Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2018

Διερευνώντας την ήττα και τους όρους της αντεπίθεσης

Της Μαρίας Παναγοπούλου 

 Η επίθεση που δεχόμαστε εκδηλώνεται σε δύο μέτωπα: το οικονομικο-πολιτικό και το ψυχο-νοητικό. Αξίζει να ασχοληθούμε με το δεύτερο.

Οι κυριότεροι επιβαρυντικοί παράγοντες που μπορεί κανείς να εντοπίσει στο ψυχο-νοητικό πεδίο είναι:

α) έλλειμμα σφαιρικής μόρφωσης:
Υποβάθμιση παιδείας (ταξικότητα εκπαίδευσης /απαξίωση δημόσιας παιδείας, υποβάθμιση ανθρωπιστικών σπουδών παγκοσμίως, αντίληψη μόρφωσης ως εργαλείου αντί ως αυταξίας).
Αμάθεια: Χτυπητό παράδειγμα είναι το συνομωσιολογικό, αντι-επιστημονικό και επικίνδυνο για τη δημόσια υγεία «κίνημα» των αντιεμβολιαστών. Ακόμη σοβαρότερη είναι ωστόσο η μη εξοικείωση μεγάλης μερίδας του κόσμου με τη θεωρία της εξέλιξης: Στη σκέψη πολλών ανθρώπων δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο πώς μπορεί να προέκυψε όλος ο οργανικός κόσμος και κυρίως πώς μπορεί να δημιουργήθηκε ο ανθρώπινος εγκέφαλος –το πιο πολύπλοκο αντικείμενο στο γνωστό σύμπαν- χωρίς την παρεμβολή μιας εξωτερικής, υπερκείμενης βούλησης. Κι αυτό με τη σειρά του είναι η πιο γερή θεμελίωση μιας ψυχολογίας κηδεμόνευσης. (Η συντονισμένη προσπάθεια, μερικές δεκαετίες τώρα, να διδάσκεται ο «δημιουργισμός» ισότιμα με την εξέλιξη σε αμερικανικά πανεπιστήμια, δε μοιάζει καθόλου τυχαία κίνηση).

Επίμονος ανορθολογισμός (π.χ. άποψη για όλα χωρίς προηγούμενη μελέτη, εύκολες γενικεύσεις, αδυναμία διαλόγου) -που αν χρειασθεί υπερασπίζεται τον εαυτό του σαν δείγμα ανυπότακτου χαρακτήρα.

β) απο-πολιτικοποίηση: Όταν ξέσπασε η κρίση βρήκε την πλειοψηφία του κόσμου σε διαζύγιο με την ιδέα της συλλογικής οργάνωσης. Κι αν αυτό πρέπει κατά ένα μέρος να καταλογισθεί στις ανεπάρκειες ή στρεβλώσεις των πολιτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων, κατά ένα άλλο μέρος αποτελεί καρπό της συστηματικής υπονόμευσης που είχε ξεδιπλωθεί χοντρικά τις δύο προηγούμενες δεκαετίες. Τα Μ.Μ.Ε. –με τη σαρωτική δύναμή τους να διαμορφώνουν συνειδήσεις- εξασφάλισαν την κυριαρχία ενός αφασικού βιοτικού μοντέλου, όπως ταίριαζε στο –πανηγυρικά εξαγγελμένο- τέλος των ιδεολογιών: ιδιώτευση, προσήλωση στην επιφάνεια των πραγμάτων, κουλτούρα της ευκολίας και της «θετικής ενέργειας», «θρησκεία» της ατομικής ευεξίας.

γ) αντικειμενική αδυναμία εποπτείας στην τεχνολογική /οικονομική διάρθρωση του κόσμου μας: Το σύστημα είναι τόσο ανεπτυγμένο και περίπλοκο, και οι ζωές μας τόσο γερά δεμένες με αυτό, ώστε το δόγμα «There Is No Alternative» να φαντάζει τρομακτικά πειστικό. Ο αντίλογος μοιάζει αδύνατο να αρθρωθεί βάσιμα· κι όλοι μας καλούμαστε να δεχθούμε, σαν αδαείς, ακατανόητες αναγκαιότητες· ενώ όποιος αντιδρά θεωρείται ανώριμος και οπισθοδρομικός.
δ) ψηφιακή /διαδικτυακή συνθήκη -με σημαντικές επιδράσεις στους τρόπους αντίληψης και συμπεριφοράς: Π.χ. η σοσιαλμιντιακή επικοινωνία –άμεση σαν προφορική συζήτηση, αλλά διαμεσολαβημένη αφού γίνεται γραπτώς· χωρίς φυσική παρουσία, αλλά στημένη σαν δημόσια εκδήλωση- εξασκεί στη σκέψη με όρους «άσπρο-μαύρο», στον κανιβαλισμό (οι διαφωνίες διεξάγονται σαν σε αρένα), στην άμεση έκφραση γνώμης για οτιδήποτε χωρίς περιθώριο για αναστοχασμό, σε μια στρεβλή ανατροφοδότηση των τρόπων αλληλεπίδρασης. Από την άλλη, οι χαοτικές προοπτικές της σύνθεσης πεδίων όπως η γενικευμένη διαδικτύωση, η προοδευτική ψηφιοποίηση «τόπων» της ανθρώπινης δραστηριότητας και η τεχνητή νοημοσύνη, συμφιλιώνουν τον καθένα μας με μια συνθήκη πρωτόγνωρης απώλειας ελέγχου. Εξάλλου, η καθημερινή ενημέρωση μετατρέπεται σε αβέβαιο –και συχνά ανούσιο- κολύμπι σε μια σούπα «πληροφορίας». Αυτά -και πολλά άλλα- δεν είναι ασφαλώς ζητήματα που αντιμετωπίζονται με εξορκισμούς, αλλά με μελέτη. –Η ψηφιακή /διαδικτυακή τεχνολογία αποτελεί κομμάτι του κόσμου μας. Και ζητούμενο είναι να την αξιοποιήσουμε χωρίς να μας καταπιεί.

ε) ψυχολογική «υπονόμευση»: Το δόγμα της απουσίας εναλλακτικών (Τ.Ι.Ν.Α.) είναι εντελώς ασύμβατο με την ανθρώπινη ταυτότητα. Και η κυριαρχία του –που στη χώρα μας γιγαντώθηκε με τη μεταστροφή σύριζα- φέρνει στον κόσμο ένα καταστροφικό ψυχικό μούδιασμα. Και το κερασάκι στην τούρτα είναι το –μεταφυσικής χροιάς- αφήγημα συλλογικής ενοχής, με το οποίο μας μπούκωσαν τα κυρίαρχα μέσα, για να μας εξηγήσουν την κρίση: Οι Έλληνες είμαστε τεμπέληδες /κακοπληρωτές /ψώνια /ανώριμοι κ.λπ., και οι «αγορές» -ένα παράλληλο σύμπαν, απρόσιτο στη δική μας αντίληψη, που αξιολογεί τη συμπεριφορά και επικαθορίζει τη ζωή μας- αποφάσισαν να μας τιμωρήσουν…

Όλοι αυτοί οι παράγοντες δυσχεραίνουν την αυτόνομη πλοήγηση του κάθε πολίτη –και διευκολύνουν τη δουλειά των μέσων μαζικής χειραγώγησης…

Ο αριστερός λόγος μεταξύ λαϊκισμού και ελιτισμού

Στις παραπάνω συνθήκες, ο αριστερός λόγος επιδιώκει να κάνει διακριτό –μέσα στην κυρίαρχη σούπα του δημόσιου λόγου- το πολιτικό του στίγμα, και ταυτόχρονα να γίνει προσιτός σ’ έναν απαίδευτο κόσμο. Έτσι παραπαίει μεταξύ ελιτισμού και λαϊκισμού. Στο μίγμα προστίθενται χρονίζοντα προβλήματα, όπως είναι η τακτική να κουκουλώνονται τα αμφιλεγόμενα και τα δύσκολα, ή ο φόβος για την αιώρηση της αβεβαιότητας. -Παράγοντες που επιτείνουν την αμηχανία, την περιχαράκωση, την καθήλωση.
Ο αριστερός λόγος έτσι ακούγεται βαρύγδουπος, διδακτικός, απόμακρος, ή επικο-λυρικός και εκτός τόπου και χρόνου. Γίνεται καταστροφολαγνικός για να ταρακουνήσει. Ή σπάταλος σε μεγάλα λόγια που κάποτε μοιάζουν με κοροϊδία. Σε κάθε περίπτωση δείχνει απόλυτα σίγουρος για τον εαυτό του και την αλήθεια του. -Κι όμως πάντα μοιάζει κάπως τεχνητός, μονοδιάστατος, ψεύτικος. Γιατί λειτουργεί αφοριστικά, ανάγοντας την –πολυδιάστατη, ρέουσα- πραγματικότητα σε προκατασκευασμένα «κουτάκια», ενώ ταυτόχρονα παραγεμίζεται με συμβάσεις, ευφημισμούς και μισές αλήθειες.
Όμως έτσι, ενώ χρειάζεται επιτακτικά αφενός ένα πειστικό αφήγημα (-ερμηνεία της πραγματικότητας και σχέδιο για τη μεταλλαγή της-) και αφετέρου κόσμος να συνταχθεί σ’ αυτό, τελικά ούτε το μήνυμα μπορεί να πείσει, ούτε ο κόσμος θέλει να πεισθεί. Και το αδιέξοδο ανακυκλώνεται.
Χρειάζεται νέος λόγος, κόντρα σε κάθε ευκολία, με περισσότερη νηφαλιότητα, εντιμότητα, τόλμη. Η σκέψη και ο λόγος της Αριστεράς πρέπει να διέπεται από προσήλωση στην αλήθεια· και η αλήθεια βρίσκεται στη διαλεκτική περιπέτεια, κι όχι στα «κουτάκια»… Η αλήθεια είναι σύνθετη, αντιφατική, επίπονη, ενίοτε ρευστή, απατηλή, ακόμη και ολότελα άπιαστη. Αλλά η αναζήτησή της σε βγάζει στις οριακές περιοχές. Κι εκεί είναι που βρίσκονται τα ανοίγματα…

Η συνοπτική αθώωση ως εναλλακτική ερμηνεία

Μπροστά στο άδικο και ψυχικά ισοπεδωτικό σχήμα της συλλογικής ενοχής –την κυρίαρχη ερμηνεία για την κρίση- ήταν απολύτως αναγκαίο να κωδικοποιηθεί μια «απάντηση». Κι η απάντηση που διαμόρφωσε η Αριστερά θα μπορούσε να συνοψισθεί στο αντίθετο σχήμα μιας συνοπτικής αθώωσης: ο λαός είναι θύμα –εκμετάλλευσης, καταπίεσης και εξαπάτησης- και τα θύματα δε φταίνε για τίποτε.
Στην πραγματικότητα, η ευθύνη για τη διαμόρφωση της εκάστοτε πραγματικότητας, αν και ασφαλώς διαβαθμισμένη ανάλογα με τη θέση του καθενός μέσα σ’ αυτή, δεν μπορεί παρά ν’ ανήκει σε όλους εξ αδιαιρέτου: Είτε με το να μην κάνει ό,τι μπορεί για τη θεραπεία των νοσηρών στοιχείων, είτε επειδή μολύνεται κι ο ίδιος από αυτά, ζώντας κανείς μέσα σ’ ένα ορισμένο πλαίσιο, αναδέχεται αντικειμενικά τη μορφή του. Η αποφυγή αυτής της αλήθειας, κάνει το αμυντικό αφήγημα διάτρητο και αναποτελεσματικό.

Τα δίπολα μάς είναι απαραίτητα για να οργανώνουμε τη σκέψη μας, αλλά ταυτόχρονα στήνουν σ’ αυτήν παγίδες, όπως είναι η «αντανακλαστική» επιστράτευση του ενός πόλου για να αντικρούσει κανείς τον άλλο, ή η επιμελής αποφυγή να συζητηθεί ό,τι δεν είναι καθαρά βαλμένο σε «κουτάκια». Η γόνιμη αντιμετώπιση είναι αυτή που, αφού κατανοήσει τις αντιθέσεις, δεν εγκλωβίζεται στο διαζευκτικό τους σχήμα, αλλά επιδιώκει –σ’ ένα δεύτερο επίπεδο- κάποιου είδους συνθετική επεξεργασία.

Κάτι άλλο θα πρέπει να υπάρχει, για παράδειγμα, ανάμεσα στην καφρίλα απέναντι στο δημόσιο χώρο και μια απολίτικη αισθητική ανησυχία τύπου «Ατενίστας». Κι αυτό το κάτι θα πρέπει ασταμάτητα να το αναζητούμε. Ιδίως αν θέλουμε να είμαστε πειστικοί π.χ. όταν επιχειρηματολογούμε ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις.

Συμπληρωματικά προς τη σύνθεση ή υπέρβαση αντιθετικών σχημάτων λειτουργεί η αντίστροφη δουλειά της λεπτής διάκρισης. Όταν οι διαφορές ξεχνιόνται ή συνηθίζονται· όταν -από ιδιοτέλεια ή ατολμία- αποκρύπτονται· ή όταν απλώς τις καταπίνει το μεταμοντέρνο, χρειάζεται να εστιάζει κανείς στην ανάδειξή τους. Π.χ., το να μην ηθικολογείς δεν ταυτίζεται με το να συμμορφώνεσαι με τον μη ηθικό λόγο του αντιπάλου –όπως συμβαίνει όταν υποστηρίζεται μια δωρεάν ιατρική παροχή, με το επιχείρημα ότι η επιδείνωση της υγείας όσων δεν τη λάβουν θα κοστίσει περισσότερο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν εξάλλου οι ανθρώπινες εσωτερικές αντιφάσεις: Όταν περιγράφονται συμπεριφορές, κάθε δίπολο σηματοδοτεί τα άκρα ενός συνεχούς από άπειρες ενδιάμεσες τιμές. -Δύο αντίθετες ιδιότητες, π.χ. εξωστρέφεια - εσωστρέφεια, δεν απαντώνται ποτέ σε ατόφια μορφή, αλλά σε μίγματα διαφορετικής κάθε φορά αναλογίας. -Κατά κάποιον τρόπο, σε άλλοτε άλλο βαθμό, όλοι τα έχουμε όλα… Μια τέτοια παραδοχή, εκτός από τη σημασία που έχει για την ψυχική ισορροπία του ατόμου, διευκολύνει τη βαθύτερη κατανόηση των ανθρώπινων συμπεριφορών και του κοινωνικού γίγνεσθαι, παράγοντας γνώση λιγότερο αποστασιοποιημένη, περισσότερο βιωματική.

Η συνθετική αντίληψη των αντιφάσεων που συνέχουν τον άνθρωπο εξάλλου συνδέεται στενά με τον τρόπο που συγκροτεί κανείς την πολιτική του σκέψη… Στον πυρήνα της καπιταλιστικής /αντιδραστικής κοσμοθεωρίας βρίσκεται η άποψη ότι ο ανταγωνισμός «είναι στη φύση του ανθρώπου». Μόνο που για τον άνθρωπο δεν υπάρχει «φυσικό», «σωστό», ή «καλό» από πριν προσδιορισμένο. Εφόσον διαθέτει αυτόνομη βούληση, είναι δική του δουλειά να το ορίσει. Κι από τότε που οργανώνει τη ζωή του σε πόλεις, η δουλειά αυτή είναι συλλογική. -Δεν υπάρχει «φυσικό» λοιπόν για τον άνθρωπο: Υπάρχει πολιτικό.

Αυτό ωστόσο δε σημαίνει ότι μπορεί κανείς να αγνοεί το γενετικό υπόβαθρο. Όσο λάθος είναι να επικαλείσαι όποτε σε βολεύει τη φυσική σου διάσταση ενώ ζεις εντός πολιτισμού, άλλο τόσο λάθος είναι να την κρύβεις κάτω απ’ το χαλί. Γενικότερα, κάθε στοιχείο που περιλαμβάνει η ανθρώπινη ταυτότητα –εγγενές ή επίκτητο, προϊόν ιστορικής εγγραφής ή ατομικής εμπειρίας- πρέπει πρώτ’ απ’ όλα να αναγνωρίζεται ως τέτοιο. Και κατά το δυνατό, να γίνεται αντικείμενο επίγνωσης και συνθετικής επεξεργασίας.

Ο όρος-κλειδί για κάθε συζήτηση τού πώς να συναρμόζονται το ατομικό με το συλλογικό, το φυλογενετικό με το πολιτισμικό, ή ό,τι άλλο χρησιμοποιεί διαζευκτικά η αντίπαλη μεριά για να μας εγκλωβίζει, κρύβεται στην μη αναγώγιμη μονάδα που συνέχει κάθε πεδίο: το προσωπικό υποκείμενο.

Αμήχανο κενό

Η Αριστερά, ιδίως το πιο «ορθόδοξο» κομμάτι της, ήταν πάντα δύσπιστη και προσεκτική απέναντι σε ό,τι υπερβαίνει την υλική διάσταση των πραγμάτων -την τέχνη· την ηθική· την ψυχολογία· κάθε τι το υποκειμενικό, χαοτικό ή μη μετρήσιμο· την ίδια τη συνθήκη της ατομικότητας- είτε βλέποντας παντού ύποπτες συγγένειες με τον δυϊσμό είτε φοβούμενη ένα πεδίο εξ ορισμού δύσκολο να ελεγχθεί. Αυτό εξέθρεψε μια κοντόφθαλμη οπτική –κάποτε με εκτρωματικά αποτελέσματα- που πάντως δεν υπηρέτησε τον στόχο: Η χειραφετητική συνείδηση δεν εξαπλώθηκε στον λαό. Και η δουλειά του αντίπαλου στρατοπέδου –να κάνει το κομμουνιστικό όραμα απωθητικό στον πολύ κόσμο- έγινε απείρως πιο εύκολη.

Σήμερα, στον βαθμό που η ανάγκη αλλαγής αυτής της στάσης γίνεται όλο και πιο αντιληπτή, και μέχρι μια καινούρια ν’ αποκτήσει σχήμα και βάρος, αναδύεται ένα αμήχανο κενό. -Την ίδια ώρα που η άλλη μεριά βυθίζει τον λαό στην αμάθεια και την αφασία, εξασφαλίζοντας ότι καμιά συλλογική συγκρότηση δε θα ανακόψει τον ανά τον κόσμο νεοφιλελεύθερο ή και φασιστικό κατήφορο.
Παράλληλα με το προφανές, άμεσο καθήκον της διαμόρφωσης ενός συνεκτικού, εμπνευσμένου και πειστικού πολιτικού σχεδίου -και φυσικά σε αμοιβαία ανατροφοδότηση με αυτό- χρειάζεται μακρόπνοη δουλειά που θα στοχεύει στην αντιστροφή του ψυχο-νοητικού κλίματος. -Μια ολομέτωπη «επίθεση» πολιτισμού. Που το περιεχόμενό της δεν μπορεί παρά να διατρέχεται εξίσου από την ανυποχώρητη επιταγή του ορθού λόγου και την ξεκάθαρη αναγνώριση της υποκειμενικής αυτονομίας.

 Η τέχνη ως δύναμη μετατόπισης

Η τέχνη βοηθά τον άνθρωπο να γνωρίσει και να κατανοήσει βαθύτερα τον εαυτό του και τον κόσμο. Να βρει ένα νόημα στο ασυνάρτητο πρόσωπο της πραγματικότητας, και μια θέση για τον εαυτό του μέσα σ’ αυτή. Να βγει από τα σύνορα της προσωπικής του αντίληψης, δανειζόμενος τα μάτια κάποιου άλλου…
Το καλλιτεχνικό έργο αψηφά τους φυσικούς νόμους, απλώνεται απεριόριστα στους ορίζοντες του χώρου και του χρόνου, διαπερνά κάθε είδους σύνορο. Η ίδια η ύπαρξή του αποτελεί ένα μήνυμα ελευθερίας, καθώς ο δημιουργός αποσπά μια οντότητα από την ανυπαρξία και της δίνει μορφή -τη μορφή που ο ίδιος επιλέγει- σε μια χειρονομία που δραπετεύει από την αναγκαιότητα.
Η τέχνη θεμελιώνει την αντίληψη της ομορφιάς· εμβολιάζει ενάντια στην ήττα της θνητότητας· καλλιεργεί την αμφισβήτηση, τον οραματισμό, την κάθε είδους μετατόπιση. Σε τελική ανάλυση, μέσ’ από κάθε του επινοημένο κόσμο, ο άνθρωπος αφομοιώνει, επεξεργάζεται και μετασχηματίζει τον πραγματικό.
Εν κατακλείδι, η τέχνη συναιρεί τη μόρφωση με την ψυχαγωγία· το προσωπικό με το πολιτικό· την αυτονομία με τη στράτευση· και κυρίως, την απαράγραπτη ανάγκη του υπερβατικού, με την απελευθέρωση από τον δυϊσμό… Γι’ αυτό είναι ο μοναδικός «τόπος» όπου ο άνθρωπος βρίσκει ολόκληρο τον εαυτό του. -Κι αυτό είναι που την κάνει ένα –βραδυφλεγές, αλλά αξιόπιστο- όπλο ψυχο-νοητικής αντεπίθεσης.

Ενάντια στο συμβατικό πλαίσιο

…Ως παραδείγματα πιο στοχευμένης παρέμβασης τέλος, θα μπορούσε κανείς να σκεφθεί:
Δομές λαϊκής μόρφωσης, με κύκλους σεμιναρίων πρακτικού ή επιστημονικού περιεχομένου, και οργανωμένη πραγμάτευση ζητημάτων πολιτικής σκέψης και δράσης.
Εκδόσεις έντυπου υλικού (από φυλλάδια έως φρι πρες περιοδικό), με πρωτοποριακή αισθητική και νηφάλιο αναστοχασμό πάνω στο σήμερα.
Ενίσχυση του ρεύματος που εμφανίσθηκε τα πρώτα χρόνια της κρίσης για αυτο-οργάνωση του λαού στις γειτονιές. -Δομές τέτοιου είδους πρέπει να συνεχίσουν να εξαπλώνουν στον κόσμο την κουλτούρα της συμμετοχής, να φιλοξενούν την ώσμωση διαφορετικών «χώρων», να λειτουργούν σαν πειραματικό εργαστήριο, συσσωρεύοντας βιωματικό υλικό για επεξεργασία, να αναπτύσσουν πολιτιστική δράση με όρους ενάντιους στο συμβατικό, ιεραρχικό, εμπορευματοποιημένο πλαίσιο.

ΠΗΓΗ: - Kommon

Δεν υπάρχουν σχόλια: