Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

Η Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή

ΠΗΓΗ:| ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Το τέλος: Ελληνες αιχμάλωτοι πολέμου (1922)
  Χωρίς αμφιβολία, η Μικρασιατική Εκστρατεία, και η συνακόλουθη Καταστροφή, αποτελεί μια απ' τις πιο τραγικές στιγμές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Ξεκινώντας μέσα σε κλίμα επίπλαστου ενθουσιασμού από τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις του τόπου, κατέληξε σε μια πρωτοφανή τραγωδία, με τον ελληνικό λαό και τους Ελληνες του μόχθου που ζούσαν στη Μικρά Ασία να θρηνούν χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες. Ο απολογισμός της Καταστροφής είναι: 50.000 νεκροί, 75.000 τραυματίες. Περίπου 1,5 εκατομμύριο Ελληνες αναγκάστηκαν να έρθουν σαν πρόσφυγες στην Ελλάδα, αφήνοντας πίσω τους πάνω από 600.000 νεκρούς, θύματα του μικρασιατικού πολέμου και της εγκληματικής εθνικιστικής πολιτικής της κυρίαρχης τάξης της Ελλάδας. Σε δισεκατομμύρια δραχμές ανέρχονται οι υλικές καταστροφές και ζημιές από τον πόλεμο και τις ακίνητες περιουσίες που εγκαταλείφθηκαν ή καταστράφηκαν.

Πώς, όμως, φτάσαμε στη Μικρασιατική Εκστρατεία; Ποιοι ήταν οι παράγοντες εκείνοι που οδήγησαν στην Καταστροφή; Πώς δικαιολογήθηκε η επέμβαση στην Τουρκία; Ποιοι είναι οι υπαίτιοι της συμφοράς που βρήκε την πατρίδα μας τον Αύγουστο του 1922; Ποιος ήταν ο χαρακτήρας του πολέμου; Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά, θα μας βοηθήσουν όχι μόνο να αντιληφθούμε την εποχή εκείνη, αλλά έχουν διαχρονικό χαρακτήρα και μέσα από αυτά αντλούνται συμπεράσματα και για το σήμερα, για τους σημερινούς πολέμους, τα «εκστρατευτικά σώματα», τη συμμετοχή των ελληνικών κυβερνήσεων στα σχέδια των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Πόσο μάλλον, όταν, ακόμη και σήμερα, 86 χρόνια μετά την καταστροφή, «αστοί πολιτικοί, στρατιωτικοί και ιστορικοί (εκτός ορισμένων εξαιρέσεων) προσπαθώντας να "φωτίσουν", δήθεν με "αντικειμενικά" και "αμερόληπτα" κριτήρια τα αίτια που συνθέτουν τη μικρασιατική τραγωδία (...) καταλήγουν γενικά στο συμπέρασμα ότι τα βασικά αίτια της καταστροφής ήταν: Ο εθνικός διχασμός, η κακομεταχείριση της Ελλάδας από τους "συμμάχους", η φιλοτουρκική στάση της νεαρής τότε σοβιετικής Ρωσίας και η "αντιπατριωτική" στάση και δράση του κόμματος της εργατικής τάξης, του ΚΚΕ»1.
Η αρχή: Ελληνικά στρατεύματα στη Σμύρνη (1919)

Ενα τέτοιο γενικό συμπέρασμα δεν ανταποκρίνεται στην ιστορική αλήθεια. Και τούτο, «είτε γιατί κρύβει το πραγματικό νόημα των γεγονότων, είτε γιατί υπακούει σε πολιτικές σκοπιμότητες, είτε γιατί ερμηνεύει τα γεγονότα με ιδεαλιστικές εθνικιστικές αντιλήψεις και, επομένως, δε βοηθά στην εξαγωγή ορθών και χρήσιμων συμπερασμάτων»2.Σήμερα, μάλιστα, κάποιοι δημοσιολόγοι και κάποιες δήθεν εφημερίδες (όπως, π.χ., κάποιος «Ελεύθερος») έφτασαν να δημοσιεύουν άρθρα ενάντια στη διεθνιστική και αντιπολεμική στάση και δράση του ΚΚΕ στο μικρασιατικό πόλεμο, που ήταν ιμπεριαλιστικός, κατηγορώντας το για αντεθνική δράση. Ναι, αυτοί οι δημοσιολόγοι εκπρόσωποι της προπαγάνδας της πλουτοκρατίας ξεχνούν πως από τις σφαίρες που χτυπούσαν τους Ελληνες στη Μικρά Ασία ο «πατριώτης» μεγαλοεπιχειρηματίας κατασκευής πολεμικού υλικού, Μποδοσάκης, ως «Ελλην πατριώτης» έβγαλε αμύθητα κέρδη. Αυτός τις πουλούσε. Ταυτόχρονα, δε θέλουν να ξέρουν πως η άρχουσα τάξη επέλεξε η ίδια να επιβάλει με τη Συνθήκη των Παρισίων και των Σεβρών διαμελισμό της τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και μοίρασμά της ανάμεσα στις τότε ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Σ' αυτά αντιστάθηκε και εναντιώθηκε το ΚΚΕ, προβλέποντας τότε την επερχόμενη καταστροφή για το λαό μας. Αυτή του τη στάση λένε αντεθνική. Γιατί εναντιωνόταν στις τότε ιμπεριαλιστικές δυνάμεις συμμάχους της ελληνικής ολιγαρχίας και στα συμφέροντά τους.

Ελληνες στρατιώτες και πρόσφυγες
Ετσι, απ' την αρχή ακόμη, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται σαν μεμονωμένο ιστορικό γεγονός, αλλά στη σχέση του με τις διεθνείς εξελίξεις της εποχής και τις επιδράσεις τους στην Εγγύς Ανατολή και στην ίδια στην Ελλάδα. Πρέπει να ενταχθεί στο πώς η άρχουσα τάξη της χώρας αντιλαμβανόταν το ρόλο της στα σχέδια των τότε ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ποια ήταν αυτά τα σχέδια, πώς βρήκαν στην Ελλάδα την εφαρμογή τους. Ποιος ήταν ο ρόλος του νεοσύστατου τότε σοβιετικού κράτους. Ποιος ήταν ο ρόλος του ΚΚΕ, τότε ΣΕΚΕ.
Πώς φτάσαμε στην Εκστρατεία
Στις 2 Μάη (15 με το νέο ημερολόγιο) 1919, ελληνικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στη Σμύρνη ύστερα από απόφαση του Ανωτάτου Συμμαχικού Συμβουλίου του Συνεδρίου των Παρισίων. Στο διάγγελμά του προς το λαό της Σμύρνης - διαβάστηκε την προηγούμενη μέρα στους κατοίκους της πόλης - ο Βενιζέλος έλεγε: «Το πλήρωμα του χρόνου ήλθεν. Η Ελλάς εκλήθη υπό του Συνεδρίου της Ειρήνης να καταλάβη τη Σμύρνην ίνα ασφαλίση την τάξιν. Οι ομογενείς εννοούσιν ότι η απόφασις αυτή ελήφθη διότι εν τη συνειδήσει των διευθυνόντων το Συνέδριο είναι αποφασισμένη η ένωσις της Σμύρνης μετά της Ελλάδος». Το μήνυμα αυτό, όμως, αποκρύπτει πλήρως την αλήθεια για τις αιτίες και τις βαθύτερες προθέσεις σχεδιασμού και υλοποίησης της Εκστρατείας3.
Πρόσφυγες της Σμύρνης

Ετσι στις 2 Μάη τα ελληνικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στο λιμάνι της Σμύρνης. Η εκστρατεία είχε ξεκινήσει. Το τραγικό της τέλος, όμως, ήταν προδιαγεγραμμένο.Για να δούμε, όμως, πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο, πρέπει πρώτα να εξετάσουμε δύο παράγοντες: Πρώτον, ποια είναι η θέση της Ελλάδας, εκείνη την περίοδο, στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα και, δεύτερον, ποιες διεθνείς συνθήκες επικρατούσαν και ποια σχέδια υπήρχαν για την περιοχή της Εγγύς Ανατολής.
Η αστική τάξη της Ελλάδας ήθελε την περίοδο εκείνη να διευρύνει την εσωτερική αγορά με νέα εδάφη. Και προσέβλεπε σε τέτοια εδάφη, όπου κατοικούσε και δρούσε ελληνικό στοιχείο. Τέτοια ήταν και τα παράλια της Μικράς Ασίας και η τότε Ανατολική Θράκη. Αλλά αυτή η επιδίωξη χωρίς τους τότε ιμπεριαλιστές συμμάχους της, νικητές στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, δεν μπορούσε να ευοδωθεί. Ηδη, η αστική τάξη ήταν αντιδραστική. Προσδοκούσε, λοιπόν, προσάρτηση εδαφών. Και αυτό συνδυαζόταν με τις επιδιώξεις ιμπεριαλιστικού μοιράσματος ολόκληρης της περιοχής από τα Βαλκάνια ως την Εγγύς Ανατολή, σε περίοδο αποσύνθεσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που επιπλέον ήταν σύμμαχος των ηττημένων στον πόλεμο ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Ενα χρόνο νωρίτερα από τη Μικρασιατική Εκστρατεία, το 1918, έχει τελειώσει ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, που έγινε για το ξαναμοίρασμα των αποικιών. Ο καπιταλισμός έχει μπει στο ανώτερο στάδιό του, τον ιμπεριαλισμό και τα αποτελέσματα του πολέμου διαμορφώνουν την εξής κατάσταση: Η νίκη της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης στη Ρωσία και η προσπάθεια οικοδόμησης του πρώτου εργατικού κράτους στον κόσμο έχει άμεση επίδραση στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα και ανοίγει το δρόμο της κατάρρευσης του αποικιακού συστήματος. Τέτοια κινήματα ξεσπούν σε Ασία, Εγγύς και Μέση Ανατολή. Τα περιθώρια επέκτασης της ιμπεριαλιστικής δράσης στενεύουν, με αποτέλεσμα οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις να οξύνονται ακόμη παραπέρα. Οι νικήτριες του πολέμου, δυνάμεις της Αντάντ, ετοιμάζονται για νέο μοίρασμα του κόσμου, ενώ η Οθωμανική Αυτοκρατορία - παραπαίουσα πια και ηττημένη στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο - στέκει εμπόδιο στα σχέδιά τους για δύο κυρίως λόγους: Τα πετρέλαια και τα γεωστρατηγικής σημασίας εδάφη για τη δράση των μονοπωλίων. Η επιδίωξή τους για τη διάλυση της Αυτοκρατορίας, πλέον, είναι σαφής και γίνεται πράξη, όταν, τον Οκτώβρη του 1918, την αναγκάζουν να υπογράψει τη Συνθήκη του Μούδρου, που οδηγεί στο διαμελισμό της Αυτοκρατορίας. Η κυβέρνηση Βενιζέλου - ως εκφραστής των συμφερόντων της άρχουσας τάξης στη χώρα - βλέπει το ιδανικό περιβάλλον για να υλοποιήσει την επιδίωξη προσάρτησης νέων εδαφών και αύξησης των ορίων της δικής της αγοράς. «Μεγάλη Ιδέα» την ονόμασαν. «Στα πλαίσια του μοιράσματος μεταξύ των νικητριών ιμπεριαλιστικών κρατών και με την αξιοποίηση της συμμετοχής της στον πόλεμο στο πλευρό τους, νόμισε (σ.σ.: η ελληνική άρχουσα τάξη) ότι θα της εξασφάλιζαν εδάφη με το πρόσχημα της ύπαρξης σ' αυτά ελληνικών πληθυσμών5.
Μεταφορά τραυματιών σε ώρα μάχης, στο μέτωπο Ινετζελάρ

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το Γενάρη του 1919, άρχισε στο Παρίσι η Συνδιάσκεψη της Ειρήνης, με πρωταγωνιστές τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, την Αγγλία και την Ιταλία. Εκείνη την περίοδο, η κυβέρνηση δένει τη χώρα όλο και πιο στενά με τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς, στέλνοντας στη Σοβιετική Ρωσία εκστρατευτικό σώμα. Ο Βενιζέλος πηγαίνει ο ίδιος στο Παρίσι για να διεκδικήσει και διπλωματικά την υλοποίηση της «Μεγάλης Ιδέας». Οι ιμπεριαλιστές ήθελαν ένα κράτος - χωροφύλακα στην περιοχή και στην κυβέρνηση του Βενιζέλου, με το αίτημα αποστολής ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Σμύρνη, βρίσκουν αυτό που ήθελαν. «Τον Απρίλη του 1919, το Ανώτατο Συμβούλιο που είχε συγκροτηθεί από τους αρχηγούς της Αγγλίας, των ΗΠΑ, της Γαλλίας και της Ιταλίας μετά τη συνδιάσκεψη για την ειρήνη, ικανοποίησε το αίτημα του Βενιζέλου για την κατάληψη της Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό. Ετσι στις 15 Μάη 1919 άρχισε η απόβαση ελληνικού στρατού στη Σμύρνη... Στην πραγματικότητα, άρχιζε μια τυχοδιωκτική εκστρατεία για την προώθηση των κατακτητικών επιδιώξεων του αγγλογαλλικού ιμπεριαλισμού»6.
Η θέση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων
Ενας απ' τους μεγαλύτερους μύθους, όσον αφορά τη Μικρασιατική Εκστρατεία, είναι πως ενώ αρχικά οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στήριζαν τη χώρα στις επεκτατικές της επιδιώξεις, στη συνέχεια αναίρεσαν αυτήν την στήριξη με αποτέλεσμα - και με αυτόν τον τρόπο - να οδηγηθούμε στην Καταστροφή. Στην πραγματικότητα, όμως, κάτι τέτοιο, δεν ισχύει. Αντιθέτως, πρόκειται, μάλλον, για μια σειρά συγκυριών, που σύντομα είχαν την κατάληξη με την οποία γράφτηκε η Ιστορία.
Ελληνες στρατιώτες με Τουρκόπουλα

«Σε γενικές γραμμές, η στάση των τότε ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της εποχής εκείνης είχε ως εξής:Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αντίθετες με τις ελληνικές διεκδικήσεις στη Μικρά Ασία, δεδομένου ότι στη σύγκρουσή τους με τους Αγγλογάλλους για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών της περιοχής είχαν συμφέρον να μη διαλυθεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τη θέση τους αυτή την είχαν εκφράσει απερίφραστα με το γνωστό διάγγελμα των "14 σημείων" του Προέδρου Ουίλσον, όπου στο 12ο σημείο εκφραζόταν ρητή και κατηγορηματική άρνηση στο ενδεχόμενο διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η Ιταλία, που κατείχε τα Δωδεκάνησα, είχε σαφείς βλέψεις στην περιοχή της Μικράς Ασίας, ανταγωνιζόταν ευθέως την Ελλάδα και το Μάρτη του 1919 δε δίστασε να κάνει απόβαση στην Αττάλεια, σχεδιάζοντας να επεκτείνει ακόμη περισσότερο τις κτήσεις της. Την κατάσταση περιέπλεκε περισσότερο το γεγονός ότι η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία είχαν υποσχεθεί την παραχώρηση των μικρασιατικών παράλιων εδαφών στην Ιταλία.
Πώς, όμως, φτάσαμε να ληφθεί απόφαση υπέρ της ελληνικής στρατιωτικής απόβασης στη Σμύρνη; Χωρίς αμφιβολία, επρόκειτο για πρόσκαιρο υπολογισμό συμφερόντων, που έκαναν στη δοσμένη ιστορική στιγμή οι ισχυροί της εποχής»7.
Σε όλα αυτά, πρέπει να συνυπολογιστεί και η ανικανότητα της Τουρκίας του Σουλτάνου να επιβάλει τάξη στο εσωτερικό της χώρας και να καθυποτάξει το εθνικό αστικό επαναστατικό κίνημα. Το γεγονός αυτό υποχρέωσε τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να αναζητήσουν έναν ξένο αστυνόμο που θα έφερνε σε πέρας αυτή τη δουλειά, ούτως ώστε αυτές να μοιράσουν με την ησυχία τους την Εγγύς Ανατολή και ιδιαίτερα να κανονίσουν ποιος θα κυριαρχούσε στα πετρέλαια της Μοσούλης και της Μεσοποταμίας8.
Στρατιώτες αιχμάλωτοι στο Αφιόν Καρά Χισάρ

Και ο αστυνόμος αυτός βρέθηκε στο πρόσωπο της αστικής τάξης της Ελλάδας και της κυβέρνησής της. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο ίδιος ο Λόιντ Τζορτζ - πρωθυπουργός της Βρετανίας εκείνη την περίοδο - έλεγε: «Οι Ελληνες... θα γίνουν οι πρώτοι φύλακες της μεγάλης οδού ήτις εξασφαλίζει την ενότητα της Συμπολιτείας».Η συμμαχική εντολή αξιοποιεί την κατακτητική πολιτική της βενιζελικής κυβέρνησης για όφελος των ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων: Ελεγχος της Μέσης και Εγγύς Ανατολής, διαμελισμός της οθωμανικής αυτοκρατορίας, κατάπνιξη του τουρκικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, δημιουργία στρατιωτικού προγεφυρώματος ενάντια στο νεαρό κράτος της σοβιετικής Ρωσίας.
Ξεκινώντας, λοιπόν, η Μικρασιατική Εκστρατεία στις 15 Μάη 1919, όλο το παραπάνω πλέγμα ιμπεριαλιστικών συμφερόντων και οικονομικών διεκδικήσεων των Μεγάλων Δυνάμεων στην περιοχή της Εγγύς Ανατολής καθόριζε με τον πλέον προφανή τρόπο το μέγεθος της τυχοδιωκτικής εκστρατείας.
Ο ρόλος του ΣΕΚΕ στη Μικρασιατική Εκστρατεία
Η «αντιπατριωτική» στάση και δράση του κόμματος της εργατικής τάξης, του ΚΚΕ, τότε ΣΕΚΕ, στη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας9, αποτελεί μια συχνή «καραμέλα» στα χείλη των αναλυτών - πολιτικών, στρατιωτικών και ιστορικών - της άρχουσας τάξης. Επειδή ακριβώς ήταν διεθνιστική και προάσπιζε τα λαϊκά συμφέροντα. Ετσι, η Ιστορία δείχνει πως το ΣΕΚΕ είχε την πλέον συνεπή πατριωτική στάση προς όφελος των εργαζομένων, των φαντάρων και των πλατιών λαϊκών μαζών της περιόδου.
Η Σμύρνη στις φλόγες

Το ΣΕΚΕ από το πρώτο ιδρυτικό συνέδριό του (1918) υποστήριξε την έναρξη διαπραγματεύσεων για την επίτευξη ειρήνης χωρίς προσαρτήσεις και αποζημιώσεις και την εφαρμογή της αρχής της αυτοδιάθεσης. Το πρόγραμμα αυτό, βέβαια, ερχόταν σε αντίθεση με την πολιτική πραγμάτωση της «Μεγάλης Ιδέας» από τον Βενιζέλο. Συγκεκριμένα, για την περιοχή της Σμύρνης δεν έκανε λόγο - γιατί δε διέθεταν εκεί οι Ελληνες την απόλυτη πλειοψηφία, ώστε οι ίδιοι να αποφασίσουν για την τύχη τους - ενώ, παράλληλα, απέκλειε το διαμελισμό της Τουρκίας. Ηταν δηλαδή και στάση αντιιμπεριαλιστική. Κάτι τέτοιο - όπως ήταν φυσικό - ήταν αντίθετο με την αντιδραστική πολιτική της αστικής τάξης και της κυβέρνησης Βενιζέλου και το ΣΕΚΕ γρήγορα θα γίνει στόχος των καταπιεστικών και ανελεύθερων μέτρων. Ετσι, λίγες μέρες πριν την είσοδο των ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη, την Πρωτομαγιά του 1919, η κυβέρνηση έφτασε στο σημείο να εμποδίσει «αυθαιρέτως» το ΣΕΚΕ «να εορτάση εις την έδραν του (Αθήνα) την 1ην Μαΐου, να οργανώση παρέλασιν διά της πόλεως... ακόμη να συνέλθη και εις αυτά τα γραφεία του, τα οποία απεκλείσθησαν διά μυδραλιοβόλων» - όπως αναφέρει σε σχετική ανακοίνωσή του.Το ΣΕΚΕ εναντιώνεται από την αρχή στην ενέργεια αυτή, καταγγέλλοντας την εκστρατεία σαν τυχοδιωκτική. Και όταν αργότερα (3.8.1924), με την ευκαιρία της συμπλήρωσης δέκα χρόνων από την κήρυξη του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, θα απευθύνει μανιφέστο προς τον εργαζόμενο ελληνικό λαό, θα υπογραμμίσει με υπευθυνότητα και σοβαρότητα ότι το ΣΕΚΕ ήταν «το μόνο κόμμα που καταδίκασε τον πόλεμο της Μικρασίας και αγωνίστηκε για να τελειώσει μια ώρα αρχύτερα», αψηφώντας φυλακίσεις, καταδίκες, εξορίες, θα τονίσει για άλλη μια φορά πως «στη Μικρασία πολεμήσαμε όχι για το ξεσκλάβωμα δούλων αδερφών, αλλά σαν μισθοφόροι χωροφύλακες για τα συμφέροντα του αγγλικού ιμπεριαλισμού, που ενδιαφερόταν για τα Στενά και τα πετρέλαια της Μοσούλης». Ποιος αμφισβητεί σήμερα αυτήν την αλήθεια για το χαρακτήρα και το σκοπό του μικρασιατικού πολέμου; Με αυτήν του την τοποθέτηση το ΣΕΚΕ πρόσφερε, πραγματικά, μια ιστορική υπηρεσία στο λαϊκό κίνημα, γιατί κατάφερε να απαγκιστρώσει σημαντικό μέρος του πληθυσμού από την κυρίαρχη ιδεολογία.
Μέσα από την αρθρογραφία του «Ριζοσπάστη», τις αντιπολεμικές προκηρύξεις και τη γενικότερη δράση του, θα καταδείξει τις ευθύνες της ελληνικής ολιγαρχίας και των κομμάτων της, τη φιλοϊμπεριαλιστική πολιτική και δράση τους, θα επισημάνει τον επικίνδυνο αποπροσανατολισμό του λαού που επιχειρείται με τη «Μεγάλη Ιδέα».
Η Συνθήκη των Σεβρών και η κατάσταση στο Μέτωπο
Στις 28/7 (10/8 με το νέο ημερολόγιο) 1920, υπογράφεται η Συνθήκη των Σεβρών. Οπως ήταν φυσικό, η αστική τάξη στη χώρα πανηγυρίζει για την Ελλάδα «των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Ο Βενιζέλος τηλεγραφεί ότι είναι «ευτυχής και υπερήφανος». Αυτό το κλίμα ευφορίας θα αναχαιτίσει μόνο το ΣΕΚΕ (Κ) - η προσθήκη (Κ) «Κομμουνιστικό» μπήκε τον Απρίλη του 1920.
Με προκήρυξή του προς τους εργάτες και τους χωρικούς της Ελλάδας θα προβλέψει, από το Σεπτέμβρη του 1920, τις μελλοντικές αρνητικές για το λαό μας συνέπειες της συνθήκης: «Εχει συμφέρον (η κυβερνώσα αστική τάξις) να εξαπατήση και πάλιν τας εργαζομένας τάξεις της χώρας, με το πρόσχημα μιας δήθεν οριστικής ειρήνης, με το επιχείρημα του "διπλασιασμού της πατρίδος" και της απελευθερώσεως των "υποδούλων αδερφών"... Εχει τέλος συμφέρον (να εξαπατήση) διά να αποτρέψη την προσοχήν του λαού από την αθλιότητα που τον μαστίζεικαι να απομακρύνη την σκέψιν του από τους νέους πολέμους που παρασκευάζει... Το Κόμμα μας έχει την υποχρέωσιν να αποκαλύψη... ότι ο πόλεμος δεν ετελείωσεν. Απλώς διά της ειρήνης ταύτης ετέθησαν οι βάσεις των πολέμων της αύριον». Συνεχίζοντας, το ΣΕΚΕ (Κ) διαβλέπει ότι το «μεγάλωμά της (της Ελλάδας), διά το οποίον πανηγυρίζουν (οι αστοί), είναι η επέκτασις των ορίων της εκμεταλλεύσεώς των... Η ελευθερία την οποίαν καυχώνται ότι πραγματοποιεί η ειρήνη είναι πραγματικώς η πολιτική και οικονομική υποδούλωσις της χώρας μας εις τας μεγάλας κεφαλαιοκρατικάς δυνάμεις της Δύσεως... αι οποίαι (δυνάμεις) την εμεγάλωσαν (την Ελλάδα) διά να την χρησιμοποιήσουν στρατιωτικώς όπου τα συμφέροντά των κινδυνεύουν». Και καταλήγει στην προκήρυξή του το κόμμα των εργαζομένων: «Κάτω η επιστράτευσις και κάθε άλλος εκβιασμός του λαού διά νέους πολέμους. Ζήτω η ειρήνη μεταξύ όλων των λαών της Ανατολής και όλου του κόσμου»10.
Στο μικρασιατικό μέτωπο, ωστόσο, έχει συγκροτηθεί Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή των κομμουνιστών στρατιωτών με την καθοδήγηση του ΣΕΚΕ (Κ). Στόχος της να διαφωτίζει τους στρατιώτες του μετώπου, να απαντά στις όποιες πράξεις, ανοχές ή και σκόπιμες παραλείψεις της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας. Σε κείμενό της (δημοσιευμένο στην εφημερίδα «Εργατικός Αγών», 20/9/1920) αναδείχνει τους στόχους και τις σκοπιμότητες της τυχοδιωκτικής Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Εξάλλου, το ΣΕΚΕ (Κ) σε προκήρυξή του προς τους στρατιώτες, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, καλεί τους επιστρατευμένους να υπερψηφίσουν τους σοσιαλιστές υποψηφίους και να καταψηφίσουν τόσο το Κόμμα των Φιλελευθέρων, όσο και την «Ενωμένη Αντιπολίτευση», γιατί οι εκπρόσωποί τους είναι εκείνοι «που τους έστειλαν στο μέτωπο να σκοτωθούν», που θέλουν την ψήφο τους για να μπορέσουν, κρατώντας στα χέρια τους την εξουσία, να εξακολουθήσουν τους πολέμους, που τους κρατούν οκτώ τώρα χρόνια διαρκώς επιστρατευμένους και τους σέρνουν από μέτωπο σε μέτωπο.
Στο μεταξύ, μέσα στο Σεπτέμβρη του 1920, στο έκτακτο Συνέδριό του το κόμμα της εργατικής τάξης θα ψηφίσει το προεκλογικό του πρόγραμμα, στο οποίο, ανάμεσα στα άλλα, καθοριζόταν: «Καταπολέμησις με κάθε μέσον κάθε νέου πολέμου εις το μέλλον και κάθε νέας επιστρατεύσεως, καθώς και κάθε άλλης προσπάθειας προς συμμετοχήν της Ελλάδος στας συμμαχίας και επιχειρήσεις των ιμπεριαλιστών της Ευρώπης. Αμεσος γενική αποστράτευσις».
Επίσης, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ζητά την υπερψήφιση των υποψηφίων του, για να ακουστεί και μέσα στη Βουλή η πραγματική αντιπολεμική φωνή των Ελλήνων σοσιαλιστών.Η προεκλογική του, μάλιστα, συγκέντρωση τον Οκτώβρη στην Αθήνα θα μεταβληθεί σε μεγάλη διαδήλωση πενήντα χιλιάδων περίπου ατόμων με κυρίαρχο σύνθημα «Κάτω ο πόλεμος»11.
Απέναντι, λοιπόν, στην τυχοδιωκτική πολιτική της άρχουσας τάξης και των κυβερνήσεών της, η πολιτική που χάραξε το ΣΕΚΕ, είχε έναν ξεκάθαρο στόχο: Το συμφέρον της πλατιάς πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Υπέρ της ειρηνικής διευθέτησης και υπέρ των διεθνιστικών αρχών αλληλεγγύης των λαών. Φυσικά, μια τέτοια πολιτική ενοχλούσε και ενοχλεί την άρχουσα τάξη και δεν έχασε την ευκαιρία να αναμασά τη γνωστή «καραμέλα» περί προδοτικής στάσης. Στην πραγματικότητα, βέβαια, προδοτική - τυχοδιωκτική στάση απέναντι στον ελληνικό λαό (συνεπέστατη, όμως, απέναντι στις επιδιώξεις της αστικής τάξης) ακολούθησαν τα αστικά κόμματα.
Οι εκλογές του 1920 και το 1921
Το Νοέμβρη του 1920 πραγματοποιούνται εθνικές εκλογές. Το ΣΕΚΕ (Κ) φτάνει το 13%, με περίπου 100.000 ψήφους, γεγονός που αποδεικνύει τη θετική πορεία ριζοσπαστικοποίησης μιας πλατιάς μάζας των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, η γενικότερη διαφοροποίηση του εκλογικού σώματος εκφράζεται με τη νίκη της «Ενωμένης Αντιπολίτευσης», της αντιβενιζελικής παράταξης.
Αλλά η μεγάλη δυσαρέσκεια του λαού από τους συνεχείς πολέμους υπό την κυβέρνηση Βενιζέλου στις εκλογές του Νοέμβρη, στα 1920, έδωσε κοινοβουλευτική νίκη στην αντιβενιζελική παράταξη. «Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος επανέρχεται και οι "σύμμαχοι", με πρόσχημα την παλινόρθωση του γερμανόφιλου βασιλιά, ανακοινώνουν ότι απελευθερώνονται από τις υποσχέσεις προς την Ελλάδα, που ουσιαστικά αφορούσαν τα "οφέλη" από τη Συνθήκη των Σεβρών. Η νέα κυβέρνηση του Γούναρη αναλαμβάνει να αντιμετωπίσει δυναμικά την υπόθεση της μικρασιατικής εμπλοκής, στοχεύοντας στη συντριβή των κεμαλικών δυνάμεων. Βεβαίως, με τη Συνθήκη των Σεβρών, οι ιμπεριαλιστές "σύμμαχοι" στόχευαν στη συντριβή του κεμαλικού καθεστώτος και την υποδούλωση του τούρκικου λαού και για την υλοποίηση αυτών των επιδιώξεων ενέπλεξαν το υπό τον Βενιζέλο ελληνικό κράτος. Ο ελληνικός στρατός βρισκόταν ήδη στο έδαφος της Μικράς Ασίας»12.
Την Πρωτοχρονιά του 1921, το Κεντρικό Συμβούλιο των κομμουνιστών στρατιωτών του μετώπου μεταφέρει ένα διαφωτιστικό, ζωντανό και επαναστατικό μήνυμα για το νέο έτος (δημοσιεύτηκε στο «Εργατικός Αγών», 3/1/1921), όπου ανάμεσα στα άλλα αναφέρει: «Η πρώτη του 1921 δεν ακούει εδώ πάνω στο μέτωπο ούτε τα μοιρολόγια των αδικοσκοτωμένων, ούτε τους στεναγμούς των βασανισμένων, αλλά μια κραυγή μεγάλη, στεντόρεια, που βγαίνει κι από των πολεμιστάδων τα παλληκαρίσια στήθια κι από των κειτόμενων τα χτικιασμένα πνευμόνια κι από των αποθαμένων τα χωσμένα κόκαλα: Ζήτω η επανάστασις!»13. Την ίδια περίοδο, στον ελλαδικό χώρο από τις αρχές του 1921, οργανώνονται διαδηλώσεις και άλλες κινητοποιήσεις με οικονομικά, πολιτικά αιτήματα και αντιπολεμικά συνθήματα. Η απάντηση της αντίδρασης - όπως ήταν αναμενόμενο - φτάνει μέχρι το σημείο να εμποδιστεί η έκδοση του «Ριζοσπάστη» για τρεις μέρες.
Λίγο πριν την τραγωδία
Φτάνουμε στο 1922. Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας είναι απελπιστική. Ο Κεμάλ, ηγέτης της τουρκικής εθνικής αστικής επανάστασης, έχει υπογράψει σύμφωνο φιλίας και συνεργασίας με τη σοβιετική Ρωσία, τις τρεις σοβιετικές Δημοκρατίες του Καυκάσου, αλλά και με τις ανταντικές χώρες Γαλλία και Ιταλία. Ακόμη και σε αυτές τις συνθήκες, όμως, το ΣΕΚΕ (Κ) έχει συγκεκριμένη και ρεαλιστική πρόταση.
Με ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής του («Ριζοσπάστης», 22/2/1922), αφού υποστηρίζει ότι «μόνον το κόμμα μας είχε το θάρρος να διακηρύξει ότι ο μικρασιατικός πόλεμος είναι καταδικασμένος από τον ελληνικόν λαόν και ότι η συνέχισίς του πρόκειται να αποβή εις καταστροφήν ολοκλήρου της χώρας», προτείνει: «Δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από την κρίσιν παρά μόνον η κατάπαυσις του πολέμου και η άμεσος ειρήνη, καθώς και η διάλυσις της εθνοσυνελεύσεως, η οποία διά της στάσεώς της απεδείχθη αντίθετος προς την εντολήν την οποίαν έλαβεν».
«Μέσα σε αυτή την πρόταση του κόμματος της εργατικής τάξης συμπυκνώνεται η δυνατότητα υπέρβασης των αδιεξόδων, τα οποία δημιούργησαν με την πολιτική τους τόσο το κόμμα του Βενιζέλου όσο και τα βασιλικά κόμματα»14. Φυσικά, η πρόταση απορρίπτεται από τα κόμματα της αστικής τάξης. Η κυβέρνηση Γούναρη (αντιβενιζελικοί), έχοντας προ πολλού αθετήσει τις προεκλογικές της υποσχέσεις για παύση του πολέμου, συνεχίζει με αμείωτη ένταση τις πολεμικές επιχειρήσεις. Αποδεικνύουν ότι τα αστικά πολιτικά κόμματα έχουν μόνο ένα στόχο: Την καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων της άρχουσας τάξης και με αυτή την πυξίδα λειτουργούν.
Και σε τούτο πρέπει να προστεθεί η ταξική φορολογική πολιτική των βενιζελικών και αντιβενιζελικών κυβερνήσεων σε όλο το διάστημα του πολέμου, που φτάνει σε σημείο εξοργιστικό: Μένουν τελείως αφορολόγητα τα πολεμικά κέρδη εφοπλιστών, μεγαλεμπόρων και βιομηχάνων. «Τα διαδιδόμενα και καταλλήλως γραφόμενα εις όλας τας αστικάς εφημερίδας περί δήθεν φορολογίας του κεφαλαίου, δηλαδή των ανωνύμων εταιριών, τραπεζών, εφοπλιστών κτλ. είναι ψεύδη, ασύστολα», σημειώνει το ΣΕΚΕ (Κ)15.
Η τρομοκρατία όλη αυτή την περίοδο διογκώνεται. Η νέα κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη εξαπολύει τρομοκρατία με συλλήψεις, καταδίκες και φυλακίσεις. Τα μέτρα θα ξεπεράσουν κάθε προηγούμενο σε μαζικότητα και βιαιότητα. Στις αρχές Ιουλίου κλείνεται στις φυλακές Συγγρού ο διευθυντής του «Ριζοσπάστη» Γ. Πετσόπουλος. Τέσσερις μέρες αργότερα συλλαμβάνονται τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΕΚΕ (Κ) και της Διοίκησης της ΓΣΕΕ για αντιπολεμική δράση. Στο Μέτωπο η τρομοκρατία, επίσης, διογκώνεται. Συλλαμβάνονται στρατιώτες για την αντιπολεμική τους δράση. Είναι μέλη και οπαδοί της Κεντρικής Επιτροπής κομμουνιστών στρατιωτών του μετώπου. Είκοσι δύο στρατιώτες κλείνονται στις φυλακές της Σμύρνης, με την κατηγορία της «εσχάτης προδοσίας». Επρεπε να προετοιμαστεί ένα «άλλοθι» για την κατάρρευση του μετώπου16.
Το μέτωπο δεν άργησε να καταρρεύσει. Στις 13 Αυγούστου 1922, αρχίζει η αντεπίθεση του Κεμάλ. Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 27 Αυγούστου, οι Τούρκοι μπαίνουν στη Σμύρνη. Τα όσα επακολουθούν, οι συνέπειες αυτής της καταστροφής, ταλάνιζαν τη χώρα για δεκαετίες αργότερα.
Η ελληνική αστική τάξη ανέλαβε το ρίσκο της Μικρασιατικής Εκστρατείας, χωρίς να αγνοεί τους κινδύνους, με σκοπό, υπηρετώντας τα δικά της συμφέροντα σε συνδυασμό με την εξυπηρέτηση των σχεδίων και των συμφερόντων των ιμπεριαλιστών συμμάχων της - και κυρίως της Αγγλίας - να αποκομίσει κάποια οφέλη στο πλαίσιο του μεγαλοϊδεατισμού της. Και το πλήρωσε τραγικά ο ελληνικός λαός.
Από την πρώτη ημέρα εμφάνισης του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη σημειώθηκαν αναταραχές και εκδηλώθηκε, όπως προαναφέραμε, έμπρακτη τουρκική αντίσταση, με αποτέλεσμα την επομένη να λειτουργήσουν έκτακτα στρατοδικεία. Μέρα με τη μέρα η αντίσταση του τουρκικού λαού γιγαντωνόταν κι όσο αυτό συνέβαινε, τόσο έσφιγγε ο βρόχος γύρω από το λαιμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και των στρατευμένων παιδιών του ελληνικού λαού. Στο τέλος ήρθε μια καταστροφή που την έκτασή της κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί. Μια καταστροφή που οι ισχυροί του κόσμου δεν ενδιαφέρονταν να μετριάσουν, πολύ περισσότερο να αποτρέψουν17.
Για το ρόλο της Σοβιετικής Ρωσίας
Πριν κλείσουμε αυτό το σημείωμα, θα πρέπει να πούμε δύο λόγια για τη στάση της Σοβιετικής Ρωσίας18 εκείνη την περίοδο. Ο λόγος που το κάνουμε αυτό, είναι διότι ουκ ολίγοι καλοθελητές και υπερασπιστές της τυχοδιωκτικής πολιτικής, που ακολούθησαν τα αστικά κόμματα εκείνη την περίοδο, προβάλλουν ως μία απ' τις αιτίες για την Καταστροφή, τη «φιλοτουρκική στάση της Σοβιετικής Ρωσίας».
Λόγω του περιορισμένου χώρου - αλλά και διότι το συγκεκριμένο θέμα αποτελεί μια ξεχωριστή και ιδιαίτερα σημαντική παράμετρο της Μικρασιατικής Εκστρατείας - δε θα επεκταθούμε στο θέμα, παρά μόνο θα αναφέρουμε τρία βασικά συμπεράσματα, στα οποία καταλήγει το άρθρο «Ο ρόλος της Σοβιετικής Ρωσίας» στη Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή («Ρ» 28/8/2005):
«1. Η σοβιετική εξουσία, εφαρμόζοντας σωστά και δημιουργικά τις αποφάσεις της 3ης Διεθνούς, επιζητούσε την ειλικρινή φιλία με όλους τους λαούς, προσανατολιζόταν στην ειρηνική συνύπαρξη ανάμεσα σε κράτη με διαφορετικό κοινωνικό σύστημα και βοηθούσε τα εθνικοαπελευθερωτικά και αντιαποικιακά κινήματα.
2. Η αλληλεγγύη της Σοβιετικής Ρωσίας στον αγώνα του τουρκικού λαού δε συνιστούσε ανθελληνική ενέργεια. Ούτε οι μεσολαβητικές προσπάθειες της σοβιετικής λενινιστικής κυβέρνησης για αυτονόμηση της περιοχής της Σμύρνης και γενικότερα για τον έγκαιρο τερματισμό του πολέμου δήλωναν αντιτουρκικές προθέσεις ή και καιροσκοπισμό».
Αντί επιλόγου: Η Μικρασιατική Εκστρατεία ως πηγή συμπερασμάτων
Η συγκεκριμένη τραγική ιστορική περίοδος αποτελεί και πηγή για την άντληση χρήσιμων συμπερασμάτων για το λαϊκό κίνημα και την πάλη του στις σύγχρονες συνθήκες. Και το πρώτο από αυτά δεν είναι άλλο απ' το γεγονός ότι «τα ιμπεριαλιστικά κράτη μπροστά στα συμφέροντά τους γίνονται αδίστακτα απέναντι στους λαούς, σφάζουν, δολοφονούν, με τους πολέμους που εξαπολύουν, διαμελίζουν χώρες, καλλιεργούν τον εθνικισμό και το σοβινισμό, προκειμένου να επιβάλουν τον κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου, τη διεθνική εκμεταλλευτική δράση των μονοπωλίων. Μέσα από τα γεγονότα της Μικρασιατικής Εκστρατείας και Καταστροφής, φωτίζεται και η σύγχρονη πραγματικότητα, που διαμορφώνει η ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων στα Βαλκάνια, στην Εγγύς και στη Μέση Ανατολή, γενικότερα στο γεωγραφικό χώρο της "Ευρασίας"»19.
Ενα δεύτερο - εξίσου σημαντικό - συμπέρασμα είναι ότι «τα πολιτικά κόμματα της άρχουσας τάξης μπορεί να φαίνεται ότι αντιπολιτεύονται μεταξύ τους, εκμεταλλευόμενα τα προβλήματα και τις ανάγκες του λαού, εξαπατώντας τον ακόμη και με την κάλπικη προβολή λύσεων προς όφελός του, αλλά πάντα ασκούν την ίδια ακριβώς πολιτική για την πραγματοποίηση των συμφερόντων της άρχουσας τάξης. Τότε η αντιβενιζελική παράταξη, με το σύνθημα να σταματήσει ο πόλεμος, αντικατέστησε με τη λαϊκή ψήφο την κυβέρνηση Βενιζέλου. Αλλά ο πόλεμος συνεχίστηκε, γιατί αυτό ήθελε η άρχουσα τάξη. Να διεκδικήσει μερίδιο σ' έναν κατακτητικό άδικο ιμπεριαλιστικό πόλεμο από κοινού με τους συμμάχους της. Σήμερα συμμετέχει η άρχουσα τάξη στην ιμπεριαλιστική δράση στα Βαλκάνια, στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, συμμετείχε στον Πόλεμο του Κόλπου το 1990, με κυβερνήσεις τόσο του ΠΑΣΟΚ, όσο και της ΝΔ. Και, βεβαίως, και τα δύο κόμματα της άρχουσας τάξης ανταγωνίζονται ποιο από τα δύο μπορεί να εφαρμόσει την ευρωατλαντική πολιτική»20. Τέλος, μόνο η αντιμονοπωλιακή αντιιμπεριλιαστική δράση για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού μπορεί να δώσει διέξοδο σε όφελος του λαού.
1. ΚΟΜΕΠ 3/2000.
2. Στο ίδιο.
3. «Ρ» 20/5/2001.
4. «Ρ» 31/8/1997.
5. Στο ίδιο.
6. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», τόμος Α΄, σελ. 113-115.
7. «Ρ» 12/5/2002.
8. Στο ίδιο.
9. Για περισσότερες λεπτομέρειες βλέπε: «ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ: Η θέση και πραχτική Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΚΕ)», «Ρ» 20/8/2006. Το κείμενο αποτελεί εκτενές απόσπασμα από τη μελέτη του Πέτρου Πετράτου «Μικρασιατικός πόλεμος και ελληνικό εργατικό κίνημα» που δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Θέματα Ελληνικής Ιστορίας - Μαρξιστική προσέγγιση», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
10. Στο ίδιο.
11. Στο ίδιο.
12. «Ρ» 31/8/1997.
13. «Ρ» 20/8/2006.
14. Στο ίδιο.
15. Στο ίδιο.
16. Στο ίδιο.
17. «Ρ» 12/5/2002.
18. Για περισσότερες λεπτομέρειες βλέπε: «Ο ρόλος της Σοβιετικής Ρωσίας», «Ρ» 28/8/2005. Το κείμενο αποτελεί εκτενές απόσπασμα από τη μελέτη του Πέτρου Πετράτου «Μικρασιατικός πόλεμος και ελληνικό εργατικό κίνημα», που δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Θέματα Ελληνικής Ιστορίας - Μαρξιστική προσέγγιση», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
19. «Ρ» 28/8/2005.
20. Στο ίδιο.

Κώστας ΤΡΑΚΟΣΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: