Διεθνώς, η αστική απάντηση
στην κρίση συνίσταται σε μία πρωτοφανή βουτιά στην εκμετάλλευση των εργαζόμενων
και σε μια γιγαντιαία ανακατανομή του παραγόμενου κοινωνικού πλούτου υπέρ του
κεφαλαίου, ταυτόχρονα με τη διάλυση πολιτικών, κοινωνικών και συνδικαλιστικών
κατακτήσεων των εργαζομένων και τη συντριβή ή απειλή της κοινωνικής τους θέσης
για πολυάριθμα μεσαία στρώματα (ιδιαίτερα στις μεγάλες πόλεις), με κλείσιμο ή
σημαντική συρρίκνωση χιλιάδων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Ιδιαίτερα στην
Ελλάδα τα μέτρα που υιοθέτησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις την περίοδο 2009-2015,
ως απόρροια των δεσμεύσεων των δανειακών συμβάσεων και των μνημονιακών πολιτικών, είχαν ως αποτέλεσμα μια δραστική
μεταφορά εισοδήματος από την πληττόμενη κοινωνική πλειοψηφία στις δυνάμεις του
κεφαλαίου.
Κυρίαρχο στοιχείο της
υπερεκμεταλλευτικής βουτιάς αποτέλεσε η
βίαιη άνοδος των έμμεσων μορφών εκμετάλλευσης (φορολογία, χαράτσια κτλ).
Παράλληλα όμως, μεγάλο κομμάτι των προ- ωθούμενων πολιτικών εστιάζει στην
τεράστια αύξηση της απόσπασης απόλυτης υπεραξίας). Αυτή η αύξηση αποτυπώνεται
στη σχεδόν απόλυτη απελευθέρωση των όρων πώλησης-εκμετάλλευσης της εργατικής
δύναμης, με αναδιαρθρωτικά μέτρα που καταργούν τα δικαιώματα που είχαν κατακτηθεί
υπό το βάρος του προηγούμενου συσχετισμού της ταξικής πάλης και οδηγούν στην
κοινωνική καταβαράθρωση εκατομμύρια εργαζόμενους και –με ιδιαίτερο τρόπο– τη
νέα γενιά, μέσα από ποιοτικές αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις στο σύνολο των εργασιακών
σχέσεων. Εν συνεχεία, θα σταθούμε σε κάποιες
πλευρές που χαρακτηρίζουν το νέο εργασιακό χάρτη — σημειώνοντας πως η
συστηματική μελέτη τους έχει τεράστια πρακτική σημασία καθώς μπορεί να
εξοπλίσει την κομμουνιστική πρωτοπορία, το αντικαπιταλιστικό μέτωπο και το
κίνημα με συμπεράσματα, συμβάλλοντας με καθοριστικό τρόπο στην ανάπτυξη μιας
σύγχρονα αναγκαίας εργατικής πολιτικής.
1.
Μείωση του κόστους εργασίας
Σύμφωνα με μετρήσεις
ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέσα στην πενταετία 2010-2015 η γενική
ονομαστική μείωση των μισθών στην Ελλάδα ανέρχεται σε ποσοστό 18,2%, ενώ
ταυτόχρονα οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν κατά 0,4%. Ταυτόχρονα, οι κατώτατες
αμοιβές περικόβονται κατά 22% γενικά και κατά 32% για τους νέους κάτω των 25
ετών. Την ίδια περίοδο τα κέρδη των επιχειρήσεων —παρά την παροδική μείωση που
καταγράφηκε την τριετία 2010-12— ανακάμπτουν, με αποτέλεσμα το 2014 να έχει
ανακτηθεί για το κεφάλαιο όλο το χαμένο έδαφος και με το παραπάνω. Μάλιστα, η
αναλογία κερδών, τόκων και προσόδων σε σχέση με τις αμοιβές εργασίας έχει
εκτοξευθεί στο 85% (2014) από 60% (2009) (Πηγή: AnnualMacroeconomicDatabase,
Ευρωπαϊκή Επιτροπή). Παράλληλα, από τα στοιχεία του συστήματος Εργάνη, μπορεί
κανείς να διαπιστώσει μια ιδιαίτερα ισχυρή
τάση αύξησης των φτωχών και πολύ φτωχών εργαζόμενων (inworkpoverty).
Ουσιαστικά πρόκειται για εργαζόμενους (κατά βάση νεολαίους) με συμβάσεις
εργασίας μερικής απασχόλησης ή εκ περιτροπής εργασίας 2-3 ημερών την
εβδομάδα ή
ακόμη και μερικών ωρών την εβδομάδα. Πρόκειται για ύψη μισθών που
καθιστούν
πραγματικά αδύνατη την ικανοποίηση βασικών αναγκών από μόνο μία δουλειά.
Οι αμοιβές αυτές σπάνε το ιστορικό-ηθικό όριο αναπαραγωγής
της εργατικής δύναμης ενώ, για διευρυμένο τμήμα των εργαζόμενων, δεν
υπάρχει
τίποτα που να αντισταθμίζει αυτή την κατάσταση, οδηγώντας το στην
περιθωριοποίηση και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν ότι την κρίση την πληρώνει η
εργατική τάξη και ιδιαίτερα η νεολαία.
2.
Ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων
Η συρρίκνωση της πλήρους
απασχόλησης καθ’ όλη τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης (χάθηκαν 1.136.105,
26,4%, αντίστοιχες θέσεις εργασίας σε σχέση με το 2008), αλληλοτροφοδοτείται με
την αύξηση των θέσεων μερικής απασχόλησης που αυξηθήκαν περίπου κατά 52.700 και
ποσοστό 19,7%, με πάνω από το 80% της αύξησης να αναλογεί στις μεταβολές των
δύο τελευταίων ετών (INE-ΓΣΕΕ, Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση, Ετήσια
έκθεση 2014).Η ταχύτερα επεκτεινόμενη ευέλικτη μορφή εργασίας είναι η μερική
απασχόληση, αντιπροσωπεύοντας τον Ιούλιο του 2016 το 37,3% των νέων προσλήψεων.
Επιπλέον, σύμφωνα με το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ την περίοδο 2009-2015 οι μετατροπές συμβάσεων
πλήρους απασχόλησης σε μερικής αυξήθηκαν κατά 153,1%. Η τάση αυτή καταγράφεται
από την αρχή της κρίσης στην Ελλάδα και έχει οδηγήσει στον υπερδιπλασιασμό της
έκτασής της στους νέους εργαζόμενους (από 8,1% το 2007 στο 17,9% το 2015) και
ιδιαίτερα για τους νέους ηλικίας 15-24 ετών, εκ των οποίων ένας τους τέσσερις
ημι-απασχολείται.
Άλλη μορφή εμφάνισης των
ελαστικών σχέσεων εργασίας είναι η
συγκεκαλυμμένη πλήρης εργασία. Χαρακτηριστικά, το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ εκτιμά για
το 2014 ότι 200.000 εργαζόμενοι δηλώνονται ως μερικώς απασχολούμενοι, ενώ
παρέχουν εργασία πλήρους ωραρίου. Αυτό από τη μία
μειώνει το μη μισθολογικό κόστος (εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές), ενώ από
την άλλη δίνει τη δυνατότητα σε μια αύξηση του εξαιρετικά χαμηλού άμεσου
δηλωμένου μισθού. Παράλληλα, δεσπόζον χαρακτηριστικό της αγοράς εργασίας στην
Ελλάδα είναι η αδήλωτη εργασία.
Σύμφωνα με το ΣΕΠΕ (Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας), μεσοσταθμικά το ποσοστό αδήλωτης
εργασίας βρίσκεται πάνω από το 30%,
ενώ εκτοξεύεται σε κλάδους με εποχιακή εργασία. Στα πλαίσια της ίδιας έρευνας
το προϊόν της μαύρης εργασίας το 2012 εκτιμάται ότι ανερχόταν στο 24% του ΑΕΠ
(«Έρευνα του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας» Νοε. ‘12).
Ένα άλλο ιδιαίτερα
εκτεταμένο φαινόμενο που συνδέεται, πάλι, με την προσπάθεια του κεφαλαίου να
συμπιέσει το εργασιακό κόστος, είναι αυτό της εργασίας με μπλοκάκι ή και άλλων αντίστοιχων μορφών. Με αυτό τον
τρόπο οι εργαζόμενοι ενώ παρέχουν εξαρτημένη μισθωτή εργασία, παρουσιάζονται ως
ελεύθεροι επαγγελματίες και έτσι αναλαμβάνουν οι ίδιοι το κόστος της ασφάλισής
τους, ενώ εξαιρούνται από την προστασία του εργατικού δικαίου (αποζημίωση
απόλυσης, ωράρια, άδειες, δώρα, κτλ). Το φαινόμενο αυτό αφορά κατά βάση κλάδους
της μισθωτής διανόησης (μηχανικούς, ερευνητές, δικηγόρους). Αν και ξεκίνησε από
τον κατασκευαστικό κλάδο την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων, σήμερα φαίνεται να
παίρνει εκτεταμένα χαρακτηριστικά, καθώς εκτιμάται ότι περίπου 300.000
εργαζόμενοι απασχολούνται με δελτίο παροχής υπηρεσιών.
3.
Μόνιμα υψηλά ποσοστά ανεργίας
Η
μείωση της απασχόλησης
κατά τη διάρκεια της περιόδου 2010-2015 οδήγησε όπως ήταν αναμενόμενο
και σε
δραματική αύξηση της ανεργίας, κατά περίπου ένα εκατομμύριο. Ταυτόχρονα,
σήμερα
7 στους 10 ανέργους είναι μακροχρόνιοι άνεργοι, ενώ μόλις το 26,0% των
ανέργων
έχει διάρκεια ανεργίας από 1 μέχρι 11 μήνες (ΕΡΓΑΝΗ). Τα νούμερα στα
τριμηνιαία δελτία τύπου της ΕΛΣΤΑΤ επιβεβαιώνουν περίτρανα πως το
φαινόμενο της
ανεργίας έχει πάρει εφιαλτικές διαστάσεις με μόνιμα χαρακτηριστικά, ενώ
το
ποσοστό των ανέργων κλιμακώνεται σταθερά όσο μικραίνουν οι ηλικιακές
κατηγορίες με το υψηλότερο (50,9%) να εμφανίζεται στις ηλικίες 15 έως
24 και το δεύτερο
υψηλότερο (35,9%) στις ηλικίες 25 έως 29 σύμφωνα με τα στοιχεία του α’
τριμήνου
του 2016.
Όσον αφορά το επίδομα
ανεργίας (360 ευρώ μηνιαίως, ανεξαρτήτως περίπτωσης και με διάρκεια το πολύ έως
12 μήνες) μεταξύ των νέων ανέργων 15-30 ετών, μονό ένα μικρό ποσοστό της τάξης
του 15% το λαμβάνει (ΟΑΕΔ, Δεκέμβριος 2013). Η κοινωνική προστασία των ανέργων,
επομένως, δεν πραγματοποιείται στο πλαίσιο του «πάλαι ποτέ κοινωνικού κράτους»
αλλά στο ιδιωτικό πλαίσιο του ευρύτερου οικογενειακού περιβάλλοντος και σε
«άτυπα δίκτυα». Χαρακτηριστική τομή που δείχνει την άμεση σύνδεση επισφάλειας
και ανεργίας αποτελεί το πρόσφατο πρόγραμμα του ΟΑΕΔ που μετατρέπει το επίδομα
ανεργίας σε επίδομα «εργασίας». Οι άνεργοι που θα προσλαμβάνονται, θα
εξακολουθούν να παίρνουν το επίδομα ανεργίας των 360 ευρώ και οι εργοδότες θα
οφείλουν να πληρώνουν το υπόλοιπο ποσό μέχρι τη συμπλήρωση του κατώτατου μισθού
των 586 ευρώ. Με μόλις 226 ευρώ συνεισφορά του εργοδότη το μήνα, το πρόγραμμα
εξασφαλίζει φθηνό εργατικό δυναμικό χωρίς δικαιώματα, ενώ με τη λήξη του
ακολουθεί το ξαναπέταγμα στην ανεργία...
4.
Υπερεργασία-ελαστικοποίηση του εργάσιμου χρόνου
Η άλλη όψη της αύξησης της
ανεργίας, είναι η αύξηση των ωρών εργασίας όσων εργάζονται. Ο μέσος ετήσιος
αριθμός ωρών εργασίας ακολουθούσε πτωτική τάση έως το 2008, η οποία στη
συνέχεια μεταστράφηκε σε άνοδο. Ως αποτέλεσμα, ο μέσος χρόνος εργασίας αυξήθηκε
επί μία πενταετία και πρόκειται να συνεχιστεί και κατά το 2014-2015
πλησιάζοντας και πάλι το επίπεδο των 2.100 ωρών. Αυτή η επιχείρηση
καπιταλιστικής αναδόμησης και ανάταξης από την κρίση φαίνεται να υπακούει στο
ανατριχιαστικό δόγμα: «οι μισοί άνεργοι
με την ταμπέλα του άχρηστου και οι άλλοι μισοί εργαζόμενοι ως δουλοπάροικοι
ατελείωτες ώρες». Σε αυτή την κατεύθυνση
εντάσσεται η προσπάθεια —σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αλλά και στην Ελλάδα— για την
απελευθέρωση του ωραρίου, την κατάργηση της Κυριακάτικης Αργίας καθώς και την
καθιέρωση της εξαήμερης εργασίας. Αιχμή αποτελούν κλάδοι που απασχολούν
χιλιάδες εργαζόμενους με ισχυρή παρουσία της νέας γενιάς, όπως αυτός του
Εμπορίου (700.000 εργαζόμενοι). Ενώ στον κλάδο του Επισιτισμού-Τουρισμού
(300.000 εργαζόμενοι) έχει καθιερωθεί η 6ήμερη εργασία για τους
νεοπροσλαμβανόμενους ήδη από το 2ο Μνημόνιο (2012).
5.
Απελευθέρωση των απολύσεων- «οικειοθελείς αποχωρήσεις»
Η νομοθετική διευκόλυνση
των απολύσεων συντέλεσε στην εμφάνιση εξαιρετικά μεγάλου αριθμού απολύσεων και
προσλήψεων κατά τη διάρκεια του έτους. Χαρακτηριστικά, για το 2015 αναγγέλθηκαν
1.809.552 προσλήψεις και 1.709.852 απολύσεις. Αντίστοιχα, το 2014 οι αναγγελίες
προσλήψεων ανήλθαν στις 1.566.139 και οι απολύσεις έφτασαν τις 1.467.017.
Ανεξαρτήτως του αν το ισοζύγιο είναι αρνητικό ή θετικό, το μέγεθος του αριθμού
των προσλήψεων και απολύσεων είναι και στις δύο περιπτώσεις μεγαλύτερο από τον
αριθμό των δηλωμένων εργαζομένων. Ιδιαίτερα όσον αφορά τα στοιχεία που προκύπτουν
για τις αποχωρήσεις, εντύπωση προκαλεί ο εξαιρετικά μεγάλος αριθμός των
«οικειοθελών αποχωρήσεων». Το 2015 καταγράφηκαν
1.004.705 αποχωρήσεις ως αποτέλεσμα καταγγελιών συμβάσεων αορίστου χρόνου ή
λήξεων συμβάσεων ορισμένου χρόνου και 705.147 οικειοθελείς αποχωρήσεις. Όλα
αυτά τα χρόνια οι εταιρείες ωθούν τους παλαιούς εργαζόμενους και τα στελέχη
τους σε προγράμματα οικειοθελούς αποχώρησης, είτε πριμοδοτώντας την πρόωρη
συνταξιοδότησή τους μέσω εφάπαξ καταβολής σημαντικών ποσών εν είδη σύνταξης/παροχής,
είτε αξιοποιώντας την πολύ αδύναμη θέση των εργαζομένων, μειώνοντας στο
ελάχιστο το κόστος της διαδικασίας ανανέωσης του προσωπικού.
6.
Κινητικότητα – ανακύκλωση – εποχικότητα
Όλα τα παραπάνω στοιχεία
υπογραμμίζουν την τεράστια
«κινητικότητα» του εργατικού δυναμικού. Ο ίδιος εργαζόμενος μπορεί κατά τη
διάρκεια του έτους να προσλαμβάνεται 2 και 3 φορές στην ίδια ή και σε άλλη
εταιρεία, με ή χωρίς μεταβολή των καθηκόντων του. Ακολουθώντας το μοντέλο των
minijobs και των one € jobs, πληθώρα ολιγόμηνων συμβάσεων υπογράφεται. Αυτού
του τύπου οι συμβάσεις, στην ΕΕ και τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο, αποτέλεσαν
μορφές νομιμοποίησης της ανασφάλιστης ή μερικώς ασφαλισμένης εργασίας. Ο μη
ορισμός του αντίστοιχου νομοθετικού πλαισίου στην Ελλάδα δεν αφαιρεί από την
εργοδοσία τη δυνατότητα να υλοποιεί ένα τεράστιο αντεργατικό πρόγραμμα
ελαστικοποίησης των σχέσεων εργασίας με άναρχο και εξαιρετικά σκληρό τρόπο.
Ταυτόχρονα, αξίζει να δοθεί έμφαση και στο μέγεθος της επίδρασης που έχει η εποχική εργασία με τα διαδοχικά κύματα
προσλήψεων πριν του θερινούς μήνες και τα κύματα απολύσεων μετά το Σεπτέμβρη.
Στην ίδια κατεύθυνση, τα ολιγόμηνα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας, και τα
αντίστοιχα voucher στον ιδιωτικό
τομέα έρχονται ως βασική κυβερνητική επιλογή για τη δήθεν αντιμετώπιση της
ανεργίας ειδικά για τους νέους, συνηγορώντας ουσιαστικά στην ανακύκλωσή της. Η εμπειρία των προ- ηγούμενων προγραμμάτων έχει
βέβαια αποδείξει περίτρανα ότι οι δήθεν «ωφελούμενοι» θεωρούνται εργαζόμενοι
δεύτερης και τρίτης κατηγορίας χωρίς κανένα δικαίωμα, για τους οποίους δεν
ισχύει το εργατικό δίκαιο αλλά ούτε και τα στοιχειώδη μέτρα και κανονισμοί
ασφαλείας (βλέπε και εργατικά ατυχήματα σε δήμους).
Συμπερασματικά, θα
μπορούσαμε να πούμε ότι οι νέες συνθήκες
επισφάλειας συγκροτούν μια ζωή στην ευάλωτη ζώνη. Η λέξη επισφάλεια έρχεται να προσδιορίζει την
ολοένα διευρυνόμενη γκρίζα ζώνη μεταξύ της μισοανεργίας και της μισοεργασίας
που συνεπάγεται ανασφαλείς, ασταθείς συνθήκες εργασίας, απασχόλησης και
διαβίωσης. Φαινόμενο όχι μόνο ελληνικό αλλά με διεθνή δυναμική. Στην ελληνική
πραγματικότητα, η παρουσία αυτών των μορφών απασχόλησης οξύνθηκε με την
εφαρμογή των μνημονιακών νόμων. Αν και ποικίλλει στους κλάδους οικονομικής
δραστηριότητας, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον πως οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης
είναι ιδιαιτέρα διαδεδομένες στους πιο δυναμικούς
τομείς για την κερδοφορία και την κυκλοφορία του κεφαλαίου, οι οποίοι και
απασχολούν κατά κύριο λόγο την εργαζόμενη νεολαία, όπως ο επισιτισμός, ο τουρισμός,
το εμπόριο και οι τηλεπικοινωνίες.
Ο πλήρης εκτοπισμός και η
φτωχοποίηση παίρνουν γενικευμένα χαρακτηριστικά, ενώ επισφαλώς εργαζόμενοι και
εργαζόμενες βρίσκονται σε μια ιδιόρρυθμη συνθήκη, όπου από τη μία πλευρά,
υπάρχει ακόμα στο μυαλό τους η σύνδεση με τη «ζώνη της κανονικότητας» και από
την άλλη, δίνουν έναν συνεχή αγώνα προσπάθειας για να αποτρέψουν τη διαρκή
κοινωνική περιθωριοποίηση. Το τρίπτυχο κινητικότητα-ανακύκλωση-εποχικότητα
φαίνεται να κυριαρχεί στο υπό διαμόρφωση εργασιακό τοπίο, δένοντας επί της
ουσίας τα διατηρούμενα αυξημένα ποσοστά ανεργίας με τις δεσπόζουσες συνθήκες
κακοπληρωμένης υπερεργασίας. Με αυτόν τον τρόπο ανακυκλώνεται επί της ουσίας η
στρατιά των ανέργων με τρόπο που δεν επιτρέπει τη θεμελίωση στοιχειωδών δικαιωμάτων
στους χώρους δουλειάς. Ως εκ τούτου, οι
νέοι και νέες «επισφαλώς εργαζόμενοι και εργαζόμενες» είναι οι πρώτοι που
υφίστανται ακραία εργοδοτική αυθαιρεσία και δεσποτισμό στους χώρους δουλειάς,
οι πρώτοι που απειλούνται με απολύσεις, ενώ κατά προτίμηση στις πλάτες τους
φορτώνεται η «λάντζα» του εργασιακού φόρτου.
Συμπληρωματικά
στοιχεία για την κοινωνική σύνθεση της νέας γενιάς
Νέος
εργασιακός μεσαίωνας
1. Οι τομείς οικονομικής
δραστηριότητας (στο εξής ΤΟΔ) στους οποίους οι νέοι εργαζόμενοι απασχολούνται
κατά πλειοψηφία είναι ο η παροχή καταλύματος και εστίασης (22,7%), η μεταφορά
και αποθήκευση (20,3% στο σύνολο, 26,6% για τους άνδρες και 14,2% για τις
γυναίκες) και η μεταποίηση (10,1%). Υπάρχουν όμως και διαφορές μεταξύ των δυο
φύλων: το ένα τέταρτο των γυναικών (24,9%) απασχολείται στη δημόσια διοίκηση
και άμυνα, στην Υγεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες και στην εκπαίδευση, ενώ
σχεδόν ο ένας στους πέντε νέους εργαζόμενους άνδρες εργάζεται σε τομείς που
συσχετίζονται περισσότερο με την χειρωνακτική εργασία (Αγροτικές εργασίες,
μεταποίηση, κατασκευές κ.τ.λ.).
Ομοίως, σύμφωνα με
στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το δεύτερο τρίμηνο του 2016 οι νέοι απασχολούνται κατά
39% στην παροχή υπηρεσιών και ως πωλητές, το 13% είναι επαγγελματίες, ένας
στους δέκα είναι υπάλληλος γραφείου και περίπου 27,1% απασχολούνται σε
επαγγέλματα που θεωρούνται χειρωνακτικά (ανειδίκευτοι εργάτες, ειδικευμένοι
γεωργοί και τεχνίτες, χειριστές βιομηχανικών μηχανημάτων). Η τελευταία αυτή
κατηγορία επαγγελμάτων παρουσιάζει έντονη διαφοροποίηση για τα δύο φύλα, καθώς
αφορά τω 38,6% των ανδρών και μόλις το 10,5% των γυναικών.
Αντίστοιχα, περισσότερες
γυναίκες φαίνεται να απασχολούνται στην παροχή υπηρεσιών (47,2% έναντι του
33,9% των ανδρών), ως υπάλληλοι γραφείου (13,7% έναντι 7,2%) και ως
επαγγελματίες (18,8% έναντι 8,7%).
2. Σύμφωνα με τα στοιχεία
του Υπουργείου Εργασίας 126.956 εργαζόμενοι αμείβονται με μικτό μηνιαίο μισθό
έως 100 ευρώ, ενώ 343.760 εργαζόμενοι αμείβονται με μηνιαίους μισθούς από 100
έως και 400 ευρώ μικτά. Συνολικά, μεταξύ 2013-2014, ο πληθυσμός των δηλωμένων μισθωτών
με μεικτό μισθό κάτω των 1.000€ αυξήθηκε, ως ποσοστό επί του συνολικού αριθμού,
από 56,96% σε 61,58% προσεγγίζοντας σε απόλυτους αριθμούς το ένα εκατομμύριο
(942.946 άτομα). Ουσιαστικά πρόκειται για εργαζόμενους (κατά βάση νεολαίους) με
συμβάσεις εργασίας μερικής απασχόλησης ή εκ περιτροπής εργασίας 2, 3 ημερών την
εβδομάδα ή ακόμη και μερικών ωρών την εβδομάδα.
3. Όπως προκύπτει και από
τα στοιχεία του ΟΑΣΑ, η Ελλάδα είναι πρώτη στην Ευρώπη όσον αφορά τις
εβδομαδιαίες ώρες εργασίας, ενώ είναι τρίτη παγκοσμίως όσον αφορά τον ετήσιο
αριθμό ωρών εργασίας.
4. Σύμφωνα με τα στοιχεία
του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, η ποσοστιαία αναλογία των προσλήψεων
μερικής απασχόλησης και εκ περιτροπής εργασίας στο σύνολο των προσλήψεων μεταξύ
2009 και 2015 έχει υπερδιπλασιαστεί. Πιο συγκεκριμένα, το 2009, οι προσλήψεις
με ευέλικτες μορφές εργασίας αντιστοιχούσαν στο 21% του συνόλου των προσλήψεων,
ενώ το 2015 αντιστοιχούν στο 55%. Την περίοδο 2014-2015 οι νέες προσλήψεις με
μερική απασχόληση παρουσιάζονται αυξημένες κατά 19,6% και με εκ περιτροπής
εργασία κατά 45,6%.
5. Το 2015 καταγράφηκαν
1.004.705 αποχωρήσεις ως αποτέλεσμα καταγγελιών συμβάσεων αορίστου χρόνου ή
λήξεων συμβάσεων ορισμένου χρόνου και 705.147 οικειοθελείς αποχωρήσεις. Ενώ το
2014, καταγράφηκαν 881.424 καταγγελίες συμβάσεων αορίστου χρόνου ή λήξεων
συμβάσεων ορισμένου χρόνου και 585.593 οικειοθελείς αποχωρήσεις. Το μεγάλο
μέγεθος αυτής της καταγραφής μπορεί να ερμηνευθεί αφενός από τα μεγάλα
προγράμματα αντικατάστασης του παλαιού προσωπικού που εργάζεται με βάση τα
κεκτημένα ενός παλαιότερου συσχετισμού δύναμης, από νέους εργαζόμενους χωρίς
δικαιώματα.
6. Τα ολιγόμηνα
προγράμματα κοινωφελούς εργασίας, και τα αντίστοιχα voucher στον ιδιωτικό τομέα
έρχονται ως βασική κυβερνητική επιλογή για την δήθεν αντιμετώπιση της ανεργίας
ειδικά για τους νέους, συνηγορώντας ουσιαστικά στην ανακύκλωσή της. Αξίζει να
σημειωθεί ότι για το νέο γύρο προ- κηρύξεων έχουν κατατεθεί περίπου 70.000
αιτήσεις για 6.000 θέσεις εργασίας, 40.000 αιτήσεις για 3.500 θέσεις, και
30.000 για 2.500 θέσεις για δήμους και στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων. Η
αναλογία είναι διπλάσια από τα περσινά προγράμματα, ενώ αναμένονται να
προκηρυχθούν συνολικά περίπου 40.000 θέσεις έως το τέλος του έτους.
Ανεργία
1. Τον Οκτώβριο του 2013
υπήρχαν επίσημα καταγεγραμμένοι περίπου 1,4 εκατομμύρια άνεργοι στην Ελλάδα,
αριθμός που αντιστοιχεί σε ποσοστό 27,8% του εργατικού δυναμικού και αποτελούσε
το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στην ΕΕ (Eurostat, 2014). Κατά το Β΄ Τρίμηνο του
2015 ο αριθμός των απασχολούμενων ανήλθε σε 3.625.545 άτομα και των ανέργων σε
1.180.141. Το ποσοστό ανεργίας κυμαίνεται στα 24,6%. Για να αντιληφθούμε την
έκταση του συγκεκριμένου προβλήματος αρκεί να αναφέρουμε ότι ένα τέτοιο ποσοστό
θα αντιστοιχούσε στη Γερμανία σε περίπου 12 εκατομμύρια ανέργους.
2. Από τον Μάρτιο του
2013, η πορεία του ποσοστού ανεργίας στη νεολαία “μεταστράφηκε σε πτωτική”.
Παρ’ όλα αυτά, το μεγαλύτερο μέρος της μείωσης του ποσοστού οφείλεται σε
μαζική υποχώρηση του εργατικού δυναμικού της εν λόγω ηλικιακής
κατηγορίας, ενώ ένα μικρό μόνο μέρος της μείωσης του ποσοστού ανεργίας
των νέων οφείλεται στην αύξηση της απασχόλησης (περίπου 6.000 άτομα). Η
μείωση του εργατικού δυναμικού οφείλεται πιθανότατα στη μετανάστευση των
νέων είτε σε εκπαιδευτικές ευκαιρίες που εμφανίζονται συχνά ως διέξοδος
στην αδράνεια και την οδυνηρή καθημερινότητα της ανεργίας. Όσον αφορά την
αύξηση της απασχόλησης, τα εμπειρικά στοιχεία που διαθέτει το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ
αποδεικνύουν ότι πρόκειται για πρόσκαιρη, μερική και κατά κύριο λόγο
επισφαλή απασχόληση, εργασία με voucher, ένταξη σε προγράμματα επιδοτούμενης
απασχόλησης αμειβομένης με χαμηλούς μισθούς, κ.λπ.
Μετανάστευση
1. Σύμφωνα με έκθεση που
χρηματοδότησε το Ι.Σ.Ν., πάνω από 200.000 Έλληνες, οι περισσότεροι των οποίων
κάτω των 35 ετών, έχουν φύγει από τη χώρα από την έναρξη της κρίσης και εργάζονται
στο εξωτερικό. Η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελούν τους πιο δημοφιλείς
ευρωπαϊκούς προορισμούς, απορροφώντας πάνω από το 50% των Ελλήνων που
μεταναστεύουν. Τα ποσοστά μετανάστευσης είναι τριπλάσια σε σύγκριση με την
περίοδο προ κρίσης, και αναμένεται να παραμείνουν υψηλά, ιδιαίτερα από τη
στιγμή που περίπου 35.000 νέοι Έλληνες, που σπουδάζουν στο εξωτερικό επιλέγουν
πλέον να αναζητήσουν εργασία εκεί, ενώ το ~50% των Ελλήνων που ζουν στη χώρα
σκέφτονται το ενδεχόμενο της μετακίνησης στο εξωτερικό (Endeavor Greece,
Δημιουργώντας θέσεις εργασίας για τους νέους, Ι.Σ.Ν.).
2. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, περίπου 114.000 - 139.000 Έλληνες νέοι επιστήμονες εργάζονται στο εξωτερικό (Generation E, η γενιά της εξόδου, διαθέσιμο στο www. rbdata.gr). Ταυτόχρονα, φαίνεται να υπάρχει μία σαφής κλαδική κατηγοριοποίηση ανά χώρα, με συγκεκριμένες χώρες να απορροφούν συγκεκριμένους επαγγελματίες (π.χ. χρηματοοικονομικά στο Ηνωμένο Βασίλειο, ιατρική στην Γερμανία, έρευνα και τεχνολογία στις Η.Π.Α., μηχανικοί στη Μέση Ανατολή). Αυτή η τάση δεν μπορεί να μας κάνει να κάνουμε λόγο συλλήβδην για μετανάστευση καριερισμού και κοινωνικής ανόδου. Αν και υπάρχουν τέτοιες πλευρές, η αλήθεια είναι ότι η κατάρρευση ολόκληρων κλάδων (π.χ. μηχανικοί) καθιστούν την προοπτική της μετανάστευσης ως επιλογή επιβίωσης για όλο και πλατύτερα τμήματα της νεολαίας.
2. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, περίπου 114.000 - 139.000 Έλληνες νέοι επιστήμονες εργάζονται στο εξωτερικό (Generation E, η γενιά της εξόδου, διαθέσιμο στο www. rbdata.gr). Ταυτόχρονα, φαίνεται να υπάρχει μία σαφής κλαδική κατηγοριοποίηση ανά χώρα, με συγκεκριμένες χώρες να απορροφούν συγκεκριμένους επαγγελματίες (π.χ. χρηματοοικονομικά στο Ηνωμένο Βασίλειο, ιατρική στην Γερμανία, έρευνα και τεχνολογία στις Η.Π.Α., μηχανικοί στη Μέση Ανατολή). Αυτή η τάση δεν μπορεί να μας κάνει να κάνουμε λόγο συλλήβδην για μετανάστευση καριερισμού και κοινωνικής ανόδου. Αν και υπάρχουν τέτοιες πλευρές, η αλήθεια είναι ότι η κατάρρευση ολόκληρων κλάδων (π.χ. μηχανικοί) καθιστούν την προοπτική της μετανάστευσης ως επιλογή επιβίωσης για όλο και πλατύτερα τμήματα της νεολαίας.
τμήμα των Θέσεων της νΚΑ για το 4ο Συνέδριό της
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου