Όσο το ένα μνημόνιο θα εφαρμόζεται το άλλο θα ετοιμάζεται.
Κάπου εκεί εδράζεται η ουσία των εξελίξεων που υπάρχουν στις
διαπραγματεύσεις με τους δανειστές. Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση
επιχειρεί να στρέψει τα βλέμματα στο θέμα της παραμονής ή όχι του
Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα.
Τα
θέματα που εκκρεμούν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης είναι τα
εργασιακά, η περαιτέρω μείωση του αφορολόγητου προκειμένου, καταρχήν, να
καλυφθεί το 1,75% πρωτογενούς πλεονάσματος το 2017 και τα θέματα που
αφορούν την ενέργεια.
Το εργασιακό συζητείται στη βάση της αλλαγής του υφιστάμενου νόμου (1264/82) και με γνώμονα την «ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας» με ό,τι αυτό συνεπακόλουθα σημαίνει. Στην αντίληψη αυτή συμβάλλει και η ΝΔ
αφού σε ανακοίνωσή του ο Γ. Βρούτσης σημειώνει ότι η κατάσταση στην
αγορά εργασίας θα αντιστραφεί «ενισχύοντας την επιχειρηματικότητα» και
«διαμορφώνοντας ελκυστικό κλίμα για επενδύσεις». Τα ζητήματα ενέργειας σχετίζονται κατά βάση με τις ιδιωτικοποιήσεις και
την άμεση λειτουργία του Υπερταμείου, ενώ προϋπόθεση είναι το ακόμη
μεγαλύτερο «άνοιγμα» στον χώρο της ηλεκτρικής ενέργειας καθώς και η
προώθηση μεγαλύτερου μεριδίου του ΔΕΣΦΑ σε ιδιώτες. Το «πακέτο» έρχεται
παράλληλα με τις απαιτήσεις του εγχώριου κεφαλαίου για ακόμα μεγαλύτερες
διευκολύνσεις στις ηλεκτροβόρες βιομηχανίες, κόστος που θα «περάσει»
λόγω των υφιστάμενων περιορισμών στην λαϊκή κατανάλωση.
Για
την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού το 2017 αλλά πιθανόν και του 2018
συζητείται η πτώση του αφορολόγητου για μισθωτούς περίπου στα 7000 ευρώ
ετησίως. Επιπρόσθετα, εξετάζεται και το σενάριο της άυξησης κατά μία τουλάχιστον ποσοστιαία μονάδα του λεγόμενου «μεσαίου ΦΠΑ». Δηλαδή ακόμη και το τεράστιο πακέτο έμμεσων φόρων που επιβλήθηκε με τον προϋπολογισμό δεν είναι αρκετό.
Όπως φαίνεται πάντως ήδη ξεκίνησε η πολιτική προετοιμασία για το τι θα συμβεί
αφού κάθε άλλο παρά τυχαία ήταν η δήλωση του κοινοβουλευτικού
εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκου Ξυδάκη, σύμφωνα με την οποία «ή θα γίνει
πάλι μία τακτική αναδίπλωση από τη μεριά της Ελλάδας και θα περιλάβει
αυτές τις απαιτήσεις των δανειστών» αλλιώς «θα έχουμε κάποιο αδιέξοδο».
Στην ίδια λογική, μάλλον, εντάσσεται και η σύσκεψη ανάμεσα στην υπουργό
Εργασίας Ε. Αχτσιόγλου και κοινοβουλευτικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ με
ειδικότητα στα εργασιακά και ασφαλιστικά ζητήματα.
Όλα
αυτά, μέσα στον θόρυβο που ξεσήκωσε η δήλωση του Β. Σόιμπλε στον
γερμανικό τύπο σύμφωνα με την οποία θα μπορούσε να αναλάβει το ελληνικό
πρόγραμμα ο ESM ακόμη και αν αποχωρούσε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Πάντως, ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Α. Βιντερστάιν υποστήριξε για το θέμα
αυτό πως «δεν θα προβούμε σε εικασίες στη βάση υποθετικών σεναρίων, είτε
αυτά προέρχονται από δηλώσεις είτε όχι», ενώ ο επιτροπος Πιερ Μοσκοβισί
στη συνέντευξη του μετά το Euroworking Group της περασμένης Πέμπτης
χαρακτήρισε «αναγκαιότητα» την παρουσία του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Από
την πλευρά πάντως του Μαξίμου υποστηρίζεται ότι η δήλωση Σόιμπλε
δικαιώνει τους μέχρι τώρα κυβερνητικούς ισχυρισμούς σχετικά με το ότι
δεν είναι απαραίτητη η συμμετοχή του ΔΝΤ ενώ τυχόν απόσυρσή του θα
σημάνει ακόμη και κλείσιμο της αξιολόγησης δίχως νέα μέτρα. Μόνο που
ταυτόχρονα η κυβέρνηση δηλώνει «πιστή στα συμφωνηθέντα» και στους στόχους
που έχουν καθορισθεί όπως και στις ασφαλιστικές δικλείδες για την
εφαρμογή τους. Δεν είναι άλλες από το σύστημα αυτόματου «μνημονιακού»
ελέγχου της οικονομίας μέσω του περίφημου κόφτη. Ως εκ τούτου, η όλη συζήτηση περί Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι περισσότερο μία συζήτηση «εντυπώσεων» παρά ουσίας.
Σχετικά με το «τεχνικό μέρος» της διαπραγμάτευσης έως και την Παρασκευή
το βράδυ δεν είχε ξεκαθαριστεί το πότε θα επιστρέψουν τα κλιμάκια των
δανειστών στην Αθήνα για τη συνέχιση των επαφών. Αυτά, ενώ αναμένεται η
δημοσιοποίηση της έκθεσης του ΔΝΤ για το ελληνικό χρέος. Σε αυτήν
ποντάρει ιδιαίτερα το υπουργείο Οικονομικών, υποστηρίζοντας ότι θα
ξεκαθαρίσει το τοπίο σχετικά με την υπαγωγή της Ελλάδας στο πρόγραμμα
ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αυτή η απόφαση
προσδιορίζεται για τις αρχές Μαρτίου.
Στο …εσωτερικό μέτωπο και στην εφαρμογή
του τρέχοντος μνημονίου, οι μεσοσταθμικές μειώσεις που θα προκύψουν για
τις συντάξεις μέσα στο 2017 υπολογίζονται πάνω από 20% ενώ οι νέοι συνταξιούχοι που θα προκύψουν αυτή τη χρονιά θα πάρουν συντάξεις μειωμένες κατά 50%.
Παράλληλα, από το υπουργείο Εργασίας βγαίνουν συνεχώς εγκύκλιοι για
αναπροσαρμογή των εισφορών υγείας σε διάφορους κλάδους, που όλες οδηγούν
σε αυξημένες κρατήσεις.
Γεράσιμος Λιβιτσάνος, εφημερίδα ΠΡΙΝ, 15/1/2017Νέο Αριστερό Ρεύμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου