Ύστερα από έναν αιώνα βουβαμάρας, ένα χρυσοποίκιλτο ρολόι που στόλιζε
το παλάτι του τσάρου στην Αγία Πετρούπολη άρχισε ξανά να κάνει
τικ-τακ.
Ο θρύλος λέει ότι όταν οι Μπολσεβίκοι εισέβαλαν στα Χειμερινά
Ανάκτορα και συνέλαβαν την Προσωρινή Κυβέρνηση σε μια τραπεζαρία του
κτιρίου, το ρολόι βρισκόταν πάνω στο ράφι του τζακιού σταμάτησε τη
στιγμή της σύλληψης: στις 2:30 μετά τα μεσάνυχτα στις 26 Οκτωβρίου 1917.
Από τότε οι δείκτες του ρολογιού δε σάλεψαν ξανά.
Όμως την περασμένη Πέμπτη το πρωί, οργανώθηκε στα Χειμερινά Ανάκτορα,
που σήμερα έχουν ενοποιηθεί με το Μουσείο Ερμιτάζ, μια επίσημη τελετή
για το κούρντισμα αρκετών ρολογιών που επί 100 χρόνια είχαν μείνει
βουβά. Ανάμεσά τους και του εν λόγω ρολογιού.
«Πράγματι, συνέβη ένα γεγονός – η επανάσταση. Όμως τελείωσε. Δεν
χρειάζεται να μπούμε σε νέους επαναστατικούς κύκλους, επειδή όταν η
ιστορία κινείται σπειροειδώς επαναλαμβάνεται σαν φάρσα», είπε ο Μιχαήλ
Πιοτρόφσκι, επικεφαλής του Μουσείου Ερμιτάζ, σύμφωνα με τη Ροσίσκαγια Γκαζέτα. «Την επανάσταση τη θάψαμε. Πρέπει πάντα να τη κρατάμε καλά θαμμένη ώστε να μην μπορεί να ξεπροβάλει ξανά».
Όπως βλέπουμε στη φωτογραφία το ρολόι, με το δίσκο που στηρίζεται στη
ράχη ενός ρινόκερου, είναι μεγαλόπρεπο αλλά και κακάσχημο. Συμβολική
και προφανέστατα αντιδραστική σημασία έχει το κούρντισμά του στην 100ή
επέτειο του Οκτώβρη.
Μα πώς εκείνη τη νύχτα της Επανάστασης το ρολόι κατάλαβε ότι οι
ένδοξες μέρες του ανήκαν στο παρελθόν και η καρδιά του σταμάτησε ακριβώς
τη στιγμή της σύλληψης των μελών της Προσωρινής Κυβέρνησης; Άβυσσος η
ψυχή του ανθρώπου, άβυσσος και ο μηχανισμός των τσαρικών ρολογιών.
Ίσως το ρολόι αυτό να είναι μακρινό ξαδελφάκι των ψαριών που τηγάνιζε
ένας καλόγερος στη μονή της Παναγίας στο Μπουλουκλί της
Κωνσταντινούπολης. Ο εγχώριος θρύλος λέει ότι όταν οι Τούρκοι μπήκαν
στην Πόλη, τα μισοτηγανισμένα ψάρια πήδησαν από το τηγάνι κι έπεσαν στη
θάλασσα και περιμένουν την αναβίωση της βυζαντινής αυτοκρατορίας για να
επιστρέψουν στο τηγάνι.
Όπως λέει ένα γλυκερό τραγούδι του Τόλη Βοσκόπουλου των χρόνων της
χούντας, «ένα ρολόι σταματημένο, ένα καράβι ναυαγισμένο, ένα σπουργίτι
κυνηγημένο απ’ το νοτιααά…» Όλα αυτά θα ήταν για γέλια, αν η νοσταλγία
του τσαρισμού ήταν μια αυθόρμητη επιλογή της περιβόητης «ρωσικής ψυχής».
Όμως από τη δεκαετία του ’90 η νοσταλγία αυτή καλλιεργείται συστηματικά
από τα πάνω (και βρίσκει απήχηση στους κάτω) και συνδυάζεται με τη
νοσταλγία της «ισχυρής Ρωσίας» που χτίστηκε στα χρόνια του Στάλιν.
Το ξαναζωντάνεμα του σταματημένου ρολογιού συνδυάστηκε με τα εγκαίνια
μιας έκθεσης στο Μουσείο Ερμιτάζ με τίτλο «Η έφοδος στα Χειμερινά
Ανάκτορα». (Περισσότερα εδώ)
Η επίσημη ανακοίνωση για την έκθεση, καθώς και οι σχετικές
φωτογραφίες δείχνουν ότι σκοπός είναι η ωραιοποίηση της τσαρικής
οικογένειας. Μέχρι και τα παιχνιδάκια και τις ζωγραφιές των παιδιών του
τσαρικού ζεύγους εμφανίζονται. (Τα «άλλα» παιδάκια που πέθαιναν πρόωρα ή
έμεναν ορφανά στα χρόνια του τσαρισμού δεν έχουν θέση σε τέτοιες
εκθέσεις.) Ο Νικόλαος Β' απλώς έκανε ένα «λάθος» που εγκατέλειψε την
Αγία Πετρούπολη τις κρίσιμες μέρες πριν την επανάσταση, ενώ προβάλλεται η
φιλανθρωπική δραστηριότητα της τσαρίνας που περιέθαλπε τους τραυματίες
από τα μέτωπα του A΄Παγκόσμιου Πολέμου.
Δηλαδή, ένα κορυφαίο ιστορικό γεγονός παρουσιάζεται από τη σκοπιά όχι
των μπολσεβίκων, αλλά των σημερινών νικητών. (Καμία σχέση με τις
τραχιές αλλά παλλόμενες εικόνες του Οκτώβρη του Αϊζενστάιν.)
Αν και δεν αναφέρονται περιστατικά κλοπών και βανδαλισμών από τους
μπολσεβίκους, παρουσιάζονται φωτογραφίες που δείχνουν τοπία εσωτερικού
χώρου μετά τη μάχη, καθώς κι ένα ολόσωμο πορτρέτο του Νικόλαου Β΄ που
φέρει σημάδια από ξιφολόγχες… "Ανομία, παιδί μου, ανομία", όπως θα
έλεγαν και κάποιοι γνωστοί μας δημοσιογράφοι.
από: - Kommon
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου