Η ομιλία της Δώρας Μόσχου
στην εκδήλωση για την Οκτωβριανή Επανάσταση που διοργάνωσαν οι
οργανώσεις Λευκάδας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του Εργατικού Αγώνα και της Λαϊκής
Ενότητας.
Αγαπητοί
φίλοι και συναγωνιστές, επιτρέψτε μου, μέσα στα πλαίσια της προσωπικής
μου επαγγελματικής διαστροφής, να αρχίσω κάπως ανορθόδοξα την εισήγησή
μου, με ένα απόσπασμα από ένα εμβληματικό κείμενο του … 5ου αιώνα π.Χ. το Α` Στάσιμο από την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, ένα πραγματικό ύμνο στον άνθρωπο και τις δυνάμεις του:
«Πολλά γεννούν το δέος
το μέγα δέος ο άνθρωπος γεννά∙
περνά τον αφρισμένο πόντο
με τις φουρτούνες του νοτιά
στη μέση σκάβει το βαθύ
και φουσκωμένο κύμα∙
και την υπέρτατη θεά, τη Γη,
την άφθαρτη παιδεύει, την ακάματη
οργώνοντας με τα καματερά
χρόνο το χρόνο φιδοσέρνοντας τ` αλέτρι.
(…)
Ένας τον άλλο δίδαξε λαλιά,
τη σκέψη, σαν το πνεύμα των ανέμων, την όρεξη να ζει σε πολιτείες∙
πως να γλυτώνει το χαλάζι μες στ` αγιάζι,
την άγρια δαρτή βροχή μέσα στον κάμπο,
ο πολυμήχανος∙ αμήχανος δε θ` αντικρίσει
τα μελλούμενα∙ το χάρο μόνο
να ξεφύγει δεν μπορεί∙
μόλο που βρήκε ψάχνοντας κα γιατρειές
σ` αγιάτρευτες αρρώστιες».
2. 500 χρόνια μετά, ο κομμουνιστής συγγραφέας Θέμος Κορνάρος θα γράψει, ταξιδεύοντας στη Σιβηρία:
«Το
τραίνο προχωράει σαν νικητής στη γόνιμη χώρα που εχάρισε στην
επικράτεια της Ζωής ο ανθρώπινος μόχθος, η ανθρώπινη θέληση. Και
συναντάς ποτάμια ταπεινωμένα, ζεμένα στο ζυγό της καθημερινής δουλιάς,
για να ξαλαφρώσει ο άνθρωπος και να διαθέσει τις δυνάμεις του για
ανώτερα έργα.
Στη σημερινή φάση της Σιβηρίας ακούς αυτό το Νικητή να δίδει προσταγές
στα ποτάμια να πλεύσουν ανάποδα και στις άγονες ξέρες να γίνουνε
θάλασσες πλατειές, και τα νερά να πέσουνε από απίθανους γκρεμούς, για ν`
αστράψει φως σ` όλο τον ατέρμονα χώρο των 15 εκατομμυρίων τετραγωνικών
χιλιομέτρων…
Τα ποτάμια υπακούνε, οι θάλασσες κυματίζουνε, τα νερά γίνονται
ηλεχτρισμός και το τρένο μας – το τραίνο της Σιβηρίας! ηλεχτροκινείται
τώρα, τρέχει σαν ξεφρενιασμένο, λες κι έχει συνείδηση πως κουβαλάει το
πολύτιμο φορτίο του σύμπαντος. Το νέο Θεό μιας νέας θρησκείας …».
2.500
χρόνια μετά το Σοφοκλή και τη βαθιά πίστη του στον άνθρωπο, το πρώτο
σοσιαλιστικό πείραμα στην ιστορία της ανθρωπότητας, απελευθέρωσε τις
πραγματικές δυνάμεις και δυνατότητες του ανθρώπου, αποδεικνύοντας ότι,
μέσα στις κατάλληλες ιστορικο – κοινωνικές συνθήκες, το αδύνατο μπορεί
να γίνει απολύτως εφικτό.
Σε μια επέτειο σαν τη σημερινή, θαρρώ ότι δεν χωράνε μνημόσυνα. Τα 100
χρόνια από τη μεγάλη Οχτωβριανή Επανάσταση, που τιμώνται μέσα σε
συνθήκες γενικευμένης νίκης – αλλά και γενικευμένης κρίσης – του
καπιταλιστικού συστήματος, είναι μια ευκαιρία αναστοχασμού από το
εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα πάνω σε ορισμένα ζητήματα που η πρώτη
περίοδος της ήττας και της ανατροπής είχε ενδεχομένως συσκοτίσει:
- την
ιδιαιτερότητα της μετάβασης από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, σε
σχέση με τις μεταβάσεις από τον ένα κοινωνικό – οικονομικό σχηματισμό
στον επόμενο, που είχε γνωρίσει η ανθρωπότητα, μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα.
- τη
μεγάλη προσφορά του σοσιαλισμού στην ανθρωπότητα – και όχι μόνο σε ένα
επίπεδο: ως προς την κατάκτηση και περιφρούρηση των εργατικών και λαϊκών
δικαιωμάτων που, κάτω και από την πίεση της ύπαρξης του σοσιαλιστικού
στρατοπέδου, επεκτάθηκε και στον καπιταλιστικό κόσμο∙ ως προς την
προσπάθεια – όχι πάντα επιτυχημένη – διαμόρφωσης ενός νέου τύπου
ανθρώπου, του σοσιαλιστικού, που θα ανταποκρινόταν στις νέες ιστορικές
και κοινωνικές συνθήκες, απαλλαγμένος από τα συνειδησιακά και
συμπεριφορικά φορτία με τα οποία τον είχαν «προικίσει» τα προηγούμενα
εκμεταλλευτικά συστήματα∙ ως προς την εκ των ων ουκ άνευ συμβολή της
ΕΣΣΔ στη νίκη του αντιφασιστικού συνασπισμού στο Β` Παγκόσμιο Πόλεμο∙ ως
προς τη συμβολή στην οικονομική ανόρθωση των χωρών του λεγόμενου
«Τρίτου Κόσμου», αλλά και τη διατήρηση της ειρήνης κατά τη μεταπολεμική
περίοδο – πολιτική για την οποία η ΕΣΣΔ επικρίνεται εκ των υστέρων από
τους πιο απροσδόκητους κριτές.
- είναι
σαφές ότι πρέπει να ασχοληθεί το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα με
τις αιτίες της ανατροπής του σοσιαλισμού, σε βάθος, χωρίς παρωπίδες αλλά
και με τα σταθερά κριτήρια που μας παρέχει ο μαρξισμός – λενινισμός:
όχι σαν ευαγγέλιο, αλλά σαν ένα εξαιρετικό και πλήρες εργαλείο ανάλυσης
της αντικειμενικής πραγματικότητας.
- τέλος,
πρέπει να στοχαστούμε – και όχι να αναστοχαστούμε, γιατί, ορμώμενη και
από την επαγγελματική μου ιδιότητα, ως ενεργή εκπαιδευτικός, δεν έχω
διαπιστώσει να έχουμε ασχοληθεί ποτέ ιδιαιτέρως με το ζήτημα – για τους
τρόπους με τους οποίους μπορούμε να γνωρίσουμε στη νέα γενιά τα ιδανικά,
τις αξίες, τα επιτεύγματα, αλλά και την εμπειρία, θετική και αρνητική,
του Οχτώβρη, ώστε να υπάρξουν και στο μέλλον χέρια που θα είναι «πρόθυμα
να σηκώσουν τη σημαία, αφού θα έχουν μάθει τη σημασία της». Δανείζομαι
την τελευταία φράση από το εμβληματικό έργο της Άννα Ζέγκερς: «Ο έβδομος
σταυρός».
Είναι
αρκετά λοιπόν τα ζητήματα (και υπάρχουν άλλα τόσα, τα οποία βρίσκονται
έξω από τον κύκλο των δυνατοτήτων μου) στα οποία θα ήθελα να κάνω μια
αναφορά, στο χρόνο που μου αναλογεί. Αναγκαστικά, ακροθιγώς θα αναφερθώ
σε αυτά, ελπίζοντας στην ανάπτυξη ενός γενικότερου προβληματισμού που θα
βοηθήσει και στη συζήτηση που θα ακολουθήσει.
Δεν
ξέρω αν το ζήτημα αφορά κυρίως τους ιστορικούς, θαρρώ όμως ότι στη
συζήτηση αυτή που γίνεται στον τόπο που έχει γεννήσει τους δυο
μεγαλύτερους ιστορικούς της Ελλάδας, μια ανάλυση που σχετίζεται με τους
μηχανισμούς της ιστορίας δεν θα είναι αδιάφορη. Αναφέρθηκα προηγουμένως
στις ουσιαστικές διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στη μετάβαση από τον
καπιταλισμό στο σοσιαλισμό και στις προηγούμενες μεταβάσεις: τη
μετάβαση, για παράδειγμα, από το δουλοκτητικό στο φεουδαρχικό σύστημα, ή
από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Σε αυτές τις δυο τουλάχιστον
περιπτώσεις, η ανάπτυξη και η μεταβολή των παραγωγικών δυνάμεων οδηγεί
στην αποσύνθεση των προηγούμενων σχέσεων παραγωγής και στη συγκρότηση
των καινούργιων ΠΡΙΝ από τη συνειδητή κίνηση των μαζών και ΠΡΙΝ από τη
λήψη οποιασδήποτε πολιτικής απόφασης που θα επικυρώνει το ιστορικά νέο. Η
κίνηση των μεγάλων λαϊκών μαζών με συγκεκριμένη πολιτική στόχευση,
εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της μετάβασης από τη φεουδαρχία στον
καπιταλισμό, με τη Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση: καπιταλιστικές σχέσεις
παραγωγής όμως έχουν ήδη συγκροτηθεί, και, τουλάχιστον στη Γαλλία,
συνυπάρχουν με ισχυρά ακόμη φεουδαρχικά κατάλοιπα. Το καθεστώς που
εγκαθίδρυσε η Γαλλική Επανάσταση, επικύρωσε πολιτικά τις νέες σχέσεις
παραγωγής, διέλυσε ό,τι είχε μείνει από τις παλιές και συγκρότησε το
πολιτικό εποικοδόμημα που αρμόζει στον καπιταλισμό.
Στις
προηγούμενες μεταβάσεις όμως, στην ουσία πρόκειται για διαιώνιση των
σχέσεων εκμετάλλευσης, με απλή αλλαγή των όρων: τον παλιό δουλοκτήτη
εκτοπίζει από το ιστορικό προσκήνιο ο φεουδάρχης, το χωροδεσπότη –
αριστοκράτη, ο καπιταλιστής. «Ανάθεμά τα τα τάλλαρα», αναφωνεί ο
ξεπεσμένος αριστοκράτης – ήρωας του πολυαγαπημένου Ντίνου Θεοτόκη, που
τα «τάλλαρα», η αστική τάξη, πετούν τον ίδιο και την τάξη του εκτός
ιστορίας. Στην περίπτωση της Οχτωβριανής Επανάστασης όμως, δεν έχουμε
μια απλή μετάβαση, αλλά μια συνολική ρήξη: η εργατική τάξη είναι το
ιστορικό υποκείμενο που θα πάρει επάνω του την υπόθεση της λύσης όλων
των ταξικών αντιθέσεων, καθώς και κάθε μορφής εκμετάλλευσης. Η αλλαγή
τάξης στην εξουσία, κατά τη σοσιαλιστική επανάσταση, σηματοδοτεί την
κυριαρχία των πολλών πάνω στους λίγους, όλων όσων αποτελούσαν μέχρι
εκείνη τη στιγμή αντικείμενο εκμετάλλευσης πάνω στους εκμεταλλευτές
τους. Βεβαίως, μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού ωριμάζουν οι
αντικειμενικές και υποκειμενικές συνθήκες που θα οδηγήσουν στη ρήξη∙ για
την ίδια τη ρήξη όμως, απαιτείται ιστορικό και πολιτικό υποκείμενο,
προϋποτίθεται η έκρηξη της επανάστασης που θα δημιουργήσει κράτος και θα
μεταβάλει τις σχέσεις παραγωγής.
Το
ιστορικό υποκείμενο είναι η εργατική τάξη∙ το πολιτικό υποκείμενο που
θα καθοδηγήσει την καταρχήν εξέγερση, θα τη μετατρέψει σε επανάσταση και
θα συγκροτήσει κράτος είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα. Η έλλειψή του έγινε
ιδιαίτερα φανερή στην πρώτη «έφοδο στον ουρανό» της εργατικής τάξης,
στην Παρισινή Κομμούνα, αλλά η ύπαρξή του ιδιαίτερα αισθητή και
τελεσφόρα στην Οχτωβριανή Επανάσταση∙ σε μια Ρωσία με σημαντικότατα
φεουδαρχικά κατάλοιπα στην – ούτως ή άλλως – τεράστια επαρχία, αλλά και
με σημαντικότατη συγκέντρωση εργατικής τάξης στα αστικά κέντρα, ειδικά
στη Μόσχα και στην Πετρούπολη: σε μια χώρα που λίγοι μαρξιστές και
κομμουνιστές θεωρούσαν ότι υπήρχαν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για
την έκρηξη – και κυρίως την επιτυχία – της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Από
αυτή τη διάσταση που ανοίγει η μνήμη και η μελέτη του Οχτώβρη, μπορούμε
να αντλήσουμε πολλά και χρήσιμα συμπεράσματα για το σήμερα. Ένα βασικό:
στη ιστορία υπάρχουν γενικές νομοτέλειες που τις περιέγραψαν με
ενάργεια και επάρκεια οι Μαρξ και Ένγκελς. Από δω και πέρα όμως, δεν
υπάρχει εγχειρίδιο που να ρυθμίζει με απόλυτη ακρίβεια τους όρους και
τους κανόνες μιας επανάστασης, δεδομένου ότι η ιστορία, ως αντικειμενική
εξελικτική διαδικασία με ενσυνείδητη πρώτη ύλη τον άνθρωπο, είναι
πολυπαραγοντική. Το ζητούμενο λοιπόν, για το πολιτικό υποκείμενο, είναι,
έχοντας κατά νου τις γενικές νομοτέλειες, να μπορεί να «διαβάζει» την
κάθε ιστορική στιγμή, να κάνει τη λενινιστική «συγκεκριμένη ανάλυση της
συγκεκριμένης κατάστασης», ακριβώς όπως, με βάση τις επεξεργασίες του
Λένιν, έπραξε το 1917 το Κόμμα των Μπολσεβίκων.
Και
εδώ ακριβώς ερχόμαστε σε ένα από τα μείζονα σημερινά προβλήματα: τη
βαθύτατη κρίση που παρουσιάζουν τα πολιτικά υποκείμενα των ημερών μας,
τα κομμουνιστικά κόμματα. Δυστυχώς, και στην Ελλάδα: το ΚΚΕ, που έδειξε
να παραμένει όρθιο μετά τις ανατροπές, να κρατά, σε μια πρώτη
τουλάχιστον φάση, τίτλο, σύμβολα, ιδεολογία και αξίες, το τελευταίο
διάστημα έχει εμφανώς εκτραπεί από τη λενινιστική πορεία: έχει
υιοθετήσει νεολογισμούς όπως το «κόμμα παντός καιρού» (σε αντικατάσταση,
να υποθέσουμε, του «κόμματος νέου τύπου»;). Έχει απεμπολήσει βασικές
αρχές και επεξεργασίες του Λένιν, όπως, κορυφαίο, κατά τη γνώμη μου,
παράδειγμα, τις θέσεις του για τον ιμπεριαλισμό και, οπωσδήποτε, έχει
απεμπολήσει τη «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης»,
υιοθετώντας παράλληλα μια μεταφυσική και ταυτόχρονα εγχειριδιακή
αντίληψη για την επανάσταση: μεταθέτει στο σοσιαλισμό (σαν να πρόκειται
για τη βασιλεία των ουρανών της επί του όρους Ομιλίας) την επίλυση όλων
των προβλημάτων και προδιαγράφει τον τρόπο και τις μεθόδους που θα
οδηγήσουν στο ξέσπασμα της επανάστασης, θεωρώντας την επαναστατική
διαδικασία αποκλειστικά απότοκη μιας πιθανής εμπλοκής της χώρας σε
πόλεμο που, εξ ορισμού, θεωρεί ιμπεριαλιστικό. Το ζήτημα λοιπόν της
συγκρότησης πολιτικού επαναστατικού υποκειμένου (δυστυχώς, 100 σχεδόν
χρόνια μετά την ίδρυση του ΣΕΚΕ) είναι το κορυφαίο ζήτημα που
αντιμετωπίζει το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα στις μέρες μας.
Θα χρειάζονταν τόμοι ολόκληροι για να αναπτυχθεί επαρκώς το δεύτερο
ζήτημα που θα ήθελα να θίξω, όσον αφορά τη μνήμη του Οχτώβρη. Κνίτες
ακόμα, λέγαμε, με όλο το ρομαντισμό της ηλικίας και με τη βεβαιότητα της
οριστικής νίκης, ότι η ΕΣΣΔ έβγαλε τον άνθρωπο από τις λάσπες και τον
έστειλε στ` αστέρια. Προσωπικά και παρόλο που τα χρόνια πέρασαν, και οι
ανατροπές συνέβησαν και δεν μπορούμε πια να αγνοήσουμε τα τεράστια
προβλήματα που αντιμετώπισε αυτή η πρώτη απόπειρα εφαρμογής της
εντελέστερης θεωρίας που συγκρότησε η ανθρώπινη σκέψη, εξακολουθώ να
πιστεύω σ` αυτό τον αφορισμό. Ναι, η Οχτωβριανή Επανάσταση ήταν μεγάλη:
απελευθέρωσε λαϊκές δυνάμεις∙ καθιέρωσε και εδραίωσε καταχτήσεις
αδιανόητες τόσο για τη μέχρι τότε κατάσταση της Ρωσίας, όσο και για τον
καπιταλιστικό κόσμο. Πρόσφερε ψωμί, στέγη, υγεία και παιδεία, στον ένα ή
στον άλλο βαθμό, στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της.
Απελευθέρωσε τις εθνότητες και τις θρησκευτικές μειονότητες από τα
ασφυχτικά δεσμά που τους επέβαλλε ο τσαρισμός. έδωσε στους λαούς της
απέραντης αυτής χώρας γλώσσα, υπόσταση, διοίκηση. Πολέμησε, κάποτε – και
πολύ σωστά – ενάντια στα ίδια τους τα έθιμα: όχι εκείνα που συγκροτούν
την ιδιοπροσωπία ενός λαού, αλλά εκείνα που συνδέονται με το
θρησκοληψία, το φανατισμό, την υποτίμηση της γυναίκας. Παραπέμπω στα
πρώιμα έργα του Τενγκίζ Αϊτμάτοφ, στον «Πρώτο δάσκαλο» και στη
«Τζαμίλια». Αλλά και στην αφήγηση του Χαρίλαου, του καπετάνιου, για τον
Ουζμπέκο που έσφαξε την κόρη του γιατί, όταν το κορίτσι τέλειωσε την
ιατρική, για να το γιορτάσει, έκοψε τις παραδοσιακές της κοτσίδες! Αυτά,
εν έτει 1966! Για να δούμε λίγο και τις πραγματικές συνθήκες μέσα στις
οποίες πάλευε η σοβιετική εξουσία, για να δημιουργήσει το νέο τύπο
ανθρώπου …
Εξ
άλλου, η ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης ήταν από μόνη της μια τεράστια
ώθηση για την εργατική τάξη και τα κομμουνιστικά κόμματα του
καπιταλιστικού κόσμου, αλλά και μια σημαντική πίεση για τις
καπιταλιστικές κυβερνήσεις, έτσι ώστε οι εργαζόμενοι να μπορούν να
αποσπούν κατακτήσεις και στον καπιταλισμό. Και τι να πρωτοπεί κανείς για
τη συμβολή της ΕΣΣΔ στην αντιφασιστική νίκη, για τον τιτάνιο αγώνα και
τις θυσίες των λαών της; Τί να πει κανείς για το Στάλινγκραντ και την
Κόκκινη Σημαία να κυματίζει στα ερείπια της καγκελαρίας στο Βερολίνο; Η
σύγκρουση της ΕΣΣΔ με το ναζισμό αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο την
πολλές φορές αποδειγμένη ιστορική αλήθεια: όταν το νέο συγκρούεται με το
παλιό, ο ανώτερος ποιοτικά οικονομικός – κοινωνικός σχηματισμός με τον
κατώτερο, εν τέλει, νικητής είναι το νέο. Αλήθεια που αποδείχτηκε στο
Μαραθώνα, αποδείχτηκε στο Βαλμί, αποδείχτηκε στο Στάλινγκραντ…
Η
μεταπολεμική πολιτική της ΕΣΣΔ σχετικά με την ύφεση και τον αφοπλισμό –
εξαιρετικά σημαντική, κατά τη γνώμη μου, ως προς την αποφυγή μιας νέας
γενικευμένης παγκόσμιας σύρραξης – δέχεται σήμερα πολλές επικρίσεις και,
μάλιστα, από απροσδόκητους τιμητές. Ανάμεσά τους και η σημερινή
καθοδήγηση του ΚΚΕ η οποία υπαινίσσεται, στις επεξεργασίες της, ότι αυτή
η πολιτική συνιστούσε υποταγή στις προθέσεις του ιμπεριαλισμού. Θαρρώ
ότι μια τέτοια κριτική είναι άδικη: το τεράστιο τίμημα που πλήρωσε η
ΕΣΣΔ, τόσο σε ανθρώπινες ζωές όσο και σε υποδομές, για τη συμβολή της
στην αντιφασιστική νίκη υπήρξε, νομίζω, καθοριστικός παράγων για τη
βούληση της χώρας να μην εμπλακεί σε μια νέα γενικευμένη πολεμική
αναμέτρηση. Πέρα όμως από αυτό, έχοντας ζήσει το μεγάλο φιλειρηνικό
κίνημα της δεκαετίας του `80, που είχε ψυχή το ΚΚΕ και έχοντας
διαπαιδαγωγηθεί με τις τότε επεξεργασίες του Κόμματος, μετά λόγου
γνώσεως ισχυρίζομαι ότι δεν υπήρξαμε ποτέ πασιφιστές. Το φιλειρηνικό
κίνημα είχε σαφέστατο αντιϊμπεριαλιστικό προσανατολισμό και η πολιτική
της ΕΣΣΔ – ανεξάρτητα από τις εσωτερικές διεργασίες και τα προβλήματα
που αντιμετώπιζε η ίδια η χώρα, ιδίως από το `56 και μετά – ήταν μια
πολιτική σταθερά και με κάθε τρόπο υπέρ των χωρών που είτε διεκδικούσαν
πολιτική ανεξαρτησία είτε επέλεγαν το σοσιαλιστικό δρόμο ανάπτυξης.
Ήταν
λοιπόν η ΕΣΣΔ, το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος στην ιστορία της
ανθρωπότητας ένας επίγειος παράδεισος, κατοικούμενος – και διοικούμενος –
από αγγέλους και αρχαγγέλους; Έχουμε όλοι μας μεγαλώσει αρκετά για να
ενστερνιζόμαστε τέτοιες παραδοχές. Η ίδια η εξέλιξη απέδειξε ότι τα
προβλήματα, τα λάθη, οι εκτροπές ήταν πολλά -και, βέβαια, δεν μπορούμε
να αφαιρέσουμε από το κάδρο τη μόνιμη επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού
απέναντι στη χώρα των Σοβιέτ. Η συζήτηση για το «τί έγινε», έχει ανοίξει
και πρέπει να παραμείνει ανοιχτή και σε βάθος. Είναι οδυνηρό για μένα,
αλλά δεν μπορώ να μην επανέρχομαι, σε αυτή τη συζήτηση, σε πρόσφατες
επεξεργασίες του ΚΚΕ. Είναι αλήθεια ότι από πολύ νωρίς το ΚΚΕ επιχείρησε
να διερευνήσει τις αιτίες των ανατροπών. Ωστόσο, οι τελευταίες θέσεις
του, άλλοτε ρητά και άλλοτε υπόρρητα δηλώνουν μια απόσταση από το
σοσιαλισμό που γνωρίσαμε, μια συνολική υποτίμηση της πολιτικής της ΕΣΣΔ
και τους σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Επίσης, τολμώ να πω ότι οι
επεξεργασίες αυτές πάσχουν από οικονομισμό: σαφώς η ιστορία και η
πολιτική εδράζονται πάνω στην οικονομία∙ θαρρώ όμως ότι στη συζήτηση που
έχει ανοίξει (κυρίως από πλευράς ΚΚΕ, τονίζω) έχουν υποτιμηθεί πολλές
και σημαντικές πλευρές του εποικοδομήματος, όπως για παράδειγμα το
ζήτημα της λειτουργίας των Σοβιέτ, ή το ζήτημα της διαπαιδαγώγησης του
σοσιαλιστικού ανθρώπου, μόλο τον τιτάνιο αγώνα που έδωσε στον τομέα αυτό
η σοβιετική εξουσία και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε – και στις
οποίες αναφέρθηκα προηγουμένως.
Αν
ωστόσο καθήκον σημαντικό για το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα είναι
να μελετήσει την εμπειρία της μεγάλης Οχτωβριανής Επανάστασης, θετική ή
αρνητική, και να αντλήσει συμπεράσματα για το μέλλον, άλλο ένα καθήκον,
εξ ίσου σημαντικό, είναι να γνωρίσει τον Οχτώβρη, τις αξίες και τα
οράματά του, στη νέα γενιά της εργατικής τάξης: μια νέα γενιά που η
εγκύκλια παιδεία δεν τη βοηθά να καταχτήσει την ουσιαστική γνώση και να
σέβεται τον εαυτό της γι` αυτό ακριβώς που είναι: εργατική τάξη. Μια νέα
γενιά που δεν διδάσκεται από πουθενά ότι ο άνθρωπος, στη συλλογική του
διάσταση, γράφει ο ίδιος την ιστορία του, ασύνειδα, με τη δουλειά του,
ενσυνείδητα, με την οργανωμένη πάλη του. Μια νέα γενιά που μεγαλώνει σε
συνθήκες κρίσης αλλά και αποχαλίνωσης του ιμπεριαλισμού και που ελάχιστα
πράγματα ξέρει για τη συμβολή του σοσιαλισμού στην ιστορία του 20ου
αιώνα. Μια νέα γενιά, τέλος, που, όπως ανέφερα και πριν, δανειζόμενη τα
λόγια της Άννα Ζέγκερς, θα κρατήσει τη σημαία της τάξης. Είναι χρέος
μας να τη μάθουμε τί σημαίνει αυτή η σημαία, τί αίμα, τι θυσίες, τι
καταχτήσεις των λαών της έχουν δώσει το κόκκινο χρώμα της. Κι ακόμα πιο
σημαντικό: είναι καθήκον μας να γνωρίσουμε στη νέα βάρδια της εργατικής
τάξης, ότι η ιστορία δεν τέλειωσε: ότι από τη στιγμή που το ιστορικό
υποκείμενο της ρήξης είναι υπαρκτό και παρόν στην παραγωγική διαδικασία,
παράγει τον πλούτο του κόσμου και δεν ωφελείται από αυτόν, ο
σοσιαλισμός θα είναι και επίκαιρος και αναγκαίος. Μέχρι που η ίδια η
τάξη, με επικεφαλής το πολιτικό επαναστατικό της υποκείμενο, να δηλώσει,
ενώπιον της ιστορίας και λύνοντας όλες τις προηγούμενες αντιθέσεις, τη
φράση που θα δανειστώ για μιαν ακόμη φορά από το μεγάλο Ντίνο Θεοτόκη:
«Είμαι δουλεύτρα, δεν έχω κανέναν ανάγκη!».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου