Από: Βαθύ Κόκκινο
Πολύ καλό το δισέλιδο αφιέρωμα που έκανε ο Ρούντι Ρινάλντι στον «φιλόσοφο, ποιητή, καλλιτέχνη» Θάνο Ανεστόπουλο και δημοσιεύεται σήμερα στον «Δρόμο της Αριστεράς».
Το παραθέτουμε:
Αποχαιρετώντας τον Θάνο Ανεστόπουλο
Ετυχε οι πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη να συνοδευτούν από δυο θανάτους
που συζητήθηκαν. Ενός δημοσιογράφου που επέλεξε την ευθανασία λίγο πριν
καταλήξει από καρκίνο -είδηση που έτυχε μεγάλης προβολής- και του Θάνου
Ανεστόπουλου, μέλους της μπάντας Διάφανα Κρίνα που, όπως είχε δηλώσει με
μια ανάρτησή του πριν από ένα χρόνο στο Διαδίκτυο, έπασχε από μια
επιθετική μορφή καρκίνου.
Ο θάνατος του Θάνου Ανεστόπουλου συγκίνησε πολλούς νέους ανθρώπους,
πολλούς συνομηλίκους του (πέθανε 49 χρόνων), όσους αγάπησαν την
ιδιαίτερη και σημαντική μπάντα των Διάφανων Κρίνων και παρακολούθησαν
την προσωπική πορεία του μετά την διάλυσή της το 2009.
Η απώλεια ενός φιλοσόφου, ενός ποιητή, ενός καλλιτέχνη αποτελεί μια
από τις ελάχιστες ευκαιρίες να βγει κανείς από τους «κανονικούς» ρυθμούς
και να αναστοχαστεί για την ζωή του και το τι συμβαίνει γύρω του, λίγο
πιο βαθιά, λίγο πιο αγνά, λίγο πιο ελεύθερα από όσα ορίζουν οι
καθημερινοί καταναγκασμοί.
Ο Θάνος Ανεστόπουλος, αλλά και τα Διάφανα Κρίνα ως μπάντα, έδωσαν
πάντα ιδιαίτερη σημασία στον στίχο, στο περιεχόμενο, αγάπησαν την ποίηση
και τους ποιητές, έφτιαξαν δική τους ποίηση και ίσως γι αυτό να
αγαπήθηκαν τόσο από ένα ιδιαίτερο κοινό. Πάνω σε αυτό και στην εν γένει
προσγειωμένη και σοβαρή στάση τους, κέρδισαν το σεβασμό και την αγάπη
μια σημαντικής μερίδας νέων ανθρώπων.
Αυτά όλα μπόρεσα να τα επιβεβαιώσω ακούγοντας για ώρες τούτες τις
μέρες συναυλίες, τραγούδια, διαβάζοντας στίχους και συνεντεύξεις τους.
Μα πιο πολύ με σημάδεψαν οι 3 συναυλίες που δόθηκαν παρουσία του
άρρωστου πλέον -αλλά ιδιαίτερα ζωντανού, νηφάλιου, ήρεμου- Θάνου
Ανεστόπουλου. Στην Τεχνόπολη, τον Σεπτέμβρη του 2015, όταν ξανάσμιξαν τα
Διάφανα Κρίνα (η συναυλία άνοιξε με την φράση του Θάνου Ανεστόπουλου,
«ζούμε όση ζωή θέλουμε να ζήσουμε, είμαστε τα Διάφανα Κρίνα»), στο
Παλλάς τον Μάη του 2016 και στη Μονή Λαζαριστών στην Θεσσαλονίκη τον
Ιούνη του 2016. Σε αυτές εμφανίστηκαν πολλοί καλοί φίλοι καλλιτέχνες
«για τον Θάνο». (Ευτυχώς που υπάρχει το Διαδίκτυο και μπορεί ο καθένας
-ακόμα και αυτοί που δεν γνωρίζουν τον Θάνο Ανεστόπουλο- να καταλάβει
την ιδιαίτερη φόρτιση και συγκίνηση που είχαν το Παλλάς και η
Λαζαριστών).
Ιδιαίτερος τραγουδοποιός, με έντονη χροιά φωνής, τέτοια που δεν τον
μπερδεύεις με κανέναν άλλο. Ιδιαιτερότητα που μοιάζει με αυτήν
τραγουδοποιών όπως ο Κοέν ή ο Ντε Αντρέ.
Η αγάπη, το όνειρο και ο αγώνας
Πριν από μερικά χρόνια, το 2011, μια χρονιά ιδιαίτερης αφύπνισης, σε
συναυλία στο Γκαγκάριν ο Θάνος Ανεστόπουλος άνοιξε τη συναυλία με τα
παρακάτω λόγια: «Ας τραγουδήσουμε για αυτά που θα έπρεπε να φέγγουν, για
όσα αγρυπνήσαμε, για τα χαμένα κορίτσια, τις μοιραίες γυναίκες. Ας
χλευάσουμε την παντοδυναμία των θεών. Ας θυμηθούμε το παρελθόν που
έντρομο κρύφθηκε στην έρημη ψυχή μας. Κάτι μεγάλα καρφιά που μας
πληγώνουν τα χέρια και μας κεντούν το τέλος, ας τα πετάξουμε σε
στεγνωμένο πέλαγος να λιώσουν. Να πάμε εκεί που θα βρούμε εξαίσια
μονοπάτια που θα ανθίζουνε τα φλογισμένα βήματά μας, που θα κτυπιέται η
σκέψη μας με τον ανθό του ονείρου. Και η αγάπη θα μας κρατάει το χέρι
μέχρι να βγούμε έξω, έξω, έξω στο φως, στο δικό μας φως, εκεί που δεν
μπορούν να μας στερήσουνε ούτε το όνειρο ούτε τον αγώνα. Καλησπέρα».
Στο Παλλάς φέτος, καθισμένος σε έναν καναπέ, φανερά καταβεβλημένος
από την αρρώστια, συνομιλώντας με ποιητές και μακρινούς φίλους (όπως ο
Λέοναρντ Κοέν) είπε: «Στην εποχή μας, κύριε Λεονάρδε, το πιο
επαναστατικό είναι να είσαι ρομαντικός. Η μεγαλύτερη δράση είναι να
ξέρεις να αγαπάς αληθινά». «Ό,τι και να κάνουμε εμείς θα υπάρχουμε».
Στο τέλος της συναυλίας πριν πει το τελευταίο τραγούδι -τον Τελευταίο
σταθμό με το οποίο έκλεινε όλες τις συναυλίες του- στηριγμένος στο
μπαστούνι του και στους φίλους του είπε: «Να ‘στε όλοι καλά. Μην το
βάζετε κάτω. Με τίποτα. Δύναμη σε όλους». Δίπλα του, σε ένα μαύρο πανί
με άσπρα γράμματα έγραφε: «Δημοκρατία έχουμε. Και αυτό είναι διαταγή!».
Σε άλλο σημείο, «Πώς το λένε το σημείο που θέλουμε να φθάσουμε;
Στόχος. Δηλαδή; Όνειρο. Δηλαδή; Προοπτική. Δηλαδή; Ελπίδα. Δηλαδή;
Κουράγιο. Δηλαδή; Άσε να ’χω κάτι στο βάθος του δρόμου, κάτι που να
φαίνεται σαν έξοδος, έστω σαν έξοδος κινδύνου. Συνηθίσαμε, συνηθίσαμε
πολλά πράγματα, πάρα πολλά, συνηθίσαμε τις άγριες εικόνες, γύρω μας,
πίσω μας, πλάι μας, μπροστά μας. Συνηθίσαμε τον θάνατο, συνηθίσαμε την
εικόνα του. Τι είμαστε; Τι γίναμε; Μη γίνουμε. Μην είμαστε. Μη γίνουμε.
Μην προφτάσουμε, μην προλάβουμε, μη συνηθίσουμε, μην συνηθίσουμε. Έγινε η
απώλεια συνήθειά μας».
Λίγα χρόνια πριν, στο Γκαγκάριν στις 3 Ιουνίου 2011, ο καλλιτέχνης
είναι βουτηγμένος στο πνεύμα των καιρών. «Επειδή οι καιροί μάς θέλουν
όρθιους κι όχι γονατιστούς, ούτε καν καθιστούς, δεν είναι οι άλλοι
ψηλότεροι από εμάς. Εμείς είμαστε γονατιστοί. Εγέρθητω. Επιτέλους,
εγέρθητω! Δημιουργικά και αγωνιστικά, πάντα και κάθε μέρα. Να ‘στε καλά
όλοι».
Όχι, ο Θάνος Ανεστόπουλος δεν είναι αυτό που λέγεται «στρατευμένος
καλλιτέχνης». Ο ίδιος συγκαταλέγεται στους «καταραμένους» καλλιτέχνες-
ποιητές. Κάτι πρέπει να κάνει με το μαύρο, την θλίψη, αυτά τον
παρακινούν, για αυτά γράφει. «Τις θλίψεις μου να τις κάνω κάτι». Αυτά
τον πονούν και τον βασανίζουν. Όμως, κάπου θα πει ότι χρειάζονται
«στρατιές σκεπτόμενων ανθρώπων» και σίγουρα ο ίδιος είναι ένας από
αυτούς.
Ο Θάνος Ανεστόπουλος έχει ζήσει έντονα το «δεν κόβεται στα δύο η ζωή,
κόλαση και παράδεισος μαζί, δεν κόβεται στα δύο η ζωή είναι ήλιος και
βροχή μαζί». Στο τραγούδι «μια σιωπή» (2012) θυμώνει για το πάθος που
λείπει. «Αυτό που με πειράζει, με θυμώνει είναι που κλέβουν αναιδώς τα
όνειρά μας, είναι που δε βαστούν φωτιά τα ποιήματά μας, είναι το πάθος
που στερούν απ’ τα παιδιά μας και μια σιωπή που μένει και δεν πρέπει πια
να ‘ναι δίκιά μας». Όπως θυμώνει και με τη διανόηση που «έχει λακίσει,
διαπλεκόμενη με την εξουσία».
«Σε μια χώρα που έχει γίνει μοντέρνα χούντα στις αισθήσεις, στις
συμπεριφορές, στις πολιτικές, στις καθημερινές πράξεις… σε μια χώρα που
‘χει γίνει ρημαδιό, σε μια χώρα που ‘ναι η ελπίδα πεθαμένη, αυτή την
στιγμή έχω αρκετή ανησυχία και φοβάμαι για ένα μέλλον που το βλέπω χωρίς
ελπίδα»
«Πρέπει να δίνουμε πολλά χάδια στην ψυχούλα μας»
Από συνέντευξη στην Υρώ Ανδρέου, στις 7 Μαΐου 2012:
«Το σήμερα είναι τόσο μεγάλο και δυνατό κι επίπονο και απαιτητικό,
που ο απολογισμός μας πρέπει να αφορά την κάθε μέρα ξεχωριστά. Το
τρίπτυχο, «Ζήσε για σήμερα», «Ζήσε και άσε τους άλλους να ζήσουν» και το
«Μια μέρα τη φορά» είναι αυτό που με βοηθάει για τον απολογισμό της
κάθε ημέρας.
Αν υπήρξα παραγωγικός, αν οι πράξεις μου με βοήθησαν να πάω ένα βήμα
μπροστά, είναι η αυτοκριτική της ημέρας. Και αν μια μέρα δεν τα
κατάφερα, δεν βγάζω πια το μαστίγιο να με τιμωρήσω. Ακόμα και σε λάθη να
πέφτουμε, πρέπει να δίνουμε πολλά χάδια στην ψυχούλα μας. Αυτό είναι
βάλσαμο για τα έργα μας. Παίρνουν τα πάνω τους οι στίχοι, η μουσική, όλα
γίνονται πιο αληθινά».
Σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του (στον θεοδόση Μίχο, φέτος τον Μάιο):
«Ο διάλογος με το σώμα, που αναγκαστικά έχω μπει αυτή την περίοδο με
οδηγεί πραγματικά σε ανακάλυψη άλλων πραγμάτων, που νομίζω ότι τα περνάω
σιγά σιγά στα τραγούδια που γράφω, γιατί συνεχίζω να γράφω, είναι κάτι
που με κρατάει δυνατό» «Ναι, έχει να κάνει και με αυτό ηου λες, ότι
έχεις γεμίσει με δόσεις αδρεναλίνης έχεις ζήσει πολλά πράγματα, έχεις
υπάρξει δηλαδή λέγοντας «όλα ή τίποτα», ζώντας το rock ‘η’ roll. Νομίζω,
όμως, ότι είναι πολύ όμορφο να οδηγούμαστε κάπου αλλού τελικά. Να
προσπαθούμε, για παράδειγμα, να γίνουμε κάλοι πατεράδες καλή ώρα. Εγώ
και την υγεία μου να είχα αύριο, θα συνέχιζα την πορεία μου, όπως το
έκανα και πριν μάθω ότι είμαι άρρωστος. Μου φαίνεται φυσιολογικό όλο
αυτό. Ενώ δε μου φαίνεται καθόλου φυσιολογικό να είσαι εξηντάρης και να
χτυπιέσαι λες και είσαι η Poison Ivy. Μπορείς λοιπόν, να ακολουθήσει τη
φυσική ροή των πραγμάτων. Το θέμα είναι να μην κλειστείς στην τρυπούλα
σου, στην πυτζαμούλα σου, να μην παροπλίζεσαι. Να συνεχίζει όσο μπορείς
να εκπέμπεις την αλήθεια σου και ό,τι πιάνει να μην το καταστρέφει πια.
Όσο κατέστρεψες στο παρελθόν να μάθεις να τα πιάνεις πιο απαλά, πιο
ώριμα, με ευγένεια».
Αυτό που σήμερα αποκαλείται «πολιτική», δεν μπορεί να αυτοϊαθεί
Και
η συμμετοχή των ανθρώπων στην προσπάθεια να αλλάξουν τα πράγματα, αυτό
που θα λέγαμε πιο πεζά «πολιτική»; Μοιάζει πράγματι τόσο ρηχή σήμερα
μπροστά στην ποίηση, στη μουσική, στην έγερση που προκαλεί στους
ανθρώπους η τέχνη. Δεν είναι ψέμα αν κανείς πει ότι, πέρα από τιε
«στιγμές» έξαρσης, είναι περισσότερο ο πολιτισμός που εμπνέει, συγκινεί,
κινητοποιεί τους πολλούς ανθρώπους σήμερα, ειδικά τους πιο νέους. Aς
σκεφτούμε μόνο πόσες εκατοντάδες χιλιάδες συμμετέχουν σε κάθε είδους
πολιτιστικές ομάδες, παίζουν θέατρο, χορεύουν, πηγαίνουν σε συναυλίες.
Δεν είναι ανεξήγητο. Γιατί ο πολιτισμός αγγίζει τον άνθρωπο πιο
βαθιά, πιο καθολικά, επιχειρεί να απαντήσει σε πραγματικά του ερωτήματα
και αναζητήσεις. Την ίδια στιγμή που η «πολιτική» ταυτίζεται σήμερα με
διεφθαρμένους κομματικούς μηχανισμούς, λόμπι συμφερόντων, επαγγελματίες
πολιτευτές και βουλευτές. Το αίτημα, όμως, να αλλάξουν καθολικά τα
πράγματα παραμένει. Από αυτή την άποψη, έχει νόημα η συζήτηση που έχουμε
ανοίξει ξανά, για την ανάγκη «επανηθικοποίησης της πολιτικής». Όχι με
τον τρόπο που πολλοί μιλούν για «ηθική» αλλά με την έννοια της
επαναούνδεσης με αξίες και αρετές, της υπέρβασης των ωφελιμιστικών,
ατομιστικών προτύπων, της ανταπόκρισης σε ουσιαστικά ανθρώπινα
προτάγματα.
Η συμμετοχή σε μια τέτοια διαδικασία πολιτικής οφείλει να εμπνέει και
να προάγει όσους συμμετέχουν, όχι να τους «χαλάει» και να τους
ακρωτηριάζει. Η επανηθικοποίηση της πολιτικής είναι ένα μεγάλο αίτημα
που έχει τεθεί με πολλούς, -έως και τραγικούς- τρόπους από κινήματα και
ανθρώπους. Αυτό που σήμερα αποκαλείται «πολιτική», δεν μπορεί να
αυτοϊαθεί. Χρειάζεται βαθιές τομές αυτογνωσίας και απελευθέρωσης που δεν
μπορούν να κάνουν οι επαγγελματίες της πολιτικής και οι υπηρέτες αυτού
του συστήματος.
Ό,τι προκύψει ξανά ως απελευθερωτική πολιτική πρέπει να μάθει να
ακούει τους ποιητές και τους καλλιτέχνες, τους φιλόσοφους, ζωντανούς και
νεκρούς, τα κινήματα, τον άνθρωπο στην σύγχρονη αγωνία του. Να ακούει
τον κόσμο που έχει κεραίες, ακόμα κι αν μοιάζει σε άλλη συχνότητα,
συλλαμβάνει νοήματα, δεν είναι βουτηγμένος στο πραγματισμό και τον
κυνισμό. Η ποίηση και η τέχνη που ανθρωποποιεί σήμερα (τώρα) τον άνθρωπο
είναι πράξη εξόχως πολιτική.
Αντίο Θάνο Ανεστόπουλε, κρινάκι
στην άκρη της θάλασσας μέσα στην απέραντη άμμο. Κοίτα τα χέρια σου,
αντέχουν πολλά Διώξ’ τα σκοτάδια σου, κοίτα ψηλά. Η αγάπη θα βλαστήσει!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου