Βαθιά
είναι η κρίση του επίσημου συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα, το
οποίο εμφανίζει σημάδια έντονου εκφυλισμού, πλήρη αδυναμία να προωθήσει
τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των εργαζομένων, να ακυρώσει και
να ανατρέψει αντεργατικά μέτρα. Χαμηλή παραμένει η συμμετοχή των εργαζομένων στα συνδικάτα,
η οποία σε σημαντικό βαθμό είναι τυπική (είναι γραμμένοι στο σωματείο,
αλλά δεν παίρνουν μέρος στις διαδικασίες του, εκτός ίσως των εκλογών).
Το 2016 εγγεγραμμένοι στα συνδικάτα ήταν το 30-34% από τους 2.371.900
μισθωτούς εργαζομένους. Στον ιδιωτικό τομέα, στον οποίο περιλαμβάνονται
και οι ΔΕΚΟ (με παραδοσιακά πολύ ψηλή συνδικαλιστική πυκνότητα, η οποία
αυξάνει το μέσο ποσοστό), η συνδικαλιστική πυκνότητα ήταν περίπου 27,5%
και στο Δημόσιο γύρω στο 40%. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε και την
αδήλωτη ή τη μαύρη εργασία, τότε το πραγματικό ποσοστό των
ασυνδικάλιστων ξεπερνά το 70%. Στους περισσότερους κλάδους του ιδιωτικού
τομέα η συμμετοχή στα σωματεία κυμαίνεται γύρω στο 10-15%, ενώ σε
μαζικούς κλάδους (π.χ. εμπόριο, επισιτισμός) η συμμετοχή κυμαίνεται στο
5%. Ιδιαίτερα χαμηλή είναι η συμμετοχή της εργατικής νεολαίας.
Ο χαμηλός βαθμός ένταξης στα σωματεία εδράζεται σε σειρά παραγόντων:
εργοδοτική τρομοκρατία, διασπορά πλήθους απασχολουμένων σε
επιχειρήσεις με λίγους εργαζομένους, εκτόξευση των σχέσεων μερικής,
προσωρινής, ελαστικής εργασίας, έλλειψη ενεργών συνδικάτων σε πολλούς
κλάδους, συνδικαλιστικός κατακερματισμός - πληθώρα διαφορετικών
συνδικάτων στην ίδια επιχείρηση (ειδικά στις πρώην ΔΕΚΟ) εκφράζοντας
κυρίως συντεχνιακά συμφέροντα, άρνηση συνδικάτων να εντάξουν τους
προσωρινά εργαζομένους και τους εργαζομένους με μπλοκάκι κ.ά.
Καθοριστική αιτία της κρίσης του συνδικαλιστικού κινήματος αποτελεί η υποταγή του στην αστική πολιτική,
έκφραση της οποίας αποτελεί η κυριαρχία των
φιλοεργοδοτικών-φιλοκυβερνητικών δυνάμεων στις τριτοβάθμιες
συνομοσπονδίες, στις μεγάλες δευτεροβάθμιες, αλλά και σε πληθώρα
πρωτοβάθμιων σωματείων.
Πρόκειται για κρίση στρατηγική, δεν είναι απλώς ή κυρίως θέμα αρνητικών συσχετισμών
σε όργανα, διοικήσεις, ΔΣ κλπ. Η πολιτική γραμμή που κυριαρχεί δεν
προωθεί τα εργατικά συμφέροντα, αλλά οδηγεί στην ενσωμάτωση, στην ταξική
συνεργασία, στη διαπραγμάτευση των όρων και των ρυθμών χειροτέρευσης
της θέσης των εργαζομένων, μέσω κάποιων κινητοποιήσεων διαμαρτυρίας και
εκτόνωσης. Εκφράζει πλέον την ανοιχτή και ενεργητική υποστήριξη των
στόχων της εργοδοσίας, της ΕΕ και του κράτους, την αποδοχή των βασικών
αστικών ιδεολογημάτων (ανάπτυξη, ανταγωνιστικότητα, εθνική οικονομία,
κοινωνικοί εταίροι, ευρωπαϊκός προσανατολισμός κ.ά.).
Η ΓΣΕΕ, η
ΑΔΕΔΥ, οι περισσότερες μεγάλες ομοσπονδίες και πολλά εργατικά κέντρα
δεν είναι μόνο γραφειοκρατικός συνδικαλισμός, ούτε ρεφορμιστικός
(εκτίμηση που έχουν αρκετές δυνάμεις στο εργατικό κίνημα), αλλά
αστικοποιημένος, εργοδοτικός και κρατικός-κυβερνητικός συνδικαλισμός.
Ο αστικοποιημένος συνδικαλισμός αναπτύσσει τη γραφειοκρατία του,
στηρίζεται και ελέγχεται πολύπλευρα από το κράτος (με τις δικαστικές
επεμβάσεις, την υποχρεωτική συνδρομή κ.ά.), την εργοδοσία (συμμετοχή σε
ΔΣ επιχειρήσεων με μεγάλες αμοιβές) και την ΕΕ (με ευρωπαϊκά
προγράμματα). Στο
έδαφος αυτό αναπτύσσονται και εκφυλιστικές πρακτικές, όπως νοθείες,
μέλη-μαϊμούδες, πολυήμερες εκλογές χωρίς έλεγχο κλπ. Στις πρακτικές
αυτές πρωτοστατούν οι εργοδοτικές δυνάμεις, η ΠΑΣΚΕ, η ΔΑΚΕ και ο νέος
κυβερνητικός συνδικαλισμός του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δυστυχώς αναπαράγονται σε
ορισμένες περιπτώσεις και από δυνάμεις του ΠΑΜΕ και του ΜΕΤΑ.
Οι
αλλαγές στην παραγωγή, αλλά και οι βαθιές αντιδραστικές τομές που
προκάλεσαν στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων και σε όλο το θεσμικό
πλαίσιο οι καπιταλιστικές μνημονιακές αναδιαρθρώσεις, όπως η
κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ) και της δυνατότητας
διαπραγμάτευσης και υπογραφής τους από τα συνδικάτα, η ακύρωση του
δικαιώματος μονομερούς προσφυγής στον ΟΜΕΔ (διαιτησία) από τα σωματεία, η
άρση της επεκτασιμότητας των ΣΣΕ, οι αντιδραστικές αλλαγές στον
πτωχευτικό κώδικα κ.α., αφαίρεσαν κλασικά εργαλεία παρέμβασης στις
αντιπαραθέσεις με την εργοδοσία και συντελούν σημαντικά στην
αποδυνάμωση του συνδικαλιστικού κινήματος.
Στο έδαφος αυτό η
αστική τάξη κινείται στην κατεύθυνση της συνολικής απαξίωσης και
διάλυσης των μορφών συλλογικής οργάνωσης και διεκδίκησης της τάξης, με
την ανάπτυξη ενός νέου, βαθύτερου και ποιοτικά ανώτερου εργοδοτικού
συνδικαλισμού, ενός «συνδικαλισμού» του «κοινωνικού εταιρισμού», της
διαχείρισης και της συνδιαλλαγής επαγγελματιών «συνδικαλιστών»-μάνατζερ
με την εργοδοσία, αλλά και ενός νέου μοντέλου κυβερνητικού-αστικού συνδικαλισμού, όπου πρωτοστατούν σήμερα οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Χαρακτηριστική ήταν η δικαστική-κρατική παρέμβαση για ακύρωση των αποφάσεων του συνεδρίου του ΕΚΑ και
ο ορισμός δοτής διοίκησης. Σε αυτή την κατεύθυνση τείνουν και οι νέες
νομοθετικές παρεμβάσεις που έρχονται (τρόπος απόφασης απεργίας,
εργοδοτικό λοκάουτ, ομαδικές απολύσεις, άρση προστασίας συνδικαλιστών κ.ά.).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου