Εκείνη την εποχή -πόσο παλιά ήταν;- συνάζονταν όχι πια στο δήμο, αλλά σε αίθουσες με πολύ καπνό και πυκνές ιδέες.
Μιλούσαν ρήτορες πειστικοί και άλλοι που απλώς επαναλάμβαναν τους προηγούμενους. Και άλλοι, που συμφωνούσαν με τους προλαλήσαντες. Κρινόταν ίσως ένα μέλλον κάθε φορά. Κι ό,τι είχαν να πουν, τα πολύλογα, ήταν πολύ σημαντικά.
Έξω, στην αγορά, κυκλοφορούσαν οι πολίτες, ψώνιζαν ανύποπτοι, στέκονταν να συζητήσουν για τις τιμές, κάπου-κάπου κάποιος γδούπος ενός άνεργου ή χρεοκοπήσαντος σώματος διέκοπτε τη ροή του δρόμου, αλλά για πολύ λίγο, αμέσως μετά την αποκομιδή του σώματος η βουή επανερχόταν, καμιά φορά μιλούσαν ανήσυχοι για κάποια σημάδια από βορρά, πως επικίνδυνες συγκεντρώσεις βαρβάρων παρατηρούνται, αλλά και πάλι ύστερα από τις διαπιστώσεις ξαναγύριζε η βουή.
Κι εν τω μεταξύ, μέσα συνεχιζόταν η συζήτηση. Οι φλογεροί ρήτορες, οι συμφωνούντες με τους προλαλήσαντες, οι διαφωνούντες με τους προηγούμενους, εκείνοι που επαναλάμβαναν τους προηγούμενους κ.ο.κ.
Απορροφημένοι από τις αναμετρήσεις των λέξεων τους, γοητευμένοι από την ευφράδεια τους, οι ρήτορες, είχαν μια ευγενική προσήλωση στις λέξεις τους, που σχεδόν σε συγκινούσε. Εξ ου και που σχεδόν ομόφωνα εγκρίθηκαν τα ψηφίσματα. Το πρώτο, το δεύτερο, το τρίτο. Με κάποιες ανεπαίσθητες διαφωνίες.
Κάποιους που κάνανε θόρυβο από τη γαλαρία προσπαθώντας κάτι να πουν, ή λέγοντας αυτό που προσπαθούσαν, δεν τους έδωσαν και πολύ σημασία. Τους κάλυψε η ευφράδεια της ρητορικής.
Μετά το πέρας των εργασιών, είχε προχωρήσει και πολύ η ώρα, (πόσο τους απορρόφησε η γοητεία των λόγων!) δέχτηκαν συγχαρητήρια για την επιτυχία τους, συγχαρήκανε κι αυτοί τον εαυτό τους γιατί ανταπεξήλθαν επαρκώς.
Μιά δόξα ίπτατο στην αίθουσα αναζητώντας το μέτωπο των θριαμβευτών να το στεφανώσει. Κι εκείνοι ευχαριστημένοι αφήνονταν στις θωπείες των επαίνων. Τόσος κόπος βρήκε αντίκρυσμα. Δεν πήγαν χαμένες οι πάμπολλες μοναχικές ημέρες και νύχτες στη μελέτη, οι αγωνίες, οι πρόβες της ομιλίας, οι τόσες άλλες προετοιμασίες.
Για μια ακόμα φορά αναμετρήθηκαν με την Ιστορία και ανταποκρίθηκαν.
Ευτυχισμένοι πια, μπορούν να γυρίσουν σπίτι, έχουν δικαίωμα κι αυτοί, τόσα κάνουν για τους άλλους, να χαρίσουν στον εαυτό τους ένα ερωτικό σώμα, μια ανάπαυση, ένα καλό τραπέζι, μια ευωχία.
Μάζεψαν χαρτιά, χαμόγελα, δάφνινα στεφάνια και αναχώρησαν.
Έξω που βγήκαν είχε κοπάσει ο θόρυβος της αγοράς, κανείς πολίτης δεν κυκλοφορούσε, κανείς δεν περίμενε να υποδεχτεί τους νικητές.
Έξω τους περίμενε ο Αννίβας με τους βαρβάρους του.
Η πόλη είχε πέσει την ώρα που εκείνοι δοξάζονταν.
(Μα, δεν υπήρξε κανείς να τους ειδοποιήσει;).
από: - Kommon
Μιλούσαν ρήτορες πειστικοί και άλλοι που απλώς επαναλάμβαναν τους προηγούμενους. Και άλλοι, που συμφωνούσαν με τους προλαλήσαντες. Κρινόταν ίσως ένα μέλλον κάθε φορά. Κι ό,τι είχαν να πουν, τα πολύλογα, ήταν πολύ σημαντικά.
Έξω, στην αγορά, κυκλοφορούσαν οι πολίτες, ψώνιζαν ανύποπτοι, στέκονταν να συζητήσουν για τις τιμές, κάπου-κάπου κάποιος γδούπος ενός άνεργου ή χρεοκοπήσαντος σώματος διέκοπτε τη ροή του δρόμου, αλλά για πολύ λίγο, αμέσως μετά την αποκομιδή του σώματος η βουή επανερχόταν, καμιά φορά μιλούσαν ανήσυχοι για κάποια σημάδια από βορρά, πως επικίνδυνες συγκεντρώσεις βαρβάρων παρατηρούνται, αλλά και πάλι ύστερα από τις διαπιστώσεις ξαναγύριζε η βουή.
Κι εν τω μεταξύ, μέσα συνεχιζόταν η συζήτηση. Οι φλογεροί ρήτορες, οι συμφωνούντες με τους προλαλήσαντες, οι διαφωνούντες με τους προηγούμενους, εκείνοι που επαναλάμβαναν τους προηγούμενους κ.ο.κ.
Απορροφημένοι από τις αναμετρήσεις των λέξεων τους, γοητευμένοι από την ευφράδεια τους, οι ρήτορες, είχαν μια ευγενική προσήλωση στις λέξεις τους, που σχεδόν σε συγκινούσε. Εξ ου και που σχεδόν ομόφωνα εγκρίθηκαν τα ψηφίσματα. Το πρώτο, το δεύτερο, το τρίτο. Με κάποιες ανεπαίσθητες διαφωνίες.
Κάποιους που κάνανε θόρυβο από τη γαλαρία προσπαθώντας κάτι να πουν, ή λέγοντας αυτό που προσπαθούσαν, δεν τους έδωσαν και πολύ σημασία. Τους κάλυψε η ευφράδεια της ρητορικής.
Μετά το πέρας των εργασιών, είχε προχωρήσει και πολύ η ώρα, (πόσο τους απορρόφησε η γοητεία των λόγων!) δέχτηκαν συγχαρητήρια για την επιτυχία τους, συγχαρήκανε κι αυτοί τον εαυτό τους γιατί ανταπεξήλθαν επαρκώς.
Μιά δόξα ίπτατο στην αίθουσα αναζητώντας το μέτωπο των θριαμβευτών να το στεφανώσει. Κι εκείνοι ευχαριστημένοι αφήνονταν στις θωπείες των επαίνων. Τόσος κόπος βρήκε αντίκρυσμα. Δεν πήγαν χαμένες οι πάμπολλες μοναχικές ημέρες και νύχτες στη μελέτη, οι αγωνίες, οι πρόβες της ομιλίας, οι τόσες άλλες προετοιμασίες.
Για μια ακόμα φορά αναμετρήθηκαν με την Ιστορία και ανταποκρίθηκαν.
Ευτυχισμένοι πια, μπορούν να γυρίσουν σπίτι, έχουν δικαίωμα κι αυτοί, τόσα κάνουν για τους άλλους, να χαρίσουν στον εαυτό τους ένα ερωτικό σώμα, μια ανάπαυση, ένα καλό τραπέζι, μια ευωχία.
Μάζεψαν χαρτιά, χαμόγελα, δάφνινα στεφάνια και αναχώρησαν.
Έξω που βγήκαν είχε κοπάσει ο θόρυβος της αγοράς, κανείς πολίτης δεν κυκλοφορούσε, κανείς δεν περίμενε να υποδεχτεί τους νικητές.
Έξω τους περίμενε ο Αννίβας με τους βαρβάρους του.
Η πόλη είχε πέσει την ώρα που εκείνοι δοξάζονταν.
(Μα, δεν υπήρξε κανείς να τους ειδοποιήσει;).
από: - Kommon
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου