«Ο άνθρακας δεν είναι ο εχθρός που έχουμε να αντιμετωπίσουμε»
δήλωσε πρόσφατα ο Αντρέα Κλαβαρίνο, πρόεδρος της ιταλικής ένωσης
ανθρακικής βιομηχανίας Assocarboni, αναδεικνύοντας μια διαφορετική
οπτική σε ένα θέμα που παρουσιάζει και άμεσο ελληνικό ενδιαφέρον.
Για να στηρίξει την άποψη αυτή, αναφέρθηκε στις σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις, που έχουν οδηγήσει στην ανάπτυξη συστημάτων μείωσης των εκπομπών. Βάσει αυτών, όπως υποστήριξε, ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος του άνθρακα σε όλο τον κύκλο ζωής του μπορεί να είναι αντίστοιχος με του φυσικού αερίου.
Έτσι λοιπόν, το πραγματικό δίπολο που στήνεται, σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, δεν είναι το «άνθρακας vs ΑΠΕ», αλλά το «άνθρακας vs φυσικό αέριο».
Δεν είναι τυχαίο ότι, από μεριάς της, και η ΔΕΗ δε χάνει την ευκαιρία να αναδείξει, με διάφορες αφορμές, εμφατικά τις επιπτώσεις της ενίσχυσης της παρουσίας του φυσικού αερίου στο μίγμα της ηλεκτροπαραγωγής.
Μάλιστα, στελέχη της ΔΕΗ υπογραμμίζουν ότι οι εθνικοί κλιματικοί στόχοι μπορούν να επιτευχθούν πολύ πιο εύκολα αν κάποιος δει τη συνολική εικόνα, που περιλαμβάνει σε πολύ μεγαλύτερη έκταση εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τη θέρμανση και τις μεταφορές παρά από την ηλεκτροπαραγωγή.
Στην κατεύθυνση αυτή, όπως υποστηρίζεται η μελλοντική διαμόρφωση του μίγματος της ηλεκτροπαραγωγής θα πρέπει να στηριχθεί σε παράγοντες όπως το κόστος, η διασφάλιση της επάρκειας και η μείωση της έκθεσης στους κινδύνους που ενέχουν τα εισαγόμενα καύσιμα. Υπό την έννοια αυτή, λιγνίτης, νερά και ΑΠΕ, ως κατ’εξοχήν εγχώριοι πόροι, μπορούν να διασφαλίσουν τις απαιτήσεις ηλεκτρικής ενέργειας. Παράλληλα, οι κλιματικοί στόχοι μπορούν να επιτευχθούν με ενίσχυση της διείσδυσης πιο καθαρών μορφών, έναντι του πετρελαίου που κυριαρχεί σήμερα, στους τομείς της θέρμανσης και των μεταφορών.
Ο προβληματισμός αυτός αντικειμενικά ενισχύεται από το γεγονός ότι σε Βαλκάνια και Τουρκία σχεδιάζονται νέες λιγνιτικές μονάδες, με αποτέλεσμα τα επόμενα χρόνια να είναι υπαρκτό το ενδεχόμενο η φθηνότερη παραγωγή ρεύματος από αυτές τις χώρες μέσω της ενισχυμένης λειτουργίας των διασυνδέσεων να αλλάξει σε μεγάλο βαθμό την εικόνα της ελληνικής αγοράς.
Η πρόταση της Assocarboni
Σε αντίστοιχο πνεύμα, άλλωστε, κινείται και η πρόταση που καταθέτει η Assocarboni. Σύμφωνα με αυτή, θα μπορούσαν να διαδοθούν πλατιά αυτές οι προαναφερθείσες τεχνολογίες και, ο άνθρακας, σε συνδυασμό με τη χρήση των ΑΠΕ, να οδηγήσει σε μείωση της χρήσης του φυσικού αερίου. Άλλωστε, όπως σημειώνει ο Κλαβαρίνο, το φυσικό αέριο είναι πιο ακριβό ενώ συχνά ανακύπτουν και ζητήματα σε σχέση με τη διασφάλιση του εφοδιασμού, όπως έχει δείξει και η πρόσφατη πείρα.
Σε μια τέτοια πορεία, έστω και με αποκλίνοντες ρυθμούς, κινούνται ήδη τόσο αναπτυγμένες, όσο και αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Ν. Κορέα, η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Ταϊβάν, η Τουρκία, οι ΗΠΑ και το Βιετνάμ.
Μάλιστα, στην ανάλυση που κάνουν οι Ιταλοί βιομήχανοι του άνθρακα, αναδεικνύονται και τα συγκριτικά πλεονεκτήματά του: το εγγυημένο χαμηλό κόστος, η διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας, η αρκετά ισομερής κατανομή των κοιτασμάτων σε όλο τον κόσμο.
Τα στοιχεία αυτά καθιστούν, σε αυτή την ανάλυση, τον άνθρακα ικανό ώστε, σε συνδυασμό με τις ΑΠΕ, που αντίστοιχα συγκεντρώνουν μια σειρά από αντίστοιχα πλεονεκτήματα, να στηρίξει τη βιώσιμη οικονομική και βιομηχανική ανάπτυξη του μέλλοντος σε ολόκληρο των κόσμο.
Θετικές οι προοπτικές για τον άνθρακα λόγω αναδυόμενων αγορών
Οι προαναφερθείσες δηλώσεις του Κλαβαρίνο ήρθαν σε συνέχεια της παρουσίασης των στοιχείων της Assocarboni, σύμφωνα με τα οποία το 40% της ηλεκτροπαραγωγής της Ιταλίας προήλθε πέρυσι από τη χρήση ανθρακικών καυσίμων, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ιταλικής ένωσης ανθρακικής βιομηχανίας.
Τα στοιχεία αυτά έρχονται να επιβεβαιώσουν μέσω ακόμα ενός παραδείγματος το ότι ο άνθρακας θα συνεχίσει να παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην ηλεκτροπαραγωγή και τα επόμενα χρόνια, παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα από διάφορες μεριές.
Μάλιστα, η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (International Energy Agency - IEA) υπολογίζει ότι το 36% του ενεργειακού μίγματος θα βασίζεται στον άνθρακα μέχρι το 2021.
Οι αισιόδοξες αυτές εκτιμήσεις για τον άνθρακα εν πολλοίς έχουν να κάνουν με τις σημαντικές ανακατατάξεις που συντελούνται διεθνώς και που πολλές φορές διαφεύγουν της προσοχής όσων αρθρώνουν δημόσιο λόγο για την «απανθρακοποίηση».
Κι αυτό γιατί συχνά το βλέμμα στρέφεται σε επιλεκτικά δεδομένα, με αποτέλεσμα να μεγεθύνεται η σημασία του ότι π.χ. καταγράφεται μείωση των εισαγωγών στην Ευρώπη, κυρίως λόγω της μείωσης στη Μεγάλη Βρετανία. Όμως, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι, μιλώντας με όρους υφηλίου, αυτή η τάση αντισταθμίζεται από τις αυξημένες εξαγωγές στις αγορές της ΝΑ Ασίας.
Μάλιστα, είναι εμφανής η μετατόπιση του ενδιαφέροντος προς τις συγκεκριμένες αγορές, δεδομένου ότι η ζήτηση άνθρακα ως καυσίμου για την ηλεκτροπαραγωγή στις λεγόμενες «αναδυόμενες» οικονομίες αυξάνει, τάση που δεν αναμένεται να ανακοπεί σύντομα.
ΠΗΓΗ: Energypress
Για να στηρίξει την άποψη αυτή, αναφέρθηκε στις σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις, που έχουν οδηγήσει στην ανάπτυξη συστημάτων μείωσης των εκπομπών. Βάσει αυτών, όπως υποστήριξε, ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος του άνθρακα σε όλο τον κύκλο ζωής του μπορεί να είναι αντίστοιχος με του φυσικού αερίου.
Έτσι λοιπόν, το πραγματικό δίπολο που στήνεται, σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, δεν είναι το «άνθρακας vs ΑΠΕ», αλλά το «άνθρακας vs φυσικό αέριο».
Δεν είναι τυχαίο ότι, από μεριάς της, και η ΔΕΗ δε χάνει την ευκαιρία να αναδείξει, με διάφορες αφορμές, εμφατικά τις επιπτώσεις της ενίσχυσης της παρουσίας του φυσικού αερίου στο μίγμα της ηλεκτροπαραγωγής.
Μάλιστα, στελέχη της ΔΕΗ υπογραμμίζουν ότι οι εθνικοί κλιματικοί στόχοι μπορούν να επιτευχθούν πολύ πιο εύκολα αν κάποιος δει τη συνολική εικόνα, που περιλαμβάνει σε πολύ μεγαλύτερη έκταση εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τη θέρμανση και τις μεταφορές παρά από την ηλεκτροπαραγωγή.
Στην κατεύθυνση αυτή, όπως υποστηρίζεται η μελλοντική διαμόρφωση του μίγματος της ηλεκτροπαραγωγής θα πρέπει να στηριχθεί σε παράγοντες όπως το κόστος, η διασφάλιση της επάρκειας και η μείωση της έκθεσης στους κινδύνους που ενέχουν τα εισαγόμενα καύσιμα. Υπό την έννοια αυτή, λιγνίτης, νερά και ΑΠΕ, ως κατ’εξοχήν εγχώριοι πόροι, μπορούν να διασφαλίσουν τις απαιτήσεις ηλεκτρικής ενέργειας. Παράλληλα, οι κλιματικοί στόχοι μπορούν να επιτευχθούν με ενίσχυση της διείσδυσης πιο καθαρών μορφών, έναντι του πετρελαίου που κυριαρχεί σήμερα, στους τομείς της θέρμανσης και των μεταφορών.
Ο προβληματισμός αυτός αντικειμενικά ενισχύεται από το γεγονός ότι σε Βαλκάνια και Τουρκία σχεδιάζονται νέες λιγνιτικές μονάδες, με αποτέλεσμα τα επόμενα χρόνια να είναι υπαρκτό το ενδεχόμενο η φθηνότερη παραγωγή ρεύματος από αυτές τις χώρες μέσω της ενισχυμένης λειτουργίας των διασυνδέσεων να αλλάξει σε μεγάλο βαθμό την εικόνα της ελληνικής αγοράς.
Η πρόταση της Assocarboni
Σε αντίστοιχο πνεύμα, άλλωστε, κινείται και η πρόταση που καταθέτει η Assocarboni. Σύμφωνα με αυτή, θα μπορούσαν να διαδοθούν πλατιά αυτές οι προαναφερθείσες τεχνολογίες και, ο άνθρακας, σε συνδυασμό με τη χρήση των ΑΠΕ, να οδηγήσει σε μείωση της χρήσης του φυσικού αερίου. Άλλωστε, όπως σημειώνει ο Κλαβαρίνο, το φυσικό αέριο είναι πιο ακριβό ενώ συχνά ανακύπτουν και ζητήματα σε σχέση με τη διασφάλιση του εφοδιασμού, όπως έχει δείξει και η πρόσφατη πείρα.
Σε μια τέτοια πορεία, έστω και με αποκλίνοντες ρυθμούς, κινούνται ήδη τόσο αναπτυγμένες, όσο και αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Ν. Κορέα, η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Ταϊβάν, η Τουρκία, οι ΗΠΑ και το Βιετνάμ.
Μάλιστα, στην ανάλυση που κάνουν οι Ιταλοί βιομήχανοι του άνθρακα, αναδεικνύονται και τα συγκριτικά πλεονεκτήματά του: το εγγυημένο χαμηλό κόστος, η διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας, η αρκετά ισομερής κατανομή των κοιτασμάτων σε όλο τον κόσμο.
Τα στοιχεία αυτά καθιστούν, σε αυτή την ανάλυση, τον άνθρακα ικανό ώστε, σε συνδυασμό με τις ΑΠΕ, που αντίστοιχα συγκεντρώνουν μια σειρά από αντίστοιχα πλεονεκτήματα, να στηρίξει τη βιώσιμη οικονομική και βιομηχανική ανάπτυξη του μέλλοντος σε ολόκληρο των κόσμο.
Θετικές οι προοπτικές για τον άνθρακα λόγω αναδυόμενων αγορών
Οι προαναφερθείσες δηλώσεις του Κλαβαρίνο ήρθαν σε συνέχεια της παρουσίασης των στοιχείων της Assocarboni, σύμφωνα με τα οποία το 40% της ηλεκτροπαραγωγής της Ιταλίας προήλθε πέρυσι από τη χρήση ανθρακικών καυσίμων, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ιταλικής ένωσης ανθρακικής βιομηχανίας.
Τα στοιχεία αυτά έρχονται να επιβεβαιώσουν μέσω ακόμα ενός παραδείγματος το ότι ο άνθρακας θα συνεχίσει να παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην ηλεκτροπαραγωγή και τα επόμενα χρόνια, παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα από διάφορες μεριές.
Μάλιστα, η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (International Energy Agency - IEA) υπολογίζει ότι το 36% του ενεργειακού μίγματος θα βασίζεται στον άνθρακα μέχρι το 2021.
Οι αισιόδοξες αυτές εκτιμήσεις για τον άνθρακα εν πολλοίς έχουν να κάνουν με τις σημαντικές ανακατατάξεις που συντελούνται διεθνώς και που πολλές φορές διαφεύγουν της προσοχής όσων αρθρώνουν δημόσιο λόγο για την «απανθρακοποίηση».
Κι αυτό γιατί συχνά το βλέμμα στρέφεται σε επιλεκτικά δεδομένα, με αποτέλεσμα να μεγεθύνεται η σημασία του ότι π.χ. καταγράφεται μείωση των εισαγωγών στην Ευρώπη, κυρίως λόγω της μείωσης στη Μεγάλη Βρετανία. Όμως, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι, μιλώντας με όρους υφηλίου, αυτή η τάση αντισταθμίζεται από τις αυξημένες εξαγωγές στις αγορές της ΝΑ Ασίας.
Μάλιστα, είναι εμφανής η μετατόπιση του ενδιαφέροντος προς τις συγκεκριμένες αγορές, δεδομένου ότι η ζήτηση άνθρακα ως καυσίμου για την ηλεκτροπαραγωγή στις λεγόμενες «αναδυόμενες» οικονομίες αυξάνει, τάση που δεν αναμένεται να ανακοπεί σύντομα.
ΠΗΓΗ: Energypress
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου