Η Κυριακή των εκλογών προκαλεί αμηχανία αν σκοπεύεις να γράψεις
ένα άρθρο, καθώς κάθε σχόλιο καθίσταται ανεπίκαιρο μέσα σε λίγες ώρες.
Να μιλήσεις για το γεγονός των εκλογών; Έχουν τελειώσει, αλλά όχι
ακόμα. Να μιλήσεις για άλλα; Πως μπορείς να παρακάμψεις το κύριο;
Επί πλέον, ακόμα κι αν οι εκλογές είναι σαν τις σημερινές, τόσο
ψοφοδεείς που κινδυνεύεις να τις μπερδέψεις, το μεγάλο μερίδιο της
προσοχής είναι στραμμένο στο αποτέλεσμα και στα όσα συνεπάγεται.
Οι δυνάμεις της Αριστεράς βέβαια, μικρές μεγάλες, κοιτάζουν, ή κάνουν
πως κοιτάζουν, αλλού. Έχουν ένα βλέμμα ελαφρώς λάγνο, ελαφρώς
ονειροπόλο, ελαφρώς βαριεστημένο, ελαφρώς αψύ, ελαφρώς παρεξηγημένο, και
βαρέως προφητικό, το οποίο κοιτάζει συνεχώς σε κάποιο βάθος, σα να
περιμένει την αποκάλυψη:
“Όποιος έχει αυτιά ας ακούσει τι λέει το Πνεύμα στις εκκλησίες.
Στο νικητή θα δώσω το μάννα το κρυμμένο, και θα του δώσω ακόμη ένα άσπρο
ψηφί και πάνω στο ψηφί είναι γραμμένο νέο όνομα που κανείς δεν το
γνωρίζει παρά εκείνος που το λαβαίνει… Και στο νικητή, σ’ αυτόν που θα
μείνει αφοσιωμένος στα έργα μου ως το τέλος, θα του δώσω εξουσία πάνω
στα έθνη, και θα κοιμάται με ραβδί σιδερένιο, καθώς συντρίβουνται τα
χωματένια σκεύη… Ναι, σου έδωσα θύρα ανοιγμένη που κανείς δεν μπορεί να
την κλείσει· γιατί μολονότι είναι λίγη η δύναμή σου κράτησες το λόγο μου
και δεν απαρνήθηκες το όνομά μου… Γιατί κράτησες το λόγο της υπομονής
μου…” (Αποκάλυψη του Ιωάννη, μεταγραφή Γιώργος Σεφέρης).
Κι αφού λοιπόν είναι τέτοια η μέρα ας πούμε ιστορίες. Ιστορίες ανθρώπων.
Μια πρόσφατη, έγινε ήδη πολύ γνωστή. Η Γερμανίδα καπετάνισσα του “Sea Watch” Κάρολα Ρακέτε,
αρνήθηκε να υπακούσει στις διαταγές της ξενοφοβικής Λέγκας του Βορρά
και έφερε το πλοίο στο λιμάνι της Λαμπεντούζα, ύστερα από 15 ημέρες
περιπλάνησης στη θάλασσα, με 40 ανθρώπους, μετανάστες, πρόσφυγες, που
αναζητούν στην Ευρώπη λύτρωση. Η Κάρολα συνελήφθη και αφέθηκε προσωρινά
ελεύθερη αλλά θα ανακριθεί για παράβαση των νέων ιταλικών νόμων περί
λαθρομετανάστευσης. Ένα κύμα συμπαράστασης σηκώνεται στην Ευρώπη. Η
πράξη ενός ανθρώπου σε εποχή που δεν υπάρχει το ρεύμα να παρασύρει
γίνεται ηρωική και αξιοσέβαστη. Είναι το μέρος ενός κόσμου που ενώ
υποκύπτει δεν παραδίδεται. Που αντιστέκεται στο περιρρέον κακό και δεν
υποτάσσεται στον τροφοδοτούμενο παραλυτικό τρόμο. Είναι μια πράξη
ατομική που ζητάει συλλογική ανταπόκριση, αντί να συμβαίνει το αντίθετο,
δηλ. οι συλλογικές πράξεις να συνοδεύονται από τις ατομικές εξάρσεις.
Είναι η συννεφιά του καιρού που κάνει τέτοιες λάμψεις να παίρνουν
διάσταση αιθρίας και να υπόσχονται μελλοντικές καλοκαιρίες.
Μια άλλη ιστορία είναι πολύ παλιότερη, αλλά την έφερε στο παρόν πριν μερικούς μήνες ο θάνατος του ήρωά της, παπα-Σταύρου Καρπαθιωτάκη.
Πρόκειται για τον ιερέα που τέλεσε, παρά την εκκλησιαστική και
στρατιωτική απαγόρευση, την κηδεία του Νίκου Καζαντζάκη το Νοέμβριο του
1957.
Όπως είχε πει ο ίδιος:
«Τον Νοέμβριο του 1957 ήμουνα στρατιώτης και παπάς και υπηρετούσα
την θητεία μου στο Ηράκλειο. Μια μέρα πριν την κηδεία του Καζαντζάκη, ο
διοικητής κάλεσε όλους τους στρατιωτικούς και έδωσε διαταγή να μην βγει
κανείς έξω από το στρατόπεδο στις 5 Νοεμβρίου. Οι αρχές και ο στρατός
φοβόνταν μεγάλες φασαρίες, γιατί είχε έρθει εκκλησιαστική διαταγή να μην
ταφεί ο Καζαντζάκης. Όταν θα το ’παιρναν χαμπάρι οι Κρητικοί θα έκαναν
μεγάλες φασαρίες. Εγώ σαν παπάς ένιωσα πολύ άσχημα. Η συνείδηση μου με
πείραζε πολύ. Ήμουν παπάς. Δεν άντεχα να πάρω στον λαιμό μου τέτοιο
άδικο. Δεν μπορούσα να αρνηθώ τα ιερά μυστήρια σ’ ένα βαφτισμένο
Χριστιανό που δεν έκανε ποτέ κάτι ανήθικο ή εγκληματικό. Όσο αφορά τα
βιβλία του δεν είμαι εγώ άξιος να τον κρίνω. […] Το ’σκασα κρυφά από τον
στρατό την μέρα της κηδείας. Πήρα αθόρυβα τα ράσα μου και έτρεξα στον
Μαρτινέγκο και τον έθαψα. […] Όλοι νόμισαν ότι με έστειλε η εκκλησία να
τον κηδέψω. Δεν ήξερε κανείς τι γινόταν στα παρασκήνια! […] Πέρασα από
στρατιωτικό δικαστήριο και μπήκα φυλακή για έξι μήνες».
Η ατομική πράξη απέναντι στην Ιστορία, και πάλι. Όχι στο πλαίσιο ενός
μαζικού ηρωισμού ή μιας αποκοτιάς ομαδικής. Μια νηφάλια πράξη ατομικής
αντίστασης σε μια εποχή που οι άνθρωποι στην Ελλάδα ζούσαν τον
μετεμφυλιακό τρόμο. Η ηθική αξία αξιολογείται ως πρωτεύουσα, η υπηρέτηση
της πίστης του παπα-Σταύρου, όπως την κατανόησε και την υπερασπίστηκε!
Και μια τρίτη περίπτωση, εντελώς πρόσφατη και “ταπεινή”. Η δημοσιογράφος Άννα Αναστασίου, που δουλεύει στο Athens Voice,
αντιδρώντας στην ανάρτηση σχετικά με το θάνατο της νοσοκόμας στο Γενικό
Κρατικό Νίκαιας, παραιτείται από τη δουλειά της και γράφει εξηγώντας: «Πέρα,
μακριά και έξω από κάθε πολιτική σκοπιμότητα, εγώ δεν μπορώ να ζω κάτω
από μια τέτοια ανάρτηση. Το πάλεψα όσο μπορούσα. Φεύγω όχι από φόβο. Από
ντροπή».
Να που μια ντροπή μπορεί να νικήσει, ακόμα και σήμερα, το φόβο.
Αν διάλεξα να πω μοναχικές ιστορίες ηθικής αξίας, είναι γιατί κάτι σα
μοναξιά μας περιζώνει τα τελευταία χρόνια, κι όσο περνάει ο καιρός
γίνεται πιο σκληρή. Όσες ευθύνες και να καταλογίσουμε σε κόμματα,
κινήσεις ή πρόσωπα, δεν αλλάζει η ουσία της. Οπότε, μέσα σε αυτό τον
κλοιό η αξία της πράξης πολλαπλασιάζεται. Δεν είναι εδώ σαν τους
ελεύθερους πολιορκημένους του Μεσολογγίου ή σαν τις απονενοημένες
ενέργειες των τελευταίων μαχητών του Δημοκρατικού Στρατού στην
Πελοπόννησο, μαζικές λίγο πολύ πράξεις σε ένα πλαίσιο ηρωισμού. Εδώ
πρόκειται για κάτι πιο διαβρωτικό και με μια πολλές έννοιες πιο
μοναχικό. Πρόκειται για την αναμέτρηση, συχνά προσωπική, με μια ήττα που
ισχυρίζεται πως θα είναι μόνιμη. Και οι άνθρωποι που δεν την
αποδέχονται (“κι όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα”), καλούνται να
σκεφτούν και να πράξουν σε ένα κατεχόμενο έδαφος, όπου από παντού
φυτρώνουν απειλές.
“Πάλι εις μικρόν γενναίοι”, όπως το έθετε ο ποιητής.
Γιατί οι ατομικές πράξεις επανασυγκροτούν το όλο. Διατηρούν την αξία
των πραγμάτων και προοικονομούν την συλλογική συνείδηση της επόμενης
στιγμής. Κοντολογίς, κρατάνε ζωντανές και επεκτείνουν τις σπίθες, τις
φλόγες, τις φωτιές, τις πυρπολήσεις.
Το αρχετυπικό πρότυπο της ανυπακοής, της ηθικής συνείδησης που δεν
υποκύπτει στο κυρίαρχο σύστημα και στην επιβαλλόμενη εξ αυτού αξιολόγηση
της ηθικής, διαφορετική και ενάντια στην αξιολόγηση των ανθρώπων, η
οποία οδηγείται ως την ακραία σύγκρουση χάριν του ηθικού νόμου των
ανθρώπων, είναι η Αντιγόνη στη σύγκρουσή της με τον Κρέοντα. Γύρω από
αυτή την σύγκρουση έχουν γραφτεί και έχουν ειπωθεί πολλά, σχετικά με το
τι αντιπροσωπεύει κοινωνικά και πολιτικά η κάθε πλευρά· εκείνο πάντως
που είναι κοινή συνείδηση, ή έστω κυρίαρχη, είναι αυτή η σύγκρουση του
ατόμου, μόνου και ανυπεράσπιστου, με την εξουσία, στο όνομα της ηθικής
αξίας. Και η υποθήκη μέλλοντος που καταθέτει.
Όπως το γράφει ο Γ. Σεφέρης:
“Τραγούδησε μικρή Αντιγόνη, τραγούδησε, τραγούδησε…
δε σου μιλώ για περασμένα, μιλώ για την αγάπη·
στόλισε τα μαλλιά σου με τ’ αγκάθια του ήλιου,
σκοτεινή κοπέλα·
η καρδιά του Σκορπιού βασίλεψε,
ο τύραννος μέσα απ’ τον άνθρωπο έχει φύγει…”
Άντε λοιπόν, καλή ψήφο και καλή επαύριο. Έτσι κι αλλιώς η ζωή δεν θα σταματήσει να μας προκαλεί.
αναδημοσίευση από:- Kommon
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου