Γράφει: Μαριάνθη Πελεβάνη
στο - Το Περιοδικό
Η
εξαγορά-μαμούθ της Monsanto από την Bayer με τίμημα 66 δισ. δολάρια,
είναι η είδηση. Πίσω από την είδηση δημιουργείται το μεγαλύτερο
παγκοσμίως μονοπώλιο στους γεωργικούς σπόρους και στη χημική βιομηχανία.
Που σημαίνει ότι η απόλυτη εξουσία των πολυεθνικών επιχειρήσεων στο
διατροφικό σύστημα είναι γεγονός. Ιστορικό γεγονός. Το μέλλον της
διατροφής του πλανήτη θα ανήκει στα λίγα, αλλά μεγάλα και αδίστακτα
αφεντικά του. Όπως για παράδειγμα στους «απογόνους» του Fritz Τer Meer –
διευθυντή της IG Farben – θυγατρική της η Bayer – η οποία ανακάλυψε και
προσέφερε εκτός από την ασπιρίνη και την ηρωίνη ενώ παρασκεύαζε και το
θανατηφόρο αέριο που χρησιμοποιούσαν οι Ναζί στους θαλάμους αερίων, και
του John Francis Queeny του φαρμακοβιομήχανου που ίδρυσε το 1901 τη
Monsanto, η οποία το 1936 έλαβε μέρος στο περιβόητο Manhatan Project,
καρπός του οποίου ήταν η παραγωγή των πρώτων πυρηνικών όπλων και το 1944
παρασκεύασε το γνωστό για τις παρενέργειές του φυτοφάρμακο DDT που
κατέστρεφε το φυσικό περιβάλλον, την άγρια ζωή, προκάλεσε εκτεταμένες
καρκινογενέσεις σε ανθρώπους για να απαγορευτεί τελικά το 1972. Αυτοί οι
αιώνιοι κάτοχοι της εξουσίας πάνω στη μοίρα των πολλών εισβάλλουν,
επαναδημιουργούν και θα ελέγχουν την πιο κερδοφόρα από όλες τις αγορές:
την αγορά τροφίμων. Σε όλη της την αλυσίδα. Αυτό ακριβώς είναι το
μεγαλείο του καπιταλισμού. Να μπορεί η ίδια εταιρεία που ψεκάζει με
φυτοφάρμακα που έχουν καρκινογόνες ουσίες τα τρόφιμα, να πουλά
ταυτόχρονα τα ακριβά φάρμακα για τη θεραπεία του καρκίνου.
«Ελέγξτε το πετρέλαιο και θα ελέγχετε έθνη. Ελέγξτε το φαγητό και θα ελέγχετε τον κόσμο». Χένρυ Κίσινγκερ 1974
Εν αρχή είναι ο σπόρος. Οι γεωργικοί
σπόροι είναι η βάση της διατροφής μας, ένα πρωταρχικό κοινό αγαθό. Μέσα
στα 10.000 χρόνια της γεωργίας οι αγρότες εξημέρωσαν πολλά άγρια φυτά
και τα μετέτρεψαν σε καλλιεργήσιμα, κρατούσαν ελεύθερα σπόρο για να τον
ξαναφυτέψουν την επόμενη χρονιά, αντάλλασαν ελεύθερα τους σπόρους μεταξύ
τους προκειμένου να κάνουν τα βελτιωτικά πειράματα τους και φυσικά
μετέφεραν ελεύθερα τους σπόρους τους σε άλλες γεωγραφικές περιοχές.
Μέχρι και τον 19Ο αιώνα η διατροφή ανθρώπων και ζώων βασιζόταν στους
σπόρους που έφτιαξαν οι αγρότες. Η τάση προς τους βιομηχανικούς σπόρους
άρχισε στο τέλος του 19ου αιώνα αλλά ουσιαστικά εντατικοποιήθηκε μετά
τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, όταν κάποιες χημικές και φαρμακευτικές
εταιρίες, έχοντας χάσει την πολεμική αγορά, επικέντρωσαν το ενδιαφέρον
τους στη γεωργία. Ο στόχος ήταν να ανοίξουν νέες αγορές που θα
αξιοποιούσαν τη χημική τους τεχνογνωσία, η οποία είχε αναπτυχθεί και
χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου. Έτσι εμφανίζονται τα
παρασιτοκτόνα, τα εντομοκτόνα και τα λιπάσματα. Ύστερα ήρθε η
αποκαλούμενη «πράσινη επανάσταση» των δεκαετιών 1960, 1970, 1980, η
οποία αύξησε την παραγωγικότητα, βάζοντας τη χημεία στο πιάτο μας. Η
αγρο-βιομηχανία είχε πια επιβληθεί ενώ σταδιακά οι μεγάλες εταιρίες
αποφάσισαν να μπουν στο χώρο της φυτικής βελτίωσης, της δημιουργίας
δηλαδή νέας ποικιλίας, και της σποροπαραγωγής, φτάνοντας τελικά στους
γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς.
Αποτέλεσμα, είναι σήμερα οι πανάρχαιες
πρακτικές της βελτίωσης φυτών, της παραγωγής-διατήρησης και ανταλλαγής
σπόρων από τους αγρότες να ποινικοποιούνται και οι παραδοσιακοί σπόροι
να αντικαθιστούνται από τους σπόρους της βιομηχανίας που ανήκουν σε μια
ομάδα εταιρειών, οι οποίες αρχικά εισήγαγαν τα τοξικά χημικά στη γεωργία
και τώρα ελέγχουν τους σπόρους μέσω της γενετικής μηχανικής και των
πατεντών. Το 75% της παγκόσμιας αγοράς βιομηχανικών σπόρων ελέγχεται από
10 αγρο-χημικές φαρμακευτικές εταιρίες.
Οι πολυεθνικές αυτές εταιρείες, αφού
διαμόρφωσαν τους διεθνείς νόμους Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Πατεντών
στη Συμφωνία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, ορίζοντας τους σπόρους
ως δημιουργία και εφεύρεσή τους κι εμποδίζοντας έτσι τους αγρότες να
ανταλλάσσουν και να διατηρούν τους σπόρους τους, θέτουν πλέον τους
παγκόσμιους κανόνες, με τις κυβερνήσεις και τα δημόσια ερευνητικά κέντρα
να τις ακολουθούν.
Αγροβιομηχανικοί επιχειρηματικοί
κολοσσοί, εθνικά και διεθνή ερευνητικά ινστιτούτα και κυβερνητικές
υπηρεσίες προωθούν την ανάπτυξη των ποικιλιών για ένα βιομηχανικό
μοντέλο γεωργίας, τελείως αντίθετο με τις ανάγκες των μικρών αγροτών και
των τοπικών διατροφικών συστημάτων. Επιδιώκουν τη διεύρυνση των αγορών
για γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες και την κατάκτηση των αγορών
σπόρων. Τα λεφτά είναι πολλά, γι’ αυτό υποστηρίζονται από όλους τους
τύπους των νόμων (δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, κανονισμοί σπόρων,
προστασία επενδύσεων).
Συμβόλαια θανάτου
Έτσι, εταιρείες όπως η Monsanto, η
Seminis, η Bayer- Aventis, η Dupont, η Syngenta, η Νovartis, η
AstroZeneca ιδιωτικοποίησαν και μονοπώλησαν την σποροπαραγωγή,
μεθοδευμένα εξαφάνισαν τις τοπικές και φυσικές ποικιλίες, δημιούργησαν
και κατοχύρωσαν, με πολιτικές αποφάσεις, εμπορικά κανάλια, και ακόμα
χειροτέρα δημιούργησαν την «πνευματική ιδιοκτησία» τους επί των
γεωργικών προϊόντων. Αυτό σημαίνει ότι ο αγρότης δεν μπορεί να συλλέξει
και να φυλάξει τους σπόρους του διότι δεσμεύεται με συμβόλαιο να τους
αγοράζει κάθε χρόνο με βάση τους όρους της εμπορίας και του μάρκετινγκ
που καθορίζει η πολυεθνική εταιρεία.
Γενικότερα οι εταιρείες ασκούν όλο και
αμεσότερο έλεγχο στην ίδια την αγροτική εκμετάλλευση, ιδιαίτερα μέσα από
τη συμβολαιακή-εργολαβική γεωργία. Στον τομέα της εκτροφής ζώων, για
παράδειγμα, πάνω από 50% των χοίρων στον κόσμο και 66% των πουλερικών
και της παραγωγής αυγών λαμβάνει πλέον χώρα σε βιομηχανικές φάρμες, οι
οποίες ανήκουν σε μεγάλες εταιρείες κρέατος ή έχουν συμβόλαια με αυτές.
Στην Βραζιλία, 75% της παραγωγής πουλερικών είναι με συμβόλαια, ενώ στο
Βιετνάμ 90% της παραγωγής γαλακτοκομικών τελούν από το ίδιο εργολαβικό
καθεστώς. Τα ποσοστά της εργολαβικής παραγωγής επίσης είναι ακόμη
υψηλότερα όταν πρόκειται για εξαγώγιμα αγαθά όπως το κακάο, ο καφές, τα
κάσιους, τα φρούτα και λαχανικά. Το ίδιο ισχύει και για βασικά
διατροφικά προϊόντα όπως το σιτάρι και το ρύζι. Παράλληλα, όλο και
περισσότερες πολυεθνικές έχουν ιδιοπαραγωγή είτε μιλάμε για φρούτα, είτε
για δημητριακά, γαλακτοκομικά, μοσχαρίσιο κρέας ή ζαχαροκάλαμα.
Μάλιστα, η καπιταλιστική κρίση του 2008
πυροδότησε ένα κύμα επενδύσεων σε διατροφική παραγωγή και αγροτική γη σε
όλον τον πλανήτη, τόσο από χρηματοπιστωτικούς επενδυτές που αναζητούν
μια σίγουρη πηγή μακροχρόνιου κέρδους, όσο και από ολόκληρες
κυβερνήσεις.
Η είσοδος µεγάλων funds σε επενδύσεις
που έχουν σχέση µε την αγροτική γη είναι ενδεικτική της σημασίας και της
υπεραξίας της γης, της τροφής. «Τα funds ενδιαφέρονται να εξασφαλίσουν
πρόσβαση σε τρόφιµα ή άλλα γεωργικά προϊόντα, στο νερό, ξέροντας ότι θα
εξασφαλίσουν αποδόσεις. Η γεωργία µαζί µε την ενέργεια βρίσκεται στις
πρώτες θέσεις των παγκόσµιων επενδύσεων. ∆εν θέλω λοιπόν να αποφύγω να
πω ότι οι διατροφικές ανάγκες µελλοντικά µαζί µε την αναζήτηση κέρδους,
θέλουµε δεν θέλουµε, είναι οι δύο όψεις του ιδίου νοµίσµατος» λέει ο
µάνατζερ Παναγιώτης Χαµακιώτης, επικεφαλής της Compo Νοτιοανατολικής
Ευρώπης και Αφρικής (η COMPO δραστηριοποιείται παγκοσμίως στην αγορά των
ειδικών, υψηλής τεχνολογίας, επαγγελματικών λιπασμάτων, καλύπτει ένα
ευρύ φάσμα της γεωργίας, λαχανοκομίας,κ.ά.). «H πανίσχυρη βιομηχανία
παγκοσμίως που ασχολείται με το σύνολο της διατροφικής αλυσίδας, θα
αποτελέσει εργαστήριο σύλληψης και υλοποίησης σημαντικών ιδεών.
Διεξάγεται ένας κοσμικός χορός γύρω από την παγκόσμια γεωργία, Στο εξής
έχουμε να διαχειριστούμε αύξηση παγκόσμιου πληθυσμού και υποσιτισμό,
έλλειψη υδάτινων πόρων, υποβάθμιση γονιμότητας εδαφών. Η απάντηση θα
δοθεί με το «πάντρεμα» ανάμεσα στη βελτίωση ποικιλιών, στις ριζικές
αλλαγές στις καλλιεργητικές συνήθειες, την ορθολογική χρήση νερού και
θρεπτικών στοιχείων, τη συμβολαιακή γεωργία μέσω τραπεζών ή με συμβάσεις
μεταξύ αγροτών- επενδυτών και την αύξηση αποδόσεων. Όλα αυτά θα
αποτελέσουν τα passwords της επόμενης 20ετίας» εξηγεί.
Αgribusiness: «τρελές αγελάδες», κοτόπουλα με διοξίνες
Ωστόσο η εμπειρία της αγροβιομηχανίας
την προηγούμενη 20ετία, ενώ ακόμη παράγει μόνο το 30% της τροφής μας,
φανερώνει ακόμη περισσότερη πείνα – σήμερα πεινούν 200 εκατομμύρια
περισσότεροι απ’ όσο πριν είκοσι χρόνια ενώ 800 εκατομμύρια
μικροκαλλιεργητές και εργαζόμενοι στους αγρούς υποσιτίζονται – την
εξαφάνιση του 75% της αγροτικής βιοποικιλότητας, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, την
ευθύνη στο 50% της κλιματικής αλλαγής, πρωτόγνωρα προβλήματα στη
διατροφική ασφάλεια κι έχει καταστήσει τη γεωργία έναν από τους τομείς
με τις πιο επικίνδυνες συνθήκες εργασίας, τόσο για τους καλλιεργητές όσο
και για τους εργαζόμενους στην επεξεργασία των τροφίμων. Και βέβαια
διοχετεύει τον πλούτο που παράγεται από την παγκόσμια διατροφική
παραγωγή στα χέρια των λίγων.
«Το παράδοξο της ύπαρξης πλεονασμάτων
τροφής και πεινασμένων-υποσιτιζόμενων ανθρώπων είναι δομικό στοιχείο του
υφιστάμενου μοντέλου παραγωγής και διανομής. Οφείλεται στο γεγονός ότι ο
σκοπός της παραγωγής τροφίμων δεν είναι η διατροφή και η ευημερία των
ανθρώπων, αλλά η διαρκής αύξηση των κερδών και μάλιστα ως αυτοσκοπός…
Αυτή η επιδίωξη του μέγιστου κέρδους, αποτελεί παράλληλα και τη βαθύτερη
αιτία των μεγάλων ανατιμήσεων τροφίμων τα τελευταία χρόνια, ο
αυξανόμενος έλεγχος της «διατροφικής αλυσίδας» (παραγωγή αγροτικών
εισροών, παραγωγή προϊόντων, επεξεργασία, διακίνηση και εμπορία
τροφίμων) από μερικές δεκάδες πολυεθνικές και μεγάλες αλυσίδες
super-markets στον κόσμο, καθώς και τα κερδοσκοπικά παιγνίδια στα
χρηματιστήρια εμπορευμάτων αγροτικών προϊόντων. Ταυτόχρονα παρατηρείται
αύξηση των κρουσμάτων νοθείας και υποβάθμισης της ποιότητας τροφίμων»
τονίζει μεταξύ άλλων ο ακαδημαϊκός Ευάγγελος Νικολαϊδης στο βιβλίο του
«Γεωργία, Περιβάλλον, Διατροφή»: Η ελληνική Γεωργία στο Παγκόσμιο
Αγροτοδιατροφικό Σύστημα, Αθήνα 2010.
Τα μεγάλα «διατροφικά σκάνδαλα», όπως οι
«τρελές αγελάδες», κοτόπουλα ή χοιρινά με διοξίνες, ελαιόλαδο με
παραφινέλαιο κ.ά., αποτελούν εκδηλώσεις ενός και του αυτού φαινομένου,
της ασυδοσίας των «agribusiness».
Το κερασάκι στην τούρτα που βρίσκεται
στο τραπέζι μας είναι η χρήση «γενετικά τροποποιημένων οργανισμών» για
παραγωγή «μεταλλαγμένων προϊόντων». Ένας μικρός αριθμός πολυεθνικών της
βιοτεχνολογίας με επικεφαλής την «Monsanto», επιχειρούν με την επιβολή
της χρήσης γτο, να ελέγξουν τη «τροφική αλυσίδα» και να θέσουν υπό
διατροφική «ομηρία», χώρες, λαούς, παραγωγούς και καταναλωτές. Πέρα από
το πρόβλημα της δημόσιας υγείας, της διατροφικής εξάρτησης και
καταστροφής των μικροπαραγωγών, η χρήση γτο σε ανοικτούς αγρούς,
συνεπάγεται ανυπολόγιστες αρνητικές συνέπειες στη βιοποικιλότητα και στο
περιβάλλον, εξ’ αιτίας του κινδύνου «επιμόλυνσης» του γενετικού υλικού
του πλανήτη που αποτελεί κληρονομιά ολόκληρης της ανθρωπότητας.
«Η σταδιακή αλλαγή κριτηρίων φυτικής
βελτίωσης προς την κατεύθυνση δημιουργίας όλο και μεγαλύτερης αγοράς για
τα προϊόντα της αγρο-χημείας, οδήγησε στην είσοδο των γενετικά
τροποποιημένων οργανισμών στη διατροφή μας. Οι περισσότεροι γτο που
βρίσκονται σήμερα στο εμπόριο συνδέονται με το ζιζανιοκτόνο της ίδιας
της εταιρίας που τους πουλά, επομένως ο καλλιεργητής πρέπει να αγοράσει
όλο το πακέτο και να ακολουθήσει πιστά το μοντέλο της εντατικής χημικής
γεωργίας. Οι γτο είναι αποτέλεσμα της εισβολής της αγρο-χημείας στη
γεωργία και της σταδιακής ιδιωτικοποίησης του σπόρου μέσω της νομικής
προστασίας» επισημαίνει η Βάσω Κανελλοπούλου, οικονομολόγος και μέλος
της εναλλακτικής κοινότητας «Πελίτι». «Το 1994 μπήκε στο εμπόριο ο
πρώτος γτο στις ΗΠΑ και στην Αγγλία, επρόκειτο για μια ντομάτα που θα
είχε μεγάλη διάρκεια στο ράφι. Το προϊόν αποσύρθηκε αφού είχε παταγώδη
εμπορική αποτυχία καθώς η γεύση του ήταν κάπως μεταλλική. Οι εταιρίες
πήραν το μάθημα τους και προχώρησαν σε προϊόντα που δεν έρχονται σε
άμεση επαφή με τη γευστική αίσθηση του καταναλωτή. Επικεντρώθηκαν σε
ζωοτροφές γιατί τα ζώα δεν μιλάνε, στο δε τομέα των ανθρωποτροφών
επικεντρώθηκαν σε τροφές που υπόκεινται επεξεργασία πριν μπουν στην
τυποποίηση, δηλαδή κυρίως σε καλαμπόκι και σε σόγια. Μέσω των συμφωνιών
ελεύθερου εμπορίου ακολούθησαν τεράστιες διπλωματικές πιέσεις προς την
Ευρώπη και την Ασία για την άκριτη υιοθέτηση των μεταλλαγμένων ενώ στην
Αφρική στέλνονταν ως επισιτιστική βοήθεια».
Monsanto: το σύμβολο της βιομηχανικής γεωργίας
Η Monsanto ιδρύθηκε το 1901 από τον John
Francis Queeny, έναν έμπειρο φαρμακοβιομήχανο. Στην αρχή, η εταιρεία
ασχολήθηκε με την παραγωγή διατροφικών πρόσθετων όπως τα συνθετικά
γλυκαντικά, το 1920 επεκτάθηκε στην παραγωγή βασικών βιομηχανικών
χημικών ενώ το 1960 και 1970, παρήγαγε το Agent Orange, ένα από τα
φυτοκτόνα που χρησιμοποιήθηκαν από το στρατό των Ηνωμένων Πολιτειών της
Αμερικής, για την απογύμνωση των δασών του Βιετνάμ και την εξάλειψη του
κομμουνιστικού κινδύνου. Εκτιμάται από το Βιετνάμ πως η χημική αυτή
ουσία σκότωσε ή ακρωτηρίασε 400.000 ανθρώπους και είναι υπεύθυνη για
500.000 παιδιά γεννημένα με δυσμορφίες. Το 1983 η Monsanto ξεκινάει τη
γενετική τροποποίηση των σπόρων και πέντε χρόνια μετά έγιναν τα πρώτα
πειράματα με ολόκληρες γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες. Έκτοτε η
Monsanto μετατρέπεται σε έναν πραγματικό γίγαντα, αφού εξαγοράζει
δεκάδες μεγάλες εταιρείες και σταδιακά αναδεικνύεται στη μεγαλύτερη
εταιρεία του κόσμου στο εμπόριο σπόρων. Σήμερα ελέγχει μέχρι και το 26%
της παγκόσμιας αγοράς.
Στην ιστορία της έχει αναπτύξει προϊόντα
υψηλής τοξικότητας που έχουν αποτελέσει αιτία μόνιμων βλαβών στο
περιβάλλον και ασθενειών ή θανάτων για χιλιάδες ανθρώπους, όπως το PCBs
(πολυχλωριωμένα διφαινύλια), ένας από τους δώδεκα επίμονους οργανικούς
ρύπους που επηρεάζουν τη γονιμότητα των ανθρώπων και των ζώων, το 2,4,5 Τ
(2,4,5-τριχλωροφαινοξυοξικό οξύ), ένα συστατικό-που περιέχει διοξίνη-
του αποφυλλωτικού Agent Orange, το Lasso, ένα ζιζανιοκτόνο που είναι
τώρα απαγορευμένο στην Ευρώπη, το RoundUp, το πιο ευρέως
χρησιμοποιούμενο τοξικό ζιζανιοκτόνο στον κόσμο που χρησιμοποιείται σε
συνδυασμό με τους γενετικά τροποποιημένους σπόρους σε μονοκαλλιέργειες
μεγάλης κλίμακας, κυρίως για την παραγωγή σόγιας καλαμποκιού, για
ζωοτροφές και βιοκαύσιμα και ενοχοποιείται για συμμετοχή στην ανάπτυξη
καρκίνων.
«Η εταιρεία κατέχει ένα ακόμη ρεκόρ: των
περισσότερων δικαστικών αγωγών και μηνύσεων που έχουν ασκηθεί ποτέ σε
βιομηχανία. Για αιτίες που αφορούν απόκρυψη και αλλοίωση στοιχείων για
τα προϊόντα της, ψευδείς πληροφορίες, για μόλυνση ολόκληρων περιοχών
ακόμη και πόλεων, όπως και για δωροδοκίες σε κυβερνητικούς αξιωματούχους
για να παραβλέψουν τους νόμους και τους κανονισμούς. Κι όμως η Monsanto
αναπτύσσεται διαρκώς και τα κέρδη της αυξάνονται. Ο κόσμος σύμφωνα με
τη Monsanto, είναι ένας κόσμος απρόσωπος, χωρίς ηθική, χωρίς κανόνες,
ένας κόσμος όπου μετράει μόνο το κέρδος» αναφέρει η Γαλλίδα
δημοσιογράφος και συγγραφέας, Μαρί-Μονίκ Ρομπέν, και τα τεκμήρια
υπάρχουν στο αποκαλυπτικό ντοκιμαντέρ της «Ο κόσμος σύμφωνα με τη
Monsanto».
Τα μισά σχεδόν των καλλιεργήσιμων εδαφών
που χρησιμοποιούν σπόρους της Monsantο βρίσκονται στις ΗΠΑ και
ακολουθεί η Αργεντινή, η Βραζιλία, ο Καναδάς, η Παραγουάη, η Κίνα, η
Νότια Αφρική, και η Ινδία. Με εξαίρεση την Ισπανία και την Ρουμανία η
Ευρώπη είχε μείνει στο απυρόβλητο.
Η μεταλλαγμένη σόγια εγκρίθηκε για
καλλιέργεια στην Αργεντινή το 1996. Στην αρχή χρησιμοποιήθηκαν 14
εκατομμύρια εκτάρια γης αλλά μέχρι το 2008 έφτασαν τα 42 εκατομμύρια.
Σταδιακά όμως, άρχισαν να φαίνονται οι παρενέργειες. Πλέον στις εκτάσεις
αυτές και στις γύρω από αυτές δεν μπορούσε να καλλιεργηθεί απολύτως
τίποτα άλλο, με αποτέλεσμα, τη ραγδαία πτώση της παραγωγής άλλων
παραδοσιακών μη μεταλλαγμένων αγροτικών προϊόντων όπως το ρύζι, τα
όσπρια, οι πατάτες κ.λπ. Μέχρι το 2004 πάνω από 150.000 αγρότες
εγκατέλειψαν τη γη τους και μετανάστευσαν στις πόλεις ενώ μέχρι το 2009 η
περιοχή Chaco, όπου καλλιεργούταν η μεταλλαγμένη σόγια θύμιζε έρημο. Το
2013, η Monsanto προσπαθεί να επεκταθεί και σε άλλες περιοχές της
Αργεντινής όπως η Cordoba αλλά οι περιβαλλοντικές οργανώσεις αντιδρούν
έντονα. Παρόλο που πολιτικοί, αξιωματούχοι και δικαστές την
υποστηρίζουν, η αντίδραση ήταν τόσο μεγάλη που εξανάγκασαν την κυβέρνηση
να σταματήσει, έστω προσωρινά, τα σχέδια της Monsanto.
Στην Ινδία οι αγρότες μη μπορώντας να
ανταπεξέλθουν στα όλο και αυξανόμενα έξοδα της αγροτικής παραγωγής τους,
μιας και είναι υποχρεωμένοι αφενός να αγοράζουν συνεχώς τους σπόρους
τους και τα χημικά που απαραίτητα τους συνοδεύουν, αφετέρου να πωλούν το
προϊόν τους σύμφωνα με τις τιμές που ορίζει το χρηματιστήριο τροφίμων
που βρίσκεται στο Σικάγο, οδηγούνται στην αυτοκτονία. Τα τελευταία 15
χρόνια 200.000 αγρότες έχουν αυτοκτονήσει. Γιατί , όπως καταγγέλλει η
Ινδή ακτιβίστρια Βαντάνα Σίβα στον Γιώργο Αυγερόπουλο στο ντοκιμαντέρ
του «Πεθαίνοντας στην Αφθονία»: «Η πείνα, που έχει γίνει μόνιμη και
παγκόσμια, είναι ολοκληρωτικά δημιουργία του παγκόσμιου επισιτιστικού
συστήματος, το οποίο δεν έχει δημιουργηθεί για να θρέφει τους λαούς του
κόσμου, αλλά για να μεγιστοποιεί τα κέρδη της Μονσάντο, για το εμπόριο,
για να πουλάνε παρασιτοκτόνα, φυτοκτόνα, λιπάσματα…».
Bayer: και ασπιρίνη και ηρωίνη
Όσο για την Bayer, είναι μια γερμανική
εταιρεία με ειδίκευση στα χημικά και φαρμακευτικά προϊόντα. Ήταν
θυγατρική από το 1925 της εταιρείας που ξεχώρισε στο φασιστικό καθεστώς
της Γερμανίας, IG Farben, κατασκευάστρια του χημικού «Zyclon Β» που
χρησιμοποίησαν οι Ναζί στους θαλάμους αεριών. Η μεγάλη επιτυχία της
Bayer ήταν η ανακάλυψη και η παρασκευή της ηρωίνης, που την λάνσαρε ως
αντιβηχικό φάρμακο και ως μη εθιστικό υποκατάστατο της μορφίνης και
πωλούνταν ελεύθερα από το 1898 ως το 1910.
Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η
Bayer ανεξαρτητοποιήθηκε και πάλι και σαν να μην είχε συμβεί ποτέ
τίποτα, καθιερώθηκε σε πολύ λίγα χρόνια ως μία από τις μεγαλύτερες
φαρμακοβιομηχανίες του κόσμου. Επίσης, η θυγατρική της Bayer,
Cropscience, αναπτύσσει τεχνολογίες για τη μετάλλαξη του καλαμποκιού
αλλά και φυτοφάρμακα. Ψεκάζουμε με τα φυτοφάρμακά τις μεταλλαγμένες
τροφές που φτάνουν στο πιάτο μας και έπειτα, όταν αρρωσταίνουμε,
παίρνουμε το χημικό χάπι της για να αντέξουμε.
Κοινωνικά κινήματα και Δίκτυα Φύλαξης Παραδοσιακών Σπόρων
Κι όμως η γη κινείται… Το βιομηχανικό
διατροφικό σύστημα δίνει τη μάχη του, καθώς μεγάλο μέρος της αγροτικής
παραγωγής διεξάγεται ακόμη έξω από τις αλυσίδες παραγωγής των
πολυεθνικών, γι’ αυτό και το κεφάλαιο καταβάλλει τόσο εντατικές
προσπάθειες να ενσωματώσει την αγροτική παραγωγή. Μεγάλο μέρος των
καλλιεργειών βρίσκεται ακόμη στα χέρια χωρικών, ψαράδων και ιθαγενών και
λειτουργεί στο πλαίσιο τοπικών πολιτισμών και εμπορικών κυκλωμάτων, ενώ
παντού αναπτύσσονται κοινωνικά κινήματα, κάποια συνδέονται και με το
κίνημα-θεωρία της αποανάπτυξης, (διαβάστε εδώ…),
τα οποία επιδιώκουν να ανατρέψουν τη διατροφική τάξη πραγμάτων που
επιβάλλουν οι πολυεθνικές, καθώς και δίκτυα που ασχολούνται με τη
συλλογή, διάδοση και διάσωση των παραδοσιακών σπόρων και ποικιλιών. Το
Μάιο του 2013, δύο εκατομμύρια άνθρωποι από 436 πόλεις και 52 χώρες
διαδήλωσαν κατά της Monsanto.
Στην Ελλάδα η δράση-αντίδραση άρχισε το
1994 με πρωτοβουλία δύο βιοκαλλιεργητών από το Πήλιο. Σταδιακά έχει
αναπτυχθεί ένα δίκτυο συλλογικοτήτων, όπως το Πελίτι, οι Ηλιόσποροι, με
σειρά δράσεων που οργανώνονται σε διάφορες πόλεις και γειτονιές της
Αθήνας. Στο Δίκτυο Φύλαξης Παραδοσιακών Σπόρων στην Αττική συμμετέχουν
οι ομάδες: Αιγίλοπας/ Βοτανόκηπος – Ανταλλακτήριο Σπόρων Βύρωνα «Τα
Σπόρια» – Αστικός Αγρός Χαλανδρίου – Αυτοδιαχειριζόμενος Αγρός στο
Ελληνικό – Αυτοδιαχειριζόμενο Πάρκο Ναυαρίνου – Βοτανικός Κήπος
Πετρούπολης – Δια.Σπο.Ρα. – Δρυάδες – Νέα Γουινέα – Ομάδα Μετάβασης
Ακαδημίας Πλάτωνα – Πελίτι Αθήνας – Το Περιβόλι της Νίκαιας – Σπόροι
Ζωής.
Στις αρχές του 2016 η Monsanto μηνύθηκε
για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Η Ένωση Καταναλωτών Οργανικών
Προϊόντων (OCA), η IFOAM Διεθνή Οργανικά Navdanya, η Διεθνής Αναγέννηση
(RI) και η «Εκατομμύρια Κατά της Monsanto», μαζί με δεκάδες παγκόσμιες
επισιτιστικές, γεωργικές, και ομάδες περιβαλλοντικής δικαιοσύνης,
ανακοίνωσαν στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών ότι, ένα διεθνές δικαστήριο
δικηγόρων και δικαστών θα αξιολογήσει την ποινική ευθύνη της Monsanto
για τις αποτρόπαιες πράξεις της.
Στις 12 Οκτωβρίου, το κίνημα «March
against Monsanto» οργανώνει τη δεύτερη παγκόσμια κινητοποίησή του
ενάντια στην Monsanto, με συγκεντρώσεις σε 52 χώρες και περισσότερες από
500 πόλεις, ενώ κατά τη διάρκεια του καλέσματος από την Ελευθερία των
Σπόρων για Δράση, από 2-16 Οκτωβρίου 2016, θα πραγματοποιηθεί δικαστήριο
για τη Monsanto στη Χάγη
(http://www.monsanto-tribunal.org/campaign-board/downloads/t-shirt)
καθώς και λαϊκή συνέλευση στις 15-16 Οκτωβρίου, ενόψει και της
Παγκόσμιας Ημέρας για τη Διατρoφή. Το δικαστήριο θα βασιστεί στις
«Κατευθυντήριες Αρχές για τις Επιχειρήσεις και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα»
που υιοθετήθηκαν από τον ΟΗΕ το 2011.
Το μέλλον της διατροφής του πλανήτη
είναι ανοικτό. Αν επικρατήσουν οι πολυεθνικές, μοιάζει με θρίλερ
επιστημονικής φαντασίας. Η μόνη μας επιλογή είναι να το μετατρέψουμε σε
καμένο σενάριο καπιταλιστικής φαντασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου