Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 15 Αυγούστου 2019

Για ένα εργατικό πολιτικό μέτωπο, (του Παναγιώτη Θέμελη.)

Στον απόηχο των αποτελεσμάτων των πρόσφατων εκλογικών διαδικασιών, κυρίως των Ευρωεκλογών, μέσα στις γραμμές της αριστεράς αρχίζει δειλά - δειλά να εμφανίζεται η σκέψη για μια επανεξέταση και επανατοποθέτηση της προγραμματικής της βάσης. Αρχίζει να διαπιστώνεται ότι οι πολιτικές γραμμές που έχουν επικρατήσει είναι αναποτελεσματικές.

Το άσχημο της υπόθεσης είναι ότι αυτό διαπιστώνεται από το πολύ άσχημο για την αριστερά εκλογικό αποτέλεσμα σε αστικές εκλογές και όχι όπως θα περίμενε κανείς από την εδώ και χρόνια αναποτελεσματικότητα της,  να προβάλει εμπόδιο στην επιβολή τριών μνημονίων και στην δυνατότητα που είχε ο ΣΥΡΙΖΑ να κατρακυλά στις  πιο νεοφιλελεύθερες πολιτικές ανεμπόδιστα. Παρά το συνεχές αναμάσημα της Μαρξιστικής αρχής ότι η κάθε πολιτική γραμμή κρίνεται από την δυναμική που δίνει στο εργατικό κίνημα, φαίνεται πως στην πράξη  σαν κριτήριο επικρατεί η αστική εκλογική διαδικασία που  κανονικά, χωρίς να αγνοείται, θα έπρεπε να αποτελεί μια δευτερεύουσα παράμετρο.  Σαν αποτέλεσμα παρατηρούμε στον χώρο της αριστεράς να ανανεώνεται η ίδια πολιτική γραμμή, της αναζήτησης  σχημάτων συνεργασίας αριστερών ομάδων και οργανώσεων, που σε αρκετές περιπτώσεις αποκαλούνται και «μέτωπα».


Δογματικά ακολουθείται μια πολιτική γραμμή που θεωρεί ότι η ενωτική εμφάνιση της «μαχόμενης», «ριζοσπαστικής», «αντικαπιταλιστικής» κομμουνιστικής αριστεράς  είναι συνθήκη αναγκαία και ικανή να προκαλέσει μετατοπίσεις  των εργαζομένων προς τα αριστερά τέτοιες που θα έχουν σαν συνέπεια την  ανατροπή των υπαρχουσών συνδικαλιστικών  ηγεσιών και ακολούθως το δυνάμωμα του  εργατικού κινήματος. Υπάρχει μια πεισματικά δογματική άρνηση  για επανεξέταση  της παραπάνω πολιτικής τακτικής, σαν να πρόκειται για κάποιο τοτέμ και θεωρεί σαν αιτία της αποτυχίας της,  το ότι οι άλλες αριστερές δυνάμεις δεν κατανοούν το «αντικαπιταλιστικό» πρόγραμμα και αρνούνται την ενωτική συσπείρωση. Κάθε φορά δημοσιεύεται μια διακήρυξη που επαναλαμβάνει με ριζοσπαστική φρασεολογία την ίδια τακτική και οδηγεί στο ίδιο πολιτικό ναυάγιο με τόσες και τόσες προηγούμενες παρόμοιες προσπάθειες.

Είναι απαραίτητο να πιάσουμε τον μίτο από την αρχή.
Το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να εκτιμηθεί για την χάραξη Μετωπικής πολιτικής είναι τα πολιτικά συμπεράσματα που έχουν καθιζάνει στη  συλλογική συνείδηση της εργατικής τάξης, μετά  από την εμπειρία τριών μνημονίων που προσπάθησε να αποκρούσει χωρίς επιτυχία, με αποτέλεσμα να παραβιαστούν δικαιώματα σε κάθε πτυχή της καθημερινής της  ζωής. Η εκτίμηση αυτή είναι πολύ δύσκολη στα πλαίσια των αστικών θεσμών, αφού αυτοί είναι διαμορφωμένοι ακριβώς έτσι ώστε να αποτρέπεται η εκδήλωση συλλογικής συνείδησης των εργαζομένων σε πολιτικό επίπεδο. Παρ όλα αυτά  υπήρξαν εκδηλώσεις μέσα στις οποίες οι εργαζόμενοι σκιαγράφησαν  ποια είναι η συλλογική πολιτική τους αντίληψη κι έτσι μπορούμε με αρκετά καλή προσέγγιση να καταλήξουμε στα εξής συμπεράσματα:
1. Η πλειονότητα των εργαζομένων ανεξάρτητα από κομματική υποστήριξη (ακόμα και εκείνοι που ψηφίζουν ΝΔ, ΚΙΝΑΛ , ΣΥΡΙΖΑ) έχει κατανοήσει ότι η παραγωγή και η εποπτεία της εκτέλεσης των μνημονιακών πολιτικών γίνεται στο μεγαλύτερο  μέρος της από τα όργανα της Ευρωζώνης και της Κομισιόν. Στην  όποια Ελληνική κυβέρνηση συμμετέχει στο σχεδιασμό των Ευρωζωνικών πολιτικών αφήνεται ένα πολύ μικρό περιθώριο να επιλέξει τον τρόπο εφαρμογής τους.  *Η πλέον πρόσφατη διαβεβαίωση ήρθε με το κλείσιμο της κάλπης των ευρωεκλογών. Eurogkroup και Κομισιόν  αμφισβητούν ευθέως την δυνατότητα της Ελληνικής Κυβέρνησης να εφαρμόσει κάποια επιδόματα που αποφάσισε να δώσει προεκλογικά.

2. Η μεγάλη πλειονότητα των εργαζομένων έχει καταγράψει στη σκέψη της ότι ο πολιτικός χαρακτήρας της επίθεσης  ενάντια στα εργασιακά δικαιώματα μέσω των μνημονίων, τόσο στο επίπεδο του σχεδιασμού όσο και στην εκτέλεση τους,  ξεπερνά σαφώς τα όρια που μπορεί να αντιμετωπίσει η διάταξη των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Ελάχιστοι πια πιστεύουν ότι μέσω του  συνδικαλιστικού κινήματος  είναι δυνατόν να αποκρουστεί η εφαρμογή κάποιου αντιλαϊκού νόμου, αλλά ακόμα και να προβληθεί ένα στοιχειώδες έστω εμπόδιο . Γι αυτό και μαζικά και επιδεικτικά απέχει από τις κινητοποιήσεις που προκηρύσσουν οι ηγεσίες του.

Την καταστάλαξη αυτής της εμπειρίας μπορούσε μια Μαρξιστικά σκεπτόμενη οργάνωση να την δει εδώ και αρκετά χρόνια να εκδηλώνεται:   
1. Στις μεγάλες μαζικότατες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας που έγιναν στις πλατείες  χωρίς κάλεσμα συνδικαλιστικών οργάνων, η πολιτικών οργανώσεων και κομμάτων. Στις μεγάλες αυτές συγκεντρώσεις,  στις οποίες έγινε μεγάλης έκτασης ζύμωση απόψεων και πολιτικών,  μπορεί να φάνηκαν οι αυταπάτες που υπήρχαν σε σχέση την αναγκαιότητα εξόδου από την Ευρωζώνη  και την ΕΕ και όχι μόνο, εν τούτοις δεν υπήρχε καμιά αυταπάτη για την προέλευση της πολιτικής των μνημονίων. Και πάντως μπορούσε κανείς να δει μέσα στις συγκεντρώσεις αυτές (αν είχε την κατάλληλη «ματιά») την εκδήλωση μιας συλλογικής πολιτικής άποψης που βρισκόταν υπό διαμόρφωση και αναζητούσε χώρο ζύμωσης , χώρο που αδυνατούσαν  να της παράσχουν  τα συνδικαλιστικά όργανα.
2. Στην εκλογική υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ το 2014 , όταν υποσχέθηκε ότι θα ακυρώσει την αυστηρή αντεργατική πολιτική της Γερμανοκρατούμενης Ευρωζώνης και θα καταργήσει τη μνημονιακή πολιτική στην Ελλάδα. Η εκλογική υποστήριξη αυτής της υπόσχεσης, παρ ότι πάλι περιείχε πολλές αυταπάτες, έδειχνε πάλι την ύπαρξη μιας συλλογικής άποψης των εργαζομένων για την πηγή των αντεργατικών πολιτικών. 
3. Στην εμπειρία των επόμενων 5 μηνών με πολλές μαζικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας στο Eurogroup, και τέλος στο δημοψήφισμα Ιουλίου 2015. Μια διαδικασία που μέσα σε μικρό χρόνο  διέλυσε  πολλές αυταπάτες. Το 63% ΟΧΙ, και μάλιστα παρά την κινητοποίηση ολόκληρου του πολιτικού δυναμικού της κεφαλαιοκρατίας, Ευρωζώνης , Κομισιόν, ΔΝΤ, ακόμα και ΗΠΑ, με εκβιασμό capital control, και προπαγάνδα εξόδου από το Ευρώ,  περιείχε μια συλλογική άποψη πολιτικής αντιμετώπισης των μνημονίων.  Γι αυτό και όλοι αυτοί οι οργανισμοί  κατηγόρησαν με αυστηρότητα την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ  ότι με  το δημοψήφισμα βοήθησαν να εκφραστεί πολιτικά μια συλλογική συνείδηση που με τόση επιμέλεια το σύστημα προσπαθεί να την κράτα ανενεργή. Άλλωστε και η ηγεσία του Μαξίμου το ίδιο φοβήθηκε.    

Η  διαμορφούμενη αυτή πολιτική συνείδηση δεν μπόρεσε να βρει χώρο να εξελιχτεί και να καταστεί πολιτική πράξη, και το πέρασμα του ΣΥΡΙΖΑ στην εντελώς αντίθετη πλευρά στην υπηρεσία του Ελληνικού και Ευρωπαϊκού κεφαλαίου, έφεραν την απογοήτευση της ήττας. Η απογοήτευση όμως αυτή δεν σημαίνει ότι η συλλογική συνείδηση που διαμορφώθηκε, στο βαθμό που διαμορφώθηκε, έπαψε να υπάρχει. Σημαίνει ότι ηττήθηκε, με τον τρόπο που έδωσε την μάχη αυτή  και όχι ότι έπαψε να υφίσταται. 

Οι εκκλήσεις των προκηρύξεων διαφόρων αριστερών οργανώσεων στη  εργατική τάξη να αγωνιστεί για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της, μέσα από  τα συνδικαλιστικά της όργανα  αλλάζοντας τους συσχετισμούς στις ηγεσίες τους, αντιμετωπίζονται με αδιαφορία.  Οι εργαζόμενοι τις αντιμετωπίζουν σαν εκκλήσεις διανοουμένων που είναι μακριά από την πραγματικότητα.  Γιατί αυτό που τώρα έχει ανάγκη και  «ψάχνει» η συλλογική συνείδηση τους, είναι το πώς θα μπορέσει να «αναπνεύσει»  πολιτικά. Πως θα μπορέσει να βγει από το «υπόγειο» της πολιτικής στην ενεργό πολιτική επιφάνεια. Πως θα βρει χώρο ζύμωσης και οργάνωσης  που θα την μετατρέπει σε πολιτική πράξη. 

Αυτή ακριβώς η ανάγκη αποτελεί τη μήτρα που πρέπει να γεννήσει το Μέτωπο, και δείχνει τον τρόπο που πρέπει να χαράξει την μετωπική πολιτική της μια Μαρξιστική Κομμουνιστική οργάνωση.

Αρχικά το Μέτωπο αυτό για να είναι αποτελεσματικό, για να μπορέσει να πραγματοποιήσει όλες τις απαιτούμενες ανατροπές που θα χρειαστούν για την υπεράσπιση της πολιτικής του, θα πρέπει να συγκροτείται ταξικά. Στο κέντρο του θα βρίσκεται οι εργατική τάξη  και θα περιστοιχίζεται από όλες τις  κατηγορίες εργαζομένων. Δημόσιοι και ιδιωτικοί  υπάλληλοι, εργαζόμενοι του πνεύματος (καθηγητές, δάσκαλοι), φτωχοί αγρότες, και ελεύθεροι επαγγελματίες που αγωνίζονται να περισώσουν την εργασία τους στην καπιταλιστική αγορά. Στο βαθμό που ένα σωματείο εργαζομένων η συνδικάτο αντιλαμβάνεται την  αναγκαιότητα του Μετώπου θα μπορεί να ενταχτεί με οργανικό τρόπο σ αυτό. 

Η οργανωτική δομή του Μετώπου θα πρέπει να εξασφαλίζει έναν χώρο δημοκρατικών διαδικασιών, στον οποίο θα μπορεί να ζυμώνεται να διαμορφώνεται και να εκφράζεται ελεύθερα η συλλογική πολιτική  βούληση των εργαζομένων. Στη βάση του θα βρίσκονται τοπικές Μετωπικές συνελεύσεις εργαζομένων όλων των επαγγελματικών χώρων,  που θα εκλέγουν αντιπροσώπους για  Συνδιασκέψεις νομών. Οι συνδιασκέψεις των νομών θα εκλέγουν το Μετωπικό συμβούλιο του νομού, που θα αναλαμβάνει την οργάνωση των αγωνιστικών κινητοποιήσεων που θα αποφασίζονται, και θα εκλέγει και  αντιπροσώπους για πανελλαδική συνδιάσκεψη. Η πανελλαδική συνδιάσκεψη θα αποφασίζει το πολιτικό πρόγραμμα  του Μετώπου που θα είναι η έκφραση της συλλογικής πολιτικής βούλησης των εργαζομένων, θα καταστρώνει το σχέδιο της αγωνιστικής διεκδίκησης του και  θα εκλέγει ένα Πανελλαδικό Εκτελεστικό Συμβούλιο.  Σε όλες τις συνελεύσεις οι εργαζόμενοι θα μπορούν να συμμετέχουν και να εκλέγονται είτε μεμονωμένα είτε ως μέλη η υποστηρικτές  πολιτικών οργανώσεων η πολιτικών σχημάτων.

Ο χαρακτήρας του Μετώπου φυσικά θα είναι πολιτικός. Το Μέτωπο αυτό θα είναι χώρος στον οποίο θα παράγεται αυτοτελώς εργατική πολιτική. Οι αριστερές οργανώσεις που συμφωνούν και εργάζονται για το κτίσιμο αυτού του μετώπου θα καταθέτουν τις πολιτικές τους πλατφόρμες υπό μορφή  προτάσεων, και οι τελικές αποφάσεις για την εργατική πολιτική και την αγωνιστική διεκδίκηση της θα λαμβάνονται στα πλαίσια των διαδικασιών του Μετώπου.  Είναι αναμενόμενο ότι για τον ρόλο και την προοπτική του Μετώπου στην πολιτική σκηνή θα υπάρχουν διαφορετικές απόψεις από τις οργανώσεις που δρουν στα πλαίσια του. Και η Μαρξιστική Κομμουνιστική επιδίωξη δεν μπορεί φυσικά να είναι άλλη από την εξέλιξη της πολιτικής του παρέμβασης  μέχρι την ανατροπή του αστικού κράτους. 

Η αποδοχή της πολιτικής δράσης όλων των οργανώσεων  στα πλαίσια του Μετώπου, ανεξάρτητα  από τον τρόπο που βλέπει η κάθε μια την εξέλιξη της πολιτικής παρέμβασης του, ήδη αποτελεί μια κοινή συνισταμένη. Μπορεί να υπάρξει  συνεργασία  αριστερών οργανώσεων η σχημάτων πάνω σε κοινές προτάσεις πολιτικών πλαισίων για το Μέτωπο, αλλά δεν μπορεί να είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη και εξέλιξη της πολιτικής παρέμβασης του.

Το Πολιτικό Μέτωπο των εργαζομένων δεν είναι μια προέκταση του Συνδικαλιστικού κινήματος, ούτε δημιουργείται από συντονισμό ομοσπονδιών. Είναι υπέρβαση του. Είναι υλοποίηση  μιας ανάγκης που το Συνδικαλιστικό κίνημα δεν μπορεί να πραγματοποιήσει. Φέρνει μια συλλογική πολιτική βούληση των εργαζομένων στο πολιτικό προσκήνιο. Η πιθανή συμμετοχή ολόκληρων σωματείων η συνδικάτων οργανικά σ αυτό, δεν πρέπει να αναιρεί τον πολιτικό του χαρακτήρα. Που συνίσταται στην δημιουργία πολιτικού πλαισίου που θα θέτει σε προτεραιότητα, την εργασία και τις ολόπλευρες ανάγκες της ζωής των εργαζομένων και την αγωνιστική διεκδίκηση της εφαρμογής του ενάντια στην πολιτική  Ευρωζώνης και την Ε.Ε.   

Το ξεκίνημα μπορεί να γίνει από μια πανελλαδική συνάντηση εργαζομένων που κατανοούν την ανάγκη  μιας νέας Μετωπικής  πολιτικής έκφρασης , είτε είναι μέλη συνδικαλιστικών οργάνων, είτε μέλη συνδικαλιστικών παρατάξεων, είτε μέλη οργανώσεων, είτε απλών ανένταχτων αγωνιστών, που καταρτίζοντας  μια διακήρυξη θα καλούν τους εργαζόμενους όλης της χώρας να μπουν σε διαδικασίες συνελεύσεων χτισίματος  Μετώπου.  Η πρωτοβουλία δεν μπορεί παρά να είναι υπόθεση Μαρξιστικής Κομμουνιστικής οργάνωσης.  Μία σφιχτή οργάνωση πρωτοπόρων κομμουνιστών που θα σχεδιάσει και θα πραγματοποιήσει όλες τις απαιτούμενες κινήσεις και θα είναι η ψυχή αυτής της προσπάθειας.

ΠΗΓΗ: - Kommon

Δεν υπάρχουν σχόλια: