Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

Υποκείμενα δικαιωμάτων οι πρόσφυγες και όχι «αντικείμενα» για εγκλεισμό και επαναπροώθηση



 του Θεόδωρου Μεγαλοοικονόμου
Την ίδια στιγμή που τα προσφυγικά/μεταναστευτικά κύματα, μαζί και οι δολοφονικοί πνιγμοί εκατοντάδων και χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών – με άμεση ευθύνη όλων των εμπλεκόμενων εξουσιών και κυβερνήσεων (συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής) που κλείνουν τα σύνορα και υψώνουν φράχτες – φαίνεται, προσωρινά, να μετακινούνται ξανά, τουλάχιστον ως «εικόνα στις ειδήσεις», από το Αιγαίο στη Μεσόγειο και εν μέσω της εύθραυστης συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας, η κυβέρνηση Σύριζα-Ανελ επιχειρεί να διαχειριστεί τους πάνω από 60.000 εγκλωβισμένους πρόσφυγες, από την Ειδομένη μέχρι τον Πειραιά και το Ελληνικό, με διευθετήσεις ποικίλων μορφών, ωστόσο πάντα βίαιων στην ουσία τους, στην κατεύθυνση του στρατοπεδικού εγκλεισμού, είτε με σκηνές, είτε με «σπιτάκια».
Σε συνθήκες διαβίωσης περισσότερο ή λιγότερο, ωστόσο πάντα, άθλιες.
Η μόνη, στην ουσία, έγνοια των μνημονιακών, «αριστερής» κοπής, εντολοδόχων του Ευρωπαϊκού καπιταλισμού, είναι το πώς θα αξιοποιήσουν την πρωτοφανούς βαρβαρότητας κατάπτυστη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, που καταστρατηγεί βάναυσα το δικαίωμα του πρόσφυγα και του μετανάστη στο άσυλο, στο ασφαλές καταφύγιο από τις πολεμικές και/ή οικονομικές καταστροφές (που έχουν κάνει άκρως επικίνδυνη την παραμονή τους και αβίωτη τη ζωή τους στις χώρες προέλευσης) αντιμετωπίζοντάς τους ως «αντικείμενα», ακυρώνοντας την υπόστασή τους ως υποκειμένων, οδύνης αλλά και δικαιωμάτων, αμφισβητώντας την ίδια την ανθρωπινότητά τους.
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ-2
Σ΄ αυτή την κατεύθυνση λειτουργούν και οι παρεμβάσεις του Γ. Μουζάλα που έχει, στην πράξη, ακυρώσει την όποια λειτουργία των υπηρεσιών της, ανέκαθεν ψευδεπίγραφης, «Πρώτης Υποδοχής» μεταλλάσσοντας και συγχωνεύοντάς την στα περίκλειστα hotspot και στα άλλα, υπό στρατιωτικό έλεγχο, και ολοένα πιο ελεγχόμενα και κλειστά, κέντρα στρατοπεδικής «φιλοξενίας» ανά την επικράτεια, στα οποία γίνεται όλο και πιο απαγορευτική η είσοδος για κοινωνικούς φορείς και συλλογικότητες.
Μέρος αυτού του σχεδιασμού, της μετατροπής των εγκλείστων προσφύγων σε «αντικείμενα προς επαναπροώθηση», είναι και η προσπάθεια χειραγώγησης, από τον Γ. Μουζάλα, ακόμα και της, ανέκαθεν δυσλειτουργικής, Υπηρεσίας Ασύλου, προκειμένου να μεταλλαχθεί σ’ έναν περαιτέρω απορριπτικό μηχανισμό, με την επιβολή και την εφαρμογή, από τις επιτροπές εξέτασης των αιτημάτων ασύλου, των μέτρων και των διαδικασιών που προκύπτουν από την συμφωνηθείσα (και πανταχόθεν καταγέλαστη) «κατασκευή» της Τουρκίας ως «ασφαλούς τρίτης χώρας».
Μ΄ αυτό τον τρόπο, όλοι, μηδενός εξαιρουμένου (ακόμα και οι Σύριοι, που προς στιγμήν φάνηκε ότι θα τύγχαναν ιδιαίτερης μεταχείρισης) θα θεωρούνται ως εξ προοιμίου παράνομοι στην Ελλάδα και, ως εκ τούτου, θα παίρνουν το δρόμο της βίαιης επαναπροώθησης στην «ασφαλή τρίτη χώρα» του σουλτάνου Ερντογάν. Το ζήτημα της αξιοπρεπούς στέγασης, σε κατοικίες εντός του κοινωνικού ιστού, που ήταν το ζητούμενο από την αρχή του προσφυγικού κύματος, τώρα, για μια πραγματικά, και όχι επιδερμικού χαρακτήρα, αλληλέγγυα στάση, είναι η προϋπόθεση.
Δεν μπορεί παρά να είναι αντικείμενο αδιαπραγμάτευτης διεκδίκησης απέναντι σε μια κυβέρνηση η οποία, με στρατηγικό της άξονα τον στρατοπεδικό εγκλεισμό, προτίθεται να εφαρμόσει, το πολύ, προγράμματα προσχηματικού χαρακτήρα για προσωρινή στέγαση σε ενοικιαζόμενες κατοικίες, εξαιρετικά περιορισμένου αριθμού προσφύγων, που θα γίνουν δεκτοί στα προγράμματα μετεγκατάστασης (relocation) – τα οποία, στην πραγματικότητα, υπάρχουν κατ΄ όνομα, καθώς οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, με τους ακροδεξιάς κοπής κυβερνητικούς τους σχηματισμούς, έχουν αρνηθεί να συμμετάσχουν.
Παράλληλα, ωστόσο, με την «από τα κάτω» διεκδίκηση/απαίτηση από την κυβέρνηση, η ίδια η πρακτική των καταλήψεων στέγης, που σε πολλές περιπτώσεις έπαιξε και ανέδειξε έναν παραδειγματικό χαρακτήρα πραγματικής, κινηματικής αλληλεγγύης, μετακινείται, εκ των πραγμάτων, από τις λογικές της προσωρινής φιλοξενίας ανθρώπων (που κάνουν μια «στάση» πριν συνεχίσουν προς τη χώρα προορισμού τους), καθώς, μετά το κλείσιμο του «βαλκανικού διαδρόμου», το προσωρινό έχει γίνει μόνιμο – αν και πάντα σε συνάρτηση με τον διαρκή αγώνα ν΄ ανοίξουν τα σύνορα και να συνεχιστεί το «ταξίδι».
ΚΑΤΑΥΛΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΤΗΣ ΕΙΔΟΜΕΝΗΣ
Οι καταλήψεις άδειων χώρων για στέγαση, σπιτιών, ξενοδοχείων, άλλων κτιρίων κλπ, που η κυβέρνηση αρνείται να παραχωρήσει, γιατί, όπως προαναφέρθηκε, εμφορείται από μια λογική και εφαρμόζει μια πολιτική στρατιωτικοποίησης και στρατοπεδοποίησης του προσφυγικού, δεν μπορούν, πλέον, να επικεντρώνονται στη μαζική διαβίωση, εκ των πραγμάτων προσωρινού χαρακτήρα, καθόσον πολλαπλώς δυσλειτουργική σε μια μακροπρόθεσμη προοπτική, αλλά στη διάθεση, εξασφάλιση, οργάνωση, χώρων, μεγαλύτερων ή μικρότερων, που πληρούν τις προϋποθέσεις κανονικής κατοικίας, για οικογένειες, μικρές ομάδες κλπ.
Το πρόταγμα δεν περιορίζεται, πλέον, απλώς στη στήριξη του πρόσφυγα και του μετανάστη στην διαδρομή τους «προς τα πάνω», αλλά ανάγεται, στο εξής, στο πώς γίνονται συγκάτοικοι με όλους εμάς μέσα στην ίδια πόλη. Τα προβλήματα και οι ανάγκες τους δεν είναι, πλέον, αυτές της «διαδρομής», του «περάσματος», της «γέφυρας», προς και μέχρις εκεί (την φαντασιακή «γη της επαγγελίας») όπου θ΄αναζητούσαν την απάντηση στην ολότητα των αναγκών τους. Είναι αυτή η ολότητα των αναγκών της ζωής τους ως υποκειμένων, που πρέπει να μπορέσουν να εκφραστούν, ν΄ ακουστούν και να απαντηθούν εδώ.
Είναι ακριβώς αυτή η υποκειμενικότητα του πρόσφυγα, στην ιστορική της διαδρομή και συγκρότηση, με την οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι και πρέπει να κατανοήσουμε, αν πρόκειται να οικοδομήσουμε τους όρους για ριζικά εναλλακτικές απαντήσεις, τις μόνες που μπορούν πραγματικά ν΄ ανταποκριθούν στις πολύπλοκες ανάγκες του. Αν ο ψυχισμός του καθενός μας συγκροτείται από (και αλληλεπιδρά με) μια πολυπλοκότητα παραγόντων, που σχετίζονται με τις βιωμένες από τον καθένα μας εμπειρίες, αυτή η πολυπλοκότητα πολλαπλασιάζεται περαιτέρω από τις εμπειρίες πριν την προσφυγιά/μετανάστευση, από αυτές στην αγωνιώδη, μέσα από διαδοχικούς φράχτες, διαδικασία της προσφυγιάς/μετανάστευσης (ως επί το πλείστον εμπειρίες
τραυματικές) και από αυτές μετά την προσφυγιά/μετανάστευση, που όπως ξέρουμε, και βλέπουμε κάθε μέρα μπροστά μας, είναι ακόμα πιο δύσκολο ν΄ αντιμετωπιστούν.
Μεταξύ αυτών των τελευταίων αποκτά ιδιαίτερη σημασία, κατ΄ αρχήν, η αβεβαιότητα σχετικά με το αίτημα για άσυλο, που συνήθως παρατείνεται στο χρόνο και υψώνεται σαν ένας τοίχος-φράχτης στην όποια «προσδοκία σε ένα μέλλον», (με την αποφασιστική συμβολή και της εσκεμμένης, ως προς τις δυσκολίες που θα δημιουργούσε, θεσμοθέτησης της αποκλειστικής υποβολής του αιτήματος μέσω skype), πόσο μάλλον, πλέον, για την αποδοχή του, καθώς έχει επιβληθεί μια πολιτική προαποφασισμένης απόρριψής του. Κι΄ ακόμα, η ανεργία και η απώλεια της όποιας «κοινωνικής θέσης» είχε στο παρελθόν, η απώλεια των οικογενειακών δεσμών/σχέσεων και των όποιων κοινωνικών στηριγμάτων, η ανησυχία για τα μέλη της οικογένειας που έμειναν στην χώρα προέλευσης, ή πού ήδη βρίσκονται σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα και η αγωνία της οικογενειακής επανένωσης, η δυσκολία επικοινωνίας λόγω γλώσσας, καθώς και της εκμάθησής της και, φυσικά, οι δυσκολίες προσαρμογής στην κουλτούρα, στις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες της χώρας στην οποία έχουν βρεθεί (και, εν προκειμένω, εγκλωβιστεί). Όλα αυτά συντελούν σ΄ ένα περαιτέρω «τραύμα», που έρχεται να πλήξει υποκείμενα ήδη πολλαπλώς «τραυματισμένα» και, ως εκ τούτου, ακόμα πιο ευάλωτα.
Η «υποδοχή» του πρόσφυγα από την κυρίαρχη εξουσία είναι συνυφασμένη με την  καταδίκη του σε μια ζωή στερημένου από τα πάντα, ως ενός απόβλητου, του οποίου όχι μόνο οι βασικές ανάγκες (αξιοπρεπής σίτιση και στέγαση) δεν ικανοποιούνται, αλλά, ακόμα λιγότερο, τα βασικά δικαιώματα, πόσο μάλλον η πρόσβαση στην Υγεία, στην Εκπαίδευση, στην Εργασία.
Και απέναντι στην ελπίδα σ΄ ένα μέλλον, που συνιστά τον φέροντα οργανισμό της ανθρώπινης ύπαρξης και το οποίο κλείνει σαν ένας αδιαπέραστος τοίχος που σταματά, ακυρώνει και συνθλίβει τη ζωή, η απελπισία, η ψυχολογική αναστάτωση, ο θυμός (έως και η έκρηξη), που ευνοούν την πρόσδεση σε πρακτικές ατομικής επιβίωσης μέσα στην έρημο ενός αφιλόξενου περιβάλλοντος, με τις αντιπαραθέσεις, ενίοτε, μεταξύ «ομοίων» (λόγω εθνικών, πολιτισμικών, θρησκευτικών κλπ
διαφορών), αντιπαραθέσεις που καλλιεργεί το στένεμα των προοπτικών και των προσδοκιών και οι όλο και λιγότερες βασικές ανάγκες που τυγχάνουν απάντησης – αλλά και η αντίσταση/εξέγερση ως μια αυθεντική έκφραση της υποκειμενικότητας.
Όταν, λοιπόν, μιλάμε για μια πραγματικά κινηματική αλληλεγγύη στους πρόσφυγες και στους μετανάστες, για ουσιαστική ένταξή τους στον κοινωνικό ιστό, μαζί με μας, αυτό πρέπει να σημαίνει όχι αφηρημένα πολιτικά προτάγματα, όχι μια «κινηματική μόδα», ούτε έναν φιλανθρωπισμό ντυμένο με τον μανδύα της κινηματικής αλληλεγγύης, αλλά αναγνώριση και κατανόηση της (πολιτισμικής, εθνικής, κοινωνικής, υπαρξιακής) υποκειμενικότητας του πρόσφυγα και του μετανάστη, με ταυτόχρονη συνομιλία και από κοινού δράση με αυτή την υποκειμενικότητα.
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ-4
Τα ζητήματα της άμεσης νομιμοποίησης για όλους/ες, της άμεσης χορήγησης ασύλου σε όσους το αιτούνται, της πρόσβασης σε κανονική κατοικία, της προνοιακής οικονομικής στήριξης όλων των προσφύγων και μεταναστών που δεν έχουν πόρους επιβίωσης, της πρόσβασης στην Εργασία, στην Εκπαίδευση και στην Υγεία (ανεμπόδιστη, χωρίς κανέναν απολύτως αποκλεισμό και για κανέναν από το Εθνικό Σύστημα Υγείας) πρέπει ν΄ αποτελέσουν τις βασικές συνιστώσες του κινήματος αλληλεγγύης. Ταυτόχρονα με την διαρκή και έμπρακτη (μέσα από κινηματικές δράσεις) αμφισβήτηση και ξεσκέπασμα του απανθρωποποιητικού και κατασταλτικού χαρακτήρα των κέντρων κλειστής, ή δήθεν ανοιχτής, κράτησης/στρατοπέδων συγκέντρωσης, για την κατάργησής τους, την ανατροπή της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας, την διαρκή πάλη για το άνοιγμα των συνόρων και το γκρέμισμα κάθε είδους φράχτη.
Μια πάλη που δεν μπορεί να ειδωθεί ξέχωρα από την αντίσταση και την πάλη ενάντια στα μνημόνια, που έχουν μετατρέψει την πλειονότητα των ντόπιων λαϊκών μαζών σε  ανέστιους, άστεγους, όλο και πιο εξαθλιωμένους, με τεράστια ποσοστά ανεργίας και ελαστικής εργασίας, χωρίς ουσιαστική πρόσβαση σε μια καταρρέουσα Υγεία και Εκπαίδευση, σε «πρόσφυγες και μετανάστες» μέσα στην ίδια τους τη χώρα.
*Ο Θόδωρος Μεγαλοοικονόμου είναι ψυχίατρος 
ΠΗΓΗ: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ/http://www.efsyn.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: