αναφερόμενα
αφορούν μόνο την ικανότητα του Συστήματος Μεταφοράς να μεταφέρουν με
ασφάλεια την ισχύ των σταθμών ΑΠΕ προς τα κέντρα κατανάλωσης και όχι
άλλους επίσης σημαντικούς τεχνικούς περιορισμούς, όπως τεχνικά ελάχιστα
θερμικών μονάδων, απαιτούμενες εφεδρείες για ρύθμιση φορτίου-συχνότητας,
ρυθμός ανάληψης φορτίου θερμικών μονάδων κ.λπ.»
[…]
Με άλλα λόγια, η ένταξη αιολικής ισχύος στο σύστημα δεν είναι απλά ένα θέμα φορτίου. Πρόκειται. για εξαιρετικά σύνθετη υπόθεση.
Γ. Το ζήτημα του κόστους
Αν κάποιος διαβάζει ανάμεσα στις γραμμές
της έκθεσης του ΔΕΣΜΗΕ με θέμα «Ικανότητα απορρόφησης αιολικής
παραγωγής στην Πελοπόννησο» καταλαβαίνει ότι όσα περισσότερα ΒΑΠΕ
ενσωματώνονται, οι απαιτήσεις για σταθερότητα του συστήματος αυξάνονται
γεωμετρικά.
Γεωμετρικά αυξάνει όμως και το κόστος
της όλης υπόθεσης, που ήδη είναι τεράστιο για μια χώρα που πρέπει να το
σκέφτεται δυο φορές όταν εισάγει τεχνολογία και βιομηχανικό υλικό.
Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα που
ακολουθεί από το σεμινάριο «ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ», Φεβρουάριος
2009, Επιτομή Πολιτικής και Νομοθετικό Πλαίσιο Ανανεώσιμων Πηγών
Ενέργειας (ΑΠΕ)– Δυνατότητες Διείσδυσης των ΑΠΕ στο Ηλεκτρικό Ενεργειακό
Ισοζύγιο (Δημήτριος Τσαλέμης -Διδάκτωρ Ηλεκτρολόγος Μηχανικός –
Προϊστάμενος Τμήματος Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας Υπουργείο Ανάπτυξης).
[…] «Για την επίτευξη λοιπόν των στόχων
που θέτει η νέα Οδηγία θα πρέπει κατ’ ανάγκη να αυξηθούν οι ρυθμοί
ανάπτυξης των δικτύων και να συνδεθούν τα νησιά του Αιγαίου με το
ηπειρωτικό Σύστημα.. Όμως η ανάπτυξη των δικτύων από μόνη της δεν
επαρκεί για την αύξηση της διείσδυσης ανανεώσιμης ηλεκτροπαραγωγής στο
ηλεκτρικό ενεργειακό ισοζύγιο. Για την αυξημένη διείσδυση αποκεντρωμένης
παραγωγής και μάλιστα παραγωγής που δεν χαρακτηρίζεται από σταθερότητα
και συνέπεια αλλά ακολουθεί την τυχαιότητα εμφάνισης του ανανεώσιμου
πόρου (π.χ. άνεμος) απαιτείται η ανάπτυξη «έξυπνων δικτύων» και σταθμών
που θα έχουν τη δυνατότητα να συνεργάζονται πλήρως με αυτά. Με τον όρο
«έξυπνα δίκτυα» από την πλευρά της αποκεντρωμένης παραγωγής εννοούμε
δίκτυα που εντάσσονται σε ένα ενεργειακό σύστημα που έχει τη δυνατότητα
να διαχειρίζεται πληροφορία και να μεταβιβάζει εντολές προς τις
αποκεντρωμένες μονάδες για ρύθμιση της ισχύος τους στα επίπεδα που
απαιτούνται για την ασφαλή λειτουργία του συστήματος. Βέβαια ένα τέτοιο
σύστημα πρέπει να είναι «ευέλικτο» ήτοι να μπορεί εύκολα να ικανοποιεί
τη ζήτηση σε περίπτωση απώλειας παραγωγής από της μονάδες ανανεώσιμης
ηλεκτροπαραγωγής. Προς αυτή την κατεύθυνση συμβάλλουν οι ισχυρές
διασυνδέσεις με τις γειτονικές χώρες, οι μονάδες αποθήκευσης ενέργειας
(σήμερα μέσω αντλησιοταμίευσης και στο μέλλον ίσως με παραγωγή και
αποθήκευση υδρογόνου) και, όσον αφορά τους συμβατικούς σταθμούς, η σωστή
αναλογία ισχύος σταθμών βάσης, σταθμών αιχμής και εφεδρικών σταθμών.
Όσον αφορά τους ίδιους τους σταθμούς ΑΠΕ
και ιδίως τα αιολικά πάρκα δεν υπάρχει πλέον χώρος για φτηνές λύσεις με
ασύγχρονες μηχανές και συνεχείς αποσυνδέσεις λόγω και της παραμικρής
διαταραχής στο δίκτυο.
Οι ανεμογεννήτριες θα πρέπει:
– να έχουν δυνατότητα ελεγχόμενης
μείωσης της παραγόμενης ενεργού ισχύος (π.χ. με ρυθμό 10% ανά λεπτό)
όταν οι συνθήκες συχνότητας του Συστήματος το επιβάλλουν (π.χ. μείωση
ισχύος όταν η συχνότητα υπερβεί τα 50,2 Hz και αποσύνδεση όταν υπερβεί
τα 51,5 Hz ή μειωθεί κάτω από τα 47,5 Hz),
– να έχουν δυνατότητα μεταβολής της
αέργου ισχύος, όταν οι συνθήκες ρύθμισης της τάσης του Συστήματος το
επιβάλουν, όπως και οι συμβατικοί σταθμοί,
– να μην αποσυνδέονται σε περίπτωση
βύθισης της τάσης (π.χ. μετά από ένα σφάλμα στο δίκτυο) στιγμιαία στο
15% της ονομαστικής και επαναφοράς της άνω του 90% της ονομαστικής εντός
1,5 δευτερολέπτου. […]
Ο οραματισμός λοιπόν της περιφέρειας για
τα 8000MW είναι μάλλον ένας πολύ ακριβός οραματισμός και επιπλέον
εξαιρετικά παρακινδυνευμένος. Λες και τον είχε προβλέψει, η ΜΑΣΜ 2010-14
αναφέρει από το 2009:
«Περαιτέρω διερευνήσεις για μεγαλύτερα
ποσοστά αιολικής διείσδυσης (έως 8000 MW) δείχνουν καταρχήν ότι οι
ανάγκες μείωσης της παραγωγής των Α/Π ώστε να έχουμε ασφάλεια, αυξάνουν
εκθετικά με την αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος των Α/Π. Κατά την
εκτίμηση του ΔΕΣΜΗΕ, τα πιο πάνω ποσοστά μείωσης της ενέργειας των Α/Π
θα είναι μεγαλύτερα, διότι στην πράξη οι προσομοιώσεις δεν είναι δυνατό
να λάβουν υπόψη με κάθε ακρίβεια τις πραγματικές συνθήκες λειτουργίας σε
τόσο απομακρυσμένο χρονικό ορίζοντα. Επίσης, οι μελέτες δε λαμβάνουν
υπόψη σφάλματα πρόβλεψης ανέμου, τα οποία αποτελούν ένα σημαντικό
στοιχείο αβεβαιότητας. Η λειτουργία της αγοράς απαιτεί πρόβλεψη για το
διάστημα των επομένων 24 έως 48 ωρών, αλλά και περισσότερο (εβδομάδα). Η
αποτελεσματική πρόβλεψη του ανέμου είναι κρίσιμος παράγοντας και θα
απαιτηθεί βελτίωση της ακρίβειας των προβλέψεων. Ήδη ο ΔΕΣΜΗΕ έχει
εγκαταστήσει σύστημα πρόβλεψης ανέμου, το οποίο είναι σε φάση
δοκιμαστικής λειτουργίας και αξιολόγησης. Οι προβλέψεις αυτές, σύμφωνα
και με τη διεθνή εμπειρία, παρουσιάζουν σφάλματα εκτίμησης που
κυμαίνονται γύρω στο 20 με 30% για χρονικό διάστημα 24ώρου. Γενικότερα η
εκτίμηση της μέγιστης δυνατότητας παραγωγής στοχαστικής φύσεως (ΑΠΕ) σε
ένα σύστημα, παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες και η αντίστοιχη διεθνής
εμπειρία σήμερα αφορά ποσοστά εγκαταστημένης ισχύος κάτω του 50% σε
σχέση με το μέγιστο φορτίο του Συστήματος (Δανία ~47%, Ισπανία ~35% ,
Γερμανία ~30%).»
Αλλά και η μελέτη του ΕΜΠ σχετική με την ομαλή ένταξη των ΑΠΕ στο δίκτυο, μελέτη χρηματοδοτημένη από τη ΡΑΕ, σημειώνει:
“ … αν και η παραπάνω στάθμη αιολικής
διείσδυσης κρίνεται καταρχήν εφικτή, θεωρείται ότι η αύξηση της από τη
σημερινή ιδιαίτερα χαμηλή στάθμη θα πρέπει να γίνεται σταδιακά και με
ιδιαίτερη προσοχή, δεδομένου ότι όλες οι μελέτες έχουν γίνει με αρκετές
υποθέσεις πολλές από τις οποίες παρουσιάζουν αβεβαιότητες, όπως είναι
για παράδειγμα η κατασκευή των νέων συμβατικών μονάδων παραγωγής και η
λειτουργία ευέλικτων μονάδων παραγωγής που προβλέπονται στο παρόν
έργο…Για το σκοπό αυτό προτείνεται οι νέες προσφορές σύνδεσης αιολικών
πάρκων από τον ΔΕΣΜΗΕ να δίνονται με το ρυθμό περίπου που εγκαθίστανται
νέοι σταθμοί (συμβατικοί ή ανανεώσιμες πηγές ενέργειας) και οι μελέτες
που περιλαμβάνονται στην παρούσα τεχνική έκθεση, να επικαιροποιούνται σε
ετήσια βάση, αλλά και μετά από την ένταξη νέων σταθμών παραγωγής (για
παράδοση ονομαστικής ισχύος της τάξεως των 1000 MW) λαμβάνοντας υπόψη τα
πραγματικά κάθε φορά δεδομένα, καθώς και τη διαρκώς συγκεντρωμένη
εμπειρία από τη λειτουργία του συστήματος με αυξανόμενη αιολική
διείσδυση”. (ΕΜΠ-Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανολόγων: ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ
ΣΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΟΛΙΚΗ ΔΙΕΙΣΔΥΣΗ 5 ΕΩΣ 8
GW ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΕΤΟΣ 2025, Φεβρουάριος 2011).
Δ. Συμπέρασμα και ορισμένα ερωτήματα
Με άλλα λόγια η εγκατάσταση Βιομηχανικών
Αιολικών Πάρκων δεν προσφέρεται για τεχνικά πρωθύστερα και
επιδοτούμενες βιασύνες. Αντί να σκάβονται βουνά και να στήνονται
ανεμογεννήτριες, ας δούμε πώς θα διαχειριστούμε σταδιακά, με περίσκεψη
και δοκιμή, αυτό το σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας το οποίο απ’
ότι φαίνεται δεν έχει άλλο διεθνές παράδειγμα. Άλλωστε όποιος διαβάζει
τα παραπάνω, ακόμα και με στοιχειώδη τεχνική κατάρτιση, καταλαβαίνει ότι
τελικά η απορρόφηση του παραγόμενου από τις ΒΑΠΕ ηλεκτρικού ρεύματος
γίνεται υπόθεση πανάκριβη και τεχνικά πολυσύνθετη, με πολλή εισαγόμενη
τεχνολογία και συνεχή εξάρτηση από βιομηχανίες και τεχνολογικά κέντρα
εκτός Ελλάδος.
Επιπλέον, ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι ο
επίσης φιλόδοξος στόχος εξαγωγής ενέργειας είναι οικονομοτεχνικά
εφικτός, οπότε δικαιολογείται η βιασύνη σε μια χειμαζόμενη χώρα με
αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο. Οι αποστάσεις μεταφοράς κάθε άλλο παρά
εγγυώνται ότι μπορούμε να περιφέρουμε το ρεύμα στην Ευρώπη και να
ελαχιστοποιήσουμε τις απώλειες ώστε να έχει ανταγωνιστική τιμή στις
βιομηχανίες της Κεντρικής Ευρώπης. Και αυτό αν πείσουμε και τους Ιταλούς
να περάσει το δίκτυό μας απέναντι και μετά μέσα από τη χώρα τους. Προς
το παρόν πάντως ούτε που έχουν ενδιαφερθεί έστω για ένα δεύτερο
υποθαλάσσιο καλώδιο 500ΜW που έχει προτείνει η ελληνική πλευρά από το
2007(ΔΕΣΜΗΕ, Σχέδιο Μελέτης Ανάπτυξης Συστήματος Μεταφοράς 2008-2012).
Προς ενημέρωση, το κόστος μόνο του υποθαλάσσιου καλωδίου υπερβαίνει τα
300 εκ. ευρώ (σημερινό κόστος 1 εκ. ευρώ/χλμ).
Το Δίκτυο Περιβαλλοντικής και
Πολιτιστικής Προστασίας Λακωνίας έχει εδώ και καιρό δημοσία και επισήμως
υποβάλει στον κ. Τατούλη ερώτημα για την τεχνική και οικονομική
βασιμότητα ενός τέτοιου εξαγωγικού εγχειρήματος. Ακόμα περιμένει
απάντηση.
Όμως η ΜΑΣΜ 2010-14 καταλήγει και σε ένα
άλλο συμπέρασμα όσο αφορά τα Βιομηχανικά Αιολικά Πάρκα. Συμπέρασμα που
πρέπει να προβληματίσει τις τοπικές κοινωνίες, που ψάχνουν εναλλακτική
λύση για οικονομικότερες και οικολογικότερες μορφές ενέργειας:
«Υπό μεγάλη αιολική διείσδυση, τα Α/Π θα
αποτελούν σημαντικό ποσοστό της συνολικής παραγωγής, γεγονός που
καθιστά αναγκαία την ύπαρξη συνεχούς εποπτείας και ελέγχου. Επιπλέον,
είναι σαφές ότι αυξανομένης της αιολικής διείσδυσης, οι κανόνες ασφαλούς
λειτουργίας του Συστήματος θα επιβάλλουν τον περιορισμό της
απορροφώμενης από το Σύστημα παραγωγής από Α/Π. Σε κάθε περίπτωση, θα
απαιτηθούν σημαντικές νέες υποδομές για την εποπτεία και τον έλεγχο των
Α/Π (ενίσχυση τηλεπικοινωνιακών συστημάτων, αλλαγές στα Κέντρα Ελέγχου
Ενέργειας, πιθανή ανάπτυξη περιφερειακών Κέντρων Ελέγχου Ενέργειας
κλπ.). Πρέπει επίσης να τονισθεί, ότι η πληθώρα των αδειοδοτηθέντων Α/Π
στη χώρα δεν έχει το χαρακτήρα διεσπαρμένης παραγωγής (εγκαταστάσεις
μικρής ισχύος ενσωματωμένες στα δίκτυα χαμηλής και μέσης τάσης) αλλά
είναι μεγάλης ισχύος, (με μέσο μέγεθος περίπου 20 MW και ένα σημαντικό
αριθμό Α/Π άνω των 25 MW). Αποτέλεσμα τούτου είναι να απαιτείται συνήθως
για τη σύνδεσή τους η κατασκευή σημαντικών έργων μεταφοράς (Υ/Σ
Υ.Τ./Μ.Τ. αλλά και γραμμών μεταφοράς 150 kV). Όπως φαίνεται από τις
προαναφερόμενες μελέτες, η διασπορά μικρότερου μεγέθους Α/Π που θα ήταν
δυνατόν να ενσωματωθούν στα υφιστάμενα δίκτυα μέσης τάσης, θα είχε
πολλαπλά οφέλη καθώς θα μείωνε δραστικά τις ανάγκες για νέα έργα
υποδομής Υ.Τ., αλλά θα μείωνε σημαντικά και τις ανάγκες μεταφοράς στο
Σύστημα και το Δίκτυο.»
Επομένως, αντί να επιδιώκουμε
τεχνολογικά και βιομηχανικά θαύματα πέρα από τις δυνατότητές μας, τα
οποία πολύ πιθανό θα μείνουν στη μέση, ίσως είναι καλύτερο να ακούσουμε
τη γνώμη των καθ’ ύλην αρμόδιων και να ερευνήσουμε τη δυνατότητα
μικρότερης κλίμακας έργων εν γνώσει και συναινέσει των τοπικών
κοινωνιών, σε συνεργασία με το εγχώριο επιστημονικό δυναμικό. Πολύ
πιθανόν να προκύψει καλύτερο αποτέλεσμα και σίγουρα μικρότερο τεχνικό
και οικονομικό διακύβευμα.
ΥΓ: Η τεκμηρίωση βασίστηκε εν πολλοίς σε
στοιχεία της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), του Διαχειριστή
Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ελληνικής Ενέργειας (ΔΕΣΜΗΕ) και του
διαδόχου του ΑΔΜΗΕ, (Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής
Ενέργειας) και τα στοιχεία του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου.
Η επιλογή συνειδητή, γιατί αφορά
οργανισμούς των οποίων η θέση στο οικονομικό και επενδυτικό σκέλος της
υπόθεσης είναι ουδέτερη ή τουλάχιστον ελαφρώς ευνοϊκή. Πιθανόν να είναι
και οι τελευταίες αντικειμενικές φωνές που ακούμε γι’ αυτά τα ζητήματα
από πλευράς πολιτείας αφού επίκειται η ιδιωτικοποίησή τους. Άλλωστε την
7η Νοεμβρίου 2007 153 Έλληνες βουλευτές ψήφισαν τα παρακάτω:
«2. Σε περίπτωση που έργα, τα οποία
εντάσσονται στο Πρόγραμμα Ανάπτυξης, δεν υλοποιούνται για λόγους
οφειλόμενους σε πταίσμα του αρμόδιου Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς, η
ΡΑΕ ενεργεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 63 εφόσον πρόκειται για
το ΕΣΦΑ ή το άρθρο 108 εφόσον πρόκειται για το Σύστημα Μεταφοράς
Ηλεκτρικής Ενέργειας.»
«4. Με απόφαση της ΡΑΕ, δύναται να
ανατίθενται σε Ανεξάρτητο Διαχειριστή Συστήματος, κατά τα προβλεπόμενα
στα άρθρα 63Ι ή 111 του παρόντος νόμου, όλες ή συγκεκριμένες
αρμοδιότητες του διαχειριστή του ΕΣΦΑ ή του Συστήματος Μεταφοράς
Ηλεκτρικής Ενέργειας, όπως αυτές καθορίζονται με τα άρθρα 68 και 94
αντίστοιχα, σε περίπτωση διαρκούς παραβίασης εκ μέρους του αντίστοιχου
Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς των υποχρεώσεων που υπέχει από την
εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία, και, ιδίως, σε περίπτωση κατ’
εξακολούθηση μεροληπτικής συμπεριφοράς προς όφελος της Κάθετα
Ολοκληρωμένης Επιχείρησης στην οποία ανήκουν».
Που σημαίνει ότι το σύστημα μεταφοράς
παραδίδεται στον ιδιωτικό τομέα, που έδειξε ήδη την αξιοπιστία του με
τις περιπτώσεις Energa και Hellas Power. Οπότε και από αυτήν την πλευρά
και μόνο, ίσως πρέπει να είμαστε ιδιαιτέρως δύσπιστοι σε αυτήν την
μαζική έλευση της «Πράσινης Ανάπτυξης»
Για την αντιγραφή Kiki Tzan
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου