Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 9 Ιουλίου 2018

Κατερίνα Γώγου – Η ποίηση της οργής

 

 Κόκκινο Τετράδιο

Σε ενοχοποιούν
όχι τόσο οι πράξεις σου
σε ενοχοποιούν οι σκέψεις
οι σχέσεις σου
κάτι χαμόγελα που έσβησες
κάτι μαλακισμένες εικόνες που κουβαλάς
σχεδόν ηλιοβασίλεμα. Σε ενοχοποιεί η αθωότητά σου
και αυτά που της χρωστάς.
Κάτι λάθη
και κάτι πάθη. Και έτσι είσαι ζωγραφισμένος
σ’ ένα κόκκινο μπαλόνι που ανεβαίνει
δε μιλάει
ανεβαίνει πάνω απ’ την πόλη. Εσύ Τζιμάκο, πήγες
θα’ φαγες ραδίκια
αλλά τώρα κανείς σας δεν είναι…
Κόμπος πατέρα…
Κι εγώ βρούβες και βρούβες και βρούβες. Και πάλι μάσησα
πως έχω εσάς
να μην κλαίω – και ούτε ΑΝΑ-σφάλειες.
Η Κατερίνα είμαι, μωρέ.
Πού στην ευχή είσαστε; Πού, ρε;

H Kατερίνα Γώγου, η “οργισμένη ποιήτρια των Εξαρχείων”, γεννήθηκε την 1η Ιουνίου του 1940 στην Αθήνα. Ξεκίνησε την καριέρα της ως ηθοποιός και αργότερα στράφηκε στην ποίηση. Οι στίχοι της μιλάνε για τους ανθρώπους, τους φίλους, την εκμετάλλευση, τα αδιέξοδα, τους χαμένους αγώνες. Αντισυμβατική και επαναστάτρια, χαμένη στους προσωπικούς της δαίμονες, αλλά πάντα ελεύθερη, η Κατερίνα Γώγου άφησε πίσω της μια σειρά ποιημάτων που έχουν γίνει τραγούδια, συνθήματα στους τοίχους, έχουν εμπνεύσει και συνεχίζουν να μας συγκινούν.

Η γλώσσα της υπήρξε σκληρή και καταγγελτική, ενώ το αίσθημα οργής δεν έπαψε ποτέ να συντροφεύει τις λέξεις της.
Η Κατερίνα Γώγου έπαιξε από μικρή ηλικία σε παιδικούς θεατρικούς θιάσους, ενώ σε ηλικία μόλις 12 ετών εμφανίστηκε για πρώτη φορά στον κινηματογράφο, στο έργο του Αλέκου Σακελλάριου, «Ο Άλλος». Το 1977, η Κατερίνα κέρδισε το βραβείο ερμηνείας Α΄ Γυναικείου Ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το ρόλο της στην ταινία «Βαρύ Πεπόνι». Λίγα χρόνια μετά, αφοσιώθηκε αποκλειστικά στην ποίηση.

image-ashx

Οι φίλοι της ήταν ”μαύρα πουλιά”. Ο Νικόλας ο Άσιμος, ο Παύλος ο Σιδηρόπουλος κι εκείνη αποτελούσαν την “Καταραμένη Αγία Τριάδα“. Συχνάζει και ζει στα Εξάρχεια.

“Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μετς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών
φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν ερήμους
διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
επαγγελματίες επαναστάτες
παλιά τους στρίμωξαν και τα κατέβασαν
τώρα παίρνουν χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται.
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια Βικτώρια Κουκάκι Γκύζη.
Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια μανταλάκια
τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων δανεικά φουστάνια
σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες
απειλητικές σιωπές κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες καθυστέρηση
το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή.
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δική σας μόνο για γλύψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.
Οι φίλοι μου… “.

tumblr_ncvpjxuamw1rrh837o1_500

Η ποίησή της, κατάστιχτη από ένα βαθύ αίσθημα ματαιότητας και οργής που δεν έπαψε να τη συντροφεύει, μιλά «για τον εαυτό μου, από αγανάκτηση για το κακό και από αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή».

Το άδικο του κόσμου της σκίζει τη σάρκα. Ανήσυχο και ασυμβίβαστο πνεύμα, τάσσεται στο πλευρό των αδικημένων και των περιθωριοποιημένων. Η πένα της έχει ακριβώς αυτό το σκοπό. Να καταγγείλει το σάπιο σύστημα.

«Αισθανόμουνα μια μουγκαμάρα. Επικοινωνία από πουθενά, από τίποτα. Είχαν πονέσει οι μασέλες μου από το να μη μιλάω. Κι όταν άρχισα να γράφω, νόμισα ότι θα σπάσει το στιλό. Τόσο πάθος είχα γι’ αυτά που ήθελα να πω. Δεν ξέρω πώς γράφουν οι άλλοι. Εγώ ζούσα και έγραφα», έλεγε σε μια παλιά συνέντευξή της στην Ελευθεροτυπία.

Υπηρέτησε την επαναστατική, στρατευμένη ποίηση.

“Καμιά φορά ανοίγει η πόρτα σίγα σιγά και μπαίνεις.
Φοράς άσπρο κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια. Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου
72 φράγκα και φεύγεις.
Έχω μείνει στη θέση που μ’ άφησες
για να με ξαναβρεις.
Όμως πρέπει νά ‘χει περάσει πολύς καιρός
γιατί τα νύχια μου μακρύνανε
κι οι φίλοι (μου) με φοβούνται.
Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες
έχω χάσει την φαντασία μου
κι όταν ακούω «Κατερίνα» τρομάζω.
Νομίζω πως πρέπει να καταδώσω κάποιον.

Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον
που λέγανε πως είσαι συ.
Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες,
γιατί γράψανε πως σου ρίξανε στα πόδια.
Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια.
Στο μυαλό είναι ο Στόχος,
το νου σου ε;”

gogou2

Η γλώσσα της υπήρξε σκληρή, καταγγελτική και αγωνιώδης, ενώ η ίδια η Κατερίνα φανέρωνε συχνά την ιδεολογική συγγένειά της με το χώρο της αναρχίας, αλλά και την αλληλεγγύη της σε πολιτικούς και ποινικούς κρατουμένους, για την όποια, άλλωστε, συνελήφθη και ανακρίθηκε αρκετές φορές.

«Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ είναι μη γίνω “ποιητής”. Μην κλειστώ στο δωμάτιο ν’ αγναντεύω τη θάλασσα κι απολησμονήσω. Μην κλείσουνε τα ράμματα στις φλέβες μου κι από θολές αναμνήσεις και ειδήσεις της ΕΡΤ μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις. Μη με αποδεχτεί η ράτσα που μας έλειωσε για να με χρησιμοποιήσει. Μη γίνουνε τα ουρλιαχτά μου μουρμούρισμα για να κοιμίζω τους δικούς μου. Μη μάθω μέτρο και τεχνική και κλειστώ μέσα σε αυτά για να με τραγουδήσουν» έγραφε.

«Όταν έφτιαχνε ένα πύργο της άρεσε να του ρίχνει μια σπρωξιά και να τον γκρεμίζει. Έχτιζε ένα όνομα στο θέατρο και της άρεσε να το γκρεμίζει. Έχτιζε μια σχέση και της άρεσε να την γκρεμίζει. Ένιωθε ότι θα θεωρηθεί «βολεμένη» και δεν της άρεσε αυτό», έχει πει ο αδερφός της.

2080_1087200463015_524_n

Οι ποιητικές συλλογές που εξέδωσε ήταν: “Τρία Κλικ Αριστερά” (1978), “Ιδιώνυμο” (1980), “Το ξύλινο παλτό” (1982) , “Απόντες” (1986), και “Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών” (1988). Οι στίχοι της αποκαλύπτουν τα προσωπικά της αδιέξοδα και την εσωτερική αγωνία που τη βασάνιζε, αφήνουν ωστόσο πάντοτε ένα μήνυμα ελπίδας και δύναμης για αυτούς που συνεχίζουν να αγωνίζονται.

Θα’ ρθεί καιρός που θα αλλάξουν τα πράγματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
-μη βλέπεις εμένα- μην κλαις. Εσύ είσαι η ελπίδα.
Άκου θα’ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
Δε θα υπάρχουνε πόρτες κλειστές
με γερμένους απέξω.
Και τη δουλειά θα τη διαλέγουμε
δε θα’μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι -σκέψου!- θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες.
Να φυλάξεις μονάχα
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις και έννοιες σαν και αυτές
απροσάρμοστοι – καταπίεση – μοναξιά – τιμή – κέρδος – εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι Μαρία -δε θέλω να λέω ψέματα- δύσκολοι καιροί.
Και θα έρθουνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω -μην περιμένεις και από μένα πολλά-
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω μόνο:
“Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος”!
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!
Παρ’ όλα αυτά Μαρία.

Τα σύνορα της πατρίδας μου

Τα σύνορα της πατρίδας μου αρχίζουνε
απ τα ψητοπωλεία του Μινιόν
περνάνε από τα καμένα ξύλα του Περοκέ και πέρα …
Η ζωή από κει παίζει βρώμικο ξύλο με τη ζωή
στριμώγνει τα καλύτερα παιδιά της σε φαγωμένες σκάλες
τους στρώνει στο ” Θανάση ” σημαδεμένη τράπουλα από χέρι
τους περνάει μπρασελέ και ματωμένους σουγιάδες
και μπότες γυαλιστερές πορτοκαλιές με 10 πόντους τακούνι
Ζόρικο αντριλίκι τα γεννητικά τους όργανα
τα Άγια των Αγίων κι αλλιώτικο φιλότιμο
ώσπου μια μέρα – Παρασκευή μπορεί –
τους ρίχνει από κοντά επιδέξιους κώλους
καρφώνουνε τον αντρισμό τους
τους φέρνει καπάκι
κι ύστερα ευνουχισμένοι με τη γλώσσα κολλημένη στον ουρανίσκο
με το μαντήλι που σκουπίστηκαν
ένα με την καφέ του ρίγα περιθώριο γύρω γύρω
πνίγουν με ισόβια
φωταγωγημένα καράβια εφοπλιστικά κεφάλαια ξωτικές
θάλασσες Παναμαικές σημαίες χρεωμένες τραγουδίστριες
και τα δικά τους ταξίδια στη θάλασσα με καρπουζόφλουδες
το ξεχειλωμένο μαγιώ απ το περίπτερο
και την τσατσάρα – πουτάνα ζωή – μαγκιά τους στο πλάι
– κανείς δεν ξέρει
– κανείς δεν είδε
19 20 21 χρονώ και τέλος .

%ce%b3%cf%89

Την αποκάλεσαν “Μαγιακόφσκι της Πλατείας Εξαρχείων”. Μα όπως θα ‘λεγε κι ο αγαπημένος της πρίγκηπας, ο Παύλος ”Τι να τις κάνει τις τιμές τους, τα λόγια τα θεατρικά..”. Οι δικοί της ήρωες είναι αλκοολικοί, επαναστάτες, ασύμβατοι, είναι τα παιδιά που μεγάλωναν στο δρόμο, τα παιδιά που ‘σέρναν οι μπάτσοι για εξακρίβωση, οι πόρνες, οι αντάρτες. Για αυτούς και για την ίδια έγραφε. Κι όταν γεννήθηκε η Μυρτώ, έγραφε και για τη Μυρτώ. Δεν ήθελε να της κάνει κακό. Ω η Μυρτώ της δεν έπρεπε να μελαγχολήσει όπως η Κατερίνα.

Με το κεφάλι θρύψαλα
από τη μέγγενη των παζαριών σας
την ώρα της αιχμής
και κόντρα στο ρεύμα
θ’ ανάψω μια μεγάλη φωτιά. Κι εκεί θα ρίξω
όλα τα Μαρξιστικά βιβλία
έτσι που να μη μάθει ποτέ η Μυρτώ
τα αίτια του θανάτου μου. Μπορείτε να της πείτε
πως δεν άντεξα την άνοιξη
ή πως πέρασα με κόκκινο
ναι.. αυτό είναι πιο πιστευτό. Με κόκκινο αυτό να πείτε
με κόκκινο..με κόκκινο
αυτό να πείτε… Αυτό είναι πιο πιστευτό
με κόκκινο.. αυτό να πείτε
με κόκκινο, με κόκκινο
αυτό να πείτε.
Με κόκκινο, με κόκκινο,
με κόκκινο.

Η Κατερίνα Γώγου αυτοκτόνησε σε ηλικία 53 ετών στις 3 Οκτωβρίου του 1993, λαμβάνοντας υπερβολική δόση χαπιών και αλκοόλ. Δεν μπορούσε να αντέξει άλλο τον κόσμο γύρω της που την έκανε να ασφυκτιά απελπιστικά.

Υπερασπίζομαι την αναρχία

Μη με σταματάς. Ονειρεύομαι.
Ζήσαμε σκυμμένοι αιώνες αδικίας.
Αιώνες μοναξιάς.
Τώρα μη. Μη με σταματάς.
Τώρα κι εδώ για πάντα και παντού.
Ονειρεύομαι ελευθερία.
Μέσα απ’ του καθένα
την πανέμορφη ιδιαιτερότητα
ν’ αποκαταστήσουμε
του Σύμπαντος την Αρμονία.
Ας παίξουμε. Η γνώση είναι χαρά.
Δεν είναι επιστράτευση απ’ τα σχολεία
Ονειρεύομαι γιατί αγαπώ.
Μεγάλα όνειρα στον ουρανό.
Εργάτες με δικά τους εργοστάσια
συμβάλουν στην παγκόσμια σοκολατοποιία.
Ονειρεύομαι γιατί ΞΕΡΩ και ΜΠΟΡΩ.
Οι τράπεζες γεννάνε τους «ληστές».
Οι φυλακές τους «τρομοκράτες»
Η μοναξιά τους «απροσάρμοστους».
Το προϊόν την «ανάγκη»
Τα σύνορα τους στρατούς
Όλα η ιδιοχτησία.
Βία γεννάει η Βία.
Μη ρωτάς. Μη με σταματάς.
Είναι τώρα ν’ αποκαταστήσουμε
του ηθικού δικαίου την υπέρτατη πράξη.

Να κάνουμε ποίημα τη Ζωή.
Και τη Ζωή πράξη.
Είναι ένα όνειρο που μπορώ μπορώ μπορώ
Σ’ ΑΓΑΠΩ
και δεν με σταματάς δεν ονειρεύομαι. Ζω.
Απλώνω τα χέρια
στον Ερωτά στην αλληλεγγύη
στην Ελευθερία.
Όσες φορές χρειαστεί κι απ’ την αρχή.
Υπερασπίζομαι την ΑΝΑΡΧΙΑ…

gvgouhttp://m.gwgou.page.tl/.htm

αναδημοσίευση από:  – Κόκκινο Τετράδιο

Δεν υπάρχουν σχόλια: